Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

«Εὐφυὴς διπλωματία», η αιρετικὴ πολιτική Βαρθολομαίου κατά τον Πειραιώς Σεραφείμ;






Αὐτὸ κι ἂν εἶναι κατάντημα! Ὁ εὐφυὴς κ. Σεραφείμ, ὀνομάζει τὴν αἱρετικὴ πολιτικὴ τοῦ Πατρ. Βαρθολομαίου  «εὐφυῆ  διπλωματία»!!!
Ξεσκεπάστηκε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὁ λέων τῆς Ὀρθοδοξίας, κατὰ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, ποὺ ὅταν γράφαμε ὅτι ὁ Πειραιῶς κάνει «παιχνίδια» μὲ τὴν πίστη, αὐτὸς καὶ οἱ Συναξιακοὶ μᾶς λοιδοροῦσαν.
Ἐπὶ πλέον, ὁ «ἀφελὴς» κ. Σεραφείμ, καλεῖ τὸν λυκοποιμένα νὰ ἡγηθεῖ τῶν Ὀρθοδόξων! (Τί ἄλλο θὰ ἀκούσουμε)! Γράφει: «Ἐὰν ἐπιδιώκετο ἡ ἐνεργοποίησις παγκοσμίως τοῦ Ὀρθοδόξου πνευματικοῦ δυναμισμοῦ καί ἡ συστράτευσις χωρίς ἐνδοκοσμικές μεθοδεύσεις καί ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων δυνάμεων (τὸ Σεπτὸ κέντρο) θὰ ἐπετύγχανε τῶν προσδοκιῶν του»!!! (Δηλαδή, κακῶς τὸν παρεξηγοῦμε τὸν καημένο Βαρθολομαῖο, Ζηζιούλα καὶ Σία, γιατὶ δὲν γνωρίζουμε τὶς προσδοκίες τους! Ἢ μήπως τοῦ ξέφυγε, καὶ ἐννοεῖ κάποιες ἄλλες αἱρετικὲς προσδοκίες;).
Διαβᾶστε γιὰ νὰ δεῖτε ποιὰ «ἀντίσταση» κάνει κατὰ τῆς αἱρέσεως ὁ Μητροπ. Πειραιῶς, ὁ ὁποῖος γιὰ τὸ “θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις” ἐξαπέλυσε δυὸ φορὲς ...ἀναθέματα κατὰ τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ(!) κυρίως, γιὰ νὰ ἐμποδίσει τὶς ἀντιδράσεις τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ νὰ τοὺς ἐμποδίσει νὰ προχωρήσουν στὴν Διακοπὴ Μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχη καὶ τῶν ὁμοίων του!
Κι ἂν ὁ κ. Σεραφείμ, ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς κάνει αὐτὸ τὸν ἀγώνα, φανταστεῖτε τί ἀγώνα κάνουν οἱ ἄλλοι σιωπηλοὶ καὶ ἐξαφανισμένοι Ἐπίσκοποι!
Ἄρα, ὅσοι Ποιμένες περιμένουν καὶ ἀνέχονται κατ' οἰκονομία τὰ γενόμενα, θὰ συνεχίσουν νὰ ἀνέχονται;
 
 
 

Ο Μητροπoλίτης Πειραιώς Σεραφείμ, για τη συνάντηση Πατριάρχη - Πάπα στα Ιεροσόλυμα

Πειραιεύς, 28 Μαΐου 2014


Στά πλαίσια τῆς «εὐφυοῦς διπλωματίας», πού ἐφαρμόζει τό Σεπτόν Κέντρον τοῦ Φαναρίου ἐντάσσεται ἀσφαλῶς καί ἡ ἐπετειακή ἐκδήλωσι στόν Πανίερο Ναό τῆς Ἀναστάσεως διότι ὅπως προέκυψε ἀπό τήν ὑπογραφεῖσα διακήρυξι μετά τήν πάροδο 50 χρόνων ἀπό τήν «ἔναρξη τῆς διαδικασίας» καί 30 χρόνων ἀπό τόν περιώνυμο θεολογικό διάλογο μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς παρασυναγωγῆς πού διεξάγεται ἀπό τήν μεικτή διεθνῆ ἐπιτροπή, δέν ὑφίσταται οὔτε κἄν τό πρῶτο βῆμα διά τήν πραγμάτωση τῆς διακήρυξης ὅτι «δέν ἐπιδιώκεται ἕνας θεολογικός ἐλάχιστος κοινός παρονομαστής γιά νά πλησιάσουμε σέ ἕναν συμβιβασμό ἀλλά μᾶλλον ἡ ἐμβάθυνσι στήν κατανόηση τῆς ἀληθείας πού ὁ Χριστός ἔχει δώσει στήν Ἐκκλησία Του, μιά ἀλήθεια πού δέν θά πάψουμε νά κατανοοῦμε καλύτερα ὅσο ἀκολουθοῦμε τίς παροτρύνσεις τοῦ Ἁγ. Πνεύματος» (Παραγρ. 4 Κοινῆς Διακήρυξης). 



Ἡ ἐμφάνισις μάλιστα τοῦ ἀντικανονικῶς κατέχοντος τόν Πρεσβυγενῆ Θρόνο τῆς παλαιᾶς Ρώμης καί τοῦ Πατριαρχείου τῆς Δύσεως μετά κουστωδίας ἑτεροκλήτων Οὐνιτῶν, ἀποδεικνύει πασίδηλα τά ἀνωτέρω καί κονιορτοποιεῖ τίς ὅποιες ἀφελεῖς προσδοκίες τῶν γνωστῶν «χρησίμων ἠλιθίων», ὅπως τούς ἀποκαλοῦν ἀπρεπῶς μέν, ἀλλά ἀληθῶς δέ, οἱ ἐντολεῖς των!!!

