Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Το επικίνδυνο μονοπάτι των μεταρρυθμιστών



Μὲ τὸ παρὸν κείμενο, ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος, μᾶς παρουσιάζει τὸ κατάντημα τῶν μετα-πατερικῶν θεολόγων, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τὸν π. Βασίλειο Θερμό.
Μᾶς πληροφορεῖ, ἀκόμα, ὅτι ὁ π. Βασίλειος ἔχει συντάξει «μιά παινετική βιβλιοκρισία γιά μιά καινούργια(!) λειτουργία πού προτείνει κ. Χρστος Γιανναρς» στὴν ὁποία λειτουργία (ἐκτὸς τῶν ἄλλων) «ποτιμ τήν ειπαρθενία τς Θεοτόκου!».
Τὴν ἰδέα αὐτή, μιᾶς νέας λειτουργίας, τὴν βρίσκει θαυμάσια ὁ π. Βασίλειος, ἀφοῦ ἡ ὑλοποίηση μιᾶς τέτοιας προτάσεως θὰ φέρει «“νανέωση” τς Λατρείας» πού ἔτσι ἀνανεωμένη μὲ ἕνα μεταπατερικὸ γιανναρικὸ ὕφος καὶ ἦθος «θά διαπνέεται πό να “έρα φρεσκάδας”, που ο νανεωτές χωρίς σεβασμό σέ κανόνες καί στορία θά νεργον “ρμητικά καί νθουσιωδς”, καί θά διακατέχονται πό μιά “λαχτάρα γιά νά ναζωπυρωθ λατρευτική συνείδηση”»!
Καὶ συμπεραίνει ὁ π. Ἰωάννης Φωτόπουλος γι’ αὐτὴ τὴν μεταπατερικὴ καρικατούρα (στὴν ἐπεξεργασία καὶ βελτίωση τῆς ὁποίας) οἱ μεταπατερικοὶ κληρικοὶ καὶ θεολόγοι προσβλέπουν:
«Πρόκειται γιά τήν δέα νός νοσίου πειραματισμο, χωρίς ασθηση τς ξίας πού χει Παράδοση τς κκλησίας καί τν γίων, χωρίς συνείδηση το περιεχομένου καί το νοήματος τς Θ. Λειτουργίας, χωρίς τήν παραμικρή ποψία γιά τά τελούμενα Φρικτά Μυστήρια καί χωρίς σεβασμό στήν εσέβεια καί τή θέση τν προσευχομένων πιστν». Τὸ πόνημα τοῦ Γιανναρᾶ, εἶναι ἕνας «ἀσεβές, ἄκομψο καί εὐσεβιστικό ἐγχείρημα. Γενικῶς τό περιεχόμενο τῆς “λειτουργίας” τοῦ κ. Γ. ἔχει σχέση μέ τόν παρωχημένο ὑπαρξισμό, τήν θεολογία τῶν Παρισίων καί τήν ἐπιλεκτική χρήση τῶν ἁγίων Πατέρων». 
Στὸ τέλος, ὁ π. Ἰωάννης, παρουσιάζει «κάποια στοιχεῖα τοῦ θλιβεροῦ πονήματος» τοῦ κ. Γιανναρᾶ  γιά νά δείξει «σέ πόσο εὐτελῆ ἀποτελέσματα ὁδηγεῖ αὐτή ἡ ἀτομοκεντρική θεώρηση τῆς Θ. Λατρείας».
Δημοσιεύουμε τὸ κριτικὸ αὐτὸ κείμενο τοῦ π. Ἰωάννη μὲ τὴν παρατήρηση. Τί καλά, π. Ἰωάννη, ἂν δείχνατε τὴν ἴδια ἁγιοπατερικὴ εὐαισθησία καὶ στὴν Εἰσήγησή σας στὴν Ἡμερίδα τῆς Ἱ. Μ. Πειραιῶς περὶ ἀποτειχίσεως! Ἀλλὰ δυστυχῶς, οἱ κληρικοὶ τῆς Συνάξεως τῆς Γατζέας ἐπαναλαμβάνουν σὲ ὅλους τοὺς τόνους τό, «παρελθέτω ἀφ’ ἡμῶν τὸ ποτήριον τοῦτο» τῆς Διακοπῆς τῆς κοινωνίας μετὰ τῶν μετα-πατερικῶν Ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν διαστρέφοντας τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων στὸ θέμα τῆς Ἀποτειχίσεως, τὴν ὁποία σὲ ἄλλα θέματα ὅπως τὸ παρόν τὴν ὑποστηρίζουν εὐθαρσῶς!
Ἴσως, γιατὶ π. Βασίλειος Θερμὸς δὲν ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ ἐπιβάλλει κυρώσεις, ὅπως οἱ Οἰκουμενιστὲς Μητροπολίτες, ὡς ἐξαρτήματα τοῦ Φαναρίου!

Ο παραστάσεις μς τέλειωσαν!
Ποτέ πάλι στήν κκλησία το Χριστο...
... τό πικίνδυνο μονοπάτι τν μεταρρυθμιστν
τς Θ. Λατρείας.
Πρωτοπρεσβυτέρου ωάννου Φωτοπούλου
Πηγή: "orthros"
σοι συχνάζουμε στήν κκλησία μιμούμενοι τό κατά δύναμιν λες τίς γενεές τν πρό μν χριστιανν, πολιτευόμαστε «προσκαρτεροντες τ διδαχ τν ποστόλων [καί τν γίων Πατέρων] καί τ κοινωνί καί τ κλάσει το ρτου καί τας προσευχας» (Πράξ. β΄, 42). Εμαστε δοσμένοι, φοσιωμένοι («προσκαρτεροντες») χι σέ ποιεσδήποτε προσευχές, λλά στίς προσευχές, στή λατρεία πού μς παρέδωσαν ο πόστολοι καί ο γιοι Πατέρες.
Γράφει γιος Συμεών Νέος Θεολόγος: «Ο γιοι πού τηρώντας τίς ντολές το Θεο ρχονται πό γενιά σέ γενιά  μετά τούς προηγουμένους γίους, προσκολλνται σ΄ ατούς καί μοια μ΄ ατούς λλάμπονται, λαμβάνοντας κατά μέθεξιν τήν χάρη το Θεο. τσι γίνονται σάν μιά χρυσ λυσίδα.  Καθένας τους εναι νας κρκος καί καθένας χωριστά μέ τόν προηγούμενό του συνδέεται μέ τήν πίστη, τά ργα καί τήν γάπη, στε νά ποτελον μία σειρά  νωμένη μέ τόν να Θεό πού δέν μπορε εκολα νά σπάσει»[1].
Ατή εναι ζωή μν τν ρθοδόξων. Λατρεύουμε τόν Χριστό μας, τιμομε τήν Παναγία  καί τούς γίους μας, πως ο σαρκικοί καί ο πνευματικοί  Πατέρες μας.  Μιά διάσπαστη συνέχεια Χριστιανν, μιά χρυσ λυσίδα Πατέρων, μία λατρεία παραδιδομένη πό γενεά σέ γενεά σεβαστή πό λους.
τσι σαν γιά λους τά πράγματα μέχρι πρίν 50 περίπου χρόνια, ταν κάποιοι θεολόγοι καί κληρικοί μφισβήτησαν ατή τή συνέχεια καί ποφάσισαν νά ρχίσουν τίς «διορθώσεις», δηλ. μβαλωματικές, κακάσχημες καί κακότροπες παρεμβάσεις στό σμα τς Θείας Λατρείας.  ρχισαν μέ τήν προσπάθεια καταργήσεως τν μυστικν εχν τς θείας

Ιερός Χρυσόστομος: Να ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ τον ΕΛΕΓΧΟ των ελάχιστων, αλλά και να ΕΛΕΓΧΟΥΜΕ!






