Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός:

Οἱ ἀγῶνες καί ἡ ἀποτείχισίς του
 ερομόναχου Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ



   Μιὰ ἄκρως ἀποστομωτικὴ ἀπάντηση ἀποτελεῖ ἡ παρακάτω μελέτη τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ γιὰ τοὺς Οἰκουμενιστές, ποὺ παρουσιάζουν τὸν Ἅγιο Μᾶρκο τὸν Εὐγενικό (τοῦ ὁποίου σήμερα τελοῦμε τὴν μνήμη) νὰ ἀποδέχεται ἀδιάκριτα τὸν Πάπα ὡς ἁγιότατο, χωρὶς νὰ ἀντιλαμβάνονται ὅτι μὲ αὐτὴ τὴν ἀνιστόρητη θέση δείχνουν μεγάλη ἀσέβεια στὸν ἄτλαντα αὐτὸν τῆς Ὀρθοδοξίας.
     Δυστυχῶς οἱ τάχα «προοδευτικοὶ» Οἰκουμενιστές, μιμούμενοι τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀπομονώνουν φράσεις τοῦ Ἁγίου, γιὰ νὰ στηρίξουν τὶς παναιρετικές τους θέσεις καὶ συμπροσευχές· μὲ αὐτὸ τὸν ἀνέντιμο τρόπο βγάζουν ἐκκλησιολογικὰ συμπεράσματα ἄκρως ἀντίθετα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική μας Παράδοση καὶ φυσικὰ ἀνύπαρκτα γιὰ τὴν σκέψη καὶ τὴν ὅλη βιοτὴ τοῦ Ἁγίου Μάρκου, ὁ ὁποῖος συμβούλευε μετ’ ὀξύτητος τὴν ἀπομάκρυνση ἐκ τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν.
      Ταυτόχρονα, ἡ μελέτη αὐτὴ εἶναι κατατοπιστικὴ καὶ γιὰ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι παραμένουν σὲ κοινωνία μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, τοὺς ὁποίους οἱ ἴδιοι ὀνομάζουν αἱρετικοὺς καὶ μάλιστα Παναιρετικούς.
     Καὶ μιὰ ἐκτίμηση: Ἂν οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς εἶχαν ἀκολουθήσει τὸν ἅγιο Μᾶρκο, σήμερα αὐτὴ ἡ καρικατούρα Συνόδου, ποὺ βλάσφημα τὴν ὀνόμασαν οἱ αἱρετικοὶ διοργανωτές της ὡς «Ἁγία», δὲν θὰ πραγματοποιεῖτο, τουλάχιστον στὶς μέρες μας.
Π.Σ.


Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός:
Οἱ ἀγῶνες καί ἡ ἀποτείχισίς του
 ερομόναχου Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ

πως εἶναι γνωστό ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὅπως ὅλοι οἱ μετά τό σχίσμα Πατέρες, ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκμεταλλευόμενος τήν παντελῆ ἐξασθένησι τοῦ Βυζαντίου, ἠθέλησε κατά τό λόγιο νά ξυλεύση πρίν ἀκόμη πέση ἡ δρῦς καί νά ὑποτάξη τήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία θά τοῦ ἐδίδετο ἐκ τῶν προτέρων ὡς ἀντάλλαγμα, προκειμένου νά βοηθήση, ὅπως ἔλεγε, στρατιωτικά και οἰκονομικά τήν καταρρέουσα αὐτοκρατορία. Εἶναι γεγονός ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχε κατ’ εὐδοκία Θεοῦ σ’ αὐτήν τήν κρίσιμη γιά τήν Ὀρθοδοξία περίοδο ὁ ἅγ. Μᾶρκος, θά εἶχε ὅλη ἡ Ἀνατολή φραγκέψει καί ἡ ἀληθινή πίστις θά εἶχε ἐξαλειφθῆ ἀπό τή γῆ.
   Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὁ ἅγ. Μᾶρκος δέν ἀγωνίσθηκε μόνο κατά τή Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας-Φερράρας, πρᾶγμα πού εἶναι σέ πολλούς γνωστό, ἀλλά ἀγωνίσθηκε καί μετά τήν ὑπογραφή τῆς συμφωνίας καί τήν ἐπάνοδο στην Κωνστατινούπολι. Αὐτοί μάλιστα οἱ τελευταῖοι ἀγῶνες του, οἱ ὁποῖοι σέ πολλούς εἶναι ἄγνωστοι, ἔχουν ἴσως μεγαλύτερη σημασία, διότι θά ἠδυνάμεθα νά εἴπωμε ὅτι οἱ κατά τήν Σύνοδο ἀγῶνες του δέν ἐτελεσφόρησαν, ἐφ’ ὅσον ὑπεγράφη τελικῶς ἡ ἕνωσις τῶν «Ἐκκλησιῶν», ἐνῶ οἱ μετά τήν Σύνοδο εἶχαν πλήρη ἐπιτυχία, ἐπειδή ἔγιναν αἰτία νά ἐπανέλθωμε εἰς τήν Ὀρθοδοξία καί νά καταδικασθῆ συνοδικά ἡ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας καί μαζί ὁ Παπισμός.
    Τό πρῶτο καί βασικό τό ὁποῖον ἔκανε ὁ ἅγιος μετά την ἐπάνοδον εἰς τήν Κωνστατινούπολι, ἦτο ὅτι διέκοψε την ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν τήν ἕνωσι στήν Φλωρεντία καί ὅσους τούς ἀκολουθοῦσαν. Ἡ ἀποτείχισις αὐτή τοῦ ἁγίου διήρκησε μέχρι τοῦ θανάτου του. Ὁ ἅγιος ἀπεβίωσε τήν 23/6/1444 ἤ κατ’ ἄλλους 1445 (Θ.Η.Ε. τόμ. 8: 761), ἡ δέ Σύνοδος τῆς Φλωρεντίας ἐπερατώθη τό 1439. Τά πέντε λοιπόν αὐτά ἤ ἕξι χρόνια, μετά τήν παπική Σύνοδο, ἦτο ὁ ἅγιος ἀποτειχισμένος ἀπό ὅλους ὅσους ὑπέγραψαν καί ὅσους τούς ἀκολουθοῦσαν. Ἐπί πλέον δέ ἔγινε, τά τελευταῖα αὐτά χρόνια τῆς ζωῆς του, ὁ ἀρχηγός τῶν ἀνθενωτικῶν μέ τούς ἀγῶνες του και διέσωσε τήν Ὀρθοδοξία ἀπό τήν λατινική ὑποταγή.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι τήν ἐποχή ἐκείνη τοῦ ἁγίου ἦταν πολύ πιό εὐαίσθητοι στά θέματα τῆς πίστεως ἀπό τούς Ὀρθοδόξους τῆς ἐποχῆς μας. Διά τοῦτο, ὡς ἀπό ἐνστίκτου θά λέγαμε, ἀπετειχίζοντο ἀπό τούς ἑνωτικούς καί λατινόφρονες Ἐπισκόπους καί κληρικούς. Ὁ ἅγ. Μᾶρκος σέ ἐπιστολή του ἀπό τήν Λῆμνο ὅπου ἦτο ἐξόριστος, πρός τόν ἱερομόναχο Θεοφάνη εἰς τόν Εὔριπον περιγράφει αὐτήν τήν ἀποτείχισι: «Διαπεράσας οὖν εἰς την Καλλίπολιν καί διερχόμενος διά τῆς Λήμνου ἐκρατήθην ἐνταῦθα καί περιωρίσθην παρά τοῦ βασιλέως. Ἀλλ’ ὁ λόγος τοῦ θεοῦ καί ἡ τῆς ἀληθείας δύναμις οὐ δέδεται, τρέχει δε μᾶλλον καί εὐοδοῦται · καί οἱ πλείονες τῶν ἀδελφῶν τῇ ἐμῇ ἐξορίᾳ θαρροῦντες βάλλουσι τοῖς ἐλέγχοις τούς ἀλιτηρίους καί παραβάτας τῆς ὀρθῆς πίστεως καί τῶν πατρικῶν θεσμῶν, καί ἐλαύνουσι πανταχόθεν αὐτούς ὡς καθάρματα, μήτε συλλειτουργεῖν αὐτοῖς ἀνεχόμενοι, μήτε μνημονεύειν ὅλων αὐτῶν ὡς Χριστιανῶν» (Σπ. Π. Λάμπρου, Παλαιολόγεια καί Πελοποννησιακά, τόμ. Α΄, σελ. 21).
