Ομιλία στους Αγίους Σαράντα Μάρτυρες
ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πηγή: "impantokratoros"
ΟΜΙΛΙΑ
ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ*
Το
θαυμάσιο τούτο κείμενο δε ξέρουμε ποιο χρόνο γράφηκε. Εκφωνήθηκε όμως
στη μνήμη (9 Μαρτίου) των 40 Μαρτύρων, που το 320 θανατώθηκαν κατά το
διωγμό του Λικινίου. Τους ιερούς αυτούς αθλητές, επειδή γενναία
ομολόγησαν πίστη στον Χριστό, τους σύναξαν και τους έστησαν στην
παγωμένη λίμνη στο κέντρο της Σεβάστειας. Ο Μέγας Βασίλειος, χάρη στις
άριστες ιατρικές του γνώσεις, περιγράφει με τρόπο εκπληκτικό τις
διεργασίες που συντελούνται στον ανθρώπινο οργανισμό από το ψύχος και το
πάγωμα και πώς επέρχεται ο θάνατος. Πέραν όμως τούτου έχουμε στα μάτια
μας ένα πολύ αρρενωπό κείμενο, έξοχα δομημένο, που δίνει ανάγλυφη τη
θεολογία του μαρτυρίου, τη σημασία που αυτό έχει για τον ίδιο το
μάρτυρα, για τους λοιπούς πιστούς και για την Εκκλησία γενικά.
1. Πώς
θα μπορούσε να υπάρξει κορεσμός από τη μνήμη των μαρτύρων σ’ όποιον
τους αγαπά; Γιατί η τιμή στους γενναίους από τους συνδούλους τους
αποδεικνύει την καλή διάθεση προς τον κοινό Κύριο. Μια κι είναι φανερό
πως όποιος παραδέχεται τους γενναίους άνδρες, δεν θα παραλείψει να τους
μιμηθεί σε παρόμοιες περιστάσεις.
Να
μακαρίσεις ειλικρινά αυτόν που μαρτύρησε, για να γίνεις μάρτυρας κατά
την προαίρεση, με αποτέλεσμα, χωρίς διωγμό, χωρίς φωτιά, χωρίς
μαστίγωμα, ν’ αξιωθείς τις ίδιες μ’ εκείνους ανταμοιβές. Εμείς, τώρα,
δεν πρόκειται να θαυμάσουμε ούτε έναν, ούτε δυο μονάχα, ούτε στους δέκα
φθάνει ο αριθμός αυτών που μακαρίζονται. Αλλά σαράντα άνδρες, που σαν να
είχαν μια ψυχή σε ξεχωριστά σώματα, με μια σύμπνοια κι ομόνοια πίστης,
μιαν εμφάνισαν και την καρτερία στα δεινά και την αντίσταση χάρη της
αλήθειας.
2.
Εμπρός λοιπόν, ας τους φέρουμε στη μέση, θυμίζοντας την ιστορία τους...
ας ανακαλέσουμε στη μνήμη σας την αρετή αυτών των ανδρών. Και σαν να
θέτουμε μπροστά στα μάτια σας τα κατορθώματά τους, ας κινήσουμε σε
μίμησή τους όσους είναι γενναιότεροι κι έχουν ψυχική διάθεση πλησιέστερη
στην ψυχική διάθεση εκείνων. Γιατί αυτό είναι το καλύτερο εγκώμιο των
μαρτύρων, το να ωθεί και να προτρέπει κανείς προς την αρετή το
εκκλησίασμα.
Πόλη των μαρτύρων είναι η πόλη του Θεού, «που τεχνίτης και δημιουργός
της είναι ο Θεός» (Εβρ. 11, 10), η άνω Ιερουσαλήμ, η ελεύθερη, η μητέρα
του Παύλου και των ομοίων του. Κι ως προς το γένος, από ανθρώπινη μεν
πλευρά, το ένα διαφέρει από το άλλο, ενώ από πνευματική πλευρά είναι ένα
για όλους. Γιατί κοινό πατέρα έχουν το Θεό κι είναι όλοι αδελφοί, όχι
επειδή γεννήθηκαν από έναν άνδρα και μια γυναίκα, αλλά γιατί συνδέθηκαν
αρμονικά ο ένας με τον άλλο μέσα στην ομόνοια που χαρίζει η αγάπη, αφού
τους ανέδειξε τέκνα Θεού το Πνεύμα. Σύνολο έτοιμο, μεγάλη συνδρομή όσων
ανέκαθεν δοξάζουν τον Κύριο, χωρίς να έχουν συναθροισθεί ένας-ένας, αλλά
αφού όλοι μαζί μετατέθηκαν. Και πώς μετατέθηκαν; Αυτοί, με το
εντυπωσιακό σωματικό τους ανάστημα και με τα χρυσά τους νιάτα και με τη
δύναμή τους αφού διακρίθηκαν ανάμεσα σε όλους τους συνομηλίκους τους,
κατατάχθηκαν στο στρατό. Και χάρη στην πολεμική τους εμπειρία και την ανδρεία
της ψυχής τους, τους τιμούσαν ήδη πρώτους-πρώτους οι βασιλιάδες κι
είχαν βγάλει όνομα για την αρετή τους ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους.
