Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Η διαστρέβλωση του βίου του αγ. Θ. Στουδίτη από π. Β. Βολουδάκη


Παρακολουθήσαμε μὲ μεγάλη λύπη ὅσα ἀντιπατερικὰ ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης δίδαξε στοὺς ἐνορῖτες του. Μᾶς λύπησε ἀκόμα περισσότερο ἡ διαστρέβλωση τῆς ἱστορίας, τῆς μαρτυρικῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα φέρει καὶ ὁ Σύλλογός μας), ὁ ὁποῖος ὑπέστη τὰ πάνδεινα, ἐπειδὴ ἀκριβῶς διέκοψε τὴν κοινωνία μὲ τοὺς Ἐπισκόπους τῆς ἐποχῆς του, καί μάλιστα ἀκόμη καί γιά τήν παράβαση ἔστω καὶ μίας εὐαγγελικῆς ἐντολῆς.
Ἐπειδὴ λοιπόν ὁ π. Βασίλειος ἀπαξιώνει τὸν π. Εὐθύμιο, ποὺ ἔχει καταδείξει πολλάκις καὶ διὰ πολλῶν τεκμηρίων τὴν ὀρθόδοξη θέση γιὰ τὸ θέμα, καί κατ’ ἐπέκταση ὅλους ἐμᾶς ποὺ κατὰ δύναμη ἀκολουθοῦμε τὴ γραμμὴ τῆς ἀποτείχισης, θὰ ἐπικαλεσθοῦμε κείμενο ἄλλου συγγραφέα γιὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη, πέρα ἀπὸ ἐκεῖνα τοῦ π. Εὐθύμιου ποὺ ἤδη δημοσιεύτηκαν.
Σὲ πρόσφατο ἄρθρο του ὁ θεολόγος κ. Λάμπρος Σκόντζος διαψεύδει τὴν ἀστήρικτη θέση ποὺ ἐξέφρασε ὁ π. Β. Βολουδάκης, ὁ ὁποῖος ἀμφιβάλλουμε ἂν διάβασε ὄχι μόνο ἐλάχιστο μέρος τοῦ συγγραφικοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου (ἐπιστολές, κατηχήσεις, διδαχές)ἀλλά οὔτε κἄν τόν βίο του!  Ὑποστηρίζει  ὁ π. Βασίλειος, ὅτι ὁ ἅγιος Θεόδωρος δὲν εἶχε «διακόψει τὴν κοινωνία τὴν ἐκκλησιαστική» μὲ τοὺς Ἐπισκόπους τῆς ἐποχῆς του, ἐνῶ ὁ κ. Σκόντζος γράφει τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο, ὅτι δηλαδή, ὁ ἅγιος Θεόδωρος διέκοψε τὴν κοινωνία μὲ τοὺς πατριάρχες τῆς ἐποχῆς του, γιὰ τὴν παράβαση, μάλιστα, μιᾶς εὐαγγελικῆς ἐντολῆς.
Εἶναι γνωστὸ πὼς ὁ κ. Σκόντζος δὲν εἶναι ἀποτειχισμένος, ὁπότε ἐλπίζουμε ὅτι ὁ π. Βασίλειος  θὰ δεχθεῖ τὸ κείμενό του ἀμερόληπτα κι ἀντικειμενικὰ καὶ θὰ ἀνακαλέσει αὐτὴ καὶ ὅσες ἄλλες ἀνακρίβειες, ἠθελημένες ἢ μή, ἐξεστόμισε.
Χριστίνα Νάκου



ΑΓΙΟΣ  ΘΕΟΔΩΡΟΣ  Ο  ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ

Ο  ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ  ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
ΤΗΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΜΑΣ
Λάμπρου Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού

     Μια από τις πιο σεβαστές τάξεις των αγίων της Εκκλησίας μας είναι οι ομολογητές. Σε αυτή την τάξη ανήκουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι έδωσαν τη μαρτυρία της πίστεώς τους, χωρίς να υπολογίσουν τις συνέπειες της ομολογίας τους αυτής. Δε θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξουμε πως η Εκκλησία μας είναι απόλυτα στηριγμένη στους αγώνες των αγίων ομολογητών Της, στη δισχιλιόχρονη πορεία Της στην ιστορία.
Ένας από τους μεγάλους ομολογητές της Ορθοδοξίας είναι και ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, ο οποίος έδρασε σε μια πολύ ταραγμένη για την Εκκλησία ιστορική περίοδο. Πρόκειται για την φοβερή εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε τη βυζαντινή κοινωνία για περισσότερο από έναν αιώνα, με αφόρητες διώξεις των ορθοδόξων από τους εικονομάχους αυτοκράτορες (726-843). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 759 από ευγενείς και ευσεβείς γονείς, οι οποίοι φρόντισαν να του δώσουν εκτός από την ευσέβεια και κατά κόσμον παιδεία, την οποία ο ίδιος αργότερα την χρησιμοποίησε για την Εκκλησία. Σπούδασε με επιμέλεια την ελληνική φιλοσοφία και τους Πατέρες της Εκκλησίας. 
Από μικρός αγαπούσε το Χριστό και λαχταρούσε να προσφέρει σε Αυτόν τη ζωή του. Έφηβος ακόμη, άφησε την καριέρα του ανώτερου κρατικού υπαλλήλου και αποσύρθηκε το 781 σε μοναστήρι στην Προύσα της Μ. Ασίας, όπου ηγούμενος ήταν ο θείος του Πλάτων. Αυτός τον μύησε στην ορθόδοξη πνευματικότητα και τον ενέπνευσε να αφιερώσει τη ζωή του για την προάσπιση της αλήθεια και της αυθεντικότητας της Εκκλησίας. Το 789 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατριάρχη Ταράσιο και το 794 ανέλαβε τη θέση του ηγουμένου της Μονής.
Δεν πρόλαβε να χαρεί την ηγουμενία του, διότι δύο χρόνια μετά ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο ΣΤ΄ (780-797) χώρισε τη σεμνή σύζυγό του Μαρία για χάρη μιας άλλης γυναίκας της Θεοδότης. Αφού έκλεισε σε μοναστήρι τη Μαρία, νυμφεύτηκε το ίδιο βράδυ κρυφά στα ανάκτορα τη Θεοδότη. Το μυστήριο τέλεσε ο ιερέας της Αγίας Σοφίας Ιωσήφ. Την επόμενη ημέρα έγινε η στέψη της ως βασίλισσα!
Η Θεοδότη ήταν εξαδέλφη του αγίου Θεοδώρου. Αυτό δεν τον εμπόδισε να ελέγξει την παρανομία του αυτοκράτορα και τη γελοιοποίηση του ιερού μυστηρίου του γάμου. Ζήτησε εξηγήσεις από τον πατριάρχη Ταράσιο γιατί δεν τιμώρησε τον ιερέα Ιωσήφ, και επειδή δεν πήρε επαρκείς εξηγήσεις διέκοψε το μνημόσυνό του. Οι κολακείες του αυτοκρατορικού ζεύγους δεν απέδωσαν και για τούτο άρχισαν οι διώξεις εναντίον του.  Εξορίστηκε στη Θεσσαλονίκη ως το 797, όπου ο Κωνσταντίνος εκθρονίστηκε και τυφλώθηκε από τη μητέρα του Ειρήνη την Αθηναία (797-802). Το 798 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε ηγούμενος της περίφημης Μονής του Στουδίου. Ευτύχησε να έχει στην ηγουμενία του περισσότερους από χίλιους μοναχούς. Μετέβαλλε τη Μονή σε κέντρο κοινωνικής ευποιΐας και πνευματικής ακτινοβολίας. Μεταξύ των άλλων στη Μονή γινόταν και αντιγραφή αρχαίων κωδίκων. Τότε αντιγράφηκαν και έφτασαν ως εμάς τα έργα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
 Αλλά και πάλι το 808 αναγκάστηκε να έρθει σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Νικηφόρο, ο οποίος αποκατέστησε τον Ιωσήφ, κατ’ απαίτηση του αυτοκράτορα Νικηφόρου Α΄ (86-815) και διότι θεώρησε την εκλογή του αντικανονική. Εξορίστηκε αυτή τη φορά στη Χάλκη και διαλύθηκε η περίφημη Μονή του Στουδίου και αναστάλθηκε το κολοσσιαίο πνευματικό της έργο.
Το 811 επέστρεψε από την εξορία, αλλά τέσσερα χρόνια μετά, το 815 ανέβηκε στο αυτοκρατορικό θρόνο ο Λέων Ε΄ ο Αρμένιος, ο οποίος εγκαινίασε τη δεύτερη  εικονομαχική περίοδο. Στις 25 Μαρτίου του 815, Κυριακή των Βαΐων, ο άγιος Θεόδωρος αψηφώντας το διάταγμα για την καθήλωση και καταστροφή των Ιερών Εικόνων, μαζί με ιερείς, μοναχούς και ευσεβείς λαϊκούς, πήραν τις Ιερές Εικόνες και τις περιέφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι για  μια κόμη φορά ο άγιος Θεόδωρος θα αντιμετωπίσει την αυθαιρεσία της εξουσίας και θα διωχθεί. Αφού τον συνέλαβαν, τον ξυλοκόπησαν άγρια, τον κακοποίησαν και τον έστειλαν για τρίτη φορά εξορία, αυτή τη φορά στη Σμύρνη. Τον φυλάκισαν στα υγρά και σκοτεινά υπόγεια του μητροπολιτικού μεγάρου της πόλεως, όπου τον μαστίγωναν ανηλεώς καθημερινά και του στερούσαν ακόμη και το ψωμί και το νερό!  Εκεί κλονίστηκε σοβαρά η υγεία του.
Το 820 επί αυτοκράτορος Μιχαήλ Β΄ του Τραυλού (820-829) ανακλήθηκε από την εξορία. Όμως το 824 ήρθε σε σύγκρουση με τον Μιχαήλ για τον παράνομο γάμο και αυτού του αυτοκράτορα. Για μια ακόμη φορά ακολουθούμενος από ορισμένους στουδίτες μοναχούς, αναγκάστηκε να φύγει και πάλι από την αγαπημένη του Μονή, για την οποία τόσο κοπίασε. Βαριά άρρωστος άφησε τα εγκόσμια την 11η Νοεμβρίου του 826, αφού ζήτησε από τους μοναχούς να του διαβάσουν τον 118ο Ψαλμό. Παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο σε ηλικία 67 ετών.
Παρ’ όλες τις διώξεις και τις εξορίες του έγραψε σπουδαιότατα θεολογικά έργα. Διακρίθηκε επίσης ως σπουδαίος ποιητής και υμνογράφος, ο οποίος συνέθεσε τους περισσότερους ύμνους του Τριωδίου.
Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης είναι αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ασυμβίβαστου χριστιανού με τον αμαρτωλό και πτωτικό κόσμο. Εκφράζει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο το ασυμβίβαστο της Εκκλησίας με την αμαρτία και το αντιχριστιανικό πνεύμα. Αν και μοναχός προασπίστηκε τον ιερό θεσμό του γάμου, τον οποίο είχαν καταπατήσει οι ισχυροί της εποχής του. Προασπίσθηκε επίσης την αγία και αμώμητη πίστη της Ορθοδοξίας, η οποία είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Νομίζουμε ότι και η εποχή μας έχει ανάγκη αγίων και ομολογητών, σαν τον άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη για να μπορέσουμε να βγούμε από το φοβερό πνευματικό τέλμα, στο οποίο έχουμε βυθισθεί!  
Πηγή: aktines

Εφαρμογή της Αποτειχίσεως, μια περίπτωση κατά τον ΣΤ΄ αιώνα



Τὸ πρόβλημα στὴν ἐποχὴ αὐτὴν τοῦ 6ου αἰῶνος ἦταν ἡ ἀποδοχὴ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἴβα, ἐφ’ ὅσον ἐκατηγορεῖτο γιὰ νεστοριάζουσες θέσεις. «Οἱ δυτικοὶ ἐδέχοντο τὴν ἐπιστολὴν Ἴβα ὡς κανονικὴν καὶ τὰς θέσεις της ὡς ἔκφρασιν τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, μὲ πρώτην συνέπειαν ὅτι ὑφίσταντο συνεχῶς μεγαλυτέραν ἐπίδρασιν τῶν ἰδεῶν τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας (ὁ ὁποῖος εἶχε ἐκφράσει αἱρετικὲς ἰδέες). Οἱ δυτικοὶ ἔχουν ἀποβῆ θιασῶται τῶν τριῶν κεφαλαίων. Ἔτσι φέρουν διχόνοιαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν... Δὲν θέλουν νὰ τὸ παραδεχθοῦν ὅτι ἔχουν ἀποκλίνει ἀπὸ τῆς ὀρθῆς πίστεως» («Ἡ Πέμπτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος» τοῦ Μελετίου (Καλαμαρᾶ), μητροπ. Νικοπόλεως, Ἀθῆναι 1985, σελ. 107).
Ὁ Ἰουστινιανὸς ποὺ ὡς γνωστὸν ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας, ἀναλαμβάνει πρωτοβουλία γιὰ σύγκληση Συνόδου καὶ συγγράφει τὸν «Θεῖον Τύπον», τὸ περιεχόμενο τοῦ ὁποίου ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τὴν Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.

Στὸν Θεῖον Τύπον, «περιγράφων τὴν κατάστασιν, ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει εἰς τὴν Ἐκκλησίαν κατὰ τὸ διάστημα ἰσχύος τοῦ Ἑνωτικοῦ μεταξὺ Νεστοριανῶν (δύσεως) καὶ Εὐτυχιανῶν (ἀντιχαλκηδονίων ἀνατολῆς) ὁ Ἰουστιανινὸς λέγει (§ 6 καὶ 7): “Ἐπροκάλεσαν τόσας ταραχάς... σχίσματα καὶ διαιρέσεις, ὥστε ἔκαμαν τὰς Ἐκκλησίας νὰ μὴ ἔχουν καμμίαν κοινωνίαν μεταξύ των καὶ πράγματι κανεὶς τότε δὲν ἐφαντάζετο, λαϊκὸς μὲν ὅτι θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ κοινωνήσῃ, ἂν μετέβαιναν ἀπὸ τὴν μίαν πόλιν εἰς ἄλλην, καὶ κληρικὸς ὅτι, θὰ ἠμποροῦσε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν”.
(«Ἡ Πέμπτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος» τοῦ Μελετίου (Καλαμαρᾶ), μητροπ. Νικοπόλεως, Ἀθῆναι 1985, σελ. 107).
Αὐτὴ ἦταν ἡ στάση τῶν πιστῶν: μὴ κοινωνία (ἀποτείχιση) μὲ ἐκείνους ποὺ ἀποδέχονταν αἱρετίζουσες ἰδέες ἢ τάσεις, παρότι δὲν ὑπῆρχε ἀπόφαση Συνόδου γιὰ τὸ συγκεκριμένο θέμα (καὶ ἀκριβῶς, γι’ αὐτὸ συνεκλήθη ἡ Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος) καὶ παρότι, ἡ προσπάθεια τῆς καταδίκης τῶν Τριῶν Κεφαλαίων, εὕρισκε ἀπέναντί της ἰσχυρὰ καὶ σοβαρὰ ἐπιχειρήματα ὅπως τὰ κάτωθι:

Ἔλεγαν οἱ ὑποστηρίζοντες τὰ Τρία Κεφάλαια, ὅτι ἐὰν καταδικασθοῦν «α) Θὰ προκληθῆ σκάνδαλον μέγα εἰς πολλὰς συνειδήσεις, β) θὰ μειωθῆ τὸ κῦρος τῆς Δ΄  Συνόδου (σ.σ. ἐνν. τῆς Οἰκουμενικῆς, ἡ ὁποία τότε, δὲν τὰ εἶχε καταδικάσει), γ) εἶναι ἀνεπίτρεπτος ἡ ἀναθεώρησις Συνόδου, δ) δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀναθεματίζωνται οἱ κεκοιμημένοι» (στὸ ἴδιο, σελ. 110).
Στὸ παρακάτω τμῆμα ὁ Νικοπόλεως Μελέτιος (Καλαμαρᾶς) μᾶς ἐξηγεῖ γιατί δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἐπικοινωνοῦμε μὲ τοὺς αἱρετίζοντες: Γιατί, παρότι ἐξωτερικὰ ἔχουν τὴν μορφὴν τῆς Ἐκκλησίας, ἐσωτερικὰ λείπει ἡ ἑνότητα τῆς Πίστεως, τοῦ Πνεύματος, καὶ ἄρα ἡ ἐξωτερικὴ ἑνότητα ἀποτελεῖ μία ἀπάτη, οἱ θεσμικοὶ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ψευδοποιμένες πού, χωρὶς τήν «Μία Πίστι» αἴρεται «ἀπὸ αὐτοὺς τὸ χάρισμα τῆς πνευματικῆς πατρότητος. Ἀντὶ ποιμένων ἀποβαίνουν λύκοι, κατατρώγοντες τὸ ποίμνιον».
Νά, πῶς ἀκριβῶς τὸ παρουσιάζει (σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τῆς Ε΄ Οἰκουμενικῆς) ὁ Μελέτιος:
«Κατὰ ἀδιαμφισβήτητον ἐκκλησιαστικὴν ἀρχὴν ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι διοικητικῆς-θεσμικῆς μορφῆς. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐν Πνεύματι μία· εἶναι ἑνωμένη ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ. "Εἷς Κύριος· μία Πίστις· ἓν Βάπτισμᾳ· εἷς Θεὸς καὶ Πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων καὶ διὰ πάντων καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν". Ἡ ἑνότης αὐτὴ παρασαλεύεται μόνον ἀπὸ τὰς ἑτεροδοξίας. Ὁ ἑτέρως, παρ’  ὃ παρέλαβε, φρονῶν, παύει νὰ ἔχῃ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Διὰ τοῦτο κατὰ τὴν Ε΄ Σύνοδον (Πρᾶξ. Α΄ §3, 17) ὑπέρτατο χρέος τῶν ἱερέων, φυλάκων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ περιφρούρησις τῆς πίστεως. Ἡ ἔκπτωσις ἱερέων ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως μιαίνει τὰ ὑπ’  αὐτῶν τελούμενα μυστήρια καὶ αἴρει ἀπὸ αὐτοὺς τὸ χάρισμα τῆς πνευματικῆς πατρότητος. Ἀντὶ ποιμένων ἀποβαίνουν λύκοι, κατατρώγοντες τὸ ποίμνιόν τους (βλ. Πρᾶξ. ΣΤ΄ §15, 10 καὶ Πρᾶξ. Α΄ 3, 14).
Διὰ τοῦτο ὁ Ἰουστινιανὸς δηλοῖ (καὶ ἡ Σύνοδος ἐπικυρώνει τὴν "θέσιν" αὐτὴν (ἐν Πράξει Ζ΄ §16, 1-2), ὅτι οὐδέποτε θὰ ἀνεχθῆ νὰ λάβῃ τὴν θείαν κοινωνίαν ἀπὸ ἱερεῖς ὑπόπτους ἐπὶ αἱρέσει. Καὶ οἱ ὀρθόδοξοι καθ’  ὅλον τὸ διάστημα τοῦ ἀκακιανοῦ σχίσματος ἠρνήθηκαν νὰ κοινωνήσουν τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἀπὸ χειρῶν ἁπλῶς ὑπόπτων. "Ἀκοινώνητοι διὰ τί μένομεν ἐπὶ τοσαῦτα (35) ἔτη;  Διὰ τί οὐ κοινωνοῦμεν;" (Α.C.O. 3, σελ. 72). "Ἱερεῖς καὶ πατέρες εἶναι μόνον οἱ τηροῦντες τὴν πίστιν ἀνόθευτον" (Πρᾶξ. A΄ §3, 14)» (στὸ ἴδιο, σελ. 104-106.

"Ἐγὼ ὁ πτωχὸς θὰ σᾶς δώσω ἕνα πεντόλιρο"!

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως
 
Ομιλία
Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου


ΑΠΕΘΑΝΕ ΓΙΑ ΜΑΣ

«Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον».

ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ, ἀγαπητοί μου, στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο βρῆκα
ἕνα μυστικὸ βουνό, καὶ σᾶς προσκαλῶ ὅλους, νὰ ᾿ρθῆτε σ᾿ αὐτὸ μὲ τὰ τσαπιὰ καὶ τὶς ἀξίνες σας νὰ σκάψετε. Σᾶς ὑπόσχομαι, ὅτι θὰ βρῆτε θησαυρὸ μεγάλο. Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ θησαυρός; Ποιό εἶνε τὸ μυστικὸ βουνό, μὲ τὰ κοιτάσματα χρυσοῦ; Εἶνε ἕνα μικρὸ βιβλίο. Εἶνε ἡ ἁγία Γραφή. Αὐτὸ τὸ βιβλίο εἶνε γεμᾶτο χρυσάφι. Ἀπ᾿ αὐτὸ θὰ πάρω γιὰ νὰ σᾶς δώσω ἕνα χρυσὸ νόμισμα. Ἐγὼ ὁ πτωχὸς θὰ σᾶς δώσω ἕνα πεντόλιρο. Ἂν τὸ κρατήσετε στὰ χέρια σας, ἂν τὸ βάλετε στὰ σπίτια σας, ἂν τὸ θέσετε σὲ κίνησι, ἂν τὸ ἐξαργυρώσετε, ἂν δηλαδὴ τὸ ἐφαρμόσετε, σᾶς λέγω, ὅτι καὶ ὁ πιὸ φτωχὸς θὰ γίνῃ πλούσιος. ―Μὰ ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ πεντόλιρο; Εἶνε τὰ λόγια αὐτά, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16). Αὐτὸ τὸ ῥητό, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὠκεανὸς ἀπὸ θεῖα καὶ οὐράνια νοήματα. Θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ κάνετε λίγη ὑπομονὴ γιὰ νὰ ἀκούσετε μία ἀνάλυσί του.

* * *

 Τὸ ἐπαναλαμβάνω· «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων