Στο δημοτικό σχολείο υπάρχει ένα μάθημα στη Γλώσσα, το οποίο επαναλαμβάνεται σε πολλές τάξεις στην υποτυπώδη Γραμματική που διδάσκεται, και αφορά στα παρώνυμα. Προηγείται η διδασκαλία των ομώνυμων. Στα ομώνυμα η κατανόηση είναι ευκολότερη. Περίπου ομόηχα με σχεδόν καθόλου κοινή σημασία τα πρώτα (εδώλιο – ειδώλιο), ακριβώς ομόηχα με εντελώς διαφορετική σημασία τα δεύτερα (φύλο, φύλλο, φίλο). Από κει και πέρα, συνώνυμα, παράγωγα, αντώνυμα, που υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες και τα συντακτικά.
Αμιγής κλάδος της φιλολογίας αποτελεί η Γλωσσολογία και από όλο το υλικό και τη μεθοδολογία της θα σταθούμε σήμερα ιδιαιτέρως στα σημαίνοντα και στα σημαινόμενα που εξετάζει η επιστήμη της σημειωτικής. Πολύ απλά, εξηγούμε ότι σημαίνον είναι αυτό που ακούγεται, ο ήχος, και σημαινόμενο αυτό ή αυτά που εννοείται ή εννοούνται ως ιδέα, η αντίληψη, η έννοια αυτή καθ’ αυτή. Το νόημα, που στη λογοτεχνία είναι ανάγκη να ερευνήσουμε κάτω ή πίσω από μια λέξη για να ανακαλύψουμε την ιδιαιτερότητα της φράσης, όπως ο συγγραφέας επιθυμεί να τη συνδέσει με το προηγούμενα και τα επόμενά του. Το οποίο είτε είναι διαφορετικό κάθε φορά μέσα στον ίδιο χρόνο είτε σε διαφορετικούς χρόνους. Η λειτουργία είναι καθαρά νοητική στα πλαίσια του κατ’ εικόνα και εξασκείται από τις πρώτες ώρες της ζωής του ανθρώπου. Λέγοντας ζωή, εννοούμε και αυτήν μέσα στον αμνιακό σάκο διότι το έμβρυο είναι ικανό να κωδικοποιεί ερεθίσματα από τότε και ακουστικά μηνύματα διότι δέχεται κυρίως αυτά. Άνθρωπος λοιπόν εξ άκρας συλλήψεως, και το μικρό παιδί αρέσκεται να παίζει με τις λέξεις πολύ πριν επισκεφθεί τον εκπαιδευτικό του χώρο. Από τότε είναι που αρχίζει να μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα.