Τοῦ ἀείμνηστου καθηγητῆ
Ἰωάννη Κορναράκη
Ένας νέος άνθρωπος πλησιάζει τον Κύριο με υψηλές
υπαρξιακές αγωνίες και αιτήματα, τα οποία γεννώνται κατά την επιδίωξη της κατακτήσεως του υψίστου στόχου της
υπάρξεως, όπως είναι η αιωνιότητα, και του θέτει το κρίσιμο ερώτημα:
-"Διδάσκαλε
ἀγαθέ, τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;"
Στο ερώτημα αυτό ο Κύριος του υποδεικνύει την οδό
της εφαρμογής των εντολών του μωσαϊκού νόμου.
-Εἰ θέλεις εἰσελθεῖν
εἰς την ζωήν, τήρησον τάς ἐντολάς.
Ο νεανίσκος όμως, ο νέος αυτός άνθρωπος, δείχνει με
την δική του απάντηση σ' αυτή την υπόδειξη του Κυρίου ότι όχι μόνο γνωρίζει τις
εντολές του νόμου, αλλά και ότι ήδη τις έχει φυλάξει, τις έχει τηρήσει από την
παιδική του ηλικία.
-Πάντα ταῦτα (ὅλες τίς ἐντολές) ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου, απαντά ο
νεαρός συνομιλητής στον Κύριο, βέβαιος ότι, εφόσον ακριβώς τις τηρούσε και ήδη
τις τηρεί, πρέπει να έχει εξασφαλίσει τη είσοδό του στην αιωνιότητα. Αλλά
συγχρόνως σκέπτεται ο νέος αυτός, μήπως υπήρχε κάτι ακόμα το οποίον αγνοεί. Και
για να σιγουρευθεί ότι ύστερα από την συζήτησή του με τον αγαθό δάσκαλο δεν
φαίνετια να υπάρχει κάτι σημαντικό, το οποίο έχει παραλείψει ή δεν έχει
πληροφορηθεί, θέτει το τελικό του ερώτημα.
-Τί ἔτσι ὑστερῶ; Τι άραγε μου λείπει
ακόμη, τι πρέπει να κάνω και δεν το έχω κάνει; Τότε ο διδάσκαλος, στην επιμονή
του νέου αυτού ανθρώπου να έχει πλήρη ενημέρωση για τον τρόπο της κατακτήσεως
της αιωνίας ζωής, του λέγει τον τελευταίο του λόγο.
-Εἰ θέλεις
τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα και δός πτωχοῖς, καί ἕξεις
θησαυρόν ἐν οὐρανῷ καί δεῦρο ἀκολούθει μοι!
Η ερώτηση του νεανίσκου συνομιλητού του Κυρίου· τί ἔτι ὑστερῶ; ήταν ερώτηση με
αναμενόμενη εκ μέρους του Κυρίου μικρή συμπλήρωση της νομιζομένης κατ' αυτόν
τελειότητός του, εφόσον το σημαντικότερο, η προϋπόθεση της εφαρμογής των
εντολών του νόμου, ήταν ήδη γεγονός βεβαιωμένο από τον ίδιο. Θα σκέφθηκε, τι
άλλο είναι δυνατό να έχω παραλείψει σημαντικό για την είσοδό μου στην αιώνια
ζωή; Ασφαλώς κάποια μικρή
λεπτομέρεια.
Έτσι ο πλούσιος νεανίσκος δεν ήταν καθόλου έτοιμος
να ακούσει ότι αυτή η νομιζόμενη από εκείνον μικρή λεπτομέρεια ήταν η ανάγκη
της τέλειας απογυμνώσεώς του από τον μεγάλο πλούτο του; Ἦν γάρ ἔχων κτήματα πολλά. Ο
νους του δεν είχε την απαραίτητη νηπτική διαύγεια για να στηριχθεί στα πόδια
του και να συνεχίσει τον διάλογο με τον Κύριο! Κεραυνοβολήθηκε! Έπεσε από τα
σύννεφα της αισιοδοξίας του· ἀπῆλθε λυπούμενος! Ἴσως νά συλλογίσθηκε· Κρίμα!
Τόσο ακριβή είναι η αιώνια ζωή.
Ο νεανίσκος λοιπόν του Ευαγγελίου δεν είχε αντιληφθεί
ότι "εκ νεότητός του" δούλευε στο πάθος της υλικής επενδύσεως της
υπάρξεώς του! Εγνώριζε βεβαίως τις εντολές, αλλά δεν τις εφάρμοζε. Απλούστατα,
χωρίς να το αντιλαμβάνεται, η γνώση των εντολών ήταν το άλλοθι της υπάρξεώς του
για την δήθεν δουλεία του στην ύλη. Για την ταύτισή του με τα αισθητά μεγέθη
της υπάρξεως! Εν προκειμένω, με τα πολλά κτήματα. Ήταν ταυτισμένος με τα
κτήματά του! Με την νηπτική γλώσσα· ο νους του ήταν εμπαθώς προσκολλημένος στην
ύλη, στα αισθητά, στα κτήματά του!
Ενδεχόμενη επομένως απογύμνωσή του από τα κτήματά
του θα ήταν ενταφιασμός του στην απελπισία και στην απόγνωση. Για το λόγο αυτό,
χωρίς να θέσει άλλο ερώτημα στον Κύριο ή κάποια αντίρρηση (από τον υποσυνείδητο
ίσως φόβο ότι θα τον πείσει ο Κύριος... νηπτικώς), "ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γάρ ἔχων κτήματα πολλά". Αυτή ήταν
στην πραγματικότητα για κείνον η "αιώνιος ζωή"! Τα πολλά κτήματα. Η
ψευδαίσθηση της αναζητήσεως της αιώνιας ζωής του νόμου ήταν το επικάλυμμα του
πάθους του νου, ο οποίος θολωμένος έβλεπε τα κτήματα με μεγαλύτερη υπαρξιακή
υπεροχή από την μελλοντική "θρησκευτική αιωνιότητα". Την κρίσιμη αυτή
ώρα της υπάρξεώς του, η αξιολογική του κρίση έκλεινε στην ύλη και όχι στην
αιώνια ζωή.
Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, σε κάθε πάθος,
το γενετικό αίτιο είναι το ανάλογο κάθε
φορά αισθητό πράγμα, αισθητό υλικό στοιχείο της ζωής! Χωρίς αισθητό πράγμα, δεν
δημιουργείται πάθος.
Σε κάθε πάθος συμβαίνει να κυριαρχεί το σύμφωνο με
την συγκεκριμένη επιθυμία αισθητό υλικό στοιχείο. Διότι χωρίς να υπάρχει κάποιο
αισθητό στοιχείο, το οποίο να ελκύει τις δυνάμεις της ψυχής προς αυτό, μέσω
κάποιας αισθήσεως, δεν μπορεί να υπάρξει πάθος. Χωρίς γάρ αἰσθητοῦ πράγματος, πάθος οὐ συνίσταται (άγιος Μάξιμος ο
Ομολογητής).
Θα συμπληρώσει δε, π.χ. ότι μη υπαρχούσης γυναικός,
δεν υπάρχει πορνεία· και όπου δεν υπάρχουν φαγώσιμα αγαθά, δεν υπάρχει
γαστριμαργία· και μη υπάρχοντος χρυσού, δεν υπάρχει φιλαργυρία! Κάθε εμπαθής
κίνηση των φυσικών μας δυνάμεων αίτιο έχει το αισθητό, δηλαδή δια του αισθητού
αυτού ερεθίζει τον νου προς την αμαρτία ο δαιμονικός λογισμός.
Στην περίπτωση του νεανίσκου του Ευαγγελίου ο
πονηρός λογισμός, ΔΕΝ ΕΝΟΧΛΕΙΤΟ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ"
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ του νέου αυτού, αλλά ΜΑΛΛΟΝ ΑΝΑΠΑΥΟΤΑΝ ΥΠΟ ΤΟ ΚΑΛΛΥΜΑ ΤΗΣ
ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΙΑΣ "ΤΩΝ ΕΝΤΟΛΩΝ", στην πειστική έλξη της πλάνης των υλικών
στοιχείων της υπάρξεώς του. Έτσι τον άφησε στην μοίρα του! Στο πάθος της
προστασίας της ιδιοκτησίας των κτημάτων του.
Ο νεανίσκος λοιπόν δεν είχε περιθώρια αποκτήσεως
μιας φωτιστικής νήψεως, που θα του έδειχνε τον αληθινό δρόμο προς την
αιωνιότητα! Ήταν ταυτισμένος με τα κτήματά του! Ήταν κι αυτός ένα
"κτήμα". Σ' αυτή την περίπτωση η νήψη δεν βρίσκει ανάπαυση στα
κτήματα, αλλ' ούτε ο νεανίσκος στην αιωνιότητα! Κρίμα!