Ἡ «εὐφυής διπλωματία» τοῦ Φαναρίου πού δέν χωρεῖ βέβαια στά τῆς πίστεως, δέν κρίνεται ὡστόσο ἐκ τῶν ὅποιων προθέσεων ἀλλά ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος, τό ὁποῖον εἶναι ἐξόχως ἀπογοητευτικόν καί ἐνδεικτικόν τῆς πλήρους ἀποτυχίας, διότι ἄλλως τό Πάνσεπτον Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί τό διεθνές status θά εἶχε καί τήν Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης ἀνοικτή καί τούς περιπύστους καί παλαιφάτους καί πανιέρους Ναούς Του ἐν Ὀρθοδόξῳ λατρευτικῇ λειτουργία θά εἶχε.

Ἀντ’ αὐτῶν τό βαθύ φασιστικό Τουρκικό κράτος δέν ἀναγνωρίζει τήν οἰκουμενικότητα τοῦ Πανσέπτου Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, οὔτε τόν διεθνῆ του πνευματικό χαρακτήρα, ἔχει κλειδώσει ἀπό τό 1971 τήν Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης καί μετατρέπει μεθοδικά καί μέ καταχθόνιο πρόγραμμα σέ τεμένη τοῦ ἐπιβιώσαντος φρικώδους Ἀρειανισμοῦ-Ἰσλάμ τά τιμαλφέστατα σεβάσματα τῆς Χριστιανοσύνης, ὅπως οἱ περίπυστοι Ναοί τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας Τραπεζούντος καί Νικαίας καί τό τρομερότερον ἀπεργάζεται τήν μετατροπή σέ τζαμί τοῦ μεγαλειωδεστέρου μνημείου τῆς παγκόσμιας πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς καί τῆς χριστιανοσύνης, τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ καυχήματος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί τῆς ἱστορικῆς Ἱερᾶς Μονῆς Στουδίου.

Ἑπομένως ἡ «εὐφυής διπλωματία» τοῦ Σεπτοῦ Κέντρου, πού ἀπευθύνεται στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, στήν μεγάλη ὑπερατλαντική χώρα τῶν Η.Π.Α., στόν Ἀρχηγό τοῦ κράτους τοῦ Βατικανοῦ, στό Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν λεγομένων Ἐκκλησιῶν (διάβαζε αἱρέσεων) ταπεινῶς νομίζομεν ὅτι θά ἔπρεπε νά ἐπανεκτιμηθεῖ, διότι ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος ἀποδεικνύεται ἀλυσιτελής καί ἀτελέσφορος. Ἐάν ἀντί αὐτῆς τῆς ἐξόχως ἀποτυχημένης προσεγγίσεως τῶν ζητημάτων, ἐπιδιώκετο ἡ ἀξιοποίησις τοῦ Ρωσικοῦ παράγοντος παρά τόν ὅποιο ἀσφαλῶς ἀπαράδεκτο ἐθνοφυλετισμόν Του καί ἡ ἐνεργοποίησις παγκοσμίως τοῦ Ὀρθοδόξου πνευματικοῦ δυναμισμοῦ καί ἡ συστράτευσις χωρίς ἐνδοκοσμικές μεθοδεύσεις καί ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων δυνάμεων, φρονοῦμεν εὐλόγως ὅτι τό Πάνσεπτον Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον θά ἐπετύγχανε τῶν προσδοκιῶν Του καί θά ἐξεπλήρωνε οὐσιωδῶς τόν ὑπό τοῦ Θεοῦ ταχθέντα προορισμόν Του ὡς ἄλλωστε στήν πρώτη χιλιετία  συνέβη διά τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Μόνον ἡ παρουσία στόν Βόσπορο Ρωσικῶν πολεμικῶν πλοίων θά ἐξηνάγκαζε τήν ὑπερφίαλη ἰσλαμοκεντρική Τουρκία νά ἀπελευθερώση τό Σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐκ τῶν γαμψῶν ὀνύχων τῆς διιστορικῶς συνεχιζομένης Τουρκικῆς θηριωδίας. Ἐάν τό οἰκτρό λάθος τῆς Τσαρικῆς Ρωσίας πού δέν κατέλυσε τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία μέ τόν γνωστό Ρωσοτουρκικό πόλεμο καί δέν ἀπελευθέρωσε τήν Βασιλίδα τῶν πόλεων, δέν θεραπευθεῖ σήμερον μέ τήν τουλάχιστον ἀπελευθέρωση τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὅποια «εὐφυής» διπλωματία καί ἐκζήτηση βοηθείας ἀπό τούς διαχρονικούς ἐχθρούς τῆς ἀληθείας Παπικούς καί Προτεστάντες, Σιωνιστές καί διεθνιστές θά ἀποβαίνει ἐσαεί ἀλυσιτελεῖς καί ἀτελέσφορες.   

Δέν ὑπάρχει νοήμων ἄνθρωπος πού νά πιστεύει ὅτι οἱ ἄσπονδοι φίλοι τοῦ Σεπτοῦ Κέντρου, Πρόεδρος τῶν ΗΠΑ, Ἀρχηγός τοῦ Βατικανοῦ, Καγκελάριος Μέρκελ, Πρόεδρος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς καί ἄλλοι ὁμοϊδεάται καί ὁμόφρονες δέν ἔχουν τήν δύναμη μέ ἕνα καί μόνο τηλεφώνημα στό θρασύδειλο Τουρκικό κράτος νά ἐπιβάλλουν τά αὐτονόητα καί τά ποδοπατούμενα ἀπό τήν Ἄγκυρα ἀνθρώπινα δικαιώματα. Ἑπομένως χρειάζεται ἀμέσως ἀλλαγή πλεύσεως καί ἐπανεκτίμησις καί ἐπανατοποθέτησις τῶν πραγμάτων, ὅπως οἱ Θεοφόροι Πατέρες μᾶς παρέδωσαν καί ὅπως ὁ ἀποκαλυφθείς Θεός διά τῶν Ἁγίων Του ἐντέλλεται.





