Ἔλεγχος διά ψευδεῖς δηλώσεις τῶν ἱστολογίων «Κρυφό Σχολειό» καί «Ἐν Τούτῳ Νίκα» ὡς πρός τό θέμα τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων τοῦ Ν. Η.
Τοῦ Ἱερομονάχου Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ
Προσφάτως
ἔλαβα ἀντίγραφα κάποιων δημοσιεύσεων τῶν ἱστολογίων «Κρυφό Σχολειό» καί «Ἐν Τούτῳ
Νίκα», ἡ ὁποία ἐπεγράφετο «Περί Ἀκύρων Μυστηρίων (Β)».
Εἰς αὐτό τό δημοσίευμα ἀναφέρουν τά ἐν λόγῳ ἱστολόγια ὅτι τάσσονται ὑπέρ
τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων τοῦ Ν. Η. καί ἐζητοῦσαν καί ἀπό τά ἱστολόγια τοῦ
Ν. Η. νά πάρουν ἀνάλογο δημόσια θέσι ὡς πρός τήν ἐγκυρότητα δηλαδή τῶν Μυστηρίων
τῶν Γ.Ο.Χ.
Τὸ σχετικὸ κείμενο ἐδῶ:
Διά νά ἀποδείξουν μάλιστα τά ἐν λόγῳ ἱστολόγια ὅτι καί ἡ Σύνοδος αὐτή
τῶν Γ.Ο.Χ. ἔχει τίς ἴδιες ἀπόψεις (πρόκειται περί τῆς Συνόδου τοῦ Καλλινίκου
καί τῶν πρώην Ἐνισταμένων) ἀναφέρονται ὅτι ἡ θέσι των αὐτή «ἐκφράζεται στό Ἐπίσημο
Ἐκκλησιολογικό Κείμενο τῆς Συνόδου μας, ("Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ"», τεῦχος Μαρτίου–Ἀπριλίου
2014, ΕΤΟΣ 64ο, αρ. φυλ. 979), στό
ὁποῖο δηλώνεται ξεκάθαρα πώς αὐτή «δέν διαβεβαιοῖ
περί τοῦ κύρους αὐτῶν», δηλαδή τῶν Μυστηρίων τῶν ἐπισήμων Ἐκκλησιῶν «ἐν ὄψει μάλιστα τῆς συγκλήσεως μιᾶς μεγάλης Συνόδου». Ἀναφέρουν
ἐπίσης ὡς ἀποδεικτικό στοιχεῖο καί παλαιές δηλώσεις τοῦ πρώην Φλωρίνης
Χρυσοστόμου, οἱ ὁποῖες δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν, διότι ἑστιάζομε τήν προσοχή μας εἰς
τό τί πιστεύουν ἐπί τοῦ θέματος τούτου σήμερα οἱ Γ.Ο.Χ.
Ἐπειδή
ἡ μόνιμη μέθοδος τῶν Γ.Ο.Χ εἶναι ἡ διγλωσσία
καί τό «ἥξεις - ἀφίξεις» καί ἐξ αἰτίας τοῦ ὅτι αὐτά τά ὁποῖα ἰσχυρίζονται, τά ἐν
λόγῳ ἱστολόγια, ὡς πρός τήν ἐγκυρότητα τῶν Μυστηρίων τοῦ Ν. Η. εἶναι ψευδῆ,
αἰσθάνθηκα τήν ὑποχρέωσι νά δημοσιεύσω τίς σκέψεις καί ἀπόψεις αὐτές μέ τήν ἐλπίδα
νά συμβάλλουν εἰς τήν φανέρωσι τῆς ἀληθείας.
Κατ’
ἀρχάς τά λογίδρια αὐτά, τά ὁποῖα ἀπέσπασαν ἀπό τήν ἐγκύκλιο αὐτή τῆς Συνόδου τῶν
Γ.Ο.Χ., εἶναι παραπλανητικά καί δέν
φανερώνουν τό τί πιστεύει σήμερα αὐτή ἡ Σύνοδος τῶν Γ.Ο.Χ. (ἡ ὁποία σημειωτέον
εἶναι ἡ μεγαλύτερη) περί τῶν Μυστηρίων τοῦ Ν.Η. Ἄλλωστε τό ὅτι δέν διαβεβαιοῖ ἡ Σύνοδος αὐτή περί τῆς
ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων τοῦ Ν.Η., οὐδόλως σημαίνει ὅτι αὐτά τά θεωρεῖ ἔγκυρα. Τό ἴδιο νομίζω θά συνέβαινε ἄν κάποιοι ἀπό τό
Ν.Η. ἔλεγαν τό ἀντίθετο, ὅτι δηλαδή δέν διαβεβαιοῦν περί τοῦ κύρους τῶν
Μυστηρίων τῶν Γ.Ο.Χ.
