Ἡ ΙΕΡΑΡΧΙΑ καὶ πάλι συνέρχεται γιὰ
ΕΚΛΟΓΕΣ Ἐπισκόπων καὶ τὴν ἐξέταση δευτερευόντων θεμάτων, τὰ θέματα, ὅμως, τῆς
ΠΙΣΤΕΩΣ τὰ ἀγνοεῖ παντελῶς!
Ὁ Μητρ. Ναυπάκτου Ἱερόθεος, στὸν δεύτερο τόμο τοῦ βιβλίου
του «Ἐμπειρικὴ
Δογματική» (σελ. 438-440), δίνει ἀπάντηση σὲ
ὅσους (ἰδιαιτέρως τοὺς Ἐπισκόπους) ἔχουν ὀχυρωθεῖ πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ἔχει
συγκληθεῖ ἀκόμα Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, γιὰ νὰ καταδικάσει ἐπίσημα τὸν Οἰκουμενισμό. Ἔχουμε καὶ παλαιότερα γράψει ὅτι ὁ Μητροπ. Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος ἔκανε ἐπίσημη, διὰ τοῦ ἠλεκτρονικοῦ τύπου, "ἐρώτηση"-αἴτηση στὴν Σύνοδο καὶ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο, νὰ συζητήσουν τὸ θέμα, ἂν ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι αἵρεση! (Οὔτε αὐτὸ δὲν γνωρίζουν οἱ σύγχρονοι ποιμένες!). Τὴν δὲ ἀνάλογη αἴτηση τοῦ Μητροπ. Πειραιῶς, ὁ ὁποῖος ζητοῦσε τὴν καταδίκη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ "Ἅγιοι"Ιεράρχες τὴν πέταξαν στὸν κάλαθο τῶν ἀχρήστων!
Στὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ τοῦ βιβλίου ἐπεξηγεῖται ἐπαρκῶς ὅτι, ὅλες
οἱ αἱρέσεις, καταδικάζονται ἀπὸ τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία στὴν ὁποία ἐμφανίστηκαν ἢ διαδίδοντο. Κι αὐτὸ ἀρκοῦσε.
Καὶ ἀλοίμονο, γράφει ὁ Ρωμανίδης, ἂν «δὲν ξέρανε οἱ Πατέρες τί ἦταν τὸ αἱρετικό, μέχρις ὅτου
ἔρθει ἡ Σύνοδος καὶ καταδικάσει τὴν αἵρεση»! Ἀλοίμονο, ἂν «τότε μαθαίνανε τί εἶναι τὸ αἱρετικό»! Ἀλοίμονο, ἂν «πρὸ τῆς Συνόδου δὲν ξέρανε ὅτι ὁ Ἄρειος
εἶναι αἱρετικός»!
Ὁπότε, οἱ σύγχρονοι Πατέρες, Σεβασμιώτατε, ἀφοῦ εἶναι Ὀρθόδοξοι
Πατέρες, πρέπει νὰ γνωρίζουν τὴν ὕπαρξη τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Τὀ ἐρώτημα
εἶναι: Καὶ λοιπόν, ξέρουν, ἀλλὰ τί κάνουν;
Δυστυχῶς, συγκαλοῦνται ὡς σῶμα στὴν Ἱεραρχία καὶ μιλοῦν γιὰ
χίλια δυὸ δευτερεύοντα θέματα, ἀρνοῦνται ὅμως νὰ καταδικάσουν τὴν αἵρεση. Ἀρνοῦνται
νὰ προφυλάξουν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, κατονομάζοντας τοὺς αἱρετικοὺς καὶ προτρέποντας
τοὺς πιστοὺς νὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ αὐτούς.
Καὶ συμβαίνει τὸ κωμικοτραγικό, νὰ ὑποδέχονται στὴν πόλη
τους οἱ Ἐπίσκοποι τὸν καθοδηγοῦντα
τὴν αἵρεση Πατριάρχη Βαρθολομαῖο μὲ ἐπεφημίες: «Εὐλογημένος
ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»!
Παραθέτουμε τὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ παραπάνω βιβλίο. Μὲ τὰ καφὲ γράμματα εἶναι ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ
Μητροπολίτη Ναυπάκτου, καὶ μὲ τὰ μαῦρα τὸ κείμενο ποὺ ἔχει ἐπιλέξει ὁ Ναυπάκτου,
ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ ἀειμνήστου καθηγητὴ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη.
Αἱρέσεις καὶ Σύνοδοι
Οἱ Οἰκουμενικὲς
Σύνοδοι στὴν πραγματικότητα εἶναι «μιὰ ἐπέκταση καὶ συγχώνευση» ὅλων τῶν Τοπικῶν
Συνόδων καὶ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἀνάγκης Κράτους νὰ εἰσαγάγη τὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων στὴν νομολογία του, ὥστε νὰ ἐπικρατῆ ἑνότητα στὴν Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία.