+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

http://aktines.blogspot.gr/2014/05/o_28.html

Πότε θα είναι γεγονὸς η Ένωση των Εκκλησιών




 * Βρισκόμαστε στὰ ἔσχατα.
* Ἡ ἐσχάτη αἵρεση (κατὰ τοὺς Πατέρες) δὲν θὰ καταδικασθεῖ ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ Σύνοδο.
* Ἡ Ἕνωση ὅλων, ποὺ προωθεῖται ἀπὸ τὴν παγκοσμιοποίηση καὶ τὴν Ν. Ἐποχή, ταιριάζει ἀπόλυτα καὶ εὐνοεῖ τὰ σχέδια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου ὡς Παγκόσμιου Ἡγέτη.
* Οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι φορεῖς τῆς αἱρέσεως, γι΄ αὐτὸ καὶ συνυπάρχουν ἁρμονικά –ὡς μία τῶν ἐξουσιῶν– μὲ τὶς ἄλλες ἐξουσίες.
* Ἡ ἐπίσημη ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία δὲν θὰ ἀγωνισθεῖ κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι’ αὐτὸ ἡ εὐθύνη τοῦ ἀγώνα ἐπαφίεται στὸν καθένα πιστό.
* Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος εἶχε πεί ὅτι, ὅταν ἀναγνωρίσουν οἱ ὀρθόδοξοι ὡς Ἐκκλησία μὲ μυστήρια ὅ,τι δὲν εἶναι Ἐκκλησία (ὅπως σήμερα οἱ παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, ὁ Πάπας καὶ οἱ τελετές τους ἀναγνωρίζονται ὡς Ἐκκλησία, κληρικοὶ καὶ μυστήρια ἀπὸ τοῦς Οἰκουμενιστές) τότε ἡ Ἕνωση θὰ εἶναι γεγονὸς τετελεσμένο.
 

Ἀπὸ πρόσφατη ὁμιλία
τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ
στὸν Ἱ. Ναὸ ἁγ. Μάρκου Εὐγενικοῦ Θεσσαλονίκης
  Αὐτὸ ποὺ σὲ ἄλλες ἐποχές (ποὺ ἦταν ζωντανὴ ἡ πίστη τῶν ὀρθοδόξων) ἦταν φυσικό, τὸ νὰ ἀπομακρυνθοῦμε δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, νὰ μὴ ἔχουμε καμιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς (ὄχι κοινωνική, ἐπαγγελματική), αὐτὸ ποὺ κάποτε ἦταν φυσιολογικὸ καὶ τὸ εἶχε καταλάβει καὶ ὁ τελευταῖος ὀρθόδοξος Χριστιανός, σήμερα ἔχει γίνει ἀκατανόητο, ὑπερβολικό, ἀκραῖο, φανατικὸ κ.λπ.

Αὐτὸ συμβαίνει γιατὶ ἔχει ἐξασθενήσει ἡ πίστις μας, τὰ ὀρθόδοξα κριτήρια ποὺ εἴχανε κάποτε οἱ Χριστιανοί. Ὁ τελευταῖος χωρικὸς εἶχε τὸ ὀρθόδοξο κριτήριο καὶ ἤξερε ποῦ θὰ πρέπει νὰ πάει νὰ κοινωνήσει, ἀπὸ ποιόν πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ, ποῦ θὰ πρέπει νὰ ἀκουμπήσει τὴν ψυχή του καὶ ποῦ νὰ ἐμπιστευθεῖ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Αὐτὰ ὅλα τὰ γνώριζαν τότε οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ σήμερα δὲν τὰ γνωρίζουμε καὶ γι’ αὐτὸ μᾶς φαίνονται ὑπερβολικά.
Πρέπει ὅμως νὰ ποῦμε ὅτι βρισκόμαστε στὰ ἔσχατα χρόνια, ἤδη αὐτὸ τὸ ἔχουμε κατανοήσει ὅλοι, ὅτι βρισκόμαστε στὰ ἔσχατα χρόνια. Καὶ τὸ κατανοοῦμε καὶ ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ πλευρὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ πλευρά.
Δηλαδή, στὰ ἔσχατα χρόνια θὰ συγκλίνουνε τὰ ἐκκλησιαστικὰ γεγονότα μὲ τὰ πολιτικὰ γεγονότα. Ἡ δὲ αἵρεσις τῶν ἐσχάτων καιρῶν, μᾶς ἔχουν πεῖ οἱ Πατέρες, ὅτι δὲν θὰ καταδικασθεῖ, ἀλλὰ θὰ ἐπικρατήσει καὶ θὰ εἶναι τέτοια αὐτὴ ἡ αἵρεσις, ποὺ θὰ ταιριάζει μὲ τὴν πάγκοσμιοποίηση, μὲ τὴν Ν. Ἐποχὴ καὶ μὲ τὸν Ἀντίχριστο.
Πῶς θὰ μᾶς κυβερνήσει ὁ Ἀντίχριστος ἅμα δὲν ἑνωθοῦμε ὅλοι. Ὄχι μόνο πολιτικά, ἀλλὰ καὶ ἐκκλησιαστικά. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο σήμερα δὲν μιλάει κανεὶς γιὰ τὴν αἵρεση τῆς ἐποχῆς μας.
Οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ φορεῖς τῆς αἱρέσεως· οἱ φορεῖς τῆς μολύνσεως, τοῦ καρκίνου αὐτοῦ, εἶναι οἱ Ἐπίσκοποι οἱ φορεῖς· καὶ διαλέγουνε τώρα ποιούς Ἐπισκόπους θὰ κάνουνε, ὥστε αὐτοὶ νὰ μὴ μιλᾶνε γιὰ τὴν αἵρεση τῆς ἐποχῆς μας, ἀλλὰ νὰ τὰ πηγαίνουν καλὰ μὲ τὶς ἐξουσίες, μὲ τοὺς πολιτικούς, μὲ τοὺς Μασώνους, μὲ τοὺς Εὐρωπαίους, μὲ τοὺς Ἑβραίους, μὲ ὅλους νὰ τὰ πηγαίνουν καλά. Μόνο ἂν βρεθεῖ κάποιος αὐστηρὸς ὀρθόδοξος, μὲ αὐτὸν δὲν τὰ πηγαίνουν καλά. Μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους τὰ πηγαίνουν καλὰ οἱ Ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ λοιπόν εἶναι οἱ φορεῖς τῆς αἱρέσεως.
Ἡ αἵρεσις λοιπὸν τῶν ἐσχάτων καιρῶν δὲν θὰ καταδικασθεῖ, ἀλλὰ θὰ ταιριάζει ἀπόλυτα μὲ τὴν παγκοσμιοποίηση, θὰ συμβαδίσουνε τὰ ἐκκλησιαστικὰ μὲ τὰ πολιτικὰ πράγματα σὲ σημεῖο ποὺ ὁ ἕνας νὰ καλύπτει τὸν ἄλλο. Ἡ μία ἐξουσία νὰ καλύπτει τὴν ἄλλη καὶ ἡ μία ἐξουσία νὰ στηρίζει τὴν ἄλλη.
Ἔτσι λοιπόν, βλέπουμε σήμερα τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες μας νὰ στηρίζονται ἀπὸ τοὺς πολιτικούς, καὶ οἱ πολιτικοὶ πάλι νὰ στηρίζονται ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικούς.
Σ’ αὐτὰ τὰ ἔσχατα λοιπὸν χρόνια ποὺ εἴμαστε, ποὺ βρισκόμαστε, ὁ καθένας θὰ σωθεῖ μὲ ἕνα προσωπικὸ ἀγώνα· δὲν θὰ περιμένει δηλαδὴ νὰ κάνει ἀγώνα ἡ Ἐκκλησία, ὅπως κάποτε ἔκαναν οἱ Πατέρες, κι ἔκαναν Συνόδους καὶ καταδικάζανε τὶς αἱρέσεις. Σήμερα θὰ κάνουμε Συνόδους γιὰ νὰ ἐπιβραβεύσουμε τὶς αἱρέσεις.
Μοῦ ἔλεγε κάποτε ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, καὶ τὸ ἔχω ἀναφέρει ἀρκετὲς φορές, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι σημαντικὸ αὐτὸ θὰ τὸ ἀναφέρω πάλι, γιατὶ αὐτὸ ποὺ εἶπε, ἔχει γίνει σήμερα. Μοῦ εἶχε πεῖ τὸ ἑξῆς, κάποια φορὰ ποὺ κάπου συζητούσαμε ἐκεῖ στὴν Ἀθήνα· ὅτι, ἂν κάποτε μοῦ λέει, πάτερ, ἂν κάποτε φτάσουμε νὰ ἀναγνωρίσουμε σὰν Ἐκκλησία, ἕνα μυστήριο ποὺ γίνεται ἐκτὸς Ἐκκλησίας, νὰ τὸ ἀναγνωρίσουμε ὡς ἔγκυρο, χωρὶς ὅμως νὰ μετανοήσει αὐτὸς ποὺ τὸ ἔχει πάρει τὸ μυστήριο αὐτό, ἀλλὰ θὰ βρίσκεται ἐκεῖ, στὴν πλάνη ποὺ βρίσκεται, αὐτὸ θὰ εἶναι, λέει, σὰν νὰ ἀρνούμεθα τὴν ὑπόσταση τοῦ ἑαυτοῦ μας, σὰν νὰ ἀρνούμεθα τὴν Ὀρθοδοξία μας.
