22) Γαλάτας 5,9: «Μικρά ζύμη ὅλο τό
φύραμα ζυμοῖ».
Τό ἴδιο ἐπίσης χωρίο χρησιμοποιεῖ ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος καί στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή (5,6). Στούς μέν Γαλάτας ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν τό
ἀναφέρει γιά νά διδάξη ὅτι, ἄν ἀποδεχθοῦν ἔστω καί μία ἐντολή τοῦ Μωσαϊκοῦ
νόμου (ὅπως στήν προκειμένη περίπτωσι τήν περιτομή), ἡ ὁποία ἔχει ἀντικατασταθῆ
ἀπό τόν εὐαγγελικό νόμο, μεταπίπτουν ἐξ ἀνάγκης στόν Ἰουδαϊσμό. Εἰς τούς
Κορινθίους δέ ἀναφέρει αὐτήν τήν διδασκαλία γιά νά διδάξη ὅτι ἕνα κακό στήν
Ἐκκλησία, τό ὁποῖο γίνεται δημοσίως καί δέν διορθώνεται, εἴτε ἀπό ἀμέλεια τῶν
ὑπευθύνων, εἴτε ἀπό ἀδιαφορία, εἴτε διότι συμμετέχουν καί αὐτοί σέ αὐτό, δύναται
αὐτό τό κακό, ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας νά τό διαφθείρη, νά τό μολύνη καί νά τό
ἐξομοιώση μέ αὐτό.
Πρός τούς Γαλάτας ἡ διδασκαλία τοῦ
ἀποστόλου Παύλου ἔχει, θά λέγαμε, δογματικό χαρακτῆρα, ἐφ’ ὅσον τό νά
μετατεθοῦν οἱ Γαλάτες στόν Ἰουδαϊσμό, ἐσήμαινε ὅτι ἀπεκόπτοντο ἀπό τήν Ἐκκλησία
διά τῆς ἀποδοχῆς κάποιας αἱρέσεως, δηλαδή στήν προκειμένη περίπτωσι τῆς
περιτομῆς. Στούς Κορινθίους ἔχει ἠθικό
χαρακτῆρα, ἐπειδή τό κακό τῆς πορνείας μένοντας ἀτιμώρητο καί ἀδιόρθωτο, θά
γίνη αἰτία νά τό ἀκολουθήσουν πολλοί.
Ὅπως λοιπόν γίνεται ἀντιληπτό, ὅταν ἕνα
κακό στήν Ἐκκλησία, εἴτε δογματικῆς φύσεως, εἴτε ἠθικῆς, γίνεται δημοσίως καί
παραμένει ἀδιόρθωτο, ἐπηρεάζει ὅλα τά
μέλη της, ὄχι μόνο στήν εὐθύνη, ἀλλά καί σ’ αὐτήν τήν μετάδοσι τῆς νόσου. Αὐτό τό διδάσκει πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρός
τούς Κορινθίους, θέτοντας ὡς τύπον ἑνότητος στήν Ἐκκλησία, τήν εἰκόνα τοῦ σώματος:
«καί εἴτε πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει
πάντα τά μέλη, εἴτε δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τά μέλη» (Α΄ Κορινθ. 12,26).
Αὐτή εἶναι καί ἡ ἔννοια τῆς κοινωνίας
στήν Ἐκκλησία. Τό κάθε μέλος της δηλαδή, ἀκολουθεῖ καί ἀποδέχεται τήν πορεία
καί γραμμή, τήν ὁποία ἀκολουθεῖ ὅλο τό σῶμα. Ἡ σημασία λοιπόν τοῦ «συμπάσχει πάντα τά μέλη», τό ὁποῖο
ἐδίδασκε ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ἔχει τήν ἔννοια μόνον
τοῦ
συμπονεῖν ἀλλά καί τοῦ συννοσεῖν. Ὁ Μ.
Ἀθανάσιος τό ἀναφέρει αὐτό σέ ἐγκύκλιο ἐπιστολή του ὡς ἑξῆς: «Εἰ
γὰρ
πάσχοντος
μέλους
ἑνὸς
“συμπάσχει
πάντα
τὰ
μέλη”,
πασχούσης
τῆς
τηλικαύτης
ἐκκλησίας
ἕκαστος
ὡς
αὐτὸς
πάσχων
ἐκδικείτω
τὸ
πρᾶγμα.
κοινὸς
γάρ
ἐστιν
ὁ σωτὴρ
ὁ ὑπ'
αὐτῶν
βλασφημούμενος,
καὶ
πάντων
εἰσὶν
οἱ
κανόνες
οἱ
ὑπ'
αὐτῶν
παραλυόμενοι.
…διὰ
τοῦτο
ἀγανακτῆσαι
ὑμᾶς
δίκαιόν
ἐστιν,
ἵνα
μὴ
τούτων
σιωπωμένων
κατ'
ὀλίγον
καὶ
εἰς
ἑκάστην
ἐκκλησίαν
τὸ
τοιοῦτον
κακὸν
διαβῇ
καὶ
λοιπὸν
ἐμπόριον
καὶ
ἀγοραῖον
τὸ
καθ' ἡμᾶς
διδασκαλεῖον
γένηται» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐγκύκλιος Ἐπιστολή, Ἔργα 9, Πατερικαὶ Ἐκδόσεις “Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς”, σελ. 194, 196, 208).
Αὐτό ἀκριβῶς διδάσκει καί ὁ ὅσιος
Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σέ ἐπιστολή του στόν Μάγιστρο Στέφανο, ἀναφερόμενος στήν
εἰκονομαχική αἵρεσι καί παρακαλῶντας τον, λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του, νά βοηθήση
στήν κατάσβεσι τῆς αἱρετικῆς πυρκαϊᾶς: «...ναί,
κύριέ μου ἀειπόθητε, ἐκδυσωπῶ κἀγώ ὁ τάλας καί ἄλλως ὅτι ἡμῖν αὐτοῖς
εὐεργετοῦμεν τοῦ κοινοῦ φροντίζοντες, ἐπείπερ
συννοσοῦμεν, κἄν οὔ φρονήματι στρεβλῷ, ὅμως δ’ οὖν χραινόμενοι τῇ αἱρετικῇ
κοινωνίᾳ» (Φατ. 420, 589,36). Ἐδῶ ὁ ὅσιος διδάσκει ὅτι συννοσοῦν ὅλα τά
μέλη ἀπό τήν αἱρετική πορεία τοῦ σώματος, ἔστω καί ἄν δέν ἔχουν αἱρετικό
φρόνημα.
Θά ἀποτελοῦσε μεγίστη ἔλλειψι καί
παράλειψι, ἄν στήν πνευματική αὐτή τράπεζα δέν παραθέταμε καί μία ἀκόμη
ὡραιοτέρα διδασκαλία τοῦ ὁσίου ἐπί τοῦ θέματος τούτου. Διότι σ’ αὐτήν διδάσκει ὅτι ἡ κοινωνία αὐτή
μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι πνευματική καί διαχρονική. Ἄν δηλαδή ἡ ζωή μας εἶναι
Ὀρθόδοξος, θεωρητικῶς καί πρακτικῶς, καί συγχρόνως σταυρική ὡς πρός τήν
καταπολέμησι τῶν παθῶν, τότε γινόμεθα κοινωνοί τῶν παθημάτων τῶν Ἁγίων και τῆς
πίστεώς των, ἔστω καί ἄν ἐμεῖς δέν ὑπέστημεν αὐτά πού ἐκεῖνοι ὑπέστησαν. Δηλαδή ἐδῶ ὁ ὅσιος, ἐννοεῖ τήν ἐνσωμάτωσι
διαχρονικά ὡς πρός τό φρόνημα καί τό βίωμα. Ἡ θαυμασία αὐτή διδασκαλία
εὑρίσκεται σέ μία ἀπό τίς λεγόμενες μικρές Κατηχήσεις του:
«Λοιπόν
οὖν, ἀδελφοί, σπεύσωμεν, ἀγωνισώμεθα μή καταισχῦναι τά προδιηνυσμένα ἐν χάριτι
Χριστοῦ, τάς ἐξορίας, τάς φυλακάς, τάς μάστιγας. Καίτοι γε οὐ πάντες ἐφυλακίσθημεν οὐδέ πάντες ἐμαστίχθημεν· ἀλλ' ὅμως
αὕτη ἡ κοινωνία τοῦ βίου, κοινωνία τῶν παθημάτων γίνεται· “Εἴτε γάρ πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει πάντα τά
μέλη· εἴτε δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τά μέλη”» (Μικρά Κατήχησις 62, 165).