«Γιατί ἔγινε ἡ Α'
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος; Διότι ἔχουμε τὴν ἀρειανὴ ἔριδα, ξέσπασε δηλαδὴ ὁ
ἀρειανισμὸς ὡς αἵρεση στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ Κράτος εἶχε
ἀναγνωρίσει τὴν Ἐκκλησία ὡς θρησκεία τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἔχουμε μία ἀναγνωρισμένη
Ἐκκλησία ἀπὸ τὸ Κράτος. Καὶ τώρα οἱ Ἐπίσκοποι μαλώνουν μεταξύ τους.
Ἡ μία παράταξη εἶναι οἱ
Ἀρειανοὶ καὶ ἡ ἄλλη εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι. Τὸ Κράτος, ἐφ' ὅσον εἶναι ἐπίσημη
θρησκεία τοῦ Κράτους, πρέπει νὰ ξέρη τί εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁπότε,
ὑποχρεώνεται ὁ αὐτοκράτωρ νὰ καλέση ἐκπροσώπους ὅλων τῶν ὀρθοδόξων Συνόδων τῆς
Ἐκκλησίας νὰ συνέλθουν κάπου καὶ νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ ὅλα τὰ θέματα, μὲ τὸ θέμα τοῦ
Πάσχα, γιατί μιὰ Αὐτοκρατορία θέλει ὅλοι οἱ Χριστιανοί, μέσα στὴν Αὐτοκρατορία
τουλάχιστον, νὰ ἑορτάσουν ὅλοι μαζὶ τὸ Πάσχα. Οἱ Μικρασιάτες ἑορτάζουνε μὲ τὴν
ἰσημερία, τὴν 14η, μαζὶ μὲ τοὺς Ἑβραίους ἑόρταζαν τὸ Πάσχα,
ὁποιαδήποτε ἡμέρα. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἑορτάζανε τὸ Πάσχα τὴν Κυριακὴ μετὰ τὸ ἑβραϊκὸ
Πάσχα. Ἤτανε πράξη τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁπότε, καὶ αὐτὸ τὸ θέμα
ἀπασχόλησε τὴν Σύνοδο, καὶ μάλιστα ἴσως καὶ πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὸ δόγμα τοῦ Ἀρείου.
Ὁ Ἄρειος ἀμέσως καταδικάσθηκε, διότι ὅλοι ξέρανε ὅτι ἦταν αἱρετικός. Δὲν ἔγινε
μεγάλη συζήτηση στὴν Σύνοδο γιὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀρείου. Ὁπότε, ἤδη ὁ Ἄρειος
εἶχε καταδικασθῆ ἀπὸ ὅλες τὶς Τοπικὲς Συνόδους, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς Συνόδους ποὺ δὲν
ὑπῆρχε Ὀρθόδοξος Ἀρχιεπίσκοπος, ἀφοῦ ὑπῆρχαν ὁρισμένες Ἐκκλησίες ποὺ εἶχαν ἀρειανικὴ
τάση.
Πάντως γενικά, ἐκεῖνο ποὺ
κανεὶς ἀβίαστα συμπεραίνει ἀπὸ τὴν μελέτη τῶν Πρακτικῶν τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων, τουλάχιστον ὅσων σώζονται, εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ Σύνοδος εἶναι μιὰ
ἐπέκταση, εἶναι μία συγχώνευση ὅλων τῶν Τοπικῶν Συνόδων καὶ δὲν κλήθηκε ἡ
Σύνοδος γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ
καμμία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ὅλες οἱ αἱρέσεις ποὺ ἔχουν καταδικασθῆ στὶς
Οἰκουμενικὲς Συνόδους, εἴχαν ἤδη καταδικασθῆ στὶς Τοπικὲς Συνόδους. Ὁπότε, ἡ
Ἐκκλησία δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν Σύνοδο αὐτή. Τὸ Κράτος εἶχε ἀνάγκη τῆς
Συνόδου, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ θεσπίση τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὸ Κανονικὸ Δίκαιο τῶν Ὀρθοδόξων
Ἐκκλησιῶν ὡς νόμους τοῦ Κράτους».
Ἡ Ἐκκλησία
ἤξερε ὅτι ὁ Ἄρειος ἦταν αἱρετικός. Στὴν Α' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἐπιβεβαιώθηκε,
ἐπικυρώθηκε ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Μερικοί, ὅμως ἀσχολοῦνται μὲ τὶς Συνόδους ὡσὰν
νὰ μάλωναν οἱ Πατέρες μὲ τὸν Ἄρειο λογικὰ γιὰ τὴν ἀναζητηση τῆς ἀλήθειας.
«Καὶ πῶς ἀσχολήθηκε ἡ Α'
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος; Ἀπαντοῦν οἱ δικοί μας στοχαστικά. Ὑπῆρχε φιλοσοφία τῶν
Πατέρων περὶ Θεοῦ καὶ μαλώνανε μεταξύ τους οἱ Χριστιανοὶ φιλόσοφοι περὶ Θεοῦ, ὁ
Ἄρειος μὲ τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὸν ἕναν καὶ τὸν ἄλλον καὶ μετὰ ἦρθε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα
γιὰ νὰ πῆ ποιὸ ἦταν τὸ ὀρθόδοξο, ποιὸ ἦταν τὸ αἱρετικό.
Ὁπότε, δὲν ξέρανε ποιὸ ἦταν
τὸ αἱρετικὸ μέχρις ὅτου ἔρθει ἡ Σύνοδος καὶ καταδικάσει τὴν αἵρεση, δηλαδή.
Τότε μαθαίνανε τί εἶναι τὸ αἱρετικὸ στὴν Σύνοδο, δηλαδή. Πρὸ τῆς Συνόδου δὲν
ξέρανε ὅτι ὁ Ἄρειος εἶναι αἱρετικός; Πρέπει νὰ συνέλθη ἡ Σύνοδος γιὰ νὰ μᾶς πῆ
ὅτι ὁ Ἄρειος εἶναι αἱρετικός; Εἶναι σὰν νὰ λέμε σήμερα ὅτι ἐμφανίζεται ἕνας
κομπογιαννίτης, ἕνας χασάπης χειροῦργος καὶ δύο ἄλλοι γιατροὶ δὲν τὸ ξέρουν ὅτι
εἶναι χασάπης, μέχρις ὅτου συνέλθουν σὲ μία σύσκεψη καὶ ἀποφασίσουν ὅτι εἶναι
χασάπης, δηλαδή. Καὶ δὲν ξέρουν ὅτι εἶναι χασάπης, ἐπειδὴ σκοτώνει τοὺς ἄνθρωπους.
Αὐτὸ δὲν ἀρκεῖ, ὅτι σκοτώνει τοὺς ἀρρώστους, πρέπει νὰ τὸ ἀποφασίσουν ὅτι εἶναι
χασάπης.
Κάτι παρόμοιο γίνεται,
δηλαδή. Δὲν ξέρουμε ὅτι ὁ Ἄρειος εἶναι αἱρετικός, ἐπειδὴ εἶναι καλὸς ἄνθρωπος, διδάσκει
ὡραῖα πράγματα, φιλοσοφικά, ὡραῖα, καὶ πρέπει νὰ συνέλθη ἡ Συνοδος γιὰ νὰ δοῦμε
ὅτι ὁ Ἄρειος εἶναι αἱρετικός;».
Ἡ Ἐκκλησία,
ὅταν ἐμφανιζόταν κάποια αἵρεση, τὴν ἀντιμετώπιζε μὲ θεολογικὰ καὶ ἐκκλησιολογικὰ
κριτήρια. Ὅταν ὅμως τὸ Κράτος ἤθελε νὰ θεσπίση ἐκκλησιαστικοὺς νόμους γιὰ τὴν ἑνοτητα
τῆς Αὐτοκρατορίας, ἤθελε νὰ πληροφορῆται ἐπισήμως ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους ὅλων τῶν
ἐπαρχιῶν τὴν ἀπόφασή τους. Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ λειτουργοῦσαν οἱ Οἰκουμενικοὶ
Σύνοδοι.
«Ἔχουμε τὴν Β' Οἰκουμενικὴ
Σύνοδο. Καλά, οἱ Ἐκκλησίες περίμεναν τὴν σύγκληση τῆς Β' Οἰκουμενικῆς Συνόδου
γιὰ νὰ καταδικαστοῦν οἱ Πνευματομάχοι καὶ οἱ Εὐνομιανοί; Τοὺς Πνευματομάχους
καὶ τοὺς Εὔνομιανούς τους εἶχαν περισυγυρΐσει καλὰ-καλὰ οἱ ἴδιοι οἱ Ἐπίσκοποί
της Ἐκκλησίας, πρὶν συγκληθῆ ἡ Β' Σύνοδος καὶ ἤδη ἦταν καταδικασμένες
διδασκαλίες ἀπὸ Τοπικὲς Συνόδους καὶ μετὰ συνέρχεται ἡ Β' καὶ καταδικάζει.
Ἐπαναλαμβάνει τὴν καταδίκη.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν
Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ἐκεῖ ὁ Νεστόριος, ἐπίσημα πλέον, καταδικάσθηκε ἀπὸ τὴν
Σύνοδο τῆς Ἀλεξανδρείας. Κοινοποιήθηκε ἡ ἀπόφαση σὲ ἄλλες Συνόδους. Οἱ δύο Ἐκκλησίες
ποὺ δὲν δέχθηκαν τὴν ἀπόφαση τῆς Ἀλεξανδρείας, ἦταν ἡ Ἐκκλησία τῆς
Κωνσταντινουπόλεως, διότι Πατριάρχης ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Νεστόριος, καὶ μετὰ ἡ
Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας, ποὺ ἦταν διηρημένη, διότι ὑπῆρχαν ὅλοι οἱ μαθητὲς τοῦ
Θεοδώρου Μομψουεστίας στὴν Ἀντιόχεια. Ὁπότε, ὑπῆρχε μιὰ δυσκολία, καὶ ὑπῆρχε
διαφωνία ριζικὴ ἐπάνω στὸ θέμα τοῦ Νεστορίου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἀμέσως
κατεδίκασε τὸν Νεστόριο».