Ἔτσι εἶχε πεῖ τότε ὁ π. Ἐπιφάνιος. Καὶ αὐτὸ ἔχει γίνει. Ἔχουμε ἀναγνωρίσει τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν. Δὲν τὰ ἔχουμε ἀναγνωρίσει ὅταν μετανοοῦνε (ἐπειδὴ μετανόησαν), τὰ ἔχουμε ἀναγνωρίσει ἐκεῖ ποὺ βρίσκονται (χωρὶς νὰ προηγηθεῖ μετάνοια). Καὶ αὐτοὶ ἀναγνώρισαν ἐμᾶς, κι ἐμεῖς ἀναγνωρίσαμε ἐκείνους. Ἔχει γίνει μιὰ ἀλληλοπεριχώρηση. Αὐτὴ εἶναι ἡ Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν. Καὶ ἐδῶ ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα λέμε, καὶ ἐκεῖ ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως δημιουργεῖ μία Ἐκκλησία. Ἂν ὑπάρχει καὶ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ στοὺς αἱρετικούς, καὶ στοὺς Ὀρθόδοξους τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ τελεῖ τὰ μυστήρια, (τότε) γιατί αὐτοὶ νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ γίνουν ὀρθόδοξοι. Γιὰ ποιό λόγο νὰ ἀγωνιστοῦν οἱ Πατέρες καὶ νὰ καταδικάσουν τὶς αἱρέσεις, ἀφοῦ καὶ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Γιατί ὁ Χριστὸς νὰ πεῖ ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀλήθεια; Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός! (Ἀλλά) ἀφοῦ καὶ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια; Καὶ στὴν πλάνη καὶ ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια; ὑπάρχει (κι ἐκεῖ) τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας;
Αὐτὸ λοιπόν, ἡ ἀναγνώριση τῶν μυστηρίων ἔχει γίνει, ἔγινε στὸ Μπελαμὲντ τοῦ Λιβάνου, μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν· ἔχουμε ἤδη ἀναγνωρίσει καὶ τὴν ἱερωσύνη τῶν Ἀγγλικανῶν καὶ κάποιων ἄλλων ὁμάδων Προτεσταντικῶν, ὅτι κι ἐκεῖ τελοῦνται τὰ μυστήρια· ἀνήκουμε στὸ Π.Σ.Ε., ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὅλες οἱ Προτεσταντικὲς αἱρέσεις, ποὺ ἄλλοι πιστεύουνε στὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἄλλοι δὲν πιστεύουνε, ἄλλοι τελοῦνε τὸ βάπτισμα μὲ νερό, κι ἄλλοι δὲντ ὸ τελοῦνε μὲ νερό· ἄλλοι κάνουν Θ. Κοινωνία μὲ οἶνο καὶ ἄλλοι δὲν τὴν κάνουνε, γιατὶ εἶναι ἐναντίον τοῦ οἴνου· ὁτιδήποτε. Δηλ. εἴμαστε κι ἐμεῖς ὅλοι ἰσότιμα ἐκεῖ μέσα, δηλ. μὲ ὅλες τὶς αἱρέσεις κι ἐμεῖς ἀνάμεσα ἐκεῖ, οἱ Ὀρθόδοξοι.
Προδώσαμε, λοιπόν, τὴν Ὀρθοδοξία στὶς ἡμέρες μας καὶ μᾶς φαίνονται ὑπερβολικὰ αὐτὰ ποὺ λένε οἱ Πατέρες μας, ὅτι πρέπει νὰ ἀπομακρυνόμεθα ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Ἐφόσον οἱ αἰρετικοὶ εἶναι ἐντὸς πλέον τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἐχθρὸς εἶναι μέσα στὸ κάστρο, μέσα στὰ τείχη, πρέπει νὰ φυλαχτοῦμε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Ἂν εἴχαμε μία μολυσματικὴ ἀσθένεια καὶ βρισκότανε ἀνάμεσά μας, δὲν θὰ κοιτάγαμε ποιός τὴν ἔχει κ.λπ., νὰ τὸν ἀπομακρύνουμε, νὰ ἀπομονώσουμε ἢ νὰ ἀπομονωθοῦμε ἐμεῖς ἀπὸ αὐτόν;
Αὐτὸ θὰ πεῖ αἵρεσις. Αὐτὰ ὅλα τὰ πράγματα σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν τὰ γνωρίζουν, καὶ ἠθελημένα δὲν τὰ γνωρίζουν, διότι, καὶ οἱ χριστιανοὶ βολεύονται σ’ αὐτὴν τὴν ἄγνοια, γιατὶ ἡ ὀρθοδοξία θέλει ἀγώνα· βλέπετε οἱ Χριστιανοὶ εἶχαν τὸ πνεῦμα τοῦ μαρτυρίου ἐξ ἀρχῆς, ἀπὸ τοὺς Ἀποστολικοὺς χρόνους, ὅταν ἐβαπτίζοντο καὶ ὁμολογούσανε τὴν πίστη τους, εἴχανε μέσα τους τὸ πνεῦμα τοῦ μαρτυρίου, ὅτι δηλ. θὰ προσπαθήσουνε νὰ ὑπερασπιστοῦν τὴν πίστη καὶ τὴν Ἀλήθεια ἀντὶ πάσης θυσίας καὶ μέχρις αἵματος. Αὐτὸ τὸ νιώθανε καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο, ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια  τοῦ Χριστιανισμοῦ  εἴχαμε μάρτυρες καὶ δὲν σταματήσανε νὰ ὑπάρχουνε μάρτυρες. Μόνο στὰ ἔσχατα χρόνια, τώρα, λείψανε οἱ μάρτυρες καὶ τὰ μαρτύρια καὶ θὰ ἐκλείψουνε σιγά-σιγά, διότι ὅσοι θέλουνε νὰ εἶναι Χριστιανοὶ πραγματικοὶ στὰ ἔσχατα χρόνια, αὐτοὶ πραγματικὰ θὰ εἶναι ὁμολογητὲς καὶ μάρτυρες, καὶ λένε οἱ Πατέρες, καὶ μόνο ποὺ θὰ ὁμολογοῦν ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι, γιατὶ θὰ ὑπάρχει ἕνας ἀποκλεισμός, δὲν θὰ μποροῦν νὰ σταθοῦν οὔτε μέσα στὴν Ἐκκλησία, οὔτε μέσα στὴν πολιτεία, ἀλλὰ μόνο στὰ βουνὰ σὰν τὰ ἀγρίμια, σὰν τὰ θηρία θὰ ζοῦν οἱ Χριστιανοὶ τὰ ἔσχατα χρόνια. Καὶ ποιός θ’ ἀντέξει ἀπὸ μᾶς, ἀφοῦ ἡ πίστη μας εἶναι ἀναιμική, ἀσθενική, ποιός θ’ ἀντέξει ἀπὸ μᾶς ἀδελφοί μου στὰ ἔσχατα χρόνια νὰ πεῖ, ἐγὼ εἶμαι Ὀρθόδοξος, ἐγὼ δὲν ξεπουλάω τὴν πίστη μου, θέλω νὰ πεθάνω Ὀρθόδοξος, δὲν θέλω νὰ πεθάνω ἀνακατεμένος μὲ τοὺς αἱρετικούς, μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, καὶ μὲ τοὺς Παπικούς, καὶ μὲ τοὺς Προτεστάντες, θέλω νὰ πεθάνω Ὀρθόδοξος, νὰ κρατήσω τὴν σημαία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ποιός θὰ μπορέσει αὐτὸ ἀπὸ μᾶς νὰ τὸ κάνει;