«Γιατὶ εἶδα», λέγει, «ἕναν ἄνθρωπο ποὺ φαντάστηκε τὸν ἑαυτό του ὅτι εἶναι σοφός, μεγαλύτερη ὅμως ἐλπίδα γιὰ διόρθωση ἔχει ὁ ἀνόητος παρὰ αὐτός». Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος λέγει· «μὴ θεωρεῖτε τοὺς ἑαυτούς σας σοφούς». Γιατί, κι ἂν ἀκόμα εἶσαι ἄπειρες φορὲς σοφὸς καὶ βλέπεις ἀμέσως τὰ σωστά, εἶσαι ὅμως ἄνθρωπος κι ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ σύμβουλο.
Εἶδον γάρ, φησίν, ἄνθρωπον δοκοῦντα σοφὸν εἶναι παρ' ἑαυτῷ, ἐλπίδα δὲ ἔχει μᾶλλον ὁ ἄφρων αὐτοῦ. Διὰ τοῦτο καὶ Παῦλος λέγει, Μὴ γίνεσθε φρόνιμοι παρ' ἑαυτοῖς. Κἂν γὰρ μυριάκις εἶ σοφὸς, καὶ τὰ δέοντα συνορῶν, ἀλλ' ἄνθρωπος εἶ, καὶ χρείαν ἔχεις συμβούλου.
Εἶναι μεγάλο ἀγαθὸ νὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ ὑποφέρει τοὺς ἐλέγχους, εἶναι μεγάλο ἀγαθὸ νὰ μπορεῖ νὰ ἐλέγχει· αὐτὸ εἶναι ἀπόδειξη πολὺ μεγάλης φροντίδας...
Μέγα ἀγαθὸν ἐλέγχους δύνασθαι φέρειν, μέγα ἀγαθὸν δύνασθαι ἐλέγχειν· τοῦτο κηδεμονίας μεγίστης.
Πές μου, βλέπεις τὸν ἀδελφό σου νὰ πέφτει στὸ γκρεμό, νὰ ἔχει παραμελήσει τὴ ζωή του, νὰ μὴ βλέπει τὸ σωστό, καὶ δὲν ἁπλώνεις τὸ χέρι σου γιὰ βοήθεια; Δὲν τὸν σηκώνεις ἀπὸ κάτω; Δὲν τὸν κατηγορεῖς καὶ δὲν τὸν ἐλέγχεις; ἀλλὰ προτιμᾶς ἀπὸ τὴ σωτηρία του νὰ μὴ συγκρουσθεῖς μαζί του καὶ νὰ μὴ φανεῖς ἐνοχλητικός; Καὶ ποία συγγνώμη θὰ ἔχεις ἀπὸ τὸ Θεό; Ποιά ἀπολογία;
Ὁρᾷς τὸν ἀδελφόν, εἰπέ μοι, κατὰ κρημνοῦ φερόμενον, ἠμελημένον ἔχοντα βίον, οὐ συνορῶντα τὸ δέον, καὶ οὐκ ὀρέγεις χεῖρα, οὐκ ἀνιστᾷς ἐκ τοῦ πτώματος; οὐκ ἐγκαλεῖς, καὶ ἐλέγχεις; ἀλλὰ τὸ μὴ προσκροῦσαι αὐτῷ καὶ φανῆναι ἐπαχθὴς προτιμᾷς τῆς ἐκείνου σωτηρίας; Καὶ ποίαν ἕξεις συγγνώμην παρὰ τοῦ Θεοῦ; τίνα ἀπολογίαν;
Αὐτὸ ἀνέτρεψε τα πάντα, αὐτὸ τάραξε τὴ ζωή μας, γιατὶ δὲν ὑπομένουμε μὲ γενναιότητα τοὺς ἐλέγχους, οὔτε θέλουμε νὰ ἐλέγχουμε ἄλλους. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ὅταν ἐλέγχουμε γινόμαστε ἐνοχλητικοί, ἐπειδὴ ἐξαγριωνόμαστε ὅταν μᾶς ἐλέγχουν. Γιατί, ἂν γνώριζε ὁ ἀδελφὸς ὅτι ἂν σὲ ἐλέγξει θὰ τὸν ἐπαινοῦσες, καὶ αὐτὸς ὅταν ἐλέγχεται θὰ ἀνταπέδιδε τὴν ἴδια τιμή.
Τοῦτο πάντα ἀνέτρεψε, τοῦτο τὸν βίον ἡμῶν συνέχεεν, ὅτι οὔτε ἐλεγχόμενοι φέρομεν γενναίως, οὔτε ἑτέρους ἐλέγχειν βουλόμεθα· διὰ γὰρ τοῦτο καὶ ἐπαχθεῖς ἐσμεν ἐλέγχοντες, ἐπειδὴ ἐκθηριούμεθα ἐλεγχόμενοι. Εἰ γὰρ ᾔδει ὁ ἀδελφὸς, ὅτι ἐλέγξας σε ἐπῃνεῖτο παρὰ σοῦ, καὶ αὐτὸς ἐλεγχόμενος τὴν αὐτὴν ἀμοιβὴν ἀπέδωκεν ἄν.
