Ο
ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
(2 Μαΐου, Ἀνακομιδὴ τῶν λεψάνων)
(ἀγῶνες καὶ περιπέτειες γιὰ τὴν ἀκρίβεια τῆς Ὀρθοδοξίας)
Ἐπισημάνσεις:
1. Ἡ ὁμιλία αὐτὴ ἔγινε
τὸ 1973. Μιλᾶ γιὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ Μ. Ἀθανασίου ἐναντίον τῶν αἱρέσεων. Καὶ
παροτρύνει τοὺς κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, τὸ Λαὸ τοῦ θεοῦ, νὰ ἀγωνισθοῦν ἐναντίον
τῶν συγχρόνων αἱρέσεων. Καὶ ποιά μεγάλη αἵρεση ἀναφέρει; Μήπως τὴν μεγαλύτερη αἵρεση
τῶν ἡμερῶν μας, τὴν Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπως τὴν ὀνόμασε ὁ σύγχρονός
του ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς; Ὄχι. Ἀναφέρει (ἀσφαλῶς καὶ ἐπειδὴ εἶναι δισέγγονη
τοῦ Ἀρείου) τὴν αἵρεση τοῦ Χιλιασμοῦ. Γιατί δὲν εἶχε γίνει συνείδηση τοῦ πιστοῦ
λαοῦ ὁ ὕπουλος Οἰκουμενισμὸς σὰν συγκεκριμένη Παναίρεση, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἀλλοῦ
ἔχουμε ἀναφέρε.
2. Ὁ π. Αὐγουστῖνος γράφει
ὅτι «ὁ Μέγας
Ἀθανάσιος δὲν ἔκανε θαύματα. Ἔκανε, ὅμως, ἕνα θαῦμα, τὸ μεγαλύτερο θαῦμα:
ἐπολέμησε γιὰ τὴν ὀρθόδοξον πίστι. Καὶ συνεπῶς, τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο
ὅλων τῶν θαυμάτων».
3. Μᾶς ἐξηγεῖ ἐπίσης,
ὅτι στὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Ἀθανασίου, ἐποχὴ Ἀρειανισμοῦ, ὑπῆρχαν στὴν Ἐκκλησία τρεῖς
παρατάξεις, ὅπως καὶ σήμερα, ἐποχὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὑπάρχουν τρεῖς παρατάξεις:
«Ἡ μία παράταξις
ἦταν οἱ ὀρθόδοξοι, μαζὶ μὲ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο. Αὐτοὶ ἦταν λίγοι. Ἡ ἄλλη παράταξις,
μὲ βασιλιᾶδες καὶ αὐτοκράτορες, ἦταν οἱ ἀρειανοί. Κόμμα μεῖζον. Αὐτὴ ἡ παράταξις ἔφερε διαίρεσι μέσα στὴν
Ἐκκλησία. Καὶ ἡ ἄλλη παράταξις, τὸ τρίτο κόμμα, ἦταν οἱ ἡμιαρειανοί. Τί λέγανε αὐτοί; Αὐτοὶ ἤτανε οἱ συμβιβαστικοί. Λέγανε γιὰ τὸν Ἀθανάσιο· Ἀδιάλλακτος
εἶνε, πώ πώ πώ, τῶν ἄκρων, τῶν ἄκρων! δὲν ὑποφέρεται· αὐτὸς διαίρεσε τὴν
Ἐκκλησία… Καὶ αὐτοὶ τί ἔλεγαν. Νά ἐμεῖς οἱ ἡμιαρειανοὶ λέμε τρόπον τινὰ τὸ
μέσον».
4. Καταλήγοντας λέγει ὅτι
«ἐὰν δὲν μποροῦμε
νὰ γίνουμε Μεγάλοι Ἀθανάσιοι, μποροῦμε νὰ γίνουμε μικροὶ Ἀθανάσιοι. Μικροὶ
Ἀθανάσιοι ὅλοι ἐσεῖς ποὺ εἶσθε ἐδῶ. Ἐὰν δὲν μποροῦμε νὰ γίνουμε ἥλιος, νὰ
γίνουμε ἕνα κεράκι».
Ο ΜΕΓΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
(Ἀγῶνες καὶ περιπέτειες γιὰ τὴν ἀκρίβεια τῆς Ὀρθοδοξίας)
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ)
ΝΑ τοῦ πλέξουμε ἐγκώμια; Εἴμεθα
πολὺ μικροί. Ἐκεῖνος εἶνε γίγαντας καὶ τὸ ὕψος
του προκαλεῖ δέος. Ὅποιος διαβάζει τὸ βίο του αἰσθάνεται ρῖγος και ἴλιγγο
μπροστὰ στὴ φυσιογνωμία του. Ἐν τούτοις θὰ ψελλίσουμε κ᾿ ἐμεῖς λίγες λέξεις πρὸς τιμήν του.