Ἡ Διακοπὴ Μνημοσύνου καὶ γενικὰ ἡ ἀπομάκρυνση
ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, στοὺς περισσότερους ἱερωμένους καὶ λαϊκούς, φαίνεται βαρὺ
πρᾶγμα. (Καὶ εἶναι, ἕως ὅτου τὸ ἀναθέσουμε στὸ Θεό, καὶ τότε αὐτὸ ποὺ φαίνεται
βαρύ, γίνεται φορτίον ἐλαφρύ, γιατὶ ὁ Κύριος διαβεβαίωσε ὅτι «ὁ γὰρ ζυγός μου
χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν»). Ὅμως ἡ μὴ Διακοπὴ τοῦ Μνημοσύνου συνεπάγεται τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, κάτι ποὺ εἶναι ἀπαγορευμένο
ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο (στὴν Π. καὶ Κ. Διαθήκη) καὶ βέβαια ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Του.
Ὁπότε ἡ κοινωνία
μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι μεγάλη ἁμαρτία.
Κι ὅμως, ἂν ὅλοι ἁμαρτάνουμε στὸ ἕνα ἢ στὸ
ἄλλο, αὐτὴ ἡ ἁμαρτία εἶναι μεγαλύτερη (κυρίως καὶ ἰδίως γι' αὐτοὺς ποὺ γνωρίζουν, γιὰ τοὺς Ποιμένες καὶ ὅσους κάνουν τοὺς διδασκάλους)
γιατὶ λογαριάζεται ὡς ἀσέβεια, ἀφοῦ ἔχει σχέση μὲ τὴν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως καὶ ὄχι μὲ τὰ προσωπικὰ ἁμαρτήματα καί, ὡς
ἐκ τούτου, οἱ πνευματικὲς ἐπιπτώσεις εἶναι βαρύτερες.
Μιὰ τέτοια περίπτωση ψηλαφοῦμε στὰ
γεγονότα τῆς Φλώρινας. Ἐκεῖ ὡς γνωστόν, ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Γρηγορίου
τοῦ Παλαμᾶ Φιλώτα π. Παΐσιος, διέκοψε τὸ μνημόσυνο γιὰ λόγους πίστεως. Καὶ
ὁ Μητροπολίτης του (ὅπως καὶ τὸ σύνολο μᾶλλον τῶν ἱερέων) ἀντέδρασε σ’ αὐτήν του
τὴν ἐνέργεια καὶ τὸν τιμώρησε, γιατὶ ὁ ἴδιος ὁ Μητροπολίτης δὲν εἶχε τὴν πρόνοια νὰ κάνει τὸ ἴδιο, νὰ ἀκολουθήσει δηλαδή τὴν ρητὴ Ἐντολή τοῦ Κυρίου, «Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε,
λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ
ἅπτεσθε· …χαίρειν δὲ αὐτοῖς μὴ λέγητε» καὶ νὰ διακόψει τὸ
μνημόσυνο τοῦ παναιρετικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Αὐτὴ ἡ πρώτη πτώση του, ὅμως, δημιούργησε -ὅπως ἦταν φυσικό- καὶ μιὰ ἄλλη, δεύτερη
πτώση, μεγαλύτερη. Ποιά εἶναι αὐτή;
Εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Φλωρίνης
Θεόκλητος θέλησε νὰ δικαιολογήσει τὴ συνείδησή του καὶ νὰ δικαιολογηθεῖ στὸν ἔκπληκτο
λαὸ τῆς Φλώρινας πού, ἐξ αἰτίας τοῦ
φλογεροῦ ἱεροκήρυκα καὶ μητροπολίτη Φλωρίνης ἀείμνηστου Αὐγουστίνου Καντιώτη, εἶναι
εὐαισθητοποιημένος στὰ θέματα τῆς Πίστεως. Ἔτσι, ὄχι μόνο δὲν ἀκολούθησε τὸ
παράδειγμα τοῦ Γέροντά του Αὐγουστίνου, ποὺ διέκοψε τὸ Μνημόσυνο τοῦ Ἀθηναγόρα,
ἀλλὰ καὶ προσέβαλε τὸν Καντιώτη,
χαρακτηρίζοντας ἀκέφαλο αἱρετικὸ καθένα ποὺ προχωρεῖ σὲ διακοπὴ Μνημοσύνου τοῦ
Πατριάρχη, καὶ ἄρα καὶ τὸν γέροντα Αὐγουστίνου! Ὁποία ντροπή, ὁποία πτώση!
Ἀκολούθως, συνεχίζοντας τὸν ὀλισθηρὸ
δρόμο ποὺ διάλεξε, ἀντὶ νὰ συνέλθει, νὰ συναισθανθεῖ τὸ λάθος του καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