2. Θέλεις νὰ μάθεις πώς, καὶ ἂν ἀκόμη εἶσαι πάρα πολὺ συνετὸς καὶ ὑπερβολικὰ καταρτισμένος, καὶ ἂν ἀκόμη ἔχεις φθάσει στὴν ὑψηλότερη κορυφὴ τῆς ἀρετῆς ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ σύμβουλο, ποὺ νὰ σὲ διορθώνει καὶ νὰ σὲ ἐλέγχει; Ἄκουσε μιὰ παλαιὰ ἱστορία. Τίποτε δὲν ἦταν ἴσο μὲ τὸν Μωϋσῆ. Γιατὶ λέγει, «ἐκεῖνος ἦταν ὁ πιὸ πράος ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους» καὶ φίλος μὲ τὸ Θεό καὶ γεμᾶτος πνευματικὴ σύνεση.
βʹ. Βούλει μαθεῖν ὅτι κἂν σφόδρα συνετὸς ᾖς, κἂν σφόδρα ἀπηρτισμένος, κἂν πρὸς αὐτὴν τὴν ἄκραν κορυφὴν ἔλθῃς τῆς ἀρετῆς, χρείαν ἔχεις συμβούλου, καὶ διορθοῦντος καὶ ἐλέγχοντος; Ἄκουσον ἱστορίαν παλαιάν. Οὐδὲν Μωϋσέως ἦν ἴσον. Καὶ γὰρ πραότατος, φησίν, ἦν πάντων ἀνθρώπων ἐκεῖνος, καὶ τῷ Θεῷ φίλος, ...καὶ τῆς πνευματικῆς πλήρης ἦν συνέσεως.
Ἀλλ’ ὅμως ὁ σοφός, ὁ δυνατὸς στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα, ὁ φίλος τοῦ Θεοῦ δὲν κατάλαβε ἕνα πρᾶγμα εὐκολονόητο σὲ πολλοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλὰ ὁ πεθερός του, ἄνθρωπος βάρβαρος, καὶ ἀσήμαντος, τὸ κατάλαβε καὶ τὸ ἔφερε στὴ μέση· ἐκεῖνος ὅμως δὲν τὸ βρῆκε. Ποιό λοιπὸν εἶναι αὐτό; Ἀκοῦστε, γιὰ νὰ μάθετε πὼς ὁ καθενας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ σύμβουλο, ἔστω κι ἂν γίνει Μωϋσῆς, καὶ πὼς αὐτὰ ποὺ ξεφεύγουν ἀπὸ τοὺς μεγάλους καὶ σπουδαίους ἀνθρώπους, δὲν ξεφεύγουν πολλὲς φορὲς τοὺς μικροὺς καὶ ἀσήμαντους.
Ἀλλ' ὅμως ὁ σοφός, ὁ δυνατὸς ἐν λόγῳ καὶ ἔργῳ, ὁ φίλος τοῦ Θεοῦ, ...οὐ συνεῖδε πρᾶγμα πολλοῖς τῶν ἀνθρώπων εὐσύνοπτον· ἀλλ' ὁ μὲν κηδεστὴς αὐτοῦ, βάρβαρος ἄνθρωπος καὶ εὐτελής, συνεῖδεν αὐτό, καὶ εἰς μέσον ἤγαγεν· ἐκεῖνος δὲ αὐτὸ οὐχ εὗρε. Τί οὖν ἐστι τοῦτο; Ἀκούσατε, ἵνα μάθητε, ὅτι ἕκαστος συμβούλου δεῖται, κἂν κατὰ Μωϋσέα γένηται, καὶ ὅτι τὰ τοὺς μεγάλους λανθάνοντα καὶ θαυμαστοὺς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς μικροὺς καὶ εὐτελεῖς πολλάκις οὐκ ἔλαθεν.
Ὅταν λοιπὸν ὁ Μωϋσῆς βγῆκε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ βρισκόταν στὴν ἔρημα, στάθηκε κοντά του ὅλος ὁ λαός, ἑξακόσιες χιλιάδες, καὶ διέλυσε τὶς κατηγορίες (σ.σ. ἀπέδιδε τὸ δίκαιο) σὲ ὅλους τοὺς ἀντιδίκους. Ὅταν λοιπὸν τὸν εἶδε νὰ κάμνει αὐτὸ ὁ πεθερός του Ἰοθώρ, ἐκεῖνος ὁ βάρβαρος, ὁ ἀσεβής, ὁ ἀνόητος, ὅταν τὸν εἶδε νὰ μὴν ἐνεργεῖ ὅπως πρέπει, διόρθωσε τὸ Μωϋσῆ, τὸ σοφὸ καὶ συνετὸ καὶ φίλο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀφοῦ τοῦ εἶπε, «γιατί αὐτοὶ στέκονται μπροστά σου;» καὶ ἔμαθε τὴν αἰτία, λέγει· «δὲν τὸ ἔκαμες σωστὰ αὐτό».
