Προχθὲς παρουσιάσαμε ἕνα
κείμενο τοῦ κ. Ἰωάννη Τάτση, στὸ ὁποῖο συναντᾶ κανεὶς τὴν «Τραγικότητα τῶν Ἀντι-Οἰκουμενιστῶν»,
νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῆς παναιρέσεως μὲ ὀρθόδοξη λεκτικὴ ἐπιχειρηματολογία, ἀλλὰ
νὰ διαστρέφουν τὴν μέθοδο, καὶ ἄρα νὰ ἀντιμετωπίζουν
τοὺς αἱρετικοὺς πρακτικὰ μὲ ἕνα μεταπατερικὸ τρόπο, ἀρνούμενοι
τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων περὶ ἀπομακρύνσεως
ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς.
Σήμερα παραθέτουμε ἀπομαγνητοφωνημένο
ἀπόσπασμα ἀπὸ συνέντευξη τοῦ κ. Τσελεγγίδη, στὸ ὁποῖο εἶναι φανερὸ ὅτι ψηλαφεῖται
ἡ ἰδία νοοτροπία.
Καὶ εἶναι μὲν ἀληθὲς ὅτι ὁ κ. Τσελεγγίδης, εἶναι ὁ μόνος πανεπιστημιακὸς θεολόγος σήμερα, ὁ ὁποῖος μὲ
συνέπεια, ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια, ὁμολογιακὸ σθένος καὶ ἁγιοπατερικὴ
κατοχύρωση ἀντιτίθεται κατὰ τῶν ὀλίγων Οἰκουμενιστῶν, καὶ βοηθᾶ ὅλους
μας νὰ κατανοήσουμε τὶς δολιότητες καὶ κακόδοξες τοποθετήσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν,
ποὺ ἐπειδὴ κατέχουν τὴν ἡγεσία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, κάνουν –αὐτοὶ οἱ ὀλίγοι
καὶ ὀλίγιστοι– τὴν μεγάλη ζημιά.
Ὅμως ἡ συμμετοχὴ τοῦ κ. Τσελεγγίδη στὴν ὁμάδα τῶν «Συναξιακῶν»
τὸν ὁδηγεῖ σὲ παραγνώριση καὶ παραθεώρηση τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας γιὰ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς
Οἰκουμενιστές· αὐτούς, ποὺ καὶ ὁ ἴδιος μὲ τὰ ἄρθρα του παρουσιάζει ὡς δόλιους
παναιρετικούς, ποὺ διδάσκουν καὶ προωθοῦν μὲ ὅλα τὰ μέσα τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
τὴν ὁποία θέλουν μὲ τὴν Πανορθόδοξη Σύνοδο νὰ ἐπισημοποιήσουν, ἀποδίδοντας ἐκκλησιαστικὸ
χαρακτήρα στὶς αἱρέσεις καί, περαιτέρω, νὰ μᾶς ὁδηγήσουν προοδευτικὰ στὴν
Πανθρησκεία. (Ἀκόμα κι ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι ὁ κ. Τσελεγγίδης διαφοροποιεῖται ὡς
πρὸς τὴν στάση τῶν «Συναξιακῶν» γιὰ τὴν Διακοπὴ Μνημοσύνου, ὅμως στὴν πράξη
ἀποδέχεται τὶς σχετικὲς θέσεις τους, γιὰ νὰ μὴν φανεῖ ἡ διαφοροποίηση).
Τὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν συνέντευξη τοῦ κ.
Τσελεγγίδη:
«Ρωμαίϊκο Ὁδοιπορικό»: Μὲ τὴν σύγκλιση τῆς λεγομένης «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου» τὸν προσεχῆ
Ἰούνιο, στὴν φετινὴ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ὁλοκληρώνεται μία προσπάθεια ποὺ
ἔχει τὴν ἀφετηρία της στὶς ἀρχὲς τοῦ προηγούμενου αἰώνα, ἐπὶ πατριαρχίας
Μελετίου Μεταξάκη καὶ συνεχίστηκε μὲ διάφορες προσπάθειες μέχρι τὶς μέρες μας.
Θεωρεῖτε πὼς στὸ διάστημα αὐτὸ ὑπῆρξαν δογματικὰ θέματα ἢ θέματα πού νὰ
ἀπαιτοῦν τὸν οἰκουμενικὸ χαρακτήρα αὐτὸ τῆς Συνόδου, γιὰ νὰ ληφθοῦν ἀντίστοιχες
ἀποφάσεις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἐν συνόλω; Μὲ ἄλλα λόγια ἡ Σύνοδος αὐτή, μὲ τὴν
προοπτικὴ πού τῆς δίνεται ἀπὸ τοὺς διοργανωτές, ἔχει πραγματικὸ σκοπὸ ἢ
χρησιμοποιεῖται ὡς πρόφαση γιὰ τὴν περαιτέρω προώθηση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;
Τσελεγγίδης: …Ὅταν διαβάσει κανεὶς καὶ τὴν
θεματολογία, τὴν τωρινή, ὅσο καὶ αὐτὲς οἱ ὁποῖες ἀπορρίφθηκαν στὴν Σύνοδο αὐτή, δείχνει καθαρὰ ὅτι τὸ
κεντρικὸ θέμα εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός,
ὁ ὁποῖος νοεῖται ὑπὸ τὴν ἔννοια τῆς καθιερώσεως
τῶν ἑτεροδόξων λεγομένων Ἐκκλησιῶν, ἀδελφῶν κ.λπ., οὐσιαστικὰ τοῦ
Ρωμαιοκαθολικισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὡς τοπικῶν Ἐκκλησιῶν τῆς «Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς»,
δηλαδὴ νὰ δώσουμε μιά, καὶ τυπική, ἐκκλησιαστικότητα στὴν παρουσία αὐτῶν τῶν ἑτεροδόξων,
οἱ ὁποῖοι σὲ τελευταία ἀνάλυση εἶναι ἕνα πρᾶγμα τραγελαφικό, ἕνα πρᾶγμα τὸ ὁποῖο
δὲν μπορεῖ νὰ γίνει σὲ καμία περίπτωση, διότι ἡ ἐν λόγῳ ἑτεροδοξία εἶναι
στὴν οὐσία ὄχι ἁπλῶς αἱρετικοὶ τοῦ παρελθόντος, νὰ ἀποκλίνουν δηλ. ἀπὸ
μία συγκεκριμένη δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἀποκλίνουν ἀπὸ πάρα
πολλές. Εἶναι γνωστὴ ἡ ρήση τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος ἦταν
καὶ ὁ πρῶτος ποὺ τὸ εἶπε καὶ ἐπιβεβαιώνεται ἐπιστημονικῶς τουλάχιστον, ὅτι εἶναι
μία παναίρεση, ὑπὸ τὴν ἔννοια δηλ. ὅτι ὑπάρχουν πολλὲς αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες
στεγάζονται κάτω ἀπὸ αὐτὸν τὸν ὅρο «Οἰκουμενισμός», ποὺ ἄλλωστε εἶναι
καὶ ὁ σκοπός –δεδηλωμένος ἐκ μέρους τους– νὰ γίνει ἡ ἕνωση· ἀλλὰ μιὰ ἕνωση, ὅπως
προδιαγράφεται ἀπὸ τὴν θεματολογία αὐτῆς τῆς Συνόδου, ἄνευ προϋποθέσεων. Δηλαδὴ
δὲν ζητᾶμε τίποτε ἀπὸ τοὺς ἑτεροδόξους· παραμένουν στὶς πλάνες τους καὶ ἁπλῶς ἐπιδιώκεται
μέσῳ αὐτῆς τῆς Συνόδου νὰ τοὺς δώσουμε αὐτὴν τὴν ἐκκλησιαστικότητα.
…Δὲν
θέλουμε ὡς βορειοελλαδίτες –καὶ τὸ δηλώνουμε ξεκάθαρα– νὰ ἔχουμε ὡς προϊσταμένη
ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή, μία ἀρχή, ἡ ὁποία ἐμφορεῖται σαφῶς ἀπὸ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
τὸ ὁποῖο εἶναι ἀλλότριο
τοῦ
Εὐαγγελίου, εἶναι ἀλλότριο τοῦ πνεύματος τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλότριο
τοῦ πνεύματος καὶ τῶν λόγων ὅλων τῶν Ἁγίων τῶν
τελευταίων τουλάχιστον ἐτῶν, οἱ ὁποῖοι ἦσαν γνῶστες καὶ αὐτοῦ τοῦ φαινομένου.
Μέχρι σήμερα δὲν ἔχουμε στὴν ἱστορία μας κανέναν ἀπὸ τοὺς ἤδη ἁγιοκαταταχθέντες
Ἁγίους, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς προηγούμενους, οἱ ὁποῖοι ἐγνώριζαν κάπως τὸ φαινόμενο
αὐτὸ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, νὰ τὸ ἐπικροτοῦν, νὰ τὸ νομιμοποιοῦν, νὰ ποῦν κάποια
καλὴ κουβέντα γι’ αὐτόν, γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο· τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι
σύμφωνο μὲ τὸ πνεύμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸ ὁποῖο ἐμφορεῖται ἀπὸ τὸ ἐναντίον
πνεῦμα.
«Ρωμαίϊκο Ὁδοιπορικό»: Ἂν τελικὰ ἐγκριθεῖ τὸ κείμενο γιὰ τὶς σχέσεις μὲ τοὺς ἑτεροδόξους ἀπὸ τὴ
Μεγάλη Σύνοδο χωρὶς σοβαρὲς ἀλλαγές, τί θὰ πρέπει νὰ γίνει ἔπειτα; Ποιά θὰ
πρέπει νὰ εἶναι, ἡ ἐνδεδειγμένη ἀντίδραση (ἱεραρχῶν καὶ ἁπλῶν πιστῶν) στὴν
περίπτωση αὐτή;
Τσελεγγίδης: Κοιτάξτε, ἐδῶ
μπορῶ νὰ σᾶς ἀπαντήσω βιβλικά, γιατὶ ἐσεῖς θέλετε
καλὰ καὶ σώνει μιὰ ἀπάντηση, ἔτσι ὅπως
τὸ θέτετε, ἡ πρώτη μου ἀντίδραση εἶναι τί μᾶς λέει ὁ Χριστός, ὅτι νὰ μὴν
ἀγωνιοῦμε γιὰ τὴν ἑπόμενη μέρα. Γιατὶ ἡ ἑπόμενη μέρα οὐσιαστικὰ δὲν μᾶς ἀνήκει.
Ὅταν θἄρθει ἐκείνη ἡ ἡμέρα, ἐμεῖς ἂν ἔχουμε τὸν νοῦ μας στὸν Χριστό, ἂν δηλαδὴ
ἡ συνείδησή μας εἶναι γρηγοροῦσα καὶ προσευχόμαστε, θὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν
ἀπάντηση. Γιατὶ ὁ Χριστὸς μᾶς εἶπε, ἀκόμη κι ὅταν κινδυνεύει ἡ ἴδια μας ἡ ζωή
ἐνώπιον βασιλέων κ.λπ., νὰ μὴν σκεπτόμαστε οὔτε κἂν τί θὰ ἀπολογηθοῦμε.
[σ.σ.: Ἂν δὲν ἀγωνιοῦσαν οἱ Ἅγιοι γιὰ τὴν ἑπόμενη μέρα σὲ καιροὺς αἱρέσεων κ.
καθηγητά, δὲν θὰ ὑπῆρχε σήμερα Ὀρθοδοξία! Ὥστε, ἔτσι ἑρμηνεύετε αὐτὸ τὸ Κυριακὸ
λόγιο, γιὰ νὰ ταιριάζει μὲ τὶς μεταπατερικὲς ἑρμηνεῖες τῶν «Συναξιακῶν»; Ποιός
Ἅγιος τὸ ἑρμήνευσε ἔτσι;].
Συγκαταβαίνοντας σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημά σας, ἐπειδὴ καὶ
στὸν Πειραιᾶ τὸ ἔχω πεῖ ξεκάθαρα, τὸ ἐπαναλαμβάνω. Γιὰ μᾶς δὲν ὑπάρχει πρόβλημα
ἐκκλησιαστικό. Ὅ,τι κι ἂν ἀποφασισθεῖ σὲ θεσμικὸ ἐπίπεδο, ἐμεῖς παραμένουμε στὴν Ἐκκλησία.
Θὰ κάνουμε δηλαδή, αὐτὸ ποὺ ἔκαναν οἱ πιστοί, στὸ πρόσωπο κάποιων συγκεκριμένων
Ἁγίων, γιὰ νὰ εἶμαι πιὸ συγκεκριμένος, τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ μόνος αὐτός, δὲν εἶχε
πνευματικὸ πρόβλημα, στέγασης δηλαδὴ ἐκκλησιαστικῆς, ἐπειδὴ διαφωνοῦσε μὲ ὅλη
τὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή… Ἁπλῶς, ἔμεινε στὴν Ἐκκλησία ἀσυμβίβαστος μὲ μιὰ αἱρετικὴ
διδασκαλία ποὺ ἦταν τοῦ Μονοθελητισμοῦ. Τὸ ἴδιο πρᾶγμα ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, γιὰ νὰ μείνω πάλι
ἐνδεικτικὰ μόνο σ’ αὐτόν, δὲν ὑπέγραψε τὰ πρακτικὰ τῆς ψευδοσυνόδου τῆς
Φερράρας-Φλωρεντίας, μόνος αὐτός, καὶ μόνος αὐτὸς ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ τὴν συνείδηση
τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔπραξε ὀρθά, μόνος αὐτὸς ἀνεγνωρίσθη Ἅγιος, καὶ ὄχι οἱ ἄλλοι
οἱ ὁποῖοι ὑπέγραψαν.
Δηλαδή, δὲν μποροῦν νὰ μᾶς θέτουν τέτοια
ἐρωτήματα-διλήμματα· ἐμεῖς δὲν πρόκειται σὲ καμία περίπτωση νὰ δημιουργήσουμε σχίσματα, γιατὶ ἁπλῶς
μένουμε στὴν Ἐκκλησία. Αὐτοὶ ποὺ εἰσηγοῦνται αὐτά, καὶ ψηφίζουν πράγματα
ἀντίθετα μὲ τὶς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, νὰ σκεφθοῦν ὅτι τὰ σχίσματα
αὐτοὺς ἀφοροῦν, τοὺς ἰδίους…
Σχόλιο: Μ’ αὐτήν σας τὴν τοποθέτηση, κ.
Τσελεγγίδη, προχωρεῖτε σὲ παραποίηση τῆς
ὀρθοδόξου παραδόσεως. Οἱ Ἅγιοι ποὺ ἀναφέρετε, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἀναφέρατε,
ὄχι μόνο δὲν ἔδιδαν ἐκκλησιαστικότητα στὴν ἡγεσία τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ αἱρέτιζαν,
πολὺ πρὶν κάποια Σύνοδος τοὺς καταδικάσει, ἀλλά ἀποτειχίζοντο ἀπό τήν αἵρεση
καί τούς αἱρετικούς. Κι ὅμως ἐσεῖς συνταυτίζεσθε καὶ ὑπερασπίζεσθε τοὺς «Συναξιακούς,
ποὺ καταδικάζουν τὴν Ἀποτείχιση καὶ θεωροῦν ὡς ἐκτὸς Ἐκκλησίας τοὺς διακόπτοντας
τὸ Μνημόσυνο τῶν αἱρετικῶν Οἰκουμενιστῶν, δίδοντάς τους ἔτσι τὴν εὐκαιρία νὰ
διασπείρουν ὅλο καὶ περισσότερο τὴν λοιμική τους νόσο στοὺς πιστοὺς καὶ νὰ ἀμβλύνουν
ἔτι περισσότερο τό ὀρθόδοξο κριτήριό τους!
Τί νὰ σᾶς πρωτοθυμίσω; (ἀφοῦ τὰ
γνωρίζετε). Νὰ σᾶς θυμίσω τὸ Μ. Ἀθανάσιο ποὺ ἔγραφε κάτι παρόμοιο μὲ ἐκεῖνα ποὺ
ἔγραψε ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Κορναράκης γιὰ τὰ «τρία ὁμολογιακὰ πρόσωπα» τοῦ πατριάρχη
Βαρθολομαίου;
Γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος: «Εἰ γὰρ ἐθάρρουν οἷς ἔγραφον προτέροις,
οὐκ ἂν δεύτερα γράφειν ἐζήτουν· οὐδὲ πάλιν ἀφέντες ἐκεῖνα, ταῦτα νῦν ἔγραφον ἅπερ,
πάντως τοῦτο μελετήσαντες, πάλιν ἀλλάξουσιν, ἐὰν ὀλίγος πάνυ παρέλθῃ χρόνος,
καὶ πρόφασιν λάβωσι τοῦ συνήθως τισὶν ἐπιβουλεύειν... Διὰ τοῦτο γοῦν ἀεὶ γράφουσι,
καὶ ἀεὶ τὰ ἴδια μεταποιοῦντες, ἄδηλον ἔχουσι τὴν πίστιν, μᾶλλον δὲ φανερὰν ἔχουσι τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν κακοφροσύνην, ...ἄλλοτε ἄλλα γράφοντες, μόνον ἵνα τοὺς
χρόνους κερδάνωσι, καὶ διαμείνωσι χριστομάχοι τοὺς ἀνθρώπους
πλανῶντες» (Μ. Ἀθανασίου, Ἐπιστολὴ πρὸς Ἐπισκόπους
Αἰγύπτου…).
Τὸ τραγικὸ δὲ εἶναι ὅτι δὲν διασπείρουν τὴν
λοιμικὴ νόσο μόνο στοὺς ἁπλοὺς
πιστούς, ἀλλὰ καὶ στοὺς πλείστους τῶν Ποιμένων.
Γιά παράδειγμα ἀναλογιστεῖτε: πόσοι ἦταν αὐτοί πού ἀντέδρασαν καὶ ἀντιτάχθηκαν
στόν ἐρχομό τοῦ Πάπα στήν Ἑλλάδα τό 2001 καί πόσοι εἶναι σήμερα;].