Ἀγαπητέ (πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω;) Ἀνώνυμε.
Εἶδα τὴν τελευταία σου ἀπάντηση σὲ σχόλιο, σχετικὰ μὲ τὴν ἀπομάκρυνση τῶν λαϊκῶν (καὶ τῶν κληρικῶν) ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Στὴν προηγηθεῖσα τοῦ σχολίου σου παρέμβασή
μου, εἶχα καταθέσει τὴν οὐσία τοῦ πράγματος, αὐτοῦ δηλαδὴ ποὺ ὀνομάσαμε ἀποτείχιση, ἢ διακοπὴ
κοινωνίας, ἢ παύση Μνημοσύνου (ἢ ὅπως ἀλλιῶς μποροῦμε νὰ τὸ ἐκφράσουμε),
ἐλπίζοντας ὅτι ἀποδίδω μὲ σαφήνεια τὴν θέση τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς
ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως, ὡς πρὸς τὴν στάση μας ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς, ποὺ δὲν τὸ ἔλαβες ὑπ' ὄψιν σου. Ἐπανέρχομαι λοιπόν.
Ἡ
Ἐκκλησία μᾶς παροτρύνει, μᾶς διδάσκει, ἐντέλλεται τὴν ἄμεση ἀπομάκρυνση ἀπὸ
ἀνθρώπους ἀσεβεῖς, ἀδίκους, αἱρετικούς, ὅποιοι κι ἂν εἶναι. Συνήθεις ἐκφράσεις
τῆς Γραφῆς: «ἐξέλθετε..., ἀφορίσθητε...,
ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε..., ἀπόστητε... (ἀπὸ) ψευδοδιδασκάλους, λύκους βαρεῖς, χαίρειν αὐτοῖς μή λέγητε...,
αἱρετικὸν ἄνθρωπον ...παραιτοῦ..., μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ
ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν»
κ.λπ. Παρόμοια λέγουν καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Αὐτὴ λοιπόν
εἶναι μιὰ γενικὴ στάση ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη, συνεχίζεται διὰ τῆς
διδασκαλίας τοῦ Κυρίου στὴν Καινή, ἀκολουθεῖται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ
τοὺς πιστοὺς στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας.
Κάποιες πτυχές
της, τώρα, ἐκφράζονται μερικῶς σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις ἀπὸ συγκεκριμένους
Κανόνες, οἱ ὁποῖοι, βέβαια, δὲν
ἐξαντλοῦν ὅλο τὸ περιεχόμενο τῆς γενικῆς αὐτῆς θέσεως καὶ στάσεως τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀκριβῶς δέ, ἡ ὑπενθύμηση αὐτῆς τῆς Παραδόσεως στοὺς
εἰδικοὺς αὐτοὺς Κανόνες, κυρίως στὸν ΙΕ΄, δείχνει τὴν φροντίδα τῶν Πατέρων καὶ
τὴν σημασία ποὺ ἔδιδαν στὸ θέμα τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς
ψευδοδιδασκάλους.
Μποροῦσαν οἱ
Πατέρες νὰ μὴ ἀναφέρουν τὰ τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς στὴν τριάδα
αὐτὴ τῶν Κανόνων (ΙΓ΄, ΙΔ΄, ΙΕ΄), ἀφοῦ ἄλλο ἦταν τὸ θέμα τους· ὅμως κάνουν
θεοφώτιστα τὴν εἰδικὴ αὐτὴ ἀναφορὰ περὶ ἀποτειχίσεως στὸν ΙΕ΄ Κανόνα, γιατὶ
γνωρίζουν πόσο ὁ πειρασμὸς τῆς ἐξουσίας γυροφέρνει τοὺς ἔχοντας τὰ πρωτεῖα,
γνωρίζουν πόσο τὸ διακόνημα αὐτὸ μπορεῖ νὰ μετατραπεῖ σὲ ἐξουσιαστικὴ μανία καὶ
καταδυνάστευση τῶν πιστῶν, ὅπως ὁ Βαλσαμών, ἑρμηνεύοντας ἄλλον Κανόνα (κθ΄/λζ΄
τῆς Καρθαγένης) παρατηρεῖ: «Εἰ γὰρ δοθῇ,
εὐκαίρως ἢ ἀκαίρως ἔχειν ἐπ’ ἀδείας τὸν ἐπίσκοπον ἀφορίζειν λαϊκούς τε καὶ
κληρικούς, καὶ ἔχειν πρὸς ἀνάγκης τοὺς ἀφοριζομένους φυλάττειν τὸν ἀφορισμόν,
κατατολμήσουσι τυραννίδος οἱ ἐπίσκοποι, καὶ παντὸς πράγματος κατακυριεύσουσι,
καὶ οὐδεὶς ἔσται ὁ ἀντιπίπτων αὐτοῖς διὰ τὸν φόβον τοῦ ἀφορισμοῦ· ἴσως δὲ καὶ
τῆς εὐσεβείας αὐτῆς κατορχήσονται, καὶ πολλῶν κακῶν παραίτιοι οἱ θεῖοι κανόνες
γενήσονται, ὅπερ ἄτοπον» (Μπούμη Π., Τὰ Ἀναθέματα Ρώμης-Κων/πόλεως…, σελ.
64-65).
Ἡ δική μας
ἀναφορὰ στὸν ΙΕ΄ Κανόνα, δὲν ἦταν προτίμησή μας. Ὅ,τι γράψαμε, ὅσα ἐνεργήσαμε
δὲν τὰ κάναμε μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ τὰ λέει ὁ 15ος Κανόνας, ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὴ
εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ὅλη συζήτηση περὶ τοῦ 15ου Κανόνος εἶχε ἤδη
ξεκινήσει, πρὶν ἀπό μᾶς, μὲ τὶς Κανονικὲς
προδιαγραφὲς ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ ΙΕ΄ Κανόνας περὶ ἀποτειχίσεως, δηλαδὴ ἀπὸ κληρικούς, (νὰ ἀναφέρω ἐδῶ ὡς πρόσφατο
παράδειγμα τὴ “Σύναξη κληρικῶν καὶ
μοναχῶν”)· ἐνετάθη δὲ ἡ συζήτηση, ἐπειδὴ κάποιοι ἀμφισβήτησαν τὸ ὑποχρεωτικὸ τοῦ Κανόνος καὶ ὄχι τὸ ἂν καὶ οἱ λαϊκοὶ ἔχουν ὑποχρέωση νὰ
ἀπομακρύνονται ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Οἱ λαϊκοί, ὄχι μόνο ἔχουν τὴν ἴδια
ὑποχρέωση, ἀλλὰ καὶ ὡς πιό ἀδύνατοι (κατὰ τεμκμήριο) στὴν Πίστη, πρέπει νὰ
ἀπομακρύνονται, τουλάχιστον ἀπὸ τοὺς διαπιστωμένα
αἱρετικούς.
Ὑποστηρίχτηκε,
λοιπόν, τὸ ὑποχρεωτικό, ὡς ζήτημα ἀρχῆς, ἀφοῦ αὐτὴ εἶναι ἡ
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ὄχι γιὰ νὰ παρέμβουμε στὴν ἐλευθερία τῆς
συνειδήσεως κάθε πιστοῦ. Ἡ ἐφαρμογὴ ἀπὸ κάθε πιστὸ τῶν Ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ,
εἶναι δική του εὐθύνη. Εἶναι, δηλαδή, θέμα γνώσεως τῆς ἁγιοπατερικῆς
Παραδόσεως, συνειδητοποιήσεως τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς δύναμης
ποὺ κρύβει εἰς τὸ νὰ ἀλλοιώνει καὶ καταστρέφει τὴν Πίστη· εἶναι θέμα
κατανοήσεως, ὑπερβάσεως κατεστημένων νοοτροπιῶν, συζητήσεως καὶ ζυμώσεως ὅλων
αὐτῶν στόν ἐκκλησιαστικὸ περίγυρο καὶ στὴ συνείδηση ἑκάστου, προσευχῆς,
καταφυγῆς καὶ ἀναζητήσεως διευκρινήσεων καὶ ἐπί μέρους ἀπαντήσεων σὲ κείμενα
τῶν Ἁγίων Πατέρων, μιᾶς πρώτης ἀποφάσεως τὴν ὁποία περικυκλώνουν καὶ χτυποῦν
κύματα δισταγμῶν καὶ ἀμφιβολιῶν, καὶ ἄλλων σταδίων ὅπως παλινδρομήσεις ἐξ
αἰτίας τῆς ρηχῆς μας Πίστεως καὶ πολλῶν παρομοίων παραγόντων κ.λπ.
Τώρα, γιατί
ἐσεῖς (ἀνώνυμε) καὶ κάποιοι ἀκόμα, προσπαθεῖτε νὰ ὑπαγάγετε καὶ νὰ ἐξαντλήσετε
τὸ ὅλο θέμα τῆς ἀποτειχίσεως μόνο στὶς λέξεις ἐκεῖνες τοῦ β΄ μέρους τοῦ ΙΕ΄
Κανόνος, μόνο τὸ «γράμμα» τοῦ ΙΕ΄
κανόνος, ἀποσιωπώντας τὸ «πνεῦμα»,
τὴν ὅλη Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας; Δὲν
εἶναι αὐτὸ περίεργο; Καθόσον