Λέει
ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Τὰ πτερὰ ἐδόθησαν εἰς
τὰ πτηνὰ διὰ νὰ ἀποφεύγουν τὰς παγίδας. Καὶ εἰς τοὺς ἀνθρώπους ἐδόθη τὸ λογικὸν
διὰ νὰ ἀποφεύγουν τὴν ἁμαρτίαν». Ἐκ μέρους κυρίως τῶν Ἐπισκόπων ἔχει προκύψει ζήτημα, γιὰ τὸ
ἂν ὁ πιστὸς εἶναι σὲ θέση νὰ κρίνει τί
εἶναι Ὀρθόδοξο καὶ τί ὄχι. Καὶ τό τί
τελικὰ εἶναι ἀλήθεια καί τί πλάνη, ἰσχυρίζονται, μπορεῖ μόνο ὁ Ἐπίσκοπος νὰ τὸ
κρίνει. Στὸ Α΄ Μέρος τοῦ βιβλίο μας στὸ κεφάλαιο: «Δὲν εἶναι δική μου δουλειά»,
παραθέσαμε ἄφθονα ἁγιογραφικὰ καὶ πατερικὰ ἀποσπάσματα ποὺ ἀποδείκνυαν ὅτι ἡ
εὐθύνη ἑκάστου πιστοῦ εἶναι μεγάλη στὸ νὰ ἀναγνωρίσει καὶ νὰ προασπίσει τὸ Ὀρθόδοξο καὶ νὰ ἀπορρίψει τὴν
αἵρεση. Ἐπίσης ἀποδείξαμε καὶ ὅτι ἡ Ἐκκλησία παρέχει στὸν πιστὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παρακαταθήκη
μὲ τὴν ὁποία τὸν καθιστᾷ ἱκανὸ νὰ κρίνει, νὰ διακρίνει καὶ νὰ ἐπιλέξει τὸ
Ὀρθόδοξο ἀπὸ τὸ αἱρετικό. Μία ἱκανότητα
ποὺ πρωτίστως δωρίζεται καὶ διασφαλίζεται γιὰ κάθε βαπτισμένο μὲ τὸ
Μυστήριο τοῦ Χρίσματος.
Ἐπιχειρεῖται ἀπὸ τὸν Κλῆρο νὰ μεταβιβαστεῖ ἡ συνείδηση καὶ
ἡ κρίση τοῦ πιστοῦ (σὰν μία διοικητικὴ
δικαιοδοσία) στὰ χέρια τοῦ Ἐπισκόπου. Μᾶλλον ἔχει γίνει πεποίθηση στὸν Κλῆρο
ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα φωτίζει τὸν ἄνθρωπο ἀνάλογα μὲ τὸ διοικητικὸ ἀξίωμα ποὺ ἔχει
στὴν Ἐκκλησία κι ὄχι ἀνάλογα μὲ τὸν βίο καὶ τὴν πρόοδό του στὴν ἁγιότητα. Ἄδηλα,
αὐτοὶ οἱ εὑρεσιολόγοι θεολόγοι, προωθοῦν μία νέα θεωρία ποὺ θὰ πρότεινα νὰ
ὀνομαστεῖ «θεωρία τοῦ εὐλαβοῦς βοδιοῦ».
Ὅταν
ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης μᾶς προτρέπει: «Ἀγαπητοί, νὰ ἐξετάζετε καὶ νὰ διακρίνετε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὸ
ἂν πράγματι, ὅπως ἰσχυρίζονται, ἐμπνέονται
[στὰ λόγια τους] ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα», φυσικὰ
καὶ θεωρεῖ τὸν καθένα πιστὸ κατάλληλο γιὰ κάτι τέτοιο καὶ δὲν θέτει ὡς
προαπαιτούμενο καὶ τὴν ταυτόχρονη ἔγκριση τοῦ Ἐπισκόπου του. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
καθιστᾷ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας κριτὲς τῶν Ἀποστόλων, ἀκόμα καὶ τῶν ἀγγέλων στὴν
περίπτωση ποὺ ἡ διδασκαλία τους εἶναι ἀντίθετη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ παρέλαβε ἡ
Ἐκκλησία. Λέει στοὺς πιστούς: «Μιλάω
σὲ ἐσᾶς ὡς φρόνιμους καὶ συνετοὺς ποὺ εἶσθε. Κρίνετε ἐσεῖς γιὰ αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς
πῶ ἀμέσως». Καὶ ἀλλοῦ: «Κρίνετε μόνοι σας». Ἀδειοδοτεῖ
τὸ Ἐκκλησίασμα νὰ κρίνει ἀκόμα καὶ αὐτοὺς ποὺ προφήτευαν στὴν Ἐκκλησία, γιὰ τὸ
ἂν προφήτευαν ἀληθινὰ ἢ ἦταν ἀγύρτες!
