Στὸ ἱστολόγιο «Ἀποτείχιση» (30/31 Αὐγούστου) εἴδαμε
κάποιο σχόλιο ποὺ εἶναι ὑπὲρ τῆς αὐστηρῆς θέσεως ὅτι, δηλαδή, ἀπαγορεύεται ἡ
τέλεση μνημόσυνου σὲ ὅσους τελευτοῦν σὲ κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ.
Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει διαστρέψει σὲ
μεγάλο βαθμὸ τὶς συνειδήσεις (τοῦτο διαπιστώνω καὶ ἀφορᾶ καὶ μένα), ὥστε ἀκόμα
καὶ ἀγωνιστὲς πιστοί, νὰ ἀδυνατοῦν νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν ἀτόφια Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ
πρακτική, τὸ δὲ τραγικὸ εἶναι ὅτι αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ μὲ τοὺς ὑπεύθυνους Ποιμένες,
οἱ ὁποῖοι ἔτσι χαράζουν νέα, ἀντιπαραδοσιακὴ ὁδὸ ἀντιμετωπίσεως τῆς αἱρέσεως, ἐπιτείνοντας
τὴν ἤδη ὑπάρχουσα σύγχυση.
Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ γίνεται προσπάθεια, παραμερίζοντας τὶς διάφορες στρεβλώσεις,
νὰ ἀνακαλύπτουμε τί ἀκριβῶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι γιὰ τὰ διάφορα θέματα (δογματικά,
ἐκκλησιολογικά, ποιμαντικά κ.λπ.) καὶ νὰ ἐπισημαίνουμε τὴν Πατερικὴ γραμμή, νὰ ἐπιμένουμε
στὴν «Ἀκρίβεια», ἀλλὰ καὶ νὰ λαμβάνουμε ὑπόψιν –ἐφ’ ὅσον ζοῦμε σὲ ἐσχατολογικὴ
ἐποχὴ συγχύσεως– τὰ ὅποια ἐλαφρυντικὰ τῶν καλοπροαίρετων ἀδελφῶν μας· νὰ
ἐνθυμούμεθα ὄχι μόνο τὴν «Ἀκρίβεια», ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιείκεια, καὶ τὴν
«Οἰκονομία» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Αὐτὴ ἡ αἴσθηση μὲ ἔκανε νὰ ἀναζητήσω στὴν ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία κάποια παραδείγματα ἐπιεικείας καὶ οἰκονομίας τῶν Ἁγίων Πατέρων, διότι νομίζω
ὅτι, ἡ αὐστηρὴ ἀντιμετώπιση καὶ ἡ ἀπολυτότητα –εἰδικὰ ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει καλὴ
προαίρεση– δημιουργεῖ προβλήματα μεγαλύτερα. Παρουσιάζω ἕνα παράδειγμα, ποὺ
δὲν ἀνταποκρίνεται ἀκριβῶς στὴν περίπτωση (γιατὶ ἐκεῖ πρόκειται γιὰ ἀντιμετώπιση αἱρετικοῦ), ἀλλ’ ὅμως δείχνει ὅτι οἱ
Πατέρες (ἐνῶ εἶχαν ἀποκρυσταλλωμένη θέση γιὰ τὴν διακοπὴ τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τοὺς
αἱρετικούς) ἐφάρμοζαν συγκατάβαση καὶ Οἰκονομία σὲ θέματα ἐπικοινωνίας μὲ αἱρετικούς,
γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ γιὰ συγκεκριμένους λόγους.
Τὸ σχόλιο τὸ ὁποῖο ἀποτέλεσε τὴν ἀφορμὴ αὐτοῦ
τοῦ ἄρθρου, ἀναφέρεται στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Νικολάου Σωτηροπούλου. Ὁ ἀείμνηστος,
ὡς γνωστόν, ἦταν σφοδρὸς ἀντι-Οἰκουμενιστής. Δὲν θὰ ξεχάσω τὸ ἑξῆς περιστατικό.
Ὅταν τὸν μεταφέραμε στὸ Βόλο γιὰ ἀντι-οἰκουμενιστικὴ ὁμιλία (πρὶν δυὸ
χρόνια περίπου), ἦταν βαριὰ κρυωμένος, βαριανάσαινε τόσο, ποὺ κάποια στιγμὴ
σκέφτηκα: θὰ προλάβουμε νὰ φτάσουμε στὸ Βόλο; Τελικὰ συνῆλθε καὶ μεταξὺ ἄλλων μᾶς
εἶπε: Ἔχω ἀγωνιστεῖ ἐναντίον πολλῶν αἱρέσεων. Παρακαλῶ τὸ Θεό, νὰ μοῦ δώσει
λίγο χρόνο ἀκόμα νὰ ἀγωνιστῶ καὶ ἐναντίον τῆς μεγαλύτερης αἱρέσεως, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Στὴν προσπάθειά μας νὰ τοῦ ἐξηγήσουμε τὰ
στοιχεῖα ποὺ συνηγοροῦν ὑπὲρ τῆς ἀποτειχίσεως, σκόνταφτε στὸ πρόβλημα: ποῦ θὰ βρίσκουν
οἱ χριστιανοὶ τὰ Μυστήρια, ἀφοῦ ἀποτειχισμένοι ἱερεῖς δὲν ὑπάρχουν. Πῶς μπορεῖ
νὰ γίνει ἀγώνας χωρὶς τὴν Θ. Κοινωνία. Ἔτσι, ἂν καὶ ὑποστήριξε τοὺς ἀποτειχισμένους
καὶ ἀποδεχόταν τὴν ἀποτείχιση, ὅμως, μὲ τὴν τοποθέτησή του ἔδειχνε ὅτι δὲν
μποροῦσε νὰ καταλάβει τὴν σημασία τῆς κοινωνίας μὲ αἱρετικούς, τὸν μολυσμό-ἀλλοίωση
ποὺ ἐπιφέρει στοὺς κοινωνοῦντες αὐτὴ ἡ ἐπι-κοινωνία, καὶ πόση εὐθύνη ἔχουν, εἰδικὰ αὐτοὶ ποὺ γνωρίζουν.
Μᾶς ἔλεγε: Ἂν ἔχετε ἀποτειχισμένο ἱερέα καλῶς, διαφορετικὰ ψάξτε νὰ βρεῖτε ἕνα ἁπλὸ
παπά, σὲ μητρόπολη ἀντι-Οἰκουμενιστῆ ἐπισκόπου καὶ νὰ κοινωνᾶτε ἀπ’ αὐτόν.
Προσωπικὰ θεωρῶ ὅτι, παρόλο ποὺ στήριζε καὶ ἀποδεχόταν
τὶς θέσεις τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, δὲν μελέτησε καὶ ὁ ἴδιος πρὸς τὴν κατεύθυνση
αὐτὴ τὰ πατερικὰ κείμενα (ὅπως δυστυχῶς κάνουν καὶ ἄλλοι σύγχρονοι Ποιμένες), λόγῳ ἡλικίας
καὶ ἔχοντας ἀνατραφεῖ μὲ ἄλλες ἀρχές, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραμένει ἀνεκμετάλλευτος
ὁ πλοῦτος τῶν Πατερικῶν κειμένων ποὺ ὁ π. Εὐθύμιος ἔχει συγκεντρώσει καὶ καταδεικνύουν
τὴν Πατερικὴ ὁδὸ ἐν καιρῷ αἱρέσεως.
Τὸ
ἀφετηριακὸ σχόλιο (ποὺ ἀπευθύνεται στὸν ἱστολόγο τῆς «Ἀποτείχισης») καὶ στὸ ὁποῖο
ἀναφερόμαστε εἶναι τὸ ἑξῆς:
«Και θα σε παρακαλούσα να δημοσιεύσης όσο και αν
τυχόν διαφωνείς την παρακάτω δήλωση μου πρός κάθε αποτειχισμένο Ιερέα και
μάλιστα τον π. Τρικαμηνά.
Την απαγόρευση της τέλεσης μνημόσυνου για όσους
τελευτούν τη κοινωνία της αιρέσεως την ξέρετε.
Όπως δεν πρέπει να δίνετε την Θεία Ευχαριστία σε
όσους μετέχουν των μυστηρίων της σατανικής συναγωγής και όποιος το κάνει δίνει
τα Άγια των Αγίων στα σκυλιά όμοια έχετε καθήκον να μην κάνετε μνημόσυνο σε
όποιον επέλεξε μέχρι και του θανάτου του τα μυστήρια της απώλειας γιατί σε
διαφορετική περίπτωση προδίδετε τον Κύριο, κοινωνείτε με τους ακοινώνητους και
ουδεμία κοινωνία επιτρέπεται με τους Αντίχριστους.
Και σαν προδότες, κοινωνούντες τους ακοινώνητους θα
είστε ακοινώνητοι από του νυν μέχρι του αιώνος από όσους μαρτύρησαν, μαρτυρούν
και θα μαρτυρούν ακριβώς για να μην κοινωνήσουν τα ακοινώνητα».
Εἶναι
γνωστὸν ὅτι ἡ Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συνῆλθε τὸ 553 μ.Χ. γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ
τρεῖς ἱερωμένους: τὸν ἐπίσκοπο Θεόδωρο Μοψουεστίας, τὸν ἐπίσκοπο Θεοδώρητο
Κύρου καὶ τὸν μητροπολίτη Ἐδέσσης Ἴβα, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σαφῆ ἀντίθεση πρὸς τὴν Γ΄
Οἰκουμενικὴν Σύνοδον (Ζήτημα Τριῶν Κεφαλαίων). Ὅσα στοιχεῖα παρουσιάζω εἶναι ἀπὸ
τὴν μελέτη τοῦ πρώην Μητροπολίτου Νικοπόλεως (Ἡ Πέμπτη Οἰκουμενική Σύνοδος),
καὶ φανερώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι πατέρες
ἔδειχναν ἐπιείκεια, χωρὶς ταυτόχρονα νὰ ὑποχωροῦν στὰ θέματα τῆς πίστεως.
Ὁ Θεόδωρος
Μοψουεστίας θεωρεῖται ὁ «πατέρας» τοῦ Νεστοριανισμοῦ. «Ἡ διδασκαλία τοῦ
Θεοδώρου ἦτο καινολογία (=νεωτερισμός), ξένη πρὸς τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ Ἀντιοχεῖς, ὅταν διὰ πρώτην φορὰν ἤκουσαν τὰς ἰδέας του, κατὰ κυριολεξίαν
“λίθους βαλόντες αὐτὸν” ἐξεδήλωσαν τὴν πλήρη ἀντίθεσή τους» (Μελετίου Καλαμαρᾶ, Μητροπολίτου Νικοπόλεως, Ἡ Πέμπτη
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, Ἀθῆναι 1985, σελ. 45).
Ἀνησυχία
εἶχαν διατυπώσει ἤδη ἀπὸ τὸ 394 μ.Χ. καὶ οἱ «ἅγιοι Γρηγόριος ὁ θεολόγος καὶ
Γρηγόριος Νύσσης» (ὅπ. παρ., σ. 45). Λίγο ἀργότερα (404 μ.Χ.) καὶ ὁ Πατριάρχης
Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος (ἀνησυχῶν καὶ αὐτός) μὲ ἐπιστολὴ του στὸν Πατριάρχη Ἀντιοχείας
Πορφύριο, τὸν προέτρεπε νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ ζήτημα ποὺ δημιουργήθηκε μὲ τὶς
κακοδοξίες τοῦ Θεοδώρου.
Ἀλλὰ
αὐτὴ «ἡ περιωρισμένης ἐκτάσεως ἀμφισβήτησις αἰφνιδίως μετεβλήθη εἰς γενικὴν καὶ
καθολικήν, ὅταν ἕνας μαθητής τοῦ Θεοδώρου, ὁ Νεστόριος, ἐπελέγη» ὡς Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως (σ. 45).
«Πρῶτος ἐναντίον τοῦ Νεστορίου ἠγέρθη» ἕνας λαϊκός, ὁ
κατόπιν «ἐπίσκοπος Δορυλαίου Εὐσέβιος». Στὴν συνέχεια ἐναντιώθηκε ὁ Ἅγιος
Κύριλλος καί, τέλος, ὁ Πάπας Κελεστῖνος, ὁ ὁποῖος δι’ ἐπιστολῶν, ἔδωσε
προθεσμία στὸν Νεστόριο 10 ἡμερῶν νὰ ἀρνηθεῖ τὶς αἱρετικὲς θέσεις του καὶ νὰ
μετανοήσει. Ταυτόχρονα ἐπαινοῦσαν τὸν κλῆρον καὶ τὸν λαὸν τῆς
Κωνσταντινουπόλεως ποὺ ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ τὸν Νεστόριο καὶ τοὺς καλοῦσαν νὰ
κρατήσουν «σθεναρὰν κατὰ τοῦ Νεστορίου ἀντίδρασιν» πρὶν ὁ Νεστόριος καταδικασθεῖ (σ. 46-47).
Ὁ Νεστόριος ἐπέτυχε νὰ συγκληθεῖ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος
καὶ προσπάθησε νὰ προσεταιρισθεῖ τὸν Πατριάρχην Ἀντιοχείας Ἰωάννην. «Ὅμως ὁ
Ἰωάννης δὲν ἀπεδέχθη τὸν ρόλον, διὰ τὸν ὁποῖον προώριζεν αὐτὸν ὁ Νεστόριος» καὶ
διαμήνυσε τὴν πεποίθησή του στὸν ἅγιο Κύριλλο «ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Νεστόριου
εἶναι “ρῆμα οὐκ ἀνεκτόν”· καὶ παρεκάλεσεν αὐτὸν νὰ ἐνεργήσῃ μετὰ συνέσεως