Λόγῳ ἄλλων ὑποχρεώσεων
ἀπαντοῦμε καθυστερημένα στὸ ἄρθρο τοῦ κ. Χρήστου Λιβανοῦ, «Απάντηση
σε αποτειχισθέντα θεολόγο», ποὺ ἀναρτήθηκε σὲ ἱστοσελίδες (ὅπως ἐδῶ) καὶ δημοσιεύτηκε στὸ τελευταῖο φύλλο τοῦ «Ὀρθόδοξου Τύπου».
Εἶναι γνωστὸ ὅτι πρὸ ἡμερῶν,
κάναμε ἕνα σχολιασμὸ ὀλίγων σειρῶν (ἐδῶ) κάτω ἀπὸ ἄρθρο τοῦ κ. Λιβανοῦ.
Μὲ τὸ ἄρθρο του αὐτό (ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ἐπισήμαινε) «ήλεγχε προκλητικές δηλώσεις δύο
μητροπολιτών της Εκκλησίας της Ελλάδος και γενικότερα την επισκοπική αφωνία και
απραξία έναντι της παναιρέσεως του Οικουμενισμού». Μὲ τὸ σχόλιό μας δὲν
διαφωνούσαμε μὲ αὐτὰ ποὺ διετύπωνε στὸ ἄρθρο του ὁ κ. Λιβανός, ἀντιθέτως, συμφωνούσαμε
πλήρως.
Ἡ διαφωνία μας ἦταν, ὅπως
παρατηρούσαμε, στὸ «διὰ ταῦτα». Στὸ ὅτι δηλαδή, ἐνῶ «επισημαίνει το πρόβλημα θεωρητικά,
πρακτικά κάνει ό,τι οι Επίσκοποι των οποίων την τακτική καταγγέλλει: Δεν
απομακρύνεται, δηλαδή, από τους παναιρετικούς Οικουμενιστές (των οποίων κατά
καιρούς καταγγέλλει τα Οικουμενιστικά αίσχη), όπως έκαναν οι Άγιοι. Δεν κάνει
ό,τι έκαναν οι Άγιοι Γρηγόριος Παλαμάς και Μ. Αθανάσιος, τους οποίους προτείνει
ως παράδειγμα».
Στὸ ὀλιγόλογο αὐτὸ σχόλιό μας,
λοιπόν, ἀπάντησε ὁ κ. Λιβανὸς μὲ πολυσέλιδο ἄρθρο, στὸ ὁποῖο θέτει πολλὰ
προβλήματα (ποὺ χρήζουν ἀπαντήσεως) καὶ διατυπώνει πολλὲς καὶ ἄδικες κατηγορίες
ἐναντίον μας, περιέχει δὲ πολλὲς ἀντιφάσεις καὶ ἀνακρίβειες.
Ξεκινοῦμε ἀπὸ τὶς κατηγορίες καὶ
χαρακτηρισμοὺς ποὺ συσσώρευσε στὶς πρῶτες κιόλας γραμμὲς τῆς ἀπαντήσεώς του.
Γράφει: «Πολλοί αποτειχισμένοι μιμούνται δυστυχώς τους
Παλαιοημερολογίτες, όχι βεβαίως στην δημιουργία σχίσματος (διότι η αποτείχιση
δεν είναι σχίσμα), αλλά
στην επίμονη και φορτική άσκηση πιέσεων, με υπερβάλλοντα ζήλο και
ανάρμοστη πολλές φορές συμπεριφορά, προς πιστά και συνειδητά μέλη
της Εκκλησίας να τους μιμηθούν και να αποτειχιστούν και αυτά μη υπαρχουσών
των αναγκαίων προϋποθέσεων και συνθηκών παντού και πάντοτε για μια τέτοια
αποτείχιση» (ἡ ὑπογράμμιση τῶν λέξεων δική μας).
Ἀπαντοῦμε: α) Ἐὰν ἡ
ἀποτείχιση ἀποτελοῦσε ἀντι-εκκλησιαστικὴ πράξη, καὶ συγκεκριμένα σχίσμα, τότε
θὰ ἐδικαιολογοῦντο ὅλα τὰ ἄλλα ποὺ γράφει. Ἐφ’ ὅσον ὅμως δηλώνει πὼς δέχεται,
ὅτι «ἡ
ἀποτείχιση δὲν εἶναι σχίσμα»,
ἀλλὰ Πατερικὴ διδασκαλία καὶ Ἐντολή, καὶ ὡς ἐκ τούτου, ἡ προτροπὴ γι’ αὐτήν, εἶναι
ἐκκλησιαστικὴ ἐνέργεια (ποὺ εἴτε γιὰ κάποιους λόγους ἀναβάλλουν, εἴτε δυσκολεύονται
πολλοὶ −καὶ λόγῳ τῆς συγχύσεως ποὺ ἐπικρατεῖ− νὰ ἐφαρμόσουν), γιατί θεωρεῖ
φορτικὴ τὴν ὑπενθύμιση καὶ ἐνημέρωση γι’ αὐτήν; Γράφει ὁ Ἀπόστολος: «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὰ αὐτὰ γράφειν
ὑμῖν ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλές» (Φιλιπ. 3,1). Δὲν πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν Πίστη; Γράφει ὁ ἅγιος Ἀστέριος: «Ἐγὼ δέ, ἂν καὶ κατὰ τὰ ἄλλα εἶμαι ἀχρεῖος, δὲν ἐλησμόνησα πὼς εἶμαι
δοῦλος καὶ ὀφείλω νὰ ἐξεγερθῶ κατὰ τῶν ὑβριστῶν ὑποστηρίζοντας τὸν Δεσπότη μου» (Ἁγ. Ἀστερίου, Ἐπισκόπου Ἀμασείας, Ὁμιλία εἰς τὸν ἐκ
γενετῆς τυφλόν). Μ’ αὐτὴ τὴν συνείδηση (ὅσο
καταφέρνουμε νὰ τὴν ἔχουμε) γράφουμε, ἐφ’ ὅσον βλέπουμε ὅτι ἡ Νύμφη τοῦ Χριστοῦ
καὶ Δεσπότου μας Ἐκκλησία εὐτελίζεται, συμφυρομένη μετὰ τῶν αἱρετικῶν. Καὶ ἄρα, ὅλα ὅσα γράφουμε ἢ πράττουμε, πρέπει νὰ
ἐκληφθοῦν ὄχι μόνο ὡς ἐνημέρωση, ἀλλὰ καὶ ὡς ὑπεράσπιση τῆς Πατερικῆς μας
Παραδόσεως, ἡ ὁποία δεινῶς διαστρέφεται ἀπὸ Οἰκουμενιστὲς καὶ
ἀντι-Οἰκουμενιστές. (Γιὰ τὸ ἀναγκαῖο ἢ μὴ τῆς ἀποτειχίσεως ἀναφερόμαστε λίγο πιὸ κάτω).
β) Μᾶς κατηγορεῖ ὅτι
ἐξασκοῦμε «φορτικὴ πίεση»! Ἂν εἶναι δυνατόν, ἕνα μικρὸ ἱστολόγιο καὶ ὀλίγα
ἄτομα ποὺ τὸ ὑπηρετοῦν (μὲ τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ λάθη τους), ποὺ ποικιλοτρόπως
λοιδωροῦνται καὶ ἀπομονώνονται, νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξασκοῦν
πίεση, καὶ μάλιστα ὑπολογίσιμη, πρὸς μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχουν καθοδηγοὺς Ἐπισκόπους,
Πανεπιστημιακοὺς καθηγητές, πρωτοπρεσβυτέρους καὶ Καθηγουμένους! Ἂν ὅμως αἰσθάνονται ὅτι ἐξασκεῖται πίεση καὶ ἔλεγχος συνειδησιακός, ἐξασκεῖται ὄχι ἀπὸ μᾶς, ἀλλὰ
ἀπὸ τὴν διαχρονικὴ Πατερικὴ διδασκαλία καὶ Παράδοση τῶν Ἁγίων· ἐμεῖς ἁπλῶς τὴν ὑπενθυμίζουμε,
τὴν ἀποκαλύπτουμε καὶ τὴν δημοσιεύουμε, ἐνῶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές (κι ἐσεῖς
μαζί τους) τὴν κρύβουν «ὑπὸ τὸν μόδιον» καὶ θέλουν νὰ τὴν ἐξαφανίσουν ἀκριβῶς
γιατὶ τοὺς ἐλέγχει!
Πρέπει νὰ τονίσουμε ἐξ ἀρχῆς, ὅτι οἱ ἀναρτήσεις τοῦ ἱστολογίου μας στοχεύουν πρωτίστως στὴν
ἀνάδειξη τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Πατέρων ὡς πρὸς τὴν στάση μας ἔναντι
τῆς παναιρέσεως ποὺ διαβρώνει συστηματικά, ἀδιάκοπα, φανερὰ καὶ μὲ ἐκπληκτικὴ ταχύτητα
(ἰδίως τὴν τελευταία δεκαετία) τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ναί, μὲν «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσι» τῆς
Ἐκκλησίας, ἀλλ’ εἶναι φανερὸ ὅτι ἕνα ἀνύποπτα μεγάλο
μέρος τῶν μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὶς κακόδοξες ἰδέες
τῶν «ὀρθοδόξων» ἡγετῶν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καὶ σιγά-σιγὰ ἀφομοιώνεται ἀπὸ τὴν
παναίρεση καὶ ἐξουνιτίζεται.
Γιὰ αὐτὸ προσπαθοῦμε τὸ
κατὰ δύναμιν, πάντα μὲ βάση τὶς θέσεις τῶν Ἁγίων Πατέρων (κι ὄχι μιμούμενοι
τοὺς Παλαιοημερολογῖτες, ὅπως ὁ κ. Χ.Λ. μᾶς κατηγορεῖ, ἀντίθετα ἐρχόμενοι πολλὲς
φορὲς σὲ ἀντιπαράθεση καὶ μὲ τὰ δικά τους ἡμαρτημένα), νὰ γνωστοποιοῦμε, νὰ
ἀποκαλύπτουμε καὶ νὰ καταγγέλλουμε κατ’ ἐξοχὴν καὶ κυρίως τὰ ὀνόματα καὶ τὶς
κακόδοξες πράξεις καὶ θεωρίες τῶν Οἰκουμενιστῶν ἡγετῶν.
Εἴμαστε ὅμως ἀναγκασμένοι
ταυτόχρονα, νὰ ἀναφερόμαστε καὶ σὲ ὅσους Ποιμένες, παρὰ πᾶσαν διδασκαλία τῶν
Ἁγίων ἀνέχονται τοὺς αἱρετικούς, σιωποῦν ἢ συμπορεύονται μαζί τους καὶ
ἔπαυσαν νὰ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐκδίωξή τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀφοῦ μὲ
τὴν ἐκκλησιαστικὴ μνημόνευση κοινωνοῦν μὲ αὐτοὺς καὶ τοὺς νομιμοποιοῦν. Προσέτι
δέ, δὲν προειδοποιοῦν τοὺς πιστοὺς νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ’ αὐτούς, τοὺς
ἀφήνουν νὰ εὐλογοῦνται, νὰ διδάσκονται, νὰ ἐξομολογοῦνται καὶ νὰ καθοδηγοῦνται
ἀπ’ αὐτούς, κι ἀντίθετα, ἐμποδίζουν ὅσους διὰ τῆς ἀποτειχίσεως ἔχουν
ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς (ἢ ὅσους θέλουν νὰ τὸ πράξουν), διαβάλλοντας
τὸν ἀγώνα μας καὶ κατηγορώντας μας ὡς «ἐκτὸς Ἐκκλησίας»!
Εἶναι φανερό, λοιπόν, ὅτι ὁ
ἔλεγχος, παρὰ τὶς ἐλλείψεις μας καὶ ἐνίοτε τὶς ὑπερβολές τῶν ἐκφράσεων ποὺ
ὀφείλονται καὶ στὶς συνεχεῖς προκλήσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν (ἢ τῶν
ἀντι-Οικουμενιστῶν), δὲν στρέφεται κατὰ τῶν πολλῶν ἀγνοούντων ἢ
ἀμφιταλαντευομένων πιστῶν (ποὺ εἶναι θύματα τῆς συγχύσεως ποὺ ἐπικρατεῖ, τῆς
ἀλλοιωμένης ποιμαντικῆς καὶ τῆς
καταπιεστικῆς καὶ ἐξουσιαστικῆς συμπεριφορᾶς τῶν Ποιμένων), ἀλλὰ στρέφεται
ἀκριβῶς κατὰ τῶν Ποιμένων ποὺ ὀλιγωροῦν ἢ συντελοῦν διαφοροτρόπως στὴν
ἐπικράτηση τῆς αἱρέσεως καὶ γενικὰ πρὸς ὅσους τοὺς ἀκολουθοῦν. (Ἐξ ἄλλου κι
ἐσεῖς, ἂν καὶ δὲν εἶστε θεολόγος, κατὰ Ποιμένων-Επισκόπων στραφήκατε).
Οἱ ἐρωτήσεις μας
ἀπευθύνονται σὲ ὅσους γνωρίζουν, ἀρθρογραφοῦν ἢ τοποθετοῦνται μὲ λόγια καὶ
πράξεις ὡς πρὸς τὸν Οἰκουμενισμό, εἴτε θετικά, εἴτε διευκολυντικά, εἴτε
χαρτοπολεμικά. Ἡ ἀναφορά μας ἑστιάζεται σὲ αὐτοὺς ποὺ χαράζουν
ἀντι-Ευαγγελικὴ γραμμή, ποὺ διαστρέφουν τὴν διαχρονικὴ γραμμὴ τῆς
Ἐκκλησίας. Σ’ αὐτοὺς φαίνεται πὼς ἀποφάσισε ὅτι ἀνήκει καὶ ὁ κ. Χ.Λ. παρὰ τοὺς
ἀγῶνες του καὶ τὶς καλές του προθέσεις, γιὰ τὶς ὁποῖες τὸν ἐκτιμοῦμε καὶ ἔχουμε
συνεργαστεῖ μαζί του.
Ἐπὶ τοῦ προκειμένου· ὁ κ. Χ.Λ.,
ἂν καὶ λαϊκός, ἤλεγξε δύο Ἐπισκόπους. Κι ὁ ὑπογραφόμενος, ὡς λαϊκὸς θεολόγος,
ἤλεγξα ἕνα λαϊκό μὴ θεολόγο, ὁ ὁποῖος (ὅπως θὰ φανεῖ) δὲν ἔχει μελετήσει
θεολογικά, τὰ θέματα στὰ ὁποῖα ἀναφέρεται, ἀλλ’ ἔχει ὅμως τὸ «χάρισμα» νὰ
γράφει ἀληθοφανῶς! Ἂν λοιπόν, αὐτὸς ἔχει δικαίωμα (καὶ τὸ ἔχει γιὰ θέματα
Πίστεως), νὰ ἐλέγχει καὶ νὰ κατηγορεῖ ἀκόμα καὶ Ἐπισκόπους, γιατί ἐνοχλήθηκε ὁ
ἴδιος ἀπὸ τὸν ἔλεγχο καὶ ἀπαντᾶ ἐκλαμβάνων τὸν καλοπροαίρετο ἔλεγχο ὡς ἐπίθεση
καὶ κακόπιστη κατηγορία; Καὶ γιατί μεταθέτει τὴν βάση τοῦ θέματος;
Ἀκριβῶς γι’ αὐτὸ σχολιάσαμε καὶ τὸ συγκεκριμένο ἄρθρο τοῦ κ. Χ.Λ., ὁ ὁποῖος
συνταυτίζεται μὲ τὶς θέσεις τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν Πατέρων ποὺ ἀκρωτηριάζουν
τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὴν στάση
μας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν, ἐπιλέγοντας τὴν σχετικὰ ἀνώδυνη πλευρὰ ἀντιστάσεως,
δηλαδή, τὴν ἀντι-Οἰκουμενιστικὴ ἀρθρογραφία, τὶς ὁμιλίες, τὴν κατὰ καιροὺς ἔκδοση
κάποιας Ὁμολογίας, διαμαρτυρίας, ἀνακοινώσεως κ.λπ. Αὐτὴ ἡ τακτική ὄχι μόνο ἐκ
τῶν πραγμάτων ἀποδείχτηκε ὡς ἀναποτελεσματική, ἀλλὰ δὲν εὐοδοῦται
ἀπὸ τὴν διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τῶν
Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔμεναν στὸ κήρυγμα καὶ τὴν ἐνημέρωση μόνο, ἀλλὰ προχωροῦσαν
στὴν διακοπὴ τῆς κοινωνίας τῶν αἱρετικῶν.
Αὐτοί, ἀντίθετα, ἀρνοῦνται νὰ διδάξουν καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὴν πρακτικὴ τῆς
ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, διακόπτοντες τὸ Μνημόσυνό τους καὶ ἀπομονώνοντάς
τους, ὥστε νὰ προφυλάξουν τοὺς πιστοὺς ἀπὸ
τὴν ἐπιρροὴ ποὺ ἀσκοῦν οἱ παναιρετικοὶ Οἰκουμενιστές, ἀφοῦ ἡ κοινωνία ποὺ
ἔχουν οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς μαζί τους, δίνει τὴν ἐντύπωση στοὺς πιστοὺς ὅτι εἶναι
Ὀρθόδοξοι.
Ἀσφαλῶς αὐτὴ ἡ στάση, δὲν
εἶναι δικῆς μας ἐμπνεύσεως, ἀλλὰ ἀποτελεῖ τὴν διαχρονικὴ
στάση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπιμονή μας στὴν γνωστοποίηση αὐτῆς
τῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας, ἐνοχλεῖ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι,
ὅλως αὐθαίρετα, τὴν διαστρέφουν, μεταθέτοντας
τὸ θέμα, στὶς συνέπειες αὐτῆς
τῆς στάσεως −τὶς ὁποῖες δὲν θέλουν νὰ ἀναλάβουν− καὶ ἐπικεντρώνοντας τὴν
προσοχὴ τῶν πιστῶν σὲ ἐξαιρέσεις καὶ οἰκονομίες κάποιων Ἁγίων ἤ, τὸ χειρότερο,
σὲ νεοφανεῖς θεωρίες νεοτέρων ποιμένων, ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὴν διαχρονικὴ
ἐκκλησιαστικὴ πρακτικὴ καὶ δημιουργοῦν «ἄλλη», νέα Παράδοση στὴν
Ἐκκλησία. Αὐτὴ τὴν προσπάθειά μας, τὴν ἐμμονὴ στὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων,
ὁ κ. Χ.Λ. τὴν βαπτίζει «επίμονη και φορτική άσκηση
πιέσεων, με υπερβάλλοντα ζήλο»!
Πρὶν ὅμως, ἐκτοξεύσει
ἐναντίον μας αὐτοὺς τοὺς χαρακτηρισμούς, ἔπρεπε ὁ κ. Λιβανὸς πρωτίστως νὰ ἐξετάσει
σοβαρά,
α) ἂν ὅσα γράφουμε καὶ ὅσες
μελέτες τοῦ π. Εὐθυμίου περὶ Ἀποτειχίσεως παρουσιάζουμε στὸ ἱστολόγιο, ἂν αὐτὰ ἀποτελοῦν
Ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἂν ὑπάρχουν δηλαδή, στὴν Ἁγία Γραφή, καὶ ἂν εἶναι Πατερικῶς
κατοχυρωμένα ἢ ὄχι,
β) νὰ ἀποδείξει ὅτι ὄντως
σήμερα, δὲν ὑπάρχουν οἱ ἀναγκαῖες προϋποθέσεις γιὰ ἀποτείχιση, ὅπως ἐμμέσως λεκτικὰ
μόνο ἀποφαίνεται,
γ) καὶ ἔπειτα, δευτερευόντως,
ἂν πράγματι, μετὰ τὴν παράθεση αὐτῶν τῶν Πατερικῶν θέσεων (κι ὄχι τῶν δικῶν
του ὀρθολογικῶν ἀπόψεων), ἀποδείκνυε ἱκανοποιητικὰ ὅτι περιπίπτουμε
σὲ κάποιες ὑπερβολές, ἂν βεβαίωνε ἔγκυρα ὅτι ἡ κριτική μας ξεφεύγει ἐνίοτε τῶν
ὁρίων, τότε, νὰ μᾶς κατηγορήσει καὶ νὰ τὶς ἐπισημάνει, ὥστε, ἀφ’ ἑνὸς μὲν νὰ ἀποτρέψει
κάποιους νὰ μᾶς μιμηθοῦν, ἀφ’ ἐτέρου δὲ νὰ βοηθήσει κι ἐμᾶς, ὥστε νὰ ἀποφύγουμε
τὸ μέγιστο ἁμάρτημα, τοῦ νὰ ἐρχόμαστε δηλαδή,
σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Στὴ συνέχεια γράφει: «Με κατηγορεί ο κ.
Π.Σ., διότι δεν απομακρύνομαι από τους οικουμενιστές, όπως έκαναν οι Άγιοι. Τον
ερωτώ: Σήμερα δεν υπάρχουν άγιοι;». Ὑπάρχουν. «Ο άγ. Ιουστίνος Πόποβιτς, ο άγ. Πορφύριος και
ο άγ. Παΐσιος… Εφόσον λοιπόν υπάρχουν και σήμερα άγιοι, πρέπει οι χριστιανοί να
ακολουθούν το παράδειγμα των παλαιών μόνον αγίων ή και των συγχρόνων; Ασφαλώς
και των συγχρόνων… Γνωρίζει (λοιπόν) έστω και ένα σύγχρονο άγιο (επισήμως
αναγνωρισμένον ή μη), που αποτειχίστηκε, εξ αιτίας του Οικουμενισμού; Έδωσε
ποτέ το σύνθημα της αποτειχίσεως ο άγ. Ιουστίνος Πόποβιτς; Αποτειχίστηκε ο άγ.
Πορφύριος, ο άγ. Παΐσιος κ.ά., ώστε να τους ακολουθήσει και ο λαός; Κάλεσε ποτέ
σε αποτείχιση …ο μακαριστός Αυγουστίνος Καντιώτης; Κήρυξε ποτέ αποτείχιση ο
μακαριστός Νικόλαος Σωτηρόπουλος; Μήπως το έκανε ο άγιος Γέροντας Εφραίμ της
Αριζόνας;».
Πρὶν ἀπαντήσουμε στὰ σημεῖα
ποὺ ἐδῶ θίγει, νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι τὸ σχόλιό μας (ἐδῶ) ποὺ τὸν ἐνόχλησε, δὲν εἶχε
τόνο κατηγορίας, ὅσο ἀπορίας καὶ λύπης, διότι λίγες μέρες πρὶν εἶχε συζητήσει
φιλικὰ γιὰ παρόμοια θέματα, μὲ ἕναν ἐκ τῶν διαχειριστῶν τῆς «Πατερικῆς Παραδόσεως». Στὸ σχόλιό μας,
λοιπόν, διατυπώναμε τὴν ἑξῆς σκέψη: ἐνῶ ὁ ἴδιος κατηγοροῦσε Ἐπισκόπους, ἐπειδὴ
συμμαχοῦσαν ἔμμεσα ἢ ἄμεσα μὲ τὸν Οἰκουμενισμό (ποὺ χαρακτήριζε πνευματικό
νόσημα καὶ λοιμῶδες, δηλαδὴ κολλητικό, κι ἄρα οἱ ποιμένες αὐτοὶ εἶναι συνεργοὶ
στὸν θάνατο ψυχῶν), ἐνῶ τοὺς κατηγοροῦσε ὅτι δὲν μιμοῦνται τοὺς Ἁγίους, ἐν τούτοις
ὁ ἴδιος −γράφαμε− περιέπιπτε μὲ τὴν στάση του, στὸ ἴδιο λάθος· παρέμενε
σὲ κοινωνία μὲ τοὺς Ποιμένες ποὺ κατηγοροῦσε,
ἄρα κι ὁ ἴδιος δὲν ἐμιμεῖτο τοὺς Ἁγίους ποὺ δημιούργησαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ
Παράδοση στὸ θέμα τῆς στάσεώς μας πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀφοῦ μᾶς παρέδωσαν τὴν
πνευματική τους ἐμπειρία, ὅτι ἡ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μᾶς διαφθείρει,
καὶ ὡς ἐκ τούτου, ἡ ΜΟΝΗ σωτήρια στάση (μαρτυρούμενη πολλαπλῶς στὴν Π. καὶ Κ.
Διαθήκη) εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ αὐτούς.
Δυστυχῶς στὸ ἀπαντητικὸ ἄρθρο
του δὲν ἀσχολεῖται μ’ αὐτό, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν οὐσία τοῦ προβλήματος. Ἀντίθετα μεταθέτει
τεχνηέντως τὴ συζήτηση στὸ τί ἔκαναν κάποιοι σύγχρονοι Ἅγιοι,
παρακάμπτοντας τὴν ἤδη παραδεδομένη καὶ ἰσχύουσα θεοδίδακτη
πρακτικὴ τῆς Ἀποτειχίσεως, ἡ ὁποία, γιὰ νὰ ἐφαρμοστεῖ, δὲν χρειάζεται τὴν
ἔγκριση τῶν συγχρόνων Ἁγίων, καθὼς μάλιστα σύγχρονοι Ἅγιοι καὶ Γέροντες ἔχουν διαφορετικὲς
θέσεις γιὰ τὸ θέμα!
Μ’ αὐτά, βέβαια, δὲν
ἀπορρίπτουμε τὴν νόμιμη ἐρώτηση καὶ τὴ συζήτηση: γιὰ ποιούς λόγους ἐνήργησαν
ἔτσι ἢ ἀλλιῶς οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι; Ἁπλῶς ἐπισημαίνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας
πορεύεται ἀκολουθοῦσα ὄχι μεμονωμένες φωνὲς Ἁγίων, ἀλλὰ τὴν σύμφωνη
διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων (consensus partum). Κι αὐτοὶ οἱ παλαιότεροι Ἅγιοι
−στῶν ὁποίων τὴν διδασκαλία ἀποφεύγει νὰ ἀναφερθεῖ− μᾶς διδάσκουν ὅτι, ὅταν
πρόκειται περὶ τῆς Πίστεως, πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν
Πατερικὴ Παράδοση κι ὄχι τοὺς συγχρόνους Ποιμένες καὶ θεολόγους, στὰ σημεῖα
ποὺ οἱ ἴδιοι δὲν τὴν ἀκολουθοῦν (παρότι μποροῦμε νὰ παραδειγματιζόμαστε ἀπὸ τὴν
ὑπόλοιπη ἁγία βιοτή τους). Ἀντίθετα μάλιστα, οἱ σύγχρονοι Ποιμένες καὶ Ἅγιοι
πρέπει νὰ ἀκολουθοῦν τοὺς πρὸ αὐτῶν Ἁγίους! Ἀκόμα καὶ Ἀπόστολοι, καὶ Ἄγγελοι,
ἂν διδάξουν κάτι ἄλλο, δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε μᾶς λέγει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος!
Ἔπειτα, ἂν ἐξετάσει τὴν
ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ὁ κ. Λιβανὸς θὰ παρατηρήσει ὅτι οἱ Ἅγιοι δὲν εἶναι
ἀλάνθαστοι. Πολλὲς φορὲς καὶ ἀνάμεσα στοὺς ἴδιους τοὺς Ἀποστόλους (ὅπως στὸν
Πέτρο καὶ στὸν Παῦλο, στὸν Παῦλο καὶ στὸν Βαρνάβα) παρατηροῦνται διαφορετικὲς
τοποθετήσεις σὲ ἕνα Εὐαγγελικὸ ἢ πρακτικὸ θέμα (ὅπως αὐτὸ ποὺ σήμερα προέκυψε
καὶ μᾶς διχάζει, τὸ τῆς Ἀποτειχίσεως). Τὸ ἴδιο θὰ μπορέσει νὰ ἐπισημάνει καὶ
μεταξὺ τῶν Ἁγίων (τοῦτο μπορεῖ νὰ δεῖ σὲ πολλὲς ἀναρτήσεις μας), ὅπως μεταξὺ
τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καὶ τῶν Ἁγίων Ταρασίου καὶ Νικηφόρου, τῶν
ἁγίων Ἰωάννου Χρυσοστόμου καὶ τῶν ἀγίων Κυρίλλου καὶ Ἐπιφανίου κ.ἄ. Σημασία
ἔχει, τί τελικὰ σὲ κάθε θέμα διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ κατὰ τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο
τὸν Θεοφόρο, «Πᾶς ὁ λέγων (σ.σ. ἀσφαλῶς ἀναφέρεται
στοὺς χαρισματούχους κάθε ἐποχῆς) παρὰ
τὰ διατεταγμένα, κἂν ἀξιόπιστος ᾖ, κἂν νηστεύῃ, κἂν παρθενεύῃ, κἂν σημεῖα ποιῆ, κἂν προφητεύῃ, λύκος σοι
φαινέσθω, ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν
κατεργαζόμενος...».
Ἄρα τὸ δίλημμα στὸ ὁποῖο καταφεύγει (ἐλπίζουμε
καλοπροαίρετα) εἶναι ἀποπροσανατολιστικό. Ἐρωτᾶ: «Εφόσον λοιπόν
υπάρχουν και σήμερα άγιοι, πρέπει οι χριστιανοί να ακολουθούν το παράδειγμα των
παλαιών μόνον αγίων ή και των συγχρόνων;». Καὶ βέβαια, ἡ ὑπονοούμενη
θέση του εἶναι: δὲν μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε τοὺς συγχρόνους Ἁγίους, ἔστω κι ἂν
ἔρχονται σὲ διάσταση μὲ τοὺς προηγούμενους. Πρέπει νὰ τοὺς λάβουμε ὑπ’ ὄψιν.
Μήπως γιὰ νὰ βγάλουμε ἕνα μέσο ὅρο;
Καὶ τί περισσότερο ἀπ’ αὐτό, λέγουν οἱ μετα-πατερικοὶ θεολόγοι καὶ οἱ Οἰκουμενιστές;
Κάθε ἐποχὴ εἶναι, βέβαια, ὁ ἑαυτός της, μὲ τὰ ἰδιαίτερά της προβλήματα, ἀλλὰ ὁ
Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερα ὁ αὐτός…» καὶ ἀπαιτεῖ τὴν ἴδια ὁμολογιακὴ
στάση ἀπὸ διαφορετικοὺς ἀνθρώπους!
Δυστυχῶς, λοιπόν, δὲν ἀντιμετωπίζει ὁ κ. Χ.Λ. αὐτὸ τὸ
ἐρώτημα, διότι ἀκολουθεῖ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές, ποὺ ἔχουν νοθεύσει τὴν διδασκαλία
τῶν Ἁγίων στὸ θέμα. Χειρότερα· ἔχει πέσει θύμα, δίχως νὰ τὸ ἀντιλαμβάνεται(;)
νεοεποχίτικων διδασκαλιῶν (ποὺ διὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχουν διαβρώσει καὶ τὴν
περὶ ὑπακοῆς στοὺς ποιμένες Ὀρθόδοξη διδασκαλία), οἱ ὁποῖοι θεωροῦν καὶ θέλουν
τὸν κάθε ἄνθρωπο ἀνελεύθερο καὶ τὸ λαὸ ὑποχρεωμένο νὰ ἀκολουθεῖ ἀνεξέλεγκτα
τοὺς ὅποιους «ἡγέτες». Ἤδη σὲ παγκόσμο ἐπίπεδο οἱ ἀντιδράσεις τῶν
ἀνθρώπων μειώνονται ἐπικίνδυνα καὶ οἱ παγκοσμιοποιητὲς ἀπεργάζονται μὲ εὐκολία
τὰ σχέδιά τους.
Ἔτσι ὅμως, ὅλοι αὐτοί, ἀρνοῦνται τὴν θεόσδοτη
ἐλευθερία στὸν κάθε ἄνθρωπο ξεχωριστά, ποὺ ὡς ἄμεσα ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ζωή του
καὶ τὴ σωτηρία του ἔχει τὸ καθῆκον καὶ τὴν ὑποχρέωση νὰ ἀκολουθεῖ σὲ θέματα
Πίστεως τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων ποὺ ἤδη
ἰσχύει, κι ὄχι ἐκείνη ποὺ γιὰ λόγους Οἰκονομίας κ.λπ. ἐφαρμόζουν
σύγχρονοι Ποιμένες ἢ Ἅγιοι, ἐφ’ ὅσον αὐτὴ προσκρούει στὴν Ἱερὰ Παράδοση. Αὐτὴ ἡ
διδασκαλία κατοχυρώνεται ἀπὸ Ἁγίους ποὺ διδάσκουν: Ἡ ὑπακοὴ στοὺς Ποιμένες,
στοὺς Ἁγίους, ἀκόμα καὶ στοὺς Ἀποστόλους καὶ στοὺς Ἀγγέλους, κυρίως σὲ θέματα
Πίστεως εἶναι νοητή, μόνον ἐὰν ὁ Ποιμὴν διδάσκει ὅ,τι τὸ Εὐαγγέλιο καὶ οἱ Ἅγιοι
Πατέρες.
Ἐπαναλαμβάνουμε λοιπόν. Τὸ
κρίσιμο ἐρώτημα −ποὺ δὲν τολμᾶ ὁ κ. Χ.Λ. νὰ ἐρευνήσει, ἐνῶ σ’ αὐτὸ ἔπρεπε νὰ σταθεῖ
καὶ νὰ τὸ ἐξετάσει− εἶναι: οἱ Ἅγιοι ἀπομακρύνονταν καὶ δίδασκαν (ναί,
ἢ ὄχι) τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς ἑκάστοτε αἱρετικούς; (καταδικασμένους
ἢ μή). Κι ἂν ἡ κατοχυρωμένη ἀπὸ τὴν σύνολη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία (κι ὄχι
ἀπὸ ἐξαιρέσεις) ἀπάντησή του ἦταν θετική, στὴ συνέχεια θὰ ἔπρεπε α) νὰ
διερωτηθεῖ γιατί οἱ σύγχρονοι Ποιμένες δὲν ἀκολουθοῦν τοὺς Ἁγίους ὡς πρὸς τὴν
στάση τους ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς; β) νὰ ἐρευνήσει· ποιά στάση τήρησαν οἱ
ἀναγνωρισθέντες ὡς Ἅγιοι στὴν ἐποχή μας καὶ πόσο ἡ στάση τους αὐτὴ γιὰ τὸ ἴδιο
θέμα ἦταν ἡ ἴδια, γ) νὰ ἐξηγήσει· γιατί αὐτός (καθόσον γνωρίζει καὶ ἀσχολεῖται
μὲ τὸ θέμα καὶ κρίνει ἄλλους ὡς πρὸς τὴν Οἰκουμενιστική τους συμπεριφορά),
γιατί δὲν ἀποδέχεται τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων;
Ἐπεξήγηση: Δὲν συζητοῦμε τὸ ἂν ὁ κάθε πιστὸς προσωπικὰ (καὶ ὁ κ. Χ.Λ.)
θὰ ἐπιλέξει νὰ ἀκολουθήσει ἢ ὄχι τοὺς Ἁγίους. Αὐτὸ εἶναι δικό του θέμα, ποὺ θὰ
συζητήσει καὶ μὲ τὸν πνευματικό του. Συζητοῦμε καὶ καυτηριάζουμε τὴν παραποίηση
τῆς Πατερικῆς μας Παραδόσεως ἀπὸ τοὺς Ποιμένες καὶ θεολόγους. Ἐκείνους δηλαδή,
ποὺ διαμορφώνουν τὴν κοινὴ γνώμη (καὶ σ’ αὐτοὺς ἀνήκει ὁ κ. Χ.Λ, ἀφοῦ
δημοσιεύει ἄρθρα στὸν Τύπο) διδάσκοντες κάποιες θέσεις διαφορετικὲς ἀπ’ ἐκεῖνες
ποὺ διδάσκουν οἱ Πατέρες. Μιλοῦμε γι’ αὐτούς, ποὺ γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν
προσωπική τους στάση, ἀκολουθοῦν καὶ ἐπικαλοῦνται τὶς γνωστὲς χαρτοπολεμικὲς
θεωρίες τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν! Γιατί, ἐν τέλει, εἶναι ἐξωφρενικὸ νὰ
διαπιστώνει ὁ κ. Χ.Λ. τὶς «φρικτὲς» κακοδοξίες τῶν Οἰκουμενιστῶν καὶ τὶς
θεωρητικὲς ἢ πρακτικὲς παρεκτροπές τους, νὰ κατακεραυνώνει τὴν αἵρεση καὶ τοὺς
αἱρετικούς, ἀλλὰ ταυτόχρονα νὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς· καὶ τὸ τραγελαφικό:
νὰ ὑποστηρίζει (μαζὶ μὲ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές) ὅτι, ὅσοι ἐλέγχουν καὶ
παράλληλα κοινωνοῦν μὲ τοὺς αἱρετικούς,
εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴν «Ἐκκλησία τῶν
πονηρευομένων», ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τοὺς παναιρετικοὺς
Οἰκουμενιστές, ἀκολουθώντας τὴν διαχρονική
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐφαρμόζοντας Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας, αὐτοὶ εἶναι …ἐκτὸς Ἐκκλησίας!!!
Μπορεῖ νὰ μᾶς ἐξηγήσει, ἄν
θὰ τοὺς τιμούσαμε ὡς Ἀποστόλους, ὡς Ὀρθοδόξους Ποιμένες καὶ ὡς Ὁμολογητὲς καὶ
τί ἀποτέλεσμα θὰ εἶχε ὁ ἀγώνας τῶν Ἀποστόλων Παύλου καὶ Ἰωάννου, τῶν ἁγίων
Πολυκάρπου, Ἀθανασίου, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου, Κυρίλλου, Μαξίμου,
Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Γρηγορίου Παλαμᾶ, Μάρκου Εὐγενικοῦ κ.ἄ., ἂν συμπροσεύχονταν,
κοινωνοῦσαν καὶ συλλειτουργοῦσαν μὲ ἐκείνους τοὺς αἱρετικούς, τοὺς
ὁποίους διὰ τῶν Ἐπιστολῶν καὶ συγγραμμάτων τους κατήγγειλαν; Τί ἀξία θὰ εἶχε,
ἂν συμβούλευαν τοὺς πιστοὺς νὰ μὴν ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς ἀμετανόητους αἱρετικούς,
μὲ τοὺς ὁποίους ἐκεῖνοι (ἐνῶ τοὺς ἀπέρριπταν) ταυτόχρονα κοινωνοῦσαν μαζί τους;
Παράξενες καὶ πρωτάκουστες γιὰ Ὀρθόδοξους ποιμένες θέσεις καὶ στάσεις!
[Ὑπ’ ὄψιν ὅτι οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς
αἱρετικούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους συμβούλευαν οἱ Ἅγιοι τὴν ἀπομάκρυνση καὶ
ἀποτείχιση καὶ οἱ ἴδιοι εἶχαν διακόψει τὴν ἐπικοινωνία καὶ τὴν μνημόνευση, δὲν
εἶχαν -ἕως τότε- καταδικασθεῖ ἀπὸ Σύνοδο! Κι ἀκόμα, ἂς θυμηθεῖ ὁ κ. Χ.Λ. κάποια
γεγονότα, ὅπως τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ποὺ ἔφυγε παραδειγματικά, ὄχι ἀπὸ
ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία ἢ Θ. Λειτουργία, ἀλλὰ ἀπὸ ἕνα λουτρό(!), γιὰ νὰ μὴ
συνυπάρξει οὔτε στιγμὴ ἐκεῖ μὲ τὸν αἱρετικὸ Κήρινθο!].
Στὴ συνέχεια γράφει ὁ κ. Χ.Λ.: «Και εφόσον αυτοί, οι άγιοι, δεν κήρυξαν
και δεν κάλεσαν τον πιστό λαό σε αποτείχιση από τους οικουμενιστές, είχε το
δικαίωμα να το κάνει ο λαός μόνος του, δίχως αυτούς»;
Εἶδε ὁ κ. Χ.Λ., νὰ διδάσκει
κάπου ἡ Ἁγία Γραφή, πώς, πρὶν ἐφαρμόσει κάποιος μιὰ Εὐαγγελικὴ Ἐντολή, πρέπει
πρῶτα νὰ παίρνει ἄδεια ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του; Κάτι τέτοιο αἱρετικοὶ μόνο τὸ
διδάσκουν, μὲ πρῶτο τὸν σύγχρονο Μεγάλο αἱρετικὸ Ζηζιούλα!
«Μήπως θέλετε -συνεχίζει- να ανακηρύξουμε
εμείς οι λαϊκοί εαυτούς απλανείς οδηγούς στην οδό της αποτειχίσεως και να
καλέσουμε τους κληρικούς και τους μοναχούς, μεταξύ αυτών και αγίους, να μας
ακολουθήσουν; Σε ποιο στράτευμα, μάλιστα εν καιρώ πολέμου, τέθηκαν επικεφαλής
στρατιώτες υπαρχόντων αξίων αξιωματικών; Και εάν αυτό δεν συμβαίνει στα κοσμικά
στρατεύματα, θα συμβεί στην Στρατευομένη Εκκλησία, μέσα στην οποία πρέπει όλα
να γίνονται “ευσχημόνως και κατά τάξιν”;
Βλέπουμε και εμείς οι λαϊκοί τις
προδοσίες των οικουμενιστών, την αδράνεια των ιερέων, την σκανδαλώδη σιωπή του
Αγίου Όρους. Δεν θα δώσουμε όμως εμείς το σύνθημα της αποτειχίσεως, αλλά οι
κληρικοί, μεταξύ των οποίων, όπως είπαμε, υπάρχουν και άγιοι».
Τί νὰ πρωτοσχολιάσει κανείς, ἀπ’ ὅλα αὐτά, ὅσα ἐκτὸς ὀρθοδόξου
πραγματικότητος γράφει ὁ κ. Λιβανός, ἀπὸ καλὴ διάθεση, ἀλλὰ ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὶς ἀληθοφανεῖς θεωρίες τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, ποὺ στηρίζονται σὲ Πανεπιστημιακὰ καὶ μοναστηριακὰ βαρέα ὀνόματα γιὰ νὰ προωθήσουν τὶς ἀντιπατερικὲς θέσεις τους! Καθένας ἔχει ὑποχρέωση ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφό
του νὰ τοῦ θυμίζει τὶς Ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸν βοηθεῖ στὴν πραγματοποίησή
τους. Ἀδελφός του δὲν εἶναι καὶ ὁ κληρικός; Ὅταν τὸν βλέπει νὰ στραβοπατᾶ, θὰ ὀλιγωρήσει
καὶ δὲν θὰ τοῦ πεῖ τὰ δέοντα, ἐπειδὴ εἶναι κληρικός; Ὁ κ. Χ.Λ. ἐλέγχοντας Ἐπισκόπους,
φανταζόμαστε πὼς δὲν θὰ διαφωνεῖ σ’ αὐτό. Πῶς, λοιπόν, θὰ δώσουν οἱ κληρικοὶ τὸ «σύνθημα τῆς ἀποτειχίσεως»,
ὅταν φοβοῦνται καὶ τὸν ἴσκιο τους (δὲν ὁμιλοῦμε γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν
προσχωρήσει ἤδη στὸ ἅρμα τῶν Οἰκουμενιστῶν); Ὁ ἴδιος διαπιστώνει τὴν «σκανδαλώδη σιωπή
του Αγίου Όρους», ἄλλοι ἀντι-Οἰκουμενιστὲς ἔχουν μιλήσει μὲ
χειρότερα λόγια. Πῶς λοιπόν, ἀπὸ τοὺς σκανδαλωδῶς σιωπώντας περιμένει «τὸ σύνθημα τῆς ἀποτειχίσεως»;
Ποῦ εἶναι οἱ μιμητὲς τῶν Ἁγίων Ἅγιοι; Γιατί ἐξαφανίστηκαν καὶ δὲν ὁμιλοῦν; Θὰ
δοῦμε παρακάτω, ὅτι αὐτοὶ ποὺ θεωρεῖ ὡς Ἅγιους, τοὺς ὁποίους πρέπει τάχα νὰ ἀκολουθήσουμε
σὲ ὅλα, νὰ ἔχουν μεταξύ τους διαφορετικὴ τοποθέτηση γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, ἢ νὰ
πράττουν ἀντίθετα ἀπὸ τὴν διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας!
Ἀποφαίνεται, λοιπόν, ὁ κ. Χ.Λ. (ὡς Κανονολόγος ἢ ἐμβριθὴς
μελετητὴς τῶν Πατέρων;), πὼς ἀπαγορεύεται στοὺς λαϊκοὺς νὰ ἀποτειχίζονται, ἐὰν Ἐπίσκοποι
ἢ κάποιοι σύγχρονοι Ἅγιοι δὲν «κηρύξουν» καὶ δὲν δώσουν τὸ σύνθημα γιὰ ἀποτείχιση, ὡς στρατηγοί! Καὶ ὅτι αὐτὸ ἀποτελεῖ, τάχα,
ἐκκλησιαστικὸ δεδομένο. Θὰ ἦταν βαρύ, ἂν τοῦ ποῦμε ὅτι ψεύδεται;
Ἂς θυμηθοῦμε γεγονότα. Δὲν ἔχουμε τὸν λαϊκὸ (ἐπὶ τῶν χρόνων τοῦ αἱρετικοῦ Νεστορίου), ποὺ πρὶν ἀπὸ κάθε μοναχό, ἱερέα ἢ ἐπίσκοπο ἀποτειχίστηκε ἀπὸ τὸν Νεστόριο; Ξεχνᾶ δηλαδή, ὅτι (ὅπως διαβάζουμε στὴν ἱστοσελίδα τῆς Ἱ. Μ.
Παντοκράτορος, γιὰ νὰ μὴν παραπέμψουμε σὲ δικά μας βιβλία):
«ένας εκ των πρώτων που αντέδρασαν κατά του
αιρετικού Πατριάρχου Νεστορίου», ἦταν «ο λαϊκός άνθρωπος Ευσέβιος, μετέπειτα
επίσκοπος Δορυλαίου», ὁ ὁποῖος δὲν κατεκρίθη, ἐπειδὴ πρόλαβε καὶ ἀποτειχίστηκε
πρὶν ἀπὸ τοὺς μοναχούς, καὶ ἱερεῖς, καὶ Ἐπισκόπους, καὶ Ἁγίους τῆς ἐποχῆς
του (μήπως τότε δὲν ὑπῆρχαν Ἅγιοι νὰ δείξουν τὸ παράδειγμα;), ἀντίθετα, γι’ αὐτή
του τὴν πράξη δεν τὸν ζήλεψαν οἱ Ἐπίσκοποι-στρατηγοί, ἀλλὰ τὸν τίμησαν· τιμήθηκε
καὶ «δικαιώθηκε από την Εκκλησία κατά την καταδίκην
του Νεστορίου»! «Ο Ευσέβιος (όντας λαϊκός) είχεν αντιδράσει αμέσως (το
429), αντικρούοντας τον αιρετικό Πατριάρχη εντός της Εκκλησίας». Ὅτι «αμέσως μετά ο Ευσέβιος τοιχοκόλλησε στο Ναό της Αγίας
Σοφίας και διέδωσε δημόσιο γραπτό λίβελλο-έλεγχο της αιρέσεως του Πατριάρχη με
την παρακίνηση: “Ορκίζω στην Αγίαν Τριάδα αυτόν που λαμβάνει αυτό το χαρτί, να
το παρουσιάση σε επισκόπους, πρεσβυτέρους, διακόνους, αναγνώστες, λαϊκούς που
κατοικούν την Κωνσταντινούπολι, κι ακόμη να τούς δώση και αντίγραφο, προς
έλεγχο του αιρετικού Νεστορίου, ότι είναι ομόφρων του Παύλου του Σαμοσατέως που
αναθεματίσθηκε πριν από εκατόν εξήκοντα έτη από τους ορθοδόξους Πατέρες
Επισκόπους”».
Ἂς θυμηθεῖ ὁ κ. Χ.Λ. ὡς πρὸς τὸ γεγονὸς αὐτὸ συμπληρωματικά, ὅτι ἡ αἵρεση τοῦ
Νεστορίου εἶχε ἐμφανιστεῖ πρὶν ἀπὸ ἐλάχιστα χρόνια, δὲν εἶχε ζωὴ πολλῶν δεκαετιῶν,
ὅπως ὁ Οἰκουμενισμός! Κι ὅτι ἡ πληροφόρηση τότε ἦταν πρωτόγονη σὲ σχέση μὲ
σήμερα, ποὺ σὲ μερικὲς ὧρες γνωστοποιοῦνται καὶ ἀναλύονται οἱ αἱρετικὲς
κινήσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν· σήμερα ποὺ ἡ τυπογραφία, οἱ φωτογραφίες, τὰ βίντεο,
τὸ ἴντερνετ, ἀντὶ νὰ ξεσηκώσουν τοὺς πιστοὺς κατὰ τῶν αἱρετικῶν, τοὺς ἐθίζουν
καὶ ἐξ-οἰκουμενίζουν, καθὼς μάλιστα κάποιοι (σὰν καὶ τὸν κ. Χ.Λ.) διδάσκουν ὅτι, ἐφ’
ὅσον δὲν καταδικάστηκαν οἱ Οἰκουμενιστές, μποροῦμε νὰ κοινωνοῦμε μαζί τους καὶ
νὰ τοὺς φερόμαστε ὡς πρὸς Ὀρθοδόξους!!!
Ἂς θυμηθοῦμε ἀκόμα κάτι πολὺ σπουδαῖο· ὅτι ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως Νεστόριος
δὲν ἦταν ἕνας τυχαῖος κληρικός, δὲν εἶχε σπουδάσει «ὀρθοδοξία» στὰ πανεπιστήμια
τοῦ Βατικανοῦ, ὅπως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος(!), ἀλλ’ ὅτι εἶχε διαπρέψει
ὡς ὁμολογητὴς Ἐπίσκοπος στὴν Ἀντιόχεια, στὸν ἀγώνα ἐναντίον τοῦ Ἀρειανισμοῦ!
Δὲν ἦταν δηλαδή, ἀπὸ τὰ γενοφάσκια του αἱρετικός, ὅπως ὁ Βαρθολομαῖος, ποὺ πρὶν
ἀκόμα γίνει Πατριάρχης εἶχε δημοσιεύσει μελέτη ἐναντίον τῶν Ἱ. Κανόνων,
προετοιμάζοντας τὴν κατάργησή τους, τὴν ὁποία ἤδη ἐπιτυγχάνει ὡς Πατριάρχης!!! Ἐν
τούτοις, μόλις αἱρέτισε (ὁ πρὶν ὀρθόδοξος ἀγωνιστὴς ποιμένας Πατριάρχης Νεστόριος),
χωρὶς Οἰκονομίες, εὐγένειες καὶ πίστωση χρόνου, ξεκίνησε ὁ λαϊκὸς Εὐσέβιος τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα
Πατριάρχη! Μάλιστα ὁ Εὐσέβιος δὲν εἶχε πίσω του τὸν συγκεκριμένο ΙΕ΄ Ἱερὸ Κανόνα γιὰ νὰ στηριχθεῖ καὶ
νὰ καλύψει τὴν ἀποτείχισή του, ὅπως ἐμεῖς σήμερα.
Καὶ ἐμεῖς, ἐνῶ σήμερα ἔχουμε ἀποκρυσταλλωμένη μιὰ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση δύο
χιλιετιῶν, μᾶς κατηγορεῖ ἐπειδὴ ἀποτειχιστήκαμε χωρὶς νὰ περιμένουμε τοὺς
στρατηγούς; Παρότι γνωρίζει πὼς προηγήθηκε ἡ ἀποτείχιση τοῦ πνευματικοῦ μας π.
Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτὸ καὶ τιμωρήθηκε ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους!
Μήπως ὁ ΙΕ΄ Κανόνας λέγει ὅτι πρέπει νὰ περιμένουμε δεκαετίες καὶ εὐνοϊκὲς
προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς; Γιατί λοιπόν, εἰσάγει ἐκεῖνες
τὶς αὐθαίρετες προϋποθέσεις τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν: «μη
υπαρχουσών των αναγκαίων προϋποθέσεων και συνθηκών παντού και πάντοτε για μια τέτοια αποτείχιση»; Θέτει ὁ Κανόνας ἄλλη
προϋπόθεση ἀπὸ τὴν κήρυξη «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» κάποιας κακοδοξίας; Ὁ ἅγιος
Ἰουστῖνος μιλᾶ γιὰ Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἐδῶ καὶ 40 χρόνια! Ὁ κ. Χ.Λ.
διαφωνεῖ μὲ τὸν Ἅγιο; Δὲν ὑπάρχει ἐξακριβωμένη, κηρυττόμενη καὶ ἐμπεδούμενη κακοδοξία;
Καὶ τὸ ἀντιφατικὸ καὶ κατακριτέο: μᾶς κατηγορεῖ παρότι, οὔτε αὐτοὶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
μὲ τοὺς ὁποίους συμπλέει καὶ στοὺς ὁποίους στηρίζεται, ἰσχυρίζονται
(τουλάχιστον ὡς πρόσφατα) ὅτι ἀπαιτεῖται ἡ ἄδεια Ἁγίου γιὰ τὴν Διακοπὴ
μνημοσύνου. Ἀργότερα, βέβαια, ψέλλισαν καὶ τέτοιες θεωρίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ
δικαιολογήσουν τὴν δική τους ὀπισθοχώρηση ἀπ’ ὅσα ἀρχικὰ ἔλεγαν. Καὶ ἄρχισαν νὰ
ἰσχυρίζονται, πὼς πρέπει βροῦν κάποιους Ἐπισκόπους· πρέπει τάχα νὰ προηγηθεῖ Ἐπίσκοπος…!
Κι βρῆκαν μερικοὺς Ἐπισκόπους νὰ πλαισιώσουν τὴν προσπάθειά τους! Βρῆκαν μάλιστα
καὶ μᾶς παρουσίασαν ὡς λέοντα (ὅπως τὸν χαρακτήρισαν) τὸν μητροπολίτη Πειραιῶς
Σεραφείμ. Καὶ ἀντὶ νὰ προχωρήσουν στὴν Ἀποτείχιση μὲ μπροστάρη τὸν κ. Σεραφείμ,
ποὺ διάβασε μάλιστα καὶ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μᾶς ἔλεγαν διὰ
στόματος π. Θ. Ζήση: Μὰ τώρα πῶς νὰ ἀποτειχιστοῦμε; Μποροῦμε νὰ ἀποκοποῦμε καὶ ἀπὸ
τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ μᾶς στηρίζουν; (Κι ἔζησαν
αὐτοὶ καλά…!). Βρῆκαν λοιπόν, τὸν δίγλωσσο κ. Σεραφείμ, ποὺ καταδίκασε σὲ Ἡμερίδα
τὴν μεταπατερικὴ θεολογία τοῦ Δημητριάδος, ἀλλὰ μετὰ μερικοὺς μῆνες τίμησε τὸν
κ. Ἰγνάτιο Δημητριάδος «ὡς ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ»! Τὸν κ. Σεραφείμ, ποὺ ἔστειλε ἐπαινετικὴ
ἐπιστολὴ στὸν π. Εὐθύμο Τρικαμηνᾶ, γιὰ τὴ μελέτη του περὶ Ἀποτειχίσεως, καὶ ὕστερα
ἀπὸ κάποιους μῆνες κατεδίκαζε ὡς αἵρεση τὰ περὶ Ἀποτειχίσεως συγγράμματά του καὶ
ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας τοὺς Ἀποτειχισμένους! Τὸν κ. Σεραφείμ, ποὺ στὴν Ἡμερίδα ποὺ
διοργάνωσε περὶ Ἀποτειχίσεως στὸν Πειραιᾶ, ἐψεύστη ἀσύστολα καὶ διέστρεψε ὠμὰ
καὶ ξεδιάντροπα (ὁ ἀθεόφοβος) τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου.
(Ἂν κάποιος ἀπορεῖ καὶ ἀμφιβάλλει, καὶ πρὶν μᾶς χαρακτηρίσει ὡς ἀσεβεῖς, ἂς
διαβάσει γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθὲς ἐδῶ, κι ἐδῶ, κι ἐδῶ τὰ πειστήρια ὅσων γράφουμε. Δυστυχῶς ἡ ἀλήθεια
πονάει καὶ καίει, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ πλέον νὰ κρυφτεῖ χάριν τάχα κάποιας οἰκονομίας).
Κατηγορεῖ λοιπόν ὁ κ. Χ.Λ., ὅσους χωρὶς τὴν ἄδεια τῶν στρατηγῶν ἀποτειχίστηκαν,
παρότι οὐδεὶς Πατέρας διδάσκει ὅτι προκειμένου νὰ ἀποτειχιστοῦμε ἀπὸ αἵρεση (ποὺ
τὴν ἔχει χαρακτηρίσει ὡς αἵρεση Ἅγιος καὶ ἡ ὁποία εἶναι κατεγνωσμένη) πρέπει
τάχα νὰ περιμένουμε τὴν προτροπὴ γι’ αὐτὸ κάποιων Ἁγίων ἤ Ἐπισκόπων.
Μᾶς κατηγορεῖ, παρότι ἡ ἀποτείχιση δὲν ἦταν δική μας ἰδέα· ἐμεῖς προσωπικά,
κυριολεκτικὰ πρὶν μερικὰ χρόνια «δὲν εἴχαμε ἰδέα» γι’ αὐτή! Μᾶς μύησαν σ’ αὐτὴ
τὴν πατερικὴ γραμμὴ ἀγωνιστὲς κληρικοί. Ἄλλους, ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης καὶ ἡ ὁμάδα
τῆς Συνάξεως μοναχῶν καὶ κληρικῶν (οἱ ὁποῖοι κατόπιν ὀπισθοχώρησαν ἄτακτα, χωρὶς
νὰ δικαιολογήσουν θεολογικὰ τὴν ὀπισθοχώρησή τους, ὅπως ἔδει, ἐπιδεικνύοντας τὴν
ἐντιμότητα τοῦ ὀρθόδοξου Ποιμένα ποὺ ἀναγνωρίζει τυχὸν λάθος του καὶ παίρνει τὴν
εὐθύνη γιὰ τὴν παραπλάνηση ποὺ ἐνέσπειρε στοὺς ποιμαινομένους). Ἄλλους δέ, ὁ π.
Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο ἔμεινε πιστὸς σὲ ὅσα ἐδίδαξε, ἀλλὰ καὶ
συνεχῶς τὰ στηρίζει καὶ τὰ ἐπιβεβαιώνει, μὲ νέες μελέτες του στὴν
ἁγιοπατερική μας Παράδοση. Καὶ ὁ ἀείμνηστος Ἰωάννης Κορναράκης μᾶς ἐνίσχυε ὡς ἀποτειχισμένους,
λέγοντας: Συνεχίστε τὸν ἀγώνα σας. Ἐγὼ δὲν μπορῶ πλέον νὰ ἀγωνιστῶ, εἶμαι λίγο
πρὶν τὸ τέλος. Καὶ εἶναι γνωστό ὅτι εἶχε προβεῖ σέ μία μερική ἀποτείχιση, ἐπιλέγοντας
νὰ ἐκκλησιάζεται σὲ μὴ Οἰκουμενιστὲς ἱερεῖς. Κι ὅπως κάποτε μᾶς ἐκμυστηρεύτηκε:
Ὅταν εἶδα ὅτι ἦταν αὐτὸς λειτουργός, ἔφυγα καὶ πῆγα σὲ ἄλλη Ἐκκλησία!
Εἶναι φανερό, ὡς ἐκ τούτου, ὅτι ἱερεῖς μᾶς δίδαξαν, καὶ μᾶς στήριξαν, ἱερεῖς προηγήθηκαν καὶ δὲν ξεκινήσαμε μόνοι, δὲν κάναμε τοῦ κεφαλιοῦ μας ὅπως
−ἂς ποῦμε ἀγνοῶν− μᾶς κατηγορεῖ ὁ κ. Χ.Λ.! Ἔχουμε πολλάκις ἀναφερθεῖ στὶς δεκάδες ἀναφορὲς τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση, ὁ ὁποῖος
μάλιστα, μὲ παραδείγματα συγχρόνων ἀποτειχισμένων, καλλιεργοῦσε τὴν ἰδέα τῆς ἀποτειχίσεως.
Διὰ πολλῶν ὁ π. Θ. Ζ. ἔγραφε ὅτι, ἐκεῖ ποὺ ἔφτασαν τὰ πράγματα, ἀπαιτεῖται ἡ ἀποτείχιση καὶ τόνισε πολλὲς φορὲς τὸ
δικαίωμά μας γιὰ αὐτή: σὲ μένα προσωπικὰ τὸ εἶπε στὸ διάλειμμα κάποιας Σύναξης στὴν Γατζέα· ἔπειτα σὲ
τηλεφωνική μας ἐπικοινωνία· ἀλλὰ καὶ ἐνώπιον ὅλων τῶν Πατέρων τῆς Συνάξεως πάλι στὴν Γατζέα (μαζὶ μὲ τὸν π. Γ. Μεταλληνό). Οὔτε ἀκόμα ἀπέτρεψε συνεργάτιδα τοῦ ἱστολογίου
μας νὰ ἀποτειχισθεῖ ὅταν τοῦ ἀνακοίνωσε
τηλεφωνικὰ τὴν ἀπόφασή της.
Θὰ μακρύνουμε πολὺ τὸν λόγο, ἂν θελήσουμε (ὅπως ἔχουμε κάνει διὰ πολλῶν στὸ
ἱστολόγιό μας) νὰ παραθέσουμε πολλὲς περιπτώσεις λαϊκῶν ἀποτειχισθέντων ἢ ἁγίων
ποὺ προτρέπουν στὴν Ἀποτείχιση γιὰ περιπτώσεις αἱρετικῶν, ποὺ ἡ κακοδοξία μετροῦσε
ἀσυγκρίτως μικρότερο χρόνο, ἀπ’ ὅ,τι ἡ περίπτωση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐπαναλαμβάνουμε, λοιπόν, ὅτι
ὁ κ. Χ.Λ. εἶναι φανερό, μετὰ καὶ τὰ ὅσα ἀναφέραμε, ὅτι προσπερνᾶ ὅλα αὐτά, ποὺ
ἀποτελοῦν τὴν οὐσία τοῦ ὑπὸ ἐξέταση θέματος-ἐρωτήματος, καὶ ἀποφεύγει νὰ
ἀπαντήσει. Στρέφει δὲ τὴν συζήτηση σὲ ἄλλα θέματα, ἐκεῖ ποὺ νομίζει πὼς τὸν
βολεύει. Δὲν ἀπαντᾶ δηλαδή, γιὰ τὸ ποιά
εἶναι ἡ διαχρονικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὡς πρὸς τὴν στάση τῶν πιστῶν
ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ ἀσχολεῖται μὲ τό, τί ἔκαναν οἱ σύγχρονοι
Ἅγιοι στὸ θέμα!
Μὰ θεολογικὴ ἀρχὴ εἶναι νὰ
ἐξετάζουμε ὄχι τὶς πράξεις μεμονωμένων Ἁγίων, ποὺ ὡς ἄνθρωποι ἦταν δυνατὸν νὰ
σφάλλουν σὲ κάποιο θέμα, ἢ νὰ ἐφάρμοσαν γιὰ λόγους διακρίσεως κάποια Οἰκονομία,
ἀλλὰ νὰ ἐξετάζουμε τὴν συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων (consensus partum) στὸ θέμα αὐτό. Μᾶς
ἐνδιαφέρει πρωτίστως ἡ Ἀκρίβεια. Κι ἂν βροῦμε τὴν Ἀκρίβεια, ἔπειτα
συζητᾶμε καὶ γιὰ τὴν Οἰκονομία: ἂν χρειάζεται, ποῦ, πόσο καὶ πότε θὰ
ἐφαρμοσθεῖ. Δηλαδή τὸ ζητούμενο δὲν εἶναι τὸ τί ἔκαναν οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι, ἀλλὰ
τὸ κατὰ πόσον οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι συμφωνοῦν στὸ συγκεκριμένο θέμα μὲ τὴν Ἁγία
Γραφὴ καὶ τοὺς πρὸ αὐτῶν Ἁγίους. Μήπως, γιὰ τὸν Χ.Λ. αὐτὴ ἡ ἐρώτηση εἶναι
ἀπαγορευμένη; Μήπως εἶναι ἀσεβής; Μήπως δὲν ἔχουμε πρὸς τοῦτο, αἰώνιο
καθοδηγητικὸ παράδειγμα τὴν πρακτικὴ τῶν Συνόδων καὶ τῶν Ἁγίων;
Ἔτσι, δὲν ἔπραξαν ὅλες οἱ
Σύνοδοι; Οἱ Συνοδικοὶ (Ἐπίσκοποι καὶ μοναχοί) ζητοῦσαν –πολλὲς φορὲς μὲ ἐπιμονὴ
ποὺ ἐκπλήσσει– νὰ διαβαστοῦν ὅσα ἀποσπάσματα Ἁγίων Πατέρων ὑπῆρχαν γιὰ τὸ θέμα.
Καὶ μόνο ἂν διαπιστωνόταν συμφωνία τῶν συγχρόνων Ἐπισκόπων καὶ Γερόντων μὲ τοὺς
παλαιότερους Ἁγίους, ἐδέχοντο μιὰ διδασκαλία. Ποτὲ δὲν ξεκινοῦσαν ἀνάποδα,
ὅπως κάνει ὁ Χ.Λ., δίνοντας ἔτσι τὴν ἐντύπωση ὅτι ἡ συμφωνία τῶν παλαιοτέρων Ἁγίων
δὲν ἔχει καὶ τόση σημασία, ἂν δὲν συμφωνεῖ μὲ τοὺς συγχρόνους Ἁγίους! Ἡ σκέψη
του ταυτίζεται στὸ σημεῖο αὐτὸ μὲ τὶς θέσεις τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, ποὺ
παραποιοῦν τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων στὸ θέμα, ὅπως πολλὲς φορὲς ἔχει
καταδειχθεῖ στὸ ἱστολόγιό μας, καὶ δὴ στὶς μελέτες τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ ἐδῶ, τὶς ὁποῖες ἐγωϊστικὰ ὑποτιμοῦν καὶ προκλητικὰ ἀπαξιώνουν οἱ
ἀντι-Οἰκουμενιστές, χωρὶς νὰ τολμοῦν νὰ τὶς ἀντικρούσουν. Ἀκόμα καὶ πρὸς ἕνα
ἁπλὸ πιστό, μιὰ πιστή, ἕνα ἄθεο ἢ αἱρετικό, φέρονται μὲ μεγαλύτερη διάκριση καὶ
σεβασμό, ἀπ’ ὅ,τι φέρονται πρὸς τοὺς ἀποτειχισμένους καὶ πρὸς τὸν π. Εὐθύμιο,
ποὺ μελέτησε καὶ παρουσίασε ἕνα τόσο μεγάλο καὶ ζωτικὸ πρόβλημα τῆς ζωῆς τῆς
Ἐκκλησίας.
Ἀφοῦ θέλει, ὅμως, ὁ κ. Χ.Λ. καὶ
μᾶς ρωτᾶ νὰ μάθει τί ἔκαναν σύγχρονοι Ἅγιοι, θὰ τοῦ θυμίσουμε κάποιες
διαφορετικὲς στάσεις στὸ θέμα ποὺ κράτησαν οἱ Ἅγιοι, στοὺς ὁποίους ὁ ἴδιος ἀναφέρεται.
α) Ὁ προσφάτως ἀνακηρυχθεὶς ἅγιος
Πορφύριος (ἀπ’ ὅσα γνωρίζουμε) οὔτε ἀποτειχίστηκε, οὔτε δείχνει στὶς
διασωθεῖσες διδασκαλίες του νὰ τὸν ἐνδιαφέρει τὸ πρόβλημα, ἀφοῦ δὲν καυτηρίασε κἂν
τὴν παναίρεση τῆς ἐποχῆς μας, τὸν Οἰκουμενισμό.
β) Ἀντίθετα οἱ ἄλλοι δύο
Ἅγιοι, μίλησαν καθαρὰ ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ διέκοψαν τὸ Μνημόσυνο τῶν
Πατριαρχῶν Γερμανοῦ καὶ Ἀθηναγόρα ἀντιστοίχως.
i. Στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο», φ.
144, 15/6/1971, μαθαίνουμε ὅτι ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς «ἔπαυσε πᾶσαν
ἐκκλησιαστικὴν κοινωνίαν μετὰ τοῦ κακοδόξου Πατριάρχου»! Διατί; Διότι ὁ
πατριάρχης Γερμανὸς «διακηρύσσει τὴν πεποίθησίν του ὅτι αἱ
“Χριστιανικαὶ” κοινότητες ἀποτελοῦν πᾶσαι μέρος τῆς μιᾶς μεγάλης Χριστιανικῆς
Ἐκκλησίας!!». Εἶναι δὲ γνωστὸν ὅτι ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ὀνόμασε τὸν
Οἰκουμενισμὸ Παναίρεση.
ii. Ὁ ἅγιος Παΐσιος
πρωτοστάτησε (ὅπως ἐπιβεβαίωνε ὁ ἀείμνηστος
μοναχὸς Νικόδημος Μπιλάλης) στὴν Διακοπὴ τοῦ Μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα
ἀπὸ ὅλο σχεδὸν τὸ Ἅγιον Ὄρος.
γ) Ἕνα τρίτος δὲ ἅγιος
μοναχός, ὁ Ἰωσὴφ ὁ Σπηλαιώτης καί ἡσυχαστὴς εἶχε ἀποτειχιστεῖ ἀπὸ τὸν
Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ μέχρι τὸν θάνατό του δὲν ἐμνημόνευε ἐπίσκοπο. Τοῦτο
κατετέθη δημόσια στὴν Ἡμερίδα τῆς Ἱ. Μ. Πειραιῶς ἀπὸ Ἁγιορεῖτες, ὁ δὲ συντονιστὴς
π. Παῦλος Δημητρακόπουλος (πρώην ἁγιορείτης κι αὐτός) ὁμολόγησε πὼς πράγματι
πρόκειται γιὰ Ἅγιο τὸν ὁποῖο ἐγνώρισε! Νὰ μνημονεύσουμε ἐδῶ ὅτι, σύμφωνα μὲ
μαρτυρίες ἁγιορειτῶν πάλι, στὴν ἴδια Ἡμερίδα ἐτονίσθη ὅτι εἶχαν σταματήσει τὴν
μνημόνευση τοῦ πατριάρχη καὶ τὰ πνευματικὰ παιδιὰ τοῦ π. Ἰωσήφ, ὁ π. Χαράλαμπος
(Μπουραζέρη) καὶ ὁ π. Ἐφραὶμ ὁ Φιλοθεΐτης (νῦν Ἀριζόνας), μέχρι ποὺ ἐπῆγαν
στὰ μοναστήρια τῆς Φιλοθέου καὶ Διονυσίου (ἐδῶ).
δ) Διέκοψαν, ἐπίσης, μερικῶς
τὴν Μνημόνευση τοῦ Ἀθηναγόρα καὶ οἱ τρεῖς Μητροπολῖτες, χωρὶς νὰ ἀποτειχιστοῦν
καὶ ἀπὸ ὅσους Μητροπολῖτες κοινωνοῦσαν μὲ τὸν Ἀθηναγόρα, ἐφαρμόζοντας μιὰ μερικῆς
μορφῆς ἀποτείχιση.
Αὐτὲς εἶναι οἱ Ἀποτειχίσεις
ποὺ γνωρίζουμε καὶ ποὺ δὲν θυμήθηκε ὁ κ. Χ.Λ., ὅταν ἐρωτοῦσε: «Ερωτάται και πάλι
ο κ. Π.Σ.: Γνωρίζει έστω και ένα σύγχρονο άγιο (επισήμως αναγνωρισμένον ή μη),
που αποτειχίστηκε, εξ αιτίας του Οικουμενισμού;».
Καὶ μὲ τὴ σειρά μας ρωτᾶμε
τὸν κ. Χ.Λ. Ἀπορρίπτει τὴν ἁγιότητα τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, ἐπειδὴ δὲν μίλησε γιὰ
τὸν Οἰκουμενισμό, κι ἐπειδὴ δὲν συμβούλευε, ὅσους τυχὸν τὸν ἐπισκέπτονταν τότε,
νὰ ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμα τῶν ἄλλων Ἁγιορειτῶν; Ἀπορρίπτει τὴν ἁγιότητα τοῦ
π. Παϊσίου καὶ τῶν Ἁγιορειτῶν ποὺ διέκοψαν τὸ Μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη; Ἔκαναν
καλὰ οἱ τρεῖς Μητροπολῖτες γιὰ τὴν μερικὴ ἀποτείχιση; Καὶ μποροῦν, αὐτὲς
οἱ 3 διαφοροποιημένες περιπτώσεις, νὰ ἀποτελέσουν τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς
πρὸς τὴν στάση μας ἀπέναντι στοὺς Οἰκουμενιστές; Πότε ἔκανε καλὰ ὁ π. Ἐφραίμ;
Ὅταν διέκοψε τὸ μνημόσυνο (πρὶν γίνει Ἡγούμενος) γιὰ παραβάσεις μικρότερης
ἔκτασης, ἢ τώρα ποὺ συνεχίζει νὰ μνημονεύει, καθ’ ὃν χρόνον ὁ Οἰκουμενισμὸς
γιγαντώνεται; Ποιόν ἀπ’ ὅλους θὰ ἀκολουθήσουμε; Ὅποιου ἡ στάση μᾶς βολεύει, ἢ
τὴν διαχρονικὴ στάση τῆς Ἐκκλησίας;
Ἐπίσης: Εἶναι σίγουρος ὁ κ. Χ.Λ.
ὅτι, ἂν ζοῦσε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θὰ συνέχιζε νὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές;
Θὰ ἀποδεχόταν τὴν συμβιβασμένη γραμμὴ τῶν σημερινῶν Ἡγουμένων τοῦ Ἁγίου Ὄρους (τὴν
ὁποία ἔχει καταγγείλει ὁ π. Θ. Ζήσης, ἄλλοι ἀντι-Οἰκουμενιστές, ὁ ἀείμνηστος
Νικ. Σωτηρόπουλος, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ κ. Χ.Λ.); Αὐτός, ποὺ στὶς πρῶτες νηπιακὲς
κινήσεις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πρωτοστάτησε στὴν Διακοπὴ Μνημοσύνου τοῦ Ἀθηναγόρα
(ποὺ κατὰ τὶς ἐκτιμήσεις τοῦ π. Ἐπιφάνιου Θεοδωρόπουλου ἐκφραζόταν μόνο ἀπὸ τὸν
Πατριάρχη Ἀθηναγόρα καὶ «τὸν περὶ αὐτὸν θίασον», δηλ. 5-6 μόνο Ἐπισκόπους!),
σήμερα θὰ σιωποῦσε; Ἤ, σήμερα, ποὺ ἐπακολούθησε τὸ Μπάλαμαντ, ἡ Ἀσσίζη, τὸ
Πόρτο Ἀλέγκρε, “οἱ ἀδιάλειπτες συμπροσευχές”, ἡ θεσμοποίηση-μονιμοποίηση τῆς
Βαπτισματικῆς καὶ Εὐχαριστιακῆς θεολογίας καὶ τῆς θεωρίας τῶν κλάδων (σύμφωνα μὲ ἄρθρο τοῦ ἰδίου τοῦ κ. Χ.Λ.), τὸ
Πουσὰν κ.ἄ.π., δὲν θὰ πρωτοστατοῦσε καὶ πάλι στὴν Διακοπὴ μνημοσύνου ὁ ἅγιος
Παΐσιος; Μήπως θὰ ἀδρανοῦσε καὶ θὰ ἐξομοιωνόταν μὲ τοὺς συγχρόνους ἁγιορεῖτες,
τοὺς ὁποίους κατακρίνει ὁ κ. Χ.Λ.; Κι ἂν ζοῦσε ὁ π. Παΐσιος σήμερα καὶ σιωποῦσε
κι αὐτός, θὰ τὸν κατέκρινε ὅπως τοὺς συγχρόνους ἁγιορεῖτες; Καὶ ποῦ γνωρίζει,
ἂν στοὺς συγχρόνους ἁγιορεῖτες ποὺ κατακρίνει ὡς σιωπῶντες, δὲν ὑπάρχει κάποιος
ἅγιος Παΐσιος, τοῦ ὁποίου ἡ ἁγιότητα θὰ ἀποκαλυφθεῖ μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια;
Καὶ λοιπόν, τὸ κριτήριό μας
θὰ εἶναι αὐτοὶ οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι, οἱ τυχὸν Οἰκονομίες ποὺ κάνουν ἢ καὶ τὰ
λάθη, οἱ διάφορες ἐκτιμήσεις τῆς συγχρόνου καταστάσεως, ἢ κριτήριό μας θὰ εἶναι
ἡ διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας; Αὐτὴ δὲν εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς διδάσκει
καὶ μᾶς κρίνει;
Ἂν θέλουν, λοιπόν, οἱ
ἀντι-Οἰκουμενιστὲς καὶ ὁ κ. Λιβανὸς νὰ κάνουν Οἰκονομίες γιὰ πολλοὺς δικούς
τους λόγους, δὲν σημαίνει μ’ αὐτὸ ὅτι θὰ ἀποφεύγουμε νὰ λέμε -ἐκφέρουμε τὴν
ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἀσχέτως ἂν γιὰ τοὺς δικούς του λόγους καθένας δὲν μπορεῖ
νὰ τὴν ἀκολουθήσει. Δὲν σημαίνει πὼς αὐτὴ ἡ ἐκφορὰ τῆς ἀλήθειας, μπορεῖ νὰ
βαπτίζεται ὡς «φορτική άσκηση πιέσεων»! Ἐὰν δὲν ἀκολουθήσει
ὁ καθένας προσωπικὰ τὴν στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ συγκεκριμένο θέμα, κάνει μιὰ
παράλειψη, ἂν ὅμως συντελεῖ στὴν διαστροφὴ καὶ ἀποτροπὴ τῆς ἐφαρμογὴ τῆς
στάσεως τῆς Ἐκκλησίας, τότε διαστρέφει τὴν διδασκαλία της καὶ αἱρετίζει,
ἀντιστέκεται στὸν Χριστὸ καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ὁδήγησε τοὺς Πατέρες νὰ πάρουν
ἐκεῖνες τὶς ἀποφάσεις.
Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, ὅτι δὲν
πιστεύουμε ὅτι, ὅσοι ἀκολουθοῦν τὴν Ἀποτείχιση εἶναι ἐκ τούτου ἀναμάρτητοι καὶ σεσωσμένοι,
ἐφόσον μπορεῖ νὰ σφάλλουν σὲ πλεῖστα ὅσα ἄλλα προσωπικὰ θέματα ὁ καθένας, νὰ
ἔχουν ἄθελά τους καὶ λανθασμένες θέσεις· ἐφ’ ὅσον, ἀκόμα, σφάλλουμε σὲ ἄλλα θέματα
χριστιανικῆς βιοτῆς, στὰ ὁποῖα ὁ κ. Χ.Λ., τὸν ὁποῖο θαυμάζουμε γιὰ τὴν παρρησία
του καὶ τὸν ἀγώνα του στὸν Καναδά, εἶναι ἄψογος. Ἁπλῶς, ἀπολογούμαστε γιὰ τὸν ἀγώνα μας (ἀγώνα
ἀδέξιο, μὲ λάθη, μὴ πειστικό κ.λπ.) ἀγώνα γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία πάντως, διὰ τοῦ
ὁποίου ἐπισημαίνονται κακοδοξίες, λανθασμένες ἐνέργειες καὶ πρακτικές ποὺ
διαστρέφουν στὶς συνειδήσεις τῶν χριστιανῶν τὴν Πίστη, ἀλλὰ καὶ τὸν ὁμολογιακὸ
ἀγώνα κάθε πιστοῦ. Ἡ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἔχει σχέση μὲ τὴ σωτηρία μας
καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν Ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν ἁρπάζουμε ἐδῶ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ
ὡς πρὸς τὴν σωτηρία ὅσων ἀγωνίζονται μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο.
Καὶ συνεχίζει στὸ ἴδιο
μοτίβο νὰ ἐρωτᾶ ὁ κ. Χ.Λ.: «Αποτειχίστηκε ο άγ. Πορφύριος, ο άγ. Παΐσιος κ.ά., ώστε να
τους ακολουθήσει και ο λαός; Κάλεσε ποτέ σε αποτείχιση τα χιλιάδες πνευματικά
του τέκνα ο αγωνιστικότερος επίσκοπος των καιρών μας, ο μακαριστός Αυγουστίνος
Καντιώτης;».
Μήπως, μετὰ ἀπὸ ὅσα
προαναφέραμε, ἀντιλαμβάνεστε πλέον κι ἐσεῖς κ. Λιβανέ, ὅτι αὐτὴ ἡ λογικὴ ἐκφεύγει
τῶν ὀρθοδόξων προδιαγραφῶν; Ἡ Ἐκκλησία δὲν στηρίζεται σὲ κάποιο σύγχρονο Ἅγιο, ὅπως
προαναφέραμε, εἰδικὰ σὲ θέματα Πίστεως, ἀλλὰ στὴν διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας,
ὅπως διατυπώνεται στὴν Ἁγία Γραφή, στὰ συγγράμματα τῶν Ἁγίων, στοὺς Ὅρους τῶν
Συνόδων καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες. Ξεχνᾶτε τὶς διδασκαλίες τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ
Στουδίτου καὶ πρόσφατα τοῦ π. Αὐγουστίνου Καντιώτη;
«Είναι
εντολή Κυρίου να μη σιωπά κάποιος σε περίσταση που κινδυνεύει η Πίστη…, να πη,
“Εγώ ποιός είμαι”;… Οφείλει κάποιος να αγωνίζεται, όχι μόνον αν είναι υπέρτερος
στο αξίωμα και τη γνώση, ομιλώντας και διδάσκοντας τον λόγον της Ορθοδοξίας,
αλλά κι αν ακόμη ευρίσκεται σε θέση μαθητού, έχει χρέος να φανερώνει με θάρρος
την αλήθεια και να ομιλή με ελευθερία».
(Επ. (81) Παντολέοντι
Λογοθέτη, PG 99, 1321ΑΒ, καὶ Επιστολή (2) Μονάζουσι, PG 99, 1120Β.
«Σήμερα
αγών δεν γίνεται. Κληρικοί δεν αγωνίζονται. Δεν υπάρχει αγωνιστικό πνεύμα. Τι
μέλλει γενέσθαι; Ο αγώνας πέφτει στον λαό» (ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ).
Λίγο παρακάτω γράφετε: «Τι λέγετε, αδελφέ εν Χριστώ κ. Π.Σ., όλοι αυτοί, που αναφέραμε, και
πολλοί άλλοι, που δεν αναφέραμε, δεν γνωρίζουν τι λέγουν οι Πατέρες και οι
Κανόνες; Ήταν όλοι δειλοί και άνανδροι ή μήπως αντιπατερικοί και
μεταπατερικοί; Και εφόσον αυτοί, οι άγιοι, δεν κήρυξαν και δεν κάλεσαν τον
πιστό λαό σε αποτείχιση από τους οικουμενιστές, είχε το δικαίωμα να το κάνει ο
λαός μόνος του, δίχως αυτούς;».
Γιατί ὑποτιμᾶτε τόσο πολὺ
τὴν Πίστη καὶ τὴν ἀγωνιστικότητα τοῦ λαοῦ; Ὁ κάθε πιστὸς δὲν ἔχει ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν
ἐλευθερία νὰ ἀκολουθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ ἀγωνίζεται γι’ αὐτὸ καί, ἂν διακριβώνει
ὅτι ἡ Πίστη διαστρέφεται, νὰ τὴν ὑπερασπίζεται; Ἂν δεχθοῦμε τὴν λογική σας
πρέπει νὰ κατηγορήσουμε τὸν ἅγιο μοναχὸ Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή (ποὺ ἀσφαλῶς δὲν ὑποστήριξε
ὅτι μπῆκε μπροστάρης στὸν ἀγώνα, ἐπειδὴ ἦταν Ἅγιος) γιὰ τὴν τόλμη του νὰ ἀντιλέγει
σὲ Ἐπισκόπους. Θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦμε: Καλὰ ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ μοναχός, ποὺ
παραβλέπει 4 Πατριάρχες, ἑκατοντάδες Ἐπισκόπους, χιλιάδες ἱερεῖς καὶ ἐπιμένει
στὴν γνώμη του; Πόσο ἰσχυρογνώμων πρέπει νὰ εἶναι ὁ μοναχὸς Μάξιμος; Ὅλοι αὐτοὶ
οἱ Ἐπίσκοποι (θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦμε σύμφωνα μὲ τοὺς λόγους σας) «δὲν γνώριζαν τί
λέγουν οἱ Πατέρες καὶ οἱ Κανόνες» καὶ βρέθηκε ἕνας μοναχὸς γιὰ νὰ τοὺς ὑποτιμήσει
καὶ νὰ ἰσχυρίζεται ἐγωϊστικότατα ὅτι ὁ Χριστὸς ἔχει δύο θελήσεις
παρερμηνεύοντας τὸ Εὐαγγέλιο; Θὰ μποροῦσε, λοιπόν, τότε, νὰ κατηγορήσει κανεὶς
τόσους ἱερωμένους ὡς δειλοὺς καὶ ἄνανδρους καὶ ἀντιπατερικούς, ὅπως
κάνετε ἐσεῖς; Ἡ ἱστορία ἔδειξε πὼς ναί!
Γι’ αὐτό, κ. Χ.Λ., πρέπει νὰ ἀφήσετε στὴν ἄκρη
τὰ διλήμματα, νὰ πάψετε νὰ ἀποδίδετε στοὺς Ἁγίους χαρακτηρισμοὺς ποὺ δὲν δώσαμε
καὶ νὰ μᾶς ἀποδείξετε μὲ ἁγιοπατερικὰ κείμενα κι ὄχι μὲ λογικοφανεῖς συλλογισμοὺς
καὶ συμπεράσματα ὅτι, ὅσα γράφουμε, κι ὅσα γράφει ὁ π. Εὐθύμιος περὶ ἀποτειχίσεως
δὲν στηρίζονται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ στοὺς Πατέρες. Ἐκεῖ εἶναι τὸ πρόβλημα. Εἰδάλλως
νὰ ἀκολουθήσετε τοὺς Ἁγίους (ἐν ἐλευθερίᾳ), μιμούμενος τοὺς ὁμολογικούς τους ἀγῶνες!
Καὶ οἱ Ἅγιοι, ἄνθρωποι δὲν
εἶναι κ. Λιβανέ; Σᾶς θυμίζω καὶ πάλι τὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου: Ὄχι Ἅγιο, ἀλλ’ οὔτε
Ἄγγελο νὰ μὴν ἀκοῦμε, ὅταν βλάπτεται καθ’ οἱονδήποτε τρόπο ἡ Πίστη. Μήπως,
τελικά, ἀσπάζεσθε τὴν γνώμη τοῦ Ζηζιούλα πὼς τὰ πάντα πρέπει νὰ τὰ κάνουμε μὲ
σύμφωνη γνώμη τοῦ Ἐπισκόπου; καὶ πὼς χωρὶς τὸν Ἐπίσκοπο ὡς διάμεσο, οὔτε νὰ
προσευχηθεῖ δὲν μπορεῖ ὁ λαός; Μήπως πάλι αὐτὸ τὸ περὶ ἐσχάτων χρόνων, στὸ ὁποῖο
ἀναφέρεστε καὶ ποὺ μᾶλλον τὸ παρουσιάζετε ὡς μὴ πραγματικό, εἶναι ἀλήθεια;
Μήπως βρισκόμαστε στὰ ἔσχατα, ὁπότε (σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ), οἱ ἱερεῖς θὰ
γίνουν χειρότεροι καὶ ἄρα, αὐτοὶ θὰ προδίδουν τὴν Πίστη; Τὰ ἐσχατολογικὰ
προδρομικὰ γεγονότα γιατί τὰ ὑποβαθμίζετε; Εἶναι λίγα; Εἶναι ἀσήμαντα;
Γράφετε: «Βλέπουμε και εμείς οι λαϊκοί τις προδοσίες των οικουμενιστών, την αδράνεια
των ιερέων, την σκανδαλώδη σιωπή του Αγίου Όρους… Δεν θα βρει ο Θεός έναν ή δύο
ή τρεις αξίους επισκόπους να σταματήσουν την νέαν αυτή πτώση στην πλάνη και
στην αίρεση και να στηρίξουν και να καθοδηγήσουν τον λαό του; Θα διαγράψουμε
και θα εκμηδενίσουμε όλους τους επισκόπους και ιερείς και μοναχούς και θα
αυτοδιοριστούμε εμείς οι λαϊκοί επιτελάρχες του Στρατεύματος και θα κηρύξουμε
επιστράτευση αποτειχίσεως;».
Γιατί καὶ πάλι, αὐτὰ τὰ
δοκησίσοφα σοφιστικὰ διλήμματα κ. Χ.Λ.; Ἂν ἀποτειχιστοῦν −ὅσοι ἀποτειχιστοῦν−,
ἐμᾶς θὰ ἀκολουθήσουν ἢ τοὺς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας; Ἐμεῖς πρῶτοι καὶ γιὰ
πρώτη φορὰ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, προχωρήσαμε στὴν ἐνέργεια τῆς ἀποτειχίσεως; Δική
μας ἐμπνεύσεως εἶναι ὁ ΙΕ΄ Κανόνας, ποὺ ἀποτελεῖ ἐπισφράγιση τῆς διαχρονικῆς
διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας; Ἢ μήπως ἐμεῖς τὸν θεσμοθετήσαμε; Ἐμεῖς πλάσαμε μὲ τὸ
μυαλό μας τὶς ἀποτειχίσεις ποὺ παραπάνω ἀναφέραμε ἢ τὶς βρήκαμε στὴ μάνα μας
Ἐκκλησία καὶ τοὺς Ἁγίους της;
Καὶ ποῦ εἴδατε ἐσεῖς νὰ
γίνονται «εὐσχημόνως
καὶ κατὰ τάξιν» τὰ πράγματα στὴν σύγχρονη Ἐκκλησία ἀπὸ τοὺς
συγχρόνους Ποιμένες, ὥστε μᾶς καλεῖτε νὰ μὴν χαλάσουμε αὐτὴν τὴν «εὐταξία»; Εἶναι
δεῖγμα εὐσχημοσύνης καὶ τάξεως ἡ ὑποδοχὴ τοῦ αἱρεσιάρχη πατριάρχη Βαρθολομαίου
μετὰ φανῶν καὶ λαμπάδων ἀπὸ Ἐπισκόπους καὶ ἡ ἀναφώνηση κατὰ τὸν ἐρχομό του
«εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος» ἢ δεῖγμα ἀσχημοσύνης; Αὐτὸ θὰ ἔκανε ὁ ἅγιος
Ἀθανάσιος; Αὐτὸ θὰ ἔκανε ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς;
Κι ἐσεῖς, γιατί κατακρίνετε
τοὺς Ἁγιορεῖτες ποὺ σιωποῦν, τὸν Πατριάρχη ποὺ συμπροσεύχεται μὲ αἱρετικούς;
Γιατί δὲν ἀφήνετε αὐτὸ τὸ ἔργο νὰ τὸ κάνουν οἱ στρατηγοί; Γιατί γίνεσθε
στρατηγός, ἐνῶ εἶσθε (σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενά σας) ἁπλὸς στρατιώτης, οὔτε κἂν
θεολόγος; Καὶ ποιός σᾶς εἶπε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν περιμένει ἐσᾶς, κι ἄλλους 10-20,
50-100 ἢ 100-1000 πιστοὺς νὰ ἀποτειχιστοῦν γιὰ νὰ τοὺς δώσει μετὰ κι ἕναν «ἄξιο
Ἐπίσκοπο» νὰ ἡγηθεῖ τοῦ ἀγῶνος; Ἀπὸ ποιόν Ἅγιο διδαχθήκατε αὐτὴν τὴν ἀναμονή;
Κι ἂν πεθάνουμε πρὶν βρεθεῖ αὐτὸς ὁ Ἐπίσκοπος ἢ ὁ Ἅγιος, δὲν ἔχουμε εὐθύνη,
ὅσοι τουλάχιστον ἀκούσαμε, μάθαμε ἀπὸ τὶς μελέτες μας ὅτι πρέπει νὰ ἀπομακρυνόμαστε
ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς «ὡς ἀπὸ ὄφεως»; Μᾶς δίνετε ἐσεῖς ἐγγύηση σωτηρίας ἢ συγχωροχάρτι,
παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι θὰ παραμένουμε σὲ κοινωνία μὲ αἱρετικούς;
Ἐπαναλαμβάνετε, κ. Λιβανέ,
τὶς θέσεις τοῦ π. Ἐπιφάνιου Θ., πού, ὅπως κι ἄλλες φορὲς ἔχουμε σημειώσει,
ἔχουν τὸ ἐλαφρυντικὸ ὅτι ἐγράφησαν ἐμπρὸς στὸν κίνδυνο τῆς προσχωρήσεως πολλῶν
πιστῶν, στὶς παρατάξεις τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου καί, ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἐκ τῶν
ὑστέρων ἀποδείχτηκε (καθὼς μὲ τὴν ἄνδρωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔγιναν πολλὲς
μελέτες στὸ θέμα), ὅτι δὲν ἐκφράζουν ἐπακριβῶς τὴν Πατερικὴ στάση στὸ θέμα τῆς
ἀντιμετωπίσεως τῆς Παναιρέσεως. Θὰ ἀρκεστῶ νὰ σᾶς θυμίσω (γιὰ νὰ μὴν πάρει
ἀκόμα μεγαλύτερη ἔκταση ἡ ἀπάντηση αὐτή), πὼς ὁ π. Ἐπιφάνιος ἔγραφε, πρίν 45
περίπου χρόνια, ὅτι μόλις 5-6 Ἐπίσκοποι ὑποστηρίζουν ἢ ἀνέχονται τὸν Ἀθηναγόρα
καὶ ὅτι οἱ ἄλλοι εἶναι Ὀρθόδοξοι, ἐνῶ σήμερα εἶναι ζήτημα ἂν 5-6 εἶναι
Ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ ὅλοι οἱ ἄλλοι ὑποδέχονται μετὰ φανῶν καὶ λαμπάδων τοὺς
αἱρεσιάρχες πατριάρχες, τοὺς προσκυνοῦν, δὲν τολμοῦν νὰ διαφωνήσουν στὶς ἐκτροπές
του, στὴν ἀλλοίωση καὶ στὸ ξεπούλημα τῆς Πίστεως, δὲν ὁμολογοῦν.
Κι ἂς ἔλθουμε σὲ ἕνα πιὸ
προσωπικὸ θέμα. Σημειώνετε: «Γράφει ο κ. Π.Σ., ότι ο υποφαινόμενος έχει παραλύσει από
τον φόβο μήπως μείνει μακριά από την “εκκλησία των
πονηρευομένων" και των κοινωνούντων με αυτή! Με εκπλήσσει η ευκολία,
με την οποία ο αδελφός μας κάνει διάγνωση της «παραλυσίας» μου, δίχως να με
γνωρίζει, και μάλιστα από τόσο μακριά! Του απαντώ: «Εκκλησία πονηρευομένων»
αποτελούν οι οικουμενιστές. Οι οικουμενιστές όμως δεν είναι η Εκκλησία».
Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς ὑπενθυμίσω
τί ἀκριβῶς γράφω, γιατὶ αὐτὸ ποὺ ἐκτὸς εἰσαγωγικῶν παρουσιάζετε ὡς δικό μου,
δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα αὐτῶν ποὺ ἐννοῶ. Ἔγραφα στὸ σχόλιο
ἐπακριβῶς τὰ ἑξῆς: «Κατηγορεί (ὁ κ. Λιβανός) τον
μητροπολίτη Θεσσαλονίκης ότι φοβάται το θρόνο του, και δεν συνειδητοποιεί ότι
κι αυτός έχει παραλύσει από ένα άλλο φόβο: Μήπως μείνει μακριά από την
“εκκλησία των πονηρευομένων" και των κοινωνούντων με αυτήν! …Ας θυμηθεί τί
έκαναν οι 3 μητροπολίτες και το Άγιον Όρος στα αμφιλεγόμενα τότε, νηπιακά
Οικουμενιστικά ανοίγματα του Αθηναγόρα, κι ας ακολουθήσει το παράδειγμα των
Αγίων, εφόσον είχε την τόλμη (με το παραπάνω άρθρο του) να
ελέγξει για παρόμοιες παραλείψεις τους δυό Μητροπολίτες».
Εἶναι φανερὸ ὅτι δὲν σᾶς
θεωρῶ δειλό, ὅπως ἀφήνετε νὰ ἐννοηθεῖ, ἢ ὅπως τὸ κατάλαβαν διάφοροι σχολιαστὲς
τοῦ ἄρθρου σας, οἱ ὁποῖοι ἀγανάκτησαν γι’ αὐτή μου τὴν ἀσέβεια πρὸς τὸ πρόσωπό
σας! Ἀντίθετα σᾶς θεωρῶ ἀγωνιστὴ τολμηρό, γι’ αὐτὸ καὶ ἀσχολήθηκα μὲ ὅσα
γράφατε στὸ ἄρθρο σας. Ἂν προσέχατε λοιπόν, χωρὶς νὰ πάρετε τὸ θέμα προσωπικά,
θὰ βλέπατε ὅτι, γιὰ τὸν μὲν Θεσ/νίκης Ἄνθιμο ὑποστηρίζω ὅτι ἔχει πουλήσει τὴν
Πίστη γιὰ τὸ θρόνο ἐξουσίας ποὺ παρανόμως κατέχει (ὡς προδώσας τὴν νύμφη του
Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρουπόλεως καὶ ἐπιχειρήσας δίς, ἐξευτελιστικῶς, νὰ καταλάβει
τὸν Ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο), πρὸς ἐσᾶς δὲ ἐπισημαίνω ὅτι ἔχετε λανθασμένη
ἐκτίμηση τῆς καταστάσεως (ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν γραμμὴ τῶν ἀντι-Οἰκουμενιστῶν)
καὶ θεωρεῖτε ὡς ἀληθινὴ Ἐκκλησία τὴν Ἐκκλησία τῶν Οἰκουμενιστῶν ἡγετῶν καὶ ὅσων
συμπορεύονται μὲ αὐτούς, δηλαδὴ τὴν «Ἐκκλησία τῶν πονηρευομένων»……
Τοῦτο φαίνεται ἀπὸ τὴν θέση
σας γιὰ τὴν «Ἐκκλησία τῶν πονηρευομένων». Γράφετε: «Του απαντώ: “Εκκλησία πονηρευομένων”
αποτελούν οι οικουμενιστές. Οι οικουμενιστές όμως δεν είναι η Εκκλησία. Την διάκριση αυτή θα έπρεπε να είναι σε θέση να την κάνει, ως έγκριτος
θεολόγος. Εάν υιοθετήσουμε την εκκλησιολογία του, θα πρέπει να παραδεχθούμε,
ότι στην “εκκλησία των πονηρευομένων” ανήκαν και οι άγιοι, που αναφέραμε. Λίγη
σοβαρότητα εκ μέρους κάποιων αποτειχισμένων δεν θα έβλαπτε».
Μά, εὐλογημένε κ. Λιβανέ, τί
ἐννοεῖτε, ὅταν λέτε ὅτι οἱ Οἰκουμενιστὲς δὲν εἶναι Ἐκκλησία; Ὅτι δὲν εἶναι μέλη
της; Μὰ εἶναι κατὰ θείαν ἀνοχή, ἕως ὅτου κάποια Ἱερὰ Σύνοδος νὰ τοὺς
καθαιρέσει! Καὶ ἐπειδὴ εἶναι μέλη, ἡγετικὰ μάλιστα, τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ ἰοβόλα
κατὰ τοὺς Ἁγίους μας καὶ μολυσματικά (καὶ ὡς ἐκ τούτου ἡ ζημιὰ ποὺ
κάνουν εἶναι ἀνυπολόγιστη), γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ἡ Ἐκκλησία τοὺς ἀποκόπτει διὰ τῆς
Συνόδου ὡς σαπρά μέλη, πρὶν τὴν ὥρα τους, ποὺ θὰ εἶναι κατὰ τὸν Κύριο ἡ φοβερὴ
μέρα καὶ ὥρα τῆς Β΄ Παρουσίας Του. Καὶ γιὰ νὰ ἀποτρέψει ἢ νὰ ὀλιγοστέψει, ὅσο
γίνεται, ἡ Ἐκκλησία τὴν ζημία ποὺ προκαλοῦν, πρόβλεψε καὶ μάλιστα νομοθέτησε
τὴν Διακοπὴ τῆς Μνημόνευσής τους, τὴν ἀπομάκρυνση τῶν πιστῶν ἀπ’ αὐτά,
τὴν ἀποτείχιση.
Ἀλλὰ καὶ διαφορετικὰ ἂν συλλογιστοῦμε
(προσπαθώντας νὰ κατανοήσουμε τὴν σκέψη σας), ἂν οἱ Οἰκουμενιστὲς δὲν εἶναι
Ἐκκλησία, τότε γιατί κοινωνεῖτε μαζί τους; Ἂν εἶναι Ἐκκλησία κι αὐτοί, τότε ποιά
εἶναι ἡ «Ἐκκλησία τῶν πονηρευομένων» καὶ αἱρετικῶν;
Καὶ συνεχίζετε: «Εμείς, αγαπητέ κ.
Π.Σ., δεν ανήκουμε στην “εκκλησία των πονηρευομένων”, αλλά στην Εκκλησία του
Χριστού. Δεν βαπτιστήκαμε στο όνομα του Κωνσταντινουπόλεως, του Δημητριάδος,
του Μεσσηνίας ή του αγίου Τορόντο, αλλά στο όνομα της Αγίας Τριάδος».
Καὶ ὅσους ἐν γνώσει τους
κοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, κ. Χ.Λ., ποῦ τοὺς τοποθετεῖτε; Στὴν Ἐκκλησία ἢ
στὴν «Ἐκκλησία πονηρευομένων»; Ὅσους βαπτιστήκανε στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος
(κι ὁ Βαρθολομαῖος ἐκεῖ βαπτίστηκε) καὶ ὑποδέχονται, καὶ κοινωνοῦν, καὶ
μνημονεύουν τοὺς ἀνήκοντας στὴν «Ἐκκλησία πονηρευομένων», αὐτοὺς ποῦ τοὺς
τοποθετεῖτε;
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ
«Ἐκκλησία τῶν πονηρευομένων» συνυπάρχουν. Ὅπως οἱ πιστοὶ μὲ τοὺς
ἀπίστους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι συμβουλεύουν: «ἐξέλθετε ἐκ μέσου
αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε»· καὶ «χαίρειν αὐτοῖς μὴ λέγητε»· καὶ «μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς
ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους»· καὶ ὅτι ὅσοι εἶναι ἐν ἐνεργείᾳ, κανονικοὶ
κατὰ τὰ φαινόμενα Ἐπίσκοποι, ἀλλὰ διδάσκουν κακοδοξίες, οὐσιαστικὰ δὲν εἶναι «Ἐπίσκοποι,
ἀλλὰ ψευδεπίσκοποι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι» καὶ συνυπάρχουν μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους
ἱερωμένους, γι’ αὐτὸ καλὰ κάνουν ὅσοι ἀποτειχίζονται ἀπὸ αὐτούς, διότι ἔτσι
βοηθοῦν τὴν Ἐκκλησία κατὰ τὸν Ἱ. κανόνα: «σχισμάτων
καί μερισμῶν τήν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι». Γιὰ ποιοὺς γράφτηκαν, κ. Χ.Λ.,
ὅλα αὐτὰ τὰ παραπάνω θεόπνευστα λόγια; Καὶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς γιατί δὲν
προσπαθοῦν μετὰ σπουδῆς (“σπουδάζουν”) κατὰ τὸν Ἱ. Κανόνα, νὰ γλυτώσουν τὴν
Ἐκκλησία ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς; Δὲν θέλουν; Λάθος τους τεράστιο. Δὲν μποροῦν;
Λάθος τους, συγγνωστό ὅμως· ἀλλὰ ἐπιτέλους, ἂς τὸ ὁμολογήσουν κι ἂς μὴν
ἐπιμένουν νὰ καθοδηγοῦν (ὡς δῆθεν στρατηγοὶ καὶ καπετάνιοι) στὰ βράχια τὸ
σκάφος τῆς Ἐκκλησίας. [Καὶ μὴν μᾶς ποῦν οἱ καλοθελητές καὶ οἱ δοκησίσοφοι: κι
ἐσεῖς θὰ σώσετε τὴν Ἐκκλησία; Καὶ τὴν Ἐκκλησία, καὶ τὸν καθένα μας τὸν σώζει
μόνο ὁ Κύριος. Ἐμεῖς προσπαθοῦμε νὰ ἐφαρμόσουμε ἐκεῖνο ποὺ ὁ Κύριος καὶ ἡ
Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει καὶ ἐντέλλεται. Τὰ ὑπόλοιπα, καὶ ἀπὸ τοὺς ἐξ ἀριστερῶν
καὶ δεξιῶν πειρασμοὺς ποὺ πηγάζουν ἀπὸ θεάρεστες προσπάθειες, παρακαλοῦμε καὶ
προσευχόμαστε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ὁ Κύριος].
Καὶ γιὰ νὰ μιλήσουμε μὲ
συγκεκριμένα παραδείγματα. Ὁ ἅγιος Κύριλλος κι ὁ ἅγιος Κελεστῖνος, ποὺ ἀνῆκαν
καὶ ἀνήκουν στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀρνήθηκαν νὰ κοινωνήσουν μὲ τὸν Πατριάρχη
Νεστόριο, ποὺ λόγῳ τῶν κακοδόξων φρονημάτων του ἦταν κανονικὸς μέν, ἀλλ’
ὑπὸ καθαίρεση, καὶ δήλωσαν ὅτι κοινωνοῦν μὲ τοὺς ἀποτειχισθέντες λαϊκοὺς
καὶ μοναχοὺς καὶ λοιποὺς κληρικοὺς τῆς Κων/πόλεως, ποὺ εἶχαν ἀποτειχισθεῖ ἀπὸ τὸν
Νεστόριο. Σήμερα, ἀντίθετα, οἱ Ἐπίσκοποι μὲ τοὺς ὁποίους κοινωνοῦν οἱ φίλοι σας
ἀντι-Οἰκουμενιστές (κι ἐσεῖς), κοινωνοῦν μὲ τὸν ὑπὸ καθαίρεσιν Πατριάρχη
Βαρθολομαῖο (ἢ μήπως διαφωνεῖτε γιὰ τὸ «ὑπὸ καθαίρεσιν»;) καὶ τοὺς ὀπαδούς
του, μὲ αὐτοὺς δηλαδὴ ποὺ ἐσεῖς μᾶς βεβαιώνετε ὅτι δὲν εἶναι Ἐκκλησία! Ἀφοῦ δὲν
εἶναι Ἐκκλησία οἱ Οἰκουμενιστές, πῶς ὑποδέχεται ὁ «λέων» μητροπολίτης σας
Πειραιῶς κ. Σεραφεὶμ στὴ Λαμία τὸν ἀνήκοντα στὴν «Ἐκκλησία τῶν πονηρευομένων»
Βαρθολομαῖο; (φαντάζομαι νὰ μὴν ἀρνηθεῖτε ὅτι ἀνήκει σ’ αὐτήν;). Ἀφοῦ δὲν εἶναι
Ἐκκλησία οἱ Οἰκουμενιστές, πῶς ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνὸς κοινωνεῖ καὶ
συλλειτουργεῖ μὲ τὸν Ζηζιούλα; Καὶ πῶς, οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς στὴ Γατζέα τὸν
χειροκροτοῦσαν (ἤμουν παρών), ὅταν ἀπολογούμενος γι’ αὐτό, εἶπε (ὁ πανέξυπνος
παπα-Γιώργης) ὅτι δὲν ἦταν δική του ἐπιλογή, ἀλλὰ τοῦ τὸν ἔστειλε στὸν ἅγιο
Ἀντύπα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καὶ δὲν …μποροῦσε νὰ τὸν διώξει;(!!!).
Γράφετε: «Η Εκκλησία δεν
ανήκει στους οικουμενιστές, ανήκει στο Χριστό. Και, όσο η Εκκλησία έχει στους
κόλπους της πολλούς αξίους και Ορθοδόξους κληρικούς, τελεί έγκυρα Μυστήρια και
αναδεικνύει αγίους, θα ήταν παραφροσύνη να αποτειχιστούμε από αυτή».
Τὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Μαξίμου,
τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ἡ Ἐκκλησία δὲν
εἶχε ἀξίους κληρικούς καὶ ἁγίους; Ἀπὸ δύο Ἁγίους, μάλιστα (τὸν ἅγιο Ταράσιο καὶ
Νικηφόρο), δὲν ἀποτειχίστηκε ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης; Ἦταν λοιπόν,
παράφρονες οἱ Ἅγιοι ποὺ ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ αὐτούς; Ἦταν παράφρονες οἱ Ἅγιοι ποὺ
θέσπισαν τὸν Ἱ. Κανόνα; Καταλαβαίνετε τί λέτε; Μᾶς λέτε, δηλαδή, ὅτι ἕνας Ἱ.
Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς διδάσκει νὰ ἀποτειχίζομαστε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία; Ἐμεῖς
θὰ πρέπει τώρα νὰ ἀνακράξουμε: Ὢ τῆς παραφροσύνης! Γιατὶ ὁ Ἱ. Κανόνας δὲν μᾶς
λέει νὰ ἀποτειχιστοῦμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς ψευδεπισκόπους τῆς
Ἐκκλησίας καὶ μᾶς διαβεβαιώνει, μάλιστα, ὅτι ἐπιτελοῦμε ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μ’
αὐτὴν τὴν ἀποτείχιση! Καὶ ὅπως ἤδη σημειώσαμε, δὲν θέτει «χρόνους καὶ καιροὺς»
«συνέσεως» καὶ προϋποθέσεις ἄλλες, πέρα ἀπὸ τὸ ὅτι ὑπάρχουν κάποιοι ποὺ ἀμετανόητα
διδάσκουν τὴν αἵρεση.
Καί, ἐν πάσῃ περιπτώσει, γιατί
προσπαθεῖτε νὰ παρουσιάσετε ἐμᾶς ὡς εἰσηγητὲς καὶ διδασκάλους αὐτῆς τῆς
τακτικῆς; Ἀσφαλῶς γιὰ νὰ μᾶς ἐξουθενώσετε στὰ μάτια τῶν πολλῶν καὶ νὰ μᾶς
παρουσιάσετε ὡς ἐγωϊστές, ποὺ ὡς τέτοιους δὲν πρέπει κανεὶς νὰ τοὺς μιμηθεῖ.
Ἀλλά, ἐμεῖς σᾶς καλοῦμε νὰ κάνετε αὐτό,
ἢ οἱ Ἅγιοι; Μήπως ὁ Ἱερὸς Κανόνας καὶ ἡ Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι, πρέπει νὰ περιμένουμε
πρῶτα νὰ διαφθαροῦν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς, νὰ γίνουν ὅλοι Οἰκουμενιστὲς καὶ
ὅτι μόνον τότε πρέπει νὰ ἀποτειχίζεται κάποιος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του; Δὲν
ὑπῆρχαν καὶ τότε, ποὺ κάποιοι ἀποτειχίστηκαν, ἄξιοι κληρικοί; Δὲν ἦσαν καὶ τότε
ἔγκυρα τὰ Μυστήρια;…..
«Διότι αυτό μας καλείτε να κάνουμε. Σύνθημά σας είναι όχι μόνο να μην
έχουμε κοινωνία με τους οικουμενιστές, αλλά να μην έχουμε κοινωνία και με όσους
έχουν κοινωνία και μνημονεύουν τους οικουμενιστές! Στην ουσία μας προτείνετε να
παύσουμε να έχουμε κοινωνία με όλους τους Ορθοδόξους επισκόπους της γης, εφόσον
πολλοί από αυτούς είναι οικουμενιστές, όσοι δε δεν είναι, ανέχονται τους
οικουμενιστές και ευρίσκονται σε κοινωνία μαζί τους».
Γιατί συνεξετάζετε, ἁπλοποιεῖτε,
συγχέετε καὶ ἰσοπεδώνετε τὰ πράγματα, κ. Χ.Λ., χωρὶς καμιὰ διάκριση; Σ’ αὐτὴ
τὴν πρόταση, πρακτικὰ ἀρνεῖσθε ὅτι ὑπάρχει αἵρεση; Ὑπάρχει γιὰ σᾶς ἢ ὄχι,
πολυπλόκαμη παναίρεση, μέρη τῆς ὁποίας εἶναι καταδικασμένα ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν Α’
Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μέρη τῆς ὁποίας
ἀποκαλύπτονται συνεχῶς στὰ συγγράμματα καὶ στὶς πράξεις τῶν Οἰκουμενιστῶν;
Ἰσχύει γιὰ σᾶς ἡ καταδικαστικὴ διαπίστωση τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου τοῦ Πόποβιτς, ὅτι
ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι αἵρεση καὶ Παναίρεση, ἀλλὰ καὶ ἄλλων συγχρόνων Ἁγίων καὶ
θεολόγων; Καὶ γιατί ἀποδίδετε σὲ μᾶς, ἐκεῖνα ποὺ διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες; Γιὰ
νὰ τὰ ἐξουδετερώσετε, παρουσιάζοντάς τα ὡς ἀπόψεις κάποιων ἐγωϊστῶν ζηλωτῶν ἀποτειχισμένων;
Ἐκθέστε μας ἐπιτέλους καθαρὰ τί ἐσεῖς πιστεύετε στὸ θέμα, ποιές εἶναι οἱ θέσεις
σας;
Γράφετε: «Στην ουσία μας
προτείνετε να παύσουμε να έχουμε κοινωνία με όλους τους Ορθοδόξους επισκόπους
της γης, εφόσον πολλοί από αυτούς είναι οικουμενιστές, όσοι δε δεν
είναι, ανέχονται τους οικουμενιστές και ευρίσκονται σε κοινωνία μαζί τους». Ἐδῶ δηλαδή, (γιὰ νὰ
ἀποκρυπτογραφήσουμε τὰ λόγια σας), μᾶς λέτε ὅτι δὲν δέχεσθε νὰ διακόψετε τὴν
κοινωνία οὔτε μὲ ἐκείνους τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ κοινωνοῦν
μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, ἀλλ’ οὔτε μὲ ἐκείνους ποὺ ἤδη εἶναι Οἰκουμενιστές,
ἀποδεδειγμένα· μὲ ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ ἀνήκουν στοὺς ἀμετανόητους ΠΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ,
ποὺ παρὰ τὴν καταγγελία τῆς αἱρέσεως πεισμόνως καὶ ἐπὶ ἔτη συνεχίζουν νὰ τὴν
διακινοῦν θεωρητικά, καὶ πρακτικά, καὶ λειτουργικά, καὶ ποιμαντικά!!!
Γι’ αὐτὸ καὶ ἀρνεῖσθε (ὅλοι
οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές) νὰ τοὺς καταγγείλετε ὀνομαστικά, διότι θὰ
πρέπει ἀμέσως νὰ ἀπομακρυνθεῖτε ἀπ’ αὐτούς· κι αὐτὸ δὲν εἶναι φαντασία ἢ
ἀπαίτηση δική μας, ἀλλὰ σᾶς δεσμεύει νὰ τὸ κάνετε αὐτὸ ἡ διαχρονικὴ Παράδοση
τῆς Ἐκκλησίας διὰ τῶν Ἁγίων! (Μὴ κατονομάζοντάς τους δέ, περιπίπτετε −κατὰ τὸν
π. Θ. Ζήση− στὴν αἵρεση τοῦ ὀνοματοκρυπτισμοῦ!).
Μπορεῖτε νὰ μᾶς ἀναφέρετε
ἕνα Ἅγιο ποὺ κατήγγειλε κάποιον ὡς αἱρετικὸ καὶ ταυτόχρονα συλλειτουργοῦσε μαζί
του; Μήπως συλλειτούργησε ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος καὶ ὁ Μ. Ἀθανάσιος μὲ τὸν Ἄρειο,
παρότι τὸν διέταξε νὰ τὸ κάμει ἄλλος ἅγιος, ὁ Μ. Κωνσταντῖνος καὶ ἄλλοι
Ἐπίσκοποι; Μήπως συλλειτούργησε ὁ ἅγιος Βασίλειος καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος μὲ
τοὺς Πνευματομάχους, τοὺς ὁποίους δὲν εἶχε καταδικάσει ἀκόμη καμιὰ Σύνοδος;
Μήπως κοινωνοῦσε ὁ ἅγιος Κύριλλος, Μάξιμος κ.ἄ. μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Πατριάρχες,
παρότι αὐτοὶ δὲν εἶχαν καταδικασθεῖ καὶ καθαιρεθεῖ ἀπὸ Σύνοδο; Μήπως
συλλειτούργησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μὲ τὸν Πατριάρχη Καλέκα, οἱ
ἁγιορεῖτες Ἅγιοι μὲ τὸν Πατριάρχη Βέκκο καὶ τόσοι ἄλλοι μὲ αἱρετικοὺς
Ἐπισκόπους;
Ἔχουμε συνείδηση, ἀσφαλῶς, πὼς
αὐτὴ ἡ ἀπόφαση εἶναι σταυρική, ἀλλὰ μὴν κατηγορεῖτε ἢ ἀφήνετε νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι
ἐμεῖς σᾶς ἐπιβάλλουμε αὐτὸ τὸ ἀχρειάστο,
μάλιστα, βάρος (ὅπως τὸ παρουσιάζετε). Δὲν σᾶς καλοῦμε ἐμεῖς νὰ τὸ κάνετε. Ἐπαναλαμβάνουμε:
εἶναι διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας διαχρονικὴ καὶ ζητήσαμε πολλάκις νὰ μᾶς
βοηθήσετε νὰ βγάλουμε τὸ βάρος καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, παρουσιάζοντάς μας μὲ
πατερικὸ λόγο (κι ὄχι μὲ δικούς σας συλλογισμούς), ὅτι τὰ κείμενα ποὺ
παραθέτουμε λένε κάτι ἄλλο! Γιατί, ἀλήθεια, μπορεῖ κάποιος νὰ ἐπιβάλει ἀπὸ
μόνος του καὶ νὰ σηκώσει ἕνα τέτοιο βάρος, καὶ ἐπὶ πλέον νὰ καλέσει-ἀπαγορεύσει-ἐκβιάσει
ἄλλους νὰ ἐφαρμόσουν Ἐντολὲς ποὺ θεωροῦνται βαριές; Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ ἀπὸ
μόνοι μας θὰ σᾶς καλοῦσαμε νὰ ἀποτειχιστεῖτε; Ἐμεῖς παραθέτουμε τὴν σταυρικὴ
αὐτὴ διδασκαλία ποὺ εἶναι Εὐαγγελική, τὴν ὁποία οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
καταφρονοῦν καὶ ὑπονομεύουν. Παρουσιάζουμε τὴν ἀλήθεια ποὺ γιὰ κάποιους λόγους
σήμερα ἐφαρμόζουμε κι αὔριο, ἴσως, νὰ μὴν ἀντέχουμε τὸ βάρος αὐτό. Τοῦτο, ὅμως,
δὲν θὰ σημαίνει ὅτι δὲν ἀποτελεῖ Εὐαγγελικὴ προτροπή.
Συνεχίζετε: «Και εφόσον όλοι οι
Ορθόδοξοι ιερείς της γης μνημονεύουν κάποιον από τους προαναφερθέντες
επισκόπους στους ναούς των, να παύσουμε να εκκλησιαζόμαστε, να εξομολογούμαστε,
να κοινωνούμε, και να παραμένουμε σε κατ’ οίκον (πνευματικό) περιορισμό (μόνο
το βραχιολάκι θα μας λείπει!), για να μη ριφθούμε στην γέενα του πυρός, ενώ
στην πραγματικότητα ετοιμάζουμε οικειοθελώς εαυτούς γι’ αυτήν την γέενα, αλλά
μέσω άλλης οδού, την οποία δεν υποδεικνύουν οι Πατέρες, αλλά ο Σατανάς δια του
εκ δεξιών λογισμού της άκαιρης και εγωιστικής αποτειχίσεως, αφού προηγουμένως
μας έχει πείσει, ότι όλοι οι επίσκοποι είναι ανάξιοι, είτε επειδή είναι
οικουμενιστές, είτε διότι διστάζουν να παύσουν το μνημόσυνο των οικουμενιστών!».
Ὥστε ἔτσι κ. Χ.Λ.; Δὲν τὰ εἶπαν αὐτὰ οἱ Ἅγιοι
Πατέρες, ἀλλὰ οἱ ἀποτειχισμένοι; Πῶς φτάσατε (ἐπειδὴ θεωρήσατε ὅτι σᾶς ἔθιξα),
σ’ αὐτὴν τὴν παραποίηση τῆς διδασκαλίας τους! Ὥστε τὴν ἀποτείχιση τὴν
ὑποδεικνύει ὁ σατανᾶς; Ὥστε ὅσοι τὴν ἐφαρμόζουν θὰ ριχθοῦν στὴν γέενα τοῦ
πυρός, ἐνῶ ὅσοι εἰρωνεύονται, παίζουν ἐν οὐ παικτοῖς, παρερμηνεύουν καὶ ἀθετοῦν
τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, τὴν διαστρεβλώνουν, ἐκεῖνοι βρίσκονται στὸν ὀρθό
δρόμο! Ἐσεῖς εἶστε καρδιογνώστης καὶ γνωρίζετε ὅτι ἀπὸ ἐγωϊσμὸ κάναμε τὴν
ἀποτείχιση; Γιατί παίρνετε στὰ χέρια σας ἁρμοδιότητες τοῦ Κριτοῦ;
Δὲν διαβάσατε ποτέ σας, κ. Χ.Λ., τὸ «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω, ἀκοινώνητος ἔσται»; Δική
μας ἐφεύρευση εἶναι κι αὐτό; Δὲν εἶναι διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας; Κι αὐτὴ τὴν
διδασκαλία τὴν διαστρέφετε γιὰ νὰ ὑποστήριξετε τὸν χαρτοπόλεμο καὶ τὴν ἀπραξία τῶν
Οἰκουμενιστῶν! Ἀλήθεια, ὑποστηρίζετε, δηλαδή, ὅτι οἱ Ἅγιοι καὶ οἱ Σύνοδοι δὲν
θεωροῦν, ἀκοινώνητο, ὅποιον κοινωνεῖ μὲ αἱρετικούς; Διαβάστε λοιπόν.
Ὁ Β' Κανὼν τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ
Συνόδου ἐντέλεται:
«μὴ ἐξεῖναι δὲ
κοινωνεῖν τοῖς ἀκοινωνήτοις, μηδὲ κατ᾽ οἴκους συνελθόντας συνεύχεσθαι τοῖς μὴ
τῇ ἐκκλησίᾳ συνευχομένοις, μηδὲ ἐν ἑτέρᾳ ἐκκλησίᾳ ὑποδέχεσθαι τοὺς ἐν ἑτέρᾳ
ἐκκλησίᾳ μὴ συναγομένους. Εἰ δὲ φανείῃ τις τῶν ἐπισκόπων, ἢ πρεσβυτέρων, ἢ
διακόνων, ἤ τις τοῦ κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι, ὡς ἂν
συγχέοντα τὸν κανόνα τῆς ἐκκλησίας» (Πηδάλιον, σελ.
407).
Καὶ ὁ Βαλσαμών: «Αιρετικός, εστί … ο μικρόν γουν εκκλίνων της Ορθοδόξου
πίστεως. Επεί γουν πάντες οι απαριθμηθέντες εις την παρούσαν ερώτησιν (Λατίνοι,
Αρμένιοι, Μονοθελήτες, Νεστοριανοί), ου δια μικρόν τι αλλά δια πλάτος μέγα
δυσδιεξίτητον εκ της των Ορθοδόξων Εκκλησίας απεξενώθησαν, πάντως ουδέ χάριν
αναδοχής παίδων πνευματικών, μεσιτευομένης δι’
αγίων ευχών και αγιασμάτων πολλών, ημίν συγκοινωνήσουσιν, ίνα μη και
αυτοί ακοινωνησία κατακριθώμεν κατά τον κανόνα τον λέγοντα ο κοινωνών
ακοινωνήτω και αυτός ακοινώνητος
εστίν» (ΛΕ΄ ερώτησις του Αγιωτάτου Πατριάρχου
Αλεξανδρείας Κυρίου Μάρκου και απόκρισις Θεοδώρου Βαλσαμών, εις Ράλλη-Ποτλή,
Σύνταγμα των Θείων και Ι. Κανόνων, εν Αθήναις 1859, τ. 4ος σελ. 476).
Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει:
«Οίτινες την
υγιή ορθόδοξον πίστιν προσποιούντες ομολογείν, κοινωνούσι δε
τοις ετερόφροσιν, τους τοιούτους, ει μετά
παραγγελίαν μη αποστώσιν, μη μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδέ αδελφούς
ονομάζειν» (Μεγ. Βασιλείου, P.G. 160, 101Α).
Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός: «Άπαντες οι της Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αι Σύνοδοι
καί πάσαι αι θείαι Γραφαί φεύγειν τούς ετερόφρονας παραινουσι καί της αυτών
κοινωνίας διΐστασθαι» (P.G. 160, σ. 101). Καί:
«Φεύγετε και
υμείς, αδελφοί, την προς τους ακοινωνήτους κοινωνίαν και το μνημόσυνον των αμνημονεύτων. Ίδε εγώ ο Μάρκος
ο αμαρτωλός λέγω υμίν, ότι ο μνημονεύων του πάπα ως ορθοδόξου αρχιερέως, ένοχος
εστί και ο λατινοφρονών μετά των Λατίνων κριθήσεται και ως παραβάτης της
πίστεως λογισθήσεται» (Αγ. Μάρκου, Επιστολή προς Θεοφάνην).
Δεῖτε καὶ τί γράφει καὶ ἅγιος
Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀλλὰ καὶ ὁ μαθητὴς τοῦ ἁγίου, Ἰωσὴφ Καλόθετος,
πρὸς ἕνα Πατριάρχη, προκάτοχο τοῦ κ. Βαρθολομαίου, τὸν Πατριάρχη Καλέκα, τοῦ
ὁποίου οἱ αἱρετικὲς διδασκαλίες δὲν ἦταν περισσότερες, συγκρινόμενες μὲ αὐτὲς
ποὺ διατυπώνει (καὶ ἐνεργεῖ) ὁ κ. Βαρθολομαῖος. [Σημαντικὴ διευκρίνιση:
ὅταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔλεγε τὰ παρακάτω γιὰ τὸν Καλέκα, ἀνῆκε σὲ ἄλλη τοπικὴ
Ἐκκλησία, ὁ δὲ Καλέκας δὲν εἶχε κριθεῖ ἀπὸ Σύνοδο ὡς αἱρετικός· ὅπως καὶ
σήμερα, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος δὲν ἔχει κριθεῖ ἀπὸ Σύνοδο· ἀλλὰ τοῦ
ἐπιτρέπεται νὰ ἐλέγχει τὰ πράγματα (ἀνθρωπίνως), καθόσον καὶ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
Ἐπίσκοποι καὶ κληρικοὶ ἐπικοινωνοῦν μαζί του, ἀφήνοντάς του ἀνοικτὸ τὸ πεδίο
γιὰ τὴν περαιτέρω ἐμπέδωση τῆς αἱρέσεως].
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
λοιπόν, γράφει: «ὅποιος εἶναι ἀποχωρισμένος
ἀπὸ τὸν Καλέκα (σ.σ. σήμερα τὸν κ. Βαρθολομαῖο), τότε ἀνήκει πράγματι στὸν κατάλογο τῶν Χριστιανῶν καὶ εἶναι ἑνωμένος
μὲ τὸ Θεὸ κατὰ τὴν εὐσεβῆ πίστι» («Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπὲρ
τῆς Ὀρθοδοξίας», Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους, σελ. 268).
Στὸ ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καὶ
ὁ ἱερὸς Ἰωσήφ, μιλώντας α) γιὰ αἱρετικὴ «ἐκκλησία» τοῦ Καλέκα (τοῦ νόμιμου
Πατριάρχη!), δηλ. «ἐκκλησία πονηρευομένων» καὶ β) γιὰ τὴν πραγματικὴ Ἐκκλησία
τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν, λοιπόν, ὁ πατριάρχης Καλέκας ἀφόρισε τὸν ἅγιο Γρηγόριο
Παλαμᾶ καὶ τοὺς ἄλλους ὁμολογητὲς (1344 μ.Χ.), ἔγραφε: «Ποιά
εἶναι ἡ Ἐκκλησία» ποὺ μᾶς «ἔχει ἀποδιώξει; Ἡ τῶν Ἀποστόλων; Ἐμεῖς ὅμως εἴμαστε
ὑποστηρικταὶ τῆς (Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων) καὶ συμφωνοῦμε μαζί της… Ἑπομένως
δὲν μᾶς ἔχει ἀποβάλει ἡ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία…ἀλλὰ ἡ καινοφανὴς Ἐκκλησία καὶ τὰ
παράδοξα δόγματα ποὺ αὐτὸς συνέστησε» (σ.σ. ὁ Καλέκας τότε, καὶ ὁ κ.
Βαρθολομαῖος σήμερα). «Ἀφοῦ λοιπὸν ἔγινες
ἐργαστήριον κάθε ψεύδους, κάθε συκοφαντίας, ὁποιουδήποτε φαύλου πράγματος,
πάσης ἀδικίας, καπηλείας, …ἔπειτα “χειροτονεῖς” καὶ τὸν ἑαυτό σου Ἐκκλησία; Δὲν
γνωρίζεις φαίνεται, ὅτι καὶ οἱ Νεστόριος
καὶ Μακεδόνιος πιθανῶς νὰ ἰσχυρίσθησαν αὐτὸ ποὺ καὶ ἐσὺ τώρα ἰσχυρίζεσαι, διότι
καὶ αὐτοὶ εἶχαν τὸν ἴδιο θρόνο μὲ σένα (σ.σ. καὶ τὸν κ. Βαρθολομαῖο).
»Γιατί εἶσαι
Ἐκκλησία; (σ.σ. ἀπευθύνεται στὸν
Καλέκα καὶ τὴν ὁμάδα του)... Ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν κάνεις διάκριση μεταξὺ τῶν
ἀνιέρων καὶ τῶν ἁγίων; Ἀπὸ ὅτι ἐπιτρέπεις τὴν εἴσοδο τοῦ ἱεροῦ σὲ ὅλους τους
μολυσμένους καὶ βέβηλους; (σ.σ. ἐπιτρέπεις τὴν εἴσοδο τοῦ Πάπα στὴν Ἐκκλησία
καὶ “συλλειτουργεῖς” μαζί του, κ. Βαρθολομαῖε). ... Ἀπὸ τὸ ὅτι πωλεῖς τὴν χάρι
τοῦ Ἁγ. Πνεύματος; Ἀπὸ τὸ ὅτι γέμισες τὴν Ἐκκλησία μὲ ὅλες τὶς αἱρέσεις; ...ἢ
ἀπὸ τὸ ὅτι πωλεῖς τὴν εὐσέβειαν τὴν δικήν σου καὶ τῶν Ἐπισκόπων σου καὶ ὅσων σὲ
ἀκολουθοῦν, γιὰ τοὺς ὁποίους καὶ καυχᾶσαι ὅτι ἀποτελοῦν καὶ Ἐκκλησία;
»Ἄλλοτε πάλι
χαρακτηρίζει τὴν ψευδοεκκλησία τοῦ Καλέκα “σφαλερὰν καὶ πόρω Θεοῦ βάλλουσαν”.
Κατὰ συνέπεια ὁ πατριάρχης “δεῖ ὑποταγῆναι τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἧς πρὸ ὀλίγου ἀφηνίασεν
ἀποσκιρτήσας”. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ὁ ἱερὸς Ἰωσὴφ συνιστοῦσε: “Ἀποκοπτέον ἡμᾶς τῆς
ἐκείνου κοινωνίας”. Προσέθετε δὲ ὅτι χρειάζονται πηγὲς δακρύων γιὰ νὰ κλαύση
κανεὶς τὸ “συντριμμα” τῆς Ἐκκλησίας· τὶς σφαγὲς –ὄχι τῶν σωμάτων– ἀλλὰ τῶν
ψυχῶν καὶ τὴν καινοτομία τῆς πίστεως» («Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν..., ὅπ. παρ., σελ. 274-275).
Βλέπετε, κ. Λιβανέ, πῶς ὁμιλοῦν
οἱ Ἅγιοι; Ἀντιλαμβάνεσθε τί σημαίνει ἡ μετὰ τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν κοινωνούντων
μετὰ τῶν αἱρετικῶν κοινωνία;
Νὰ κλείσω μὲ τὴν θέση τοῦ
Πατριάρχη Γενναδίου. Γράφει: «Οἱ Σύνοδοι καὶ οἱ
ἄλλοι πατέρες ὁρίζουν ὅτι “αὐτῶν ποὺ ἀποστρεφόμαστε τὸ φρόνημα πρέπει νὰ
ἀποφεύγωμε καὶ τὴν κοινωνία”… Πάνω ἀπ’ ὅλα ὅμως ὁ Κύριός μας λέγει: “Ἀλλοτρίῳ
δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ’ αὐτοῦ” (Ἰω. ι΄ 5)... Μὴ γένοιτο νὰ
κάνω αἱρετικὴν τὴν Ἐκκλησία μου, τὴν ἁγία μητέρα τῶν Ὀρθοδόξων, δεχόμενος τὸ μνημόσυνο
τοῦ πάπα, ἐφόσον ὁμολογεῖ καὶ πιστεύει ἐκεῖνα, γιὰ τὰ ὁποία δὲν τὸν δέχεται ἡ
Ἐκκλησία μας… Καὶ θὰ εἶμαι ὁπωσδήποτε ἀκοινώνητος πρὸς τὸν πάπα καὶ ὅσους
ἔχουν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ αὐτόν, ὅπως καὶ οἱ Πατέρες μας. Διότι
πρέπει νὰ μιμούμαστε τὴν εὐσέβειά τους, ἀφοῦ δὲν ἔχουμε τὴν
ἁγιωσύνη καὶ τὴν σοφία τους”» (ὅπ,
παρ., σελ. 303-304).
Θέλετε καὶ κάτι ἀκόμα;
Γράφουν οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες: «Διότι οἱ θεῖοι καὶ
ἱεροὶ κανόνες λέγουν, “Ὅποιος συμπροσευχηθῇ μὲ ἀκοινώνητο ἀκόμη καὶ μέσα
σὲ σπίτι, νὰ ἀφορίζεται” (ι΄ ἀποστ.). Καὶ σὲ ἄλλο μέρος: “Ὅποιος κοινωνῇ μὲ
ἀκοινώνητους, νὰ εἶναι ἀκοινώνητος, ἐπειδὴ ἐπιφέρει σύγχυσι στὴν
κανονικὴ τάξι τῆς Ἐκκλησίας” (β΄ κανὼν Ἀντιοχ.). Καὶ πάλι: ”Ὅποιος δέχεται τὸν
αἱρετικό, ὑπόκειται στὶς ἴδιες κατηγορίες μ’ ἐκεῖνον” (ἑρμην. με΄ ἀποστ.
κανόνα)… Ἀλλ’ οὔτε θὰ τοὺς μνημονεύσουμε…» (Ἀπάντηση
Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Καλλίστου Βλαστοῦ, Δοκίμιον ἱστορικὸν περὶ τοῦ Σχίσματος,
σ. 106-109).
Ἂν λοιπόν, οἱ Ἅγιοι ἐσκέπτοντο,
ὅπως ἐσεῖς σκέπτεσθε, δὲν θὰ ὑπῆρχε σήμερα κανένας Ἅγιος καὶ Ὁμολογητής! Ὅταν
ἤλεγχαν καὶ ὁμολογοῦσαν τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως πρὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἢ ἤλεγχαν
καὶ ὁμολογοῦσαν τὴν Ἀλήθεια πρὸ τῶν αἱρετικῶν Αὐτοκρατόρων καὶ Πατριαρχῶν, δὲν ἐσκέπτοντο
οἱ Ἅγιοι ὅτι θὰ ἔμεναν χωρὶς ἐξομολόγηση καὶ Θ. Κοινωνία γιὰ χρόνια, ἀφοῦ
τὸ πιθανότερο ἦταν ὅτι θὰ τοὺς συνελάμβαναν, θὰ τοὺς ἔριπταν στὴν φυλακή, ἢ
ἀκόμα χειρότερα θὰ τοὺς θανάτωναν! Ἀλλὰ τὸ ἔκαναν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ,
τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἄλλων ἀδελφῶν τους. Κι ἂν ἐμεῖς, ποὺ ἔχουμε μικρὴ ἀγάπη γιὰ
τὸ Χριστὸ ἀκολουθοῦμε αὐτὸ τὸ δρόμο, μήπως σὲ κάτι ὑποφέρουμε γι’ Αὐτόν, αὐτὸ
γιὰ σᾶς εἶναι κατακριτέο; Γιατί μᾶς ἐμποδίζετε «νὰ
μιμούμαστε τὴν εὐσέβειά τους, ἀφοῦ δὲν ἔχουμε τὴν ἁγιωσύνη καὶ
τὴν σοφία τους”»;
Καὶ πάλι λέτε: «Αυτό όμως, που μας
προτείνετε, δεν είναι αποτείχιση από κάποιον αιρετικό ή αιρετίζοντα επίσκοπο,
όπως συμβουλεύει ο Μ. Αθανάσιος, αλλά αποτείχιση από την Εκκλησία! Ένας
Αυγουστίνος Καντιώτης, αγαπητέ κ. Π.Σ., έψαχνε, όπως γνωρίζουν πνευματικά του
τέκνα, να βρει άλλους δύο επισκόπους, ώστε να παύσουν από κοινού το μνημόσυνο
του πατριάρχου Βαρθολομαίου και δεν εύρισκε. Και δεν προχώρησε σε αποτείχιση
μόνος του. Μήπως τον είχε παραλύσει και αυτόν ο φόβος, μήπως μείνει μακριά από
την “εκκλησία των πονηρευομένων;”. Μήπως δεν γνώριζε και αυτός τι λέγουν οι Πατέρες
και οι Κανόνες;».
Δὲν συνέβησαν ἀκριβῶς ἔτσι
τὰ πράγματα μὲ τὸν ἀείμνηστο Αὐγουστῖνο Καντιώτη. Ἀλλὰ κι ἂν συνέβησαν, σᾶς
ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία πορεύεται στηριζόμενη στὴν «συμφωνία τῶν Ἁγίων
Πατέρων» κι ὄχι στὴν γνώμη ἑνὸς γέροντος
Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος (ὅπως γνωρίζετε), εἶχε κάνει τὴν μερικὴ ἀποτείχιση
τὴν δεκαετία τοῦ 70. Τὸ ὅτι δὲν εὕρισκε δὲ ἄλλους 2 Ἐπισκόπους, τί δηλώνει;
Δὲν δηλώνει ὅτι θεωροῦσε ἀναγκαία καὶ ἐπιβεβλημένη τὴν ἀποτείχιση, ἀλλὰ
ἐπειδὴ λόγῳ γήρατος δὲν μποροῦσε νὰ σηκώσει τὸ βάρος τοῦ ἐγχειρήματος, ἤθελε
καὶ κάποιους συμπαραστάτες, ἀλλὰ ἡ ἐπέκταση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἡ ἀλλοίωση
τοῦ φρονήματος τῶν Ἐπισκόπων ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε δὲν εὕρισκε οὔτε
δύο;
«Αναφέρεται επίσης ο κ. Π.Σ. σε κάποιον Ι. Κανόνα, δίχως να τον ονομάζει
(από τα συμφραζόμενα υποθέτω, ότι εννοεί τον ΙΕ´ της Πρωτοδευτέρας Συνόδου),
και με εγκαλεί, διότι δεν τον εφαρμόζω στο Εξωτερικό, όπου διαμένω! Φέρει δε ως
παράδειγμα τους τρείς μητροπολίτες και το Άγιον Όρος, που διέκοψαν το μνημόσυνο
του Αθηναγόρα με αφορμή τα “αμφιλεγόμενα τότε, νηπιακά οικουμενιστικά του
ανοίγματα”!
Αυτό, που διαφεύγει της προσοχής του, είναι το ότι απευθύνεται σε λαϊκό
και όχι σε κληρικό. Ως θεολόγος θα έπρεπε να γνωρίζει, ότι ο συγκεκριμένος
Κανόνας αφορά στους κληρικούς και μόνο σ’ αυτούς. Εάν ήμουν κληρικός, θα
μπορούσα να κάνω χρήση του Κανόνα, να παύσω το μνημόσυνο του αποδεδειγμένα
αιρετικού εκκλησιαστικού προϊσταμένου μου και να αποτειχιστώ από αυτόν. Δεν
είμαι όμως κληρικός. Ας παύσουν επιτέλους ωρισμένοι “αποτειχισμένοι”, μιμούμενοι
τους Παλαιοημερολογίτες, να κρατούν ως λάβαρο του αγώνα τους τον ΙΕ´ Κανόνα
και, παρερμηνεύοντάς τον, να καλούν αγωνιζομένους πιστούς λαϊκούς να τον
εφαρμόσουν».
Πρῶτον κ. Χ.Λ. δὲν ἔχουμε ὡς
λάβαρο τὸν ΙΕ΄ Κανόνα. Ἔχουμε γράψει πολλάκις γιὰ τὴν «συμφωνία τῶν Πατέρων»
στὸ θέμα. Αὐτὴν ἐπικαλούμαστε καὶ σ’ αὐτὴν στηριζόμαστε. Ἂν ἐπιμείναμε
ἰδιαιτέρως σ’ αὐτὸν τὸν κανόνα εἶναι ἄλλοι οἱ λόγοι.
Ἀλλὰ νὰ ρωτήσουμε ἐπ’ ὅσων
γράφετε: Ἂν ὁ κληρικὸς κινδυνεύει ἀπὸ τὴν αἵρεση, δὲν κινδυνεύει περισσότερο ὁ
λαϊκός; Κι ἂν ὁ κληρικὸς πρέπει νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ὁ λαϊκὸς
πρέπει νὰ ἀδιαφορεῖ; Κι ἄν −ὅπως γράφουν οἱ Πατέρες− ἡ «κοινωνία» ἢ «ἡ μὴ
κοινωνία» μὲ αἱρετικούς, ἔχει σχέση μὲ τὴν σωτηρία μας, ὁ λαϊκὸς πρέπει νὰ
ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴ σωτηρία του (ἰδιαιτέρως δὲ στὴν περίπτωση ποὺ γνωρίζει);
Κι ἀκόμα· γιατί προκαλεῖτε
αὐτὴν τὴν σύγχυση στοὺς ἀναγνῶστες σας κ. Χ.Λ. Οἱ ἀποτειχισμένοι τῆς «Πατερικῆς
Παραδόσεως» μόνο ἢ καὶ ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς ἑρμηνεύει ἔτσι τὸν Ἱ. Κανόνα; Γιατί
μᾶς διαχωρίζετε ἀπὸ τὸν π. Εὐθύμιο ποὺ εἶναι ὁ πνευματικός μας; Καὶ γιατί ἀποκρύπτετε
ἐκεῖνο ποὺ δεκάδες φορὲς ἔχουμε στὸ ἱστολόγιό μας γράψει; Ὅτι δηλαδή, ὁ ΙΕ΄
Κανόνας ἐκφράζει τὴν διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα, παρουσιάζει
τὴν διδασκαλία της, ὅπως τὴν ἐβίωσαν καὶ ἐδίδαξαν ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη ἀκόμα οἱ
Προφῆτες, στὴν Κ. Διαθήκη ὕστερα οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἐν συνεχείᾳ οἱ Ἅγιοι;
«Εδώ στο Εξωτερικό, αγαπητέ κ. Π.Σ., δεν έδωσε κανένας μέχρι τώρα
κληρικός το σύνθημα της αποτειχίσεως. Εάν και όταν το δώσει, θα δούμε τι θα
κάνουμε».
Ὁρίστε, λοιπόν, ποὺ σᾶς
ὁδηγεῖ, κ. Χ.Λ., ἡ πρόσδεσή σας στὸ ἅρμα τῶν
ἀντι-Οἰκουμενιστῶν: νὰ τοποθετεῖτε τοὺς σύγχρονους κληρικοὺς πάνω ἀπὸ τὴν Ἁγία
Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας! Ἀλλὰ μᾶς δηλώνετε καὶ κάτι ἄλλο: Ἀκόμα
καὶ ἂν τὸ ποῦν οἱ κληρικοί, ἀκόμα καὶ τότε «θὰ δεῖτε τι θὰ κάνετε»! Τότε πρὸς τί ἡ ὅλη
συζήτηση; Ὑποτίθεται ὅτι ἀναζητεῖτε τὴν Ἀλήθεια γιὰ νὰ τὴν πράξετε! Μᾶς καταδικάζετε,
ἰσχυριζόμενοι ὅτι γνωρίζετε τὴν Ἀλήθεια. Καὶ ξαφνικὰ μᾶς δηλώνετε ὅτι, κι ἂν
ἀκόμα τὴν βρεῖτε, «θὰ δεῖτε τι θὰ κάνετε»!
Καὶ τώρα ἐρχόμαστε σ’ αὐτό,
ποὺ ἀνατρέπει ὅλη τὴ συλλογιστική σας δείχνει καὶ ἀποδεικνύει (κατὰ τὴν γνώμη μας)
ὅτι παρόρμηση τῆς στιγμῆς σᾶς παρακίνησε νὰ γράψετε, ὅσα γράψατε.
Λέτε: «Στην Ελλάδα αποτειχίστηκε ο αγωνιστικός και
ασκητικός και αδίκως καθαιρεθείς ιερομόναχος π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς και τα
πνευματικά του τέκνα τον ακολούθησαν και καλώς έπραξαν».
Δὲν γνωρίζετε κ. Λιβανέ, ὅτι
ἐμεῖς ποὺ ἀποτειχιστήκαμε καὶ ὑπηρετοῦμε αὐτὸ τὸ ἱστολόγιο ἔχουμε πνευματικό
μας τὸν π. Εὐθύμιο; Δὲν ἔχετε ἐπικοινωνία μὲ κάποιον ἀπὸ μᾶς; Δὲν μᾶς
συνδράματε ὅταν πήγαμε στὴν Κύπρο καὶ ἀντιδράσαμε μὲ Ἡμερίδα στὴν ἐπίσκεψη ἐκεῖ
τοῦ Πάπα Βενέδικτου; Πῶς, στὸ ἴδιο ἄρθρο ποὺ μᾶς κατηγορεῖτε ἀνηλεῶς καὶ
κατηγορεῖτε τὴν ἀποτείχιση, στὸ ἴδιο διαβεβαιώνετε ὅτι καλῶς πράξαμε (ὡς
πνευματικὰ τέκνα τοῦ π. Εὐθυμίου) ποὺ ἀποτειχιστήκαμε;(!!!).
«Η Εκκλησία, παρά το γεγονός, ότι διοικείται από πολλούς οικουμενιστές,
διαθέτει και καλούς επισκόπους και αναδεικνύει, όπως είπαμε, Παϊσίους και
Πορφυρίους, και επομένως παραμένει και σήμερα εργαστήριο μοναδικό αγιότητος και
ταμειούχος της θείας χάριτος. “Όπου η
Εκκλησία, εκεί πάρεστι το Πνεύμα του Θεού, και όπου το Πνεύμα του Θεού, εκεί πάρεστιν
η Εκκλησία και πάσα χάρις”, γράφει ο Άγ. Ειρηναίος (Κατά αιρέσεων, 3,
24, 1, PG 50, 459). Παρούσης επομένως της θείας χάριτος και του Αγίου Πνεύματος
μέσα στην Εκκλησία, την οποία, κρίμασιν οις οίδε Κύριος, διοικούν πολλοί
ακατάλληλοι και ανάξιοι και οικουμενιστές επίσκοποι, εμείς θα την
εγκαταλείψουμε;».
Μετὰ ἀπὸ ὅσα γράψαμε, εἶναι
κουραστικὸ νὰ προσθέσουμε κι ἄλλες Πατερικὲς μαρτυρίες, ὅτι ναί, ἡ Ἐκκλησία
εἶναι «ταμειούχος της θείας χάριτος» καὶ
«όπου η Εκκλησία, εκεί πάρεστι το Πνεύμα του Θεού», ἀλλὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν
εὐλογεῖ τὴν αἵρεση καὶ ὅσους κοινωνοῦν ἐν γνώσει τους μὲ τοὺς αἱρετικούς
Οἰκουμενιστές.
Καὶ κλείνετε τὸ ἄρθρο σας: «Ο υποφαινόμενος
γνωρίζει, ότι το άρθρο του αυτό θα προκαλέσει αντιδράσεις και σχόλια εκ μέρους
κάποιων αποτειχισμένων, στα οποία όμως δεν προτίθεται να απαντήσει, όχι
διότι στερείται επιχειρημάτων, αλλά διότι είναι πεπεισμένος, ότι ένας ατέρμονας
διαδικτυακός διάλογος μαζί τους θα αποβεί άκαρπος και ανωφελής. Κάθε πιστός
έχει (πρέπει να έχει) Πνευματικό πατέρα. Αλλοίμονο αν δεν έχει. Ας
συζητήσει λοιπόν το σοβαρότατο αυτό θέμα της αποτειχίσεως μαζί του και ας
πράξει ό,τι ο Πνευματικός του υποδείξει. Αυτό έχει πράξει και ο υποφαινόμενος
και έχει την συνείδησή του αναπαυμένη».
Καταλαβαίνουμε
γιατί δὲν προτίθεσθε νὰ ἀπαντήσετε. Ἀπὸ ἀγάπη σὲ μᾶς καὶ στὴν Ἐκκλησία, ὅμως,
πρέπει νὰ τὸ κάνετε. Ἀκόμα κι ἂν μᾶς θεωρεῖτε αἱρετικούς. Ζητᾶμε τὸν διάλογο.
Ἐμεῖς
πάντως, μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ σᾶς παραθέσαμε, περιμένουμε νὰ ἀλλάξετε γνώμη, καὶ νὰ
ἀπαντήσετε μὲ ἁγιοπατερικὲς θέσεις. Δυστυχῶς οἱ σύγχρονοι κληρικοί-πνευματικοί
−στὴν πλειονότητά τους− εἶναι δέσμιοι τῶν Οἰκουμενιστῶν Πατριαρχῶν καὶ
Ἐπισκόπων. Ἂν δὲν ἦσαν, προκειμένης αἱρέσεως, «θὰ εἶχαν βγεῖ στοὺς δρόμους»,
ὅπως ἔκαναν καὶ μᾶς δίδαξαν νὰ κάνουμε οἱ Ἅγιοι, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν ἐνώπιον ὄχι
αὐτοκρατόρων καὶ βασιλιάδων, ἀλλ’ ἐνώπιον κάποιων προδρόμων τοῦ Ἀντιχρίστου,
ψευδο-Πατριαρχῶν καὶ Ἐπισκόπων, τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως. Κι ἀφοῦ αὐτοὶ δὲ τὸ
κάνουν, ἀφοῦ στὶς σύγχρονες ἐκκλησίες-ναοὺς ζητωκραυγάζεται, εὐλογεῖται καὶ
προσκυνεῖται ἀπὸ Ἐπισκόπους, κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς ὁ ἀρχηγέτης τῆς Παναιρέσεως
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, καὶ ἔτσι προωθεῖται καὶ ἐμπεδώνεται
ὁ Οἰκουμενισμός, ἂς συζητήσουμε γιὰ τὴν Ἐκκλησία διαδικτυακά, ἀλλ’ ἐκκλησιαστικά,
προσπαθώντας νὰ διαφωτίσουμε ὅσους πιστοὺς ἐνδιαφέρονται, τί ἡ Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ καὶ οἱ Ἅγιοί μας διδάσκουν γιὰ τὴν στάση μας ἀπέναντι στὴν αἵρεση τῆς
ἐποχης μας.
Για το ιστολόγιο «Ἀποτείχιση
καὶ Πατερικὴ Παράδοση»
Σημάτης Παναγιώτης
Νάκου Χριστίνα