Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

«Εκκλησία και ομοφυλοφιλία: Η άλλη όψη του νομίσματος»


     Ὅταν ἡ ὁμοφυλοφιλία πληθυνθεῖ καθ’  ὑπερβολὴν καὶ ξεχυθεῖ εἰς τοὺς δρόμουςχωρίς ντροπή… τότε θὰ ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος. (π. Ἀθ. Μυτιληναίου, ὁμιλ. εἰς Ἀποκάλυψη, ἀρ. 45, 1982).
      Άγγελος Κυρίου θανατώνει τους ομοφυλόφιλους πριν την Γέννηση Του Χριστού μας.  (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἐδῶ).





«Εκκλησία και ομοφυλοφιλία: Η άλλη όψη του νομίσματος»[1]
 Πορφυρίτης
    «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι». (Απόστολος Παύλος)

     «λλ' ἀκόμη δέν ἀνέφερα τό ἀποκορύφωμα τῶν κακῶν, οὔτε τό κυριώτερον μέρος τῆς συμφορᾶς ἀπεκάλυψα, διότι πολλάκις, πού ἡτοιμάσθην νά τό εἰπῶ ἐκοκκίνησα, πολλάκις δέ ἐντράπηκα… Ποῖον λοιπόν εἶναι τό κακόν; Κάποιος παράδοξος καί παράνομος πόθος εἰσῆλθεν εἰς τήν ζωήν μας. Ἐπέπεσεν ἀσθένεια βαρεία καί ἀθεράπευτος καί ἐνέσκηψε πανώλης χειροτέρα ὅλων.   Ἐπενοήθη κάποια νέα καί φοβερά παρανομία, διότι ἀνατρέπονται ὄχι μόνον οἱ ἀνθρώπινοι, ἀλλά καί οἱ φυσικοί νόμοι. Κατήντησε λοιπόν μικρόν πρᾶγμα ἡ πορνεία θεωρουμένη ὡς συνήθης ἀσέλγεια. Καί ὅπως εἰς τάς ὀδύνας, τό τυραννικώτερον πάθος, ὅταν ἐπέλθη, καλύπτει τήν ἐντύπωσιν τοῦ προηγουμένου, ἔτσι καί τό ὑπερβολικόν μέγεθος αὐτῆς τῆς ὕβρεως κάμνει τό ἀνυπόφορον, νά μή φαίνεται πλέον ὡς ἀνυπόφορον, δηλαδή τήν ἀκολασίαν περί τήν γυναίκα.    Διότι φαίνεται ὅτι εἶναι εὐχάριστον τό νά ἠμπορέση νά διαφύγη κανείς ἀπό τά δίκτυα αὐτά καί κινδυνεύει εἰς τό ἑξῆς νά γίνη περιττόν τό γυναικεῖον φύλον, ἐφ' ὅσον οἱ νέοι ἀναπληρώνουν ἀντί ἐκείνων, ὅλα τά εἰς ἐκείνας ἀνήκοντα. Καί δέν εἶναι μόνον αὐτό τό κακόν, ἀλλ' ὅτι μέ πολλήν ἐλευθερίαν ἀποτολμᾶται τοιαύτη ἀκολασία καί ἐνομιμοποιήθη ἡ παρανομία. Κανείς λοιπόν δέν φοβεῖται καί δέν τρέμει.  Κανείς δέν ἐντρέπεται οὔτε κοκκινίζει, ἀλλά καί ὑπερηφανεύεται διά τήν γελοίαν αὐτήν πράξιν καί θεωροῦνται παράφρονες οἱ σώφρονες καί ὅτι δῆθεν παραπλανῶνται οἱ νουθετοῦντες. Καί ἄν μέν τύχη νά εἶναι κατώτεροι σωματικῶς, δέρονται, ἄν δέ εἶναι ἰσχυρότεροι χλευάζονται, καταγελῶνται, περιλούονται μέ μυριάδας ἐμπαιγμούς». (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)
   Με αυτές τις φράσεις δύο μεγάλων Αγίων ανδρών όλης της Οικουμένης, της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, αρχίζω το παρόν άρθρο, προσπαθώντας να παραθέσω το αυτονόητο θέμα του σεξουαλικού προσανατολισμού γι’ αυτούς που θέλουν συνειδητά να είναι παιδιά του Αληθινού Αγίου Τριαδικού Θεού. Πολύ απλό κι εύκολο ζήτημα που προωθείται παγκοσμίως, μανιακώς και συγκεχυμένως στην επικαιρότητα, με

Είτε με Επισκόπους, είτε με πολιτικούς, η Πανθρησκεία ριζώνει!


Καρδινάλιοι, Πολιτικοί, Εβραίοι στην ΣΥΝΑΓΩΓΗ Αθηνών!


 ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ!    (odysseia)

Ο ΚΟΥΜΟΥΤΣΑΚΟΣ ΔΗΛΩΣΕ ΥΠΟΤΑΓΗ ΣΤΟΥΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΣΤΗ ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΑΘΗΝΩΝ

Ένα στρωμένο τραπέζι!