  Βλέπομε ἐδῶ ὅτι ἡ ἐξορία τοῦ ἁγίου ἔγινε αἰτία ἐξεγέρσεως καί ἀποτειχίσεως πολλῶν κληρικῶν, ἀπό τους λατινόφρονες Ἐπισκόπους. Ἡ ἀποτείχισις εἶχε πάντοτε ὡς γνώρισμα τήν διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας και τῆς μνημονεύσεως «μήτε συλλειτουργεῖν αὐτοῖς ἀνεχόμενοι, μήτε μνημονεύειν ὅλων αὐτῶν ὡς Χριστιανῶν».
   Ἐν συνεχείᾳ στήν ἴδια ἐπιστολή ὁ ἅγιος καθοδηγεῖ τον ἱερομόναχο Θεοφάνη πῶς νά ἀντιμετωπίση τόν νεοχειροτονηθέντα λατινόφρονα Ἐπίσκοπο Ἀθηνῶν στόν ὁποῖο προφανῶς ὑπήγετο ὁ Θεοφάνης: «Μανθάνω δέ, ὅτι ἐχειροτονήθη παρά τῶν λατινοφρόνων μητροπολίτης Ἀθηνῶν κοπελύδριον τι τοῦ Μονεμβασίας, ὅπερ αὐτόθι διάγον συλλειτουργεῖ τοῖς Λατίνοις ἀδιακρίτως καί χειροτονεῖ παρανόμως ὅσους ἄν εὕρῃ καί οἵους. Ἀξιῶ οὖν τήν ἁγιωσύνην σου, ἵνα, τόν ὑπέρ τοῦ θεοῦ ζῆλον ἀναλαβών ὡς ἄνθρωπος τοῦ θεοῦ καί τῆς ἀληθείας φίλος καί τοῦ ἁγίου Ἰσιδώρου γνήσιος μαθητής, παραινέσῃς τοῖς τοῦ θεοῦ ἱερεῦσιν ἐκφεύγειν ἅπασι τρόποις τήν κοινωνίαν αὐτοῦ, καί μήτε συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνηνονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον, ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι, μήτε λειτουργεῖν ὅλως ἐν ταῖς λατινικαῖς ἐκκλησίαις, ἵνα μή ἔλθῃ καί ἐφ’ ὑμᾶς ἡ ἐπελθοῦσα ὀργή τοῦ θεοῦ τῇ Κωνσταντινουπόλει διά τάς ἐκεῖ γινομένας παρανομίας» (ὅπ. ἀν., σελ. 21-22).
   Ἡ προτροπή τοῦ ἁγίου εἶναι πλήρης ἀποτείχισις ἀπό τόν λατινόφρονα Ἐπίσκοπο «ἐκφεύγειν ἅπασι τρόποις την κοινωνία αὐτοῦ, καί μήτε συλλειτουργεῖν αὐτῷ μήτε μνηνονεύειν ὅλως αὐτοῦ, μήτε ἀρχιερέα τοῦτον, ἀλλά λύκον καί μισθωτόν ἡγεῖσθαι». Ἡ ἔκφρασις τοῦ ἁγίου ἐν συνεχείᾳ «μήτε λειτουργεῖν ὅλως ἐν ταῖς λατινικαῖς ἐκκλησίαις» ἴσως νά ἐννοῆ νά μή λειτουργοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι στίς ἐκκλησίες τῶν λατινοφρόνων καί ἑνωτικῶν, ἤ σέ αὐτές πού εἶχαν καταλάβει διά τῆς βίας οἱ Λατίνοι.
   Στήν ἴδια ἐπίσης ἐπιστολή περιγράφει ὁ ἅγιος πῶς συμπεριφέροντο οἱ μοναχοί στόν λατινόφρονα Ἐπίσκοπο Μονεμβασίας: «Ὁ γοῦν καλόγηρος τοῦ ὑμετέρου μισθωτοῦ καί οὐχί ποιμένος, ὁ ἄνους Μονεμβασίας λαβών παρά τοῦ βασιλέως τό τοῦ Προδρόμου ἡγουμενεῖον, οὔτε μνημονεύεται παρά τῶν καλογήρων αὐτοῦ, οὔτε θυμιᾶται ὅλως ὡς Χριστιανός, ἀλλ’ ἔχουσιν αὐτόν εἰς τά πράγματα μόνον ὥσπερ τινά κούσουλον» (ὅπ. ἀν., σελ. 22). Τόν Λατινόφρονα Ἐπίσκοπο λοιπόν αὐτόν δέν τόν ἀντιμετώπιζον κἄν ὡς χριστιανόν οἱ μοναχοί τῆς περιφερείας του. Ἡ λέξις «καλόγηρος» πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος ἴσως σημαίνει εἰρωνικά τόν γέροντα, τόν καθοδηγητή · καί ἡ λέξις «κούσουλον» εἶναι ἴσως ἰδιωματισμός τῆς ἐποχῆς τοῦ ἁγίου καί ἑρμηνεύεται ἀπό τά συμφραζόμενα ὡς κάτι παραπεταμένο καί ἀπομονωμένο.
   Εἰς τό τέλος τῆς ἐπιστολῆς ὁ ἅγιος δίδει πάλι ὁδηγίες σχετικές μέ τήν μνημόνευσι τῶν Λατινοφρόνων: «Φεύγετε οὖν καί ὑμεῖς, ἀδελφοί, τήν πρός τούς ἀκοινωνήτους κοινωνίαν καί τό μνημόσυνον τῶν ἀμνημονεύτων. Ἴδε ἐγώ Μᾶρκος ὁ ἁμαρτωλός λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ μνημονεύων τοῦ πάπα ὡς ὀρθοδόξου ἀρχιερέως ἔνοχός ἐστι πάντα τόν λατινισμόν ἐκπληρῶσαι μέχρι καί αὐτῆς τῆς κουρᾶς τῶν γενείων, καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται» (ὅπ. ἀν., σελ. 22). Ἡ ἀποτείχισις διά τόν ἅγιο ἦτο ἡ ἀσφαλής ὁδός ἐν καιρῷ αἱρέσεως καί διδάσκει ὅτι αὐτός πού κάνει συγκατάβασιν εἰς τά τῆς πίστεως θά κριθῆ ὅπως ὁ αἱρετικός «καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται».
    Τά ἴδια περίπου γράφει ὁ ἅγιος διά τά θέματα τῆς πίστεως, μαζί μέ ἄλλες συμβουλές πρός τόν ἡγούμενο τῆς μονῆς Βατοπεδίου: «Οὐδείς κυριεύει τῆς πίστεως, οὐ βασιλεύς, οὐκ ἀρχιερεύς, οὐ ψευδής σύνοδος, οὐκ ἄλλος οὐδείς, ὅτι μή θεός μόνον ὁ ταύτην ἡμῖν παραδούς δι’ ἑαυτοῦ καί τῶν αὐτοῦ μαθητῶν» (ὅπ. ἀν. Πρός τόν καθηγούμενον τῆς ἐν Ἁγίῳ ὄρει μονῆς Βατοπεδίου, σελ. 25). Διά τά θέματα τῆς πίστεως ἀναφέρει δέν κάνομε ὑπακοή οὔτε στόν Ἀρχιερέα, οὔτε στή Σύνοδο, ἀλλά στόν Χριστό καί τούς Ἀποστόλους. Στην ἴδια δέ ἐπιστολή ἀναφέρει πρός τόν ἡγούμενο: «Φεύγετε οὖν, ἀδελφοί, τούς τῆς λατινικῆς καινοτομίας εἰσηγητάς καί βεβαιωτάς καί τῇ ἀγάπῃ πρός ἀλλήλους συνδεδεμένοι ἕν σῶμα καί ἕν πνεῦμα, σύμψυχοι, τό ἕν φρονοῦντες, συνάγεσθε πρός τήν μίαν ἡμῶν κεφαλήν, τόν Χριστόν...» (ὅπ. ἀν. σελ. 26). Ἐδῶ διδάσκεται ἀπό τόν ἅγιο ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι Ἐπισκοποκεντρική ἀλλά Χριστοκεντρική «συνάγεσθε πρός τήν μίαν ἡμῶν κεφαλήν, τόν Χριστόν». Ἡ σύναξις λοιπόν τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας γίνεται γύρω ἀπό τόν Χριστόν. Ὁ Ἐπίσκοπος ὀφείλει νά εἶναι ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ πρωτίστως εἰς τά θέματα τῆς πίστεως, εἰδάλλως δέν εἶναι Ἐπίσκοπος. Οἱ εἰσηγητές καί βεβαιωτές τῆς λατινικῆς καινοτομίας, πού ἀναφέρει ὁ ἅγιος, εἶναι οἱ λατινόφρονες «Ὀρθόδοξοι», οἱ ὁποῖοι χάριν ὑποσχέσεων ψευδῶν καί ἀπατηλῶν ὑπετάγησαν εἰς τόν Πάπα.
   Ἀπό ὅλους αὐτούς λοιπόν, μετά τήν ἐπάνοδο στήν Κωνστατινούπολι, ὁ ἅγιος ἀπετειχίσθη. Αὐτό τό ἀναφέρει πολύ καθαρά σέ διακήρυξί του ἡ ὁποία φέρει τόν τίτλο: «Ἔκθεσις τοῦ ἁγιωτάτου μητροπολίτου Ἐφέσου, τίνι τρόπῳ ἐδέξατο το τῆς ἀρχιερωσύνης ἀξίωμα καί δήλωσις τῆς Συνόδου τῆς ἐν Φλωρεντίᾳ γενομένης». Εἰς τό τέλος αὐτῆς τῆς ἐκθέσεως ἀναφέρει ὁ ἅγιος τά ἑξῆς:
    «Ἐντεῦθεν οἱ μέν τά ἑαυτῶν ἔπραξαν καί πρός τήν συνθήκην τοῦ ὅρου καί τά λοιπά τῆς ἑνώσεως ἔβλεψαν· ἐγώ δε χωρισθείς αὐτῶν ἔκτοτε καί ἐμαυτῷ σχολάσας, ἵνα τοῖς ἁγίοις μου πατράσι καί διδασκάλοις διατελῶ συνημμένος, πᾶσι καταφανῆ ποιῶ τήν ἑμαυτοῦ γνώμην διά τῆσδε μου τῆς γραφῆς, ὡς ἄν ἐξῇ δοκιμάζειν τῷ βουλομένῳ, πότερον ὑγιέσι δόγμασι χαίρων, ἤ διεστραμμένοις τισί τήν γεγενημένην ἕνωσιν οὐ παρεδεξάμην» (Τά εὑρισκόμενα ἅπαντα, τόμ. Α΄, σελ. 384).
   Ἐδῶ μπορεῖ νά διακρίνη κανείς τό ἀξιομίμητο θυσιαστικό καί ἡρωϊκό φρόνημα τοῦ ἁγίου, πού προβάλλεται φοβερό στά μάτια τῶν συγχρόνων πιστῶν. Προέβη στην ἀποτείχισι διά νά μείνη ἑνωμένος μέ τούς ἁγίους «ἐγώ δε χωρισθείς αὐτῶν ἔκτοτε καί ἐμαυτῷ σχολάσας, ἵνα τοῖς ἁγίοις μου πατράσι καί διδασκάλοις διατελῶ συνημμένος». Τοῦτο σημαίνει, ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά εἶσαι μέ τους ἁγίους καί συγχρόνως νά ἐπικοινωνῆς ἐκκλησιαστικά με τούς αἱρετικούς.
   Ἀπό τό ἀκροτελεύτιο αὐτό τμῆμα τῆς ἐκθέσεως φαίνεται ὅτι ἡ ὅλη ἔκθεσις καί διακήρυξις ἦτο συγχρόνως καί μία δήλωσις ἀποτειχίσεως «πᾶσι καταφανῆ ποιῶ τήν ἑμαυτοῦ γνώμη διά τῆσδε μου τῆς γραφῆς». Δηλαδή ὁ ἅγιος ἐδήλωνε δημοσίως καί ἀπεριφράστως τήν ἀποτείχισί του πρός πᾶσαν κατεύθυνσι. Καί βεβαίως ὅλα αὐτά ἐγίνοντο, τότε πού ὅλα ἐστοίχιζαν, ἐνῶ σήμερα ἀρκούμεθα μόνον στήν διά λόγων καί ἐγγράφων διαμαρτυρία καί καταγγελία τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ ὁποία δέν μᾶς κοστίζει εἰς τό ἐλάχιστο.
    Τήν ἴδια περίπου ἔννοια ἔχει καί ἡ ἐγκύκλιος τοῦ ἁγίου πού ἐπιγράφεται

