ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ
Τοῦ
Ἀρχιμανδρίτη π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ
Προλογικὸ σημείωμα ἀπὸ τὴν «Πατερικὴ
Παράδοση»
Πρόσφατα, γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἐπανῆλθαν
στὸ φῶς τῆς δημοσιότητος τὰ ψεύδη ποὺ διαδίδονται στὴν Μητρόπολη Δημητριάδος
(ἐκεῖ ὅπου λειτουργεῖ πλέον ὁ ἀδίκως καθαιρεθεὶς π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς), ἀλλὰ
καὶ στὴ Μητρόπολη Λαρίσης (ὅπου ἐξομολογεῖ ὁ π. Εὐθύμιος) σχετικά μὲ τὴν
διάτρητη καταδικαστικὴ ἀπόφαση τοῦ πρωτοβάθμιου και δευτεροβάθμιου ἐκκλησιαστικοῦ δικαστηρίου· καὶ ἐπανῆλθαν στὴν δημοσιότητα διὰ γραφίδος Βολιώτισσας
δημοσιογράφου, ἡ ὁποία ἔτσι συμμετέχει στὴ διασπορὰ ἀνακριβειῶν καὶ ἀναπαραγωγὴ
ψευδῶν εἰδήσεων. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἀποφασίσαμε
νὰ δημοσιοποιήσουμε τὸ Ἀπολογητικὸ Ὑπόμνημα τοῦ π. Εὐθύμιου, ὥστε νὰ παύσουν οἱ
κακοθελητὲς νὰ χρησιμοποιοῦν ἀνυπόστατες πληροφορίες, κατασκευασμένες
κατηγορίες κλπ.
Ἡ ἀπόφαση αὐτή, μὲ τὴν ὁποία
ἐπέβαλε τὸ Συνοδικὸ Δικαστήριο τὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεως στὸν
Ἀρχιμανδρίτη π. Εὐθύμιο Τρικαμηνᾶ, προσεβλήθη στὸ Ἀνώτατο Δικαστήριο τοῦ
Κράτους, στὸ Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας, διὰ ὑποβολῆς ἐκ μέρους του Αἴτησης
Ἀκύρωσης, στὴν ὁποία περιλαμβάνονται οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Ἱερομόναχος ζήτησε τὴν ἀκύρωση τῆς ἐπιβληθείσης ποινῆς.
Μὲ τὸ Ὑπόμνημα του ὁ π. Εὐθύμιος ἀπαντᾶ
μὲ ἀτράνταχτα στοιχεῖα στὶς ψευδέστατες, κακόβουλες καὶ στημένες κατηγορίες ποὺ
τοῦ ἀπηύθηναν. Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ τονίσουμε ὅτι ὁ κ. εἰσηγητὴς τῆς ὑποθέσεώς του
(τοῦ Δ’ Τμήματος τοῦ ΣτΕ) διετύπωσε τὴν ἄποψή του ἐπ’ ἀκροατηρίῳ,
ἀπευθυνόμενος ἀπό τὴν ἕδρα του πρὸς τὸν Πρόεδρο του ΣτΕ καὶ ἀναλύοντας τοὺς
λόγους τῆς αἰτήσεως ἀκυρώσεως, ὅτι οἱ τέσσερεις τουλάχιστον λόγοι ἔπρεπε νὰ
γίνουν δεκτοὶ καὶ κατὰ συνέπεια νὰ ἀκυρωθεῖ ἡ καταδικαστικὴ συνοδικὴ ἀπόφαση
τῆς καθαιρέσεως, ἐὰν βεβαίως ξεπερνοῦσε τὸ ΣτΕ τὸ παραδεκτὸ τῆς κρινομένης
ὑποθέσεως.
Ἴσως, ἐὰν κριθεῖ ἀπαραίτητο, δημοσιεύσουμε ἐν συνεχείᾳ καὶ
μέρος τῆς δικογραφίας τῆς κρινομένης ὑποθέσεως τοῦ π. Εὐθυμίου, ὥστε νὰ
κατανοηθεῖ καὶ ἀπὸ τὸν πιὸ ἁπλὸ πιστό, τὸ στημένο τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου,
τῶν Συνοδικῶν Δικαστηρίων κλπ.
«Πατερικὴ Παράδοση»
Α΄ Μέρος
ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΑ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥΣ, ΔΙΑΚΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ.
ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟΥ
Ἅγιε
Πρόεδρε, Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀρνοῦμαι τίς ἀποδιδόμενες κατηγορίες
στό σύνολό τους ὡς ἀβάσιμες τόσο στήν οὐσία τους, ὅσο καί ἀπό πλευρᾶς Ἱερῶν
Κανόνων, Ἱερᾶς Παραδόσεως καί Εὐαγγελίου καί ἀντικρούοντας ἑκάστη ἐξ αὐτῶν
ἐκθέτω τά ἀκόλουθα:
1) α. Ἡ α' κατηγορία ὡς
πρός τό πρῶτο σκέλος της (ἐπί αὐτογνώμονι καί αὐθαιρέτῳ ἐγκαταλείψει τῆς
κανονικῆς αὐτοῦ ἐξαρτήσεως καί τῆς Μονῆς τῆς μετανοίας αὐτοῦ καί ἐγκαταστάσει
δίχα κανονικῆς συγκαταθέσεως, εὐλογία καί ἀδείας τοῦ Ἐπιχωρίου Μητροπολίτου εἰς
ἑτέραν κανονικήν δικαιοδοσίαν καί κατά συρροήν τελέσει παρ’ ἐνορίαν ἱερατικῶν
πράξεων) ἡ ὁποία ἀναφέρεται στό κατηγορητήριο εἶναι ἐντελῶς ἀσύστατος καί
ἐξωφρενικά ἐκτός πραγματικότητος καί ἀπορῶ πῶς ἐχαλκεύθη ἐκ μέρους τοῦ συλλειτουργοῦ σας κ. Ἰγνατίου
Λάπα, πρίν ἐπικοινωνήσει μέ τήν
Μητρόπολι Δημητριάδος, προκειμένου νά ἐνημερωθῆ γιά τό πῶς ἔχουν τά πράγματα,
καί πῶς ἡ συγκεκριμμένη κατηγορία
ἀπετέλεσε μέρος τῶν κατηγοριῶν. Σᾶς ἐκθέτει δέ ἀνεπανόρθωτα στά μάτια τοῦ λαοῦ,
γιά τήν ἐμπάθεια μέ τήν ὁποία τυφλωμένοι
ἀναζητεῖτε νά εὕρετε κατηγορίες εἰς βάρος μου. Ἰσχύει καί ἐδῶ ἡ παροιμία ἡ ὁποία λέγει, ὅτι
«ὅποιος θέλει νά ξεκάνη τό σκυλί του τό βγάζει λυσσασμένο». Τά γεγονότα λοιπόν ἔχουν ὡς ἑξῆς:
Ὅταν ἔπεσε στήν ἀντίληψί μου ὅτι ὁ
τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος καί νῦν Ἀρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος συμπλέει μέ
τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ἔπειτα ἀπό τό μοναχικό συνέδριο πού
πραγματοποιήθηκε στήν γυναικεία μονή τῆς
κάτω Παναγίας Ξενιᾶς Ἁλμυροῦ, στό ὁποῖον ὑπεστηρίχθη ἀπό τόν Μητροπολίτη
Πειραιῶς κ. Καλλίνικον καί τόν Μητροπολίτην Δημητριάδος κ. Χριστόδουλον, ὅτι οἱ
Παπικοί ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια, πλάγιες ἀκτίνες Θείας χάριτος καί ἁγίους μετά τό σχίσμα, οἱ ὁποῖοι κάνουν
περισσότερα θαύματα ἀπό τούς ὀρθοδόξους ἁγίους, μέ ἀλλεπάλληλες ἐπιστολές
ζητοῦσα ἀπό τόν Μητροπολίτη Δημητριάδος νά μάθω τίς δογματικές του τοποθετήσεις
καί τά πιστεύω του στά θέματα τῆς πίστεως. (Ἴδετ. σχετ. ὑπ' ἀριθμ. 2,3,4).
Αὐτός ὁ ἔλεγχος ἐν συναρτήσει μέ τό ὅτι ἐρχόμουν κάποιες φορές στήν Λάρισα γιά
συμπαράστασι στούς ἀγωνιζομένους Λαρισαίους χριστιανούς, ὅπως ἦτο φυσικόν, δέν
ἄρεσε στόν Μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος μέ
ἐπίεσε καί τρόπόν τινα μέ ἐξεβίασε ἤ νά ὑποταχθῶ ἄνευ ὅρων στήν γραμμή τῆς
Μητροπόλεως Δημητριάδος ἤ νά πάρω ἀπολυτήριο γιά ἄλλη Μητρόπολι. Καί ἐγώ φυσικά, ἔπειτα ἀπό αὐτές τίς
διαπιστώσεις δέν ἤθελα νά παραμείνω σέ μία Μητρόπολι, ἡ ὁποία ἦταν ὀρθόδοξος μόνον κατ' ὄνομα καί ὡς
ἐκ τούτου μέ αἴτησί μου ἐζήτησα ἀπολυτήριο
γιά ἄλλη Μητρόπολι. (Ἴδετ. σχετ. ὑπ' ἀριθμ. 5).