Τὸ
ὅτι ἑρμηνεύουμε σωστὰ τὸ ζήτημα
ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν Μ. Ἀθανάσιο: «Ὁ πιστὸς λοιπὸν μαθητὴς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐπειδὴ ἔχει τὸ χάρισμα
νὰ διακρίνει τὰ πνευματικὰ καὶ ἐπειδὴ οἰκοδόμησε ἐπάνω εἰς τὴν πέτρα τὴν οἰκίαν
τῆς πίστεώς του, στέκει σταθερὸς καὶ παραμένει ἀνεπηρέαστος ἀπὸ τὴν ἀπάτη [τῶν
αἱρέσεων]… διὰ τοῦτο εἶναι καλὸν καὶ ἀναγκαῖον νὰ προσευχόμεθα νὰ λάβωμεν τὸ
χάρισμα τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων διὰ νὰ γνωρίζει ὁ καθένας ποιοὺς ὀφείλει
νὰ ἀποστρέφεται καὶ ποιοὺς νὰ προσεταιρίζεται ὡς ὁμοδόξους…». Καμία
ἀναφορὰ σὲ Ἐπίσκοπο.
Ἡ
Δεσποτοκρατία -χωρίς «ζῆλο εὐσεβείας»- γιὰ μία ἀκόμα φορὰ πληγώνει τὸ ποίμνιο.
Ὁ κάθε πιστὸς εἶναι ἱκανὸς ὄχι νὰ θεολογεῖ, ἀλλὰ νὰ συγκρίνει ἂν αὐτὰ ποὺ
ἀκούει ἀπὸ τὸν διδάσκοντα εἶναι τὰ ἴδια ἢ διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δίδαξαν οἱ
Πατέρες. Στοὺς Ἐφεσίους γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Μὴ γίνεστε χαζοί· νὰ καταλαβαίνετε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ».
Κι ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι, γιατὶ ἀλλιῶς, πῶς καὶ γιατί καλεῖται ὁ πιστὸς νὰ
ἐπικυρώσει τὴν κάθε χειροτονία, ἀκόμα καὶ τοῦ Ἐπισκόπου μὲ τὴν ἐκφώνηση
«ἄξιος»; Κι ἂν ὁ πιστὸς λαὸς δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κρίνει τί εἶναι Ὀρθόδοξο καὶ
τί ὄχι, πῶς ἀκύρωσε ὁλόκληρες (ληστρικές) συνόδους; Καὶ πῶς ἀπὸ τὸν λαὸ
ἀνάβλυσαν οἱ μυριάδες τῶν Ἁγίων Ὁμολογητῶν καὶ Μαρτύρων τῆς Πίστης; Γιατὶ
βέβαια οἱ μυριάδες τῶν Ἁγίων Ὁμολογητῶν δὲν ἦταν Ἐπίσκοποι! Οὔτε πῆραν τὴν
ἔγκριση κάποιου ἐπισκόπου γιὰ νὰ φτάσουν στὴν ὁμολογία καὶ στὸ μαρτύριο. Καὶ
ποῦ ἀλήθεια βρίσκονταν οἱ τότε Ἐπίσκοποι, ὅταν οἱ ἁπλοὶ πιστοὶ γίνονταν
Μάρτυρες; Λοιπόν «μηδεὶς ὑμᾶς ἐξαπατάτω
κενοῖς λόγοις», καὶ ἂς μὴ δεχόμαστε
οἱ Ἐπίσκοποι νὰ καταδουλώσουν τὴν κρίση τοῦ πιστοῦ, γιατὶ ἔχουμε «εὐλογία» ἀπὸ
τὸν ἴδιο τὸν Ἀπ. Παῦλο «νὰ μὴν συγκοινωνοῦμε
μὲ κούφια ἔργα ἀλλά…νὰ ἐλέγχουμε».
Γιατὶ ἂν ἡ σοφία εἶναι δουλειὰ μόνο τοῦ Ἐπισκόπου, τότε γιατί ὁ Παῦλος ζητάει
ἀπὸ ἐμᾶς νὰ γίνουμε σοφοί; Θὰ ἔπρεπε νὰ τὸ ζητάει μόνο ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους!
Τὰ
ἴδια διδάσκει καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. «Τί νὰ κάνουμε γι’ αὐτοὺς ποὺ ἐπινοοῦν θέσεις διαφορετικὲς ἀπὸ
τὴν διδασκαλία τῶν ἀποστόλων;» τὸν ρώτησαν. «Ἐκκλίνατε
ἀπ’ αὐτῶν», [ἀπάντησε] «καὶ
ἀποπηδᾶτε». «Διὸ παρακαλῶ φεύγειν
καὶ ἀποπηδᾶν αὐτῶν τοὺς συλλόγους».
«Κρεῖττον γὰρ ὑπὸ
μηδενὸς ἄγεσθαι ἢ ὑπὸ κακοῦ ἄγεσθαι». Ἐναποθέτει ξεκάθαρα ὁ
ἱερὸς Πατὴρ στὸν κάθε πιστὸ τὴν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς.