3.
Κι όταν εκδόθηκε και κυκλοφόρησε εκείνο το άθεο κι ασεβές διάταγμα, να
μην ομολογεί κανείς το Χριστό, αλλιώς θα έπεφτε σε κίνδυνο.
καθώς επισειόταν κάθε λογής τιμωρία... κι
όταν άλλοι τρέπονταν σε φυγή, άλλοι λύγιζαν κι άλλοι κλονίζονταν όταν
μερικοί, πριν πάθουν τίποτα, τα έχαναν μπροστά σε μόνη την απειλή, άλλων
δε, φθάνοντας σιμά στα δεινά, σάλεψε ο νους.
όταν άλλοι, αφού κατέβηκαν στους αγώνες, κατόπιν δεν μπόρεσαν ν’
αντέξουν στην επίπονη προσπάθεια ως το τέλος και τα παράτησαν όλα κάπου
στη μέση της άθλησης, τότε λοιπόν αυτοί οι ανίκητοι και γενναίοι στρατιώτες του Χριστού
πρόβαλαν στη μέση, ενώ ο άρχοντας έδειχνε το βασιλικό διάταγμα κι
απαιτούσε υπακοή.
Μ’ ελεύθερη φωνή, με θάρρος πολύ κι ανδρεία, δεν
ζάρωσαν από το φόβο μπροστά σε ό,τι έβλεπαν, ούτε τρόμαξαν από τις
απειλές, αλλά φώναξαν για να το ακούσουν όλοι πως ήταν χριστιανοί. Ω
μακάριες γλώσσες απ’ όπου ανάβρυσε εκείνη η ιερή ομολογία, που ο αέρας
σαν τη δέχθηκε άγιασε, οι δε άγγελοι ακούοντάς τη την επικρότησαν, ο
διάβολος με τους δαίμονες τραυματίσθηκε απ’ αυτή, ο δε Κύριος στους
ουρανούς την έγραψε για να μη χαθεί!
4.
Είπαν λοιπόν ο καθένας, προχωρώντας στη μέση: Είμαι χριστιανός. Και
συνέβη ό,τι κάνουν οι αθλητές στα στάδια, όπου πηγαίνουν να λάβουν μέρος
στα αγωνίσματα λέγοντας συνάμα τα ονόματά τους και στον τόπο του
αγωνίσματος καταλήγοντας. Έτσι κι αυτοί τότε. Αφού πέταξαν σαν άχρηστα
τα ονόματα που είχαν αφ’ ότου γεννήθηκαν, έλεγαν σαν όνομά του ο καθένας
τη λέξη που παράγεται από το όνομα του κοινού Σωτήρα (Χριστός -
χριστιανός). Κι αυτό το έκαναν όλοι, ο
ένας πίσω από τον άλλο. Έτσι, όλοι παρουσιάσθηκαν μ’ ένα όνομα. Γιατί
πλέον δεν ήταν ο άλφα ή ο βήτα, αλλά όλοι φώναζαν σαν όνομά τους τη λέξη
χριστιανός.
Τί έκανε λοιπόν τότε ο άρχοντας; Ήταν άνθρωπος φοβερός και
πολύτροπος, τόσο για να τους παρασύρει με καλοπιάσματα, όσο και για να
τους μεταπείσει με απειλές. Αρχικά μεν τους έπαιρνε με το καλό,
αποσκοπώντας να τους παραλύσει τη δύναμη της ευσέβειας. Μην προδώσετε τα
νιάτα σας, τους έλεγε, μήτε με πρόωρο θάνατο ν’ αφήσετε αυτή τη γλυκεά
ζωή. Γιατί δεν είναι σωστό οι συνηθισμένοι σε πολεμικές αριστείες να
πεθαίνουν με το θάνατο των κακοποιών. Ακόμα, τους υποσχόταν και χρήματα.
Κι άλλα τους πρόσφερνε, όπως βασιλικές τιμές κι απονομές αξιωμάτων και
με χίλιες δυο επινοήσεις προσπαθούσε να τους εξουδετερώσει.
Και καθώς
δεν νικήθηκαν σ’ αυτή την απόπειρα, χρησιμοποίησε το άλλο είδος της
παραπλάνησης. Τους απειλούσε με πλήγματα και θανάτους και βασανιστήρια
αθεράπευτα. Κι αυτά μεν έκανε εκείνος. Των δε μαρτύρων ποια στάθηκε η
συμπεριφορά;
Τί, λέει, μας δελεάζεις, εχθρέ του Θεού, να φύγουμε από το
Θεό το ζώντα και να είμαστε δούλοι σε καταστροφικούς δαίμονες,
προσφέροντάς μας τα αγαθά σου; Δίνεις πολλά, γιατί πολλά πασχίζεις να
μας αφαιρέσεις; Μισώ τη δωρεά που προξενεί ζημιά. Δεν δέχομαι την τιμή
που γεννά ατίμωση. Προσφέρεις