Ο Άγιος Μάρκος απέρχεται στον Δεσπότη Χριστό


(23 Ιουνίου 1444) 


Έφθασε, τέλος, και για τον Άγιο, η ώρα να αφήσει την παρούσα ζωή, αυτή την κοιλάδα του κλαυθμώνος και να ανέβει στην ουράνιο κληρουχία, για να λάβει εκεί τις επάξιες αμοιβές των μυρίων αγώνων του από τον αγωνοθέτη Χριστό. 
 Βρισκόταν στην οικία του πατέρα του, στον Γαλατά της Κωνσταντινουπόλεως, όπου ασθένησε για 14 ημέρες. Όλο αυτό το διάστημα της ασθενείας του, δίδασκε τους παρευρισκόμενους χριστιανούς όλα τα πρέποντα, και κυρίως, να αποφεύγουν με όλη τους τη δύναμη την ψυχοφθόρο ένωση. Αφού ο καλός ποιμένας τους παρήγγειλε και άλλα παρόμοια, αφού παραίνεσε και δίδαξε όλους να εμμένουν στην καλή ομολογία των Πατέρων, παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Αρχιποιμένα Ιησού, ως γνήσιος μαθητής αυτού του αρχιποίμενος και μιμητής του θείου Παύλου.
   Στην ιερή ταφή του, συνέρρευσε όλη η πόλη, κάποιοι παρευρεθέντες αρχιερείς, όλος ο χορός των ιερέων, τα πλήθη των μοναχών, άνδρες και γυναίκες, νεανίσκοι και παρθένοι, μεγαλύτεροι και νεότεροι, για να αξιωθούν την χάρη και ευλογία που εξέπεμπε το πανίερο και θείο σκήνωμά του.
   Το ιερότατο σώμα του, μετά την πάνδημη περιφορά συνοδευόμενο από όλα τα τάγματα και προπεμπόμενο με τους ιερούς και θείους εκκλησιαστικούς ύμνους, το έφεραν στη Μονή του μεγαλομάρτυρος Γεωργίου των Μαγγάνων, όπου είχε λάβει αρχικά το μοναχικό σχήμα. Εκεί παραδόθηκε στη γη και ετάφη δίπλα στο παράθυρο του Ναού. Το σώμα του τάφηκε κατά την κοινή μοίρα των ανθρώπων, όμως η μακαρία ψυχή του, αφήνοντας το χωμάτινο σώμα, απήλθε προς τον Δεσπότη, τον οποίο ποθούσε και για τον οποίο έκανε όλους αυτούς τους μακρούς και συνεχείς αγώνες και τα παλαίσματα. 
   Ο όσιος, λοιπόν, συναριθμήθηκε με τους οσίους. Ο δε Θεός, που δοξάζει εκείνους που τον δοξάζουν, δόξασε τον πίστο του δούλο Μάρκο με άπειρα θαύματα. Οι συγγενείς τους και όλος ο λαός, με συνοδική απόφαση τελούσαν την ετήσιο μνήμη του στον Γαλατά τη 19η Ιανουαρίου, όπως σημειώνει και ο Νεκτάριος Ιεροσολύμων στο 9ο Συνταγμάτιό του (σελ. 185-186).