Ἐρχόμενοι μετά ἀπό ὅσα προαναφέραμε
στήν σημερινή κατάστασι τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρομε αὐτό τό ὁποῖο ἀποδέχονται καί
οἱ Ἀντιοικουμενιστές ὅτι ἡ πορεία καί γραμμή της εἶναι αἱρετική. Αὐτό βέβαια
εἶναι πασίδηλο λόγῳ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία πλέον καθορίζει τήν
γραμμή καί πορεία της μέ τελικό σκοπό τήν συμπόρευσι μέ τή Ν. Ἐποχή, τήν Παγκοσμιοποίησι
καί τόν ἐρχομό τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἡ γραμμή καί πορεία της αὐτή, σύμφωνα
μέ τήν διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἐπηρεάζει ὅλα τά μέλη της, σέ σημεῖο νά
συμπάσχουν, νά συννοσοῦν καί νά συμμετέχουν στήν αἵρεσι, ἔστω καί ἄν κάποιοι διατείνονται
ὅτι ἔχουν Ὀρθόδοξο φρόνημα. Τό χειρότερο δέ ὅλων εἶναι ὅτι, ἡ γραμμή αὐτή καί
πορεία, εἶναι προγραμματισμένη ὡς πρός τήν ἐξέλιξι καί τόν τελικό της σκοπό, σέ
σημεῖο πού κάποιοι Ἀντιοικουμενιστές τό γνωρίζουν τόσο καλά, ὥστε νά καθορίζουν
καί τό σημεῖο εἰς τό ὁποῖο τώρα εὑρίσκεται καί νά διαγράφουν ἐπακριβῶς τήν
ἐξέλιξί της.
Αὐτό εἶναι ὄντως πρωτοφανές στήν
ἱστορία τῶν αἱρέσεων καί ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἡ ὑπουλωτέρα
ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἡ αἵρεσις ἡ ὁποία προχωρεῖ καί ἐξελίσσεται ὄχι μόνο σύμφωνα
μέ τόν προγραμματισμό της, ἀλλά καί σύμφωνα μέ τό σχέδιο ὅτι, κάθε νέο βῆμα
πρέπει νά γίνη, ἀφοῦ ἔχει γίνει ἀποδεκτό τό προηγούμενο καί, βεβαίως, εἶναι
αἵρεσις, ἡ ὁποία ταιριάζει καί ἐναρμονίζεται πλήρως μέ τά πολιτικά δρώμενα, μέ
τή Ν. Ἐποχή καί τά ἔσχατα χρόνια.
Ἡ διδασκαλία λοιπόν αὐτή τοῦ ἀποστόλου
Παύλου πού φέρει ὡς παράδειγμα τήν ζύμη (προζύμι) καί τό φύραμα (ἀλεύρι) καθώς
καί ἡ εἰκόνα τῶν συννοσούντων μελῶν τοῦ σώματος, μᾶς ὑποδεικνύει ὅτι δέν δυνάμεθα
νά μήν συμμετέχωμε στήν αἵρεσι ὡς μέλη τοῦ σώματος καί φύραμα ζυμωμένο μέ τήν
ζύμη, ἔστω καί ἄν κατά τά ἄλλα ἔχωμε Ὀρθόδοξο φρόνημα καί ἀποστρεφώμεθα ἤ καταδικάζωμε τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἡ ἀπομάκρυνσις ἀπό τήν αἵρεσι καί ἡ μή συμμετοχή εἰς αὐτήν σημαίνει ὅτι δέν
πρέπει νά εἶμαι μέλος αὐτοῦ τοῦ ἀρρώστου κατά τήν πίστι σώματος καί νά μήν
συμφύρωμαι μέ τήν αἱρετική ζύμη.
Πρέπει τέλος νά καταθέσωμε καί τίς
ἑρμηνεῖες τῶν Πατέρων στήν διδασκαλία αὐτή τοῦ ἀποστόλου Παύλου περί τῆς ζύμης
καί