Μπαίνουμε σε ένα ναό να
ανάψουμε το κερί μας, ν’ ασπαστούμε τις άγιες εικόνες και να σταθούμε σε μια
γωνιά να προσευχηθούμε, να βρεθούμε τετ-τετ
με το Θεό και να του ανοίξουμε την καρδιά μας κι αν Εκείνος θελήσει κι
ανταποκριθεί, ίσως να μας κάνει τη χάρη να νοιώσουμε αυτή την επικοινωνία με
τον τρόπο που Αυτός θα επιτρέψει.
Σε μια λοιπόν εκκλησιά, περνώντας
απ’ έξω, κοντά στο πατρικό μου
σπίτι, αφού είχα κάμποσα χρόνια να
δρασκελίσω τα κιτρινισμένα απ’ το χρόνο μαρμάρινα σκαλιά της, αισθάνθηκα
την ανάγκη να μπω για τον σκοπό αυτό· άναψα δυο κεράκια και κάθισα σε μια
γωνιά ρίχνοντας το βλέμμα μου στο τέμπλο
και στο βάθος στο ιερό. Έψαχνα κάτι για
να με κάνει να εστιάσω και να συγκεντρωθώ στην προσευχή, μία μορφή, μία αφορμή
για να πιαστώ.
Ατενίζοντας γύρω τις αγιογραφίες έπεσε το μάτι
μου στις δύο αντικριστές κολώνες, πριν τον σολέα, που βαστάζουν τροπόν τινά τη
βάση του τρούλου.
Στη μια κολώνα δέσποζε η ολόσωμη αγιογραφία του αγίου Κοσμά του Αιτωλού κι από την αριστερή πλευρά του Εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου Σμύρνης, που πριν κάμποσα
χρόνια αγιοποίησε παρανόμως η Σύνοδος της Εκκλησίας της
Ελλάδος με ενέργειες του τότε Δημητριάδος (και μετέπειτα αρχιεπισκόπου
Αθηνών) Χριστοδούλου. Δεν είχα ξαναδεί την αγιογραφία του σε κάποιο
ναό, παρά μόνο σε εικόνα.
Το θέαμα με τάραξε. Σηκώθηκα
αναστατωμένη, έκανα βιαστικά το σταυρό μου κι έφυγα σαν κάτι να με έδιωχνε από
κει μέσα. Γύρισα λυπημένη και απογοητευμένη και με σκυμμένο το κεφάλι κατέβαινα
τα σκαλιά μονολογώντας μέσα μου.
Θεέ μου, τί συμβαίνει
πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν μέσα στη χορεία των Αγίων σου, διαφορετικοί
Άγιοι, που άλλα να πρεσβεύει ο ένας κι άλλα ο άλλος; Πού είναι η συμφωνία, η
ομοφωνία, η σύμπνοια, η ενότητα, η ταύτιση των Αγίων σου εν Αγίω Πνεύματι;
Για πρώτη φορά
συνειδητοποίησα την τραγικότητα αυτή.
Ένοιωσα τόσο άσχημα εκεί μέσα στο ναό, που από μικρό παιδί πήγαινα κι άναβα το κεράκι μου κι
αναπαυόμουνα, ένοιωσα τόσο άσχημα που
δεν μπόρεσα να προσευχηθώ, που διάφοροι
λογισμοί και σκέψεις δυσάρεστες με κατέβαλαν τόσο πολύ, που δεν κατάφερα να
συγκεντρωθώ όσο κι αν προσπάθησα.
Γιατί, αλήθεια, σε ποιόν
από τους δυό θα μπορούσα να απευθυνθώ, για να μεσιτέψει για την κατάσταση που
βιώνουμε σήμερα ως Χριστιανοί, ως Έλληνες, ως γονείς, ως παιδαγωγοί, ως...
Σήμερα που κινδυνεύουμε ως έθνος και ως Ορθόδοξοι πιστοί, ποιος θα μπορούσε να
πρεσβεύσει για τα δεινά που έρχονται,
για την πορεία μας και για την σωτηρία μας από την λαίλαπα του
Οικουμενισμού; Είναι δυνατόν, ένα πρώϊμο κήρυκα του Οικουμενισμού, τον
Χρυσόστομο Σμύρνης, να επικαλεστούμε να σπεύσει σε βοήθειά μας;
Οι διδαχές του ενός, του
αγίου Κοσμά, ήσαν ορθόδοξες, βγαλμένες μέσα από την άσκηση στον Άθω, μέσα από
την προσευχή. Στήριξε το υπόδουλο γένος, άφησε στους ταλαιπωρημένους από την
Τουρκιά ορθόδοξους χριστιανούς θεόπνευστες Παρακαταθήκες, κληρονομιά αθάνατη.
Δίδαξε ο απλός και
χαριτωμένος άγιος Κοσμάς: «τον Πάπα να καταράσθε γιατί αυτός θα είναι η
αιτία του κακού». Κι ο άλλος εκθείαζε τον Πάπα και τον αποκαλούσε
Υπάτη κι Αγιωτάτη Κορυφή,
προκειμένου να αποκομίσει στρατιωτική
βοήθεια για τη Σμύρνη.
