Γράψαμε ὅτι κάποιοι ἱερωμένοι
ὁμιλητὲς κατὰ τὴν Νεκρώσιμη Ἀκολουθία τοῦ σύγχρονου ἀγωνιστῆ καὶ Ὁμολογητῆ π.
Κωνσταντίνου Παλαιολογόπουλου, ὁ ὁποῖος γιὰ κάποιο διάστημα διέκοψε καὶ τὴν Μνημόνευση τοῦ Μητροπολίτη Καλαβρύτων Ἀμβρόσιου, διαβεβαίωναν —διαστρέφοντας τὴν
πραγματικότητα— ὅτι οὐδέποτε ὁ παπα-Κώστας ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Δεσπότη. Τοῦτο
θεωρήσαμε ὡς ἀσεβὲς καὶ γράψαμε κάποιες πρῶτες σκέψεις γιὰ τὸ θέμα. Συνεχίζουμε
καὶ σήμερα, παρουσιάζοντας ἕνα κείμενο τοῦ Μητροπολίτη Καλαβρύτων, ἀλλὰ καὶ τοῦ
παπα-Κώστα, διὰ τῶν ὁποίων καταρρίπτονται οἱ ἰσχυρισμοὶ τοῦ ὁμιλητοῦ περὶ ἀπόλυτης
καὶ κατὰ πάντα ὑπακοῆς στὸν Ἐπίσκοπο ποὺ αἱρέτιζε.
Ἐπαναλαμβάνουμε τὰ
λόγια τοῦ ὁμιλητῆ ἱερέα ἐπὶ λέξει:
«…Ἦλθε ἐδῶ (σ.σ. στὸ Αἴγιο ὁ παπα-Κώστας) ὡς λειτουργὸς πίσω στὴν πατρίδα του,
μέσα στὴν ἑνότητα καὶ μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου μας. Πορεύτηκε σὲ ὅλη αὐτὴν
τὴν πορεία, πάντοτε μὲ τὴν
κατάλληλη ἐνημέρωση, καὶ ἔγκριση, καὶ εὐλογία. Συνέστησε τὴν
ἱεραποστολικὴ ὁμάδα…
Σὲ αὐτὴν τὴν πορεία ποτὲ δὲν συνέστησε τὴν ἀπόσχιση, ποτὲ τὴν ἀπομάκρυνση· παρέμεινε στὴν
ἑνότητα, αὐτὴ ποὺ μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός… Γι’ αὐτὸ καὶ στὴν Θ. Λειτουργία τὴν
χθεσινή, ἀξιόπιστα μαρτυρήθηκε ἡ μυροβλησία
ἀπὸ τὸ ἱερὸ σκήνωμά του».
Αὐτὰ τὰ λόγια κατ’
ἀρχὰς ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Ἀμβρόσιος τὰ διαψεύδει μὲ Ἐπισκοπικὸ Ἔγγραφο ποὺ ἔστειλε
«ἐπὶ Ἀποδείξει» τὸ 2006, διατάσσοντας τὸν ἄρρωστο παπα-Κώστα νὰ «ἀπολογηθεῖ»:
«Επιθυμώ να σας επισημάνω ωρισμένα ολισθήματα, τα οποία
επ’ εσχάτων παρατηρούνται εις την συμπεριφοράν σας:
2. Εις τα κηρύγματά σας καταφέρεσθε απροσχηματίστως κατά του Επισκόπου σας»!
Κι ὁ παπα-Κώστας, μὲ
ὅλα τὰ προβλήματα ὑγείας καὶ μὲ ἀνεβασμένο τὸ ζάχαρο στὸ ζενίθ, ἀπολογήθηκε!
Παρουσιάζω τὴν «Ἀπολογία» τοῦ π.
Κωνσταντίνου Παλαιολογόπουλου ποὺ κυκλοφόρησε καὶ σὲ εἰδικὸ φυλλάδιο (καὶ στὸ
τέλος τὸ Ἔγγραφο τοῦ Μητροπολίτη Καλαβρύτων) γιὰ νὰ θυμηθοῦν κάποιοι τὸν ἀγωνιστῆ
καὶ Ὁμολογητῆ παπα-Κώστα, ποὺ ὁ Κύριος μᾶς χάρισε ὁδηγὸ καὶ σύμβουλο στὶς
ἔσχατες μέρες ποὺ ζοῦμε!
Αίγιον τη
19/06/2006
Αρχιμανδρίτης
Κων/νος Παλαιολογόπουλος
Συνταξιούχος Εφημέριος
Πάροδος Πλάτωνος 66
Αίγιον
Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην
Καλαβρύτων και Αιγιαλείας
κ. Αμβρόσιον
Ενταύθα
Σεβασμιώτατε Ευλογείτε
Ελαβον
επί αποδείξει την υπ’ αριθμ. 337/3-6-2006 επιστολήν σας.
Ευσεβάστως
αλλά και ευθαρσώς απαντώ εις το κατηγορητήριόν σας ένα προς ένα.
1. Με κατηγορείτε ότι
έχω διακόψει σχεδόν πάσαν επικοινωνίαν με τον Επίσκοπον και ότι, όταν αυτός
εισέρχεται εις κάποιον Ναόν, εγώ κρύπτομαι «συνήθως
όπισθεν κάποιου παρακειμένου κίονος».
όπισθεν κάποιου παρακειμένου κίονος».
Απάντησις: Μνημονεύω -κατά την τάξιν- του Επισκόπου μου
εις τας ιεράς ακολουθίας και τελετουργίας μου. Δεν συνέπεσεν να έχωμεν
συνάντησιν εις κανένα ιερόν Ναόν. Τελευταία συνάντησίς μας ήτο εις τον ιερόν
Ναόν Αγίας Άννης, όπου ετελέσαμεν την κηδείαν της αειμνήστου Παναγιώτας
Καραΐσκου. Διά την αποχώρησίν μου από την κηδείαν της μακαρίτισσας Ειρήνης
Λυριντζή, η οποία ωφείλετο εις την κατάστασιν της υγείας μου, σας έχω δώσει
εμπεριστατωμένην και, νομίζω, πειστικήν απάντησιν. Ουδέποτε άλλοτε συνέπεσε να
έχωμεν συνάντησιν εις ιερόν Ναόν. Αυτὸς που σας μετέφερε την πληροφορίαν ότι εγώ κρύπτομαι διά να
αποφύγω συνάντησίν σας όπισθεν παρακειμένου κίονος, ψεύδεται ασυστόλως και τον
προκαλώ να το αποδείξη. Δεν συνέβη ποτέ.
2. Με κατηγορείτε ότι
εις τα κηρύγματά μου καταφέρομαι απροσχηματίστως κατά του Μακαριωτάτου
Αρχιεπισκόπου.
Απάντησις: Προσωπικόν δεν έχω τίποτε με τον
Αρχιεπίσκοπον. Όπου τυχόν έκαμα αναφοράν εις το πρόσωπόν του αυτό αφορᾶ εις τα απαράδεκτα, διά
πολλούς και δι’ εμέ, ανοίγματά του προς
το Βατικανόν και το Π.Σ.Ε. Εστηρίξαμεν πολλάς ελπίδας εις τον Αρχιεπίσκοπον κ.
Χριστόδουλον, όταν εξελέγη. Δυστυχώς εζήσαμεν ενωρίς και ζώμεν πλήρη
απογοήτευσιν. Δεν θα αναφερθώ εις τους επιληψίμου διαγωγής συνεργάτας του,
τύπου Κολουσούσα, Γιοσάκη κλπ., ή εις την κάθαρσιν την οποίαν δεν είχε τας
προϋποθέσεις και την τόλμην να επιχειρήση και έμεινεν η Εκκλησία εκτεθειμένη
εις την χλεύην των εχθρών της! «Εγενήθημεν όνειδος τοις γείτοσιν ημών,
μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλῳ ημών» (Ψαλμ. 78, 4). Ολόκληρος γέρος άνθρωπος, παπάς δεσπότης
με μια οκά γένια έλεγε ψέματα στον ελληνικό λαό. Από την μία έλεγε ότι τον Πάπα
τον έφερε η πολιτεία στην Ελλάδα κι από την άλλη να τι εδήλωσε σε συνέντευξη
που έδωσε σε Ιταλικό περιοδικό: «Διατηρώ εξαιρετικές σχέσεις με την ελληνική
καθολική κοινότητα. Ορισμένοι από τους επισκόπους της ήταν συμμαθητές μου στο
καθολικό σχολείο των Γάλλων Μαριανών Αδελφών. Κάναμε συγκεκριμένα βήματα από
κοινού, για παράδειγμα κάναμε δυνατή την επίσκεψη του Πάπα το 2001, η οποία
συνάντησε πολύ ισχυρή αντίδραση σ' εμάς, αλλά τη φέραμε σε πέρας, πράγμα που
μας ικανοποίησε όλους»! (Ελευθεροτυπία,
13/11/2004).
