Ἔ, φεύγουμε κ᾿ ἐμεῖς
ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀπελαμβάναμε ὡρισμένα προνόμια σὲ
ὡρισμένες ἐποχὲς καὶ εἴχαμε μερικὴ ἐλευθερία. Φεύγουμε πλέον ἀπὸ τὸ σχῆμα αὐτὸ
τῆς Ἐκκλησίας, καὶ μπαίνομε στὸ σχῆμα τῶν κατακομβῶν.
Tότε πλέον, ὄχι μόνο τροπικῶς, ἀλλὰ καὶ τοπικῶς θὰ χωριστοῦμε. Καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διωχθῇ· καὶ οἱ ναοὶ θὰ κλείσουν, ὃν τρόπον ἔχουν κλείσει στὴν Ἀλβανία καὶ σὲ ἄλλα μέρη.
Tότε πλέον, ὄχι μόνο τροπικῶς, ἀλλὰ καὶ τοπικῶς θὰ χωριστοῦμε. Καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διωχθῇ· καὶ οἱ ναοὶ θὰ κλείσουν, ὃν τρόπον ἔχουν κλείσει στὴν Ἀλβανία καὶ σὲ ἄλλα μέρη.
Διωγμός.
Φαίνονται αὐτὰ ἀπίστευτα· ἀλλὰ ὅλες οἱ ἐνδείξεις φανερώνουν, ὅτι ἐκεῖ βαίνομε.
Λοιπόν, πρέπει κ᾿ ἐμεῖς νὰ προετοιμάσωμε τὸν ἑαυτό μας διὰ Ἐκκλησίαν
κατακομβῶν.
Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ
ἐρώτημα. Ἔχομε ἐμεῖς τὴν διάθεσιν αὐτήν; Τί λέτε; Μήπως συμβῇ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον
εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πέτρο· «Σίμων Σίμων, ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ
σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον» (ὁ σατανᾶς, λέει, ζητάει νὰ σᾶς κοσκινίσῃ)· «ἐγὼ δὲ
ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου» (Λουκ. 22,31). Ὁ Κύριος ἐγνώριζε
τὴν ἀδυναμία τοῦ Πέτρου καὶ ὅτι, ναὶ μὲν εἶχε πόθο εἰλικρινῆ νὰ μείνῃ κοντὰ στὸ
Χριστό, ἀλλὰ ἦταν τὸ πνεῦμα του ἀσθενές
Ὁ Πέτρος ἀπήντησε·
«Ἐγώ, Κύριε, μαζί σου θὰ εἶμαι». Κ᾿ ἐσεῖς τώρα εἶστε ἐδῶ πέρα, μαζί μου. Ἀλλὰ
θὰ εἶστε πάντα;
Θὰ
περάσετε κόσκινο. Δὲν θέλω νὰ σᾶς ἀπογοητεύσω. Ὡραῖα εἶστε τώρα ὅλες ἐδῶ. Δὲν σᾶς
πειράζει κανείς, δὲν σᾶς καταδιώκει κανείς. Ἐλεύθερο κατηχητικὸ σχολεῖο ἔχετε,
ἐλεύθερες συγκεντρώσεις κάνετε, ἐλεύθερα εἶνε ὅλα. Ζῆτε πάνω σ᾿ ἕνα ὄρος Θαβώρ.
«Kαλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι» (Mατθ. 17,4). Ἔχετε τὴ συντροφιά σας, τὸ φαγητό
σας, τὸν ὕπνο σας, τὰ κέντρο σας, τὶς εὐκολίας σας. Ὅλα αὐτὰ εἶνε καλὰ καὶ
εὐχάριστα. Ἀλλὰ μετὰ ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δώσῃ μιὰ κλωτσιά, ὅπως λέει καὶ ὁ Χότζνερ,
καὶ θὰ μᾶς πετάξῃ ἀπὸ τὸ ὄρος Θαβώρ· θὰ μᾶς ῥίξῃ κάτω, στὴν σκληρὰν πεδιάδα,
στὸ σχῆμα αὐτό.
Γεννᾶται
λοιπὸν τὸ ἐρώτημα·
Ἐμεῖς εἴμεθα
προετοιμασμένοι γιὰ ἕνα τέτοιο διωγμό; Ἔχομε ἐμεῖς τὸ θάρρος καὶ τὴν
αὐταπάρνησιν τοῦ μάρτυρος ἐκείνου, ποὺ ἄκουε νὰ πλησιάζῃ τὸ μούγκρισμα τῶν
λεόντων καὶ ἔλεγε· «Nά, ἀκούεται ἡ σάλπιγξ, ἀκούεται ἡ σάλπιγγα ποὺ μὲ καλεῖ»;
Ἔχομε ἐμεῖς τέτοια αὐταπάρνησι καὶ θυσία; Ἐμεῖς οἱ ὑλικοί, οἱ γήινοι ἄνθρωποι, μποροῦμε νὰ
φτάσουμε σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ ἔφτασαν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἥρωες; Ἔχουμε τὴν
αὐταπάρνησιν αὐτὴ τῆς Μαριάμ, μιᾶς ταπεινῆς ὑπηρετρίας, ἡ ὁποία κατώρθωσε νὰ
κερδίσῃ τὴν Φαβιόλα;
Φοβερώτερο ἀπὸ τὸν
θάνατο
Ἐσεῖς ποὺ πιστεύετε στὸ
Xριστό; Θὰ ἦτο φοβερώτερο ἀπὸ τὸ θάνατο, ἂν σᾶς ἔλεγαν ὅτι κάποιος ἀπὸ σᾶς θὰ
προδώσῃ τὴν πίστι του. Τὸ νὰ πεθάνουμε εἶνε φυσικὸ πρᾶγμα, τὸ νὰ προδώσουμε τὴν
πίστι εἶνε ἀπαίσιο καὶ ἀποτρόπαιο. «Kάποιος ἀπὸ σᾶς», εἶπε ὁ Xριστὸς στοὺς
μαθητάς, «θὰ μὲ προδώσῃ», καὶ ἐγένετο διαταραχὴ μεταξὺ τῶν μαθητῶν (Ματθ. 26,21
κ.ἑ.).
Πηγή: "Αυγουστίνος καντιώτης"