Αὐτό
τό ὁποῖο διαβεβαίωσε ἡ Σύνοδος αὐτή τῶν Γ.Ο.Χ. εἰς αὐτήν τήν ἐπίσημο ἐγκύκλιο εἶναι
τό ἀντίθετο ἀκριβῶς, ὅτι δηλαδή θεωρεῖ ἄκυρα τά Μυστήρια τοῦ Ν. Η.
Καί αὐτό βεβαίως τό ἀπέκρυψαν τεχνηέντως τά δύο αὐτά ἱστολόγια,
προσπαθώντας νά ἀποσπάσουν ἐγγράφως καί δημοσίως δηλώσεις ἀπό ἱστολόγια τοῦ
Ν.Η. περί τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων τῶν Γ.Ο.Χ.
Ἡ
ἐγκύκλιος, λοιπόν, αὐτή τῆς Συνόδου τῶν Γ.Ο.Χ. στήν 6η παράγραφο ἀναφέρει
μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς διαφωτιστικά ἐπί τοῦ θέματος τούτου:
«3) Ἡ ἐφαρμογή τῆς Οἰκονομίας κατά τήν εἰσδοχήν τῶν αἱρετικῶν καί
σχισματικῶν εἰς Ἐκκλησιαστικήν Κοινωνίαν, οὐδόλως
σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἐγκυρότητα καί τό ὑπαρκτόν τῶν
μυστηρίων αὐτῶν, τῶν τελεσθέντων ἐκτός τῶν Κανονικῶν καί Χαρισματικῶν ὁρίων
αὐτῆς». Ἐδῶ δηλώνεται σαφῶς ὅτι οἱ Γ.Ο.Χ. δέν ἀναγνωρίζουν
τά Μυστήρια τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν, στούς ὁποίους συγκαταλέγουν καί τούς
Οἰκουμενιστάς τοῦ Ν.Η.
«4) Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία οὐδέποτε
ἀνεγνώρισεν, οὔτε κατ’ Ἀκρίβειαν, οὔτε κατ’ Οἰκονομίαν,
τά ἐκτός Αὐτῆς τελούμενα μυστήρια ἀπολύτως καί ἐξ ἀποστάσεως, ἐφ’ ὅσον δηλαδή οἱ
τελοῦντες ἤ οἱ μετέχοντες τῶν μυστηρίων τούτων παραμένουν ἐν τοῖς κόλποις τῆς ἰδίας
αὐτῶν αἱρετικῆς ἤ σχισματικῆς Κοινότητος». Καί
ἐδῶ ἐπίσης ἐπαναλαμβάνεται ἡ διακήρυξις τῆς ἀκυρότητος τῶν Μυστηρίων τῶν Οἰκουμενιστῶν
τοῦ Ν. Η.
«5) Διά τῆς ἐφαρμογῆς τῆς Οἰκονομίας ἀποκλειστικῶς καί μόνον κατά τήν εἰσδοχήν
ἐν μετανοίᾳ τῶν ἐκτός Αὐτῆς, μεμονωμένων προσώπων ἤ Κοινοτήτων, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται μέν μόνον
τόν τύπον τοῦ ἐξ αἱρετικῶν ἤ σχισματικῶν μυστηρίου, ἐάν βεβαίως οὗτος ἔχῃ
τηρηθῆ ἀνόθευτος, εἰδικῶς μάλιστα ἐν σχέσει πρός τό βάπτισμα, ζωοποιεῖ δέ τοῦτον τόν τύπον διά τῆς ἐνυπαρχούσης
εἰς Αὐτήν Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέσῳ τῶν φορέων τῆς ἐν Ἀληθείᾳ
Χριστοῦ πληρότητος Αὐτῆς, ἤτοι τῶν Ὀρθοδόξων
Ἐπισκόπων». Ἐδῶ δηλώνεται ὅτι ἡ Σύνοδος αὐτή τῶν Γ.Ο.Χ. ἀποδέχεται
μόνον τόν ἐξωτερικό τύπο τοῦ βαπτίσματος, τόν ὁποῖο ὡς νεκρό καί ἄμοιρο τῆς
Θείας Χάριτος τόν ζωοποιεῖ διά τῆς χάριτος τήν ὁποία αὐτή κατέχει καί μέσῳ τῶν
φορέων της, δηλαδή τῶν Ἐπισκόπων τῆς Συνόδου ταύτης.
«10) Κατά γενικόν κανόνα οἱ Μοναχοί καί Λαϊκοί ἐκ τούτων (σ. σ. ἐννοοῦνται
οἱ ἐκ τοῦ Ν. Η.) οἱ ἔχοντες βεβαίως βαπτισθῆ κατά
τόν ὀρθόδοξον τύπον, γίνονται δεκτοί εἰς
Κοινωνίαν διά Χρίσματος, μέσω μιᾶς εἰδικῆς Τάξεως, συνδεδεμένης πάντοτε
πρός τό Μυστήριον τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, οἱ δέ Κληρικοί ὑποβάλλουν γραπτήν αἴτησιν
καί ἐφ’ ὅσον αὕτη ἐγκριθῇ, γίνονται δεκτοί εἰς Κοινωνίαν κατά τόν αὐτόν τρόπον,
ὡς καί διά μιᾶς εἰδικῆς Τάξεως
Χειροθεσίας, συντεταγμένης πρός τοῦτο, εἰδικῶς διά τοιαύτας περιπτώσεις».
Ἐδῶ
δηλώνει, ἡ Σύνοδος αὐτή τῶν Γ.Ο.Χ., ὅτι ἀποδέχεται κατ’ οἰκονομίαν τόν νεκρόν τύπον τοῦ βαπτίσματος τῶν ἐκ τοῦ Ν.Η. προσερχομένων
καί τόν ζωοποιεῖ μέ τό Χρῖσμα, τό ὁποῖο αὐτοί παρέχουν· καί γιά τούς κληρικούς ἰσχύει
τό ὅτι χρίονται καί αὐτοί ὡς ἄμοιροι τῆς
Θ. Χάριτος καί χειροθετοῦνται μέ κάποιες τελεστικές εὐχές, προκειμένου νά τούς
χορηγηθῆ καί ἡ χάρις τῆς ἱερωσύνης.
Ἡ
ἀντιμετώπισις αὐτή ἐκ μέρους τῶν Γ.Ο.Χ εἶναι ἡ ἴδια περίπου μέ αὐτή τῶν
προσερχομένων στήν Ὀρθοδοξία Λατίνων, γιά τούς ὁποίους ὁ ἅγ. Νικόδημος
ὁ Ἁγιορείτης γράφει στήν ὑποσημείωσι τοῦ ΜΣΤ΄(46) Ἀποστολικοῦ Κανόνος: «Προβάλλουσι γάρ ὅτι μέ μῦρον ἐσυνείθισεν ἡ Ἐκκλησία μας
να δέχηται τούς ἀπό Λατίνων ἐπιστρέφοντας,
καί εὑρίσκεται και κἄποια διατύπωσις, ὁποῦ διαλαμβάνει τί λογῆς νά τούς
δεχώμεθα. Καί πρός ταῦτα ἁπλᾶ καί δίκαια ἀποκρινόμεθα ταῦτα. Ὅτι φθάνει, ὁποῦ ὁμολογεῖς,
πῶς μέ μῦρον τούς ἐδέχετο. Λοιπόν εἶναι
αἱρετικοί. Διατί γάρ μέ μῦρον, ἄν δέν ἦσαν αἱρετικοί;» (σελ.
56).
Τελικῶς
καί τά λόγια αὐτά τά ὁποῖα τεχνηέντως ἀπέκοψαν
καί ἀπομόνωσαν ἀπό τήν ὅλη συνάφεια τοῦ κειμένου τά δύο προαναφερόμενα ἱστολόγια,
ἄν παρουσιασθοῦν μέ τό ὅλο κείμενο, καί αὐτά δηλώνουν τήν μή ἀναγνώρισι τῶν
Μυστηρίων τοῦ Ν. Η. ἐκ μέρους τῶν Γ.Ο.Χ.
«6) Εἰδικώτερον περί τῶν Μυστηρίων τῶν
τελουμένων εἰς τάς λεγομένας ἐπισήμους ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας, ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν διαβεβαιοῖ
περί τοῦ κύρους αὐτῶν, οὔτε καί περί τῆς σωτηριολογικῆς ἀποτελεσματικότητος
τούτων, ἰδίως εἰς ὅσους κοινωνοῦν “ἐν γνώσει” μετά τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
ὡς καί τοῦ Σεργιανισμοῦ, ἔστω καί ἄν Αὕτη δέν ἐπαναλαμβάνῃ ὁπωσδήποτε τόν τύπον
αὐτῶν εἰς τούς ἐν μετανοίᾳ εἰσερχομένους εἰς κοινωνίαν μετ’ Αὐτῆς, ἐν ὄψει
μάλιστα τῆς συγκλήσεως μιᾶς Μεγάλης Συνόδου, τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας εἰς ἐπισφράγισιν
τῶν ἤδη γενομένων εἰς τοπικόν ἐπίπεδον».
Ἄν,
ἐκ τοῦ ἀντιθέτου, ἰσχυρισθοῦν τά δύο αὐτά ἱστολόγια τῶν Γ.Ο.Χ. ὅτι ἐδῶ, δηλώνει
ἡ Σύνοδος, ὅτι ἀποδέχεται ὡς ἔγκυρα τά Μυστήρια τοῦ Ν. Η., τότε ὄντως ἡ Σύνοδος
αὐτή θά ἔχη ὑπερβῆ σέ διγλωσσία καί ἀοριστία τήν Πυθία τοῦ Μαντείου τῶν Δελφῶν.
Ἐμεῖς πάντως ἑρμηνεύομε τό ὅτι ἡ Σύνοδος αὐτή «δέν
διαβεβαιοῖ περί τοῦ κύρους αὐτῶν, οὔτε καί περί τῆς σωτηριολογικῆς ἀποτελεσματικότητος
αὐτῶν», ὅτι δέν ἀποδέχεται ὡς ἔγκυρα τά Μυστήρια τοῦ Ν. Η. καί ὅτι αὐτά δέν σώζουν
τούς ἀνήκοντες σ’ αὐτό.
Τελικῶς
νομίζω ὅτι πρέπει νά εἴμεθα πολύ ἐπιφυλακτικοί καί νά ἐλέγχωμε τήν ἐγκυρότητα τῶν
λόγων τῶν Γ.Ο.Χ. διά νά μήν παραπλανηθοῦμε. Ἕνα τέτοιο τερατῶδες ψεῦδος εἶναι
καί αὐτό τό ὁποῖο ἀναφέρεται στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ κειμένου ὡς εἰσαγωγή:
«Η
Εκκλησία της Ελλάδος από το 1924 έχει χωριστεί στα δύο. Περίπου το ένα τέταρτο του λαού της Ελλάδος, και μάλλον παραπάνω
από τους μισούς μοναχούς και μοναχές, ανήκουν στις δικαιοδοσίες του «Παλαιού Ημερολογίου». Σύμφωνα λοιπόν
μέ τούς ὑπολογισμούς τῶν Γ.Ο.Χ. καί εἰδικά τῶν δύο αὐτῶν ἱστολογίων, ἡ Λάρισα
γιά παράδειγμα, ἡ ὁποία ἔχει περίπου ἑκατόν ἑξῆντα χιλιάδες (160.000)
κατοίκους, πρέπει νά ἔχη περίπου σαράντα χιλιάδες (40.000) Γ.Ο.Χ. ἤ σύμφωνα μέ
τήν πραγματική ἐκτίμησι, ὁ ἀριθμός αὐτῶν ἀνέρχεται περίπου στούς χίλιους
(1.000) Γ.Ο.Χ., θά πρέπει μέ τήν ἀναλογία τοῦ ἑνός τετάρτου νά ἔχη τέσσερεις
χιλιάδες (4.000) κατοίκους. Ἡ μόνη ἀλήθεια εἰς αὐτό τό σημεῖο τοῦ κειμένου εἶναι
οἱ πολλές δικαιοδοσίες τοῦ Π. Η. (οἱ Ἐκκλησίες ἐδῶ ὀνομάστηκαν δικαιοδοσίες),
στίς ὁποῖες ἀνήκουν οἱ Γ.Ο.Χ., ἀλλά μᾶλλον αὐτό περνάει ἀπαρατήρητο, ἐφ’ ὅσον ἀναφέρεται
μέ σκοπό νά φανοῦν πολλοί οἱ Γ.Ο.Χ.
Νομίζω
ἐν κατακλεῖδι, ὅτι οἱ μόνοι οἱ ὁποῖοι θεωροῦν καί ὄντως ἐννοοῦν ἔγκυρα κατ’ Οἰκονομίαν
τά Μυστήρια τῶν Οἰκουμενιστῶν τοῦ Ν.Η., εἶναι οἱ Ἀποτειχισμένοι οἱ ὁποῖοι ἀποδέχονται
τούς ἐπιστρέφοντας ἐκ τῶν Οἰκουμενιστῶν χωρίς νά κάνουν κάποια πρᾶξι ὡς πρός τά
Μυστήρια, τά ὁποῖα ἔλαβαν ἀπό αὐτούς.
Τό
«κατ’ Οἰκονομίαν» αὐτό ἔχει τήν εἰδική ἔννοια, ὅτι δηλαδή ὅσοι μεταλαμβάνουν ἀπό
τούς Οἰκουμενιστές ἱερεῖς ἐν γνώσει τοῦ ὅτι αὐτοί εἶναι αἱρετικοί
κατακρίνονται, ἐνῶ ὅσοι κοινωνοῦν ἐν ἀγνοίᾳ τῆς αἱρέσεως, τά νήπια κλπ. παίρνουν εὐλογία κατά τό μέτρο τῆς
προαιρέσεώς των.
Ἱερομονάχου Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