Λίγες ημέρες μετα την έναρξη του εκκλησιαστικού έτους, την 8η Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας πανηγυρίζει «το Γενέθλιον της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας».
Διά το γεγονός αυτό τα Ευαγγέλια σιγούν. Η ίδια άλλωστε σιγή απλώνεται γύρω από το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της Θεοτόκου. Ελάχιστοι είναι και οι λόγοι της, που διεσώθησαν. Αρκεί νά σημειωθεί, ότι η προτροπή πρός τους υπηρέτες κατα το θαύμα εν Κανά της Γαλιλαίας «ό,τι άν λέγῃ (ο Χριστός) ὑμῖν, ποιήσατε» (Ιω. 2, 5) είναι οι τελευταίοι της λόγοι, που αναφέρουν τα Ευαγγέλια. Από τότε (το θαύμα έγινε στις αρχές του πρώτου έτους της δημοσίας δράσεως του Κυρίου) και στο εξής η Θεοτόκος παρακολούθησε με σιωπή την δράσι του Υιού της και σιωπηλή έπνιξε τον πόνο της κάτω από τον Σταυρό Του.
Τα κενά των Ευαγγελίων περί του βίου της Υπεραγίας Θεοτόκου συμπληρώνουν οι απόκρυφοι διηγήσεις. Αυτές, γραμμένες από ευσεβείς συγγραφείς και πλουτισμένες από την φαντασία των, δίδουν πληροφορίες διά την Γέννηση της, την παιδική της ηλικία, την Κοίμηση της. Η Εκκλησία πήρεν από τα κείμενα αυτά τις παραδόσεις, που θεώρησε αληθινές και τις διεφύλαξε στις εορτες, τους ύμνους, τις εικόνες, που έγιναν με το υλικό των.
Τα κενά των Ευαγγελίων περί του βίου της Υπεραγίας Θεοτόκου συμπληρώνουν οι απόκρυφοι διηγήσεις. Αυτές, γραμμένες από ευσεβείς συγγραφείς και πλουτισμένες από την φαντασία των, δίδουν πληροφορίες διά την Γέννηση της, την παιδική της ηλικία, την Κοίμηση της. Η Εκκλησία πήρεν από τα κείμενα αυτά τις παραδόσεις, που θεώρησε αληθινές και τις διεφύλαξε στις εορτες, τους ύμνους, τις εικόνες, που έγιναν με το υλικό των.