Πρέπει νὰ ἔχουμε κάνει μέσα μας μιὰ προεργασία, κι αὐτὴ ἡ προεργασία θὰ εἶναι νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸ μαρτύριο, τὸ ὁποῖο ὑποσχεθήκαμε στὸ βάπτισμά μας, «ἀποτάσσομαι τὸν σατανᾶ καὶ τὰ ἔργα του» κ.λπ., ἀλλὰ στὴν οὐσία ὅμως δὲν τὸ ἔχουμε ἀποδεχθεῖ τὸ βάπτισμά μας ἀκόμη, γιατὶ δὲν ἔχουμε ἀποδεχθεῖ τὸ μαρτύριο, γι’ αὐτὸ δὲν ἔχουμε ἀποδεχθεῖ τὸ βάπτισμά μας· καὶ γι’ αὐτὸ τὸν λόγο, αὐτὰ ποὺ λέμε τώρα φαίνονται ὑπερβολικά, ὅτι δηλ. ἐδῶ δὲν θὰ ἔρθει νὰ μεταλάβει ὅποιος πηγαίνει καὶ κοινωνεῖ ἐκεῖ ποὺ μνημονεύονται οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστὲς Ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ ποὺ ἔχουνε προδώσει, ποὺ τάχουνε βρεῖ μὲ τοὺς Παπικούς, μὲ τοὺς Προτεστάντες, μὲ τοὺς Μασώνους καὶ μὲ ὅλους, αὐτοὶ λοιπόν, ὅποιοι πηγαίνουν ἐκεῖ καὶ κοινωνᾶνε ἐκεῖ, δὲν θὰ ἔρθουν νὰ μεταλάβουν σὲ ἐμᾶς. Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ σεβαστοῦμε, τουλάχιστον σὰν μιὰ ἐπιθυμία τοῦ ἱερέως ποὺ τελεῖ τὸ μυστήριο, γιατὶ ὁ Μ. Βασίλειος τὴν εὐθύνη γιὰ τὸ ποιός θὰ μεταλαβαίνει τὰ ἅγια μυστήρια τὴν ἐναποθέτει στὸν τελοῦντα τὸ μυστήριο ἱερέα. Πρόσεχε, τοῦ λέει, σὲ ποιόν μεταδίδεις τὰ μυστήρια. Σὲ αὐτούς, λέει, ποὺ πρέπει νὰ κοινωνήσουν, ποὺ εἶναι ἄξιοι νὰ μεταλάβουν, θὰ τὰ μεταδίδεις, λέει, χωρὶς νὰ ζητᾶς τίποτα ὡς ἀντάλλαγμα ἀπὸ αὐτούς· καὶ σὲ αὐτούς, λέει, ποὺ δὲν θὰ πρέπει νὰ κοινωνήσουν, δὲν θὰ τοὺς μεταδίδεις τὰ μυστήρια, ἔστω κι ἂν εἶναι αὐτὸς ποὺ φορεῖ τὸ διάδημα. Θὰ λὲς ὄχι καὶ σ’ αὐτόν, δηλ. στὸν αὐτοκράτορα, ποὺ ὁ αὐτοκράτορας ἔπαιρνε κεφάλια, τότε...
Σήμερα ὅμως, τὰ ἔχουμε ἰσοπεδώσει ὅλα, δυστυχῶς. Ἀκόμα καὶ τὰ μυστήριά μας τάχουμε κάνει σὰν νὰ μὴν εἶναι τίποτα. Σὰν νὰ εἶναι κάτι τὸ κοινό, κάτι τὸ ἁπλό. Ὅλοι πρέπει νὰ κοινωνήσουμε, ὅπως καὶ νἄμαστε, ὅ,τι καὶ νἄμαστε, πρέπει ὅλοι νὰ κοινωνήσουμε. Δὲν εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα. Δὲν μᾶς σώζει αὐτὴ ἡ Θ. Κοινωνία, μᾶς κολάζει αὐτὴ ἡ Θ. Κοινωνία. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ ὁ ἀπ. Παῦλος ὅτι πρέπει νὰ προσέχουμε «δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω· ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου», δηλ. εἰς κατάκρισιν. Ὁ ἀπ. Παῦλος τὸ λέει. Καὶ ἐμεῖς λέμε, ὄχι, πρέπει νὰ κοινωνήσουμε, εἶναι Πάσχα, εἶναι αὐτά, κι ἂς πηγαίνουμε κι ἐδῶ νὰ κοινωνᾶμε κι ἐκεῖ, κι ἂς τόχουμε δίπορτο καὶ ἂς παίζουμε καὶ σὲ διπλὸ ταμπλώ.
Θὰ ἤθελα λοιπόν νὰ γίνει σεβαστὴ αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἱερέως ποὺ τελεῖ τὸ μυστήριο. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ καθηρημένοι γι’ αὐτούς, εἴμαστε οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἴμαστε ἐν πάσῃ περιπτώσει ἐκτὸς Ἐκκλησίας γι’ αὐτούς, ὁπότε ὅποιοι πηγαίνουν ἐκεῖ καὶ κοινωνᾶνε ἐκεῖ, δὲν πρέπει κανονικὰ κι ἀπὸ μόνοι τους νἄρθουν νὰ κοινωνήσουν ἐδῶ, γιατὶ κι ἅμα πεῖτε ἐσεῖς ὅτι πῆγα καὶ κοινώνησα στὸν π. Εὐθύμιο, θὰ σᾶς πάρουνε καὶ θὰ σᾶς πατάξουνε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία... Θὰ ποῦνε τὰ μυστήρια (ποὺ τελεῖ) εἶναι ἄκυρα.
Ἐφόσον λοιπόν, τὰ δικά μας εἶναι ἄκυρα καὶ τὰ δικά τους ἔγκυρα, θὰ πηγαίνετε ἐκεῖ, ὅσοι θέλετε νὰ κοινωνήσετε, νὰ πηγαίνετε ἐκεῖ στοὺς Οἰκουμενιστές, σ’ αὐτοὺς ποὺ τὰ πᾶνε καλὰ καὶ μὲ τὸ διάβολο ἀκόμα.

Απόδοση της εορτής του Πάσχα - Η Ανάσταση συνεχίζεται!, του Αρχιμ. Δανιήλ Αεράκη

Η Ανάσταση συνεχίζεται! Αυτό δείχνει και η γιορτή της Αποδόσεως του Πάσχα. Τα ίδια γράμματα της νύχτας της Αναστάσεως, ακούγονται και κατά την Απόδοση του Πάσχα. Τελείται μια μέρα πριν απ’ τη γιορτή της Αναλήψεως.
Κάθε μεγάλη γιορτή στην Ορθόδοξη λατρεία έχει την «απόδοσή» της. Κάθε γιορτή είναι ζωντανό γεγονός, που επαναλαμβάνεται στη ζωή της Εκκλησίας, στη ζωή του πιστού.
Αλλά και για άλλο λόγο γίνεται ο επανεορτασμός μιας εορτής, δηλαδή η απόδοσή της. Για ν’ απολαύσουμε ακόμα μια φορά την ομορφιά της γιορτής.
Όταν ένα θέαμα είναι ωραίο, ποθούμε να το ξαναδούμε. Όταν ένα φαγητό είναι νόστιμο, θέλουμε να το ξαναγευτούμε. Ο εορτασμός κάποιου γεγονότος της ζωής του Χριστού ή της Θεοτόκου, προξενεί γλυκύτητα στη ψυχή, που θέλει να το ξαναγιορτάσει.
Τη γλυκύτητα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο γεγονός, την αισθανόμαστε για τη γιορτή του Πάσχα. Γιορτή ευφροσύνης. «Πανήγυρις έστι πανηγύρεων». Ποτέ άλλοτε δεν σκιρτά η ψυχή τόσο πολύ, όσο τη νύχτα της Αναστάσεως. Χαιρόμαστε για το θρίαμβο του Αναστάντος Κυρίου.
Θρίαμβος της ζωής κατά του θανάτου. Του Χριστού κατά του Άδη. Της χαράς κατά της λύπης. Της αλήθειας κατά του ψεύδους. Αυτή η ευφροσύνη για την Ανάσταση του Χριστού είναι καθολική και αιώνια. Ουρανός και γη συγχορεύουν. Όχι μια φορά. Πάντοτε, αιώνια. «Ουρανοί μεν επαξίως ευφραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω· εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπας και αόρατος. Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος» (κανόνας Πάσχα).
Η Ανάσταση συνεχίζεται. Κάθε φορά, που τελούμε τη θεία Λειτουργία. Η θεία Λειτουργία ξαναζωντανεύει μπροστά μας όλα τα στάδια της ζωής του Χριστού. «Οδεύωμεν διά πασών των ηλικιών του Χριστού», όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος.
Ο Χριστός γεννάται, στην «πρόθεση», που τελείται στην αριστερή κόγχη του ιερού που μοιάζει με φάτνη. Ο Χριστός βγαίνει στο κόσμο για να κηρύξει το Ευαγγέλιό Του, κατά τη μικρή είσοδο, που ο ιερέας βγαίνει με υψωμένο το Ευαγγέλιο. Ο Χριστός ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να θυσιαστεί, κατά τη μεγάλη είσοδο. Ο Χριστός υψώνεται πάνω στο Σταυρό και θυσιάζεται, κατά την προσφορά και τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, που γίνεται με την προσφώνηση: «Τα σα εκ των σων…». Ο Χριστός ανασταίνεται, κατά τη μετάληψη των αχράντων Μυστηρίων, που πλημμυρίζει τη καρδιά από αναστάσιμη χαρά. Γι’ αυτό και ο λειτουργός, όταν κοινωνεί, ευθύς αμέσως λέει το «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι…».
Κάθε θεία Λειτουργία είναι μια ανάμνηση του Σταυρού και της Αναστάσεως. Είναι το σταυρώσιμο και αναστάσιμο Πάσχα. Ιδιαίτερα η Λειτουργία της Κυριακής έχει αναστάσιμο χαρακτήρα. Είναι η Λειτουργία της «μιας των σαββάτων». Την Κυριακή είναι όλα αναστάσιμα. Τα απολυτίκια των οκτώ ήχων, όλα αναστάσιμα. Αλλά και τα τροπάρια του όρθρου της Κυριακής. Κατεξοχήν αναστάσιμη είναι η περίοδος του Πάσχα, του Πεντηκοσταρίου, που αρχίζει τη νύχτα της Αναστάσεως και τελειώνει τη Κυριακή των Αγίων Πάντων.
Η Ανάσταση συνεχίζεται! Επαναλαμβάνεται κάθε φορά, που οι πιστοί έχουν Πάσχα. Οι κοσμικοί συνάνθρωποί μας μια φορά το χρόνο έχουν Πάσχα. Και ούτε αυτό αντιλαμβάνονται. Δεν το απολαμβάνουν. Νομίζουν, πως Πάσχα είναι το σουβλιστό αρνί, τα κόκκινα αυγά, το γλέντι και το ξεφάντωμα! Οι πιστοί γιορτάζουν το αληθινό Πάσχα, μάλιστα πολλές φορές στη ζωή τους. Όταν με πίστη ζουν το μυστήριο του Χρίστου, το μυστήριο του Σταύρου και της Αναστάσεως. Ζουν το νέο Πάσχα. Όταν κατορθώνουν και κάνουν μεγάλα περάσματα. Πάσχα σημαίνει διάβαση, πέρασμα. Ο Χριστός σταυρώθηκε και αναστήθηκε, για να μας περάσει απ’ την ενοχή της αμαρτίας στη δικαίωση. Απ’ τα έργα του σκότους στην αγιότητα. Απ’ τη φθορά στην αφθαρσία.