Τό Εὐχαριστιακόν Δεῖπνον 

π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ

Λάθος... συγχωρέστε με. Λάθος!!!


«Ορθόδοξος Τύπος»:

377 Ορθόδοξοι Αρχιερείς

απέρριψαν το «Κολυμπάρι»!



ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ (salpismazois):

Λάθος... συγχωρέστε με. Λάθος!!!
Διαβάζουμε (στον "Ορθ. Τύπο"):
     «...Τελικώς ηθελημένως η ασυνειδήτως η Ρωσία διέσωσε το κύρος της Ορθοδοξίας θέτουσα την τελεσίδικον σφραγίδα εις το Κολυμβάριον, το οποίον επισήμως απερρίφθη όχι μόνον από το πλήρωμα της Εκκλησίας, όχι μόνον από τας Εκκλησίας Ρωσίας, Σερβίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας αλλά και από τους παρισταμένους Προκαθημένους όλων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Μεγάλην νίκην κατήγαγον όλοι όσοι ηγωνίσθησαν από κάθε μετερίζι, δια να καταδικασθή η υποτιθεμένη «Συν­οδος» που διήρεσε τους Ορθοδόξους. Ο νέος ορίζων που διανοίγεται ενώπιόν μας είναι η ενημέρωσις των πιστών δια την οικουμενιστικήν θεολογίαν, η οποία έχει αλλοιώσει το φρόνημα των Ορθοδόξων. Εις αυτό οφείλομεν από κοινού να συγκροτήσωμεν ενιαίον αδιάσπαστον μέτωπον».


π. Φώτιος Βεζύνιας:

Λάθος... συγχωρέστε με. Λάθος!!!
   Απόρριψη αιρέσεως και μάλιστα θεσμοθετημένης!!!! ...για την Ορθόδοξη Παράδοση σημαίνει "ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ".
     Έγινε κάτι τέτοιο;
     Πότε; 
     Απορρίφθηκε η Κρήτη από το πλήρωμα της Εκκλησίας;
     Πότε;
     Ο λαός κοιμάται ύπνον βαθύ. Ουδείς τον ενημέρωσε. Το κείμενο προς τον Λαόν είναι ενδεικτικό του κλίματος της ύπνωσης και της διαστροφής!!!
     Μήπως και οι άλλες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες δια της αποστροφής των καταδίκασαν;
     Πότε;
    Λάθος λοιπόν Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ...
     Η Κρήτη πρέπει να καταδικασθεί δια Πανορθοδόξου Συνόδου που θα αναθεματίσει τα πρόσωπα που συμμετείχαν και τα κείμενα που υπεγράφησαν.
    Να συγκροτήσωμεν λοιπόν "ενιαίον αδιάσπαστον μέτωπον", δεκτόν, αλλά με ΕΝΑΝ στόχο την "πανορθόδοξο καταδίκη και του οικουμενισμού και της Κρήτης".
    Δεν φτάνει η καταδίκη της "οικουμενιστικής θεολογίας", γιατί αυτήν την αίρεση του οικουμενισμού την μετέτρεψαν σε πρακτική και βίωμα, πρόσωπα που προΐστανται της Ορθοδόξου Εκκλησίας.. Δυστυχώς δε μεταξύ αυτών και όλοι οι προκαθήμενοι οι μετασχόντες των πεπραγμένων εις τους εορτασμούς του Ρωσικού Πατριαρχείου.
    Αλλιώς εις μάτην κοπιώμεν.
    Νυν υπέρ της πίστεως ο αγών.
π. Φώτιος Βεζύνιας
Σχόλιο:
      Δυστυχῶς, π. Φώτιε, παρόμοιο λάθος ἔκανε καὶ ἡ προσφάτως ἀναβιώσασα στὴν Θεσσαλονίκη "Σύναξη Κληρικῶν" τῆς Γατζέας.
   Ἐλπίζουμε νὰ τονίσετε στοὺς π. Θεόδωρο καὶ π. Νικόλαο, ὅτι κάνουν λάθος νὰ στηρίζονται στοὺς Οἰκουμενιστὲς τῆς Ρωσίας, γιὰ ννικήσουν τόν ...Οἰκουμενισμό! Κι ἕνα μικρὸ παιδὶ τὸ καταλαβαίνει αὐτό.
    Ὅπως κάνουν λάθος νὰ ἀρνοῦνται ἢ νὰ διαστρέφουν τὸν ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία «ὁ κοινωνῶν ἀκοινώνητω ἀκοινώνητος ἔσται», ἐπειδὴ δὲν ἀντέχουν νὰ τὴν ἐφαρμόσουν! Οἱ ποιμαντικοὶ λόγοι Οἰκονομίας ποὺ ἐφεῦραν, εἶναι καὶ ἔχουν ἀποδειχθεῖ ἕωλοι! Ἀκόμα κι ἂν κάποτε εἶχαν λόγο ὑπάρξεως, σήμερα, λόγῳ τῆς ἄμεσης πληροφόρησης, ἐκμηδενίζονται! Καὶ ἐπίσης δὲν ἰσχύουν, γιατὶ πλέον ἔπαυσαν νὰ ἀποτελοῦν λόγους Οἰκονομίας, ἐφ’ ὅσον ἡ Οἰκονομία δὲν μπορεῖ νὰ ἐφαρμόζεται γιὰ δεκαετίες. Ὁ Οἰκουμενισμός, Πατέρες, δὲν ἄρχισε ἀπὸ τότε ποὺ ἐσεῖς -ἀργοπορημένοι- ἀποτειχιστήκατε, ἀλλὰ μετρᾶ δεκαετίες!
     Καὶ τέλος, ἡ ἀποτείχιση δὲν γίνεται κατὰ κύριο λόγο ὡς διαμαρτυρία, ἀλλὰ γιὰ σωτηριολογικοὺς λόγους, καὶ ὅσοι συντελοῦν στὴν παραμονὴ τῶν πιστῶν στὴν αἵρεση, ἔχουν μεγάλη εὐθύνη.
     Καλὴ μετάνοια σὲ ὅλους μας καὶ
Καλὰ Χριστούγεννα!



Обраћање Његове Светости Патријарха српског г. Иринеја  учесницима Архијерејског Сабора Московске Патријаршије
377 ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΑΠΕΡΡΙΨΑΝ ΤΟ «ΚΟΛΥΜΒΑΡΙ»
Από 29ης Νοεμβρίου ως και 2ας Δεκεμβρίου η Εκκλησία της Ρωσίας προέβη εις  μεγαλειώδεις εορτασμούς δια τα 100 έτη από την επανασύστασιν του Πατριαρχείου Μόσχας.

Σκέψεις αυτές τις Άγιες ημέρες προς συναγωνιστές αδελφούς και Πατέρες:





Προβληματισμὸς γιὰ τὴν κατακερματισμένη ἑνότητα, ὅσων ἀγωνίζονται κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.


Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου

πειδὴ αὐτὲς οἱ Ἅγιες μέρες θὰ βροῦν ἄλλους νὰ συμπροσεύχονται καὶ νὰ συμπορεύονται μὲ αἱρετικοὺς μὲ πρόσχημα τὴν ἑνότητα, ἄλλους νὰ συμβιβάζονται μὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση πάλι μὲ πρόσχημα τὴν ἑνότητα, ἄλλους νὰ τὴν καταδεικνύουν χωρὶς ὅμως νὰ ἀγωνίζονται ἁγιοπατερικὰ ἐναντίον της, προβάλλοντας μία ὑποτιθέμενη ἑνότητα, ἄλλους νὰ ἀγωνίζονται ὑποτίθεται γιὰ τὴν ἑνότηταἀλλὰ παράλληλα νὰ ἀναλίσκονται σὲ μία προσπάθεια αὐτοδικαίωσης, κατηγορώντας παράλληλα, ὅποιον δὲν τοὺς ἀκολουθεῖ, ἄλλους νὰ ζοῦν ἀπομονωμένοι ἀγωνιζόμενοι ὅμως κι αὐτοὶ γιὰ τὴν ἑνότητα, φαίνεται χρήσιμο νὰ ξανασυζητηθεῖ καὶ νὰ ξανατονισθεῖ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μὲ βάση κυρίως τὸν μέγα αὐτὸν ἀπόστολο Παῦλοπερὶ ἑνότητας.

Ὅπως γράφει Ἅγ. Κυπριανὸς « Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία καὶ μοναδική» (De Catholicae Ecclesiae unitate) καὶ ἐκτὸς Αὐτῆς σωτηρία δὲν ὑπάρχει. Βάση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ θεανθρωπίνου σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέλη τοῦ ὁποίου ἀνεξαρτήτου θέσεως γνώσεωνεἶναι οἱ πιστοί, ἀποτελεῖ Μία καὶ πραγματικὴ Κεφαλή Της, δηλ. ἴδιος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός (Ἐφ. 5,23). Γιαὐτὸ καὶ Ἅγ. Κυπριανὸς τόνιζε τὴν ἑνότητα ὅλων μὲ βάση τὴν ἰδιότητά τους ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου, «οἱ πολλοὶ ἕν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, δὲ καθεἷς ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. ιβ’ 5) καὶ ὄχι μὲ βάση τὸ χωρισμὸ σὲ λαϊκοὺς καὶ κληρικούς! Οὔτε πάλι εἰσηγήθηκε κάποιο ἐπισκοπικὸ πρωτεῖο «neque enim quisquam nostrum episcopum se episcoporum constituit», «κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους μας δὲν ἔχρισε μόνος του τον ἑαυτό του ἐπίσκοπο», κάποιο ἄλλο πρωτεῖο στρατηγεῖο, ὅπως δυστυχῶς ὑποστηρίζουν καὶ ἐπιζητοῦν σήμερα πολλοί.
Ἡ ἑνότητα αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι χρονικὰ περιορισμένη, ἀλλὰ εἶναι διαχρονική. Ὁ σημερινὸς ἀληθινὸς πιστὸς εἶναι μυστηριακὰ ἑνωμένος μὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἱδρύσεώς Της μέχρι τῆς συντέλειας τοῦ κόσμου.
Τὴν ἑνότητα αὐτὴ ἐνεργεῖ καὶ διασφαλίζει ὁ Παράκλητος, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο καὶ ζωοποιεῖ τὸ ἕνα σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑνώνει ὅλα τὰ μέλη της μὲ τὸν Χριστό. Γι’ αυτὸ καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Εκκλησία διδάσκει, —σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές— πὼς ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν χάνεται, οὔτε ὅταν ἀποκόπτονται διὰ τῆς αἱρέσεως οἱ ἑκάστοτε ποιμένες μιᾶς —ἢ καὶ περισσοτέρων— τοπικῆς Ἐκκλησίας καὶ παραμένουν ἐντὸς αὐτῆς οἱ πιστοί, οὔτε ὅταν καταδικάζονται ἢ ἀποχωροῦν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες αἱρετικοί, μιᾶς κι Ἐκείνη ὡς σῶμα Χριστοῦ, εἶναι ἀδιανόητο ποτὲ νὰ διαιρεθεῖ: «Μεμέρισται ὁ Χριστός;».
Ἀκολούθως ἡ παρουσία τῆς φυσικῆς, ὡς ἐπακόλουθο τῆς ἁμαρτίας, ἀνθρώπινης ἀτέλειας ἀνάμεσα στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν δύναται νὰ διασπάσει τὴν ἑνότητά Της, ἀφοῦ αὐτὴ ὀφείλεται στὸν Κύριο ποὺ ἁγιάζει τὰ μέλη (ἀνεξαρτήτου θέσης) τοῦ σώματός Του καὶ μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του· «πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Εἶναι λοιπὸν ἀδιανόητο καὶ ἀποτελεῖ αὐτοαναίρεση, νὰ χωρίζονται οἱ πραγματικοὶ Χριστιανοὶ μεταξύ τους καὶ νὰ ἰσχυρίζονται, ὅπως καὶ οἱ τότε Χριστιανοὶ τῆς πρώτης κοινότητας τῆς Κορίνθου: «ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. α’ 13).
Οἱ Χριστιανοὶ λοιπὸν ὀφείλουν νὰ ἀγωνιστοῦν μέσα στὴν Ἐκκλησία ὄχι γιὰ νὰ διασφαλίσουν τὴν ἑνότητα, ἀλλὰ γιὰ νὰ παραμείνουν οἱ ἴδιοι στὴν ἑνότητα καὶ γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὴν αἵρεση καὶ στὴν πλάνη: «Εἰ ζῶμεν πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν» (Γαλ. 5,25). Ἐὰν πράγματι ζοῦμε τὴν ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν πνευματικὴ ζωή, πρέπει νὰ πορευόμαστε καὶ νὰ συμπεριφερόμαστε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς τὶς διδάσκει ἐν τῇ πράξει, ὅταν γράφει:
«Μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες» (Γαλ. 5,26).
«Τίς ἀσθενεῖ καὶ οὐκ ἀσθενῶ; Τίς σκανδαλίζεται καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;» (Β’ Κορ. 11,29).

   «Τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ τῇ αὐτῇ γνώμῃ» (Α’ Κορ. 1,10).
   «Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς, ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας ἠκούσαμεν, οὐ παυόμεθα ὑπὲρ ὑμῶν προσευχόμενοι καὶ αἰτούμενοι ἵνα πληρωθῆτε τὴν ἐπίγνωσιν τοῦ θελήματος αὐτοῦ ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ συνέσει πνευματικῇ, περιπατῆσαι ὑμᾶς ἀξίως τοῦ Κυρίου εἰς πᾶσαν ἀρέσκειαν, ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ καρποφοροῦντες καὶ αὐξανόμενοι εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τοῦ Θεοῦ» (Κολ. 1,9-10).
   «Εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τὰ ἐπὶ τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐν αὐτῷ, ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ» (Ἐφ. 1,10-11).
   «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28).
   «Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15).
    «Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 6,16).
Δὲν πρέπει λοιπὸν κατὰ τὸν Παῦλο ὡς ἑνωμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας νὰ προκαλοῦμε καὶ νὰ φθονοῦμε, νὰ μένουμε ἀδιάφοροι στὸν πόνο καὶ στὰ προβλήματα τοῦ ἀδελφοῦ μας, νὰ ἔχει ὁ καθένας —ὅπως οἱ Προτεστάντες— ἄλλη γνώμη καὶ ἄλλο φρόνημα πίστεως, νὰ ἀκολουθοῦμε προσωπικὲς τακτικές, ποὺ διαφέρουν ἀπὸ αὐτὲς τῶν Ἁγίων, νὰ κάνουμε διακρίσεις ἀνάλογα μὲ τὴν ἐπαγγελματικὴ ἢ κοινωνικὴ θέση, τὶς γνώσεις, τὴν ἐθνικότητα καὶ τὸ φῦλο τοῦ ἄλλου. Ὅσοι διαφυλάττουν αὐτά, θὰ ζοῦν κατὰ τὸν Παῦλο μέσα στὴν εἰρήνη καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὰ λέει ὁ Παῦλος, τὰ ὁποῖα εἶναι σημαντικότατα καὶ πρέπει νὰ διαφυλάσσονται πάντα. Ὅμως, ἂν ἀπομονωθοῦν ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη διδασκαλία, διαστρεβλώνουν τὴν πραγματικὴ ἔννοια τῆς ἑνότητας καὶ φέρνουν τὸν Χριστιανὸ σὲ κρίσιμες καταστάσεις, ὅπως σὲ κατάσταση ἐπικράτησης πλάνης καὶ αἵρεσης, σὲ λάθος ἐπιλογὲς καὶ σ’ ἕνα καθεστὼς ἐνοχῆς καὶ φόβου, μὴ τυχὸν καὶ δὲν γίνει κάτι ἀπὸ αὐτά, μεταλλάσοντας ἔτσι τὴν ἑνότητα ἀπὸ χαρακτηριστικὸ ἐλευθερίας καὶ κοινῆς Πίστεως καὶ ὁμολογίας σὲ καθεστὼς ὑποδούλωσης, πίεσης καὶ ἀνησυχίας. Διότι ἐνῶ ὁ Παῦλος διδάσκει τὰ παραπάνω, μᾶς διδάσκει καὶ τὰ ἀκόλουθα:
«Στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι’ ἐπιστολῆς ἡμῶν» καὶ «στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν» (Β’ Θεσ. 3,6).
«Σπούδασον σεαυτὸν δόκιμον παραστῆσαι τῷ Θεῷ, ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας. τὰς δὲ βεβήλους κενοφωνίας περιΐστασο· ἐπὶ πλεῖον γὰρ προκόψουσιν ἀσεβείας» (Β’ Τιμ. 2,16).

   «Διὰ δὲ τοὺς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἣν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσωνται· οἷς οὐδὲ πρὸς ὥραν εἴξαμεν τῇ ὑποταγῇ, ἵνα ἡ ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου διαμείνῃ πρὸς ὑμᾶς» (Γαλ. 2,4-5).
    «Τοῦτο δὲ γίνωσκε, ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί· ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι. καὶ τούτους ἀποτρέπου» (Β’ Τιμ. 3,1-5).
   «Ἀπὸ δὲ τῶν δοκούντων εἶναί τι, ὁποῖοί ποτε ἦσαν οὐδέν μοι διαφέρει· πρόσωπον Θεὸς ἀνθρώπου οὐ λαμβάνει· ἐμοὶ γὰρ οἱ δοκοῦντες οὐδὲν προσανέθεντο» (Γαλ. 2,6).
   «Ὥστε ἐχθρὸς ὑμῶν γέγονα ἀληθεύων ὑμῖν(Γαλ. 4,16).
    «Ζηλοῦσιν ὑμᾶς οὐ καλῶς, ἀλλὰ ἐκκλεῖσαι ὑμᾶς θέλουσιν, ἵνα αὐτοὺς ζηλοῦτε» (Γαλ. 4,17).
Ὅλες οἱ παραπάνω βαριὲς ἀλλὰ ἐξ ἴσου σημαντικὲς μὲ τὶς προηγούμενες διδαχές, δὲν ἀφοροῦν μόνον τὴν ὁποιαδήποτε αἱρετικὴ ἐκτροπὴ καὶ πλάνη ἀπὸ τὴν δογματικὴ διδασκαλία, δὲν ἀφοροῦν μόνο αὐτοὺς ποὺ δυστυχῶς «ναυάγησαν στὸ θέμα τῆς Πίστεως» (Α’ Τιμ. 1,19) καὶ «παραπλανήθηκαν καὶ ἐξέκοψαν ἀπὸ τὴν πίστη» (Α’ Τιμ. 6,10) ἤ ἐγωιστικὰ «ἀντιστέκονται στὴν ἀλήθεια» (Β’ Τιμ. 3,8), ἀλλὰ ἐπεκτείνονται καὶ στὴν ἐκτροπὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ διδασκαλία καὶ τὸν χριστιανικὸ τρόπο ζωῆς. Ὅσοι δὲν προσπαθοῦν νὰ διαφυλάσσουν σωστὰ στὴν ζωή τους, παρὰ τὶς ὁποιεσδήποτε ἁμαρτίες τους, τὴν ὑγιὴ διδασκαλία καὶ καταντοῦν νὰ εἶναι «ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν χαλασμένον καὶ διεστραμμένον τὸν νοῦν, ἀπρόκοπτοι και ἀποτυχημένοι στὴν πίστη» (Β’ Τιμ. 3,8) αὐτοὶ ὀνομάζονται ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ διεστραμμένοι καὶ «ψευτοδιδάσκαλοι, λύκοι βαρεῖς... ποὺ δὲν λογαριάζουν τὸ ποίμνιο... ποὺ διδάσκουν διεστραμμένες καὶ ψευδεῖς διδασκαλίες, γιὰ νὰ ἀποσποῦν τοὺς μαθητὲς ἀπὸ τὸν ὀρθὸν δρόμον καὶ νὰ τοὺς παρασύρουν μὲ τὸ μέρος τους ὡς δικούς τους ὀπαδούς» (Πράξ. 20, 29-30). Καὶ ὁ βαθύτερος λόγος διαστροφῆς τους εἶναι ἡ ἀπέραντη ἔπαρση τους, ὁ ἑωσφορικὸς ἐγωϊσμός τους, ποὺ μεταστρέφει τὴν Πατερικὴ διδασκαλία, καταστρέφει τὴν ἑνότητα καὶ καλεῖ σὲ μιὰ νόθα ἑνότητα μεταβάλλοντας παράλληλα τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ ἐλεύθερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας σὲ πειθήνια ὄργανα τους, ξεχνώντας ὅτι «ἐκ προαιρέσεως γὰρ ἡ ἕνωσις αὐτὴ γίνεται, οὐ χωρὶς τῆς ἡμῶν γνώμης. Πάντες γὰρ ἓν σῶμα ἐσμεν, ὅτι ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μεταλαμβάνομεν, καθώς φησιν ὁ θεῖος Ἀπόστολος» (Ἁγ. Ἰω. Δαμασκηνοῦ, ἀπὸ τὸ βιβλίον τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ»).
Ἡ ματαιοδοξία τους, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἐριστικότητα τους δὲν τοὺς ἐπιτρέπει νὰ δοῦν τὶς ἀνάγκες καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ ποιμνίου, τοὺς κινδύνους ποὺ τὸ ἀπειλοῦν, ἀλλὰ τοὺς σπρώχνει νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν προσωπική τους καταξίωση καὶ ἀνάδειξη, ἰσοπεδώνοντας ὡς ὁδοστρωτήρες κάθε φωνὴ ἀγωνίας καὶ ἐλέγχου τῶν πράξεών τους. Τοὺς σπρώχνει στὴν ἐπιλογὴ μεθόδων ποὺ δὲν συμφωνοῦν μὲ τὴν ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία, γιατὶ ἔτσι ἀποκρύπτουν τὴν γύμνια τους καὶ τὴν ἔλλειψη μαρτυρικοῦ φρονήματος. Γι’ αὐτὸ ἂς μὴν ἀσχολούμαστε μόνο μὲ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές, ἀλλὰ καὶ μὲ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους.
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ ἀρνοῦνται ἀγωνιστὲς τῆς πίστεως ἐπιμόνως νὰ χρησιμοποιήσουν, ὅσες ἀποκαλύψεις ἀνὰ τὴν οἰκουμένη γίνονται σήμερα —γιὰ τὴν καταστροφικὴ πορεία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ— ἐπειδὴ αὐτὲς γίνονται ἀπὸ πρόσωπα ποὺ αὐτοὶ ἔχουν ἀπορρίψει, καὶ νὰ ἀρκοῦνται δὲ μόνο σὲ ὅσα καταγγέλονται ἀπὸ δικά τους «παιδιά»;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ μὴν ἔχουν πιστοί, ποὺ ἀγωνίζονται ὑποτίθεται ἀπὸ κοινοῦ ἐνάντια στὴν αἵρεση, τὴν διάθεση καὶ τὴν ἐπιθυμία νὰ συλλειτουργήσουν καὶ νὰ συλλειτουργηθοῦν μὲ κάποιους, ὅταν ἄλλοι ἀδελφοί τους δὲν ἔχουν κἂν τὴν δυνατότητα, λόγῳ τῆς ἐπικράτησης τῆς αἵρεσης, νὰ βιώσουν τὴν χαρὰ τῆς Θείας Λειτουργίας;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ ἀπορρίπτεται σήμερα ἡ γνώμη πιστῶν, ἐπειδὴ τάχα δὲν ἔχουν πτυχία θεολογικῆς σχολῆς ἢ ἐπειδὴ δὲν εἶναι ρασοφόροι ἢ ἐπειδὴ εἶναι οἰκοδόμοι ἢ μὴ σπουδαγμένοι, ὡσὰν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ περιορίζεται καὶ νὰ ὁμιλεῖ μόνο διὰ μέσου ρασοφόρων ἢ πτυχιούχων;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ συντηροῦν σχέσεις μὲ ἀνθρώπους ποὺ κοινωνοῦν μὲ τὴν αἵρεση καὶ νὰ ἀπορρίπτουν αὐτοὺς ποὺ πολεμοῦν τὴν αἵρεση, ἐπειδὴ ἐκφέρουν ἀλήθειες ποὺ δὲν ἀποδέχονται;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ ἐλέγχουν δικαίως τοὺς αἱρετικούς, κατακεραυνώνοντας, ὅμως, ἀδελφούς τους ὀρθόδοξους, ποὺ καλοπροαίρετα καὶ ἁγιοπατερικὰ τοὺς ἐλέγχουν, ὅταν βλέπουν νὰ ἀθετεῖται ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση; Δὲν κάνουν ἔτσι, αὐτὸ ποὺ κάνουν οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι ζητοῦν ἀδιάκριτη «κακὴ» ὑπακοὴ στοὺς προεστῶτες τους;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ μὴν διαδίδουν χριστιανικὰ ἔντυπα ποὺ βοηθοῦν στὴν καταπολέμηση τῆς αἵρεσης, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ δὲν ἐκδίδονται ἀπὸ τὴν «ὁμάδα τους»;
Πῶς εἶναι δυνατόν, π.χ. νὰ βρίσκεται τὸ ποίμνιο σὲ τέτοια τραγικὴ κατάσταση κι αὐτοὶ νὰ ἀσχολοῦνται ἀποκλειστικὰ μὲ τοὺς «δικούς τους» ἀνθρώπους;
Μὲ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς, ποὺ νοθεύουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ (Β’ Κορ. 4,2), ποὺ ἀπὸ ἰδιοτελεῖς σκοποὺς προσαρμόζουν τὸ Εὐαγγέλιο ἀνάλογα τὶς ἐπιθυμίες τους καὶ παραβλέποντας τὶς ἐντολές Του, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει ἡ ἐπιθυμητὴ ἑνότητα, διότι ἄλλα διδάσκουν καὶ ἄλλα ἐφαρμόζουν. Ἡ διαχρονικὴ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μᾶς διδάσκει ὅτι ἅπαντες πρέπει νὰ ὁμολογοῦν τὴν ἴδια πίστη καὶ νὰ ἔχουν καὶ νὰ διαφυλάσσουν τὸ ἴδιο φρόνημα, καθὼς καὶ τὸν ἴδιο μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τρόπο ἀντιμετώπισης τῶν αἱρέσεων. Διότι κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο: «ὁ τῆς ὑγιοῦς πίστεως καὶ τὸ βραχύτατον ἀνατρέψας, τῷ παντὶ λυμαίνεται» (Ὑπόμνημα εἰς τὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολήν, 6).
Θὰ φόβιζε ποτὲ ὁ Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς τοὺς αἱρετικοὺς Μονοθελῆτες καὶ θὰ ἐνίσχυε τοὺς λίγους ὁμολογητές, ἂν ἔκανε συμβιβασμοὺς μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τους; (βλ. τόμο). Θὰ εἶχε ἐπιτυχία ὁ ἀγώνας ἐνάντια στὶς αἱρέσεις τοῦ παρελθόντος, ἂν ὁ κάθε Ἅγιος ἔλεγε αὐτὸ ποὺ νόμιζε αὐτὸς σωστὸ καὶ ὄχι αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία; Ὑπῆρχε περίπτωση τὸ ποίμνιο νὰ ἀκολουθοῦσε τοὺς Πατέρες ἐνάντια στὶς αἱρέσεις, ἂν αὐτοὶ τὸ ἐπαινοῦσαν ἢ τὸ καταδίκαζαν κατὰ τὸ δοκοῦν καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες τους;
Ἀλλὰ καὶ ὁ Μ. Βασίλειος γράφει: «Ἀκόμα δὲ κι ἡ δῆθεν ὑπεράσπιση τῆς ὀρθοδοξίας ἔχει ἐπινοηθεῖ ἀπὸ μερικοὺς σὰν ὅπλο στὴ μεταξύ τους διαμάχη καὶ κρύβοντας τὶς δικές τους ἔχθρες, καμώνονται πὼς ἐχθρεύονται γιὰ χάρη τῆς ὀρθοδοξίας. Κι ἄλλοι, ξεφεύγοντας τὸν ἔλεγχο γιὰ τὶς μεγάλες ντροπές τους, ἀνάβουν στὰ πλήθη μανία στὴ μεταξύ τους φιλονεικία, ὥστε νὰ σκεπάσουν μὲ τὰ γενικὰ κακὰ τὸ δικό τους... Κι ἔτσι, μᾶς περιγελοῦν οἱ ἄπιστοι. Κλονίζονται οἱ λιγόπιστοι. Ἀμφίβολη γίνεται ἡ πίστη. Ἡ ἄγνοια ξεχύνεται στὶς ψυχές, μὲ τὸ νὰ μιμοῦνται τὴν ἀλήθεια οἱ κακοποιοὶ ποὺ δολιεύουν τὴ διδασκαλία. Σιγοῦν τὰ στόματα τῶν ὀρθοδόξων καὶ λύνεται κάθε βλάσφημη γλώσσα. Βεβηλώθηκαν τὰ ἅγια. Ἀποφεύγουν τοὺς ναοὺς τὰ ὀρθόδοξα πλήθη σὰν σχολεῖα τῆς αἵρεσης καὶ στὶς ἐρημιὲς ὑψώνουν τὰ χέρια πρὸς τὸν οὐράνιο Δεσπότη μὲ στεναγμοὺς καὶ δάκρυα» (Ἐπιστολή 92, πρὸς Ἰταλοὺς καὶ Γάλλους, 2).
Πόσο δίκιο ἔχει ὁ Ἅγιος θὰ τὸ καταλάβει κάποιος ἂν κάνει τὸν κόπο νὰ ἀφήσει τὴν ἐνορία του καὶ ταξιδέψει στὶς ἐνορίες τοῦ ἐξωτερικοῦ, στὶς ὁποῖες δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ὀρθόδοξος ποιμένας ποὺ νὰ ὀρθοτομεῖ καὶ νὰ ὀρθοπραττεῖ καὶ τὸ ποίμνιο εἶναι ἀποίμαντο, ἀκατήχητο κι ἐγκαταλελειμμένο παρόλες τὶς ἀποκαλύψεις καὶ κραυγές του.

ς μὴν σκανδαλισθεῖ ὁ ἀναγνώστης ἀπὸ αὐτὸν τὸν προβληματισμό, γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ ἐριστικότητα. Γίνεται δημόσια, γιατὶ ἡ ἐπικοινωνία γιὰ τέτοια θέματα, ἰδίως ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό, εἶναι δύσκολη μὲ τοὺς παραπάνω Πατέρες καὶ ἀδελφούς, ἀφοῦ οἱ πιὸ πολλοὶ τὴν ἀποφεύγουν λόγῳ τοῦ κινδύνου τῆς ρετσινιᾶς ποὺ ἀφήνει. Γιατὶ ὅλοι μας καλούμαστε νὰ σκεφτοῦμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε, ἰδίως σὲ περίοδο νηστείας καὶ πρὶν τὴν Θεία Κοινωνία, πῶς ἦταν δυνατὸν σὲ καιροὺς δύσκολους μὲ πενιχρὰ μέσα ἐπικοινωνίας, οἱ Ἅγιοι νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ γράφουν μέσα ἀπὸ τὴν φυλακή, μέσα ἀπὸ σπηλιές, ἀπὸ τὴν ἐξορία, ἑκατοντάδες ἐπιστολὲς μέχρι τὰ πέρατα τῆς γῆς στηρίζοντας τὸν κάθε πιστό, ἀνάλογα ὅμως μὲ τὶς ἀνάγκες του, καὶ σήμερα, τὴν ἐποχὴ τῆς ἀστραπιαίας ἐπικοινωνίας, νὰ μὴν λαμβάνουν οἱ πιστοὶ οὔτε ἕνα μήνυμα στήριξης, οὔτε μία παρηγοριά ἀλλὰ ἀντιθέτως νὰ σκανδαλίζονται, ἄλλα περιμένοντας κι ἄλλα ἀκούγοντας; Καλούμαστε νὰ σκεφτοῦμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε, γιατὶ οἱ Ἅγιοι ἐπισκεπτόντουσαν ἀκόμα καὶ τὸν τσαγκάρη τῆς Ἀλεξάνδρειας γιὰ νὰ διδαχθοῦν καὶ ἐμεῖς σήμερα ἀναζητοῦμε μόνο αὐθεντίες, ἀρνούμενοι τὸ παράδειγμα «κατωτέρων»; Καλούμαστε νὰ σκεφτοῦμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε, γιατὶ ὁ Μ. Βασίλειος ἀπείλησε τὸν φίλο του (αὐτὸ τὸ ὑπόδειγμα φίλου καὶ φιλίας) Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὅτι θὰ διακόψει κάθε ἐπαφὴ μαζί του, ἂν δὲν ἀλλάξει τὴν διστακτικὴ κι ἀμφίβολη στάση του ἀπέναντι στὴν αἵρεση; Καλούμαστε ὅλοι μας νὰ σκεφτοῦμε καὶ νὰ ἐξηγήσουμε, γιατὶ ὁ Παῦλος τῆς ἑνότητας ἔγραψε στοὺς Γαλάτες: «Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω» (ἀπὸ ‘δῶ καὶ πέρα μὴν μὲ ξαναενοχλήσετε) (Γαλ. 6,17).
Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ξεκάθαρη:
     «Διότι τότε εἶναι ἀληθινὴ ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως, τότε γνωρίζουμε ἐκ βαθέως τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ὅταν καὶ στὰ δόγματα ὀρθοδοξοῦμε καὶ τῆς ἀγάπης τὸν σύνδεσμον συντηροῦμε. Διότι ὁ Χριστός εἶναι ἀγάπη».
(Ἱ. Θεοφυλάκτου Ἀχρίδος, Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Ἐξήγησις).

Καλά Χριστούγεννα μὲ ὁμόνοια καὶ ἀγάπη σὲ ὅλους.


Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου