Αναίρεση των άστοχων θέσεων του καθηγητή
Πανεπιστημίου Βασ. Τσίγκου, από τον π. Ευθ. Τρικαμηνά
«Ἐπόπτης καί ὑπεύθυνος τῆς διδακτορικῆς αὐτῆς διατριβῆς
τοῦ κ. Τσίγκου ἦταν ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης»!
("Π.Π.": Νὰ ὑποθέσουμε ὅτι γι' αὐτὸ ὁ π. Θεόδωρος πῆρε αὐτὴ τὴν "οἰκονομίστικη" στάση ἔναντι τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Θεοδώρου;)
Σὲ Ἡμερίδα γιὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη ποὺ
πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὴν Ἱ. Μ. Δημητριάδος στὸ Βόλο, ὁ καθηγητὴς θεολογίας τοῦ
Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Τσίγκος Βασίλειος ὑπὸ τὰ μειδιάματα
τοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ἰγνατίου Γεωργακόπουλου, ἐκφώνησε ὁμιλία, διὰ
τῆς ὁποίας διέστρεψε φρικτὰ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου,
προσαρμόζοντάς την στὶς προδιαγραφὲς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ παρουσιάζοντας τὸν
Ἅγιο νὰ ὑποστηρίζει ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες θέσεις, ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ συναντοῦμε
στὰ συγγράμματά του.
Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι αὐτὸ τὸ ἔκανε
συνειδητά, ἀφοῦ εἶναι γνώστης καὶ ἐπὶ χρόνια μελετητὴς τοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου
Θεοδώρου καί, ὅπως ἀποκαλύπτει ὁ π. Εὐθύμιος στὸ κείμενο ποὺ δημοσιεύουμε,
«ὅταν συνέγραψα τό βιβλίο μέ τίτλο “Ἡ Ἀντιμετώπισις τῆς αἱρέσεως τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ κατά τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη –Ἡ διακοπή τῆς μνημονεύσεως”,
τὸ ἀπέστειλα πρός ἐνημέρωσι καί καλοπροαίρετη κριτικὴ» καὶ στὸν καθηγητή κ.
Βασ. Τσίγκο, ποὺ ἔχει ἀσχοληθῆ εἰδικά μέ
τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη, πλήν ὅμως, τά συμπεράσματα τά ὁποῖα ἐξήγαγε εἰς
τήν διδακτορική διατριβή του ἦταν τελείως ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού ἐπαρουσίαζα στό
βιβλίο μου... Τά στοιχεῖα πού ἐπαρουσίαζα τήν κατεδείκνυαν ψευδῆ κατά πάντα,
ἀντιπατερική καί κυρίως ἄκρως βοηθητική εἰς τήν σημερινή ἐπέκτασι καί ἑδραίωσι
τῆς αἱρέσεως».
(Ἡ ὁμιλία στὴν ἱστοσελίδα
http://synodoiporia.blogspot.gr/2013/04/blog-post_7623)
Ὁ κ. Τσίγκος ἔσφαλε φρικτῶς, καὶ μὲ
τὴν ὁμιλία στὸ Βόλο ἀπέδειξε ὅτι συνεχίζει ἀδιόρθωτα νὰ ἐπιμένει στὸ σφάλμα
του, χωρὶς νὰ δικαιολογήσει ἢ νὰ ἀντικρούσει τὰ καταγγελθέντα λάθη του καὶ
χωρὶς νὰ ἐξηγήσει, γιατί ἀπέκρυψε ἢ διέστρεψε τόσα καὶ τόσα κείμενα τοῦ Ἁγίου
Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τὰ ὁποῖα ἐπεσήμανε καὶ παρουσιάζει ὁ π. Εὐθύμιος στὸ
βιβλίο του καὶ κάποια ἀπ’ αὐτὰ καὶ σ’ αὐτὴ τὴν δημοσίευση.
Καὶ κάνοντας περισσότερο
συγκεκριμένο τὸ λόγο του ὁ π. Εὐθύμιος, ἐπισημαίνει τὰ «βασικὰ καὶ οὐσιώδη
θέματα» στὰ ὁποῖα κατά τήν γνώμη του, ὑπάρχει «οὐσιώδης καί ἐκ διαμέτρου»
ἀντίθετη θεώρηση «μεταξύ τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου καί τοῦ καθηγητοῦ κ.
Β. Τσίγκου», ὅπως π.χ. στὰ θέματα «τῆς ἀποτειχίσεως, τῆς διακοπῆς τῆς
μνημονεύσεως, τοῦ σχίσματος, τῆς αἱρέσεως, τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία θεωρεῖ (ὁ
κ. Τσίγκος) Ἐπισκοποκεντρικὴ καὶ ὄχι Χριστοκεντρικὴ καί ὡς ἐκ τούτου ἡ
ἀπόσχισις ἀπό τόν Ἐπίσκοπο σημαίνει, γιά τόν κ. καθηγητή, ἔξοδο ἀπό τήν
Ἐκκλησία, δημιουργία σχίσματος κλπ.»!!!
Ὅλα αὐτὰ φανερώνουν (σημειώνει ὁ π.
Εὐθύμιος) ὅτι ὁ κ. Τσίγκος συνέβαλε καί συμβάλλει «στήν προώθησι τῆς αἱρέσεως
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», καὶ τοῦ καταλογίζει «μία προσπάθεια συνοδοιπορίας μέ τήν
αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ἀθωώσεως τῶν ἀρχηγῶν της».
Ὁ κ. Τσίγκος ὅμως δὲν θέλησε «νά
ἀπαντήση καί νά παρουσιάση τά ἀνάλογα ἀποδεικτικά στοιχεῖα, πού μέ συστηματικό
τρόπο εἶχε συγκεντρώσει καί ἐπεξεργασθεῖ ὑπό τήν ἐποπτεία τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση
καί τίς ὑποδείξεις ὁμάδος καθηγητῶν (συνεχίζει ὁ π. Εὐθύμιος), ὥστε νά μήν
ἐπιτρέψη νά ἀλλοιώνεται ἡ διδασκαλία ἑνός μεγάλου Πατρός, καί ἐμένα νά βοηθήση
νά διορθώσω τίς τυχόν λανθασμένες θέσεις μου».
Ἀλήθεια, τονίζει ὁ π. Εὐθύμιος, δὲν
κατάλαβε ὁ κ. Τσίγκος, ὅτι μὲ ὅσα εἶπε «κατηγορεῖ εὐθέως τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸν
Στουδίτη», παρουσιάζοντάς τον «ὡς ἀδιάκριτο καί ἐπαναστάτη», ποὺ ἐπαναστατεῖ
συνεχῶς «γιά πράγματα ἀσήμαντα, ἥσσονος σημασίας καί ἀνάξια λόγου» καὶ ἀκόμα
περισσότερο ἔμμεσα τὸν ὑβρίζει, δίνοντας τὴν αἴσθηση ὅτι πρόκειται περὶ κάποιου
Ἁγίου καινοτόμου καὶ αἱρετίζοντος, ἀφοῦ ἀποφαίνεται ὅτι ὁ Ἅγιος «ἀνάγει σέ
θέματα πίστεως καί αἱρέσεως πράγματα ἁπλά καί ἰάσιμα»;
Δὲν καταλαβαίνει, ἀκόμα, ὁ κ.
Τσίγκος ὅτι στραγγαλίζει τὴν ἀλήθεια, παρουσιάζοντας τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο νὰ
διδάσκει ὑπακοὴ στοὺς αἱρετικοὺς ποιμένες, ἐνῶ ὁ ἱερὸς πατὴρ διδάσκει τὰ
ἐντελῶς ἀντίθετα; «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε. Τί οὖν, φησίν,
ὅταν πονηρὸς ᾖ, καὶ μὴ πειθώμεθα; Πονηρός, πῶς λέγεις; εἰ μὲν πίστεως ἕνεκεν,
φεῦγε αὐτὸν καὶ παραίτησαι, μὴ μόνον ἂν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλὰ κἂν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ
κατιών»!
Καὶ ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τὸν
καλέσαντα αὐτὸν μητροπολίτη Δημητριάδος, στὴν προσπάθειά του νὰ φιμώσει τὶς
φωνὲς διαμαρτυρίας μελῶν τῆς Μητροπόλεώς του, οἱ ὁποῖοι εἴτε διαμαρτύρονται,
εἴτε ἔχουν ἀποτειχισθεῖ γιὰ τὴν αἱρετίζουσα οἰκουμενιστικὴ του δράση.
Καὶ ἐρωτᾶ ἔμμεσα τὸν κ. Τσίγκο ὁ π.
Εὐθύμιος:
«Ἐφ’ ὅσον λοιπόν, σύμφωνα μέ τίς
θεωρίες σας, ἡ ἀποτείχισις ὡς πρᾶξι μαρτυρεῖ ἔλλειψι ταπεινώσεως, ἡ παραμονή
εἰς τούς αἱρετικούς ποιμένες καί Ἐπισκόπους θά μαρτυρεῖ (σαφῶς) ἔλλειψι
ἐγωϊσμοῦ καί συνεπῶς πλούσια ἀρετή ταπεινώσεως. Δηλαδή τό νά φύγη κάποιος
μακρυά ἀπό τόν λύκο καί τό φαρμακερό φίδι (ἔτσι ἐχαρακτήριζαν οἱ Πατέρες τούς
αἱρετικούς) σημαίνει γιά ἐσᾶς κ. Καθηγητά, ἔλλειψι ταπεινώσεως, καί τό νά
παραμείνη εἰς τό στόμα τοῦ λύκου σημαίνει ταπείνωσι καί παραμονή στήν Ἐκκλησία.
Θεωρῶ κ. Καθηγητά ὅτι, ἄν δέν χάσαμε τίς ἔννοιες τῶν λέξεων, ἀσφαλῶς
κινδυνεύουμε διά τῆς ἐπιστήμης νά χάσωμε τά λογικά μας. Πάντως ἐδῶ φαίνεται
καθαρά ὁ σκοπός τῆς εἰσηγήσεώς σας εἰς τό ἱερατεῖο τοῦ Βόλου καί τό τί ἤθελε
ἀπό ἐσᾶς ὁ Δημητριάδος Ἰγνάτιος, ὅταν σᾶς προσκάλεσε γιά νά ὁμιλήσετε στούς
ἱερεῖς του».
"Πατερικὴ Παράδοση"
Ἀκολουθεῖ ἡ Ἀπάντηση τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ:
Ἀπάντησι πρός τόν κ. Βασίλειο Τσίγκο
ἀναπληρωτή καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
σχετικά
μέ την εἰσήγησί
του
στήν ἱερατική σύναξι τοῦ Βόλου
«Κοινωνία
τῶν πιστῶν μέ τήν Ἐκκλησία καί τόν Ἐπίσκοπο ἢ διακοπή της χάριν τῆς ἀλήθειας;
Τό
παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου
ἔναντι τῶν προκλήσεων τῶν καιρῶν μας».
Πρόσφατα, καί συγκεκριμένα
στίς 15/4/2013, ἔγινε ἀπό τόν ἀναπληρωτή καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης κ. Βασ. Τσίγκο μία εἰσήγησι στήν ἱερατική σύναξι τοῦ Βόλου μέ
θέμα: «Κοινωνία τῶν πιστῶν μέ τήν Ἐκκλησία καί τόν Ἐπίσκοπο ἢ διακοπή της
χάριν τῆς ἀλήθειας; Τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου ἔναντι τῶν
προκλήσεων τῶν καιρῶν μας».
Ἡ ἐπιλογή τοῦ θέματος, ἡ ἐπιλογή τοῦ προσώπου πού ἔκανε τήν εἰσήγησι,
καθώς καί ἡ χρονική αὐτή περίοδος τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πού
διερχόμεθα, ἦταν ἀσφαλῶς κατάλληλα, εἰς τρόπον ὥστε νά διατηρήση ὁ παμπόνηρος
Ἐπίσκοπος κ. Ἰγνάτιος τό ἱερατεῖο του σέ πειθαρχία, προκειμένου νά ἔχη –κατά τό
δή λεγόμενο– ἥσυχο τό κεφάλι του στήν περαιτέρω ἐξέλιξι τῆς αἱρέσεως.
Δέν θά εἶχα τήν πρόθεσι νά ἀσχοληθῶ μέ τήν ὑπόθεσι αὐτή, ἐπειδή εἶναι
πολλά αὐτά πού πιστεύει καί πράττει ὁ Ἐπίσκοπος κ. Ἰγνάτιος (τά ὁποῖα
ἀδιαμφίσβητητα τόν κατατάσσουν στόν κατάλογο τῶν συγχρόνων ἀρχηγῶν τῆς αἱρέσεως
τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) ἄν, ἀφ’ ἑνός μέν δέν ὑπῆρχε κατάφωρη διαστρέβλωσι τῆς
ἀληθείας, σχετικά μέ τό θέμα τῆς ἀποτειχίσεως τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου
καί, ἀφ’ ἑτέρου, ἄν δέν εἶχα ἀσχοληθῆ ἐπισταμένως μέ τό θέμα αὐτό. Ἡ
ἐνασχόλησίς μου λοιπόν μέ αὐτήν τήν ὑπόθεσι μοῦ ἐπιβάλλει νά καταθέσω τίς
ἀπόψεις μου, τίς ὁποῖες θά προσπαθήσω νά κατοχυρώσω ἀπό τά ἴδια τά λόγια καί τά
ἔργα τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ὥστε νά φανῆ ἡ ἀλήθεια καί νά μήν ἔχωμε
συνειδησιακά προβλήματα γιά τό δέον γενέσθαι εἰς τήν περίοδο τῆς αἱρέσεως τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ πού διερχόμεθα.
Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ἀναφέρω ὅτι, ὅταν συνέγραψα τό βιβλίο μέ τίτλο «Ἡ
Ἀντιμετώπισις τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κατά τόν ὅσιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη
–Ἡ διακοπή τῆς μνημονεύσεως», μεταξύ τῶν ἄλλων εἰς τούς ὁποίους τό ἀπέστειλα,
πρός ἐνημέρωσι καί καλοπροαίρετη κριτική, ἦταν καί ὁ καθηγητής κ. Βασ. Τσίγκος.
Αὐτό τό ἔπραξα γνωρίζοντας ὅτι καί αὐτός ἔχει ἀσχοληθῆ εἰδικά μέ τόν ὅσιο
Θεόδωρο τόν Στουδίτη καί τά συγγράμματά του, πλήν ὅμως, τά συμπεράσματα τά ὁποῖα
ἐξήγαγε εἰς τήν διδακτορική διατριβή του ἦταν τελείως ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού
ἐπαρουσίαζα στό βιβλίο πού τοῦ ἀπέστειλα.
Εἰς τά βασικά καί οὐσιώδη θέματα π.χ. τῆς ἀποτειχίσεως, τῆς διακοπῆς τῆς
μνημονεύσεως, τοῦ σχίσματος, τῆς αἱρέσεως, τῆς Ἐκκλησίας κλπ. ὑπῆρχε, κατά τήν
γνώμη μου, οὐσιώδης καί ἐκ διαμέτρου διαφορά μεταξύ τοῦ ὁσίου Θεοδώρου καί τοῦ
καθηγητοῦ κ. Β. Τσίγκου. Ἀκόμη καί τά ἁπλά λόγια τοῦ συγχρόνου γέροντος
Παϊσίου, τά ὁποῖα ἀνέφερε καί εἰς τήν διδακτορική διατριβή του καί εἰς τήν
εἰσήγησί του στήν ἱερατική σύναξι τοῦ Βόλου, καί αὐτά δέν ἠδυνήθη ὁ κ.
Καθηγητής μέχρι σήμερα νά τά κατανοήση καί δι’ αὐτό προσπάθησε μέ κάθε τρόπο νά
ἀποδείξη, ὅτι δῆθεν ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης δέν ἀποτειχίσθηκε, δέν διέκοψε
τήν μνημόνευσι λόγῳ τῆς μοιχειανικῆς αἱρέσεως καί, βεβαίως, κατ’ αὐτόν τόν
τρόπο δέν ἔκανε σχίσμα εἰς τήν Ἐκκλησία καί δέν ἐξῆλθε ἀπό αὐτήν. Διαφαίνεται
δέ καθαρά ὅτι θεωρεῖ τήν Ἐκκλησία Ἐπισκοποκεντρική καί ὄχι Χριστοκεντρική καί
ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀπόσχισις ἀπό τόν Ἐπίσκοπο σημαίνει, γιά τόν κ. καθηγητή, ἔξοδο
ἀπό τήν Ἐκκλησία, δημιουργία σχίσματος κ.τ.τ.
Γνωρίζοντας λοιπόν αὐτές τίς ἀπόψεις τοῦ κ. Τσίγκου, ὁ Οἰκουμενιστής
Ἐπίσκοπος τῆς Δημητριάδος (Βόλου) κ. Ἰγνάτιος, τόν ἐκάλεσε δι’ αὐτήν τήν
εἰσήγησι εἰς τήν ἱερατική σύναξι, ὥστε ἐνώπιον τῶν ἱερέων του νά ἑδραιωθῆ ὁ
ἐπισκοποκεντρικός του ρόλος, νά διαλυθοῦν τά σύννεφα τῆς ἀμφιβολίας πού πιθανόν
πολλοί ἱερεῖς του ἔχουν, ἀλλά φοβοῦνται νά ἐκδηλώσουν φανερά καί βεβαίως νά
παρουσιασθῆ ὁ κ. Ἰγνάτιος ἀκόλουθος τοῦ πλέον αὐστηροῦ εἰς τά θέματα τῆς πίστεως
πατρός τῆς Ἐκκλησίας.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο συνέβαλε καί
συμβάλλει ὁ κ. Τσίγκος στήν προώθησι τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐπιλύοντας
μάλιστα μέ δῆθεν πατερικά ἐρείσματα, τά προβλήματα τῶν Ἐπισκόπων, τά ὁποῖα
σχετίζονται μέ τίς ἀντιδράσεις τοῦ ποιμνίου των καί εἰδικά τοῦ ἱερατείου. Διότι
προφανῶς, ἄν οἱ ποιμένες εἶναι ἥσυχοι, θά ἡσυχάζουν καί τά πρόβατα. Τό λυπηρό εἰς
ὅλη αὐτήν τήν ὑπόθεσι, τό ὁποῖο νομίζω πώς πρέπει ἐνημερωτικά νά ἀναφερθῆ,
εἶναι ὅτι ὁ ἐπόπτης καί ὑπεύθυνος τῆς διδακτορικῆς αὐτῆς διατριβῆς τοῦ κ.
Τσίγκου μέ τίτλο «Ἐκκλησιολογικὲς θέσεις
τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Αὐθεντία καὶ Πρωτεῖο», ἦταν ὁ
Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης. Γράφει σχετικά εἰς τόν πρόλογο τῆς μελέτης
του ὁ κ. Τσίγκος:
«Ἀπό τήν θέσι αὐτή ἐπιθυμῶ νά ἐκφράσω τίς θερμότατες εὐχαριστίες καί τή
βαθιά εὐγνωμοσύνη μου, πρός τό σύμβουλο καθηγητή καί δάσκαλό μου,
πρωτοπρεσβύτερο τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου π. Θεόδωρο Ζήση, γιά τήν προτροπή του
νά ἀσχοληθῶ μ’ αὐτό τό θέμα, γιά τήν παρακολούθηση τῆς μελέτης σέ ὅλα τά στάδια
τῆς συγγραφῆς της, καθώς καί γιά τήν εὐμενῆ εἰσήγησή του πρός τό Τμῆμα
Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας. Πολλές ἀπό τίς οὐσιαστικές δυσκολίες πού
προέκυψαν, μπόρεσαν νά ξεπεραστοῦν χάρη στήν ἀμέριστη συμπαράσταση καί τό
ἀδιάπτωτο ἐνδιαφέρον του, ἐκδηλούμενο μέ τή διάθεση τοῦ πολύτιμου χρόνου του
καί τῆς ἐξίσου πολύτιμης πείρας του» (σελ. 8).
Ἐδῶ διαφαίνεται ὅτι καί ὁ π. Θεόδωρος δέν
διαφωνεῖ μέ τά γραφόμενα τοῦ κ. Τσίγκου, πιθανόν δέ καί νά κατηύθυνε τίς
ἀπόψεις του, στά βασικά καί οὐσιώδη θέματα τοῦ ἐπισκοποκεντρικοῦ χαρακτῆρος τῆς
Ἐκκλησίας, τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως ἐν καιρῷ αἱρέσεως, τῆς δημιουργίας
σχίσματος καί τοῦ τρόπου ἀντιμετωπίσεως τῆς αἱρέσεως καί τῶν αἱρετικῶν.
Ὅταν λοιπόν ἀπέστειλα τήν μικρή μελέτη μου,
σχετικά μέ τήν ἀποτείχισι καί διακοπή μνημονεύσεως τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ
Στουδίτου στόν κ. Τσίγκο, περίμενα νά μοῦ ἀπαντήσει. Καί ἦταν λογικό καί
ἀναμενόμενο, ἐφ’ ὅσον εἶχε ἐντρυφήσει (κατά τά λεγόμενά του) εἰς τήν ζωή καί τά
συγγράμματα τοῦ ὁσίου νά ἀπαντήση καί νά παρουσιάση τά ἀνάλογα ἀποδεικτικά
στοιχεῖα, πού μέ συστηματικό τρόπο εἶχε συγκεντρώσει καί ἐπεξεργασθεῖ ὑπό τήν
ἐποπτεία τοῦ π. Θεοδώρου καί τίς ὑποδείξεις ὁμάδος καθηγητῶν, ὥστε νά μήν
ἐπιτρέψη νά ἀλλοιώνεται ἡ διδασκαλία ἑνός μεγάλου Πατρός, καί ἐμένα νά βοηθήση
νά διορθώσω τίς τυχόν λανθασμένες θέσεις μου. Αὐτό μάλιστα, θά κατοχύρωνε ἐπί
πλέον τήν διδακτορική του διατριβή, δεδομένου ὅτι μέ τά στοιχεῖα πού
ἐπαρουσίαζα τήν κατεδείκνυα ψευδῆ κατά πάντα, ἀντιπατερική καί κυρίως ἄκρως βοηθητική
εἰς τήν σημερινή ἐπέκτασι καί ἑδραίωσι τῆς αἱρέσεως.