Κατὰ καιροὺς ὁ Ἀμέθυστος ἀσχολεῖται μὲ τὴν Ἀποτείχιση, παρεξηγώντας,
εἰρωνευόμενος καὶ συκοφαντώντας πράξεις καὶ ἄρθρα μας. Ἀποφεύγουμε νὰ
ἀπαντήσουμε, διότι τὰ σχόλιά του περιέχουν προσωπικές του θέσεις καὶ
διφορούμενες ἔννοιες, ποὺ δὲν στηρίζοντες στοὺς Πατέρες, οἱ δὲ ἀπαντήσεις του ὕβρεις καὶ πρόστυχες βωμολοχίες πρὸς ὅλους τοὺς ἀποτειχισμένους, κι ὄχι μόνο κατ' ἐκείνων ποὺ τοῦ ἀνταποδίδουν τὰ ἴσα. Τὰ κείμενα τῶν Πατέρων
στὰ ὁποῖα στηριζόμαστε, ἀπαξιοῖ νὰ τὰ ἐξετάσει, ἀλλὰ ψέγει ἐμᾶς ποὺ τὰ
ἐπικαλούμαστε, ὡσὰν νὰ εἶναι δική μας ἐφεύρεση ἡ Διακοπὴ Μνημοσύνου.
Αὐτὴ τὴ φορὰ ἀποφάσισα νὰ δώσω μιὰ συνολικὴ ἀπάντηση, ἀφοῦ ἀναφέρεται μὲ ἔντονο τρόπο ὀνομαστικὰ
σὲ μένα, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅτι ἀποφεύγω τὸν
διάλογο. Ἡ ἀπάντηση ἀπευθύνεται περισσότερο προς τοὺς ἀναγνῶστες, παρὰ πρὸς τὸν "Ἀμέθυστο", ὁ ὁποῖος ἔχει χαράξει τὴν πορεία του.
Τὸ συγκεκριμένο ΣΧΟΛΙΟ τοῦ ΑΜΕΘΥΣΤΟΥ:
Δηλ. Σημάτη αυτό πού έχει επινοήσει ο
Τρικαμηνάς νά μήν δίνει τήν Θ. Ευχαριστία -λές καί είναι δική του- σέ όσους δέν
έχουν αποτειχιστεί δέν είναι σχίσμα;; Νά κατηγορείτε τούς χριστιανούς σάν
μαγαρισμένους δέν είναι η δική σας αίρεση;; Δέν φτιάξατε παρεκκλήσιο;; ΠΟΙΑ
ΕΙΝΑΙ Η ΑΙΡΕΣΗ ΠΟΥ ΠΟΛΕΜΑΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΗΜΑΤΗ;; Πώς έφθασες στό έσχατο βήμα;;
Ακολουθώντας τήν ανταρσία τού Μυτιληναίου;; Ξεχνάς τήν υπέρτατη ύβρη τού
συνεργάτη σου Οδυσσέα εναντίον τού Παίσιου καί τώρα το παίζετε παρθένες;; Τί
λέει ο Τρικαμηνάς γιά τίς ύβρεις τού χορηγού του;;
Αμέθυστος
Ἔχω κι ἄλλοτε ἐπισημάνει ὅτι πολλοὶ διαστρέφουν τὶς
προθέσεις καὶ τὶς πράξεις μας, ἀποφεύγοντας νὰ ἐξετάσουν τὰ Πατερικὰ κείμενα
στὰ ὁποῖα στηριζόμαστε καὶ ἀποτελοῦν γιὰ μᾶς ὁδηγούς, ἀφοῦ εἶναι κείμενα Ἁγίων.
Τοῦτο κάνει καὶ ὁ Ἀμέθυστος, ὁ ὁποῖος ἀντιμετωπίζει μὲ
δικούς του συλλογισμοὺς καὶ χωρὶς πατερικὴ κατοχύρωση τὶς ἐνέργειές μας, ἀφοῦ
τοὺς Πατέρες καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες τοὺς ἑρμηνεύει ἰδιοτρόπως, θεωρώντας τὸ
«Πηδάλιο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὡς τὸ χειρότερο ἔργο του, ἕνα
ἔργο ποὺ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ γράψει, ὅπως μοῦ εἶπε πρὸ ἐτῶν σὲ τηλεφωνικὴ
ἐπικοινωνία. Ἐγώ, ποὺ δὲν ἔχω τὰ δικά του διανοητικά, φιλοσοφικὰ ἢ πνευματικὰ
προσόντα, προτιμῶ νὰ ἀποδέχομαι τὸν ἅγιο Νικόδημο καὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες –ποὺ
συμφωνοῦν μὲ τὴν διαχρονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας– παρὰ τὶς δικές του ἰδέες
καὶ τοποθετήσεις. Εἶναι ἄστοχη ἡ φράση ποὺ συνήθως μοῦ ἔλεγε: «Ποτέ κανένας Ἅγιος
δέν μίλησε γιὰ τοὺς Κανόνες, παρὰ μόνον γιὰ τὴν τήρηση τῶν Ἐντολῶν τοῦ Κυρίου»!
Ὡσὰν νὰ μὴν εἶναι Ἅγιοι πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ συμμετεῖχαν στὶς Συνόδους καὶ συνέγραψαν
τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες! Ὡσὰν νὰ μὴν στηρίζονταν στὶς Ἐντολὲς τοῦ Κυρίου! Ὡσὰν νὰ μὴν ὑποβοηθοῦν καὶ ἑρμηνεύουν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου οἱ Ἱ. Κανόνες! Ωσὰν ὁ ἅγιος Νικόδημος νὰ εἶναι διχασμένη προσωπικότητα,
κι ἄλλα νὰ γράφει στὸ «Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον» καὶ μὲ ἄλλο πνεῦμα νὰ συλλέγει
καὶ νὰ ἐξηγεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες!
Ὁ Ἀμέθυστος χρησιμοποιεῖ στὰ σχόλιά του συμπυκνωμένο, ὁμιχλώδη
τρόπο σκέψεως, ἀκατανόητο στοὺς πολλούς. Στὶς δὲ διευκρινιστικὲς ἀπαντήσεις
του, πολλὲς φορὲς γίνεται πιὸ αἰνιγματικὸς ὁ λόγος του, λὲς καὶ κάτι θέλει νὰ
κρύψει, παρὰ νὰ ἀποκαλύψει. Διανθίζει μονότροπα μὲ κάποιο πατερικὸ κείμενο τὸ θέμα,
χωρὶς νὰ τὸ συνδέει μὲ τὸ ὑπὸ συζήτηση σημεῖο, χωρὶς νὰ τὸ ἀναλύει κατανοητά
(γιὰ μᾶς τοὺς πληβείους τοῦ πνεύματος) καὶ χωρὶς νὰ κάνει τὸν κόπο νὰ μᾶς
παρουσιάζει τὴν συμφωνία τῶν Πατέρων,
ἰδιαίτερα στὰ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἀποτείχιση, ἢ ἀναφέρονται σὲ μᾶς. Νομίζει
ὅτι ἐπειδὴ αὐτὸς τὸ κατάλαβε ἔτσι, ἔτσι καὶ εἶναι. Ἀλλά, ἂν ὅ,τι γράφει, τὸ γράφει
γιὰ νὰ τὸ καταλαβαίνει ὁ ἴδιος, τότε ποιός ὁ λόγος ποὺ τὸ γράφει;
Ἐπὶ ἑνάμισι χρόνο, τώρα, μᾶς προκαλεῖ καὶ μᾶς ὑβρίζει,
καὶ ἀποφεύγω νὰ ἀπαντήσω, γιατὶ ἔχω μάθει νὰ σέβομαι ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους
ἐπικοινωνῶ ἢ ἐπικοινωνοῦσα. Ἀλλὰ μέχρι ἑνὸς ὁρίου.
Ὡς πρὸς τὸ πρόσφατο, λοιπόν, σχόλιό του, μιὰ καὶ μὲ
ρωτᾶ ἐπωνύμως, ἔχω νὰ πῶ τὰ ἑξῆς:
Ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς δὲν ἔχει ἐπινοήσει, ὅσα τοῦ
ἀποδίδει. Τὸ ἂν θὰ δίδει καὶ σὲ ποιοὺς θὰ δίδει ὁ ἱερέας τὴν Θ.
Κοινωνία, μᾶς τὸ ἔχει παρουσιάσει ὁ π. Εὐθύμιος μὲ κείμενα Πατέρων (ὅπως τοῦ Μ.
Βασιλείου καὶ τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τὴ συμβουλὴ τῶν ὁποίων
ἀκολουθεῖ). Ἀσφαλῶς καὶ ἡ Θ. Κοινωνία δὲν εἶναι δική του, καὶ γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν
δίδει παρὰ μόνο σ’ ἐκείνους ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Ἁγίων της, εἰδικὰ
τώρα ποὺ βρισκόμαστε σὲ καιρὸ αἱρέσεως.
Τὸ ὅτι δίνει τὴν Θ. Κοινωνία μόνο στοὺς
ἀποτειχισμένους, ἀσφαλῶς καὶ δὲν ἀποτελεῖ σχίσμα· εἶναι μέσα στὰ πλαίσια τῆς
διακοπῆς μνημονεύσεως καὶ ἀποτειχίσεως ἀπὸ τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο, σύμφωνα μὲ τὸν
ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη (τοῦ ὁποίου τὴ διδασκαλία φαίνεται ὅτι δὲν ἀποδέχεται
ὁ Ἀμέθυστος), τὸν Μ. Φώτιο, τὸν ΙΕ΄ Κανόνα κ.λπ. Οἱ Πατέρες καὶ ὁ Ἱ. Κανόνας
δὲν ἔχουν τὴν ἴδια γνώμη μὲ τὸν Ἀμέθυστο. Βάσει τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων
Πατέρων, ἕνας ἱερέας μπορεῖ νὰ ἀποτειχιστεῖ ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα Ἐπίσκοπό του.
Καὶ ἀσφαλῶς, ὁ ἱερέας ποὺ ἀποτειχίστηκε, δὲν ἀποτειχίστηκε γιὰ νὰ κοινωνεῖ μὲ αὐτούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους
ἀποτειχίστηκε, διαφορετικά, ποιός ὁ σκοπὸς καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀποτειχίσεώς
του;
Μάλιστα ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγει, ὅτι καὶ ἐὰν δὲν ὑπάρχει
Ναὸς Ὀρθόδοξος στὴν διάθεση τῶν ἀποτειχισμένων, ἂς μαζεύονται σὲ ἕνα σπίτι γιὰ
νὰ διαβάζουν ἐκεῖ τὴ Γραφὴ καὶ νὰ ψέλνουν, παρὰ νὰ πηγαίνουν στοὺς Ὀρθόδοξους
Ναούς, στοὺς ὁποίους ὅμως λειτουργοῦν αἱρετικοί. Ὁ Ἀμέθυστος αὐτὰ δὲν τὰ
ἐγκρίνει, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει ἀποτειχισθεῖ. Νομίζει ὅτι φτάνει νὰ ἀποκαλύπτει
τὶς κακόδοξες παλαβομάρες τοῦ Ζηζιούλα καὶ τῶν ἄλλων Οἰκουμενιστῶν· αὐτὸ τοῦ
εἶναι ἀρκετό. Δὲν ἔχει σημασία, κατ’ αὐτὸν, τὸ ἂν κοινωνεῖ μὲ αὐτούς, τῶν
ὁποίων ἀποκαλύπτει τὶς αἱρέσεις!
Δὲν κατηγοροῦμε, ἀπὸ μόνοι μας, τοὺς ἄλλους
χριστιανούς, ποὺ εἶναι ὀρθόδοξοι, σὰν μαγαρισμένους, ὅπως γράφει. Στὰ πλαίσια
τοῦ ἀντι-Οἰκουμενιστικοῦ ἀγώνα, παρουσιάζουμε τὶς θέσεις τῶν Ἁγίων περὶ
ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, θέση διαχρονικὴ τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι
ὑποχρέωσή μας νὰ παρουσιάσουμε τὶς θέσεις αὐτές, καὶ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι
ἐκεῖνοι ποὺ κηρύττουν ἄλλο δρόμο ἀντιμετωπίσεως τῆς αἱρέσεως, διαστρέφουν τὴν
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐφαρμογή τους, βέβαια, ἐπαφίεται στὴν ἐλευθερία τοῦ
καθενός, ὅπως ἡ ἐφαρμογὴ ὅλων τῶν Ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Εἶναι ἐπίσης αὐτονόητο ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀποκρύψουμε
τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων πώς, ἡ ἐπικοινωνία μὲ αἱρετικούς παρέχει μόλυνση (ὅ,τι αὐτὸ σημαίνει, κι
ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται· δική τους ἡ εὐθύνη νὰ τὸ κατανοήσουν).
Ἐμεῖς, λοιπόν, παρουσιάζουμε αὐτὴ τὴν διδασκαλία, ἴσως
κάποτε μὲ ἀδόκιμες ἢ ἀτυχεῖς ἐκφράσεις. Ἀντίθετα, αὐτοὶ μᾶς κατηγοροῦν ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας καὶ αἱρετικούς, ἐπειδὴ ἐφαρμόζουμε τὴν Παράδοση τοῦ Εὐαγγελίου
καὶ τῶν Ἁγίων, ὅπως μάλιστα ἔχει ἀποκρυσταλλωθεῖ σὲ Ἱεροὺς Κανόνες, καὶ τὸ κάνουν χωρὶς
ἀποδείξεις.
Ἀλλά, ὁ Ἀμέθυστος, δυστυχῶς, κάνει ὅ,τι
κατηγορεῖ. Μιλᾶ ἐπιτιμητικὰ καὶ ὑποτιμητικὰ γιὰ Ἐπισκόπους (δὲν τοὺς θεωρεῖ κἂν
ἐπισκόπους), κρίνει κληρικούς, θεολόγους καὶ συγγραφεῖς, ἀποφαίνεται ὡς ἄλλη
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος γι’ αὐτούς, ὁμιλεῖ γιὰ κρίσιμα πνευματικὰ καὶ θεολογικὰ
θέματα, πολλάκις ὡς αὐθεντία, σὲ ἐμᾶς δέ, δὲν ἀναγνωρίζει τὸ δικαίωμα νὰ
ἐκφέρουμε γνώμη, ὄχι γιὰ τὰ πάντα, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν καὶ περιοριστικά (ἐκτὸς
ἐξαιρέσεων) γιὰ τὰ θέματα τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Οἰκουμενισμό, τὴν Διακοπὴ
Μνημοσύνου καὶ τὴν Ἀποτείχιση, στὰ ὁποῖα ἐνδιατρίψαμε καὶ τὰ παρουσιάσαμε, ὅσο
καλύτερα μπορέσαμε, σύμφωνα μὲ τὶς δυνάμεις μας.