Πηγή: «Εις έναντι μυρίων - ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και οι αγώνες του», μοναχού Καλλίστου Ζωγράφου Αγιορείτου Εφεσίου, επιμ. Δημητρίου Παναγόπουλου.

Πηγή

Πατριαρχείο Γεωργίας: "Οι λόγοι είναι δογματικοί''



Γράφει ο Αιμίλιος Πολυγένης

  Εμμένει το Πατριαρχείο Γεωργίας στην απόφασή του να μην παρευρεθεί στην Κρήτη, ούτε καν στο συλλείτουργο των Προκαθημένων.
  Στην επιστολή που φέρνει στη δημοσιότητα η Romfea.gr, το Πατριαρχείο αναφέρεται στους λόγους της άρνησης οι οποίοι οπως υπογραμμίζουν ειναι καθαρά δογματικοί και δεν εξυπηρετούν πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες.
  Τονίζουν μάλιστα πως η Εκκλησία της Γεωργίας είχε μεν ψηφίσει πως θα μετέχει ελπίζοντας ωστόσο πως μέχρι τότε θα είχαν γίνει δεκτές οι ενστάσεις της πάνω στα κείμενα.
  Εφόσον αυτά δεν έγιναν δεκτά γι΄ αυτό και επιμένει στην άρνηση να μετάσχει στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.

Διαβάστε παρακάτω την επιστολή:







ΠΗΓΗ: ROMFAIA.GR

Σκέψεις με αφορμή κείμενο του θεοφιλεστάτου επισκόπου Αβύδου κ. Κυρίλλου!


Ὁ οἰκουμενικοῦ κύρους κανόνας τοῦ Ἁγ. Κυπριανοῦ
καί τά ἀνύπαρκτα γιά τήν Ὀρθοδοξία ἐκκλησιολογικά διλήμματα
(ἀποκλειστική ἤ περιεκτική ἐκκλησιολογία;)

Σκέψεις μέ ἀφορμή κείμενο τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Ἀβύδου κ. Κυρίλλου

Πρωτοπρεσβύτερος, Ἀναστάσιος  Κ.  Γκοτσόπουλος,
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν

Πάτρα, 22 Ίουνίου 2016

Σέ ἐκτενές ἄρθρο του στή ΡΟΜΦΑΙΑ  μέ τίτλο «Ἐμπιστεύομαι τήν Ἐκκλησία»[1]  ὁ Θεοφιλέστατος ἐπίσκοπος Ἀβύδου Κύριλλος (Κατερέλλος) ἀναφέρει μεταξύ ἄλλων ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη πατερική παράδοση ὁμολογεῖ στό Σύμβολο τῆς Πίστεως τήν πίστη «εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησία», τήν ὁποία ἀποδέχεται ὡς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, παράλληλα ὅμως οὐδέποτε ἀποδέχθηκε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ μόνη Ἐκκλησία τοῦ Συμβόλου. Γιά τόν Θεοφιλέστατο ὅσοι ταυτίζουν τή «Μία Ἐκκλησία» ἀποκλειστικά καί μόνο μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρεσβεύουν τήν ἐσφαλμένη κατ’ αὐτόν «ἀποκλειστική ἐκκλησιολογία», ἐνῶ ἡ πατερική καί κανονική παράδοση ἀποδεχόταν, κατά τόν Θεοφιλέστατο, ὅτι στή «Μία Ἐκκλησία» τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως περιλαμβάνονταν καί ἄλλες ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες («περιεκτική ἐκκλησιολογία»).

