Τοῦ Παναγιώτη Σημάτη
«Οἱ τὰ πάντα καλῶς
διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες», ἐφάρμοζαν πάντοτε τὴν Διακοπὴ Μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν Ποιμένων, ὡς ἕνα ποιμαντικὸ
μέτρο σωτηριολογικῆς σημασίας.
Μέτρο ποὺ εἶναι τὸ μόνο ἀποτελεσματικὸ γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως καὶ τῶν
συνεπειῶν της. Τοῦτο γινόταν ταυτόχρονα μὲ τὴν ἐμφάνιση τῆς αἱρέσεως ἢ καὶ μετὰ
τὴν καταγγελία της καὶ τὴν ἐπιχείρηση ἀναιρέσεώς της, καθ’ ὃν χρόνον –δηλαδή– οἱ
αἱρετικοὶ ἦσαν μέλη ἀκόμα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τελοῦσαν ἔγκυρα
μυστήρια καὶ ΟΧΙ μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση/καθαίρεσή
τους ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως ἀκριβῶς συνέβαινε στὴν περίπτωση τῶν αἱρετικῶν π.χ.
Νεστορίου καὶ Καλέκα, τὰ μυστήρια τῶν ὁποίων οἱ ἅγιοι Κελεστῖνος, Κύριλλος καὶ
Γρηγόριος Παλαμᾶς τὰ θεωροῦσαν ἔγκυρα, παρότι αὐτοὺς τοὺς θεωροῦσαν “ψευδοποιμένες”/“μισθωτούς”.
Κι αὐτὸ γιατί, μετὰ τὴν καταδίκη τους,
ἐθεωροῦντο ἐκτὸς Ἐκκλησίας καὶ ὡς μὴ ἔχοντες μυστήρια.
Ὁ χρόνος ἀνοχῆς (ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς
καταγγελίας τῆς αἱρέσεως) ἦταν πάντα μικρὸς καὶ ἀποσκοποῦσε στὴν ἐνημέρωση τῶν
πιστῶν καὶ στὴν διόρθωση τῶν αἱρετιζόντων (ἀλλὰ καὶ ὅσων τοὺς ἀκολουθοῦσαν) καί,
βέβαια, στὴν ἀποτροπὴ τῶν ὀλέθριων συνεπειῶν ποὺ ἔχουν οἱ φθοροποιὲς ἰδέες τῆς
αἱρέσεως στὶς ψυχές τους. Γιατὶ ἡ αἵρεση ἀλλοιώνει τὴν “ἅπαξ
παραδοθεῖσα πίστιν” καὶ ἀποκόπτει
τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ Θεό.
Εἶναι διαφωτιστικὰ καὶ ἐκφράζουν τὴν
πατερικὴ διδασκαλία, ὅσα γράφει ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς, ἀκολουθώντας τὴν ἁγιοπατερικὴ
διδασκαλία.
«Διά νά μήν
συμμετέχη (ὁ κάθε πιστός) στήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
ὑπάρχει ἕνας καί μοναδικός τρόπος ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, τούς ἱερούς Κανόνες καί
τούς ἁγίους Πατέρες παραδεδομένος, ἡ ἀποτείχισις. Οἱ Ἀντιοικουμενιστές ὅμως
δυστυχῶς ἔχουν ἐφεύρει σήμερα καί ἄλλον τρόπο, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι δύνασαι νά μήν
συμμετέχης στήν αἵρεσι, ἐνῶ εἶσαι ἐνσωματωμένος ἐκκλησιαστικά
μέ τούς αἱρετικούς, ἀρκεῖ
νά ἔχης Ὀρθόδοξο φρόνημα. Πρόκειται δηλαδή,
μέ ἄλλα λόγια γιά τήν θεωρία τοῦ βολέματος καί τοῦ χαρτοπολέμου, τήν ὁποία
πολλάκις ἔχουμε ἐπισημάνει».
Ἡ διαπίστωση αὐτὴ
τοῦ π. Εὐθυμίου δείχνει τὴν ἀντιπατερικὴ στάση τῶν ἀντιοικουμενιστῶν, ποὺ διδάσκουν
τὴν καταπολέμιση τῆς αἱρέσεως, ἐνῶ παράλληλα
βρίσκονται σὲ κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση.
Ἄλλα
διδάσκουν, ὅμως οἱ Ἅγιοι, ὅπως ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Σὲ ἐπιστολή του πρὸς
τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων καὶ Ἀλεξανδρείας ἀναφέρει ὅτι, ἀκόμα κι ἐκεῖνος ποὺ εἶναι
Ὀρθόδοξος, χάνεται ἐφ’ ὅσον κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς. Γράφει: «Οἱ μὲν τέλεον περὶ τὴν πίστιν ἐναυάγησαν,
οἱ δέ, εἰ καὶ τοῖς λογισμοῖς οὐ κατεποντίσθησαν, ὅμως τῇ κοινωνίᾳ τῆς αἱρέσεως
συνόλλυνται» (Φατ. 276, 411,68). Καί· «οἱ μὲν τέλεον ναυαγήσαντες περὶ τὴν
πίστιν, οἱ δέ, εἰ καὶ τοὺς λογισμοὺς οὐ καταποντισθέντες, τῇ δέ αἱρετικῇ
κοινωνίᾳ ἐξ ἡμισείας δέει σωματικοῦ θανάτου συγκινδυνεύοντες...»
(Φατ.
275,407,42).
«Οἱ Ἀντιοικουμενιστές,
βέβαια, δέν πιστεύουν στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων καί δι’ αὐτό ἔχουν δημιουργήσει
τήν νεοποχίτικη θεωρία ὅτι κάποιος
δέν βλάπτεται ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, ἀρκεῖ νά ἔχη ὀρθόδοξο
φρόνημα καί νά μήν ἀποδέχεται τίς αἱρέσεις των.
»Γιά τούς Ἀντιοικουμενιστές,
ὅπως ἀποδεικνύεται, ἡ ἔννοια αὐτή τῆς κοινωνίας ἔχει διαστραφῆ καί σημαίνει ἕναν
συνεταιρισμό καί μία συνεργασία κατά τήν ὁποία δύναται ἕκαστος, ἐνῶ ἔχει πλήρη
κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, …ἐνῶ συναγελάζεται ὡς ἰσότιμο μέλος μέ τούς αἱρετικούς
τοῦ Π.Σ.Ε., ἐνῶ ὑπογράφει (ὡς Ἐπίσκοπος) τά διαζύγια γιά ὁποιονδήποτε λόγο καί τίς ἄδειες
γιά δεύτερους καί τρίτους μοιχικούς γάμους, σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τῆς
πολιτείας, ἐνῶ διδάσκει ὅτι δέν μολύνεται ἀπό τήν ἐνσωμάτωσι αὐτή», παρόλα αὐτά, μπορεῖ «νά κρατῆ
συγχρόνως τήν πίστι του, νά κατηγορῆ καί νά ἐλέγχη γιά θέματα πίστεως αὐτούς μέ
τούς ὁποίους ἔχει αὐτή τήν πλήρη κοινωνία, νά θεωρῆ ὅτι κατέχει πλήρη τήν ἀλήθεια,
ὄχι μόνον σέ προσωπικό ἐπίπεδο, ἀλλά καί σέ ἐκκλησιαστικό, παρά τήν πλήρη
κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς καί παρά τό ὅτι ὄχι μόνον οἱ εἰς τύπον καί τόπον
Χριστοῦ κεφαλές εἶναι αἱρετικές, ἀλλά καί ἡ γραμμή καί πορεία τήν ὁποία συνοδικῶς
ἀκολουθοῦν εἶναι ἀπολύτως αἱρετική καί προσαρμοσμένη στίς ἐπιταγές τῆς
πανθρησκείας καί τῆς Ν. Ἐποχῆς (ἐδῶ).
Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς στάσης τῶν Ἀντιοικουμενιστῶν
εἶναι ἡ αὔξηση τῆς σύγχυσης στὸ ποίμνιο καὶ ἡ ἐπιβολὴ τῶν αἱρετικῶν. Ὡς ἐκ
τούτου καλούμαστε νὰ διαλέξουμε ποιόν θὰ ἀκούσουμε; Τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ δυνητισμοῦ, δηλ. τὸν
Πειραιῶς Σεραφείμ, τὸν νέο-εκκολαπτόμενο ἀντι-Οἰκουμενιστῆ
Καλαβρύτων Ἀμβρόσιο, τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, τὸν π.
Νικόλαο Μανώλη (κι ὅποιον ἄλλο Ποιμένα) ἢ τὸν Ὅσιο
Θεόδωρο καὶ τοὺς σύμφωνους μὲ αὐτὸν Ἁγίους Πατέρες;
Ἀσφαλῶς ἡ εὐθύνη γιὰ τὴν ἐπιλογὴ εἶναι
τοῦ κάθε πιστοῦ.
Ἡ Διακοπὴ Μνημοσύνου ἢ ἡ ἀποτείχιση, λοιπόν, δὲν εἶναι μιὰ δυνητικοῦ χαρακτῆρος στάση ἀπέναντι στοὺς
αἱρετικούς, ἀλλά, γιὰ ὅποιον ἔχει λαβει σοβαρὰ ὑπ’ ὄψιν τὴν πίστη του καὶ τὴν
σωτηρία του, εἶναι ὑποχρέωση, καθῆκον, στάση σωτήριος. Γιὰ ὅποιον δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν σωτηρία του, δύναται νὰ μὴν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς·
δύναται νὰ μένει “ἄχρι καιροῦ” σὲ
κοινωνία μαζί τους ἢ καὶ πάντα· ὅπως καὶ κάποιος ἄλλος βέβαια, δύναται νὰ μὴν ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό, νὰ μὴν ἐφαρμόζει τὶς Ἐντολές Του!
Γιὰ τοὺς «τὰ πάντα καλῶς διαταξαμένους
θείους Πατέρας», μοιάζει ἡ ἀπομάκρυνση
ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς μὲ τὴν ἀπομάκρυνση τῶν “προβάτων”
ἀπὸ τοὺς “λύκους”, τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ
τὸ φίδι,
τῶν ὑγιῶν ἀνθρώπων
ἀπὸ μιὰ λοιμώδη
ἀσθένεια καὶ κολλητικὴ πανδημία· ἔξοδος καὶ ἀπομάκρυνση ἀπὸ ἕνα σπίτι ποὺ
καίγεται· ἡ ἀποτείχιση πραγματοποιεῖται γιὰ νὰ μὴν καεῖ κι αὐτὸς μαζὶ μὲ
ὅσους θεληματικά (=δυνητικά!) παραμένουν μέσα
στὴ φωτιὰ τῆς Παναιρέσεως!
Γιατὶ πράγματι, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀλήθεια· ὁ
πιστὸς καταβροχθίζεται