Ο ένας πίστευε και
δίδασκε ότι όλα τα δεινά του «Ρωμαίικου» θα έλθουν από τη Δύση, από το Δυτικό
κόσμο, από τα ρηγάτα τα ευρωπαϊκά, ενώ ο άλλος ότι η σωτηρία, η ανάπτυξη, η
πρόοδος θα έλθει από τη Δύση.
Ο πατρο-Κοσμάς
πίστευε ότι οι ευρωπαίοι εισβολείς και κατακτητές θα φέρουν συμφορές στον τόπο
μας και ό,τι σεβάστηκαν κι άφησαν απείρακτο οι Οθωμανοί, θα το
καταστρέψουν οι διαβασμένοι
ευρωπαΐζοντες διαφωτιστές. Ο εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης διεκήρυττε ότι
μόνον αν στραφούμε προς την Δύση, μόνον αν έχουμε ως πρότυπα τους ευσεβεστάτους Αγγλικανούς και Προτεστάντες,
μόνο αν ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους και πάρουμε από τα φώτα τους στην
παιδεία, στις επιστήμες, στη θεολογία, στις τέχνες, τότε μπορεί να λυτρωθεί το
γένος μας και να ανανήψει από τη δουλεία.
Ο ένας πρόβαλε ως ηρωϊκά παραδείγματα τους
Νεομάρτυρες και τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, κι ο άλλος τους
διαφωτιστές, τον Βολταίρο, τον Κλεμανσώ, τον Ουΐλσων και τον Βενιζέλο!
Ο ένας αποκαλούσε τον
φράγκικο χριστιανισμό ψεύτικο, κάλπικο και διαβολικό κι ο άλλος χαρακτήριζε και
δίδασκε ότι οι δυτικές αιρέσεις είναι τύποι αγνής, απλής κι απερίττου αρχεγόνου
Χριστιανικής Εκκλησίας, στους οποίους η χριστιανική πίστη κι αλήθεια
ορθοτομείται σε βαθμό σχεδόν τέλειο.
Ο ένας είχε ως πρότυπο
τον μοναχικό κι ασκητικό βίο και ο άλλος τ’ αποστρεφόταν και τα έφερε ως παραδείγματα προς υποτίμηση
κι αποφυγή .
«Ψυχή και Χριστός σας
χρειάζονται» βροντοφώναζε ο ένας. Κι ο άλλος,
το να έχει κανείς υγεία, τροφές,
σκεπάσματα και τίποτε άλλο εκτός από σχολεία το θεωρούσε ευτυχία· και μάλιστα αυτά τα έλεγε δυο μήνες πριν από
το φρικτό του μαρτύριο.
Ο ένας αποστρεφόταν κάθε
νεωτερισμό και δυτικό προσανατολισμό κι
ήταν προσκολλημένος στην Παράδοση της Εκκλησίας μας, κι ο άλλος
οραματιζόταν θεολογική μόρφωση και
εκπαίδευση στα πρότυπα του δυτικού
ευρωπαϊκού επιστημονισμού χωρίς τα κριτήρια της ορθόδοξης πατερικής και
λειτουργικής παραδόσεως.
Θα μπορούσε, αλήθεια,
κανείς να υποθέσει πως και οι δύο θα μίλησαν και άφησαν την ίδια Ορθόδοξη
κληρονομιά; Μπορεί να ισχυριστεί ότι είχαν κι οι δυό ακριβώς την ίδια γραμμή
και θέση; Ότι και οι δύο είναι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αφού ολοφάνερα οι
διδαχές τους αποδεικνύονται εκ διαμέτρου αντίθετες, οι δρόμοι τους ξεχωριστοί,
τα οράματά τους εντελώς διαφορετικὰ και ξένα μεταξύ τους;
Ειλικρινά ποιός μπορεί
να δώσει απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα; Ποιός μπορεί να κατευνάσει τον
σκανδαλισμό που νοιώθει κάποιος, όταν στον καθαρώτατο χώρο της Εκκλησίας μας
εισχωρούν τέτοιοι «άγιοι», τύπου
Εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου Σμύρνης, όταν τα κριτήρια είναι ανθρώπινα κι όχι
θεϊκά, όταν δεν καθοδηγεί το Άγιον Πνεύμα τους εκκλησιαστικούς ηγέτες αλλά ένα
αλλότριο κοσμικό πνεύμα που δημιουργεί σύγχυση και ταραχή;
Πώς μπορεί το μαρτύριο
για την πατρίδα να λογίζεται μαρτύριο για την Ορθόδοξη πίστη; Τί μπορεί άραγε
να συμβεί σε λίγα χρόνια; Μήπως γίνει κι η Ορθοδοξία, όπως ο Παπισμός μία
βιομηχανία παραγωγής «Αγίων»; Ποιά θα είναι τα πρότυπα αγιότητος προς μίμηση στις νέες γενιές που θα
έχουν άγνοια; Ποιόν άγιο να τιμήσει και ποιόν να μιμηθεί κάποιος που δεν
γνωρίζει;
X.
N.