Πρίν προχωρήσουμε σέ ἐξέταση τῶν ἀνωτέρω ἰσχυρισμῶν τοῦ Θεοφιλεστάτου εἶναι χρήσιμο νά ἔχουμε ὑπ’  ὄψιν μας ὅτι στήν Οἰκουμενική Κίνηση ὑπό τούς ὅρους  “Χριστιανικός κόσμος”, “ἑτερόδοξοι”, “ἄλλες Ἐκκλησίες” στεγάζονται ἑνιαία ἑτερόκλητες στήν πίστη αἱρετικές ὁμάδες-κοινότητες (Νεστοριανοί, Μονοφυσίτες,  Ρωμαιοκαθολικοί,  Παλαιοκαθολικοί, Λουθηριανοί, Ἀγγλικανοί, Μεταρρυθμισμένοι κλπ) πού κατά περίπτωση ἀρνοῦνται τό Χριστολογικό δόγμα, ὅλες ἤ τίς περισσότερες Οἰκουμενικές Συνόδους, ἀρνοῦνται ὅλα τά μυστήρια, ἀρνοῦνται τό ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου, ἀρνοῦνται τήν τιμή πρός τήν Θεοτόκο, τούς Ἁγίους, τόν Τίμιο Σταυρό καί τίς εἰκόνες. Ἀρνοῦνται τήν ἀποστολική διαδοχή, ἀρνοῦνται σύνολη τήν ἱερή παράδοση καί αὐτόν τόν Κανόνα τῆς Ἄγ. Γραφῆς… Εἶναι ἀσφαλῶς γνωστό ὅτι οἱ περισσότερες ἀπό τίς πλάνες αὐτές καί ὅσοι συνειδητά τίς ἀποδέχονται, ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί τήν ὁμόφωνη πατερική, ἐκκλησιαστική παράδοση.
Πρός ἐπίρρωση τῶν ἰσχυρισμῶν του ὁ Θεοφιλέστατος:
Α. Ἐπικαλεῖται τρία πατερικά χωρία (Μ. Βασιλείου, Ἁγ. Ταρασίου, Ἁγ. Μάρκου Εὐγενικοῦ),
Β. Ἀρνεῖται τήν οἰκουμενικότητα τοῦ Κανόνος τῆς ἐν Καρχηδόνι Συνόδου (255μΧ) (Ἁγ. Κυπριανοῦ), καί 
Γ. Ἐπικαλεῖται τούς κανόνες  7ο τῆς Β΄  Οἰκουμενικῆς (Β-7) καί 95ο τῆς Στ΄ (Πενθέκτης) Οἰκουμενικῆς (Στ-95).
Προσεκτική ὃμως ἐξέταση τῶν ἀνωτέρω πατερικῶν καί κανονικῶν ἀναφορῶν δέν ἐπιβεβαιώνουν τούς ἰσχυρισμούς τοῦ Θεοφιλεστάτου περί «περιεκτικῆς ἐκκλησιολογίας».
α) Στό χωρίο  τοῦ Μ. Βασιλείου, πού ἐπικαλεῖται ὁ Θεοφιλέστατος, ἀναφέρεται: εἰς «τό ἐπαναγαγεῖν πρός ἕνωσιν τάς Ἐκκλησίας, τάς πολυμερῶς καί πολυτρόπως ἀπ' ἀλλήλων  διατμηθείσας». Ὁ Θεοφιλέστατος προσαρμόζει τό χωρίο στή σημερινή πραγματικότητα τῶν αἱρετικῶν-ἑτεροδόξων «ἐκκλησιῶν» ἀφήνοντας νά ἐννοηθεῖ ὅτι ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ αἱρετικές-ἑτερόδοξες  κοινότητες τίς ὁποῖες χαρακτηρίζει ὡς “Ἐκκλησίες”! Ὅμως τό χωρίο δέν ἀναφέρεται σέ αἱρετικούς καί αἱρετικές κοινότητες!  Ἀς τό δοῦμε στή συνάφειά του :  Εἶναι ἀπό τήν ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου «τοῖς ἐν Ταρσῷ περί Κυριακόν»[2], στήν ὁποία ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ μία ἐκκλησιαστική κοινότητα, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς συγχύσεως πού ἐπικρατοῦσε τότε, δέν ἦταν σέ κοινωνία μέ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες. Ὁ Μ. Βασίλειος πλέκει ἐγκώμια γιά τήν πίστη καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, ἐγγυᾶται προσωπικά ὁ ἴδιος γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη της καί παρακαλεῖ τούς ἐν Ταρσῷ νά τούς δεχθοῦν σέ πλήρη κοινωνία «ἡνωμένους γνησίως, καί πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος κοινωνούς» [3]. Ἀλήθεια, μπορεῖ νά ὑπονοήσει κάποιος ὅτι ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ αἱρετικούς; ἤ ποία σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ περίπτωση πού ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος, μέ τή σημερινή πραγματικότητα τῶν ἑτεροδόξων–αἱρετικῶν μονοφυσιτῶν, παπικῶν, προτεσταντῶν;
β) Ὁ Πατριάρχης Ταράσιος στό ἐπίμονο αἴτημά του πρός τούς αὐτοκράτορες γιά σύγκληση Οἰκουμενικῆς Συνόδου πρίν ἀπό τή χειροτονία του σέ Πατριάρχη εἶπε: «ὁρῶ καί βλέπω τήν ἐπί τήν πέτραν Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν τεθεμελιωμένην ἐκκλησίαν αὐτοῦ διεσχισμένην νῦν· καί διηρημένην, καί ἡμᾶς ἄλλοτε ἄλλως λαλοῦντας, καί τούς τῆς ἀνατολῆς ὁμοπίστους ἡμῶν χριστιανούς ἑτέρως, καί συμφωνοῦντας αὐτοῖς τούς τῆς δύσεως καί ἠλλοτριωμένους ἡμᾶς ἐκείνων ἁπάντων καί καθ’ ἑκάστην ὑπό πάντων ἀναθεματιζομένους». Ὁ Ἃγ. Ταράσιος ἀναφέρεται στήν ἔλλειψη κοινωνίας μεταξύ  τῶν Ἐκκλησιῶν ὅταν αὐτός ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί στήν τραγική θέση πού βρισκόταν ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως: Μέχρι τότε, ἐπειδή στό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦσαν εἰκονομάχοι πατριάρχες εἶχε διακοπεῖ ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες (Ρώμη, Ἀνατολή). Τώρα ὅμως ὄντας ὁ ἴδιος ὀρθόδοξος πατριάρχης καί ἔχοντας κοινωνία ἐν τῇ πίστει μέ τούς λοιπούς θρόνους ζητᾶ τήν ἀποκατάταση καί τῆς κοινωνίας μέ τούς «ὁμοπίστους ἡμῶν χριστιανούς». Ἀξιοσημείωτη εἶναι ἡ ἀκρίβεια τοῦ Ἁγίου: «ἡμᾶς [τούς ἐν Κωνσταντινουπόλει] ἄλλοτε [οἱ πρό αὐτοῦ πατριάρχες] ἄλλως λαλοῦντας [ἐναντίον τῶν εἰκόνων], καί τούς τῆς ἀνατολῆς ὁμοπίστους ἡμῶν χριστιανούς ἑτέρως  καί συμφωνοῦντας αὐτοῖς τούς τῆς δύσεως καί ἠλλοτριωμένους ἡμᾶς». Συνεπῶς, κατά τήν ἀρχή τῆς πατριαρχείας τοῦ Ἁγ. Ταρασίου, ἐνῶ πλέον ὅλοι οἱ θρόνοι, ὅλη ἡ Ἐκκλησία εἶχε τό αὐτό φρόνημα πίστεως,  οἱ κατά τόπους Ὀρθόδοξες στήν πίστη Ἐκκλησίες δέν ἦσαν σέ κοινωνία μέ τήν Κωνσταντινούπολη καί γι’ αὐτό ὁμιλεῖ γιά «ἐκκλησία διεσχισμένην νῦν · καί διηρημένην».  Ὑπῆρχε ὅμως τότε ὁμοφροσύνη-κοινωνία ἐν τῇ πίστει. Μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε τό λόγο τοῦ Ἁγ. Ταρασίου γιά τήν ὑπάρχουσα κατάσταση τοῦ “Χριστιανικοῦ κόσμου” μέ τήν τόσο ἀβυσσαλέα  διαφορά σέ βασικά θέματα πίστεως;
Συνεπῶς, τόσο ὁ Μ. Βασίλειος, ὅσο καί ὁ Πατριάρχης Ἃγ. Ταράσιος, ὅταν ἀναφέρονται σέ Ἐκκλησίες δέν ἐννοοῦν ἑτερόδοξες, αἱρετικές κοινότητες, ἀλλά Ὀρθόδοξες Τοπικές Ἐκκλησίες πού γιά κάποιους λόγους δέν βρίσκονται σέ κοινωνία μεταξύ τους, οἱ ὁποῖες ἦσαν «πολυμερῶς καί πολυτρόπως ἀπ’  ἀλλήλων διατμηθεῖσαι». Ἀλήθεια ποιά σχέση ἔχουν τά χωρία αὐτά μέ τήν  πραγματικότητα τοῦ σημερινοῦ “χριστιανικοῦ κόσμου”;  Ποιά σχέση ἔχουν οἱ Ἐκκλησίες πού ἀναφέρει ὁ Μ. Βασίλειος ἤ ὁ Ἃγ. Ταράσιος μέ τίς κακόδοξες καί αἱρετικές κοινότητες τοῦ σημερινοῦ “χριστιανικοῦ κόσμου”;
γ) Ἐντύπωση προκαλεῖ ἡ χρήση τοῦ Ἁγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ γιά νά ὑποστηριχθεῖ ἡ «περιεκτική ἐκκλησιολογία». Γράφει ὁ θεοφιλέστατος: «Ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός φθάνοντας στή σύνοδο τῆς Φερράρας ἐπέδωσε στόν πάπα ἐπιστολή, ὅπου μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει: «...σήμερον τά τοῦ Δεσποτικοῦ σώματος μέλη, πολλοῖς πρότερον χρόνοις διεσπασμένα τε καί διερρηγμένα, πρός τήν ἀλλήλων ἐπείγεται ἕνωσιν· οὐ γάρ ἀνέχεται ἡ κεφαλή Χριστός ὁ Θεός ἐφεστάναι διηρημένῳ τῷ σώματι...». (Ὁ Μάρκος ὁ Εὐγενικός ἀποκαλεῖ μάλιστα τή ρωμαϊκή Ἐκκλησία ὡς ἀδελφή Ἐκκλησία)». Αὐτά γράφει ὁ θεοφιλέστατος Ἅγιος Ἀβύδου.   Ὅμως:
i) Στήν ἐπιστολή τοῦ Ἁγ. Μάρκου πρός τόν πάπα ἀναφέρεται ὁ Σ. Συρόπουλος στά «Ἀπομνημονεύματά» του καί τή δημοσιεύει στά πρακτικά της Συνόδου ὁ MANSI καί ὁ Grill στά “Acta Grecorum”.  Ὅμως οὔτε ὁ Mansi, οὔτε ὁ Συρόπουλος ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἃγ. Μάρκος ἀποκάλεσε τούς Λατίνους «ἀδελφή Ἐκκλησία». Σέ  ἕνα μόνο ἀπό τά πολλά χειρόγραφα τῶν “Acta Grecorum” ὑπάρχει ὁ χαρακτηρισμός αὐτός, ἐνῶ στά περισσότερα τῶν χειρογράφων δέν συναντᾶται ἡ γραφή αὐτή. Ἐπίσης, στίς

Ο αείμνηστος Σωτηρόπουλος ...αποκαλύπτει για την "οικουμενιστική" κατάσταση στην Γερμανία και τον επίσκοπο Κύριλλο Κατερέλο!

Η "αγία" φτυσιά του Επισκόπου Αβύδου, τότε αρχιμανδρίτη Κυρίλλου, στο μακαριστό Νικόλαο Σωτηρόπουλο (Ηχητικό)
 «Σ' ευχαριστώ για την τιμή που μου έκανες να με
φτύσεις! Μοιάζω τώρα λίγο με τον Κύριό μου,
γιατί και Αυτόν τον έφτυσαν»
Νικόλαος Σωτηρόπουλος (+28/8/2014)


ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ:


«Ομιλία στην Γερμανία»


   Εἶχα σκοπὸ νὰ μεταβῶ εἰς Γερμανία τὸν μήνα Μάϊο γιὰ νὰ κηρύξω. Ἀλλ΄ ὅταν πληροφορήθηκε ὁ μητροπ. Γερμανίας Αὐγουστῖνος Λαμπαρδάκης ὅτι πρόκειται ὁ Σωτηρόπουλος νὰ μεταβεῖ στὴν Γερμανία, ταράχτηκε κι ἀμέσως ἔστειλε φάξ στὸν Μητροπολίτη Φλωρίνης, τὸν πατέρα Αὐγουστῖνο κι ἔγραφε στὸ φάξ: Σὲ παρακαλῶ Ἅγιε Φλωρίνης, ἐμπόδισε τὸν θεολόγο Σωτηρόπουλο· νὰ μὴν ἔρθει στὴν Γερμανία, διότι θὰ καταστρέψει τὴν γαλήνη καὶ τὴν εἰρήνη τοῦ ποιμνίου μου…   

   Ὁ κ. Ἰωάννης Ἀναγνωστόπουλος, χριστιανὸς ἐπιχειρηματίας… ἔστειλε ἐπιστολὲς σὲ πρόσωπα στὴν Γερμανία, ἔκανε τηλεφωνήματα γιὰ νὰ κανονίσουν πρόγραμμα ὁμιλιῶν καὶ διέθεσε ὅλα τὰ ἔξοδα γιὰ τὴν μετάβασή μου στὴν Γερμανία. 
    Ὅταν, ἕνας ἀρχιμανδρίτης τῆς Στουτγάρδης ὀνόματι Κύριλλος Κατερέλος πληροφορήθηκε ὅτι ὁ κ. Ἀναγνωστόπουλος κανονίζει τὰ τῆς μεταβάσεώς μου ἐκεῖ, ἀναστατώθηκε κι αὐτός, καὶ ἔστειλε μιὰ ἐπιστολὴ στὸν κ. Ἀναγνωστόπουλο σὲ αὐθαδέστατο ὕφος, χιτλερικὸ ὕφος:
οἱ δαιμονικές σας μεθοδεύσεις νὰ ἔρθει ὁ Σωτηρόπουλος στὴν Γερμανία δὲν θὰ ἀποδώσουν! 
   Ἀπήντησε καταλλήλως ὁ κ. Ἀναγνωστόπουλος σ’ αὐτὸν τὸν ἰταμότατο ἀρχιμανδρίτη. 
  Ὅταν πάτησα στὴν Γερμανία ἀναστατώθηκε ὅλο τὸ ἐκκλησιαστικὸ κατεστημένο. Ἐντολὴ ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Γερμανίας πρὸς ὅλους τοὺς ἱερεῖς νὰ ἀποτρέψουν παντοιοτρόπως νὰ παρακολουθήσει ὁ λαὸς τὰ κηρύγματα. Καὶ ἀπειλοῦσαν: ὅποιος ἀκούσει τὰ κηρύγματα τοῦ Σωτηρόπουλου θὰ ἀφορισθεῖ, δὲν θὰ κοινωνεῖ! 
    Στὴν Στουτγάρδη μιλοῦσα στὴν αἴθουσα μιᾶς Ἀδελφότητας «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός». Τὴν ὥρα ποὺ ὁμιλοῦσα ὁ Κύριλλος Κατερέλος ἀνοίγει ἀποτόμως τὴν πόρτα, περνάει σὰν σίφουνας μπροστὰ ἀπὸ τὸ ἀκροατήριο καὶ κάθησε σὲ μιὰ καρέκλα μὲ θόρυβο. Διέκοψα τὴν ὁμιλία καὶ ρώτησα: 
-Πάτερ μου, ἂν ἐπιτρέπεται, πῶς λέγεσθε; 
-Δὲν σὲ ἐνδιαφέρει. Τὴ δουλειά σου. 
-Γιατί εἶσαι έναντίον μου; 
-Γιατὶ ἦρθες στὴν Γερμανία χωρὶς ἄδεια… Γιατὶ εἶσαι ἀφορισμένος. 
-Ξέρεις γιατί εἶμαι ἀφορισμένος;… Γιατὶ ἤλεγξα τὶς φρικτὲς αἱρέσεις καὶ βλασφημίες τοῦ Αὐστραλίας Στυλιανοῦ. Ἄκουσε, τοῦ λέω, τὶς φρικτὲς αἱρέσεις καὶ βλασφημίες του. Σὲ ὀνόμασε κτῆνος, πίθηκο. Δὲν σὲ προσβάλλει αὐτός; Εἶπε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία σου εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸν Παπισμό. Εἶπε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἁμαρτωλός. Εἶπε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα μεγάλο παραμύθι… 
   Μόλις τ’ ἄκουσε αὐτά, σηκώθηκε ἐπάνω ἐν ἐξάλλῳ καταστάσει, μὲ ἔφτυσε στὸ πρόσωπο κι ἔφυγε ἐλαυνόμενος ὑπὸ τοῦ δαίμονος καὶ ἀποδοκιμαζόμενος ἀπὸ τὸ λαό! 
   Σημειωθήτω ὅτι ὁ νεαρὸς αὐτὸς ἀρχιμανδρίτης …σὲ τροχαῖο ἀτύχημα σκότωσε ἄνθρωπο καὶ κατὰ τοὺς Κανόνας δὲν ἔπρεπε νὰ κρατεῖ τὰ δισκοπότηρα στὰ χέρια. Δὲν λέω τίποτα περισσσότερο.

ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ: «Ομιλία στην Γερμανία»