Πρῶτος ὁ Κύριος, μετὰ οἱ Ἀπόστολοι καὶ στὴ συνέχεια οἱ
Πατέρες μᾶς ἔχουν προειδοποιήσει γιὰ τοὺς ψευδοπροφῆτες.
Πρέπει, γράφει ὁ Μ. Βασίλειος, νὰ ἐξετάζουμε
προσεκτικὰ τὰ λεγόμενα τῶν ποιμένων καὶ διδασκάλων, καὶ κυρίως αὐτῶν ποὺ ἔχουν δώσει στοιχεῖα
πὼς καινοτομοῦν εἰς τὰ τῆς Πίστεως∙ γιατὶ οἱ ψεδοδιδάσκαλοι-ψευδοποιμένες
ὑποκρίνονται ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι καὶ ἔχουν τὴν ἱκανότητα νὰ συναρπάζουν τὶς
ψυχὲς τῶν ἀπρόσεκτων. Καὶ πῶς θὰ καταλάβουμε, ἐρωτᾶ, τὴν γνησιότητα τοῦ
ποιμένος; Ἀπὸ τὸ ἂν ἀκολουθεῖ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας:
«Ὅτι οὐ δεῖ ἁπλῶς, οὐδὲ ἀνεξετάστως ὑπὸ
τῶν ὑποκρινομένων τὴν ἀλήθειαν συναρπάζεσθαι· ἀπὸ δὲ τοῦ δεδομένου ἡμῖν παρὰ
τῆς Γραφῆς χαρακτῆρος γνωρίζειν ἕκαστον. “Προσέχετε ἀπὸ τῶν
ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν
ἐνδύμασιν προβάτων ἔσωθεν δέ εἰσιν λύκοι ἅρπαγες”» (Ματθ. 7, 15). (Μ. Βασιλείου, Τὰ Ἠθικά, ὅρος ΚΗ΄).
Στὸ κείμενο αὐτὸ
τοῦ Μ. Βασιλείου εἶναι σαφέστατο πὼς ὁ χαρακτηρισμὸς “ψευδοπροφῆτες καὶ ψευδαπόστολοι”,
δὲν ἀποδίδεται στοὺς ἤδη γνωστοὺς καὶ παγιωμένους στὴν αἵρεση
αἱρετικούς (μόνο), ἀλλὰ ταιριάζει κυρίως σὲ "ὀρθόδοξους
ποιμένες" ποὺ δὲν ἔχουν ἐπίσημα χαρακτηριστεῖ
αἱρετικοί, μὰ δίνουν δείγματα καινοτόμων ποιμένων, παρερμηνεύουν καὶ
παραβλέπουν κάποια στοιχεῖα τῆς παραδόσεως κατὰ τὸ δοκοῦν, καὶ δὲν προφυλλάσσουν
τὸ ποίμνιο ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς αἱρετικούς, ἀντίθετα τὸ σκανδαλίζουν μὲ τὶς ἐνέργειές
τους. Π.χ., συντρώγουν, συμπροσεύχονται καὶ συλλειτουργοῦν μαζί τους,
σπέρνοντας ἔτσι τὴν σύγχυση καὶ στὶς δυὸ πλευρές. Ἔτσι δικαίως θὰ μποροῦσε νὰ
τοὺς κατατάξει κανεὶς στὴν κατηγορία τῶν “κακῶν ἐργατῶν”, τῶν ψευδοποιμένων.
Σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Μ. Βασίλειος γράφει: «Μετὰ τῶν οἰκείων τῆς πίστεως εἰρηνεύειν· αἱρετικὸν δὲ ἄνθρωπον
ἀποστρέφεσθαι»
(Λόγος περὶ ἀσκήσεως). «Ὅτι δεῖ τῶν ἀκροατῶν
τοὺς πεπαιδευμένους τὰς Γραφάς, δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων
λεγόμενα· καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς Γραφαῖς
δέχεσθαι, τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλειν· καὶ τοὺς τοιούτοις διδάγμασιν ἐπιμένοντας
ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον… Ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ’
αὐτοῦ… καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ ὃ παρελάβετε,
ἀνάθεμα ἔστω.
…Ὅτι δεῖ τοὺς μὴ πολλὴν ἔχοντας τὴν τῶν
Γραφῶν γνῶσιν, ἐν τοῖς καρποῖς τοῦ Πνεύματος γνωρίζειν τὸν χαρακτῆρα τῶν ἁγίων·
καὶ τοὺς μὲν τοιούτους δέχεσθαι, τοὺς δὲ ἄλλως ἔχοντας ἀποστρέφεσθαι… “Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασιν προβάτων ἔσωθεν δέ εἰσιν λύκοι
ἅρπαγες”» (Ματθ. 7, 15) (Μ. Βασιλείου,
Τὰ Ἠθικά, Ὅρος ΟΒ΄).
Καὶ σὲ ἄλλο
σημεῖο, πάλι ὁ Μ. Βασίλειος, γράφει: «“Βλέπετε τοὺς κύνας,
βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας”. Πολλοὶ οἱ κύνες. Τί λέγω κύνες; Λύκοι μὲν οὖν
βαρεῖς, ἐν ἐπιφανείᾳ προβάτων τὸ δολερὸν ὑποκρύπτοντες, πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης τὸ Χριστοῦ ποίμνιον διασπῶσιν.
Οὓς φυλακτέον
ὑμῖν ἐγρηγορικοῦ
τινος ποιμένος
ἐπιστασίᾳ» (Μ. Βασιλείου,Ἐπιστολές τῇ Ἐκκλησίᾳ Νεοκαισαρείας, ep.
28, s. 2, l.
37- 42).
Ἀλλὰ καὶ ὁ Δίδυμος ὁ Τυφλὸς ἐκφράζει τὸ φόβο του, μήπως ἡ
δολιότης καὶ ἡ πανουργία ποὺ ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ διαθέτουν, ἀπατήσει τοὺς ἁπλοὺς
πιστοὺς ὡς ὁ ὄφις τὴν Εὔα: «Δέος δέ, μὴ ὡς
τὴν μητέρα τοῦ γένους ἡμῶν ἔφθειρεν ὁ ὄφις πανουργίᾳ χρησάμενος, φθαρῆτε καὶ ὑμεῖς ὑπὸ ψευδοδιδασκάλων… Οὗτοι δὲ περὶ ὧν γράφω, ἐνταῦθα μὲν ἐργάται δόλιοι, ἐν ἄλλῃ δὲ ἐπιστολῇ ἐργάται
κακοὶ ὀνομάζονται. μετασχηματίζονται οὖν
εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ, οὐκ ὄντες τοιοῦτοι ἀλλὰ σχήματι
μόνῳ ἀπατῶντες, προαίρεσιν τὴν αὐτὴν ἔχοντες
τοῖς ψευδοπροφήταις οἳ τὴν γνώμην λύκοι
ἅρπαγες ὄντες περιβάλλονται κώδια, ἵνα δόξωσιν εἶναι πρόβατα. τοῦτο εἰπὼν περὶ
αὐτῶν δείκνυσιν ὡς οὐ παράδοξον τὸ εἰρημένον· εἰ γὰρ ὁ αἴτιος τυγχάνων τοῦ
τοιούτους αὐτοὺς εἶναι –διάβολος
δὲ οὗτος– ὑποκρίνεται ἄγγελος εἶναι φωτός, σκότους ὑπάρχων, ἀκολούθως οἱ πρὸς
αὐτοῦ εἰς τὸ πλανᾶν ὁδηγούμενοι μεταχαράττουσιν ἑαυτοὺς ὡς ὑποληφθῆναι ἀκεραίοις, ὅτι διάκονοι δικαιοσύνης εἰσίν…» (Διδύμου τοῦ Τυφλοῦ,
Fragmenta in epistulam ii ad Corinthios (in catenis), p. 36, l. 33).
Μὰ εἶναι δυνατόν –θὰ ποῦν κάποιοι– νὰ ἀντιμετωπίζουμε μὲ
τέτοιους χαρακτηρισμοὺς τοὺς Οἰκουμενιστές, ποὺ κηρύττουν τὸ Χριστὸ καὶ πολλοὶ ἀπὸ
αὐτοὺς θυσιάζουν γι’ Αὐτὸν κάτι, μικρὸ ἢ μεγάλο; Ἂς δοῦμε τί γράφουν, οἱ θυσιασθέντες
γιὰ τὴν πίστη καὶ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ Ἅγιοι:
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος πάλι, στὴν ἀρχὴ τῆς 24η
ὁμιλίας του πρὸς Κορινθίους τοποθετεῖ ὡς τίτλο «Οἱ γὰρ τοιοῦτοι ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους
Χριστοῦ»
καὶ ἐρωτᾶ: «α΄. Τί λέγεις;».
Εἶναι δυνατὸν νὰ θεωροῦνται ψευδαπόστολοι ἀκόμα καὶ «οἱ
Χριστὸν κηρύττοντες, οἱ χρήματα μὴ λαμβάνοντες, οἱ
Εὐαγγέλιον ἕτερον μὴ ἐπεισάγοντες;».
Καὶ ἀπαντᾶ:
«Ναί· καὶ δι' αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτο
μάλιστα, ὅτι ταῦτα ὑποκρίνονται πάντα, ἵνα ἀπατήσωσιν. Ἐργάται δόλιοι.
Ἐργάζονται μὲν γάρ, ἀλλ' ἀνασπῶσι τὰ πεφυτευμένα. Ἐπειδὴ γὰρ ἴσασιν, ὅτι ἑτέρως
οὐκ ἂν γένοιντο εὐπαράδεκτοι, τὸ προσωπεῖον λαβόντες τῆς ἀληθείας, οὕτω τὸ δρᾶμα τῆς πλάνης ὑποκρίνονται. Καὶ μέντοι χρήματα,
φησίν, οὐ λαμβάνουσιν. Ἵνα πλείονα λάβωσιν, ἵνα ψυχὴν ἀπολέσωσι. Μᾶλλον δὲ καὶ
τοῦτο ψεῦδος· καὶ ἐλάμβανον, ἀλλ' ἐλάνθανον· καὶ τοῦτο δείκνυσιν ἐν τοῖς ἐπιοῦσι» (Χρυσοστόμου
Ἰω., Ὑπόμνημα εἰς πρὸς Κορινθίους Β, ὁμιλ. α΄, PG 61, 563).
Οἱ Πατέρες, λοιπόν, ἀπὸ συμφώνου
ἔχουν διαπιστώσει ὅτι οἱ αἱρετικοί –ποὺ ἀντιστέκονται στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας– χρησιμοποιοῦν
δολιότητα, πονηρίες, παλινδρομήσεις στὶς διδασκαλίες τους, ἀνειλικρίνεια καὶ
ἀμετανοησία, ἀφοῦ ἡ αἵρεση προκύπτει ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό, ἀναπτύσσεται μὲ ἐγωϊσμὸ
καὶ στηρίζεται στὸν ἐγωϊσμό, τὴν ἀπάτη καὶ τὸ ψεῦδος, καὶ ὁ ἐγωϊσμὸς εἶναι πάλι
ἐκεῖνος ποὺ τελικὰ ἐμποδίζει τὴν μετάνοια τῶν αἱρετικῶν.
Ὡς ἐκ
τούτου εἶναι σύνηθες σ’ αὐτοὺς νὰ παραπληροφοροῦν, νὰ ἀποκρύπτουν διὰ περίτεχνων συλλογισμῶν τὰ
πραγματικά τους πιστεύματα καὶ μὲ ὑποκριτικὴ δεινότητα νὰ συσκοτίζουν τὴν
ἀληθινή τους ταυτότητα καὶ νὰ παραπέμπουν γιὰ τὴν κατοχύρωση τῶν λεγομένων στὴν
Γραφή.
Γράφει ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Καθάπερ καὶ οἱ αἱρετικοὶ ποιοῦσιν... Παρὰ μὲν γὰρ τὴν
ἀρχὴν συσκιάζουσιν ἑαυτούς· ἐπειδὰν δὲ πολλὴν λάβωσι τὴν παρρησίαν καὶ λόγου
τις αὐτοῖς μεταδῷ, τότε τὸν ἰὸν ἐκχέουσι» (Χρυσόστομου
Ἰω., Ὑπόμνημα εἰς τὸ Κατὰ Ματθαῖον, ὁμιλία Αʹ,
PG 58, 477).
Οἱ Ἁγιοι Πατέρες, λοιπόν, μᾶς φανερώνουν τὴν ἀλήθεια. Δυστυχῶς ὅμως, πολλοὶ σύγχρονοι ψευδοποιμένες δὲν θέλουν νὰ τὴν ἀποδεχτοῦν. Καὶ προκαλοῦν σύγχυση στοὺς πιστούς, ἰσχυριζόμενοι ὅτι, ἐκεῖνοι ποὺ ὑπενθυμίζουν τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, τοὺς ἐκβιάζουν νὰ τὴν ἐφαρμόσουν!!! Δὲν θέλουν νὰ καταλάβουν ὅτι, ἄλλο εἶναι ἡ ἐλευθερία νὰ ἀκολουθήσεις τὶς Ἐντολὲς τοῦ Κυρίου (αὐτὸ εἶναι δυνητικό) καὶ ἄλλο νὰ χαρακτηρίζεις τὶς Ἐντολὲς δυνητικές! Οἱ Ἐντολές, ἡ σύμφωνη μὲ τὸ Εὐαγγέλιο διδασκαλία τῶν Ἁγίων, εἶναι ὁ ἀσφαλὴς δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία καὶ ἐδῶ, στὴν προφύλαξη ἀπὸ τὴν αἵρεση, ἀλλὰ καὶ στὴν ἀντιμετώπιση (ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴν ἀναίρεση τῶν κακοδοξιῶν) τῶν αἱρετικῶν. Καὶ εἶσαι ἐλεύθερος νὰ τὶς ἀκολουθήσεις ἤ νὰ μὴν τὶς ἀκολουθήσεις!
Σημάτης Παναγιώτης