Ὁ Λεωνίδας Οὐσπένσκυ δὲν εἶχε
περγαμηνὲς θεολογίας νὰ ἐπιδείξει κι ὅμως τὸ συγγραφικό του ἔργο λίγοι θεολόγοι
μποροῦν νὰ τὸ φτάσουν. Δὲν ἦταν ρήτορας, οὔτε ἱεροκήρυκας· κι ὅμως τὰ ἄρθρα
του, τὰ βιβλία του, οἱ εἰκόνες του μετέστρεφαν συνειδήσεις καὶ οἱ ἄνθρωποι
ἐπανέρχονταν στὴν Ἐκκλησία, τόσο ποὺ τὸ Βατικανὸ ἀπαγόρεψε τὴν ἐπανέκδοση τῆς
«θεολογίας τῆς εἰκόνας» γιὰ 23 χρόνια. Ὁ Λ. Οὐσπένσκυ δὲν εἶχε πλούτη, ὑψηλὲς
γνωριμίες, κύκλο ὀπαδῶν· εἶχε μόνο τὴν ἀκλόνητη πίστη του στὴν ἀλήθεια τῆς
ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ποὺ ἦταν ὁ Χριστός. Μπροστὰ στὸ αὐθεντικό, ἐκκλησιαστικό
του βίωμα ὑποκλήθηκαν ἀκόμα καὶ οἱ ἀντίπαλοί του. Τὸ θέμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ,
διαπραγματεύεται ὁ Λεωνίδας Οὐσπένσκυ, στὸ τελευταῖο κεφάλαιο τῆς Θεολογίας
τῆς εἰκόνας μέσα στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ φέρει τὸ ἐνδεικτικὸ ἐρώτημα,
«πρὸς τὴν ἑνότητα;». Πρὶν ὅμως ἀναφερθοῦμε στὶς περὶ οἰκουμενισμοῦ θέσεις
τοῦ Οὐσπένσκυ, ἄς δοῦμε κάποια ἀπὸ τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς του.
Ὁ Λεωνίδας Ἀλεξάντροβιτς
Οὐσπένσκυ (8/8/1902-11/12/1987) γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε στὴ Ρωσία, στὴν
ἰδιοκτησία τοῦ πατέρα του στὸ σημερινὸ Γκολόσνοβκα, βόρεια τῆς ἐπαρχίας τοῦ
Βορονέζ. Τὸ μεγαλύτερο διάστημα τῆς ζωῆς του ὡστόσο δὲν τὸ ἔζησε στὴν πατρίδα
του, ἀλλὰ στὸ Παρίσι. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες στὴν ἐπαναστατικὴ Ρωσία, ποὺ
λίγο ἔλλειψαν νὰ τοῦ κοστίσουν τὴν ἴδια του τὴ ζωή, θὰ σταλεῖ, νεαρὸς ἀκόμα μὲ
τὸν λευκὸ στρατὸ νὰ δουλέψει στὰ μεταλλεῖα κάρβουνου στὴ Βουλγαρία. (Ἐκεῖ ἀπὸ
τὴν πεῖνα θὰ μείνει γιὰ ἕνα διάστημα τυφλός, ἐνῶ θὰ τραυματισθεῖ δύο φορὲς
σοβαρά). Τὸ 1926 θὰ κατορθώσει νὰ φύγει γιὰ τὴ νότια Γαλλία, ὅπου θὰ δουλέψει
ὡς ἐργάτης στὶς ὑψικαμίνους τῶν ἐργοστασίων Σνάϊντερ στὸ Κρεζώ. Τὸ 1929, μετὰ
ἀπὸ σοβαρὸ ἀτύχημα θὰ ἐγκαταλείψει τὸ ἐργοστάσιο μετάλλων καὶ θὰ ἐγκατασταθεῖ
στὸ Παρίσι κάνοντας περιστασιακὲς δουλειές.