Μας
οδηγεί ο Μακαριώτατος μετά των συνοδοιπορούντων αυτώ λατινοφρόνων ως πρόβατα
εις το στόμα των λύκων του Βατικανού και του Π.Σ.Ε. Εις πίστωσιν των γραφομένων
εδώ αρκεῖ
να διαβάσει κάποιος τας δηλώσεις του αρχιεπισκόπου, το κείμενον που σεις
απηυθύνατε προς τον καρδινάλιον Κάσπερ, τας δηλώσεις του Επισκόπου Φαναρίου κ.
Αγαθαγγέλου, όταν επέστρεψε προ καιρού από το Βατικανόν, και εκείνες που
λέγονται από τον οικουμενιστήν Επίσκοπον Αχαΐας Αθανάσιον εις τας Βρυξέλας.
Ενοχλείται απὸ
την ύπαρξιν των εχομένων των παραδόσεων των αγίων εις την Ελλάδα, εις Άγιον
Όρος και αλλού, αυτούς που ο Μακαριώτατος κ. Χριστόδουλος ονομάζει
φονταμενταλιστές και ταλιμπάν, και προτείνει να οργανωθή τρόπος να αλλάξουν την
αναχρονιστικήν, μεσαιωνικήν και με ιστορικές οξειδώσεις νοοτροπίαν και να
γίνουν σύγχρονοι με ευρύτητα πνεύματος.
Ο
καθηγητής κ. Ιωάννης Κορναράκης χαρακτηρίζει ως νούτσιον του Πάπα στην Αθήνα
τον Μακαριώτατον. Ο πρωτοσύγκελος του Μητροπολίτου Βενετίας Γενναδίου, τον
οποίον επεσκέφθητε εσχάτως, Ναυπάκτιος την καταγωγήν, απεκάλυπτε προ καιρού εις
τον γέροντα π. Αρσένιον Κομπούγιαν: «Έχουν συμφωνήσει οι Ορθόδοξοι με την
παπικήν κούρια και έχουν υπογράψει την ένωσιν. Δεν εξαγγέλλουν όμως το γεγονός
υπολογίζοντας εις τας τυχόν αντιδράσεις του πιστού λαού. Διερωτώνται οι πολλοί,
και ημείς οι μικροί και ταπεινοί μετ’ αυτών.
-Αλήθεια,
τι έπαθαν οι Επίσκοποί μας και σπεύδουν προς το Βατικανόν;
Κάποιος
αγωνιστής εις την πύλην του φρουρίου της ορθοδοξίας σημειώνει: «Ό,τι δεν
κατόρθωσε ο Παπισμός επί δέκα αιώνες με
τις σταυροφορίες, με τους πολέμους, με τους Ουνίτες, με το χρήμα και με όλες
τις άλλες απάτες, το κατορθώνει σήμερα, άνευ κόπου, με τους ”ορθοδόξους”
Επισκόπους». Αλήθεια, ποιος εβάσκανε τους επισκόπους μας; Και οι μεν με αρχηγόν
τους τον Αρχιεπίσκοπον θύουν εις τον βωμόν του Παπισμού τα όσια και τα τίμια
της Ορθοδοξίας, οι δε σιωπούν αιδημόνως, ενώ έχουν καθήκον και χρέος να
ομιλήσουν εις τους αδελφούς των και εις τον σκανδαλιζόμενον και προδιδόμενον
λαόν του Θεού; Αλήθεια, τι έπαθαν!
2α.
Με κατηγορείτε ότι εις τα κηρύγματά μου στρέφομαι απροσχηματίστως κατὰ του Επισκόπου μου.
Απάντησις: Η κατηγορία δεν ανταποκρίνεται εις την
αλήθειαν. Είναι ψευδής. Αυτοί που σας την μετέφεραν προσφέρουν ταπεινάς
εκδουλεύσεις κολάκων. Εγώ σέβομαι το ιερόν βήμα του άμβωνος και δεν κάμνω
προσωπικές και εμπαθείς αναφορές και μάλιστα κατά του Επισκόπου μου. Αυτό δεν
σημαίνει ότι λείπει και ο έλεγχος εν συνέσει πεπλανημένων αντιλήψεων και
καταστάσεων. Προσπάθειά μου
είναι την αλήθειαν του Ευαγγελίου, όπως αυτή μας παραδίδεται από τους αγίους μας εις την ιεράν ορθόδοξον παράδοσίν μας, να κηρύσσω όση μοι δύναμις. Αρνούμαι την κατηγορία. Σήμερα υπάρχουν τέλεια μέσα καταγραφής. Προκαλώ αυτούς που σας μετέφεραν την πληροφορίαν να προσαγάγουν αποδείξεις. Δεν εστράφην ούτε στρέφομαι εναντίον του προσώπου σας, ούτε εναντίον του θρόνου σας. Δεν έχω φιλοδοξίες, ούτε πονηρές σκοπιμότητες.
είναι την αλήθειαν του Ευαγγελίου, όπως αυτή μας παραδίδεται από τους αγίους μας εις την ιεράν ορθόδοξον παράδοσίν μας, να κηρύσσω όση μοι δύναμις. Αρνούμαι την κατηγορία. Σήμερα υπάρχουν τέλεια μέσα καταγραφής. Προκαλώ αυτούς που σας μετέφεραν την πληροφορίαν να προσαγάγουν αποδείξεις. Δεν εστράφην ούτε στρέφομαι εναντίον του προσώπου σας, ούτε εναντίον του θρόνου σας. Δεν έχω φιλοδοξίες, ούτε πονηρές σκοπιμότητες.
Είναι
αληθές ότι έχομεν διαφορές και αντίθεσιν πεποιθήσεων και εκτιμήσεων. Έχω
διακρίνει εις την διαποίμανσίν σας πολλά και μεγάλα λάθη, τα οποία έβλαψαν την
υπόληψιν της Εκκλησίας, εσκανδάλισαν τον λαόν και ροκάνισαν το επισκοπικόν σας
κύρος. Δεν ημπορείτε να φαντασθήτε «το βρισίδι» που άκουσαν οι κυρίες της
Ερανικής Επιτροπής του Αγίου Λεοντίου εναντίον του Δεσπότη. Στον Ελαιώνα και
στα Σελιανίτικα λίγο έλειψε που δεν τις έδειραν. Εάν μου το ζητήσετε, θα σας
ιστορήσω αυτά τα λάθη, διότι μέχρι σήμερον, 27 ολόκληρα χρόνια, ουδέποτε
παρενέβην. Διεμαρτυρήθην μόνο και εδήλωσα την αντίθεσίν μου εις το να
παραχωρηθή λατρευτικός χώρος, και μάλιστα Εκκλησία, εις τους Ρωμαιοκαθολικούς.
Αισθάνομαι ότι αυτὸ
ήτο το καθήκον και υποχρέωσίς μου. Άλλως θα ήμουν ανάξιος της ιερωσύνης μου,
της υψηλής μου αποστολής. Θα ήμουν ανάξιον πνευματικόν τέκνον του αοιδίμου
πνευματικού μου π. Σίμωνος Αρβανίτη. Θα ήμουν ανάξιος ανεψιὸς εκ μητρός του αειμνήστου
Μιαούλη–Νικολάου Κουνάβη–Τσαϊπά.
3. Με κατηγορείτε ότι
διαστρέφω τα γεγονότα τα σχετικά με την παραχώρησιν Ναού εις τους
Ρωμαιοκαθολικούς της περιοχής μας.
Απάντησις: Άλλοι διαστρέφουν την εικόνα των γεγονότων
και όχι εγώ. Έχω εκθέσει γραπτώς τας απόψεις μου και δύνασθε να αναφερθήτε σε
κείμενα. Μου δίδετε ήδη την ευκαιρίαν να δώσω πληρεστέραν εικόνα.