Ἐπειδὴ γὰρ ἐξῆλθεν ὁ Μωϋσῆς ἐξ Αἰγύπτου, καὶ ἦν ἐν τῇ ἐρήμῳ, εἱστήκει πλησίον αὐτοῦ ὁ λαὸς ἅπας, ἑξακόσιαι χιλιάδες, καὶ πᾶσι διέλυσε τὰ ἐγκλήματα τοῖς πρὸς ἀλλήλους ἀμφισβητοῦσιν. Ἰδὼν τοίνυν αὐτὸν ὁ κηδεστὴς τοῦτο ποιοῦντα ὁ Ἰοθώρ, ...ἐκεῖνος ὁ βάρβαρος, ὁ ἀσεβής, ὁ ἀνόητος, ἰδὼν οὐ δεόντως αὐτὸν ποιοῦντα, διώρθωσε τὸν Μωϋσέα, τὸν σοφὸν καὶ συνετὸν καὶ τοῦ Θεοῦ φίλον. Καὶ εἰπὼν πρὸς αὐτόν, Τί οὗτοι ἑστήκασιν ἐνώπιόν σου; καὶ μαθὼν τὴν αἰτίαν λέγει· Οὐκ ὀρθῶς σὺ τοῦτο ἐποίησας, φησί.
Ἡ συμβουλὴ ἔγινε μαζὶ μὲ ἐπιτίμηση. Καὶ οὔτε ἐξαγριώθηκε ἐκεῖνος, ἀλλὰ ἀνεχόταν ὁ σοφός, ὁ συνετὸς καὶ ὁ φίλος τοῦ Θεοῦ, μολονότι διοικοῦσε τόσες πολλὲς μυριάδες. Γιατὶ οὔτε αὐτὸ εἶναι μικρό, τὸ νὰ διδάσκεται κανεὶς ἀπὸ βάρβαρο καὶ ἀμόρφωτο. Καὶ οὔτε τὰ θαύματα ποὺ ἔκαμε, οὔτε τὸ ὅτι τὸν διόρθωσε μπροστὰ στοὺς ὑπηκόους του τὸν ἔκαμε νὰ κοκκινήσει ἀπὸ ντροπή, ἀλλά, ἀφοῦ κατάλαβε ὅτι, παρ’ ὅλο ποὺ ἔχει κάνει θαύματα, ἔχει ὅμως ἀνθρώπινη φύση, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας πολλὲς φορὲς κάνει πολλὰ λάθη, δέχθηκε μὲ ἀνοχὴ τὴ συμβουλή.
Μετ' ἐπιτιμήσεως ἡ συμβουλή· καὶ οὔτε οὕτως ἠγρίανεν ἐκεῖνος, ἀλλ' ἠνείχετο ὁ σοφός, ὁ συνετὸς καὶ τοῦ Θεοῦ φίλος, τοσαύταις ἐφεστηκὼς μυριάσιν. Οὐδὲ γὰρ τοῦτο μικρόν, τὸ παρὰ τοῦ βαρβάρου καὶ ἰδιώτου παιδεύεσθαι. Καὶ οὔτε τὰ θαύματα, ἅπερ εἰργάσατο, οὔτε τὸ μέγεθος τῆς ἀρχῆς αὐτὸν ἐπῆρεν, οὔτε τὸ παρόντων τῶν ὑπηκόων διορθοῦσθαι, ἐρυθριάσαι ἐποίησεν· ἀλλ' ἐννοήσας ὅτι εἰ καὶ μεγάλα αὐτῷ εἴργασται σημεῖα, ἀλλ' ὅμως ἀνθρωπίνης φύσεως μετέχει, ἣν πολλὰ λανθάνει πολλάκις, μετ' ἐπιεικείας ἐδέξατο τὴν συμβουλήν.
Πολλοὶ ὅμως, πολλὲς φορές, γιὰ να μὴ φανοῦν πὼς χρειάζονται τὴ συμβουλὴ τῶν ἄλλων προτιμοῦν νὰ χάσουν τὴν ὠφέλεια ἀπὸ τὴ συμβουλή, παρὰ νὰ δεχθοῦν τὴν παραίνεση καὶ νὰ διορθώσουν τὸ σφάλμα τους· ἢ καλύτερα, προτίμησαν νὰ ἀγνοοῦν παρὰ νὰ μάθουν, μὴ γνωρίζοντας πὼς δὲν εἶναι ἄξιο κατηγορίας τὸ νὰ μάθουν, ἀλλὰ τὸ νὰ ἀγνοοῦν εἶναι ἄξιο κατηγορίας· ὄχι τὸ νὰ νὰ διδάσκονται, ἀλλὰ τὸ νὰ βρίσκονται στὴν ἀμαθεια· ὄχι τὸ νὰ ἐλέγχονται, ἀλλὰ τὸ νὰ σφάλλουν ἀδιόρθωτα.