Τὰ
ἴδια λένε ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες. «Διὰ τοῦτο ἀδελφοὶ πρέπει νὰ ἀγρυπνοῦμεν ὅπως εἶπε ὁ Κύριος καὶ
νὰ εἴμεθα προσεκτικοὶ μήπως ἐξαπατηθῶμεν ἀπὸ τὴν ὡραιότητα τῶν λόγων ἢ μήπως
ἔλθει κανεὶς μὲ χριστιανικὸν ὄνομα καὶ μᾶς εἰπῇ ὅτι “ἐγὼ κηρύσσω Χριστόν” καὶ
ὕστερα ἀπὸ λίγο ἀποδειχθῇ ἀντίχριστος».
Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ αὐτὸ ἂν ὁ κάθε πιστὸς ἔχει ἐναποθέσει τὴν κρίση
του στὰ χέρια ἄλλου; Καὶ ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ διδασκαλία ποὺ ὁρίζει τὸν παροπλισμὸ
τοῦ Ὀρθόδοξου αἰσθητηρίου τοῦ κάθε πιστοῦ, ὅταν ὁ Ἀπ. Παῦλος θεωρεῖ αὐτονόητο καὶ ἀποδεκτὸ οἱ
χριστιανοί νὰ κρίνουν τοὺς Ἐπισκόπους καὶ τὰ τῆς Ἐκκλησίας; «Οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμῶν κρίνετε;».
Ὁ
Μ. Βασίλειος λέει: «Ἀρχαία συνήθεια ἦταν
νὰ μὴν δεχόμαστε κάποιον ἂν δὲν
κρίνουμε τὸ τί πιστεύει γιὰ νὰ μὴ βρεθοῦμε ἔνοχοι ἐπικοινωνῶντας μὲ τοὺς
ἐχθροὺς τῆς πίστεως». Ὁ Μ. Ἀθανάσιος συμφωνεῖ: «Aὐτῶν ποὺ ἀποστρεφόμεθα τὸ φρόνημα, ἀπὸ αὐτῶν τὴν κοινωνία
πρέπει νὰ φεύγουμε». Καὶ ἐδῶ καμμία
προϋπόθεση ἔγκρισης τῆς δικῆς μας κρίσης ἀπὸ Ἐπίσκοπο ἢ Σύνοδο. Διακρίνουμε
εὔκολα ὅτι ἡ ὁδηγία τοῦ Ἁγίου, σὲ περίπτωση ποὺ κάποιος πιστεύει ἄλλα ἀπὸ τὰ
τῆς Ὀρθοδοξίας, δὲν εἶναι νὰ τὸν δεχτοῦμε καὶ νὰ περιμένουμε τὴν καταδίκη του
ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο ἢ τὴν Σύνοδο, ἀλλὰ νὰ τὸν διώξουμε ἀμέσως.
Σήμερα
οἱ Ἐπίσκοποι θεωροῦν τὸν πιστὸ ἠλίθιο νὰ διακρίνει τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν αἵρεση
καὶ ἀπαιτοῦν αὐτοὶ οἱ Ἐπίσκοποι καὶ μόνοι νὰ ὑπάρχουν κριτές. Ἀπαλλάσσοντας
ὅμως τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὸ βασικὸ καθῆκον τῆς γνώσης καὶ τοῦ ἐλέγχου πετυχαίνουν
αὐτὸ ποὺ θέλουν. Τὸ ποίμνιο νὰ βρίσκεται
στὸ σκοτάδι καὶ αὐτοὶ νὰ ἐπιβαίνουν ἐπάνω του σύμφωνα μὲ την δολιότητά
τους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης
προέτρεπε τοὺς πιστοὺς νὰ κλείνουν τὰ αὐτιά τους
καὶ νὰ φεύγουν μὲ ὅλη τους τὴν δύναμη ἀπό ἀκούσματα ἀσεβῆ -γιὰ τὴν πίστη- νὰ μὴ κοινωνήσουν μὲ τὸν μολυσμό.
Τοὺς ἔλεγε πρότυπά τους νὰ εἶναι οἱ Ἅγιοι, καὶ ὅτι ἡ Χάρις δὲν δόθηκε μόνο στοὺς Ἁγίους ἀλλὰ οἱ ἐντολὲς καὶ ὁ τρόπος σωτηρίας
εἶναι κοινὸς γιὰ ὅλους.
Κάποιοι
κάποτε δὲν ὑπάκουαν στὸν Μ. Βασίλειο. Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἔγραψε γιὰ αὐτούς: «...[αὐτοί]
νὰ ὑπακούουν [στὸν Βασίλειο] σὰν παιδιά σὲ πατέρα καὶ νὰ μὴν προβάλλουν ἀντιρρήσεις σὲ ὅσα
αὐτὸς διδάσκει, κατόπιν ἐξετάσεως. Γιατὶ
ἂν μὲν ἦταν ὕποπτος ἔναντι τῆς ἀληθείας καλὰ ἔκαναν καὶ τοῦ ἀντιστέκονταν….κ.λ.π». Βλέπουμε ἐδῶ πὼς ἀκόμα καὶ τὰ λόγια τοῦ
οὐρανοφάντωρος Βασιλείου ἔπρεπε οἱ πιστοὶ νὰ τὰ ἐξετάζουν καὶ μάλιστα ἂν ἦταν
ὕποπτα ἔπρεπε νὰ ἀντισταθοῦν σὲ αὐτά! Στὶς μέρες μας ὅμως πολλοὶ κληρικοί «ξερνοῦν μέσα ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ καρδιά τους», καὶ ἀφοῦ συνετέλεσαν καὶ συντελοῦν στὸν πνευματικὸ νανισμὸ
τοῦ ποιμνίου, τὸ κατηγοροῦν μετὰ ὡς νάνο.
Κάτι
ἀντίστοιχο συμβαίνει καὶ στὸν χῶρο κυρίως τοῦ κοινοβιακοῦ Μοναχισμοῦ στήν
Ἑλλάδα. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας ποὺ ἀπευθυνόταν συνήθως σὲ ἀγράμματους ἢ
ὀλιγογράμματους Μοναχούς, ποὺ εἶχαν ὑποσχεθεῖ ἰσόβια ὑπακοή, ἀναγνώριζε τὴν
ἰδιότητά τους νὰ κρίνουν ἄνευ ἐπισκοπῆς ἄλλου. Ἔλεγε συγκεκριμένα: «Ὅσα ἐναντιοῦνται φανερὰ τοῖς θείοις
προστάγμασι δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ ἐρωτῶμεν, μήτε νὰ λαμβάνωμεν περὶ αὐτῶν
συμβουλήν, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀποφεύγομεν ὅλαις ἡμῶν ταῖς δυνάμεσιν». Στὴν πράξη ὅμως σήμερα ἄλλη διδασκαλία ἐπιφορτίζει τὶς
πλάτες τῶν Μοναχῶν. Ὁ φημισμένος καὶ πολυγραφότατος Ἀρχιμανδρίτης Αἰμιλιανὸς ὁ
Σιμωνοπετρίτης προκάλεσε βαθειὰ ταραχὴ
ὅταν ἔγραψε: «Γιὰ τὸν μοναχὸ πάνω
ἀπ΄ ὅλα εἶναι ὁ γέροντας. Δὲν εἶναι οὔτε τὸ Εὐαγγέλιο, οὔτε ὁ Χριστός, οὔτε ὁ
Θεός, οὔτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μόνον ὁ γέροντας».
Καὶ ἀλλοῦ: «Γιὰ τὸν μοναχό, ἡ
γνῶσις καὶ τὰ διάφορα διαβάσματα
-πολλῷ μᾶλλον τῆς Ἁγίας Γραφῆς- εἶναι πέσιμο…ὁπωσδήποτε μία πτῶσις κι ἕνας κίνδυνος»(!) Καὶ ἀλλοῦ: «Ὁ ἄνθρωπος ποὺ στηρίζει στὴν Ἁγία Γραφὴ τὴν ζωή του, τὴν γνώση
του, τὴν γνώμη του, τὸ θέλημά του, τὸν ἑαυτό του, ἀγνοεῖ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ
τὸν πλοῦτο Του»(!) Λένε πολλοί μοναχοί: «Καλύτερα νά τά χαλάσεις μέ τόν Χριστό, παρά μέ τόν Γέροντά σου»!!! Νυμφίος λοιπόν δέν εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλὰ ὁ Γέροντας.
Νὰ
γιατὶ ὁ κοινοβιακὸς μοναχισμὸς δὲν ξέρει, δὲν ἀκούει, δὲν θέλει νὰ ξέρει
καὶ δὲν θέλει νὰ ἀκούει. Μόνο νὰ εὔχεται
θέλει στὸν Θεό, νὰ δίνει στοὺς κακόδοξους Πατριάρχες καὶ Ἐπισκόπους «πολλὰ τὰ
ἔτη». Ἡ Γεροντολατρεία καὶ ὁ γκουρουϊσμὸς στὰ Κοινόβια, καὶ ἡ Δεσποτοκρατία
στὸν κόσμο ἀφήνουν ἐλεύθερα τοὺς ληστὲς τῆς Θείας διδασκαλίας νὰ ρημάζουν τὸν
ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου.
Ὁ
ὅρος λοιπὸν τῆς «ἐξ ἐνστίκτου» Ἀποτείχισης ποὺ μπορεῖ νὰ κινητοποιήσει τὸν κάθε
πιστὸ γιὰ νὰ προφυλαχθεῖ καὶ νὰ προφυλλάξει, ἔχει καὶ πρέπει νὰ ἔχει σὰν ἔδαφος
στήριξης τὴν παραδεδομένη Ἁγιογραφικὴ καὶ Ὀρθόδοξη Παρακαταθήκη κι ὄχι μία τρόπον τινα
ἀτομική-προσωπικὴ γνωμάτευση. Ὡς τέτοια
νομίζω –καὶ ὀρθά– τὴν ἐννόησε ὁ ἐμπνευστὴς τοῦ ὅρου π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς (ἂν
δὲν κάνω λάθος).
Λέει ὁ ἅγιος Συμεὼν στὸν πιστό: «Εὐχαῖς καὶ δάκρυσι τὸν Θεὸν καθικέτευσον
πέμψαι σοὶ ὁδηγὸν ἀπαθῆ τε καὶ ἅγιον.
Ἐρεῦνα δὲ καὶ αὐτὸς τὰς Θείας Γραφάς, καὶ μάλιστα τὰς τῶν
Ἁγίων Πατέρων πρακτικὰς συγγραφάς, ἵνα ταύταις ἀντιπαρατιθεὶς τὰ παρὰ τοῦ
διδασκάλου καὶ προεστῶτος σοὶ διδασκόμενα καὶ πραττομενα, ὡς ἐν κατόπτρῳ
δύνασαι βλέπειν ταῦτα καὶ καταμανθάνειν καὶ τὰ μὲν συνᾴδοντα ταῖς Γραφαῖς,
ἐγκολποῦσθαι κατέχειν τῇ διανοίᾳ. Τὰ δὲ νόθα καὶ ἀλλότρια, διακρίνειν καὶ
ἀποπέμπεσθαι, ἵνα μὴ πλανηθῇς. Πολλοὶ γάρ, ἴσθι, πλάνοι καὶ ψευτοδιδάσκαλοι, ἐν
ταῖς ἡμέραις ταύταις γεγόνασιν».
Καὶ φυσικὰ τὰ παραπάνω συμφωνοῦν μὲ τὸν Ἀπ.
Παῦλο καὶ Ἰωάννη: «Βλέπετε ἑαυτούς͵ ἵνα
μὴ ἀπολέσητε ἃ εἰργάσασθε ὅτι πολλοὶ πλάνοι εἰς τὸν κόσμον ἐξῆλθον». Λοιπόν, «Ἀγαπητοί͵ μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε͵ ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ
πνεύματα εἰ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἐστιν· ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται εἰς τὸν κόσμον
εἰσεληλύθασι». «Δοκιμάζετε»
λέει ὁ ἀπόστολος καὶ ὄχι «ἀφῆστε τὸν Ἐπίσκοπό σας νὰ δοκιμάζει γιὰ ἐσᾶς»!
Οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγὲς ὁρίζουν τί πρέπει νὰ κάνουν
οἱ λαϊκοί: «...Ὁμοίως καὶ οἱ Λαϊκοί, τοῖς τῇ γνώμῃ τοῦ
Θεοῦ ἐναντία δογματίσασι μὴ πλησιάζετε μηδὲ κοινωνοὶ τῆς ἀσεβείας αὐτῶν
γίνεσθε, λέγει γὰρ καὶ ὁ Θεός. ”ΑΠΟΣΧΙΣΘΗΤΕ ἐκ μέσου τῶν ἀνδρῶν τούτων, ἵνα μὴ
συναπόλησθε αὐτοῖς”. καὶ πάλιν. “ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν, καὶ ἀφορίσθητε, λέγει
Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς”».
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος διατείνεται: «Μὴ πλανᾶσθε ἀδελφοί μου, οἰκοφθόροι βασιλείαν Θεοῦ οὐ
κληρονομήσουσιν. Εἰ δὲ οἱ τοὺς ἀνθρωπίνους οἴκους διαφθείροντες, θανάτῳ καταδικάζονται.
πόσῳ μᾶλλον οἱ τὴν Χριστοῦ Ἐκκλησίαν νοθεύειν ἐπιχειροῦντες, αἰωνίαν τίσουσιν
δίκην, ὑπὲρ ἧς σταυρὸν καὶ θάνατον ὑπέμεινεν ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ τοῦ Θεοῦ
μονογενὴς Υἱός; Οὗ τὴν διδασκαλίαν ὁ ἀθετήσας, λιπανθεὶς καὶ παχυνθείς, εἰς γέενναν
χωρήσει. Ὁμοίως δὲ καὶ πᾶς
ἄνθρωπος, ὁ τὸ διακρίνειν παρὰ Θεοῦ εἰληφώς,
[ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν ἱκανότητα νὰ διακρίνει, δηλαδὴ ὅλοι] κολασθήσεται
ἀπείρῳ ποιμένι ἐξακολουθήσας, καὶ ψευδῆ δόξαν
[πίστη] ὡς ἀληθῆ δεξάμενος». Πουθενὰ δὲν ὑπάρχει ἐπισήμανση γιὰ τὴν ἀνικανότητα τοῦ
πιστοῦ, γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα ἀναμονῆς τῆς ἔγκρισης ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο καὶ τὴν
Σύνοδο.
