Ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης προσπάθησε συνειδητὰ νὰ ἐξαπατήσει τοὺς ἐνορῖτες του, οἱ ὁποῖοι ὡς φαίνεται
προβληματίζονται ἔντονα ἀπὸ τὴν ἀπραξία καὶ σιγὴ τῶν Ποιμένων μπροστὰ στοὺς
κακόδοξους λόγους καὶ ἐνέργειες τῶν ἡγετῶν τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Καὶ ἡ προσπάθειά του αὐτή (προσπάθεια διαστρέβλωσης τῆς Ἱερῆς μας Παραδόσεως)
δὲν ἔμεινε μόνο στὰ στενὰ πλαίσια τῆς ἐνορίας του, ἀλλὰ βγῆκε καὶ στὸ
διαδίκτυο, γιὰ νὰ προκαλέσει σύγχυση καὶ σὲ εὐρύτερη ὁμάδα πιστῶν. Εἶναι λοιπὸν
ὑποχρέωσή μας, χάριν τῆς ἀλήθειας, νὰ συγκρίνουμε τοὺς λόγους του, μὲ τὰ
κείμενα παλαιοτέρων καὶ συγχρόνων θεολόγων. Γιὰ δεύτερη φορά (μετὰ τὴν πρώτη ἀπάντηση,
ἐδῶ) δὲν θὰ παραθέσουμε
κείμενα δικά μας, ἀφοῦ μᾶς θεωρεῖ ἐκτὸς Ἐκκλησίας· θὰ παραθέσουμε κείμενα Ἁγίων,
Κανονολόγων, ἀλλὰ καὶ τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση, μὲ τὸν ὁποῖον ὁ π. Βασίλειος ἔχει ἀγαστὴ
συνεργασία στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο» καὶ τὴν «Σύναξη κληρικῶν», μὲ τὴν ἐπισήμανση ὅτι
ἡ ἀποπροσανατολιστικὴ ἀπάντηση καὶ παρελκυστικὴ τακτικὴ τοῦ π. Βασίλειου ταιριάζει
μὲ αὐτὴ τῶν συνεργατῶν του.
Παραθέτουμε τὴν τοποθέτησή του, σχετικὰ μὲ τὸν ὅρο
«Ἀποτείχιση» ἀπὸ τὴν πρώτη παράγραφο τῆς ὁμιλίας του (ἐδῶ).
Εἶπε: «Ὁ ὅρος “Ἀποτείχιση” εἶναι ἀπορριπτέος, διότι (ὅταν) ἀποτειχίζεται κάποιος, βγαίνει ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή, ἐκτὸς τῶν τειχῶν, εἶσαι ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Τί θὰ πεῖ “ἀποτειχίζομαι”; Μόνος σου, δηλαδή ὁμολογεῖς ὅτι εἶσαι ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἄρα, τί ἐπιδιώκεις;».
Γιὰ νὰ δοῦμε ποιός εἶναι ἀπορριπτέος, ὁ ὅρος “Ἀποτείχιση”
ἢ ἡ δική του τοποθέτηση περὶ ἀποτειχίσεως.
1) Ὁ ὅρος “Ἀποτείχιση” ὑπάρχει σὲ ἱερὸ Κανόνα τῆς
Ἐκκλησίας μας. Στὸν ΙΕ΄ Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου.
α) Κανὼν ιε΄:
«Οἱ γὰρ δι' αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ
Πατέρων κατεγνωσμένην, ...οἱ τοιοῦτοι ...πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς
πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες,
...τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς
ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ
ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον,
ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν
ῥύσασθαι».
β) Βαλσαμών.
Ὁ Κανονολόγος Βαλσαμὼν ἑρμηνεύοντας τὸν Ἱ. Κανόνα ὁμιλεῖ γιὰ ἀποτείχιση: «...Ἐὰν ἑαυτὸν ἀποτειχίσῃ,
ἤγουν χωρίσῃ ἐκ τῆς κοινωνίας τοῦ πρώτου αὐτοῦ, οὐ μόνον οὐ τιμωρηθήσεται, ἀλλὰ
καὶ τιμηθήσεται, ὡς ὀρθόδοξος» (P.G. 137, 1068-1069).