Πολλοὶ δὲ πολλάκις ὑπὲρ τοῦ μὴ φανῆναι δεόμενοι συμβουλῆς τῆς παρ' ἑτέρων, εἵλοντο προδοῦναι τὴν ὠφέλειαν τὴν ἀπὸ τῆς γνώμης, ἢ δεξάμενοι τὴν παραίνεσιν διορθῶσαι τὸ ἁμάρτημα· μᾶλλον ἀγνοεῖν ἢ μαθεῖν κατεδέξαντο, οὐκ εἰδότες ὅτι οὐ τὸ μαθεῖν ἔγκλημα, ἀλλὰ τὸ ἀγνοεῖν κατηγορία· οὐ τὸ διδάσκεσθαι, ἀλλὰ τὸ ἐν ἀμαθείᾳ εἶναι· οὐ τὸ ἐλέγχεσθαι, ἀλλὰ τὸ ἁμαρτάνειν ἀδιόρθωτα.
Ἐμεῖς βέβαια ἂν δοῦμε ἕναν ἄνθρωπο παρόντα, ὅταν μᾶς ἐλέγχουν καὶ μᾶς διορθώνουν, ζαλιζόμαστε, ταραζόμαστε, νομίζουμε πὼς ἔχουμε χάσει ὅλη τὴ ζωή μας. Ἐκεῖνος ὅμως δὲν ἔκανε ἔτσι, ἀλλὰ παρ’ ὅλο ποὺ ἔβλεπε τόσες χιλιάδες παροῦσες, δὲν κοκκίνησε ἀπὸ ντροπή, ἀλλὰ κηρύττει σὲ ὅλους κάθε μέρα μὲ τὰ συγγράμματά του πὼς αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος δὲν κατάλαβε, τὸ κατάλαβε ὁ πεθερός του. Γιὰ ποιό λόγο τὸ ἔκανε αὐτὸ καὶ παρέδωσε τὸ γεγονὸς στὴ μνήμη ὅλων; Γιὰ νὰ μᾶς πείσει νὰ μὴν ἔχουμε ποτὲ μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ἔστω κι ἂν εἴμαστε πιὸ σοφοὶ ἀπ’ ὅλους, οὔτε νὰ περιφρονοῦμε τὶς συμβουλὲς ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἔστω κι ἂν εἶναι πιὸ ἀσήμαντοι ἀπ’ ὅλους.
Ἡμεῖς δὲ, ἐὰν ἄνθρωπον ἴδωμεν παρόντα ἐλεγχομένων ἡμῶν καὶ διορθουμένων, ἰλιγγιῶμεν, ἐξιστάμεθα, νομίζομεν τῆς ζωῆς ἐκπεπτωκέναι πάσης. Ἀλλ' οὐκ ἐκεῖνος· ἀλλ' ὁρῶν τοσαύτας χιλιάδας παρούσας οὐκ ἠρυθρίασε, ...ἀλλὰ κηρύττει πᾶσι καθ' ἑκάστην ἡμέραν διὰ τῶν γραμμάτων, ὅτι ὅπερ αὐτὸς οὐ συνεῖδε, τοῦτο ὁ κηδεστὴς συνεῖδε. Τίνος οὖν ἕνεκεν τοῦτο ἐποίησε, καὶ μνήμῃ παρέδωκε τὸ γεγενημένον; Ἵνα ἡμᾶς πείσῃ μηδέποτε ἐφ' ἑαυτοῖς μέγα φρονεῖν, κἂν ἁπάντων ὦμεν σοφώτεροι, μηδὲ ἀτιμάζειν τὰς παρ' ἑτέρων συμβουλίας, κἂν ἁπάντων ὦσιν εὐτελέστεροι.
Ἂν λοιπὸν κάποιος σὲ συμβουλεύει κάτι ἀπὸ τὰ πρέποντα, ἔστω κι ἂν εἶναι δοῦλος, δέξου τὴν παραίνεση· ἂν ὅμως συμβουλέψει κάτι ἀπὸ τὰ ὀλέθρια, ἔστω κι ἂν κατέχει πάρα πολὺ μεγάλο ἀξίωμα, ἀπόρριψε τὴ γνώμη του. Γιατὶ δὲν πρέπει νὰ προσέχουμε τὴν ποιότητα τῶν προσώπων ποὺ συμβουλεύουν, ἀλλὰ νὰ προσέχουμε παντοῦ τὴν ἴδια τὴν φύση τῆς συμβουλῆς.
Ἂν μὲν γάρ τι τῶν δεόντων συμβουλεύσῃ τις, κἂν οἰκέτης ᾖ, δέξαι τὴν παραίνεσιν· ἂν δέ τι τῶν ὀλεθρίων, κἂν ἐν ἀξιώματι τυγχάνῃ μεγίστῳ, παράπεμψαι τὴν γνώμην· οὐ γὰρ τῇ ποιότητι τῶν προσώπων τῶν συμβουλευόντων, ἀλλ' αὐτῇ τῆς συμβουλῆς τῇ φύσει προσέχειν δεῖ πανταχοῦ.

Δυνητική ή υποχρεωτική η ομολογία του νεομάρτυρα Μιχαήλ;

ΑΡΤΟΠΟΙΟΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ


(Μιχαήλ νεομάρτυς - 10 Μαρτίου)


AΠΟ ΒΙΒΛΙΟ:
ΑΓΙΟΙ «ΑΠ΄ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ»
ΜΗΤΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

φουρναρης 

Ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει στή Στερεά Ἑλλάδα μιά περιοχή, στό νομό Εὐρυτανίας, πού ὀνομάζεται Ἄγραφα. Οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς αὐτῆς διακρίνονταν γιά τή γενναιότητα ἀλλά καί τήν εὐσέβειά τους. Ἐξωκκλήσια καί μοναστήρια, κτισμένα στίς κορφές, μαρτυροῦν γιά τήν εὐσέβειά τους. Ὁ τόπος τους ὑπῆρξε τό κρησφύγετο ἁρματολῶν καί κλεφτῶν, πού ἔπαιξαν σπουδαῖο ρόλο στήν ἐπανάστασι τοῦ 1821.

***

     Σ’ ἕνα ἀπ΄ τά εὐλογημένα χωριά τῶν Ἀγράφων, τή Γρανίτσα, στά χρόνια τῆς τουρκοκρατίας γεννήθηκε ἕνας ἥρωας τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος, ἕνας μάρτυρας, ὁ Μιχαήλ Μαυρουδής, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε στή Θεσσαλο νίκη τό 1544 καί στίς 10 Μαρτίου γιορτάζεται ἡ ἱερή του μνήμη. Σ΄ αὐτόν τόν μάρτυρα θ' ἀφιερώσουμε τή μικρή αὐτή ὁμιλία.

       Οἱ γονεῖς τοῦ μάρτυρος ὠνομάζονταν Δημήτριος καί Σωτήρα. Ἦταν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καί εἶχαν ἱερή συν ήθεια νά ἐκκλησιάζωνται τακτικά καί νά παρακολου θοῦν ὅλες τίς ἱερές ἀκολουθίες. Ἀπό τέτοιους γονεῖς ἀνατρεφόταν ὁ μικρός Μιχαήλ. Μέσ΄ στήν καρδιά του φύτεψαν οἱ γονεῖς του τό φόβο τοῦ Θεοῦ, κι ὁ μικρός Μιχαήλ διακρινόταν γιά τήν εὐσέβειά του. Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό, ὁ πατέρας του πέθανε καί ἀναπαύθηκε στίς αἰώνιες μονές. Ἡ χήρα μητέρα του τόν πρόσεχε τώρα ἰδιαίτερα καί τόν συμβούλευε νά μένη πάντα πιστός καί ἀφωσιωμένος στό Χριστό. Ὅταν δέ ὁ Μιχαήλ ἔφτασε σέ νόμιμη ἡλικία, μέ τήν προτροπή τῆς μητέρας του τέλεσε τούς γάμους του μέ εὐσεβῆ παρθένο.

      Λόγω τῆς φτώχειας, πού δέρνει τήν ὀρεινή καί δυσ πρόσιτη αὐτή περιοχή, οἱ κάτοικοι φεύγουν καί πηγαί νουν σέ διάφορες μεγάλες πόλεις καί κάνουν διάφορες ἐργασίες γιά νά ζήσουν. Κι ὁ Μιχαήλ ἔφυγε ἀπό τή Γρανίτσα καί ἦρθε στή μεγάλη πόλι τῆς Θεσσαλονίκης. Ἐκεῖ ἔπιασε δουλειά. Ἔγινε ἀρτοποιός. Καθόταν στό ἐργαστήριο καί πουλοῦσε ψωμιά, κι ἀπό τήν ἐργασία αὐτή ἐξοικονομοῦσε τά ἀπαραίτητα γιά τή ζωή. Ἀπό τά λίγα πού κέρδιζε ἔδινε στούς φτωχούς. Σύχναζε στίς ἱερές ἀκολουθίες καί ὅπου μάθαινε νά γίνεται κήρυγμα ἔτρεχε καί μέ μεγάλη προθυμία ἄκουγε τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί εὐφραινόταν πνευματικά.

