Οἱ θέσεις τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση μὲ ὅσα
κατὰ καιροὺς ἔχει διδάξει γιὰ τὸ χρέος τῶν πιστῶν (ἱερωμένων καὶ λαϊκῶν) νὰ διακόψουν τὸ Μνημόσυνο τῶν Οἰκουμενιστῶν,
ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσα ἔγραψε στὴν πρὸς τὸν μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ἄνθιμο «Δήλωση Διακοπῆς Μνημοσύνου» εἶναι, νομίζω, ξεκάθαρες.
Ἀντίθετα οἱ θέσεις καὶ ὁ ρόλος κάποιων
ἄλλων (ὅπως τοῦ κ.
Π. Τελεβάντου) μᾶς προβληματίζουν. Ὁ κ. Τελεβάντος ποὺ ἔχει γράψει (καὶ
ἔχουμε δημοσιεύσει ἐδῶ) ὀχετὸ ὕβρεων κατὰ τοῦ π. Θεοδώρου· ὁ κ. Τελεβάντος ποὺ ἦταν σφόδρα ἀντίθετος μὲ τὶς μεμονωμένες ἀποτειχίσεις καὶ μίλαγε γιὰ στρατηγοὺς -μέχρι καὶ πρὶν μερικὲς
ἡμέρες, τώρα, χωρὶς νὰ αἰσθανθεῖ τὴν ἀνάγκη νὰ ἐξηγήσει ἢ νὰ ζητήσει συγγνώμη, συνέταξε -μόνος αὐτός- κατάλογο …ἀποτειχισμένων(!) στὸν ὁποῖο μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὸ ποιοί ἀποτειχίστηκαν καὶ σὲ ποιές
περιοχὲς βρίσκονται αὐτοί!!! Ταυτόχρονα στὸν κατάλογο
αὐτό (ἐδῶ) δὲν περιλαμβάνει ὅλους τοὺς ἀποτειχισμένους, ἀλλ’ ὅσους ἡ παποσύνη του …ἐγκρίνει!
Γιατί αὐτό; Ποιές σκοπιμότητες ὑπηρετεῖ
μὲ αὐτή του τὴν κίνηση;
Παραθέτουμε
στὴ συνέχεια ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν δήλωση τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση (θέση ἀντίθετη μὲ τὴν ἀντιπατερικὴ τοῦ Τελεβάντου) ποὺ δείχνουν τὴν
τοποθέτησή του στὸ θέμα τῆς μὴ κοινωνίας μὲ τοὺς ἀκοινώνητους Οἰκουμενιστές. Θέση,
ποὺ εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν
διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, μὲ τὴν σημείωση ὅτι:
.
ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πιστοί, ἐπιθυμοῦν νὰ ἀκολουθήσουν
ὄχι προσωπικὲς θέσεις Καθηγητῶν καὶ Γερόντων, ἀλλὰ τὶς Ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, ὅπως τὶς δίδαξαν καὶ τὶς ἐφάρμοσαν
διαχρονικὰ καὶ ἀπὸ συμφώνου ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Σημάτης Παναγιώτης
Γράφει ὁ π. Θεόδωρος στὴν
«Δήλωση Διακοπῆς Μνημοσύνου»
Ὡς πρὸς τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο
καὶ πρὸ τῆς «Συνόδου» ἦταν
δικαιολογημένη ἡ διακοπὴ μνημοσύνου, πολὺ περισσότερο
μετὰ ἀπὸ αὐτήν, διότι αὐτὸς ἦταν ὁ πρωτουργὸς καὶ πρωτεργάτης. Εἶναι
συγκλονιστικὸ καὶ ἀκαταμάχητο τὸ ἐπιχείρημα τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων στὴν
ἐπιστολὴ ποὺ ἔστειλαν πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγο, ὁ ὁποῖος μετὰ
τὴν ψευδοένωση τῆς Λυὼν (1273) τοὺς ἐπίεζε νὰ μνημονεύουν στὴν Θ. Λειτουργία τὸ
ὄνομα τοῦ πάπα. Ἀποκρούοντες αὐτὴν τὴν ἀπαίτηση ἀντιτείνουν: Πῶς εἶναι δυνατόν,
ἐνῶ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς συνιστᾶ οὔτε στὸν δρόμο νὰ χαιρετοῦμε τοὺς αἱρετικούς,
οὔτε νὰ τοὺς δεχόμαστε σὲ κοινὲς οἰκίες, ἐμεῖς νὰ τοὺς εἰσάγουμε μέσα στοὺς
ναούς, ὅταν στὴν φρικτὴ καὶ μυστικὴ τράπεζα θύεται καὶ σφαγιάζεται ἀθύτως ὁ
Υἱὸς τοῦ Θεοῦ; Μόνον ἀπὸ τὸν Ἅδη θὰ μποροῦσε νὰ ἐκπορεύεται φωνὴ ποὺ μνημονεύει
τὸν ἐχθρὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν πάπα. Ἂν ὁ ἁπλὸς χαιρετισμὸς τῶν αἱρετικῶν μᾶς κάνει
κοινωνοὺς τῆς αἱρέσεως, πόσο περισσότερο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὴν φωνητικὰ ἰσχυρὴ
μνημόνευσή του, ὅταν τελοῦνται τὰ θεῖα καὶ φρικτὰ μυστήρια; Καὶ ἂν ὁ Χριστός, ὁ
ἐπὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης κείμενος, εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια, πῶς θὰ δεχθεῖ τὸ μεγάλο ψεῦδος,
τὸ νὰ συμπαραθέτουμε τὸν πάπα ὡς ὀρθόδοξο πατριάρχη μὲ τοὺς λοιποὺς ὀρθοδόξους
πατριάρχες; Τὴν ὥρα τῶν φρικτῶν μυστηρίων θὰ παίζουμε θέατρο καὶ θὰ
παρουσιάζουμε τὸ ἀνύπαρκτο ὡς ὑπαρκτό, τὴν αἵρεση ὡς Ὀρθοδοξία; Πῶς θὰ τὰ
ἀνεχθεῖ αὐτὰ ἡ ὀρθόδοξη ψυχὴ καὶ δὲν θὰ διακόψει τὴν κοινωνία πρὸς αὐτοὺς ποὺ
μνημονεύουν καὶ δὲν θὰ τοὺς θεωρήσει ὡς καπήλους καὶ ἐκμεταλλευτὲς τῶν θείων;
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐξηγοῦν γιὰ ποιό λόγο μνημονεύουμε τὸ
ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Αὐτὸ γίνεται, ὄχι γιατὶ χωρὶς τὴν
μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως δὲν ἐπιτελεῖται τὸ μυστήριο, κατὰ τὴν
σφαλερὴ γνώμη μερικῶν συγχρόνων, ἀλλὰ γιὰ νὰ φανεῖ ἡ «τέλεια συγκοινωνία», ἡ
ταυτότητα πίστεως τοῦ μνημονεύοντος καὶ τοῦ μνημονευομένου…
Μέχρι τώρα ἤμασταν ἐπιφυλακτικοὶ ὡς
πρὸς τὴ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων τῶν «Νέων Χωρῶν» ποὺ μνημονεύουν
τὸν πατριάρχη Βαρθολομαῖο στὴν Θεία Λειτουργία· θὰ ἔπρεπε κανονικὰ νὰ τὸ
εἶχαν διακόψει πολὺ πρὸ τῆς
«Συνόδου» τῆς Κρήτης μὲ βάση τὰ «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» λεγόμενα καὶ πραττόμενά του…
Τώρα ὅμως
μετὰ τὴν θετικὴ ἀποτίμηση καὶ ἀποδοχὴ ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος
καὶ ἀπὸ τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, μὲ τὸ ψευδέστατο
κείμενο «Πρὸς τὸ Λαό», ἡ ἐκφώνηση ψεύδεται καὶ γιὰ τὸν πατριάρχη καὶ γιὰ τὴν
Ἱερὰ Σύνοδο, διότι πλέον ἀμφότεροι δὲν ὀρθοτομοῦν τὸν λόγο τῆς ἀληθείας τοῦ
Χριστοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀκόμη καὶ οἱ ἱερεῖς τῆς παλαιᾶς Ἑλλάδος, ὅπου οἱ
ἀρχιερεῖς μνημονεύουν μόνο τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, ἔχουν τὸ κανονικὸ δικαίωμα νὰ
διακόψουν τὸ μνημόσυνο τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου, διότι δὲν ἀντέχει ἡ ἱερατική τους
συνείδηση νὰ τὸν ἀκούουν νὰ ψεύδεται μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ λέγει, «Ἐν
πρώτοις μνήσθητι Κύριε τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῆς ὀρθοτομούσης τὸν λόγον τῆς
σῆς ἀληθείας». Πολὺ περισσότερο δικαιοῦνται νὰ διακόψουν τὸ μνημόσυνο ὅσων
ἐπισκόπων ἔχουν οἱ ἴδιοι αἱρετικὰ - οἰκουμενιστικὰ φρονήματα, καὶ στὴν παλαιὰ Ἑλλάδα
καὶ στὶς λεγόμενες «Νέες Χῶρες», καὶ διδάσκουν, λόγου χάριν, ὅτι ὁ Παπισμὸς
εἶναι Ἐκκλησία μὲ Χάρη, Μυστήρια καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή…
Καὶ σὲ ὁμιλία του στόν
Σοχό, ἐξηγεῖ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης τὸ «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω
ἀκοινώνητος ἔσται», μὲ τὸ παράδειγμα τῶν «συγκοινωνούντων δοχείων» (ἐδῶ):
«...Στο θέμα τών σχέσεων πού υπάρχουν ανάμεσα στούς Πατριάρχας, τούς
Επισκόπους και σε εμάς τούς Κληρικούς και σε εσάς τους Χριστιανούς, αυτές οι
σχέσεις αποδίδονται με την εικόνα των “συγκοινωνούντων δοχείων”. Δηλαδή.
Όταν ο Πατριάρχης συμπροσεύχεται με τoν πάπα και είναι υπόλογος απέναντι των αγίων
Κανόνων, γιατί οι άγιοι Κανόνες λένε “Επίσκοπος, αιρετικοίς συνευξάμενος
καθαιρήσθω” και υπάρχει και ένας άλλος Κανόνας, ο οποίος λέει “ο κοινωνών
ακοινωνήτω, ακοινώνητος έσται”. Αυτός ο οποίος κοινωνεί, ο Πατριάρχης δηλαδή που κοινωνεί με τον
ακοινώνητο –τόν αιρετικό, πρέπει και αυτός να είναι ακοινώνητος, τότε θα πρέπει
και οι υπό τον Πατριάρχη Αρχιεπίσκοποι – Επίσκοποι, να κάνουν τον Πατριάρχη
ακοινώνητο. Να μην επικοινωνούν. Να κόψουν το μνημόσυνο.
...Αφού οι Επίσκοποι μνημονεύουν τον Πατριάρχη και επομένως υπόκεινται και αυτοί στον κανόνα: “ο κοινωνών ακοινωνήτω, ακοινώνητος έσται”. Και εγώ όμως κοινωνώ με τον Επίσκοπό μου ο
οποίος κοινωνεί. Και εγώ μνημονεύω τον Επίσκοπό μου, ο οποίος μνημονεύει τον
Πατριάρχη, ο οποίος κοινωνεί με τον Πάπα. Και εσείς οι λαϊκοί έρχεστε από μένα,
ο οποίος μνημονεύω τον Επίσκοπο και κοινωνάτε και με αποδέχεστε. Επομένως, μία
σειρά –αυτή η σειρά του παραπτώματος που αρχίζει από τον Πατριάρχη, αρχίζει
σιγά–σιγά σαν συγκοινωνούν δοχείον, να φθάνει σαν ευθύνη μέχρις εμάς! Γι΄ αυτό λένε οι Άγιοι: “Σέ θέματα πίστεως, δεν
πρέπει να πείς, εγώ τί είμαι; Το λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης. Εγώ τί
είμαι; Εγώ είμαι λαϊκός. Εγώ είμαι Επίσκοπος. Εγώ; Τί είμαι εγώ; Αυτοί έχουν
την ευθύνη. Όχι. Οι λίθοι κεκράξονται και συ σιωπάς;”.
Αλλά ποιός από τον κόσμο τα ξέρει αυτά; Οι περισσότεροι από τούς
λαϊκούς, θα πούν: “Μα, αφού το κάνει ο Πατριάρχης, αφού το κάνει ο Πάπας, τί
φταίω εγώ;”. Φταίς κι εσύ! Δεν δικαιολογείται η άγνοια... Αυτή λοιπόν
είναι η “θεωρία των συγκοινωνούντων δοχείων”. Ότι είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Δεν
είναι μόνον υπεύθυνος ο Πατριάρχης. Δεν είναι μόνον υπεύθυνος ο Επίσκοπος ο
οποίος σιωπά και η οποία σιωπή
είναι τρίτο είδος αθεϊας. Είμαστε υπεύθυνοι και εμείς οι Πρεσβύτεροι
και μαζί με εμάς, είστε και σεις οι λαϊκοί, που έρχεστε μαζί με μας και δεν μας
λέτε: “Φεύγουμε
εμείς”. Και βέβαια,
ξέρω ότι πολλοί από σας, μας ακολουθείτε σε μία διάκριση και σε μία οικονομία,
δεν ξέρω αν το κάνετε γι΄ αυτό. Αν τελικώς καταλήξουμε να σταματήσουμε αυτήν
την οικονομική ένωση και την οικονομική στάση, δεν ξέρω, πόσοι από εσάς θα
μας ακολουθήσετε. Αλλά, ο εις και η
αλήθεια. Ο ένας και η αλήθεια. Και αν είναι κανένας
μόνος, αν είναι βέβαιος πώς είναι με την αλήθεια, πρέπει να το ρισκάρει και
να μείνει με την αλήθεια.
Και μου τηλεφώνησε προχθές, για να δείτε τί συνέπειες έχουν όλα αυτά
και δεν είναι εύκολο πράγμα να παίρνει κανένας θέση. Μου τηλεφώνησε προχθές,
ένας πιστός από τον Βόλο. Συμπαθέστατος και αγωνιστικότατος. Μου τηλεφωνεί
συχνά και μου στέλνει και κείμενα, άψογα κείμενα, και με ήλεγξε. Πώς με
ήλεγξε; Υπενθυμίζοντας αυτό πού λέω εγώ, πάτερ Φώτιε. Με ήλεγξε και μου λέει.
Μου το υπέβαλε δήθεν σαν ερώτηση, για να μου πει: “πάτερ Θεόδωρε, εγώ, αυτό από σας το άκουσα”.
Και μου είπε: “πάτερ
Θεόδωρε, σας ερωτώ. Αν απόψε εμένα με καλέσει ο Θεός και είμαι σε κοινωνία
με τον Επίσκοπό μου, θά είμαι εντάξει απέναντι των Αγίων;”. Λέω:
“αντιλαμβάνομαι γιατί το λες, γιατί αυτό είναι και η δική μου η αγωνία”. Είναι και η δική μου η αγωνία.
Ας παρατείνουμε λοιπόν λίγο την αγωνία μας, μήπως από αυτή την μικρή οικονομία
προκύψει κάτι μεγαλύτερο καλό...».