Ἀπὸ πότε στὴν Ἐκκλησία
ἀντιμετωπίζουμε τὸ κακὸ μὲ τὸ ἴδιο κακό;
Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου
Ὅταν οἱ Χριστιανοὶ «ἀγωνίζονται» γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἄνευ τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ
τῆς διδασκαλίας Της, τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι αἵρεσις καὶ σχίσμα, καὶ ἄλλο σχίσμα κ.ο.κ.
Μετὰ τὶς
αἱρετικὲς ἀποφάσεις τοῦ Κολυμπαρίου, μετὰ τὴν προδοτικὴ στάση τῆς ἱεραρχίας,
εἴτε ἀπὸ συμφωνία μὲ τὴν αἵρεση, εἴτε ἀπὸ δειλία εἴτε ἀπὸ φιλοθρονία, μετὰ τὶς
ἀποκαλύψεις γιὰ τὴν ἀμερικανοκίνητη καὶ μασονοκίνητη τακτικὴ τοῦ Βαρθολομαίου,
θὰ περίμενε κανεὶς ὅτι οἱ χριστιανοὶ θὰ γινόντουσαν σοφώτεροι καὶ θὰ μποροῦσαν
νὰ διακρίνουν τὸ σωστὸ καὶ τὸ λάθος στὰ δρώμενα τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ πράξουν
τὸ ὀρθόν. Δυστυχῶς ὅμως τὸ ἀντίθετο ἔγινε.
Μὲ ἀφορμὴ τὸ
σχίσμα τῆς Οὐκρανίας οἱ ἱερεῖς καὶ λαϊκοὶ στρέφονται ἀπὸ τὴν Σκύλλα στὴν
Χάρυβδη: ἀπὸ τὶς Η.Π.Α στὴν Ρωσία, ἀπὸ τὸ Κολυμπάρι στὴν Ἁβάννα, ἀπὸ τὴν
ἀνάμειξη τῆς Κων/πολης στὴν Οὐκρανία, στὴν ἀνάμειξη τῆς Μόσχας στὴν Ἑλλάδα, ἀπὸ
τὴν πρωτειομανία τοῦ Βαρθολομαίου στὴν πρωτειομανία τοῦ Κυρίλλου, ἀπὸ τὴν
ἀναγνώριση τῶν σχισματικῶν τῆς Οὐκρανίας ἄνευ μετανοίας, στὴν ἀναγνώριση τῶν
σχισματικῶν τῆς Ἑλλάδος ἄνευ μετανοίας.
Καὶ ποιά ἦταν ἡ
ἐνδεδειγμένη ἁγιοπατερικὴ ἀντίδραση; Ἡ διακοπὴ ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ τοὺς
παναιρετικούς, ἕως ὅτου συγκληθεῖ σύνοδος καταδίκης τους καὶ ἀποκοπῆς τους ἀπὸ
τὸ πανάγιο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἂν καὶ ὅποτε ὁ Θεὸς θελήσει, καὶ ἡ παραμονὴ στὴν
Ἐκκλησία μὲ τὴν τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων της. Ὅμως δὲν ἔγινε αὐτό· λόγῳ τῶν
ἀνθρωπίνων παθῶν, ἀδυναμιῶν καὶ φιλοδοξιῶν, ἡ ἀντίδραση θάφτηκε καὶ μετατράπηκε σὲ συνεργασία μὲ αἱρετικοὺς ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν καὶ μὲ σχισματικοὺς ἐναντίον τῶν σχισματικῶν πρὸς προσωπικὸ ὄφελος καὶ ἐπίτευξη
μακροχρόνιων σχεδίων καὶ διαβουλεύσεων.
Ἔτσι βλέπουμε
τοὺς πατέρες τῆς Θεσσαλονίκης περὶ τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, ἐνῶ πρῶτα δικαίως
κατέκριναν τὴν κοσμοκρατορικὴ πολιτικὴ τῶν Η.Π.Α. καὶ τὴν προώθηση μέσῳ αὐτῆς
τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων (Ν.Τ.Π.), τώρα ἀδίκως νὰ ὑμνοῦν τὴν «κοσμοκράτειρα»
Ρωσία, νὰ παραβλέπουν τὸν ρόλο της στὴν προώθηση τῆς Ν.Τ.Π. καὶ νὰ ὑμνοῦν τὸν
Πατριάρχη Μόσχας ὡς ὀρθόδοξο ξεχνώντας τί ἔγραφαν οἱ ἴδιοι πρὶν ἀπὸ ἕναν χρόνο
(μᾶλλον ἡ παλινδρόμηση καὶ ἡ κυβίσθηση ἀποτελεῖ ἀγαπημένη τακτικὴ αὐτοῦ τοῦ
κύκλου).
«Αὐτὴ λοιπὸν ἡ «Σύνοδος» (σσ. τὸ Κολυμπάρι) οὔτε ἀπέθανε, οὔτε ἐτάφη, οὔτε
καταδικάσθηκε ἀπὸ τοὺς παρόντες Προκαθημένους στὴ Μόσχα, ἀλλὰ ἀκόμη ζεῖ καὶ
βασιλεύει, ἐπαινούμενη καὶ προβαλλόμενη σὲ κάθε εὐκαιρία… Η ἴδια ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία δῆθεν ἔθεσε ταφόπλακα καὶ ἔθαψε
τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης, μετὰ τὴν ἀρνητική της ἀναφορὰ εἰς αὐτὴν γράφει: «Ταυτόχρονα πρέπει νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἡ Σύνοδος
στὴν Κρήτη ἀποτελεῖ σημαντικὸ σταθμὸ στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».
Θὰ πρέπει νὰ μᾶς
ἐξηγήσει ἡ ὁμήγυρη αὐτὴ τῆς Θεσσαλονίκης, ἂν
καὶ τώρα, μετὰ τὴν ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος θὰ συνεχίσει γιὰ λόγους
"Οἰκονομίας" νὰ κοινωνεῖ μὲ "εὐσεβεῖς" ἱερεῖς ποὺ κοινωνοῦν
μὲ αὐτοὺς ποὺ ἡ ἴδια ἡ ὁμήγυρη ὀνόμασε ἀκοινώνητους. Θὰ πρέπει νὰ μᾶς πεῖ, τί ἄλλαξε ἀπὸ τότε
καὶ ἡ Ρωσία ἀπὸ ἐπαινοῦσα τὸ Κολυμπάρι κατέστη ὡς ἐκ θαύματος ὀρθόδοξη. Ποιές διαβουλεύσεις ἔχουν
προηγηθεῖ, ποιές ὑποσχέσεις, ποιές προσωπικὲς προσδοκίες ὥστε νὰ ἐπιτρέπουν τὴν
συνεργασία τῶν θεσσαλονικέων πατέρων μὲ
σχισματικούς, ὅπως ὁ κ. Μάννης, τὴν νέα διδασκαλία
τοῦ ὁποίου θὰ παραθέσω ἀμέσως πιὸ κάτω.
Πρὶν
ὅμως πρέπει νὰ τονισθεῖ κάτι: Ἡ συνεργασία αὐτὴ εἶναι τόσο ἰσχυρή, ὥστε νὰ
παρουσιάζονται ἄνευ διακρίσεως στὰ φιλο-Ζησικὰ ἱστολόγια κείμενα σχισματικῶν Γ.Ο.Χ. ματθαιϊκῶν
θεολόγων (γιὰ νὰ διδάξουν ὀρθοδοξία!) ὅπως τοῦ κ.
Ἀναγνώστου (πρόκειται γιὰ τὸν κ. Δ. Κάτσουρα ποὺ ἔχει τὸ ἱστολόγιο
epistrofi-sotiria), καὶ ἄλλων Γ.Ο.Χ. θεολόγων (ποὺ
οὔτε μυστήρια δὲν δέχονται στὴν Ἐκκλησία), μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ χτυποῦν τὸν
Βαρθολομαῖο!
Στὸ
ἴδιο μῆκος κύματος ἐμφανίζεται καὶ ὁ κ. Μάννης. Ὁ «Δάσκαλος» ἅρπαξε τὴν
εὐκαιρία καὶ προσδοκώντας ἀναγνώριση ἀπὸ τὴν Μόσχα καὶ εἰσροὴ πιστῶν ἀπὸ τὸ Νέο
(μᾶλλον ἀπὸ τὴν ὁμάδα Ζήση,
ἡ ὁποία προετοίμασε μὲ θαυμαστὸ τρόπο τὸ ποίμνιο μιλώντας ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ
ἡμερολογίου καὶ κατηγορώντας τὴν Ἐκκλησία ὡς προκαλοῦσα τὸ σχίσμα σὲ πολλὲς
ὁμιλίες τους), ἐμφανίζει τὴν προσαρμοσμένη στοὺς
καιροὺς διδασκαλία του (ἐδῶ) Γράφει ὁ κ. Μάννης:
«Η
αναγνώριση των Ουκρανών Σχισματικών από την Εκκλησία της Ελλάδος (η οποία
τελικώς ανακοινώθηκε χθες, όπως αναμενόταν), θα έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο την
διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών Ρωσίας και Ελλάδος,
αλλά και την πιθανή
αναγνώριση, εκ μέρους της Μόσχας, της Εκκλησίας των Ελλήνων Παλαιοημερολογιτών,
οι οποίοι, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, είναι έτοιμοι να συνταχθούν με την
Ρωσική Εκκλησία, αρκεί βεβαίως και η τελευταία να λάβει ξεκάθαρη θέση σχετικά
με τα ζητήματα για τα οποία οι πρώτοι διαχώρισαν την θέση τους από την Εκκλησία
της Ελλάδος και το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (δηλαδή το Ημερολογιακό
Ζήτημα και την αίρεση του Οικουμενισμού)… Πρέπει αρχικά να
συγκληθεί Πανορθόδοξος (Οικουμενική) Σύνοδος, με πρωτοβουλία της Ρωσίας, η
οποία αποτελεί σήμερα το ισχυρότερο ορθόδοξο κράτος (σσ.
ἐντυπωσιάζει ἡ συμφωνία π. Θεοδώρου καὶ κ. Μάννη στὴν ὁρολογία). Κατά
την περίοδο των 7 Οικουμενικών Συνόδων το ισχυρότερο ορθόδοξο κράτος στην
οικουμένη ήταν η λεγόμενη Βυζαντινή (Ρωμαϊκή) Αυτοκρατορία, της οποίας ο
αυτοκράτορας έδινε την προσταγή για την σύγκλησή τους. Μετά την πτώση της
όμως (1453) το ισχυρότερο ορθόδοξο κράτος, και τρόπον τινά διάδοχός της, είτε
αρέσει σε ορισμένους, είτε όχι, είναι η Ρωσία, για
αυτό και οι δύο Μεγάλες Πανορθόδοξοι Σύνοδοι του 1593 και του 1666 συνεκλήθησαν
με την πρωτοβουλία των Ρώσων αυτοκρατόρων…
Πρώτον, επιβάλλεται να εξεταστεί το Ημερολογιακό Ζήτημα, όπως εξ αρχής είχαν
συμφωνήσει όλες οι Τοπικές Εκκλησίες (ακόμη και αυτές που υιοθέτησαν το νέο
ημερολόγιο), το οποίο θεωρείται ακόμη μετέωρο και ανοικτό… Δεύτερον,
και σημαντικότερον, είναι απολύτως απαραίτητο να επανεξεταστεί η συμμετοχή των
Τοπικών Εκκλησιών στη λεγόμενη "Οικουμενική Κίνηση", η οποία, όπως
αποδείχτηκε, κάθε άλλο παρά "ορθόδοξη μαρτυρία" αποτελεί, αλλά μάλλον
"αποτυχία των ορθοδόξων"· παράλληλα δε να καθοριστούν με ορθόδοξα
κριτήρια οι προϋποθέσεις του "Διαλόγου" με τους ετεροδόξους και
ετεροθρήσκους, με βάση τα πατερικά πρότυπα (Διάλογος Αγίου Γρηγορίου Παλαμά με
Μωαμεθανούς, Ιερεμία του Τρανού με Λουθηρανούς κλπ.). Ειδικότερα επιβάλλεται η
απομάκρυνση από το λεγόμενο "Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών" και η
καταδίκη της αιρέσεως του Οικουμενισμού με παράλληλο αναθεματισμό δοξασίας,
αλλά και προσώπων, για την προστασία του Πληρώματος της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Βασικός οδηγός δε, προς αυτή την κατεύθυνση, μπορεί να είναι η, κατά του
"Οικουμενικού Κινήματος" και της συμμετοχής στο Π.Σ.Ε., απόφαση του
Πανορθοδόξου Συνεδρίου της Μόσχας το 1948, την οποία αργότερα δυστυχώς αθέτησε
το Πατριαρχείο Μόσχας, αλλά και η καταδίκη του Οικουμενισμού από την Ρωσική
Εκκλησία της Διασποράς το 1983 [7], όπως και η σχετική αντιοικουμενιστική
διδασκαλία των Πατέρων της εποχής μας (π.χ. Γέροντος Ιουστίνου Πόποβιτς,
Συρακουσών Αβερκίου, π. Σεραφείμ Ρόουζ κ.α.)».
Στὸ
ἴδιο μῆκος κύματος μὲ τὸν κ. Μάννη κινεῖται καὶ ὁ π. Παΐσιος Παπαδόπουλος μὲ
δική του ἀνάρτηση.
Τὸ
κείμενο τοῦ κ. Μάννη εἶναι σημαντικό, γιατὶ μᾶς ἀποκαλύπτει, ποιές
διαβουλεύσεις μὲ τοὺς Ρώσους καὶ πίσω ἀπὸ τὶς πλάτες τῶν ἑλλήνων ὀρθοδόξων «σύμφωνα
με αξιόπιστες πηγές», ὅπως λέει ὁ ἴδιος ἔχουν γίνει. Φυσικὰ εἰς γνῶσιν τοῦ
π. Θεοδώρου, ὅπως ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος στὴν τελευταία ὁμιλία του. Ἀλλὰ ὁ κ. Μάννης
πρέπει νᾶ μᾶς ἐξηγήσει: