Ὁ π. Βασίλειος Γοντικάκης μὲ ἕνα μακροσκελέστατο
ἄρθρο ἀσχολεῖται μὲ τὴν «Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Τὸ κείμενό του,
ὅπως κι ὅλα τὰ ἄλλα, κατάσπαρτο ἀπὸ ἁγιογραφικὲς καὶ λειτουργικὲς φράσεις, ἐντυπωσιακὲς
λογοτεχνικὲς ἀντιθέσεις, ἀλλὰ καὶ πολλὲς ἀμφισημίες, στὶς ὁποῖες τὸ οἰκουμενιστικὸ
πνεῦμα εἶναι ψηλαφητό.
Ἐνῶ ὁ π. Βασίλειος μᾶς μιλᾶ περὶ τῆς ἐκκοπῆς
τοῦ θελήματός μας, ὡς προϋπόθεση νὰ ἔχει καλὰ ἀποτελέσματα ἡ διεξαγωγὴ τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου, “Μὴ
τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω”, ἐνῶ γράφει
πὼς «ἡ συνειδητὴ κατάληξι τῆς ἀγωνίας
σου στὸ “γενηθήτω τὸ θέλημά Σου” ἀνοίγει τὸ δρόμο τῆς ζωῆς», τελικὰ δὲν ἀπαξιώνει τὴν ἐπιβολὴ τοῦ Οἰκουμενιστικοῦ θελήματος, τοῦ θελήματος ποὺ ἐπὶ χρόνια
προετοιμάζουν καὶ οἰκοδομοῦν, ὅσοι Πατριάρχες καὶ Ἐπίσκοποι θὰ συγκροτήσουν τώρα τὴν Σύνοδο.
Γίνεται κι αὐτὸς μιὰ μικρὴ κερκόπορτα, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία οἱ νεοβάρβαροι εἰσέρχονται
ἀθόρυβα γιὰ νὰ καταλάβουν τὴν «βασιλεύουσα» τῆς ψυχῆς μας!
Καὶ εἶναι φανερὸ ὅτι τὸ συγκεκριμένο θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ παραβαίνουν –ὁλοφάνερα πλέον– ἐκεῖνοι ποὺ σιγοντάρουν τοὺς Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι ἀντιτίθενται στὸ Θεῖο θέλημα· ἐκεῖνοι ποὺ ἀρκοῦνται
νὰ συμβουλεύουν ὅτι μόνο ὁ ἀγώνας
μας γιὰ τὴν κάθαρση ἐκ τῶν παθῶν καὶ ἡ προσευχὴ ἀρκοῦν γιὰ τὴν ἀπώθηση τῶν Οἰκουμενιστῶν.
Ἀντίθετα, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ πραγματοποιοῦν
ἐκεῖνοι ποὺ μιμοῦνται τοὺς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς
Πίστεως. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ πραγματοποιοῦν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν δίδουν τὸ χρόνο στοὺς αἱρετικοὺς νὰ ἐπιβάλλουν τὴν
κακοδοξία τους πρὸς ἀπώλεια ψυχῶν.
Αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ καιρὸ
κηρυττομένης αἱρέσεως: ἡ ἐναντίωση, ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς.
Γράφει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος: «Διὰ
τοῦτο γοῦν ἀεὶ γράφουσι (οἱ αἱρετικοί),
καὶ ἀεὶ τὰ ἴδια μεταποιοῦντες, ἄδηλον ἔχουσι
τὴν πίστιν, μᾶλλον δὲ φανερὰν ἔχουσι τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν κακοφροσύνην, ...ἄλλοτε ἄλλα γράφοντες, μόνον ἵνα τοὺς χρόνους κερδάνωσι, καὶ
διαμείνωσι χριστομάχοι τοὺς ἀνθρώπους πλανῶντες»
(Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ
πρὸς Ἐπισκόπους Αἰγύπτου).