       Μιά μέρα στό ἐργαστήριο ἦρθε ἕνα τουρκόπουλο καί ζητοῦσε ν΄ ἀγοράση ψωμί. Ὁ Μιχαήλ ἄνοιξε μέ τό παιδί συζήτησι θρησκευτική. Τό ρωτοῦσε, ποῦ πηγαίνει, τί πι στεύει καί ἄν ἐννοῆ αὐτό πού πιστεύει. Ἀλλά τήν ὥρα ἐκείνη ἔτυχε νά περνάη ἕνας δάσκαλος τῆς ὀθωμανικῆς θρησκείας. Ὁ μικρός πλησίασε τό δάσκαλο αὐτό καί τοῦ λέει:
–Ἀκοῦς, δάσκαλε, τί μοῦ λέει αὐτός ὁ ἄπιστος; Ὁ δάσκαλος, γεμάτος θυμό, στράφηκε πρός τόν Μιχαήλ καί τοῦ εἶπε:
–Τί εἶνε αὐτά πού λές στό παιδί, ἄπιστε ἄν θρωπε, καί βλαστημᾶς τήν πίστι μας πού εἶνε ἔνδοξη καί πολύτιμη; Ὁ ἀρτοποιός Μιχαήλ δέν φοβήθηκε καθόλου ἀπό τήν ὀργή τοῦ Τούρκου δασκάλου, ἀλλά μέ θάρρος πολύ τοῦ ἀπαντᾶ:
–Ἐγώ εἶμαι πιστός καί εὐσεβής μέ τή χάρι τοῦ Χριστοῦ, πού εἶνε ὁ ἀληθινός Θεός. Γνωρίζω τί λέγω καί τί πιστεύω καί εἶμαι ἕτοιμος νά πεθάνω ὁμολο γώντας τήν πίστι μου. Ἀλλά σεῖς οἱ Τοῦρκοι εἶστε δυστυχισμένοι, διότι οὔτε τί λέτε γνωρίζετε οὔτε τί πι στεύετε.

       Τά λόγια αὐτά πού εἶπε τότε ὁ Μιχαήλ τά ἄκουσαν καί ἄλλοι

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και η παύση του Μνημοσύνου, Νικολάου Πανταζή


Διαβολική Αποσιώπηση και Παραποίηση του Βίου του Μεγάλου Πατρός και Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά



Φωστήρ Παμφαέστατε Ορθοδοξίας,
Αληθείας Φάρε και Φωταγωγέ,
Βακτηρία και Βάσις Εκκλησίας,
Σοφώτατε Διδάσκαλε, Καθοδηγέ.
Κλέος, Καλλονή των Μοναστών,
Θεολόγων Θούριος, Χρυσούς Κανών,
Υπέρμαχε, Παλαίμαχε, Πολέμαρχε,
Πολύμαχε, Ηρωικέ, Θριαμβικέ,
Τροπαιοφόρε, Νικηφόρε, Πνευματοφόρε,
Ακτιστοφωτοφόρε, Χαριτόβρυτε, ΤΡΙΑΔΟΦΟΡΕ!
Δεν είναι μικρό πράγμα και καθόλου τυχαίο, να σε τοποθετεί η Αγία μας Εκκλησία, τη δεύτερη χωρίς άλλος δεύτερος δίπλα σου να υπάρχει, αμέσως μετά τη Πρώτη Κυριακή των Νηστειών, την Ένδοξη, Πανένδοξη και Δοξολογική, Ονομαστική Εορτή της Πίστεώς μας, την Κυριακή της Αγίας μας Ορθοδοξίας.
Δεν είναι τυχαίο αυτό! Αν και το “τυχαίο” όρος αδόκιμος και απορριπτέος υπάρχει, διότι τύχη δεν υπάρχει, ούτε μεις οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε στη παμπόνηρη πλανεύτρα και δαιμονική ψευτοθεά αυτή, αλλά στην εν Χριστώ συγκυρία και σύμπτωση Αγιοπνευματική, πιστεύουμε και αποδεχόμαστε εν παντί, τα πάντα και διά πάντα, ως εκ Θεού συμβάντα, προερχόμενα, διερχόμενα και επερχόμενα γεγονότα, που υποπίπτουν και καθορίζονται απολύτως από τα δύο διαχρονικά και αδιαμφισβήτητα του Θεού θελήματα: Το “Κατ’ Ευδοκίαν” και το “Κατά Παραχώρησιν”….
Όχι πως με όλα τούτα αποτολμώ ο αποδιοπομπαίος και παράτολμος εγώ, Άγιε μου Γρηγόριε Παλαμά, να σε διδάξω, αλλά διά τας ψυχάς των ακουόντων και αναγιγνωσκόντων τον ένθερμο διάλογό μας και ξέσπασμα αυτό, το οποίο ως παράκληση και προσευχή ντυμένη με αγανάκτιση ιερή, σου απευθύνω.
Μεγαλύνω τη μνήμη σου, υμνολογώ και την τιμή σου. Ζωγραφίζω την όψη σου, αναγνωρίζω την κόψη σου, την Πανθομολογιακή, Αγιοπνευματική και τρομερή υπέρ πάντας τους αιρετικούς της Αλήθειας εχθρούς. Όσο ζούσες, Άγιέ μας,