[Δηλαδή, αὐτὸν ποὺ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τιμᾶται ὡς ὁρθόδοξος, ὁ π. Βασίλειος θεωρεῖ
ἐκτὸς Ἐκκλησίας!!!].
γ) Ζωναρᾶς.
Ἑρμηνεύοντας τὸν Ἱ. Κανόνα ὁ Κανονολόγος Ζωναρᾶς ὁμιλεῖ κι αὐτὸς γιὰ ἀποτείχιση:
«Εἰ δ’ ὁ πατριάρχης τυχὸν ἢ μητροπολίτης, ἢ ὁ ἐπίσκοπος
αἱρετικὸς εἴη, καὶ τοιοῦτος ὡς δημοσίᾳ, κηρύττειν τὴν αἵρεσιν, καὶ γυμνῇ τῇ
κεφαλῇ, ἀντὶ τοῦ, ἀνυποστόλως καὶ μετὰ παρησίας, διδάσκει τὰ αἱρετικὰ δόγματα,
οἱ ἀποσχίζοντες αὐτοῦ, ὅποιοι ἂν εἶεν,
οὐ μόνον κολάσεως ἄξιοι οὐκ ἔσονται διὰ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ τιμῆς, ὡς ὀρθόδοξοι, ἀξιωθήσονται, χωρίζοντες ἑαυτοὺς τῆς τῶν αἱρετικῶν κοινωνίας. Τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἀποτειχίζοντες. Τὸ γὰρ τεῖχος τῶν ἐντὸς
αὐτοῦ πρὸς τοὺς ἐκτὸς χωρισμός ἐστιν» (P.G. 137, 1069).
δ) Ἅγιος
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος συχνὰ ἀναφέρεται
στοὺς Κανονολόγους, στὴν ἴδια γραμμὴ κινεῖται: «Ἐὰν
δὲ οἱ ρηθέντες πρόεδροι ἦναι αἱρετικοί,
καὶ τὴν αἵρεσιν αὐτῶν κηρύττουσι παρρησία, καὶ διὰ τοῦτο χωρίζονται οἱ εἰς αὐτοὺς ὑποκείμενοι, καὶ πρὸ τοῦ νὰ γένῃ
ἀκόμη συνοδικὴ κρίσης περὶ τῆς αἱρέσεως ταύτης, οἱ χωριζόμενοι αὐτοί, ὄχι μόνον
διὰ τὸν χωρισμὸν δὲν καταδικάζονται,
ἀλλὰ καὶ τιμῆς τῆς πρεπούσης ὡς ὀρθόδοξοι, εἶναι ἄξιοι, ἐπειδή, ὄχι σχίσμα
ἐπροξένησαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν μὲ τὸν χωρισμὸν αὐτόν, ἀλλὰ μᾶλλον ἐλευθέρωσαν τὴν Ἐκκλησίαν ἀπὸ τὸ σχίσμα καὶ τὴν αἵρεσιν τῶν
ψευδεπισκόπων αὐτῶν. Ὅρα καὶ τὸν λα'. Ἀποστολικόν» (Πηδάλιον, σελ. 292).
ε) Τέλος ὁ π. Ἐπιφάνιος
Θεοδωρόπουλος, μὲ τὸν ὁποῖον συνεδέετο πνευματικὰ ὁ π. Βασίλειος ἔγραφε: Ἡ ἀποτείχιση εἶναι, «κανονικὸν
δικαίωμα... Ἄν τις, χρησιμοποιῶν τὸ δικαίωμα αὐτοῦ, παύσῃ τὸ μνημόσυνον, καλῶς
ποιεῖ!» (Τὸ κείμενο αὐτὸ παραθέσαμε χθὲς ἀπὸ τὸ βιβλίο του «Τὰ Δύο Ἄκρα»,
σελ. 90).
Σὲ ἄλλο σημεῖο ὅμως, τοῦ ἰδίου
βιβλίου, ὁ π. Ἐπιφάνιος εἶναι πιὸ ἀναλυτικός. Μιλάει συγκεκριμένα γιὰ ἀποτείχιση
ἀπὸ τὸν τότε πατριάρχη Ἀθηναγόρα (πόσο μᾶλλον σήμερα ἀπὸ τὸν διαπράξαντα καὶ εἰπόντα
τρισχειρότερα ἐκείνου, τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο)· καὶ διδάσκει ὅτι ἡ ἀποτείχιση
ἀπὸ τὸν Ἀθηναγόρα (καὶ σήμερα τὸν Βαρθολομαῖο) εἶναι δικαίωμα:
«Ὁ Πατριάρχης
Ἀθηναγόρας ἔχει κηρύξει αἱρετικὰ φρονήματα. Οὔτε κατεδικάσθη
ὅμως εἰσέτι ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας οὔτε ἀπεκήρυξεν αὐτὸς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐξῆλθεν
ἐξ αὐτῆς. Παραμένει καὶ ἐνεργεῖ ἐντὸς
τῆς Ἐκκλησίας... Τελεῖ μυστήρια. Ἡμεῖς τί δυνάμεθα νὰ πράξωμεν; α) Νὰ
προσευχώμεθα ὑπὲρ ἀνανήψεως καὶ μετανοίας αὐτοῦ. β) Νὰ διαμαρτυρώμεθα κατ’
αὐτοῦ καὶ νὰ ἀγωνιζόμεθα. Ἂν δὲ ἡ συνείδησις τινος δὲν ἀνέχηται νὰ μνημονεύει
τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, ἔχει τὸ δικαίωμα, προβαίνων ἔτι περαιτέρω, νὰ παύσῃ τὸ μνημόσυνον τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ,
συμφώνως τῷ ΙΕ΄ Κανόνι τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Τοῦτο ὅμως εἶναι τὸ ἔσχατον
βῆμα, εἰς ὃ δύναται νὰ προχωρήσῃ, ἂν θέλῃ νὰ μὴ εὑρεθῇ εἰς σχίσματα καὶ εἰς
ἀνταρσίας. Παύων δηλαδὴ τὸ μνημόσυνον, δὲν θὰ μνημονεύῃ ἑτέρου Ἐπισκόπου» («Τὰ Δύο Ἄκρα», σελ. 89).
2.
Τὸ δικαίωμα καὶ τὴν ὑποχρέωση γιὰ ἀποτείχιση διδάσκει ἐδῶ καὶ δεκαπέντα χρόνια
περίπου ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης. Ἤδη ἀπὸ τὸ 2001 ἔγραφε: «Ὑπομείναμε,
ὑπομείναμε, ὑπομείναμε τοὺς οἰκουμενισμοὺς καὶ τοὺς ἐκσυγχρονισμοὺς
ἐπὶ ἕνα αἰῶνα. Κάναμε ὑπομονὴ καὶ ὑπακοή∙ περιμέναμε
καὶ ἐλπίζαμε νὰ παύσουν οἱ συμπροσευχές, οἱ συγχρωτισμοί, οἱ συγκρητισμοί∙
...ἐνιστάμεθα καὶ διαμαρτυρόμεθα. Θὰ διακόψουμε τὴν κοινωνία
μὲ ὅσους κοινωνοῦν μὲ τὸν ἀκοινώνητο,
αἱρετικὸ καὶ σχισματικὸ πάπα» (Ζήση Θ., “Μὲ τὸ ἀρνίο ἢ μὲ τὸ θηρίο; Μὲ τὸν
Χριστὸ ἢ μὲ τὸν πάπα;”, Θεοδρομία, Ἰανουάριος‒Μάρτιος
2001).
Καὶ λίγο ἀργότερα ὁ π.
Θεόδωρος ἔγραφε: «Ἔγγαμος ἱερεύς, πολύτεκνος, τῆς Ἱερᾶς
Μητροπόλεως Δημητριάδος, ἀποφασισμένος νὰ διακόψῃ τὸ
μνημόσυνο τοῦ συμφωνοῦντος μὲ ὅλα αὐτὰ ἐπισκόπου του, ὅταν διακριτικὰ
τοῦ ὑπενθύμισα τὶς πιθανὲς διώξεις καὶ ποινὲς μοῦ
εἶπε:
»“Προτιμῶ
νὰ καλλιεργῶ τὰ χωράφια μου, ὡς ἁπλὸς ἀγρότης, καὶ νὰ κρατήσω τὴν πίστη
μου, παρὰ νὰ συνεργήσω στὴν κατεδάφισή της καὶ νὰ πάω στὴν κόλαση
μαζὶ μὲ τὸν πατριάρχη καὶ τοὺς ἐπισκόπους”...
Αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ ὀλιγογράμματος ἱερεὺς ...ἐκφράζουν τὴν διαχρονικὴ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας
γιὰ τὴν στάση ὅλων τῶν πιστῶν
καὶ τῶν λαϊκῶν ἀπέναντι τῶν ἐπισκόπων καὶ τῶν πρεσβυτέρων σὲ περίπτωση ποὺ δὲν ὀρθοτομοῦν τὸν λόγο τῆς ἀληθείας,
ἀλλὰ ἐνισχύουν τὴν αἵρεση καὶ
τὴν πλάνη (περιοδ. Θεοδρομία, καὶ www.theodromia.gr/87D26F7F.print.el.aspx).
Στὸ ἴδιο κείμενο, λίγο
παρακάτω, ὁ π. Θεόδωρος ἐπαινεῖ ἱερομόναχο ποὺ διέκοψε τὸ μνημόσυνο του Πατριάρχη. Γράφει:
Ὁ Μ. Ἀθανάσιος λέγει, πὼς «στὴν
περίπτωση ποὺ ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας,
συμπεριφέρονται κακῶς καὶ σκανδαλίζουν τὸν λαό,
πρέπει νὰ ἐκδιώκονται, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχῃ
κίνδυνος νὰ μείνουν οἱ πιστοὶ χωρὶς ποιμένα. Εἶναι καλύτερα, συμφέρει,
χωρὶς ἐπισκόπους καὶ ἱερεῖς νὰ γίνονται οἱ συνάξεις στοὺς ναούς, παρὰ
νὰ ριφθοῦν οἱ πιστοὶ μαζὶ μὲ τὸν ἐπίσκοπο καὶ τοὺς ἱερεῖς στὴν κόλαση,
ὅπου πῆγαν οἱ Ἑβραῖοι τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ μαζὶ μὲ τοὺς ἀρχιερεῖς
τους...
»Αὐτὸ
ἔπραξε στὶς ἡμέρες μας ὁ Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος Γαβριὴλ καὶ μὲ
μία ὀλιγόλογη καὶ θαρραλέα Δήλωση καὶ Ὁμολογία διέκοψε τὸ μνημόσυνο τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου,
μετὰ τὶς συμπροσευχὲς καὶ τὶς κοινὲς δηλώσεις μὲ τὸν προηγούμενο πάπα.
Στὸ ἑξῆς, γράφει, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθῇ ὅτι μὲ τὴν σιωπή μου συμφωνῶ μὲ
ὅσα γίνονται, δὲν θὰ συμμετέχω στὶς ἀκολουθίες ποὺ μνημονεύεται
τὸ ὄνομα τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου».
Γράφει ἀλλοῦ ὁ ἴδιος: Πολλοί πλέον «διαπιστώνουν
ὅτι κινδυνεύει πλέον ἡ ἀκεραιότητα τῆς ἀλήθειας, ὅτι οἱ μνημονευόμενοι στὴ
Θ. Λειτουργία ἐπίσκοποι, ὡς ἐγγυητὲς τῆς ἐν τῇ πίστει ἑνότητος
δὲν ὀρθοτομοῦν
τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, δὲν εὑρίσκονται σὲ κοινωνία
μὲ τοὺς πρὸ αὐτῶν Ἁγίους, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ εἶναι ἀκοινώνητοι, ὡς
κοινωνοῦντες μὲ τοὺς ἀκοινωνήτους» (Ζήση Θεόδ., Κακὴ Ὑπακοή…,
σελ. 23).
Ἀλλὰ καὶ στὰ «Πορίσματα τοῦ
Συνεδρίου γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό: «Γένεσις – Προσδοκίαι – Διαψεύσεις»
καὶ στὴν § 8 διαβάζουμε: «Νὰ διατρανωθεῖ πρὸς τὶς Ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες
ὅτι σὲ περίπτωση ποὺ ἐξακολουθήσουν νὰ συμμετέχουν καὶ νὰ ἐνισχύουν τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, ὁ ἐπιβεβλημένος σωτήριος, κανονικὸς καὶ ἁγιοπατερικὸς
δρόμος τῶν πιστῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, εἶναι ἡ ἀκοινωνησία, ἡ διακοπὴ δηλαδὴ
τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται συνυπεύθυνοι
καὶ συγκοινωνοὶ τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης. Δὲν πρόκειται περὶ σχίσματος, ἀλλὰ περὶ θεαρέστου ὁμολογίας, ὅπως τὸ ἔπραξαν παλαιοὶ Πατέρες,
ἀλλὰ καὶ στὶς ἡμέρες μας ὁμολογηταὶ ἐπίσκοποι, μεταξὺ τῶν ὁποίων
ὁ γεραρὸς καὶ σεβαστὸς μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Αὐγουστῖνος,
καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος…» (περιοδ. Θεοδρομία
καὶ theodromia.gr/0A96DE2C.el.aspx).
Αὐτὰ γιὰ τὴν δεύτερη ἀπάντηση
π. Βασίλειε. Δὲν θὰ ἐξετάσω ἐδῶ, τὸ γιατί, ἀπὸ κάποια στιγμὴ καὶ πέρα, ὁ π.
Θεόδωρος ἀναγκάστηκε, χωρὶς θεολογικὴ ἐξήγηση
τῆς ἀλλαγῆς αὐτῆς, νὰ ἐκφέρει συγκρατημένες ἀπόψεις περὶ τοῦ θέματος καὶ νὰ κρατᾶ
παγιδευμένους στὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς (μὲ ὅση εὐθύνη τοῦ ἀναλογεῖ γι’
αὐτό), ὅσους πιστοὺς ἀγωνιοῦν γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν σωτηρία τους. Ὅμως, ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀναφέραμε εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι συκοφαντεῖτε ὄχι ἀδελφούς σας, ποὺ ἐπέλεξαν τὴν ἀποτείχιση ἀπὸ αἱρετικούς, ἀλλὰ τὴν διαχρονικὴ στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα. Καὶ θεωρεῖται ἐμᾶς ποὺ ἐφαρμόσαμε ἕνα Ἱ. κανόνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸν ἑαυτό σας ποὺ κακοδιδασκαλεῖ, ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας!
Αὐτὸ τουλάχιστον, οὔτε ὁ π. Ἐπιφάνιος (ποὺ θεωροῦσε ὡς δικαίωμα καὶ ὄχι ὑποχρέωση τὴν ἀποτείχιση) δὲν τόλμησε νὰ γράψει!
Θὰ ἀκολουθήσει καὶ ἄλλη ἀπάντηση.
Θὰ περιμένουμε μετὰ τὶς δικές μας ἀπαντήσεις, νὰ ἔχουμε τὶς τοποθετήσεις σας ἐπὶ
τοῦ θέματος, γιὰ νὰ ἀρθοῦν οἱ κακὲς ἐντυπώσεις ποὺ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὶς
ἄστοχες ἐξηγήσεις ποὺ ἀρχικὰ δώσατε στὰ πνευματικά σας παιδιά.