Ὁ Μητροπολίτης κ. Χριστόδουλος ἐξέδωσε τό
ἀπολυτήριον τήν 3/11/1994 διά τήν Μητρόπολι Λαρίσης, μνημονεύσας δέ σ' αὐτό τήν
σχετική ἀπόφασιν τοῦ ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἄνω Παναγίας Ξενιᾶς, περί διαγραφῆς μου ἀπό τό
μοναχολόγιόν της, καθώς ἐπίσης καί τό ἀκώλυτον τῆς ἱερωσύνης μου (Ἴδετ. σχετ.
ὑπ' ἀριθμ. 6).
Ὑπῆρχε ὅμως τότε ἕνα
μεγάλο πρόβλημα γιά τόν τότε Μητροπολίτη
Δημητριάδος κ. Χριστόδουλον, τό ποῦ δηλαδή θά διεβίβαζε τό ἀπολυτήριόν μου,
δεδομένου τοῦ ὅτι τότε στήν Λάρισα ὑπῆρχαν δύο ἀντίθετες καταστάσεις. Ἡ μία, ἡ κατά τήν γνώμη μου νόμιμη, ἡ ὁποία
μέ κέντρο τό ἐπισκοπεῖο εἶχε τόν Μητροπολίτη κ. Θεολόγο, τούς μισούς περίπου
ἱερεῖς καί τήν συντριπτική πλειοψηφία τοῦ λαοῦ καί μάλιστα αὐτῶν οἱ ὁποῖοι
εἶχαν κάποια γνώσι καί ἕνα ἐνδιαφέρον γιά τά ἐκκλησιαστικά πράγματα, τῶν
συνειδητῶν δηλαδή χριστιανῶν καί ἡ ἄλλη, ἡ κατά τήν γνώμη μου παράνομη, ἡ ὁποία
λειτουργοῦσε ὡς λεγομένη τοποτηρητεία στόν ἱερό ναό τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων
στήν Λάρισα, ἡ ὁποία εἶχε τήν κάλυψι καί προστασία τῆς συνόδου, τούς ὑπολοίπους
ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀπό φόβο καί δουλοπρέπεια ἐτάσσοντο μέ τούς ἰσχυρούς καί
παντελῆ ἀπουσία τοῦ λαοῦ καί μάλιστα τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν χλιαροί,
παγωμένοι ἤ ἀδιάφοροι γιά τά θέματα τῆς ἐκκλησίας.
Τό πρόβλημα λοιπόν τοῦ κ.
Χριστοδούλου ἦταν τό ἑξῆς: Ἐφ' ὅσον τό ἀπολυτήριον, τό ὁποῖον ἐξέδωσε ἐπ'
ὀνόματί μου, ἔπρεπε νά διαβιβασθῆ ὑπηρεσιακῶς, ἄν τό διεβίβαζε στήν
τοποτηρητεία, προκειμένου νά φανῆ καλός στήν Σύνοδο, θά εἶχε προβλήματα ἀπό
τούς ἀγωνιζομένους χριστιανούς, τούς ὁποίους ἤθελε νά φαίνεται ὅτι ὑποστηρίζει καί συμμερίζεται τό δίκαιόν των. Ἄν πάλι τό διεβίβαζε στόν κανονικό
Μητροπολίτη κ. Θεολόγον θά εἶχε προβλήματα ἀπό τήν Σύνοδο καί τόν τότε
ἀρχιεπίσκοπο κ. Σεραφείμ, οἱ ὁποῖοι προφανῶς θά τόν ἤλεγχαν, διότι μέ τήν πρᾶξι
του αὐτή θά ἦταν σάν νά ἀναγνώριζε τόν Μητροπολίτη κ. Θεολόγον καί ὅτι δέν
ἔκανε ὑπακοή στή Σύνοδο.
Ἐπειδή λοιπόν,
ἐκτός τῶν αἱρετικῶν του φρονημάτων ἦταν παμπόνηρος καί πανοῦργος καί
προκειμένου νά ἀποφύγη αὐτόν τόν σκόπελο,