Ἡ γνωριμία του μὲ τὸ ζωγράφο Γεώργιο
Κροὺγκ (μετέπειτα μοναχὸ Γρηγόριο) θὰ τὸν ὁδηγήσουν πρὸς τὴ ζωγραφική. Θὰ
γραφτοῦν, ὅπως καὶ ἄλλοι ρῶσοι ἐμιγκρέδες στὴν Ἀκαδημία ζωγραφικῆς, ποὺ εἶχε
ἀνοίξει στὸ Παρίσι ἡ κόρη τοῦ Λέοντα Τολστόϊ, Τατιάνα Λβόβνα Σουκοτίνα.
Παράλληλα, ἡ ἔνταξή τους στὴν ὀρθόδοξη ἀδελφότητα τοῦ ἁγίου Φωτίου τοῦ
ὁμολογητοῦ θὰ τοὺς στρέψουν στὴν παραδοσιακὴ ζωγραφική, τὴν εἰκόνα. Ἡ τέχνη τῆς
εἰκόνας θὰ τοὺς αἰχμαλωτίσει καὶ τοὺς δύο ἀμέσως. Ἀρχίζουν νὰ μελετοῦν πρῶτα μὲ
τὸν διάσημο εἰκονογράφο, ποὺ ζοῦσε στὸ Παρίσι, τὸν Φεντόρωφ καὶ στὴ συνέχεια,
ὅταν αὐτὸς σταματήσει νὰ διδάσκει, θὰ μαθητεύσουν ἀντιγράφοντας παλιὲς ρώσικες
εἰκόνες, ποὺ ἔβρισκαν στὰ παλαιοπωλεῖα τοῦ Παρισιοῦ. Ὅλη τους ἡ ζωὴ θὰ ἔχει ὡς
κέντρο τὴ μελέτη καὶ τὴ ζωγραφική τῶν εἰκόνων. Ὁ Οὐσπένσκυ θὰ μάθει νὰ
καθαρίζει ἐπίσης παλαιὲς ρώσικες εἰκόνες καὶ θὰ σκαλίζει σὲ μέταλλο ἢ ξύλο
εἰκονογραφικὰ θέματα, τέχνη ποὺ δὲν θὰ ἐγκαταλείψει μέχρι καὶ τὸ θάνατό του. Τὸ
ἴδιο καὶ ὁ μοναχὸς Γρηγόριος Κρούγκ[1].
Ὁ Λεωνίδας Οὐσπένσκυ ἔγινε εὐρύτερα
γνωστός, ὄχι μόνο ἀπὸ τὶς εἰκόνες του, ἀλλὰ καὶ τὰ ἄρθρα του καὶ κυρίως τὸ ἔργο
του «ἡ θεολογία τῆς εἰκόνας». Παρʼ ὅλη τὴ φήμη του, ἔζησε στὸ Παρίσι μαζὶ μὲ τὴ
γυναίκα του Λυδία μὲ μεγάλη ἀνέχεια, γιατί πάνω ἀπὸ τὴν τέχνη καὶ τὴν γνώση τῆς
εἰκόνας τοποθετοῦσε τὴν ὀρθόδοξη πίστη του στὸν Θεό. Τὸ ἔργο του, ἡ ζωή του, ἡ
ταυτότητά του δὲν στηρίζονταν στὰ ἰδιαίτερα χαρίσματα τῆς προσωπικότητάς του,
ποὺ ἦταν πολλά. Ὅλη του ἡ βιοτή μᾶς δείχνει ὅτι ἡ ὀρθόδοξη πίστη του καὶ ἡ ζωὴ
του ταυτίζονταν. Ἔτσι, ὅταν μέσα στὰ πλαίσια ἀνοίγματος τοῦ ρωμαιοκαθολικισμοῦ
πρὸς τὴν ὀρθοδοξία διὰ τοῦ οἰκουμενισμοῦ