(Τμῆμα ἀπὸ εὐρύτερο κείμενο)
Παραθέτουμε ἕνα
ἀκόμα τμῆμα ἀπὸ εὐρύτερη μελέτη (τὸ πρῶτο μέρος ἐδῶ), στὴν ὁποία καταφαίνεται ὅτι ἡ διακοπὴ
μνημοσύνου δὲν συνεπάγεται καὶ τὴν ἀκυρότητα τῶν μυστηρίων τῶν Ἐπισκόπων τῶν ὁποίων
τὰ ὀνόματα δὲν μνημονεύονται λόγῳ προφανοῦς αἱρέσεως, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἔδωσε
τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, αὐτὴ μόνο καὶ ἐν Συνόδῳ ἔχει καὶ τὸ δικαίωμα νὰ τὸ ἀφαιρεῖ
ἀπὸ τὸν αἱρετικό.
Πάπας Σέργιος Δ΄. |
«Ὁ Πατριάρχης
Σέργιος ὁ Β΄ (1000-1019) διέγραψε κατὰ τὰ ἔτη 1009-1014 τὰ ὀνόματα τῶν Παπῶν
Σεργίου Δ΄ (1009-1012) καὶ Βενεδίκτου Η΄ (1012-1024) ἐκ τῶν ἱερῶν διπτύχων τῆς Ἀνατολικῆς
Ἐκκλησίας, … “ἵνα συνέλθῃ ἡ Παλαιὰ Ρώμη καὶ ἀποπτύσῃ τὸ
ψυχοκτόνον δηλητήριον τῆς αἱρέσεως τοῦ Filioque”, ὅπερ εἰσήχθη ὁριστικῶς
καὶ ἐπισήμως εἰς τὸ σύμβολον τῆς πίστεως» (Μπούμη Π., Τὰ
Ἀναθέματα Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως καὶ Κανονικότης τῆς Ἄρσεως αὐτῶν, σελ. 24).
Ὁ Πατριάρχης Σέργιος λοιπόν, «διέκοψε τὸ μνημοσυνο
τοῦ Πάπα –τουλάχιστον ἐμφανῶς– ἐπειδὴ ὁ τελευταῖος εἰσήγαγε εἰς τὸ Σύμβολον τῆς
πίστεως τὸ Filioque. Ὡς δὲ ἀποδεικνύουν τὰ πράγματα, ἔπραξε τοῦτο ἄνευ
συγκλήσεως γενικῆς συνόδου, προφανῶς στηριζόμενος ἀφ’ ἑνὸς μὲν καὶ γενικῶς εἰς
τοὺς κανόνας λα΄ ἀποστολικὸ καὶ ια΄ Καρθαγένης, ἀφ’ ἑτέρου δὲ καὶ εἰδικώτερον εἰς
τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου (861 μ.Χ.)…
Ἐπειδὴ λοιπόν,
καὶ οἱ Πάπαι Σέργιος ὁ Δ΄ καὶ Βενέδικτος ὁ Η΄ υἱοθέτησαν
ἐπισήμως καὶ δημοσίως ἐπ’ ἐκκλησίας τὸ Filioque, τὸ ὁποῖον ὡς προσθήκη εἶχε
καταδικασθῆ ὑπὸ προγενεστέρων οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν συνόδων (πρβλ. τὸν ὅρον ἢ
ζ΄ καν. τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, α΄ καν. τῆς Πενθέκτης Οἰκουμ. Συνόδου, τὸν
ὅρον τῆς ἐν Ἁγίᾳ Σοφίᾳ 879-880 συνελθούσης συνόδου), ὁ Πατριάρχης Σέργιος… ἔκρινεν,
ὅτι εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ διακόψη τὴν μετ’ αὐτῶν κοινωνίαν καὶ νὰ διαγράψῃ τὸ ὄνομα
αὐτῶν ἐκ τῶν διπτύχων» (Μπούμη Π., ὅπ. παρ., σελ. 27-28).
«Ὁ Πατριάρχης
Σέργιος δὲν
κατεδίκασε τὸν Πάπαν, ἀλλὰ ἁπλῶς διέκοψε τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ. Ἑπομένως
δὲν ἦτο ἀπαραίτητος ἡ σύγκλησις οἰκουμενικῆς ἢ γενικῆς συνόδου καὶ ὁπωσδήποτε δὲν
ἐνήργησε ἀντικανονικῶς, ἀφοῦ οἱ κανόνες ὄχι
μόνον ἐπιτρέπουν, ἀλλὰ καὶ ἐπαινοῦν
ἐμμέσως τοιαύτην διακοπὴν τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ὀνόματος αἱρετικοῦ τινος
Πατριάρχου» (Μπούμη Π., ὅπ. παρ., σελ. 32).