Κάθε φορά, που ξεπερνάμε τα γήινα, που υπερπηδάμε τα προβλήματα, που υπερνικάμε τις θλίψεις, που περνάμε το ορμητικό ποτάμι της ζωής ή τη φουρτούνα της θάλασσας των πειρασμών, κάνουμε θαυμαστή διάβαση. Πάσχα γιορτάζουμε! Όταν αξιωνόμαστε να κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού. Με τη Θεία Κοινωνία κάνουμε όχι απλώς διάβαση, αλλά υπέρβαση. Ξεπερνάμε τα μέτρα μας. Αποκτάμε θεϊκές διαστάσεις. Αποσπόμαστε απ’ τη γη. Ξεκολλάμε απ’ τη λάσπη. Ανερχόμαστε προς τον ουρανό. Γινόμαστε κοινωνοί του Χριστού. Κοινωνοί των παθημάτων Του και της Αναστάσεώς Του. Γινόμαστε κοινωνοί θείας φύσεως (Β’ Πέτρ. α’ 4). Γινόμαστε χριστοφόροι, θεοφόροι.
Η Ανάσταση συνεχίζεται! Επαναλαμβάνεται στη ζωή των αγίων. Οι άγιοι είναι αμαρτωλοί, που αναστήθηκαν. Σ’ ένα τροπάριο παρακαλούμε· «Ανάστησον ημάς πεσόντας τη αμαρτία». Η αμαρτία είναι θάνατος. Η μετάνοια είναι ανάσταση. Νύχτα σκοτεινή η αμαρτία, μέρα λαμπρή η ζωή της μετανοίας. Κάθε χριστιανός, που μετανοεί, είναι ένας αναστημένος. Κάθε άγιος αποτελεί ζωντανή απόδειξη της δυνάμεως της Αναστάσεως. Η φωτεινή ζωή του αποτελεί ανταύγεια του αναστάσιμου φωτός.
Ο ιερός Χρυσόστομος στην ομιλία του «Εις το Άγιον Πάσχα», αναφερόμενος στους νεοφώτιστους χριστιανούς, για κείνους, δηλαδή, που βαπτίζονταν ομαδικά κατά τη νύχτα του Μεγ. Σαββάτου, λέει: Θέλω ν’ απευθύνω το λόγο σ’ αυτούς, που τη φωτόλουστη αυτή μέρα αξιώθηκαν το θείο βάπτισμα. Οι νεοφώτιστοι είναι τα καλά δενδρύλλια της Εκκλησίας, τα λουλούδια τα πνευματικά, οι νέοι στρατιώτες του Χριστού. Πριν από χτες ο Κύριος μας βρισκόταν στο Σταυρό. Έτσι κι αυτοί, πριν από χτες βρίσκονταν στην κυριαρχία της αμαρτίας. Αλλά τώρα συναναστήθηκαν μαζί με το Χριστό. Ο Χριστός σωματικά πέθανε κι αναστήθηκε. Αυτοί ήσαν πεθαμένοι στο λάκκο της αμαρτίας. Κι απ’ την αμαρτία αναστήθηκαν. Η γη τώρα την άνοιξη τριαντάφυλλα και γιασεμιά κι άλλα λουλούδια μας χαρίζει. Το βαπτιστήριο με τ’ αγιασμένα νερά μας χάρισε σήμερα ανθόκηπο πιο όμορφο απ’ της γης.
Η αλλαγή του ανθρώπου αποτελεί την τρανότερη απόδειξη της Αναστάσεως. Απ’ τον τάφο της αμαρτίας ανασταίνεται ο άνθρωπος με τη δύναμη της μετανοίας.
Ποιό είναι δυσκολότερο; Το ν’ αναστηθεί ένας αμαρτωλός απ’ το μνήμα της ακολασίας ή το να αναστηθεί το σώμα του ανθρώπου απ’ τον τάφο της φθοράς; Φαίνεται το δεύτερο δυσκολότερο. Κι όμως, το πρώτο είναι. Για την ανάσταση των σωμάτων καμιά αντίσταση δεν προβάλλεται. Για την αλλαγή της ψυχής υπάρχει η αντίστασης της θελήσεως, του παλαιού άνθρωπου.
Πολύ δύσκολη η πνευματική ανάσταση. Το να γίνει: Ο θυμώδης, πράος. Ο χαρτοπαίκτης και φιλάργυρος, ελεήμων. Ο μέθυσος, εγκρατής. Ο σαρκολάτρης, σώφρων. Ο εγκληματίας, ήσυχος. Ο άγριος, άγιος. Αυτό το τόσο δύσκολο είναι γεγονός. Το βλέπουμε στο χώρο της χάριτος, στη ζωή της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία έχει τη δύναμη της μεταμορφώσεως, της αλλαγής του ανθρώπου. Είναι η Εκκλησία της Αναστάσεως. Ο Χριστός, η κεφαλή της Εκκλησίας, είναι όχι μόνο ο αναστάς εκ νεκρών, αλλά και ο εγείρων τους νεκρούς. Είναι νεκρεγέρτης ο Ιησούς Χριστός. Αφού, λοιπόν, γίνεται το δύσκολο, η ανάσταση τόσων αμαρτωλών, δεν μπορεί να γίνει το εύκολο, η ανάσταση των σωμάτων κατά την κοινή ανάσταση;