«Τὸ μεγάλο χρέος τῶν Ὀρθοδόξων» γράφει ὁ π. Βασίλειος, «δὲν εἶναι νὰ κάνωμε ἢ νὰ
μὴν κάνωμε μιὰ γενικὴ Σύνοδο. Ἀλλὰ νὰ ἀφήσωμε νὰ φανῆ ἡ ἀέναος
Σύνοδος τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων, ποὺ λειτουργικὰ ζοῦμε ὡς θεολογικὴ
μυσταγωγία»! Καὶ πῶς ἀφήνουμε, πάτερ, «νὰ φανῆ ἡ ἀέναος
Σύνοδος τῶν ἐπουρανίων»; Ἀδιαφοροῦντες γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι “κραγμένοι”
Οἰκουμενιστὲς θὰ συγκροτήσουν τὴν Σύνοδο; Βλέπεις τέτοια θεοφιλὴ διάθεση σ’ αὐτούς;
Καὶ ἀφήνουμε, πάτερ, «νὰ φανῆ ἡ ἀέναος
Σύνοδος τῶν ἐπουρανίων» ἐπιτρέποντες σ’ αὐτοὺς νὰ διαποτίζουν κλῆρο καὶ λαὸ μὲ κακόδοξες
διδασκαλίες, καὶ νὰ ἐπιβάλλουν ὅσες ἐκ τῶν προτέρων αἱρετικὲς ἀποφάσεις μᾶς
σερβίρουν;
Τὸ ἂν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ γίνει μιὰ τέτοια Σύνοδος εἶναι
«δική
Του ὑπόθεση», ὅπως κι ἂν θὰ φέρει ἐν τῇ παντοδυναμίᾳ Του τὰ πράγματα ἔτσι, ὥστε νὰ γίνει τὸ θέλημά
Του στὴν Σύνοδο. Ὅμως ἡ ἱστορία μᾶς ἔχει διδάξει ὅτι πάμπολλες Συνόδους τὶς ἐγκατέλειψε
ὀρφανὲς τοῦ Πνεύματός Του, γιατὶ δὲν ἐπέτρεψαν
οἱ συμμετέχοντες σ’ αὐτὲς «νὰ φανῆ ἡ ἀέναος Σύνοδος τῶν ἐπουρανίων», οἱ δὲ Ἅγιοι
τῶν ἐποχῶν ἐκείνων ἀγωνίζονταν μὲ συγράμματα, μὲ ἀποτειχίσεις, μὲ θυσίες πολλὲς
γιὰ τὴν ἀποτροπὴ τῆς διαστροφῆς τῆς Πίστεως. Ἄρα ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἐπιτρέπει καὶ ἐντέλλεται
νὰ
γίνεται καὶ δική μας ὑπόθεση ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησία Του, διὰ τοῦ ἀγώνα μας εἰς τὰ τῆς
Πίστεως, παράλληλα μὲ ἐκεῖνον τῆς καθάρσεώς μας. Σ’ αὐτὸν τὸν τομέα δεχόμαστε τὶς
διδασκαλίες σου καὶ τὴν ἀσκητικὴ ἐμπειρία σου, ὄχι ὅμως καὶ τὴν “συμβουλή”, πὼς ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε φτάσει
στὰ δικά σου ἀσκητικὰ κατορθώματα, πρέπει νὰ ἐπιτρέψουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ ὑποστεῖ
κι ἄλλη μιὰ πτώση, ὑποχωροῦντες καὶ στὰ θέματα ὑπερασπίσεως τῆς Πίστεως.
Γράφεις, πάτερ: «Αὐτοὶ
ποὺ λένε: κάποτε ὑπῆρχαν μεγάλοι Πατέρες καὶ θεολόγοι, σήμερα ὄχι, μιλοῦν ὡς ἀλειτούργητοι. Οἱ
ὄντως ἀληθινοὶ ἐν Πνεύματι ἂν μιὰ φορὰ ὑπάρξουν, δὲν χάνονται ποτέ. Μπαίνουν στὸ
συλλείτουργο τῆς ἀειζωΐας».
Τώρα συνεννοούμαστε. Πράγματι, ἔτσι εἶναι.
Ἀλλὰ αὐτοὺς τοὺς «ἀεὶ ζῶντες»
Πατέρες, ἐσὺ τοὺς ἀκυρώνεις. Θέλεις «νὰ φιμώσεις αὐτοὺς ποὺ μιλοῦν σιωπῶντας
καὶ νὰ ἀκυρώσεις τὴν παρουσία αὐτῶν ποὺ κυκλοφοροῦν ἀπουσιάζοντας»! Καὶ μᾶς λές (ἐμμέσως πλὴν σαφῶς) νὰ ἀφήσουμε τοὺς Οἰκουμενιστὲς
ψευδο-πατέρες νὰ δροῦν, νὰ δράσουν καὶ ἀείποτε νὰ μᾶς καθοδηγοῦν, ὡσὰν νὰ μὴν ὑπῆρξαν
οἱ «ἀεὶ ζῶντες» ποὺ μᾶς προτείνουν τὸ
χέρι γιὰ νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε στὸ δρόμο ποὺ ἐκεῖνοι ἄνοιξαν.
Καὶ συνεχίζεις: «Φτάνομε στὴ σημερινὴ ἐποχή. Ζοῦμε τὴν
περίοδο τῶν διαλόγων. Προσπαθοῦμε οἱ
χριστιανοὶ νὰ ἀναβιώσωμε τὴν ἑνότητα ποὺ μᾶς χαρίζει καὶ εὔχεται ὁ Θεανθρώπος.
Ὑπάρχουν μεταξύ μας οἱ λεγόμενοι προοδευτικοὶ καὶ πρόθυμοι γιὰ
διάλογο. Καὶ οἱ θεωρούμενοι συντηρητικοὶ ποὺ γενικὰ ἀρνοῦνται τὶς ἐπαφές.
Ἐδῶ κρίνεται ἡ γνησιότητα καὶ ἡ δύναμι τῆς πίστεώς μας, γιατὶ οὔτε
τὴν ἀλήθεια σώζομε καταρώμενοι τοὺς
πεπλανημένους οὔτε προσφέρομε αὐτὸ ποὺ ζητᾶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ ψεύτικες
φιλοφροσύνες».
Ποῦ τὴν εἶδες, πάτερ, τὴν προσπάθεια «οἱ χριστιανοὶ νὰ ἀναβιώσωμε τὴν ἑνότητα»; Δὲν ἀντελήφθης
ἀκόμη ὅτι ἡ προσπάθεια τῶν Διαλόγων εἶναι «στημένη
δουλειά», εἶναι ἐξυπηρετικὴ τῶν Οἰκουμενιστικῶν σχεδίων, καὶ ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ
χάσουν οἱ Χριστιανοί, ὅση ἑνότητα ἔχει ἀπομείνει μεταξύ τους, ἀφοῦ θὰ χάσουν τὴν
ἑνότητα μὲ τὴν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως, ἑνούμενοι
μὲ τὶς «ἐκκλησίες» τῶν πονηρευομένων;
Γράφεις: «Ὅσο καὶ ἂν φαίνεται ὅτι οἱ ἐπιπόλαιοι
οἰκουμενιστὲς καὶ οἱ φανατικοὶ ζηλωτὲς
ἔχουν ἀντίθετες
τοποθετήσεις, στὴν πραγματικότητα βρίσκονται στὴν ἴδια ἔνδεια·
εἶναι κλεισμένοι στὴν ἴδια φυλακή. Ξεκινοῦν καὶ τελειώνουν στὴ δική τους ἀντίληψι.
Τοὺς λείπει ἡ τόλμη τῆς πίστεως καὶ ἡ ἀλήθεια τῆς ἀγάπης.
Βασανίζουν καὶ βασανίζονται, προσφέροντες
ἀπειλὲς χωρὶς νόημα ἢ φιλοφροσύνες χωρὶς περιεχόμενο. Ἡ παρουσία τοῦ ἑνὸς
τρέφει τὴν ὕπαρξι τοῦ ἄλλου. Καὶ δὲν σταματᾶ ἡ ταραχὴ τῆς διαμάχης τῶν κατὰ
φαντασία αὐθεντιῶν.
Καὶ πρὸς τὶς δύο πλευρὲς ἀκούγεται ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ: “οὐκ ἀπέστειλα αὐτοὺς
καὶ οὐκ ἐνετειλάμην αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐλάλησα πρὸς αὐτούς· ὅτι ὁράσεις ψευδεῖς …καὶ
προαιρέσεις καρδίας αὐτῶν αὐτοὶ προφητεύουσιν ὑμῖν” (Ἱερ. 14, 14)».
Δὲν γνωρίζουμε ποῦ τοποθετεῖς τὸν ἑαυτό
σου, ἐμεῖς θὰ τολμήσουμε νὰ σὲ ἐντάξουμε, ἀσφαλῶς ὄχι στοὺς «ζηλωτές», οὔτε στοὺς «ἐπιπόλαιους Οἰκουμενιστές», ἀλλὰ στοὺς σιγονταρο-Οἰκουμενιστές. Κι αὐτὸ γιατὶ ἐπιτρέπεις
μὲ τὸν τρόπο σου τὴν ἐλεύθερη δράση τῶν ἐχθρῶν
τοῦ Θεοῦ Παναιρετικῶν Οἰκουμενιστῶν.
Καὶ πρὸς τὶς δύο πλευρὲς ἀκούγεται ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ: “οὐκ ἀπέστειλα αὐτοὺς
καὶ οὐκ ἐνετειλάμην αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐλάλησα πρὸς αὐτούς· ὅτι ὁράσεις ψευδεῖς …καὶ
προαιρέσεις καρδίας αὐτῶν αὐτοὶ προφητεύουσιν ὑμῖν” (Ἱερ. 14, 14)».
Εξ’ αφορμής της Μεγάλης Συνόδου
της Ορθοδόξου Εκκλησίας
Ἀρχιμ. Βασίλειου Γοντικάκη,
Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους
Τώρα καὶ πολλὲς δεκαετίες γίνεται λόγος γιὰ μιὰ μεγάλη Σύνοδο ποὺ
ἑτοιμάζεται. Κάποιοι λένε νὰ μὴν γίνη. Ἄλλοι προβληματίζονται γιὰ τὸ πῶς
πρέπει νὰ ὀνομαστῆ ἢ ποιά εἶναι τὰ θέματα ποὺ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίση.
Τὸ χρέος τὸ μεγάλο καὶ ἅγιο τῶν Ὀρθοδόξων δὲν εἶναι νὰ κάνωμε ἁπλῶς κάτι ἀλλὰ νὰ φανερώσωμε τὸν πλοῦτο τῆς χάριτος ποὺ λειτουργικὰ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ μένει ἀμετάθετο, ἔστω καὶ ἂν ταράσσεται ἡ οἰκουμένη καὶ μετατίθενται ὄρη εἰς καρδίαν θαλασσῶν.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τὴ συνείδησι τῆς μιᾶς Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἰσχυρισμός, ἀλλὰ μιὰ εὐλογία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Θεανθρώπου ποὺ καταλήγει στὴν Ἀνάστασι. Καὶ ἀπὸ τὴ θυσία τῶν ἁγίων ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ παράδειγμά του. Ἀποτελοῦν
Τὸ χρέος τὸ μεγάλο καὶ ἅγιο τῶν Ὀρθοδόξων δὲν εἶναι νὰ κάνωμε ἁπλῶς κάτι ἀλλὰ νὰ φανερώσωμε τὸν πλοῦτο τῆς χάριτος ποὺ λειτουργικὰ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ μένει ἀμετάθετο, ἔστω καὶ ἂν ταράσσεται ἡ οἰκουμένη καὶ μετατίθενται ὄρη εἰς καρδίαν θαλασσῶν.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τὴ συνείδησι τῆς μιᾶς Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἰσχυρισμός, ἀλλὰ μιὰ εὐλογία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Θεανθρώπου ποὺ καταλήγει στὴν Ἀνάστασι. Καὶ ἀπὸ τὴ θυσία τῶν ἁγίων ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ παράδειγμά του. Ἀποτελοῦν