Ἂν κάτι δὲν ἐφαρμόζουμε σωστά, ἐπανειλημμένως ἔχουμε
παρακαλέσει καὶ προκαλέσει, νὰ μᾶς τὸ ὑποδείξουν, ὄχι μὲ ἀφορισμούς, ὑποτιμητικοὺς
χαρακτηρισμοὺς καὶ εὐλογοφανεῖς, ἀλλὰ αὐθαίρετες λογικὲς τοποθετήσεις, ἀλλὰ μὲ
παράθεση πατερικῶν κειμένων, τὴν στιγμή, μάλιστα, ποὺ κατοχυρώνουμε (ὅσα
κάνουμε καὶ λέμε) μὲ ἑκατοντάδες πατερικά κείμενα.
Αὐτὴ ἦταν ἡ γραμμὴ τῶν Πατέρων καὶ τῶν Συνόδων. Δὲν
ἀπαξίωναν τοὺς αἱρετικούς, προβάλλοντας τὴν δική τους αὐθεντία καὶ ἐγκυρότητα
γνώμης (παρότι ἦσαν Ἅγιοι), ἀλλὰ στηρίζονταν στὶς γνῶμες τῶν προηγούμενων ἀπὸ
αὐτοὺς Ἁγίων καὶ ἀπεδείκνυαν τὴν πλάνη τῶν αἱρετικῶν. Σήμερα, οἱ κατήγοροί μας,
ἀκόμα καὶ τὰ πατερικὰ χωρία τὰ ἀπαξιώνουν, ἰσχυριζόμενοι ὅτι τὰ χρησιμοποιοῦμε
ὡς «τσιτάτα».
Παρόλα αὐτὰ ὁ π. Εὐθύμιος, ἐπειδὴ δὲν θεωρεῖ τὸν ἑαυτό
του Ἐκκλησία, παρά, ἕναν
ἀποτειχισμένο μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ
Θεοῦ, δὲν ἐμποδίζει, ὅσους ἐκκλησιάζονται στοὺς Ναοὺς ποὺ λειτουργεῖ, νὰ
βαπτίζονται καὶ νὰ παντρεύονται στὶς ἐνορίες τους. Τοῦτο γίνεται κατ’
οἰκονομίαν, ἀφοῦ (ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης) αὐτὴ ἡ πρακτικὴ
ἐφαρμοζόταν στὴν ἐποχή του, ὡς συνέχεια τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ
μυστήριο, ὅμως, τῶν μυστηρίων, τό ὁποῖο τελεῖ ὁ ἴδιος προσωπικά κι ἔχει αὐτός
τήν εὐθύνη, δὲν δέχεται νὰ τὸ δίδει σὲ ὁποιονδήποτε. Αὐτό, ἄραγε, δὲν ἀποτελεῖ
ἀπόδειξη, ὅτι ὁ π. Εὐθύμιος ἀποδέχεται τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας; Ὅτι δὲν μένει σὲ
ἀκραῖες θέσεις, ἀλλὰ προσπαθεῖ νὰ «οἰκονομήσει» τὰ πράγματα σὲ μιὰ ἐποχὴ
συγχύσεως;
Δὲν ξέρω τί ἐννοεῖ ὁ Ἀμέθυστος μὲ τὸ «φτιάξαμε
παρεκκλήσιο». Γνωρίζω ὅτι ὁ π. Εὐθύμιος λειτουργεῖ (ὅπως βλέπουμε ὅτι συμβαίνει
στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τοὺς ἀποτειχισμένους Πατέρες καὶ Ἁγίους) σὲ
κάποιους Ἱεροὺς Ναούς-παρεκκλήσια, τοὺς ὁποίους παραχωροῦν ἀποτειχισμένοι. Ποῦ
ἤθελε νὰ κάνουμε τὴν Θ. Λειτουργία; Στὸ ὕπαιθρο; Ἐὰν μᾶς ἀφαιρέσουν τοὺς Ναούς,
τότε θὰ γίνει κι αὐτό.
Τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τὴν ἀντικρούουμε, σὲ ὅσα
σημεῖα τὴν καταλαβαίνουμε. Αὐτὸ προσωπικά, μοῦ ἀρκεῖ, μιᾶς καὶ δὲν ἔχω τὶς
δυνατότητες τοῦ «Ἀμέθυστου» νὰ τὴν καταλάβω θεολογικο-φιλοσοφικά. Ὁ
Χριστιανισμὸς δὲν ἀνήκει στοὺς ἀριστοκράτες τοῦ πνεύματος, ἀλλὰ στοὺς Ἁγίους,
ὅσους βιώνουν τὴν Πίστη καὶ προσπαθοῦν στὴν ζωή τους νὰ ἀποκτήσουν τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα (ὅπως αὐτὸ σωστὰ τὸ παρουσιάζει στὸ ἱστολόγιό του, ἐπικαλούμενος θέσεις
Ἁγίων). Ἀλλοίμονο, ἂν ἔπρεπε πρῶτα νὰ κάνουμε μελέτες προσωπικὲς, νὰ
ἀποδείξουμε ὅλες τὶς αἱρετικὲς πτυχὲς τῶν κακοδόξων καὶ ὕστερα νὰ
ἀποτειχιστοῦμε ἀπὸ αὐτούς.
Ὅταν ἐπικοινωνούσαμε τηλεφωνικά, μοῦ ἔλεγε νὰ δουλέψω
γιὰ νὰ ἀνατρέψω τὶς θέσεις τοῦ Ζηζιούλα. Κι ὅταν (ἔχοντας τὸ «γνῶθι σαὐτόν»)
τοῦ ἀπαντοῦσα ὅτι δὲν ἔχω τὴ δυνατότητα
καὶ τὶς φιλοσοφικὲς γνώσεις, νὰ παρακολουθήσω τὶς ἰδέες του, καὶ δὲν θέλω νὰ
διακινδυνεύσω νὰ κάνω λάθη, μοῦ ἔλεγε:
δὲν πειράζει, ἂς κάνεις λάθη! (Τώρα πού -κατ’ αὐτόν- κάνω λάθη, μὲ ἔβγαλε
αἱρετικό).
Δὲν ἀκολούθησα, λοιπόν, τὴν συνταγή του· ἀρκοῦμαι νὰ
κάνω ὅ,τι μπορῶ, κι αὐτὸ πλημμελῶς, σὰν ἕνας πιστός, ἕνας ἁπλὸς καθηγητὴς
θρησκευτικῶν. Ἂν αὐτὸς μπορεῖ νὰ κάνει κάτι περισσότερο, εὐπρόσδεκτο. Δὲν τὸν
κατακρίναμε γι’ αὐτό. Ἀλλοίμονο, ἂν οἱ πιστοὶ ἔπρεπε νὰ ἔχουν ἕνα φιλόσοφο
Ἀμέθυστο γιὰ νὰ διαχωρίσουν τὴν θέση τους ἀπὸ ὅσους οἱ Ἅγιοι Πατέρες κατονόμαζαν
ὡς αἱρετικούς. Μήπως πρέπει νὰ κατανοήσω φιλοσοφο-θεολογικὰ πρῶτα ὅλες τὶς διανοητικὲς
ἀκροβασίες τῶν αἱρετικῶν γιὰ νὰ ἀντιδράσω; Μοῦ φτάνει ὅτι Ἅγιοι Πατέρες κατέδειξαν
ὅτι εἶναι παναίρεση. Μᾶς δίδαξαν δέ, ὅτι δὲν ὑπάρχουν πρῶτα καὶ ἔσχατα βήματα στὴν ἀντιμετώπιση τῆς
αἱρέσεως. Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ ἀνοχὴ ὀλίγων μηνῶν ἢ χρόνων –ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς
συνειδητῆς κηρύξεως τῆς αἱρέσεως–, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ
αὐτούς. Καὶ σήμερα οἱ Οἰκουμενιστές, διδάσκουν δεκαετίες τὴν αἵρεση, τὴν διαδίδουν
φιλοσοφικο-θεολογικὰ καὶ πρακτικά, καὶ ὅπως ὁ ἴδιος μὲ τὶς μελέτες του μᾶς ἔχει
παρουσιάσει, ἔχουν κατακλύσει τὸ πᾶν.