Εις
την ιερατικήν Σύναξιν της 8ης
Φεβρουαρίου έλαβον χώραν τα εξής απαράδεκτα.
α)
Η εισήγησις του π. Ιωακείμ ήτο παραπλανητική υπέρ των απόψεων του Φραγκόπαπα κ.
Βιδάλη, ο οποίος δεν έπρεπε κατά την γνώμην μας να παρίσταται και να λαμβάνη
και τον λόγον εις μιαν τοιαύτην σύναξιν. Παρακαλώ να μου δοθή από την
γραμματείαν της Ιεράς Μητροπόλεως το κείμενον της εισηγήσεως δια να δώσωμεν την
απάντησιν εις όσα είπε ο π. Ιωακείμ.
β)
Έγινε εκ μέρους σας προβολή του γεγονότος παραχωρήσεως Ναού υπό Ρωμαιοκαθολικών
και Προτεσταντών, δια τέλεσιν μυστηρίων εις ορθοδόξους μετανάστας εις την
Γερμανίαν και αλλαχού. Η προβολή αυτή επηρέασε τους συνέδρους ιερείς.
Επίστευσαν ότι αυτό το γεγονός αποτελεί θεσμόν και προηγούμενον, και ότι έχουν
και αυτοί υποχρέωσιν ένεκα φιλοτιμίας να ανταποδώσουν ανάλογα.
Θα
είμεθα εκτός της αληθείας εάν χαρακτηρίσωμε την πράξιν αυτήν των επισκόπων και
ιερέων του χώρου των μεταναστών αθώαν, οφειλομένην εις άγνοιαν νόμων και
κανόνων ή εις εκκλησιαστικήν “Οικονομίαν” ένεκα μεγάλης ανάγκης. Χάθηκαν εις
την ανάγκην αποθήκες και υπόγεια; Οι Αφρικανοί στήνουν χορτοκαλύβες. Εις αυτούς
χάθηκαν οι δυνατότητες κατασκευής προχείρου λατρευτικού χώρου; Δεν θα
αδικήσωμεν τους ανωτέρω τολμητίας, εάν χαρακτηρίσωμεν ανεπιφυλάκτως την πράξιν των
αυτήν προδοτικήν, οφειλομένην εις νοοτροπίαν κοσμικοφρονούντων και πνευματικώς
αδιαφόρων. Οι Πατέρες μας, εάν εις ένα Ναόν ελειτούργουν Λατίνοι ιερείς δεν
εισήρχοντο να λειτουργήσουν. Έστηναν ένα σταυρόν εις το κέντρον και έκαναν
μόνον ακολουθίαν και όχι μυστήριον.
Γράφει
ο άγ. Θεόδωρος ο Στουδίτης στοιχών σε διδασκαλία του Μ. Βασιλείου: «Ναός Θεού
άγιος βεβηλωθείς υπό αιρετικών εις το εξής δεν είναι ιερός χώρος, αλλ’ οίκος
κοινός,…διόπερ ουδ’ η τελουμένη εν αυτώ θυσία Θεώ ευπρόσδεκτός (εστι)». Και μη
λησμονούμε και την ευχήν «επί ανοίξει Εκκλησίας από αιρετικών βεβηλωθείσης» του
Αγίου Ταρασίου που ευρίσκεται εις το
Μέγα Ευχολόγιον.
Οι
Πατέρες μας δεν ελειτούργησαν πάλιν εις τον Ναόν της Αγ. Σοφίας Κων/πόλεως μετά
την Οικουμενιστικήν λειτουργίαν Ενωτικών και Ορθοδόξων της 12ης Δεκεμβρίου 1452, εις την οποίαν επρωτοστάτει
ο λατινόφρων προδότης Ισίδωρος Ρωσίας. Θεωρούσαν οι Πατέρες ότι εβεβηλώθη ο
Ναός με εκείνο το συλλείτουργον και μόνον την παραμονήν της αλώσεως ετέλεσαν
την τελευταίαν λειτουργίαν.
Οι
ιερείς εις την Σύναξιν της 8ης
Φεβρουαρίου ευρέθησαν εξ ολοκλήρου ανέτοιμοι να τοποθετηθούν μετά λόγου
και συνέσεως εις ένα τόσον σοβαρόν πρόβλημα. Παράλληλα εδέχθησαν και επηρεασμόν
από τας παραπλανητικάς τοποθετήσεις. Εντεύθεν ηκούσθησαν εκ μέρους των απόψεις
όπως: «Μας τιμά το γεγονός ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί ζητούν την βοήθειάν μας». Και
έτερος: «Ναι, πρέπει να φανούμε κι εμείς ανάλογα φιλότιμοι. Εγώ επήγα στη
Γερμανία και με εξυπηρέτησαν σ’ ένα Ρωμαιοκαθολικό Ναό». «Ναι, λέγει και
κάποιος άλλος. Εν τω πνεύματι της αγάπης να ανταποκριθούμε». Και έτερος
μεγαλοσχήμων: «Εάν δεν βλάπτει το ποίμνιον να δώσωμεν λύσιν εις το πρόβλημα».
Και
όταν ο αιδεσιμολογιώτατος π. Δαμιανός Σταυρίδης επρότεινε να τους δώσουμε
Εκκλησία δεν ηκούσθησαν επικριτικές ή απλώς διαφορετικές απόψεις, ούτε σεις
Σεβασμιώτατε απερρίψατε, ούτε εσχολιάσατε την πρότασιν. Άλλωστε πρόσωπον του
περιβάλλοντός σας (όνομα θα σας καταθέσω εάν το απαιτήσετε) μου είπε, ότι εις
τον Φραγκόπαπα κ. Βιδάλην, ο οποίος εζήτησε κατ’ αρχήν απλώς λατρευτικόν χώρον,
σεις του είπατε:
–Θα
σας δώσωμε μια Εκκλησία. Θα σας δώσωμε μια Εκκλησία.
Ισχυρίζεσθε
ότι εις την Σύναξιν της 8ης Φεβρουαρίου έληξε το θέμα παραχωρήσεως
Ναού εις τους Ρωμαιοκαθολικούς και «έχει δηλωθή κατά τον πλέον επίσημον τρόπον
ότι εκ μέρους της ιεράς Μητροπόλεως ούτε Ναός ούτε αίθουσα πρόκειται να
παραχωρηθή». Αυτό όμως το γράψατε εκ των υστέρων, επειδή συμφέρει. Ούτε όμως
εις την Σύναξιν ειπώθηκε, ούτε εις την δημοσιότητα εδόθη (πριν εμείς
ξεκινήσουμε την Διαμαρτυρίαν), ούτε ο Φραγκόπαπας εδήλωσεν εις την συνέντευξίν
του, ότι έλαβε τοιαύτην απορριπτικήν του αιτήματός του απάντησιν.
Μακάρι
να εδίδετο μία τοιαύτη δήλωσις. Λέγομεν ευθέως, πως εάν είχομεν μίαν τοιαύτην
βεβαίωσιν δεν θα εχρειάζετο να κυκλοφορήσωμεν την γνωστήν Δήλωσιν –
Διαμαρτυρίαν μας ούτε να γίνη συλλογή υπογραφών. Ακόμη και την 3/3/2006 που
έγινε γνωστή η Ανακοίνωσις της Μητροπόλεως, εγράφετο μόνον ότι «το θέμα
θεωρείται λήξαν» χωρίς να δίδεται η εν λόγω βεβαίωσις.
Την
13/3/2006 ο Φραγκόπαπας κ. Βιδάλης εις συνέντευξίν του εις την εφημερίδα
«Πρώτη» εδήλωνε μεταξὺ
άλλων: Για «ένα διάστημα μου είχε παραχωρήσει (εννοεί την Σεβασμιότητά σας) μια
αίθουσα στο Ίδρυμα "Άγιος Χαράλαμπος". Έκανα 3-4 φορές λειτουργία»
εκεῖ.
Εξυπηρετήθη, έστω και προσωρινώς, με παραχώρησιν εκκλησιαστικού χώρου ο
Φραγκόπαπας κ. Βιδάλης, προς χαράν του κ. Φλογερά, ο οποίος έρριξε φωνήν
θρήνου, επειδή έμειναν –γράφει εις την Έρευναν– αλειτούργητοι την Μεγ. Εβδομάδα
οι Ρωμαιοκαθολικοί εξ αιτίας ημών των πεπληρωμένων εμπαθείας η μεσαιωνικών και
άνευ αγάπης, κατά τον αισεσιμολογιώτατον π. Δαμιανόν.
