Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Εἶναι πιὰ φανερὸ καὶ γιὰ τοὺς πιὸ ἀδαεῖς, ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῆς Ψευδοσυνόδου
τοῦ Κολυμπαρίου ἐφαρμόζονται μὲ γοργοὺς ρυθμούς. Παράλληλα ἡ σύγχυση αὐξάνεται καὶ ἀποπροσανατολίζει τὸ
ποίμνιο, ἀποκαρδιώνοντάς το καὶ ἐμποδίζοντάς το νὰ προχωρήσει στὴν ἁγιοπατερικὴ
ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως, τὴν ἀποτείχιση.
Ὅταν ἡ σύγχυση προωθεῖται καὶ ἀναζωπυρώνεται ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές, αὐτὸ εἶναι
ἀναμενόμενο. Ὅταν ὅμως προέρχεται ἀπὸ τοὺς ἀντιδροῦντες, αὐτὸ εἶναι λυπηρό. Ὁ
π. Θεόδωρος Ζήσης ὄχι μόνο δὲν ἀποτελεῖ ἐξαίρεση, ἀλλὰ ἀποδεικνύεται ὅτι μετεξελίσσεται
ἀπὸ ἐλπίδα τοῦ ἀγῶνος σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πρωτοστᾶτες τῆς συγχύσεως, καὶ μάλιστα σὲ
τέτοιο βαθμό, ὥστε κανεὶς νὰ ἀναρωτιέται· ποιόν
ρόλο παίζει αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος.
Ἀφοῦ προηγήθηκε ὑπὸ τοῦ π. Θεοδώρου ἡ κακοποίηση τῆς Οἰκονομίας,
ἡ ὑπεράσπιση τῶν «εὐσεβῶν» ἐπισκόπων, ὁ ἀφορισμὸς
τῶν ἀποτειχισμένων ὡς σχισματικῶν, ἡ κατάργηση τοῦ «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτῳ...»
καὶ τῆς ἀκρίβειας, ἡ ἄρνηση τῆς ὑπάρξεως
μολύνσεως
ἀπὸ τὴν αἵρεση τώρα, ξαφνικά, ἐπανέρχεται μὲ τὴν ὕμνηση τοῦ «πατρίου»
ἡμερολογίου, κοινῶς Παλαιοῦ, καὶ τὴν καταδίκη τοῦ Νέου ὡς Γρηγοριανοῦ,
τοὐτέστιν παπικοῦ.
Ὡς ἐκ τούτου
γεννιοῦνται τὰ ἑξῆς ἐρωτήματα:
α) Γιατὶ διάλεξε αὐτὴν τὴν στιγμὴ ὁ π.
Θεόδωρος νὰ ὑμνήσει τὸ Παλαιὸ καὶ νὰ χαρακτηρίσει τὸ νέο ὡς καινοτομία; Τὰ
τελευταῖα τρία χρόνια ποὺ ἔλαβαν μέρος τόσες ἀντιπαραθέσεις, μὲ σκοπὸ τὴν εὕρεση
τῆς ἀλήθειας καὶ τὴν συμπόρευση ἐναντίον τῆς αἱρέσεως, ἀνεξαρτήτως ἡμερολογίου –ἀπόδειξη
πραγματικῆς ἑνότητας– ὁ π. Θεόδωρος σιώπησε σκανδαλωδῶς. Οὔτε ἀναίρεσε οὔτε ἐπιβεβαίωσε
τὰ στοιχεῖα (πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ καινούργια) ποὺ παρατέθηκαν. Οὔτε ἀπέρριψε οὔτε ὑποστήριξε
τὴν προσπαθεια ποὺ ἐπιτελέσθηκε. Τότε δὲν τὸν ἔνοιαζε ἡ ἑνότητα; Μήπως ἡ τωρινή
του «εὐαισθησία» ἔχει σχέση μὲ τὴν εἴδηση περὶ ἀναγνωρίσεως τῶν σχισματικῶν
Γ.Ο.Χ., ὡς ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸ πατριαρχεῖο Μόσχας, τοῦ ὁποίου πιστὸς ὑπερασπιστὴς
ἀποδεικνύεται ὁ π. Θεόδωρος, παρότι αὐτὸ ὑπηρετεῖ πιστὰ τὸν Οἰκουμενισμό; Καὶ ἀκόμη,
παρότι –πολλάκις αὐτὸ ἀποδείχθηκε– καὶ τὸ πατριαρχεῖο Μόσχας πολεμάει μόνο γιὰ
τὰ πρωτεῖα; Καὶ ὅπως καὶ ὁ ἴδιος παραδέχθηκε στὴν εἰσήγησή του «ΠΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ Ο ΚΟΙΝΟΣ
ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ. Γιατί ἀπέσυρε τὸ φλέγον θέμα ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος;».
Ἐκεῖ ἔγραφε:
«Καὶ ἐπειδὴ ἀμφότερες
οἱ ἡγεσίες (σσ. Μόσχα καὶ Κων/πολη) συμφωνοῦν στὴν νομιμοποίηση τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
ποὺ εἶναι πολὺ βαρύτερο θέμα ἀπὸ τὸ Ἡμερολόγιο
καὶ τὸ Πασχάλιο, ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ μέση τὰ «χωρίζοντα» γιὰ νὰ προχωρήσουν μὲ
τά «ἑνοῦντα», ὅπως θέλουν πάλι ἐξωεκκλησιαστικὰ κέντρα καὶ μυστικὲς ἑταιρεῖες,
γιὰ νὰ προκαλέσουν καὶ νέα σχίσματα».
Τί δὲν καταλαβαίνει ὁ π. Θεόδωρος; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ μιλάει γιὰ ἑνότητα, αὐτὸς ποὺ ἀπέρριψε ἀσυζητητί –καὶ εἴδει ἡγεμόνος– τόσες καὶ τόσες ἐκκλήσεις γιὰ ἑνότητα τῶν ἀποτειχισμένων;
β) Γράφει ὁ π. Θεόδωρος, ὅτι τὸ Νέο ἡμερολόγιο ἀποτελεῖ καινοτομία καὶ διασπᾶ
τὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων.
Ἂν εἶναι ἔτσι, γιατὶ δὲν γυρνάει ὁ π. Θεόδωρος στὸ Παλαιό; Γιατὶ παραμένει
καινοτόμος; Καὶ ἂν παραμένει ἀπὸ ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία, τότε δὲν ἀνήκει κι αὐτὸς
σὲ αὐτοὺς ποὺ ὁ ἴδιος κατηγορεῖ;
Δὲν γνωρίζει ὁ π. Θεόδωρος ὅτι, τώρα
ποὺ ἐπικρατεῖ ἡ αἵρεση, πολλοὶ πιστοὶ γλυκοκοιτάζουν τοὺς σχισματικοὺς Γ.Ο.Χ. ἢ
παρασύρονται ἀπὸ αὐτούς; Πῶς θὰ βοηθήσει ὁ π. Θεόδωρος μὲ αὐτὰ του τὰ λόγια, ποὺ
δὲν ἀναφέρουν κἂν τὸ αὐτονόητο, ὅτι δηλαδή:
Οἱ Γ.Ο.Χ. δὲν ἔκαναν
ἁπλῶς σχίσμα, ἀλλὰ ἵδρυσαν δική τους
Ἐκκλησία, μὲ δικές του συνόδους,
δικούς τους ἀρχιερεῖς καὶ τώρα μάλιστα δικούς
τους ἁγίους, ἁγιοκατατάσσοντας τοὺς τοῦ Παλαιοῦ καὶ ἀπορρίπτοντας τοὺς ἁγίους
τοῦ Νέου, καταργώντας κι αὐτοί –ὅπως οἱ Οἰκουμενιστές– τὸ σύμβολο τῆς Πίστεως περὶ Μίας Ἐκκλησίας. Διότι ἢ ἡ τοῦ
Νέου εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἢ αὐτὴ τῶν Γ.Ο.Χ. Καὶ οἱ δύο δὲν γίνεται. Δὲν τὸ ἐπιτρέπει
τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ποὺ ὁμολογεῖ πίστιν εἰς Μίαν Ἐκκλησία.
Αὐτὸ ἀποτελεῖ καινοτομία.
Εἶναι τόσο ἀφελὴς ὁ π. Θεόδωρος νὰ προτείνει νὰ ζητήσουν οἱ τοῦ Νέου
συγγνώμη (τονίζει μάλιστα συγκρίνοντας τὴν ἀλλαγὴ