Ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ὅτι ἡ Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν
ἔχει γίνει στὰ ὑψηλὰ κλιμάκια τῶν «ὀρθοδόξων» καὶ εἶναι ζήτημα χρόνου νὰ τὴν ἐπιβάλουν
στὶς Ἐκκλησίες διὰ τῆς παρελκυστικῆς ὁδοῦ τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων, τῶν
συμπροσευχῶν καὶ τῶν πολυεπίπεδων συναντήσεων, Ἡμερίδων, Συμποσίων κ.λπ. Τοῦτο τὸ ἔχει ὁμολογήσει ξεκάθαρα ὁ Ἀθηναγόρας· τὸ ἔχει ἐπίσης ἀποκαλύψει ὁ ἀείμνηστος πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Ρωμανίδης· τὸ ἔχει περιγράψει
σὲ βιβλίο ὁ θεολόγος κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλος· τὸ ἔχουν ἀποδεχθεῖ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές,
ἄλλοι ἐμμέσως καὶ ἄλλοι ἀμέσως, ὅπως ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης, ὁ π. Γεώργιος
Μεταλληνός, ὁ ἀείμνηστος Ἀρσένιος Κομπούγιας (ὅπως ἀποκαλύπτει ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης
σὲ ἔρθρο του), ὅταν π.χ. ἔγραφαν ὅτι γίνονται συλλείτουργα ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστές
κ.λπ.
Καὶ παρόλα αὐτά, ἀρνοῦνται νὰ διακόψουν τὴν κοινωνία μὲ
τοὺς πρωτάρχους τῆς παναιρέσεως καὶ προδότες τῆς Πίστεως καὶ περιμένουν, ὅπως δηλώνουν, νὰ ἐξαντληθοῦν
ὅλα τὰ ἄλλα μέσα (ποιά ἄραγε;) ἀντιδράσεως ποὺ ἔχουμε στὴν διάθεσή μας γιὰ νὰ προχωρήσουν στὴν
ὀδυνηρή, μὰ ἁγιοπατερικὴ πρακτικῆς τῆς Διακοπῆς τοῦ Μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν! Ὅταν,
λένε οἱ ἴδιοι διὰ τοῦ «λέοντος» τῆς ὀρθοδοξίας μητροπολίτη Πειραιῶς Σεραφεὶμ
καὶ τοῦ ἑξαπτερύγου Τελεβάντου, ὅταν ἔρθει τὸ «κοινὸ ποτήριο» (intercommunio) τότε καὶ μόνο τότε θὰ προχωρήσουμε στὴν Διακοπὴ τοῦ
Μνημοσύνου!!!
Τὴν παραπάνω πραγματικότητα (τῆς Ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς ἀνοχῆς τῶν ἀντιΟἰκουμενιστῶν) ἦρθε νὰ ἐνισχύσει ὁ π. Βασίλειος
Βολουδάκης μὲ σημερινὸ ἄρθρο του στὸν «Ὀρθόδοξο Τύπο». Μὲ τὸ ἄρθρο αὐτό (ἂν καὶ ἀλλοῦ ρίχνει τὸ κέντρο βάρους) ἀποκαλύπτει
ἐπιστολὴ τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ἡ ὁποία βεβαιώνει ὅτι ἡ Ἕνωση ἔχει γίνει.
Γράφει ὁ Ἀθηναγόρας: Μὲ τὴν Ἄρση τῶν Ἀναθεμάτων «ἐπανήλθομεν αὐτομάτως εἰς
τήν πρό τοῦ 1054 ἐποχήν, καθ’ ἥν ὑπῆρχον μέν διαφοραί μεταξύ των δύο ἐκκλησιῶν καί
ἐνίοτε σκληρότερον ἐκδηλούμεναι, ἀλλά διετήρουν
τήν ἑνότητα ἐν τοῖς Ἱ. Μυστηρίοις καί ἰδίως ἐν
τῷ κοινῷ Ποτηρίῳ, ποία νέα μετά τό 1054 ἐμπόδια ἐνεφανίσθησαν κωλύοντα τήν
ἐπάνοδον εἰς τήν πρό αὐτοῦ ἐποχήν;»!
Ἡ ψευτιὰ καὶ ἡ ἀπάτη τῶν Οἰκουμενιστῶν ἀποδεικνύεται μὲ
ἄλλη δημοσίευση τοῦ Ἀθηναγόρα, (ἀντίθετη μὲ τὴν παραπάνω Ἐπιστολή), ἕνα δηλαδὴ «Ἐγκύκλιο
Γράμμα» του ποὺ ἀπέστειλε (ὅπως θυμίζει ὁ κ. Λυκοῦργος Νάνης μὲ σημερινό του σχόλιο) «ἀμέσως μετὰ
τὴν ἐπαίσχυντη καὶ προδοτικὴ ἄρση τῶν ἀναθεμάτων (ἡ ὁποία σημειωτέον ἔγινε μὲ
τὴν ἀποκλειστικὴ πρωτοβουλία τοῦ πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἐρήμην τῶν
λοιπῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων...). Μὲ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Ἀθηναγόρας τόνισε τὰ
ἑξῆς:
«Ἔστι
τὸ γενόμενον πρᾶξις ἀγάπης οὐδόλως ἄρσιν
τοῦ μεταξύ της καθ΄ ἡμᾶς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίαςκαι τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς
Ἐκκλησίας ὑφισταμένου σχίσματος
ὑποσημαίνουσα, οὐδὲ μεταβολὴν τινὰ ἐπιφέρουσα εἰς τὴν ὑφισταμένην σήμερον ἐν
ἑκατέρᾳ τῶν Ἐκκλησιῶν κατάστασιν δογματικῆς διδασκαλίας, κανονικῆς τάξεως, θείας
λατρείας καὶ ἐν γένει ἐκκλησιαστικοῦ βίου, οὐδὲ ποσῶς ἀποκατάστασιν
τῆς μυστηριακῆς διακοινωνίας, ἀλλ΄ ἁπλῶς καὶ μόνον μέλλουσα, ἵνα καὶ
τύποις διευκολύνει περαιτέρω τὴν ἤδη ἀρξαμένην καὶ ἔργῳ σήμερον ὑφισταμένην, συνεχῶς
δὲ προαγομένην ἐπικοινωνίαν μεταξὺ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν» (Βλέπε Σπυρίδωνος Μπιλάλη, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΣ, ΤΟΜΟΣ
Β΄, σελ. 353-364).
«Όπως συμπεραίνει κανείς (συνεχίζει ὁ κ. Νάνης), άλλα
είπε ο Αθηναγόρας τη μία φορά και άλλα ισχυρίστηκε την άλλη! Μήπως αυτήν του η
συμπεριφορά σηματοδοτεί μία έκφραση της διγλωσσίας των οικουμενιστών; Μάλλον
ναι! Απ’ τη μία καθησυχάζουμε το ποίμνιο που δεινώς αγωνιά και αλγεί για την
προδοτική άρση των αναθεμάτων και από την άλλη, απευθυνόμενοι προς την Ελλαδική
Εκκλησία, εξάγουμε και προβάλλουμε εντελώς αυθαίρετους, θεολογικά και
εκκλησιολογικά έωλους και σαθρούς, ανιστόρητους και φαιδρούς ισχυρισμούς
προκειμένου να εξυπηρετήσουμε και θεμελιώσουμε τις οικουμενιστικές μας
ιδεοληψίες!».
Ἡ ἀλήθεια, λοιπόν, ποὺ γνωρίζουν καλὰ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές,
εἶναι ὅτι οἱ Οἰκουμενιστὲς μόνο στὴν ἐνδυμασία εἶναι Ὀρθόδοξοι. Ἡ ψυχή τους εἶναι
μὲ τὸν Πάπα καὶ τὴν Πανθρησκεία. Καὶ ὅμως τοὺς Μνημονεύουν. Ὁ π. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου,
μέλος τῆς «Συνάξεως Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἔχει παρουσιάσει στὸ περιοδικὸ «Ἑπόμενοι
τοῖς Ἁγίοις Πατράσι» τὴν ἀλήθεια:
«Με την άρση των αναθεμάτων οι δύο
πλευρές εννοούσαν την άρση του Σχίσματος.
Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος, επίσημος απεσταλμένος εκείνη την περίοδο
του Πατριάρχη Αθηναγόρα προς τους Ρωμαιοκαθολικούς, αποκαλύπτει το περιεχόμενο
των μηνυμάτων που αντέλλασσαν Φανάρι και Βατικανό «μέχρι του τολμηρού επίσης
μηνύματος που μου ανέθεσε ο Πατριάρχης να μεταβιβάσω στον πρόεδρο της Επιτροπής
Σχέσεων Δύσης και Ανατολής, που ήταν ένας Γερμανός σεβάσμιος καρδινάλιος, ο
Αυγουστίνος Μπέα».
Και συνεχίζει ο Αρχιεπίσκοπος: «Λίγο
καιρό μετά, επισκέπτομαι τον Μπέα στη Νέα Υόρκη. Τον ρώτησα: ‘Τι λέτε,
σεβασμιότατε, μπορούμε να φέρουμε τις Εκκλησίες μας πιο κοντά με την άρση του
Σχίσματος;’ Μου λέει: ‘Καλή ιδέα, δεν ξέρω πως θα τη δεχτούν στη Ρώμη, αλλά εγώ
νομίζω ότι πρέπει να γίνει η άρση του Σχίσματος. Έτσι, δεν θα έχουμε λόγο
κανέναν να μην πλησιάσουμε ο ένας τον άλλο’.
Ερώτηση Γ. Μαλούχου: «Την άρση του Σχίσματος ή του αναθέματος;».
Απάντηση Αρχιεπισκόπου: «Και
τα δύο αυτά μαζί πηγαίνουνε, γιατί όταν κατέθεσαν οι αντιπρόσωποι του Πάπα το
ανάθεμα, τρόπον τινά, με το οποίο αναθεμάτιζε ο Πάπας Νικόλαος τον Μιχαήλ
Κηρουλάριο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ήταν το οριστικό Σχίσμα πια. Δεν
έγινε άλλη επίσημος πράξις που να καθιερώσει το Σχίσμα ως μία διαιρετική γραμμή
μεταξύ Ανατολής και Δύσεως» (Γ. Μαλούχου, Εγώ ο Ιάκωβος, σελ. 196-197).
Η άρση του σχίσματος εντάσσεται, άλλωστε, και στην
λογική των αποφάσεων της Β΄ Βατικανῆς Συνόδου, που πραγματοποιείτο εκείνο το
διάστημα, για άρση της ακοινωνησίας και αναγνώριση των μυστηρίων των Ορθοδόξων.
Στο λατινικό μάλιστα κείμενο της «άρσεως των
αναθεμάτων» υπάρχει ο όρος excommunicatio=ακοινωνησία,
ο οποίος στην επίσημη μετάφραση του Οικουμενικού
Πατριαρχείου μεταφράζεται ως «αναθέματα» (βλ. σχ. Τόμος Αγάπης, Vatican-Phanar (1958-1970),
Rome- Istanbul 1971, σελ. 286-287).
Το κείμενο, δηλαδή μιλούσε για «άρση της
ακοινωνησίας». «Οι New York Times μετέδωσαν την από κοινού αγγελίαν του
Βατικανού και του Φαναρίου της 7ης Δεκεμβρίου 1965 δια την άρσιν του
excommunicatio (της ακοινωνησίας του Λατινικού κειμένου) εις την πρώτην σελίδα,
ως το τέλος του σχίσματος του 1054 και ως την επανέναρξιν της μυστηριακής
κοινωνίας που είχε τότε δήθεν διακοπεί. Φαίνεται πλέον σαφώς ότι το Ελληνικόν
κείμενον που αναγγέλει την ‘άρσιν των αναθεμάτων’ ήτο τεχνηέντως
παραπλανητικόν. Φαίνεται είχε σκοπόν να αμβλύνη ενδεχομένας αρνητικάς
αντιδράσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών» (π. Ιω. Ρωμανίδου, Ορθόδοξος και βατικάνειος
συμφωνία περί Ουνίας.
http://www.romanity.org/htm/rom.e.14.orthodoxi_kai_vatikania_sumfonia_peri_ounias.01.htm).
Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι ότι «ο
Πάπας Ιωάννης Παύλος Β' πρίν επισκεφθεί το Φανάρι (30-11-1979)... εξέφρασε τη
βεβαιότητά του ότι η ενότητα έχει αποκατασταθεί στην πράξη
(In Tat war derwiederhesteung der Einheit der
Christen)» (Αντ. Παπαδόπουλου, Θεολογικός Διάλογος Ορθοδόξων και
Ρωμαιοκαθολικών (Ιστορία-Κείμενα-Προβλήματα), εκδ. οίκος αδελφών Κυριακίδη,
Θεσσαλονίκη-Αθήνα 1996, σελ. 40).
Κι ἀφοῦ τὰ ξέρουν ὅλα αὐτὰ οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστές,
πῶς τὰ ἀνέχονται κοινωνοῦντες μὲ τοὺς Οὐνίτες τοῦ Φαναρίου μαζοχιστικῷ τῷ τρόπῳ;
Σημάτης
Παναγιώτης
Τὸ κείμενο τοῦ π. Βασίλειου Βολουδάκη μὲ τίτλο:
"Μία ἄγνωστη Ἐπιστολή τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου"
καὶ τὸ σχόλιο τοῦ κ. Νάνη έδῶ:
http://www.apotixisi.blogspot.gr/2014/10/blog-post_3.html#comment-form