Ὅσο γιὰ τὴν ἀναφορά του στὸν ἀείμνηστο π. Ἀθανάσιο
Μυτιληναῖο· τὸν προτιμῶ, ἔστω κι ἂν κάπου σὰν ἄνθρωπος ἔλαθε. Ὁπωσδήποτε, τὰ
λάθη του ἦταν μικρότερα ἀπὸ τὸν ὁμιχλώδη λόγο τοῦ Ἀμέθυστου, τὶς θυμώδεις
ἐξάρσεις του, ποὺ τὸν ὁδηγεῖ πολλὲς φορὲς νὰ αἰσχρολογεῖ ἀθυρόστομα στὸ
ἱστολόγιό του, κι αὐτὰ φαντάζομαι δὲν ἀποτελοῦν καρπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως
καὶ δὲν ἀποτελοῦν καρπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ ἀποδοχὴ τῆς συκοφαντίας πρὸς τὸ
πρόσωπο τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, ὅτι τάχα οἱ διώξεις του ἔγιναν, ὄχι γιὰ τὸν
ἀγώνα του ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀπὸ ἀέρος διαμαρτυρία του,
καὶ οἱ ἀνάλογοι ἀπαξιωτικοὶ χαρακτηρισμοὶ γιὰ τὸ πρόσωπό του.
Τέλος, δὲν ξεχνῶ τί εἶπε ὁ κ. Τσολογιάννης, ἀλλὰ δὲν
ξεχνῶ ὅτι τὸ διόρθωσε· καὶ εἶχα πληροφορήσει τηλεφωνικὰ τὸν Ἀμέθυστο γιὰ τὴν
διαδικασία αὐτῆς τῆς διόρθωσης (στὴν ὁποία συμμετεῖχα κατόπιν δικῆς του
προτροπῆς). Γι’ αὐτό, καὶ ἐνῶ εἶχε ἀποκλείσει γιὰ μῆνες τὴν δημοσίευση
ἀναρτήσεων τοῦ ἱστολογίου «Ἀποτείχιση», στὴν συνέχεια, ἄρχισε νὰ ἀναρτᾶ στὸ
ἱστολόγιο «Ἀμέθυστος» καὶ πάλι κείμενα τῆς Ἀποτείχισης τοῦ ...βλάσφημου
ἱστολόγου! Τότε αὐτὸς δὲν μολύνθηκε, δὲν ταυτιζόταν μὲ τὸν ἱστολόγο τῆς «Ἀποτείχισης»;
Εἶναι ἀνθρώπινο νά κάνει κάποιος λάθη, ἀρκεῖ να τά διορθώνει καί νά μετανοεῖ.
Παράλληλα,
βέβαια, δὲν ξεχνῶ καὶ τὶς δικές του ὑποτιμητικὲς ἐκφράσεις γιὰ Ἁγίους Πατέρες,
(ὅπως τόν Ἁγ. Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη), τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες κ.λπ
Ὅπως προανέφερα, δὲν ἤθελα νὰ γράψω αὐτὸ τὸ κείμενο. Τὸ ἔγραψα μὲ πόνο ψυχῆς, ἐπειδὴ
προκλήθηκα προσωπικὰ καὶ ἔπρεπε νὰ ἀπαντήσω, γιὰ νὰ μὴν θεωρηθεῖ ὅτι μὲ τὴν σιωπή
μου ἀποδέχομαι τὰ γραφέντα.
Ἂς ἐλπίσουμε ὅτι οἱ σκέψεις ποὺ παρέθεσα θὰ προβληματίσουν.
Σημάτης Παναγιώτης