Και
εις την ερώτησιν του δημοσιογράφου: «Το θέμα, από της πλευράς της ιεράς
Μητροπόλεως θεωρείται λήξαν. Από την δική σας;» απάντησε ο κ. Βιδάλης: «Σε
εμένα δεν μου απάντησε καθόλου (ο Μητροπολίτης κ. Αμβρόσιος). Τι εννοεί λήξαν;
Ότι δεν θα βρούμε χώρο; Ότι δεν γίνεται; Δεν έχω καταλάβει ακόμα τι ακριβώς
εννοεί».
Εις
την Σύναξιν της 8ης Φεβρουαρίου δεν έληξε το θέμα. Οι ιερείς
ανέτοιμοι, αλλά και επηρεασμένοι από τις παραπλανητικές τοποθετήσεις του
εισηγητού, την ιδικήν σας κ.λπ., εψήφισαν: να εύρουν οι Ρωμαιοκαθολικοί
λατρευτικόν χώρον με ιδικήν τους φροντίδα και δαπάνην (6) τον αριθμόν ιερείς,
να τους δοθή Εκκλησία (6), και να τους δοθή αίθουσα (17). Και δεν έκλεισε εκεί
το θέμα. Έμεινε να αποφασίσετε εσείς ποια λύσις θα δοθή. Σεις, άγνωστον διά
ποιους λόγους, ανελάβατε την ευθύνην και φροντίδα να λύσετε το πρόβλημα του κ.
Βιδάλη, κατά την μαρτυρίαν του: Δεν «έκανα εγώ την τόση φασαρία, ούτε ήξερα ότι
θα πάρει διαστάσεις, να βγει η Ιερά Μητρόπολη να ζητάει χώρο για μας… Εκεῖνοι είπαν "θα σας
βρούμε έναν χώρο να σας εξυπηρετήσουμε».
Εζητήσατε
αίθουσαν από τα Γραφεία Μέσης και Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως, απ’ όπου ελάβατε
αρνητικήν απάντησιν. Και από τον Δήμον Αιγίου. Ο κ. Δήμαρχος όμως, λέγει εις
τον δημοσιογράφο, ότι το αίτημα «υπάρχει σαν σκέψη, το έχω στην σκέψη μου… για
να δω πώς μπορώ να το ικανοποιήσω». Και ερωτώμενος πώς εξηγεί «το γεγονός ότι η Ανακοίνωση της Ιεράς
Μητρόπολης θεωρεί το θέμα λήξαν, ο κ. Περπής σχολίασε λέγοντας ότι "εννοεί
μάλλον, με την έννοια, ότι δεν έχουμε κάποιο κτίριο έτοιμο αυτή την στιγμή αλλά
αν υπάρξει κάτι, ενδεχομένως το βλέπουμε"».
Εις
τον θολήν αυτήν ατμόσφαιραν, εις την αβεβαιότητα διά το τι θα αποφασίσετε, δια
να μη ευρεθώμεν προ τετελεσμένων γεγονότων, ηναγκάσθημεν να δημοσιεύσωμεν την
Δήλωσιν–Διαμαρτυρίαν μας και να ζητήσωμε συμπαράστασιν του λαού με την συλλογήν
υπογραφών. Επειδή εμετρήσαμεν τας συνεπείας αυτής της κινήσεώς μας,
επεχειρήσαμεν προηγουμένως και εκ παραλλήλου να σας στείλωμε κάποιους
ευυπόληπτους Αιγιώτες να σας παρακαλέσουν να μη προβήτε εις παραχώρησιν Ναού. Ο
κ. Εμμ. Καραΐσκος έκλεισε συνάντησιν. Θα ήρχετο συνοδευόμενος από τον κ. Θεόδ.
Μιχαλόπουλον, νομαρχιακόν σύμβουλον. Τους αποτρέψατε όμως λέγοντας: «Ουκ έστι
χρεία, το θέμα θεωρείται λήξαν». Σας έστειλα τον Δημοτικόν Σύμβουλον κ. Ανδρέα
Θανασούλιαν, τον οποίον επείσατε, πως δεν υφίσταται θέμα. Παρεκάλεσα τον
δημοσιογράφον κ. Ιωάννην Ανδρικόπουλον να σχολιάση τις ανακοινώσεις της Ιεράς
Μητροπόλεως. Εκείνος επεκοινώνησε τηλεφωνικώς μαζί σας και τον διαβεβαιώσατε
πως το θέμα είναι λήξαν. Παρεκάλεσα τον πρωτοπρεσβύτερον π. Χρήστον Τσάκαλον να
πάρη τον Γενικόν Αρχιερατικὸν
Επίτροπον ή όποιον άλλον νομίζει και να σας μιλήσουν. Δεν προήλθε τίποτε
θετικόν. Παρεκάλεσα τον πρωτοπρεσβύτερον π. Κων/νον Καρβέλαν μήπως ηδύνατο μὲ τον γυναικάδελφόν του κ.
Δημ. Μαμάκην, ιδιαίτερον σύμβουλον του Γραφείου σας να παρακαλέση. Αλλ’ εκείνος
με εβεβαίωσε μόνον ότι ο Σεβ/τος εις εκείνο που αποφασίζει δεν αλλάζει, δεν
μεταμελείται, δεν υποχωρεί, μάταιος κόπος, είπε. Ούτε αυτός επεχείρησε κάτι. Κι
επειδὴ ο
εν λόγω π. Κ. Καρβέλας είναι εγκλωβισμένος εις πλέγμα προσωπικών του
υποχρεώσεων προς την Σεβασμιότητά σας, κι επειδή έχει την πεποίθησιν ότι με την
προσευχήν του ημπορεί να επιτύχη τον φωτισμόν των Επισκόπων, ώστε αυτοί οι
ποιμένες να παύσουν να βόσκουν εαυτούς, αλλά να βόσκουν τα πρόβατα και να μη
ευρίσκη εφαρμογὴν
ο λόγος του προφήτου: «ποιμένες πολλοί διέφθειραν τον αμπελώνα μου, εμόλυναν
την μερίδα μου, έδωκαν την μερίδα την επιθυμητήν μου εις έρημον άβατον»
(Ιερεμία ιβ΄ 10-11). Επειδή αυτή είναι η πεποίθησις του ιερέως δεν συμμετέσχε
ούτε εβοήθησεν. «Μας κάμνει σίγρι από μακριά».
Η
εκτίμησίς μας είναι ότι η επιχειρούμενη εισβολή των παπικών εις την τοπικήν μας
Εκκλησίαν είναι ζήτημα πολύ σοβαρόν και όχι για «χαζοχαμόγελα» που διέθεσαν
κάποιοι ιερείς. Δια τούτο εζητήσαμεν βοήθειαν και συμπαράστασιν απ’ όπου αυτή
ήτο δυνατόν να δοθή. Τα κείμενα που εκυκλοφορήσαμεν είναι υπ’ όψιν σας.
Συνεκεντρώθησαν 1200 υπογραφαί εις την Δήλωσιν-Διαμαρτυρίαν μας. Θα ήσαν τρεις
φορές τόσες και περισσότερες, εάν δεν παρεμβαίνατε εσείς με το να δημοσιεύετε
ότι το θέμα είναι λήξαν. Εχομεν την γνώμην ότι προελάβομεν τα χειρότερα. Διότι
εάν παρεχωρείτο Εκκλησία πολλοί ήσαν έτοιμοι να τους απωθήσουν με βίαιους
τρόπους (ραβδί).
4. Με κατηγορείτε ότι
επικαλούμε φανταστικά Σενάρια και διεγείρω τας συνειδήσεις των πιστών.
Απάντησις: Τα κείμενα που εδημοσίευσα σας είναι γνωστά.
Ναι, ισχυρίζομαι ότι εάν δοθή Εκκλησία εις τους Ρωμαιοκαθολικούς εχάθη πλέον
διά τους ορθοδόξους και ότι αύριον θα στοιχειοθετήσουν το εύλογον μεγαλυτέρων
απαιτήσεων και θα παίρνουν σειρά να λειτουργούν εις τους Ναούς μας, οπότε θα
ακούωνται οι κοσμικές κυρίες του Αιγίου να αναφωνούν με θαυμασμό: «Τι ωραία με
τον καρδινάλιο και με τη χορωδία! Φανταστικά! Το ίδιο είμαστε, κι αυτοί είναι
καλύτεροι. Είδες τι ησυχία που είχαν, ενώ εμείς…».
Το
ότι η υπόθεσις αυτή δεν είναι φανταστικό Σενάριο, αλλά ενδεχόμενον με μεγάλην
πιθανότητα, διά να μη είπω βεβαιότητα, αποδεικνύεται από τας δηλώσεις του κ.
Βιδάλη εις την ΠΡΩΤΗΝ: «Δεν μιλάμε για μετατροπή! Το πολύ-πολύ μιλάμε για χρήση
μια φορά το μήνα για λίγη ώρα».
Αποδεικνύεται
ότι είναι ενδεχόμενον από τας δηλώσεις σας ενώπιον του καρδιναλίου Κάσπερ. Εκεί
δηλώνετε: «…Υπάρχουν και αρκετά ΘΕΤΙΚΑ ΒΗΜΑΤΑ εκ μέρους της Εκκλησίας της
Ρώμης, όπως: α) Η παραχώρησις Ναών, ευρισκομένων εις την γεωγραφικήν περιοχήν
της Ευρώπης και ανηκόντων εις την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν προς τους
Ορθοδόξους, είτε προς χρήσιν, είτε δια της εκχωρήσεως της κυριότητος,
προκειμένου να διευκολυνθή η πνευματική και η μυστηριακή ζωή των μεταναστών μας
και των εν Ευρώπη εγκατεστημένων Ορθοδόξων Αδελφών μας Αρχιερέων».
4α.
Με κατηγορείτε ότι με τα φανταστικά Σενάρια και τα «μανιφέστα» που κυκλοφορώ
διεγείρω τας συνειδήσεις των πιστών.
Απάντησις: Μακάρι να ημπορούσα να επιτύχω την ανάνηψιν
των κοιμωμένων συνειδήσεων των πιστών, ώστε αυτοί να μη υπνώττουν τον «εις
θάνατον ύπνον», αλλά να είναι διεγηγερμένοι και περιβεβλημένοι την πνευματικήν
πανοπλίαν, να αγωνίζωνται εναντίον του αοράτου εχθρού και να απαλλαγούν από την
θανατηφόρον αρπάγην του κοσμικού πνεύματος. Να έχουν επίγνωσιν των αληθειών της
ορθοδόξου πίστεώς των, να ζουν βίον αρεστόν εις τον Θεόν. Να γνωρίζουν την
κακομορφίαν των αιρέσεων και δη του παπισμού και των προτεσταντών και να
υπερασπίζουν τα τίμια και τα όσια της πίστεως και της πατρίδος.
Αλλά
δεν είμαι επαρκής προς τούτο. Είθε ο Κύριος να ελεήση τον λαόν του και να
αναδείξη αξίους άνδρας και γυναίκας αξίας διά την εν λόγω αποστολήν.
Δηλώνομεν
όμως ευθέως. Εναντίον του κακού στρεφόμεθα, εναντίον των αιρέσεων αγωνιζόμεθα.
Όχι εναντίον του Επισκόπου. Θέλομεν το κρυστάλλινο νερό της ορθοδοξίας
ανόθευτο.
Το
καθ’ ημάς δεν δεχόμεθα καμίαν στάσιν και καταφοράν εναντίον του Επισκόπου.
5. Με κατηγορείτε ότι
εμφανίζω τον Επίσκοπόν μου ως φιλοπαπικόν και οικουμενιστήν.
Απάντησις: Δεν είμαι εγώ εκείνος που ζωγραφίζω τοιαύτην
εικόνα διά τον Επίσκοπον Αμβρόσιον, αλλά σεις ο ίδιος. Και μάλιστα με ζωηρά
χρώματα. Είναι τόσα πολλά τα περιστατικά, αλλά και τα λόγια σας που ρίχνουν τις
πινελιές στον καμβά του πορτρέτου σας. Χαίρω όμως που δηλώνετε ότι σας ενοχλούν
αυτοί οι χαρακτηρισμοί. Όμως έχετε πολλούς τρόπους και ανά πάσαν στιγμήν
δύνασθε να διαλύσετε μιαν τοιαύτην παρεξήγησιν.
6. Με κατηγορείτε ότι
με εκαλέσατε να καταθέσω τας υπογραφὰς των υπογραψάντων την δήλωσιν και δεν τας προσεκόμισα.
Απάντησις: Εδήλωσα εις τον Αρχιερατικόν σας Επίτροπον, ο
οποίος μου έφερε το υπ’ αριθ. 246/19-4-2006 υπηρεσιακόν έγγραφον, ότι αρνούμαι
να καταθέσω τας υπογραφάς των υπογραψάντων την δήλωσιν. Αι υπογραφαί έφθασαν ως
είπομεν ανωτέρω τας 1200 και θα ήσαν υπερτριπλάσιαι εάν δεν διεκόπτετο η
συλλογή των.
Εις
την εφημερίδα Αιγίοχος της 19/4/2006 εδημοσιεύσαμεν κείμενον περί των υπογραφών
το οποίον μεταφέρομεν εδώ.
ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΕΞΗΓΗΣΙΣ
Την
Διαμαρτυρίαν μας δια την παραχώρησιν λατρευτικού χώρου εις τους
Ρωμαιοκαθολικούς έχουν υπογράψει πάνω από 1000 άτομα. Η γνώμη των νομικών είναι
ότι, όπως στις εκλογές κανείς δεν υποχρεώνει τον ψηφοφόρο να δημοσιεύση τι
εψήφισεν, όμοια και ημείς δεν υποχρεούμεθα να δημοσιεύσωμεν ποιοι υπέγραψαν.
Υπεσχέθημεν
ότι δεν θα δημοσιευθή ο κατάλογος των υπογραφών και έχομεν υποχρέωσιν να
κρατήσωμεν τον λόγον μας. Όχι ότι φοβούνται αυτοί που υπέγραψαν, εις ελευθέραν
πατρίδα ζώμεν ακόμη. Αλλά πρέπει να κρατήσωμεν κάποιες ευαίσθητες ισορροπίες
προσωπικών δεδομένων, που θα ανέτρεπε η τυχόν κοινοποίησις των υπογραψάντων.
Άλλωστε
έχομεν δήλωσιν μερικών οι οποίοι μας είπον: Εγώ δια την ορθόδοξον πίστιν μου,
δια την πατρίδα μου και διά την οικογένειάν μου είμαι έτοιμος να θυσιάσω και
την ζωήν μου. Και δεν επιτρέπω σε κανένα αυτά τα αγαθά, που μου εχάρισεν ο Θεός
με το αίμα των πατέρων μου, να τα διαπραγματευθή. Είμαι βέβαιος, ότι πολλοί
υπογράφουν αυτήν την δήλωσιν.
Αρχ/της
Κων/νος Παλαιολογόπουλος
Η
Γραμματεία σας πρέπει να έλαβε το εν λόγω κείμενον και να το έθεσε υπ’ όψιν
σας.
7. Εις την παράγραφον
αυτήν με κατηγορείτε:
α)
Ότι εχρησιμοποίησα εις την αγρυπνίαν της αποδόσεως του Πάσχα αυθαιρέτως τον
Ιεροψάλτην του ενοριακού Ναού Αγ. Κων/νου-Αγ. Άννης άνευ προηγουμένης εγκρίσεως
του προϊσταμένου του Ναού τούτου.
Απάντησις: Η καταγγελία που έγινε σε σας περί του
Ιεροψάλτου είναι ψευδής. Ο Ιεροψάλτης κ. Παν. Πολύδωρας τη παρακλήσει μου να
ψάλη εις την αγρυπνίαν, εζήτησε άδειαν από τον προϊστάμενον εφημέριον, την
οποίαν έλαβε με την συμφωνίαν, εάν υπάρξη πρόβλημα εις την Αγ. Άνναν να τον
καλέση εις το κινητόν τηλέφωνον. Ο κ. Πολύδωρας είχε εις ενεργοποίησιν καθ’
όλην την διάρκειαν της αγρυπνίας το κινητόν του. Δεν τον εκάλεσαν. Άρα δεν
υπήρξε πρόβλημα, η δε κατηγορία, επαναλαμβάνω, είναι ψευδής και μαρτυρεί
κακοβουλίαν κάποιου καλοθελητού. Διότι ως επληροφορήθην δεν κατήγγειλε ο
εφημέριος εις τον Επίσκοπον περί του Ιεροψάλτου.
β)
Εις την ιδίαν παράγραφον 7, με κατηγορείτε ότι ετέλεσα αγρυπνίαν εις το
παρεκκλήσιον Άγιος Αθανάσιος του ιδρύματος Κ.Α.Φ.Α. Αιγίου, καθ’ ον χρόνον εις
πλείστους όσους ενοριακοὺς
Ναούς, την ιδίαν νύκτα ετελείτο επίσης αγρυπνία.
Απάντησις: Εκπλήσσομαι διά την κατηγορίαν σας αυτήν.
Είναι μεγάλο λάθος να θεωρείτε ως δείγμα-απόδειξιν κινήσεως προς σχίσμα το ότι
ετέλεσα την αγρυπνίαν της αποδόσεως του Πάσχα εις το παρεκκλήσιον.
Το
πνεύμα της κατηγορίας είναι ότι δεν έχω δικαίωμα να λειτουργώ την στιγμήν που
υπάρχουν άλλοι ιερείς και λειτουργούν.
Δεν
έχω τιμωρηθή με καθαίρεσιν ούτε με αργίαν. Εις τα 43 έτη της ιερωσύνης μου
μέχρι σήμερον δεν έχω δώσει αιτίαν ή αφορμήν διά να τιμωρηθώ.
γ)
Εις την ιδίαν παράγραφον 7 με κατηγορείτε ότι ηγούμαι κινήσεως προς σχίσμα.
Απάντησις: Είμαι εις το Αίγιον εργάτης του Ευαγγελίου
επί 22 έτη. Είμαι γνωστός τοις πάσι. Πολλοί είναι εκείνοι που εδέχθησαν τις
ταπεινές πνευματικές μου υπηρεσίες. Υπάρχει επομένως ένα πλήθος λαού που έχει
πνευματικήν σχέσιν με τον ιερέα, τον τελετουργόν, τον ιεροκήρυκα, τον
πνευματικόν. Πολλοί είναι επίσης συνεργάται μου. Η «Ομάς Συμπαραστάσεως
Ιεραποστολής» η οποία έχει παρουσίαν από το 1999 αριθμεί 250 μέλη. Επίσης πολλοί
συνεργάσθηκαν ως μέλη της Ερανικής Επιτροπής Ανεγέρσεως του Ι. Ναού Αγίου
Λεοντίου. Όλοι αυτοί είναι μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ανήκουν εις διαφόρους
Ενορίας και ίσως και διαφόρους οργανώσεις. Δεν αποτελούν ένα κοινωνικόν σώμα
συμπαγές, διαχωριζόμενον από το λοιπόν κοινωνικόν και εκκλησιαστικόν σύνολον.
Δεν
απήτησα από κανένα να μη εκκλησιάζεται όπου θέλει. Δεν προέτρεψα κανένα να
στραφή εναντίον του Επισκόπου. Ο καθένας είναι ελεύθερος, δόξα τω Θεώ, και εις
τα φρονήματά του και εις τας εκτιμήσεις του και τας ενέργειάς του. «Τη ελευθερία η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγω δουλείας ενέχεσθε» (Γαλ. ε΄ 1).
Σεβόμεθα
την ελευθερίαν και την τιμήν και υπόληψιν του καθενός. Αυτό δεν σημαίνει ότι
καλύπτομεν ή περιθάλπομεν το κακόν. Ο απ. Πέτρος διδάσκει: «ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του Θεού,
επισκοπούντες μη αναγκαστώς, αλλ᾽ εκουσίως,
μηδέ αισχροκερδώς, αλλά προθύμως,
μηδ᾽
ως κατακυριεύοντες
των κλήρων,
αλλά τύποι
γινόμενοι
του ποιμνίου»
(Α΄ Πέτρου 2-3).
Με
κατηγορείτε ότι ηγούμαι σχίσματος:
Α΄. Αρνούμαι αυτήν
την κατηγορίαν. Όχι, δεν συμφωνώ. Δεν θέλω το σχίσμα εις την Εκκλησίαν. Με
εκάλεσαν οι Παλαιοημερολογίται εις την Ημερίδα που διοργάνωσαν εις την αίθουσαν
του Πολυτεχνείου Αιγίου την 2/4/2006. Δεν επήγα, διότι οι Παλαιοημερογίται
είναι σχισματικοί. Χαίρω όταν πληροφορούμαι, ότι ομάδες εξ αυτών και εις την
Αμερικήν και αλλαχού επιστρέφουν και εκκεντρίζονται εις την «καλλιέλαιον» (Ρωμ.
ια΄ 24). Αλλά επανερχόμενοι πού να ακουμπήσουν, την στιγμήν που οι πλείστοι των
Επισκόπων ή είναι λατινόφρονες ή σιωπούν «και συνευδοκούσι τοις πράσσουσι»
(Ρωμ. α΄ 32).
Σεις
ομιλείτε περί σχίσματος εις την Προσφώνησίν σας προς τον καρδινάλιον Κάσπερ.
Είπατε: «…Διανοίγοντες τας αγκάλας μας προς την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν,
αντιμετωπίζομεν τον κίνδυνον ενός νέου εσωτερικού σχίσματος. Ευθύς μετά την
έλευσιν της Α.Α. του Πάπα Ρώμης εις Αθήνας αντιμετωπίσαμεν θύελλαν επιθέσεων εκ
μέρους κληρικών και λαϊκών Θεολόγων, μεταξύ των οποίων υπήρξαν και τινες
Καθηγηταί των Θεολογικών Σχολών της χώρας
μας». Παρά όμως τις αντιδράσεις και παρόλο που θεωρείται υπαρκτή την
προοπτική ενός σχίσματος συνεχίζετε την προσέγγιση, αφού παρακάτω λέτε: «Συνιστάται
και προτείνεται η προέκτασις της συνεργασίας».
Εγώ
και όσοι έχουν πνευματική σχέσιν μαζί μου, δεν θέλομεν σχίσμα και, όση ημίν
δύναμις, θα μείνωμεν εις αυτήν την θέλησιν και πεποίθησιν. Το δένδρον της
«Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας» ίσταται εκεί όρθιον. Με τα
κατορθώματα ημών των ιερωμένων, παντός βαθμού, υφίσταται «ανεμοφθορίαν». Το
δέρνει το χαλάζι, ξηραίνει τους βλαστούς και τα φύλλα, όμως μένουν επάνω και
χλωρά και θα βλαστήση κι άλλα. Ενώ οι κλώνοι που ξεσχίζονται εις σχίσμα, όπως ο
παπισμός, Προτεσταντισμός κ.λπ. αιρέσεις ξηραίνονται.
Θα
ανθέξη το δένδρον μέχρι της συντελείας. Το βεβαίωσεν ο Κύριος: «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» [της
Εκκλησίας] (Ματθ. ιστ΄ 18). Και ημείς δηλώνομεν ότι θα μείνωμε «νυν και αεί»
μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και θα υπομείνωμεν όλα τα λυπηρά «έως ου ημέρα διαυγάσῃ και φωσφόρος ανατείλῃ» (Β΄ Πέτρου α΄ 19).
Ο
Κύριος της ζωής και του θανάτου και της ιστορίας, όπως εφυγάδευσε διά του Μ.
Κωνσταντίνου τους ειδωλολάτρας και Αρειανούς, όπως εξηφάνισε διά των αγίων
Βασιλέων Μιχαήλ και Θεοδώρας τους Εικονομάχους, όταν έλθη η ώρα θα εξαφανίση
και τους Οικουμενιστάς και αιρετικούς, καθώς και τους Μασώνους και τους
Νεοεποχίτες. Αμήν.
8. Με κατηγορείτε διά
το δημοσίευμα εις την τοπικήν εφημερίδα «Ημερήσιος Αιγίοχος» της 2ας Ιουνίου.
