Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014
ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΝ, ΟΣΟΙ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝ ΜΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ;
Κάθε αἵρεση εἶναι δυσπολέμητη καὶ ὅταν μένει
ἀπολέμητη ριζώνει καὶ ἁπλώνεται παντοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν
διδάσκουν μόνο
τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ τὴν ἀπομάκρυνση καὶ ἀπὸ ὅσους ἐπικοινωνοῦν
μὲ τοὺς αἱρετικούς.
Ἤδη ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης,
πρὶν συγκληθεῖ κάποια Σύνοδος καὶ ὑποδείξει τὴν ὕπαρξη κάποιας συγκεκριμένης
αἱρέσεως ἢ κατονομάσει συγκεκριμένους αἱρετικοὺς παραγγέλλει καὶ διδάσκει: «Μὴ
λέγετε αὐτοῖς (τοῖς αἱρετικοῖς, οὔτε) χαίρειν».
Καὶ γιὰ νὰ μὴ ἐπικαλεσθοῦμε
πάλι τὴν πολυχρησιμοποιημένη ἔκφραση «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω ἀκοινώνητος ἔσται»,
ἂς δοῦμε καὶ κάποια ἄλλα Πατερικὰ χωρία.
Ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι
ἀπόλυτος. Δὲν μιλᾶ γιὰ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ «Ὀρθοδόξους»,
ποὺ ὅμως ἐπικοινωνοῦν μὲ αἱρετικούς:
«Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς
ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον
ἀκοινωνήτους
ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ
ἀδελφοὺς ὀνομάζειν».
Καὶ πάλι ὁ Μ. Βασίλειος:
«Ὅταν δέ τι ἐναντίον τῇ τοῦ Κυρίου ἐντολῇ, παραφθεῖρον ἢ μολῦνον αὐτὴν ἐπιταχθῶμεν παρά
τινος, καιρὸς εἰπεῖν τότε· Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις· μνημονεύοντας
τοῦ Κυρίου λέγοντος· Ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι
τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν... Ἐξ ὧν παιδευόμεθα, ὅτι, κἂν πολὺ γνήσιός τις ᾖ, κἂν
ὑπερβαλλόντως ἔνδοξος ὁ κωλύων τὸ ὑπὸ τοῦ Κυρίου προστεταγμένον, ἢ προτρέπων
ποιεῖν τὸ ὑπ' αὐτοῦ κεκωλυμένον, φευκτὸς ἢ καὶ βδελυκτὸς ὀφείλει εἶναι ἑκάστῳ
τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον» (Μ. Βασιλείου, Κεφάλαια τῶν Ὅρων κατ’ Ἐπιτομήν, ἐρώτ.
ριδ΄).
Διότι ἡ ἐπικοινωνία μὲ
αἱρετικούς, εἶναι ἔμμεση ἐπικοινωνία μὲ τὸν διάβολο, ἐφ’ ὅσον κατὰ τοὺς Πατέρες
αὐτὸς εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῶν αἱρέσεων. Γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος:
«Ὁ τὰς αἱρέσεις ἐπινοήσας διάβολος» καὶ οἱ αἱρετικοὶ τὶς διδασκαλίες
τους «παρὰ τοῦ διαβόλου λαβόντες ἐμάνησαν (τούτων γὰρ ἐκεῖνος μόνος ἐστὶ σπορεύς)»
(Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολή πρὸς
Ἐπισκόπους Αἰγύπτου…, σελ. 46).
Μὲ Ἐγκύκλιό της ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος τοῦ
1722, λέγει ὅτι ἀκόμα καὶ ὁ διάβολος ἀναγνωρίζει