Λέει
ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ὅταν ἀκούσεις ὅτι ἡ
μία Ἐκκλησία καταποντίστηκε, ἡ ἄλλη πάσχει ἀνίατα, ἡ ἄλλη κλονίζεται, τότε νὰ
καταλάβεις ὅτι ἡ μὲν λύκο ἀντὶ ποιμένα ἔχει, ἡ ἄλλη πειρατὴ ἀντὶ καπετάνιου, ἡ
ἄλλη δήμιο ἀντὶ ἰατροῦ...». Δὲν χρειάζεται νὰ
γίνει Σύνοδος γιὰ νὰ καταλάβεις. Λέει «ὅταν
ἐσὺ ἀκούσεις»! Ὄχι ὅταν σου τὸ ἀνακοινώσει ἡ Σύνοδος! Κι ἀφοῦ ἔτσι ἔχει τὸ
πράγμα, γιατί νὰ παραμείνουμε σὲ μία Ἐκκλησία ποὺ βυθίζεται στὸν ἅδη; Γιατί νὰ
ἀκολουθήσουμε λύκο καὶ πειρατὴ καὶ δήμιο ἀντὶ ποιμένα; Γιατί δὲν θέλουμε νὰ
δοῦμε τὰ ὀφθαλμοφανῆ; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίνει ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς: «Ἡμεῖς ἐκτραπέντες τῆς ὁδοῦ τῆς ἀληθείας καὶ
τῆς ὁδηγίας τῶν Ἁγίων βουλόμεθα τέμνειν ἑαυτοῖς ὁδόν [θέλουμε νὰ χαράξουμε δικό μας δρόμο] κατὰ τὰ θελήματα ἡμῶν τὰ πονηρά». Ἀναισθητοποιούμαστε σιγά-σιγά. «Ὅ,τι καὶ νὰ ἔχουν διδάξει οἱ Ἅγιοι, γιὰ μᾶς
φαίνεται ἀσήμαντο».
«Ὁ πιστεύων, ἀγαπᾷ τοὺς ὀρθῶς πιστεύοντας τῷ Κυρίῳ, τοὺς
δὲ μὴ οὔτως ἔχοντας ἀποστρέφεται καὶ οὐκ ἀνέχεται τούτων, ἀλλ΄ ἐκδιώκει». Ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος
Θεολόγος δὲν ἀναφέρει τήν ἀπόφαση Συνόδου ἢ τήν ἔγκριση Ἐπισκόπου ἢ ἄλλου
Γέροντα ὡς προϋπόθεση γιὰ νὰ
ἀπομακρυνθοῦμε! Τὸ ἴδιο διδάσκει καὶ ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης: «Ἂς ἐρευνήσουμε τὰς Γραφὰς ἀδελφοί, διὰ νὰ μὴν
πεινάσωμεν, ὅταν ἔλθει ὁ ψυχοφθόρος λιμός. Ἂς ἐρευνήσωμεν διὰ νὰ μὴν πλανηθῶμεν». Δὲν λέει «ἂς ἀκολουθοῦμε τοὺς Ἐπισκόπους ἢ τὶς Συνόδους
διὰ νὰ μὴν πλανηθῶμεν»! Μιλώντας ὁ ἅγιος Συμεὼν γιὰ τὸ τί προστατεύει τὸν πιστὸ
ἀπὸ τὶς αἱρέσεις, τίποτα δὲν ἀναφέρει γιὰ Συνόδους. Πολλὲς Σύνοδοι τῆς ἐποχῆς
του ἦταν ἄλλωστε προδοτικές. Γράφει: «Ἐκείνους ποὺ περιπατοῦν εἰς τὸ φῶς τῶν θείων Γραφῶν καὶ
πορεύονται εἰς τὰς παραγγελίας τοῦ Θεοῦ, οὐδὲ κἂν νὰ τοὺς προϋπαντήσουν δὲν
μποροῦν» [οἱ αἱρετικοί]. Καὶ εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι, ὁ Ἅγιος μιλάει
ὄχι γιὰ κάποιους ἀναγνωρισμένους καὶ Συνοδικὰ καταδικασμένους αἱρετικοὺς ἀλλὰ
γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἔλεγαν ὅτι «οἱ
ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦν νὰ ἐφαρμοστοῦν στὶς μέρες μας»!
Ἂς τὸ προσέξουμε αὐτό! Καμία Σύνοδος δὲν
καταδίκασε ποτὲ ὡς αἱρετικοὺς αὐτοὺς ποὺ
ἰσχυρίζονται κάτι τέτοιο. Ὁ Ἅγιος ὅμως τοὺς θεωρεῖ αἱρετικοὺς καὶ χωρὶς τὴν
Σύνοδο, ἀφοῦ στὴν οὐσία παρουσιάζουν ὡς ἄκαιρες
καὶ ὄχι αἰώνιας ἰσχύος τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ἀπαντᾷ σὲ αὐτὴ τήν «μεταπατερικὴ θεολογία» περὶ τῆς
μετάθεσης τῆς κρίσης τοῦ πιστοῦ στὴν δικαιοδοσία ἄλλου λέγοντας: «Δὲν ἔχουμε ἀμφιβολίες ἢ δισταγμοὺς γιὰ τὶς
θεόπνευστες θεολογίες τῶν Ἁγίων Πατέρων, οὔτε ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ κάποιον ὁδηγὸ
ποὺ νὰ μᾶς ὑποδείξει τὴν ἀλήθεια καὶ διορθώσει τὰ φρονήματά μας. Ἀντιθέτως, βασιζόμαστε
στὸ θεμέλιο τῶν δογμάτων τῶν Πατέρων καὶ εἴμαστε προσηλωμένοι σὲ αὐτοὺς ὅπως
στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια».
Δυστυχέστατα,
στὰ πορίσματα τῆς Ἡμερίδας γιὰ τὴν Ἀποτείχιση ποὺ ὀργάνωσε ἡ Ἱ. Μητρόπολη
Πειραιῶς (27/11/2014) περιλαμβάνεται ἡ νέα ἐπισκοπικὴ ἄποψη ποὺ λέει ὅτι: «δὲν εἶναι ἁρμόδιο τὸ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας
νὰ ἐπισημάνει καὶ νὰ διαγνώσει μὲ ἀσφάλεια τὴν αἵρεση, διότι δὲν ἔχει τὶς
ἀνάλογες πνευματικὲς προϋποθέσεις, δὲν ἔχει δηλαδή τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως…».
Λυπᾶμαι τὸν ἑαυτό μου καὶ τοὺς ἀδελφούς μου στὴν Ἐκκλησία ποὺ νομίζαμε ὅτι μὲ
τὸ Ἅγιο Χρίσμα εἴχαμε λάβει ὅλα τὰ
χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Καὶ ὅτι: «…τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸν φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον».
Στὴν ἐν λόγῳ Ἡμερίδα μάθαμε ὅτι ἀποφασίστηκε
ἡ ἀφαίρεση τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ δόθηκαν στον κοσμάκη!! Ἔτσι ὁ
κάθε βαπτισμένος καὶ χρισμένος Ὀρθόδοξος χριστιανὸς σύμφωνα μὲ τοὺς «δολοῦντες
τόν λόγον τοῦ Θεοῦ», ἀπὸ τὶς 27/11/2014 παύει νὰ εἶναι ἱερέας, προφήτης καὶ βασιλιᾶς. [Ἱερέας
εἶναι, (σύμφωνα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη διδασκαλία) γιατὶ ὑποσχέθηκε νὰ προσφέρει τὸν
ἑαυτό τοῦ θυσία στὸν Θεό, προφήτης, γιατὶ εἶδε τὰ μὴ βλεπόμενα τῆς πίστεως καὶ
βασιλιᾶς, γιατὶ ἔγινε κατὰ χάριν υἱὸς τοῦ ἐπουράνιου βασιλέως Χριστοῦ].
Ἀλλὰ
ἀφοῦ ὁ λαὸς δὲν ἔχει «τὶς πνευματικὲς πρϋποθέσεις» πῶς ἀκύρωσε συνόδους
ἑκατοντάδων Ἐπισκόπων ποὺ «εἶχαν τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως»; Καὶ πῶς αὐτὸς ὁ
«ἀναρμόδιος» λαὸς ἐπανέφερε ἀπὸ τὶς ἐξορίες στὸν ποιμαντικό τους θρόνο τοὺς
Ἀθανασίους, Μελετίους, Χρυσοστόμους, Γρηγορίους καὶ τοσους ἄλλους; Καὶ πῶς
ἐκπαραθύρωσε τοὺς Ἀρείους, Νεστορίους, Βέκκους, καὶ τόσους ἄλλους; Μήπως μὲ τὴν
ἀδιακρισία του; Ἐπίσης φαίνεται δὲν ἐνημερωθήκαμε σωστά καὶ δὲν ξέραμε ὅτι,
ὅταν παίρνει κανεὶς πτυχίο θεολογίας ἢ ὅταν γίνεται κληρικός, τοῦ ἐπισυνάπτεται
μιὰ ἔξτρα ποσότητα διακρίσεως και
γενόμενος δοχεῖον διακρίσεως τὰ πάθη του ἐξαφανίζονται! Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ὁ
βίος τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζει «φίδια» καί «λύκους» κληρικοὺς καὶ Ἐπισκόπους ποὺ
διέθεταν ἄφθονη «διάκριση» κι ὄχι λαϊκούς! Εἶναι πρωτόγνωρη ἡ περιθωριοποίηση
τῶν λαϊκῶν ποὺ ἐπιχειρεῖται σήμερα. Ἀναπτύσσεται στὴν Ἐκκλησία -καθόλου τυχαῖα-
ἕνα ἰδιότυπο εἶδος ἐλιτισμοῦ, ποὺ εἶναι φανερὰ
παπικῆς προέλευσης, καρπὸς τῆς μοιχικῆς σχέσης των Ἐπισκόπων μὲ τὸν Πάπα.