Απάντησις: Εις το άρθρον το οποίον έστειλα προς
δημοσίευσιν δεν είχα τον τίτλον: «Σχέδιο Αμβροσίου για την προσέγγιση με την
Παπική Εκκλησία». Αρέσκονται οι δημοσιογράφοι να θέτουν τίτλους εις τα κείμενα
που παίρνουν προς δημοσίευσιν. Ο τίτλος αυτός είναι της εφημερίδος και όχι ο
ιδικός μου, όπως φαίνεται και από διευκρινιστικό σχόλιο του δημοσιογράφου σε
επόμενο φύλλο του ΑΙΓΙΟΧΟΥ, της 7/6/2006. Ο ιδικός μου τίτλος ήτο «Ενωτικές
κινήσεις» και ανεδημοσίευσα την ομιλίαν σας ενώπιον του καρδιναλίου Κάσπερ.
Προσέθεσα ένα ιδικόν μου μικρόν συνοδευτικόν κείμενον, εις το οποίον εκθέτω την
γνώμην μου επί του ζητήματος, ποια η ορθή βάσις του διαλόγου με τους Παπικούς.
Είναι εκείνη που εξέφρασεν ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Στ΄ εις τον παπικόν
αντιπρόσωπον την 13 Οκτωβρίου 1868. Εις τι σας ηδίκησα με το να αναδημοσιεύσω
την ομιλίαν σας ενώπιον του κ. Κάσπερ. Εκεί ωμιλήσατε ως εκπρόσωπος της
Εκκλησίας της Ελλάδος. Έχει δημοσιευθή το κείμενον. Πού ευρίσκεται τώρα με την
αναδημοσίευσιν το αδίκημά μου;
Δεν
έχω γράψει εναντίον σας μειωτικά και άδικα δημοσιεύματα. Εάν υπάρχουν τοιαύτα
και δεν ενθυμούμαι παρακαλώ να μου υποδειχθούν. Δεν σας έχω αδικήσει εις
τίποτε. Σεις όμως εις την Ανακοίνωσιν της Ιεράς Μητροπόλεως την 7/3/2006 με
παρουσιάσατε ως παράφρονα. Εγράψατε: «Ο π. Κωνσταντίνος μοιάζει σαν ένα καράβι
που ναυαγεί μέσα στο λιμάνι! Οι φόβοι του και οι όποιες ανησυχίες του δεν έχουν
έρεισμα! Η σύγχυση των πραγμάτων συμβαίνει μέσα στο μυαλό του! Μοιάζει σαν να δίνει μάχη με φαντάσματα!».
Εδώσατε
εις πολλούς ιερείς παράσημα πολυετίας. Επεφυλάξατε και διά τον παπα-Κώστα το
παράσημον του παράφρονος. Σας ευχαριστώ. Δεν λησμονώ ότι ο λατινόφρων και
προδότης της Ορθοδοξίας εις την Σύνοδον Φερράρας-Φλωρεντίας Νικαίας Βησαρίων,
ωνόμαζε παράφρονα και δαιμονάριον τον Άγιον Μάρκον τον Ευγενικόν. Εἶναι τιμή δι’ ημάς τους
ταπεινούς να στολιζώμεθα με τους ίδιους χαρακτηρισμούς.
Σας
έχω αναφέρει περιστατικόν της υγείας μου, που συνέβη πριν από τα περασμένα
Χριστούγεννα και το εκμεταλλευθήκατε εις τους εν λόγω χαρακτηρισμούς σας. Παρά
τούτο όμως, εγώ έκτοτε δεν έπαυσα να έχω πλήρη έλεγχον του εαυτού μου. Να μη
χρειάζομαι βοηθόν εις τίποτε. Δεν έπαυσα να εκτελώ τα ιερατικά μου καθήκοντα.
Να λειτουργώ, να κηρύσσω, να εξομολογώ. Εξυπηρέτησα το χωριό Παλαιά Κερύνεια
την Μ. Εβδομάδα και το Πάσχα. Εκτός τούτων εργάζομαι και τα άλλα μου έργα τα
κοινωνικά, τα οικιακά. Καλλιεργώ τους κήπους μου χρησιμοποιώντας γεωργικά
εργαλεία. Εις την όλην αναστροφήν μου ουδείς εξέφρασεν επιφυλάξεις και
προβληματισμόν διά την ορθότητα των σκέψεων, των λόγων και των κινήσεών μου.
Σεις μόνον με εκηρύξατε εις την Ανακοίνωσίν σας την 7/3/2006 ως παράφρονα.
Εγράψατε: «Ο π. Κωνσταντίνος μοιάζει σαν ένα καράβι που ναυαγεί μέσα στο
λιμάνι!» Ναι άγιε Δέσποτα. Είμαι ένα καράβι που ταξίδεψε επί 70 έτη και
επάλεσε με φουρτούνες και τρικυμίες
χωρίς να ναυαγήση. Κι αν δεν εναυάγησε εις το πέλαγος, πολύ περισσότερον δεν θα
ναυαγήση στο λιμάνι της ηλικίας του γήρατος, όπου συναντώνται η ηρεμία εκ των
παθών και η εμπειρία του βίου. Έχω βεβαίαν την ελπίδα ότι δεν θα υποστή
ναυάγιον το καράβι μου, αλλά με την χάριν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού θα
καταπλεύση διά να ρίξη άγκυραν εις τον λιμένα της σωτηρίας.
Εκηρύξατε
ακόμη «ότι ομοιάζω να δίνω μάχη με φαντάσματα». Και όμως δεν ήτο καθόλου
υποθετική και εις την σφαίραν της φαντασίας η παρουσία του φραγκόπαπα κ. Βιδάλη
και των Ρωμαιοκαθολικών του καθώς και αι προθέσεις και η προσπάθειά του να
εισβάλη εις την τοπικήν Εκκλησίαν μας, ενώ είχον όλην την δυνατότητα να λύσουν
το πρόβλημά τους και νὰ
μένουν εις την άκρη τους.
Εκτός
εάν διά τα φαντάσματα δώσωμεν άλλην ερμηνείαν. Τα φαντάσματα έχουν συνήθως την
αιτίαν τους εις τα δαιμόνια. Οι δε Ρωμαιοκαθολικοί, με το να είναι
παραδεδομένοι εις το ψεύδος και την πλάνην της αιρέσεως είναι
δαιμονοκρατούμενοι, οπότε ερμηνεύεται η μάχη μου με τα φαντάσματα.
Με
κατηγορείτε, επίσης, ότι δεν απήντησα εις το υπ’ αριθ. 246/19-04-2006 υπηρεσιακὸν έγγραφον. Πράγματι δεν
απήντησα, όχι όμως από περιφρόνησιν, αλλά έδωσα μικράν αναβολήν, έως ότου
ηρεμήσουν κάπως τα πράγματα.
Απήντησα
διά των ανωτέρω λεχθέντων εις το κατηγορητήριον που περιλαμβάνεται εις το υπ’
αριθ. 337/3-6-2006 επί αποδείξει έγγραφόν σας. Πιστεύω ότι η απάντησίς μου
είναι επαρκής, διαφωτιστική και πειστική.
Εις
το κείμενόν σας αυτό εμφανίζεσθε πλήρης οργής και απειλών εναντίον μου.
Παραβλέψατε τους αγώνας και την κατά δύναμιν προσφοράν μου εις την Εκκλησίαν
επί 43 έτη, μόνον και μόνον επειδὴ ετόλμησα να εκφέρω διαφορετικήν γνώμην και στάσιν από την
ιδικήν σας εις την επιχειρουμένην εισβολὴν των Ρωμαιοκαθολικών εις την τοπικήν μας Εκκλησίαν.
Αυτήν
την εκφοράν της γνώμης την εξελάβετε ως ασέβειαν προς το πρόσωπόν σας, ως
προσβολήν εις το επισκοπικόν σας αξίωμα και επισείετε απειλάς. Αλοίμονον όμως
εάν γίνη απαίτησις, νόμος και κανών να μη έχη και εκφράζη γνώμην ο ιερεύς. Τότε
εκμηδενίζεται το πνευματικόν έργον της Εκκλησίας. Από ιερέα άνευ γνώμης,
ανελεύθερον, ακατάρτιστον, χωρίς ευθύνην και πρωτοβουλίαν είναι αδύνατον να
επιτελεσθή το σωτηριώδες έργον της Εκκλησίας του Χριστού.