Ἕνα
ἀκόμα χωρίο τοῦ ἅγ. Ἰγνατίου, μιλᾷ γιὰ
τὴν ἱκανότητα ἢ ὄχι τῶν πιστῶν νὰ ἀντιμετωπίζουν αἱρετικὲς ἀπόψεις: «...ἐάν τις
πίστιν θεοῦ ἐν κακῇ διδασκαλίᾳ φθείρῃ, ὑπὲρ ἧς Ἰησοῦς Χριστὸς ἐσταυρώθη; ὁ
τοιοῦτος, ρυπαρὸς γενόμενος, εἰς τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον χωρήσει, ὁμοίως καὶ ὁ ἀκούων αὐτοῦ». Ὁ ἅγιος
Ἰγνάτιος ἐδῶ, διδάσκει ὅτι στὸ πῦρ τὸ ἄσβεστο θὰ καταδικασθῆ ὄχι μόνον αὐτὸς
ποὺ διαφθείρει τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ (δηλ. ὁ αἱρετικός), ἀλλὰ ἐπιπλέον καὶ «ὁ ἀκούων αὐτοῦ». Καὶ σήμερα μᾶς λένε ὅτι ἡ
Ἀποτείχιση εἶναι δυνητική! Ὁ Ἅγιος, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἐναποθέτουν τὴν
εὐθύνη καὶ τὸν κίνδυνο, ποὺ διατρέχουν ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ποιμένες, στοὺς
ἰδίους τοὺς πιστούς, καὶ τοὺς ἀναγνωρίζουν τὴν
«ἁρμοδιότητα» καὶ τίς «πνευματικὲς προϋποθέσεις» καὶ τὴν «διάκριση»
ποὺ οἱ ποιμένες σήμερα ἀποφάσισαν ὅτι
στερούμαστε.
Οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγὲς ἐπιτάσσουν στοὺς
πιστούς: «Νὰ φεύγετε ἀπὸ τῶν φθορέων ποιμένων»· ἐνῶ οἱ ποιμένες μᾶς λένε: νὰ
μένετε στὸν κακόδοξο Ἐπίσκοπο, γιατί «τὸ ἔργο τῆς διαγνώσεως καὶ τῆς κρίσεως
ἀνήκει στοὺς ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι καλοῦνται Συνοδικῶς νὰ κρίνουν». Ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος καὶ ὅλη ἡ
Πατερικὴ διδασκαλία προτρέπει τοὺς πιστοὺς γιὰ ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. «Τοὺς
Ἐπισκόπους ὑμῶν ἐπιτηρεῖτε, ἵνα ὦσιν Ὀρθόδοξοι, καὶ μὴ διδάσκουσι δόγματα
ἐναντίον τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως».
Ἡ
ὅποια ἀδυναμία τῶν πιστῶν νὰ διακρίνουν τὴν αἵρεση,ὀφείλεται στὴν ἀδιαφορία καὶ
ἀποτυχία τῶν ποιμένων νὰ κατηχήσουν σωστὰ τὸ ποίμνιο. Γιατὶ τὰ τάλαντα ὁ
Κύριος δὲν τὰ φύλαξε μόνο γιὰ τοὺς κληρικούς, καὶ στοὺς λαϊκοὺς ἐπεφύλαξε τὸ
μαῦρο σκοτάδι, ἀλλὰ τὰ δίνει ἁπλόχερα σὲ κάθε πιστὸ ἀνάλογα μὲ τοὺς κόπους του.
Καὶ πῶς γίνεται σήμερα οἱ λαϊκοὶ νὰ εἶναι χειρότερα ἐνημερωμένοι καὶ καθόλου
διακριτικοί -κατὰ τοὺς εἰσηγητὲς τῆς Ἡμερίδας- ἐνῶ αἰῶνες πρὶν στὰ καφενεῖα τῆς
Κωνσταντινούπολης οἱ πιστοὶ εἶχαν σὰν κύριο θέμα τους τὴν αἵρεση τῶν
Πνευματομάχων; Θὰ μοῦ ποῦνε ὅτι αὐτὸ
συνέβαινε, γιατὶ τότε ἦταν ἀνάμεσά τους ἕνας Γρηγόριος (ὁ Θεολόγος). Πολύ
σωστὰ! Ἐφόσον ἐσεῖς (οἱ ποιμένες) δὲν εἶστε Γρηγόριοι, καὶ Χρυσόστομοι, καὶ
Μάξιμοι, πῶς ὁ λαὸς νὰ εἶναι σὲ ὕψη διακρίσεως; Τὴν κατάπτωση τοῦ πιστοῦ λαοῦ
ἀρχίσατε ἐπισήμως νὰ τὴν χρεώνετε σὲ αὐτὸν ὡς ἐγγενῆ ἀδυναμία τῆς ὕπαρξής του,
ὡς σταθερὸ καὶ μόνιμο δόγμα τῶν δυνατοτήτων του, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι
ὀφείλεται στὴν δική σας ἀδιαφορία, ἀνεπάρκεια καὶ ἀνικανότητα νὰ τὸν κατηχήσετε
καὶ νὰ τὸν ἐμπνεύσετε μὲ τὴν ἁγιότητά σας!