Ως
καλώς γνωρίζετε εις την Ορθοδοξίαν πρυτανεύει η ελευθερία του πνεύματος μέσα
εις το πνεύμα του Ευαγγελίου και της παραδόσεως των Αγίων Πατέρων μας. Ο
ορθόδοξος ιερεύς επιτελεί το έργον του εν ονόματι του Χριστού. Μνημονεύει του
Επισκόπου, ως κέντρου της ευχαριστιακής ενότητος της τοπικής Εκκλησίας, από τον
οποίον απαιτείται πειθώ και όχι μόνον εντολαί και απειλαί. Εις τον Παπισμόν τα
πάντα γίνονται εν ονόματι τού Πάπα και άνευ αυτού τα πάντα είναι άκυρα.
Μετά
σεβασμού
Αρχ/της
Κωνσταντίνος Παλαιολογόπουλος
ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ
Ρωμανιώλη
43 –ΑΙΓΙΟΝ
Εν
Αιγίω, 3 Ιουνίου 2006
Πανοσιολογ
ιώτατον
Αρχιμ. π.
Κωνστ. Παλαιολογόπουλον
Συνταξιούχον
Έφημέριον
ΕΝΤΑΥΘΑ
ΕΠΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙ
Πανοσιολογιώτατε και αγαπητέ
μοι π. Κωνσταντίνε,
Επιθυμώ -με αίσθημα πατρικής
αγάπης αλλά και ποιμαντικής ευθύνης- να σας επισημάνω ωρισμένα ολισθήματα, τα
οποία επ’ εσχάτων παρατηρούνται εις την συμπεριφοράν σας:
1. ‘Εχετε αποστασιοποιηθή
πλήρως από τον Επίσκοπόν σας, έχετε αυτονομηθή και έχετε διακόψει σχεδόν πάσαν
επικοινωνίαν μαζί του. Είναι πλέον τοις πάσι γνωστόν, ότι οσάκις ο Επίσκοπός
σας εισέρχεται εις το Ιερόν Βήμα κάποιου ναού προς τέλεσιν μιας Ιεροτελεστίας,
σεις την ιδίαν στιγμήν εξέρχεσθε του Ιερού Βήματος και λαμβάνετε θέσιν εις τον
κυρίως Ναόν, κρυπτόμενος συνήθως όπισθεν κάποιου παρακειμένου κίονος.
2. Εις τα κηρύγματά σας
καταφέρεσθε απροσχηματίστως κατά τε του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. κ.
Χριστοδούλου και κατά του Επισκόπου σας.
3. Διαστρέφετε τα πραγματικά
γεγονότα και επιμένετε να διαδίδετε, ότι η Ιερά Μητρόπολις σχεδιάζει να
παραχωρήση Ναόν προς τους Ρωμαιοκαθολικούς χριστιανούς της περιοχής μας, καθ’ ον
χρόνον, μετά την γενομένην Ιερατικήν Σύναξιν της 8ης Φεβρουαρίου έ.έ, έχει δηλωθή κατά τον πλέον
επίσημον τρόπον, ότι εκ μέρους της Ιεράς Μητροπόλεως ούτε Ναός, ούτε αίθουσα
πρόκειται να παραχωρηθή εις τούς αιτούντας οικονομικούς μετανάστας της περιοχής
μας προς θεραπείαν των λατρευτικών των αναγκών.
4. Επικαλούμενος φανταστικά
σενάρια διεγείρετε τα πνεύματα των ανθρώπων, ερεθίζετε τας συνειδήσεις των
πιστών, κυκλοφορείτε προς υπογραφήν «Δηλώσεις» ή «Μανιφέστα» και καλείτε το
πλήρωμα της Εκκλησίας εις στάσιν κατά του Επισκόπου σας.
5. Διασπείροντες τας ως άνω
Δηλώσεις ανά το Πανελλήνιον, διαβάλλετε το όνομα του Επισκόπου σας, τον οποίον εμφανίζετε
ως φιλοπαπικόν, οικουμενιστήν κλπ.
6. Αγνοήσατε την πρόσκλησιν
του Επισκόπου σας, ήτις εξεδηλώθη δια του ύπ’ αριθμ. Πρωτ. 246/19.04.2006 υπηρεσιακού
εγγράφου μας, όπως καταθέσετε τας υπογραφάς των 950 -κατά την δήλωσίν σας- υπογραψάντων
την Δήλωσιν πιστών και μέχρι σήμερον δεν έχετε απαντήσει.
7. Ταύτα πάντα δεικνύουν, ότι
οδεύομεν προς ένα εκκλησιαστικόν Σχίσμα, του οποίου ηγείσθε υμείς, έχετε δε ήδη
συγκροτήσει μίαν Ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι, παρασυρόμενοι από τα απατηλά σας
λόγια, διαστέλλουν εαυτούς από του Επισκόπου των. Τυπικόν δείγμα έστω η κατά την
εορτήν της Αποδόσεως του Πάσχα τελεσθείσα υφ’ υμών Αγρυπνία εις το παρεκκλήσιον
του Αγίου Αθανασίου, του Ιδρύματος Κ.Α.Φ.Α. Αιγίου, καθ’ ον χρόνον εις
πλείστους όσους ενοριακούς Ναούς την ιδίαν νύκτα ετελείτο επίσης Αγρυπνία! Εχρησιμοποιήσατε
μάλιστα εις αυτήν αυθαιρέτως τον ιεροψάλτην του ενοριακού Ναού Αγ.
Κωνσταντίνου-Αγ. Άννης, άνευ προηγουμένης εγκρίσεως του Προϊσταμένου του Ναού
τούτου.
8. Προβαίνετε εις
δημοσιεύματα, δια των οποίων προσβάλλετε και συγχρόνως αδικείτε τον Επίσκοπόν
σας. Είναι αποκαλυπτικόν το δημοσίευμα της τοπικής εφημερίδος «ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ
ΑΙΓΙΟΧΟΣ» της 2ας Ιουνίου έ.έ. με τον χαρακτηριστικόν τίτλον: «Σχέδια Αμβροσίου για την προσέγγιση με την
παπική Εκκλησία», υποστηρίζει ο Αρχιμ. Κων/νος Παλαιολογόπουλος, δίδοντας
στοιχεία στη δημοσιότητα». Και ως στοιχεία και πειστήριον του υποτιθεμένου εγκλήματος
παρατίθεται το κείμενον προσφωνήσεώς μου προς τον Καρδινάλιον κ. Κάσπερ.
Επί του περιεχομένου του
τελευταίου τούτου δημοσιεύματος επιθυμώ να επιμείνωμεν ολίγον.
Θεωρώ πολύ σοβαράν την εις
βάρος μου καταγγελίαν, ότι έχω καταστρώσει «σχέδιον»
δια την προσέγγισιν με την παπικήν Εκκλησίαν. Σας παρακαλώ και σας προκαλώ να αποδείξετε
τον ισχυρισμόν σας. Θεωρείτε σχέδιον την ως άνω αναφερθείσαν προσφώνησιν, εις την
οποίαν προέβην ως Πρόεδρος της Συνοδικής Επιτροπής Διορθοδόξων και
διαχριστιανικών Σχέσεων; Είναι τούτο ικανόν επιχείρημα; ‘Εχετε άλλα αποδεικτικά
στοιχεία;
Αγαπητέ μοι π. Κωνσταντίνε, εντός δέκα ημερών από της λήψεως του
παρόντος, ήτοι μέχρι της 16ης Ιουνίου έ.έ.
• Σας προσκαλώ να απολογηθήτε
γραπτώς δι’ όσα κατά του Επισκόπου σας υβριστικά, ταπεινωτικά κλπ. έχετε κατά
καιρούς διατυπώσει δημοσίως ως και δια την επιδειχθείσαν περιφρόνησιν προς το
ύπ’ αριθμ. Πρωτ. 246/ 19.04.2006 υπηρεσιακόν έγγραφον, το οποίον μέχρι σήμερον
παραμένει αναπάντητον.
• Σας προσκαλώ και σας
παρακαλώ να μεταμεληθήτε δια την μέχρι σήμερον άφρονα συμπεριφοράν σας και να αποκαταστήσετε
αμέσως και άνευ περαιτέρω αναβολής την κανονικήν επικοινωνίαν σας με τον Επίσκοπόν
σας.
• Να προσκομίσετε αμέσως και να
καταθέσετε εις το Γραφείον μας τας υπογραφάς όσων υπέγραψαν την κυκλοφορηθείσαν
γνωστήν Δήλωσιν, ως έχετε υποχρέωσιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.