Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ



ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΕ,  ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΜΑΣ  ΑΠΑΙΤΟΥΝ
ΚΑΘΑΡΕΣ  ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ



ΔΕΝ  ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ  Η  ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ,
ΣΕ ΚΑΙΡΟ  ΑΙΡΕΣΕΩΣ


Μερικὲς ἑκατοντάδες ἀκαδημαϊκοὶ θεολόγοι, γιὰ χάρη τῆς ἐπαγγελματικῆς ἐξελίξεώς τους –ὅπως μπορεῖ νὰ συμπεράνει κανεὶς παρακολουθώντας τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων– ἀφήνουν τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη νὰ κακοποιεῖται στὰ χέρια τῶν ὀλίγιστων αἱρετικῶν πανεπιστημιακῶν καθηγητῶν, διακινητῶν τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Καὶ δυστυχῶς, αὐτοὺς τοὺς καθηγητές, οἱ περισσότεροι ἐπίσκοποι τοὺς ὑπολήπτονται ὑπερβολικὰ καὶ μερικοὶ συμπεριφέρονται ἀπέναντί τους μὲ τὸ κόμπλεξ τοῦ μαθητῆ, ἐπειδὴ αἰσθάνονται ἐλλιπεῖς ἀπέναντί τους στὸν τομέα τῆς ἐπιστημονικῆς κατάρτισης, καθόσον τὴν Πίστη τὴν ἀντιλαμβάνονται ὡς ἐξουσία καὶ γνώση καὶ ὄχι κυρίως ὡς θεία ἐμπειρία, καὶ ἐπειδή, ἐπίσης, δὲν εἶναι λίγοι οἱ ἐπίσκοποι ποὺ ἀγνοοῦν στὴν οὐσία τους τὰ δογματικὰ καὶ ἱεροκανονικὰ θέματα.  Ὡς ἐκ τούτου, θεωροῦν ἀδιακρίτως ὅλους σχεδὸν τοὺς πανεπιστημιακοὺς καθηγητές ὡς ὑπηρέτες τῆς ἱερᾶς ἐπιστήμης τῆς θεολογίας καὶ ἐλογιμότατους, καὶ τοὺς προσαγορεύουν μὲ κολακευτικὰ λόγια σὲ διάφορα συνέδρια, ἢ ὅταν τοὺς προσκαλοῦν γιὰ νὰ μιλήσουν στὸ λογικὸ ποίμνιό τους· κι αὐτὸ τὸ κάνουν, ἀσχέτως ἂν οἱ ἐν λόγῳ καθηγητὲς ἔχουν διατυπώσει ὀρθολογικὲς περὶ Πίστεως καὶ Ἐκκλησίας θέσεις, ἢ εἶναι ζηλωτὲς καὶ φανατικοὶ ὀπαδοὶ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Αὐτὴν τὴν θεολογική/ἀκαδημαϊκὴ ἀνεπάρκεια ἐπισκόπων τινῶν, ἐπανειλημμένως τὴν ἔχουν ἐπιβεβαιώσει πανεπιστημιακοὶ θεολόγοι, ἀφοῦ, ὅταν ἦσαν (οἱ ἐπίσκοποι), φοιτητές, ἐκλιπαροῦσαν τὴν βοήθειά τους, ὥστε νὰ πάρουν τὸ πτυχίο τῆς θεολογίας. Κατὰ τὴν μαρτυρία δὲ τοῦ μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεου, ὅταν σὲ συνεδρία Συνόδου προσπάθησε ὁ Ναυπάκτου νὰ ἀναλύσει θεολογικῶς κάποιο θέμα, εἰσέπραξε ἔκπληκτος τὴν διαμαρτυρία συνοδικῶν ἀρχιερέων: «Καλά, τοῦ εἶπαν, γιὰ νὰ ἀκούσουμε θεολογίες ἤρθαμε ἐδῶ;»!
Θὰ μνημονεύσουμε ἀκόμη, μία μαρτυρία θεολόγου-συνεργάτη μας, ὁ ὁποῖος, ὅταν παρότρυνε Μητροπολίτη μὲ ὀρθόδοξο φρόνημα (ἀλλὰ ἐκ φόβου(!) σιωπῶντα) νὰ ἀγωνισθεῖ κατὰ τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Θέλω νὰ μιλήσω ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλὰ δὲν ἔχω ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέμα. Θὰ μὲ κατατροπώσουν». Ὡσὰν ὁ Χριστὸς νὰ μὴν ἔχει πεῖ: «ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι» (Λουκ. 21, 14).
Αὐτοί, λοιπόν, οἱ καθηγητὲς μὲ τὴν ἀκαδημαϊκὴ πανοπλία ὡς ὅπλο, μὲ τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ μὲ τὴν συστηματικὴ μέθοδο ὡς ἐφόδιο καὶ τὸν παντεπόπτη ἐπαινετικὸ ὀφθαλμὸ τοῦ Πατριαρχείου ὡς σκέπη –καὶ ὄχι μόνον–, φαντάζουν στὰ μάτια πολλῶν ἐπισκόπων ὡς «αὐθεντίες» καὶ ὡς αὐθέντες, ἐνώπιον τῶν ὁποίων παραλύει κάθε σκέψη ἀντίδρασης τῶν ὀρθοδόξως φρονούντων ἐπισκόπων (στὴν πλειονότητά τους), ἀλλὰ καὶ πολλῶν πιστῶν.
Κρίναμε ἀναγκαία αὐτὴν τὴν εἰσαγωγή, πρὶν παραθέσουμε τὴν ἀνοικτὴ ἐπιστολή ποὺ ἀκολουθεῖ, πρὸς τὸν Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφείμ, σχολιάζοντας τὴν ἐπιστολή ποὺ προσφάτως (23/5/2012) ἀπέστειλε πρὸς τοὺς οἰκουμενιστὲς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, γιατὶ διακρίναμε στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἕνα δισταγμὸ νὰ διατυπώσει ξεκάθαρα Ὀρθόδοξο λόγο πρὸς τοὺς πανεπιστημιακοὺς καθηγητές, τοὺς αὐθέντες καὶ «κατακυριεύοντες» τῆς Πίστεως (Α' Πέτρ. 5, 3). Ἡ ἐπιστολή του εἶχε τίτλο «Ὀφειλομένη  ἀπάντησις πρός “θεράποντας τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας”».

Σεβασμιώτατε,
σφαλῶς ἀξίζετε ἐπαίνων καὶ συγχαρητηρίων, διότι τολμήσατε –ἐκεῖ ἔχουμε φτάσει!– νὰ ἀπαντήσετε στοὺς κατηγόρους σας οἰκουμενιστὲς καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. Τολμήσατε νὰ ἐπιβεβαιώσετε ὅτι, αἱρετικὲς οἰκουμενιστικὲς θεωρίες, διδάσκονται ἀπὸ Ἕλληνες Ἐπισκόπους(!) στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, καί, ἐπίσης, τολμήσατε νὰ καταγγείλετε τὶς αἱρετικὲς ἐνέργειες τοῦ Φαναρίου.
Ὅμως, ἐπειδὴ σὲ καμία περίπτωση δὲν ἐπιτρέπεται ἡ διγλωσσία, ἰδιαιτέρως σὲ καιρὸ αἱρέσεως –καὶ μάλιστα ἐν ὄψει τῆς ἐσχατολογικῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ– διότι ἡ διγλωσσία, ὄχι μόνον ἀκυρώνει τὴν ἀξία ἑνὸς ἀγωνιστικοῦ κειμένου, ἀλλὰ καὶ διότι, διὰ τῆς συγχύσεως ποὺ προκαλεῖ στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐνεργεῖ ὑπὲρ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γι’ αὐτὸ θεωροῦμε πὼς εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη, Σεβασμιώτατε, νὰ μᾶς διευκρινίσετε κάποια διφορούμενα σημεῖα τῆς ἀπαντήσεώς σας στοὺς καθηγητές τοῦ Α.Π.Θ. ποὺ δημιουργοῦν εὔλογα ἐρωτήματα. Στὴν παροῦσα ἀνοικτὴ ἐπιστολή μας ἀρκούμαστε νὰ ἐπισημάνουμε ἐνδεικτικὰ μόνον τὰ παρακάτω.
1. Γράφετε, Σεβασμιώτατε, ὅτι πρέπει νὰ ἐνεργήσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιὰ «τὴν ταχεία κατάργηση τῆς Οὐνίας... καὶ τὴν ἐν καιρῷ ἀναίρεσι ὅλων τῶν κακοδοξιῶν, αἱρετικῶν διδασκαλιῶν καὶ πεπλανημένων δοξασιῶν τῶν ἑτεροδόξων (π.χ. θεωρία τῶν κλάδων, θεωρία περὶ δύο πνευμόνων, θεωρία ὅτι ἐκτὸς Ἐκκλησίας ὑπάρχει Ἐκκλησία, θεωρία περὶ διῃρημένης Ἐκκλησίας καὶ τῆς μὴ ὑπάρξεως μετὰ τὸ σχῖσμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας...)».
Μᾶς προκαλεῖ ἀπορία ἡ παραπάνω διατύπωση, Σεβασμιώτατε, γιὰ τοὺς ἑξῆς λόγους:
α) Ὅλες αὐτὲς οἱ αἱρετικὲς θεωρίες ποὺ ἀναφέρετε, ἐκφέρονται ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς ἑτερόδοξους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς «ὁμόδοξους» συνεπισκόπους σας. Π.χ., ἀπὸ τὸν «ὀρθόδοξο» συνεπίσκοπό σας, τὸν Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτο, ὑποστηρίχθηκε ἡ μία ἀπὸ τὶς αἱρέσεις, τὶς ὁποῖες ἐσεῖς ἀποδίδετε σὲ ἑτερόδοξους· κι αὐτὴ εἶναι ἡ «θεωρία περὶ διῃρημένης Ἐκκλησίας», γιὰ τὴν ὁποία πρὸς στιγμὴν καὶ ἀντιδράσατε καὶ τὴν καταγγείλατε.
Ἐπίσης, ἡ «θεωρία τῶν κλάδων, ἡ θεωρία περὶ δύο πνευμόνων καὶ ἡ βαπτισματικὴ θεολογία» διδάσκονται καὶ προωθοῦνται ἀπὸ τὸν Περγάμου κ. Ζηζιούλα καὶ τοὺς περὶ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη οἰκουμενιστὲς Ἐπισκόπους.
Πῶς τώρα, αὐτὲς τὶς αἱρετικὲς θεωρίες, τὶς ἀποδίδετε μόνον στοὺς ἑτερόδοξους; Δὲν εἶναι σὰν νὰ καλύπτετε καὶ ἀθωώνετε τοὺς αἱρετικοὺς «ὁμόδοξους» συνεπισκόπους σας, ποὺ πρεσβεύουν αὐτὲς τὶς κακόδοξες θεωρίες καὶ τὶς διδάσκουν μάλιστα “γυμνῇ τῇ κεφαλῇ” μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Ἐνεργώντας ἔτσι, διεξάγετε καθαρὸ καὶ ἀποτελεσματικὸ ἀγῶνα κατὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Ἔτσι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τὴν μνήμη πανηγυρικὰ ἑορτάζουμε; Ἢ μὲ «θυμὸν δικαιότατον ...τοὺς βαρεῖς ἤλασαν, καὶ λοιμώδεις λύκους, τῇ σφενδόνῃ τῇ τοῦ Πνεύματος, ἐκσφενδονήσαντες, τοῦ τῆς Ἐκκλησίας πληρώματος»;
β) Ἐφόσον, λοιπόν, καταγγέλλετε ὅτι ὑπάρχουν πολλὲς αἱρέσεις στὸν ὀρθόδοξο χῶρο, οἱ ὁποῖες διακινοῦνται ἀπὸ αἱρετικοὺς ἐπισκόπους ποὺ εἶναι μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πῶς εἶναι δυνατόν, ἐσεῖς ὡς Ὀρθόδοξος καὶ μάλιστα Ἐπίσκοπος νὰ τοὺς ἀνέχεσθε, νὰ συμπράττετε καὶ νὰ συμβιώνετε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς αὐτοὺς συνεπισκόπους σας;
Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ αἱρετίζοντες ἐπίσκοποι δὲν ἔχουν καταδικαστεῖ ἀκόμη ἀπὸ Σύνοδο, αὐτὸ δὲν τοὺς κάνει ὀρθόδοξους. Ἀντίθετα αὐξάνει τὴν εὐθύνη τῶν ὑπόλοιπων Ἐπισκόπων νὰ ἀγωνίζονται, ὥστε νὰ διαφυλάξουν τὸ λογικὸ ποίμνιό τους ἀπὸ τὸ μόλυσμα τῆς αἱρέσεως, καὶ ὄχι νὰ τοὺς ἀποδέχονται, ἐνῶ ἔχουν διαπιστώσει ὅτι διδάσκουν κακόδοξες διδασκαλίες· διότι, μὴ ἀποκαλύπτοντας τὴν αἱρετική τους ἰδιότητα, προκαλοῦν ἐφησυχασμὸ στοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς δίδουν τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι καὶ οἱ αἱρετίζοντες ἀξιόπιστα πρόσωπα, πὼς εἶναι κι αὐτοὶ ποιμένες, ἐνῶ στὴν οὐσία εἶναι ψευδοποιμένες καὶ «λύκοι ἅρπαγες»!!!
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίζονταν κατὰ τῶν διδασκόντων κακόδοξα καὶ κατονόμαζαν τοὺς αἱρετικοὺς πρὶν συγκληθεῖ κάποια Σύνοδος γιὰ νὰ τοὺς καταδικάσει, συνιστοῦσαν δὲ στοὺς πιστοὺς νὰ τοὺς ἀποφεύγουν παντὶ τρόπῳ.

2. Ἐν ἀρχῇ τῆς ἀπαντήσεώς σας, Σεβασμιώτατε, δηλώνετε κατὰ τὸν πλέον ἐπίσημο τρόπο, ὅτι: «Οὐδεμία γραπτὴ ἢ προφορική μου μαρτυρία ὑφίσταται, ἡ ὁποία τάσσεται κατὰ τῶν διαχριστιανικῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων διαλόγων». Μὲ αὐτή σας τὴν τοποθέτηση θέλετε νὰ ἀποσείσετε τὴν κατηγορία ποὺ σᾶς προσῆψαν οἱ καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, ἐννοώντας προφανῶς (δι’ αὐτῆς τῆς τοποθετήσεώς σας), ὅτι εἶστε ὑπὲρ τῶν Διαλόγων.
Δὲν κατανοήσατε, ὅμως, Σεβασμιώτατε, ὅτι ἡ ἀπάντησή σας δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀκαδημαϊκοῦ χαρακτῆρος· γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ποὺ αὐξάνετε μὲ γεωμετρικὴ πρόοδο, δὲν ἀρκεῖ μιὰ θεωρητικὴ τοποθέτηση γενικὰ γιὰ τοὺς Διαλόγους, ἀλλὰ μιὰ τοποθέτηση γιὰ τοὺς συγκεκριμένους Διαλόγους καὶ τὸν ἀντι-εὐαγγελικὸ τρόπο ποὺ σήμερα διεξάγονται· γιὰ τοὺς Διαχριστιανικοὺς καὶ Διαθρησκειακοὺς Διαλόγους ποὺ μὲ περισσὴ ἀσέβεια πρὸς τὶς ἐντολὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τὴν διαχρονικὴ Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας πραγματοποιοῦνται.
Ἄρα δὲν σᾶς ἐζητεῖτο ἡ τοποθέτησή σας γιὰ τὸ δέον γενέσθαι, ἀλλὰ ἡ ἐπὶ τοῦ πρακτέου ἐδῶ καὶ τώρα ποιμαντικὴ θέση καὶ καθοδήγησή σας πρὸς τὸ πλήρωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Καὶ ἐπ’ αὐτοῦ δὲν τοποθετηθήκατε, ἀλλὰ πάλι ἀπαντήσατε δίγλωσσα, προκαλώντας σύγχυση στοὺς πιστούς.
Γράφετε, ὅτι «βασική μου θέσις, ὡς καὶ παντὸς ὀρθοδόξου πιστοῦ, εἶναι ὅτι οἱ ἐν θέματι διάλογοι δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἀπροϋπόθετοι, δηλ. χωρὶς τὰς ἀναγκαίας καὶ ἀπαραιτήτους θεολογικὰς προϋποθέσεις, ὅπερ συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία. Οἱ διαχριστιανικοὶ διάλογοι δέον νὰ εἶναι τίμιοι, εἰλικρινεῖς καὶ ἀληθινοί».
Ἂς θεωρήσουμε σωστὴ αὐτὴ τὴν θεωρητικὴ τοποθέτησή σας κι ἂς ἔρθουμε στὴν πραγματικότητα, στὸν πόλεμο ποὺ ἔχουν κηρύξει οἱ οἰκουμενιστὲς κατὰ τῆς «εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν». Ρωτᾶμε:
α) Οἱ διεξαγόμενοι Διάλογοι πραγματοποιοῦνται μὲ «τὰς ἀναγκαίας καὶ ἀπαραιτήτους θεολογικὰς προϋποθέσεις»; Ἀσφαλῶς ὄχι, Σεβασμιώτατε. Ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο συμβαίνει. Πρῶτον δὲν εἶναι τίμιοι, δὲν εἶναι εἰλικρινεῖς καὶ δὲν εἶναι ἀληθινοί! Μήπως θὰ μᾶς διδάξετε τὸ ἀντίθετο;
Γιὰ θυμηθεῖτε: Ἡ πρώτη προϋπόθεση γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Διαλόγου ἀθετήθηκε σκανδαλωδῶς. Δὲν θὰ τὸ ἀρνηθεῖτε, γιατὶ εἶναι ἱστορικὸ γεγονός. Δηλαδή, ἐνῶ ἡ Πανορθόδοξος Διάσκεψη τῆς Ρόδου, ποὺ ἀποφάσισε γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Διαλόγου μὲ τοὺς Παπικούς, ἔθεσε ὡς ἀπαραίτητο ὅρο (προϋπόθεση), ὅτι γιὰ νὰ γίνει ὁ Διάλογος πρέπει νὰ καταργηθεῖ ἡ Οὐνία, ἡ Οὐνία, ὄχι μόνον δὲν καταργήθηκε, ἀλλὰ σὲ πρώτη φάση ἀναβαθμίστηκε, καὶ σὲ δεύτερη φάση οἱ Οὐνῖτες ...συμμετέχουν(!) πλέον στὸν Διαλόγο καὶ μάλιστα ἰσότιμα!!! Θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε καὶ πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ μένουμε μόνον σ’ αὐτό, γιὰ νὰ μὴν ἐπεκταθοῦμε πολύ.
β) Ἡ διδασκαλία σύνολης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Σεβασμιώτατε, ἀλλὰ καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, θέτει καὶ ἄλλη μία καθοριστικὴ προϋπόθεση γιὰ τοὺς Διαλόγους, ἡ ὁποία δὲν τηρεῖται. Κι αὐτὴ ἡ προϋπόθεση διατυπώνεται καὶ ἐκφράζεται διαυγέστατα στὴ γνωστὴ διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (Τίτ. γ΄ 10-11). Ἂν μάλιστα θέλετε αὐστηρότερη διατύπωση, θὰ ἀναφέρουμε ἐκείνη τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος, ὅταν ὁμιλεῖ γιὰ τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς αἱρετικοὺς διδάσκει: «Μὴ λέγετε αὐτοῖς χαίρειν». Καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας τίμησαν αὐτὴν τὴν προϋπόθεση καὶ τὴν ἐφάρμοσαν πλήρως καὶ διαχρονικῶς.
Ἀντίθετα, ἐνῶ ἐσεῖς μᾶς διαβεβαιώνετε, ὅτι αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, τάχα, τὶς «συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία», στὴν πράξη συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Οἱ Διάλογοι γίνονται καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, παρόλο ποὺ οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες ἔχουν ἀπορρίψει ὄχι μόνο «μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν» ἀλλὰ ἑκατοντάδες νουθεσίες. Καὶ τὸ φοβερότερο (ποὺ ἀποκτᾶ σημασία ὕβρεως πρὸς τὸν Θεόν): ὄχι μόνον δὲν διορθώνουν οἱ Δυτικοὶ τὶς ἤδη ὑπάρχουσες αἱρέσεις τους, ἀλλὰ προσέθεσαν καὶ προσθέτουν συνεχῶς νέες αἱρέσεις!!!
Μπορεῖτε, Σεβασμιώτατε, νὰ μᾶς διαβεβαιώσετε ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, θὰ δέχονταν νὰ συμμετέχουν ἐπὶ δεκαετίες σὲ αὐτὸ τὸ καραγκιοζιλίκι ποὺ λέγονται Διαχριστιανικοὶ Διάλογοι;
Ἀκόμη· οἱ διαλεγόμενοι μαζί μας –τάχα «ἐπὶ ἴσοις ὅροις»– δὲν τηροῦν οὔτε αὐτὸν τὸν ὅρον τῆς ἰσότητος, ποὺ ἀπὸ συγκατάβαση ἀποδέχτηκε ἡ Ἐκκλησία μας (ὅπως ἔπεισαν τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία ὅτι πρέπει νὰ κάνει, οἱ οἰκουμενιστὲς “ὀρθόδοξοι” ἐκπρόσωποί μας). Καὶ ἐνῶ ἐμεῖς –κακῶς, κάκιστα– τοὺς δεχτήκαμε ὡς «ἀδελφὴ Ἐκκλησία», αὐτοὶ –ἀνταποδίδοντας «ἀντὶ τοῦ μάννα χολὴ»– μᾶς ὑποβάθμισαν σὲ «Ἐκκλησία μὲ ἐλλείψεις»!
Στὰ πλαίσια τοῦ Διαλόγου ἐπίσης, Σεβασμιώτατε, ξεχνᾶτε ὅτι ἀνάγκασαν παρασκηνιακὰ (παραπλανητικὰ) τὴν Ἐκκλησία μας νὰ γίνει ἱδρυτικὸ μέλος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν; Κάνουν λάθος ὅσοι ὑποστηρίζουν, ὅτι ἡ ἰσότιμη ἔνταξη τῆς Μίας Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σ’ ἕνα Συμβούλιο αἱρετικῶν «ἐκκλησιῶν», ἀκυρώνει πλῆθος εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καὶ Ἱερῶν Κανόνων; Ἄραγε, δὲν ἀρνούμεθα –διὰ τῆς ἐντάξεως αὐτῆς– τὴν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλη τὴν δισχιλιετῆ ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅπως διακήρυξαν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι, ὁ εὐσεβὴς κλῆρος καὶ ὁ λαὸς τὸ 2004 στὴν Θεσσαλονίκη καὶ διαβάζουμε στὰ «Πορίσματα τοῦ Διορθοδόξου Συνεδρίου γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό»;
Ἔπειτα· ἀποτέλεσμα τῶν Διαλόγων δὲν εἶναι καὶ ἡ προδοσία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν 9η Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. στὸ Porto Alegre (2006);  Ξεχνᾶτε ὅτι ἐκεῖ ἀποδεχτήκαμε (χωρὶς ἀντίδραση τῶν παρόντων ἐπισκόπων μας καὶ ἀργότερα τῆς Ἱ. Συνόδου) ὅτι τὴν Ἐκκλησία τὴν ἀποτελοῦν ἀπὸ κοινοῦ οἱ 350 αἱρετικὲς “ἐκκλησίες” τοῦ Π.Σ.Ε.», ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες ἀριθμεῖται ὡς ἰσότιμος τῶν αἱρετικῶν καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Ξεχνᾶτε ὅτι ἀποδεχτήκαμε ὅτι ἡ πληθώρα τῶν κακοδοξιῶν τῶν “ἐκκλησιῶν” τοῦ Π.Σ.Ε., εἶναι “διαφορετικοὶ τρόποι διατυπώσεως τῆς ἰδίας Πίστης καὶ ποικιλία Χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνευματος”!
Ἐνῶ, λοιπόν, αὐτὰ τὰ τραγελαφικὰ γεγονότα συμβαίνουν, μᾶς κρατεῖ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία δεμένους, ἐκεῖ στὸ Π.Σ.Ε., καὶ ἔρχεσθε ἐσεῖς τώρα καὶ ἰσχυρίζεσθε ὅτι ἡ «Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδική Ἐκκλησία» (κι ἐσεῖς ποὺ ταυτίζεσθε, ὅπως φαίνεται, μὲ τὴν στάση της) συμμερίζεται τὶς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις τοῦ Διαλόγου;
Ἂν συμμεριζόταν ἡ Ἐκκλησία, Σεβασμιώτατε, τὶς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις τοῦ διαλόγου, ἁπλούστατα δὲν θὰ συμμετεῖχε στὸ Π.Σ.Ε. Καμία ἀξία δὲν ἔχουν ὅσες διαβεβαιώσεις καὶ ἀνακοινώσεις ἐκδίδονται, ὅταν ἡ πράξη εἶναι ἀντίθετη.
γ) Τέλος, Σεβασμιώτατε, ρωτᾶμε: Δὲν γίνονται κατὰ τοὺς Διαλόγους συμπροσευχές, ποὺ συνιστοῦν κατάφορη  παράβαση τῶν Ἱ. Κανόνων; Γνωρίζετε πολὺ καλὰ ὅτι γίνονται. Καὶ δυστυχῶς, αὐτὸ τὸ «συμμερίζεται ἀπολύτως καὶ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία». Ἄρα,  δὲν συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο, ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ἐσεῖς δηλώνετε; Ἀκόμη καὶ τότε ποὺ ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας πῆρε ἀπόφαση, νὰ μὴ λάβουν μέρος σὲ συμπροσευχὲς στὴν Κύπρο οἱ ἀντιπρόσωποί μας στὴν Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπή, ἐνθυμεῖσθε ὅτι, τὴν ἀπόφαση αὐτή, ὁ μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτος τὴν ἔγραψε «στὰ παλιά του τὰ παπούτσια» καὶ συμπροσευχήθηκε μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ τοὺς Οὐνῖτες στὴν Κύπρο! Καὶ ἡ «Ἁγία ἡμῶν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία» τὸν ἐτίμησε(!) γι’ αὐτό, διατηρώντας τον, τότε, ὡς ἐκπρόσωπό της στοὺς Διαλόγους, παρὰ τὶς πολλὲς καὶ ἔντονες διαμαρτυρίες καὶ καταγγελίες τῶν μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας!
Θὰ ἦταν παράλειψή μας, κλείνοντας, νὰ μὴν ἀναφερθοῦμε μὲ μιὰ πρόταση στὸν Μητροπολίτη Ράσκας Ἀρτέμιο.
Δυστυχῶς ἡ διγλωσσία παρατηρεῖται καὶ ὡς πρὸς τὴν ὑπόθεση τῆς ἄδικης, παράνομης καὶ ἀντικανονικῆς καθαιρέσεώς του, ἡ ὁποία ἀφορᾶ ὄχι μόνο τὸ πρόσωπό του, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν Ἐκκλησία. Κι ἐσεῖς, τὸν ὑπερασπιστήκατε μὲν δι’ ἐγγράφων σας, ἀρνηθήκατε ὅμως νὰ τὸν συναντήσατε, ὅταν ἦρθε στὴν Ἑλλάδα, «διὰ νὰ μὴ θεωρηθῇ τοῦτο (ὅπως γράψατε) σύμπηξις παρασυναγωγῆς». Ὅμως κάνετε κάτι συγκριτικὰ χειρότερο (καὶ δὲν θέλετε νὰ τὸ ἐξετάσετε μὲ κριτήριο τὴν γραμμὴ τῶν Πατέρων, ἀλλὰ μὲ ἀνθρώπινη συλλογιστική): συλλειτουργεῖτε καὶ συναντᾶστε μὲ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι συμπροσεύχονται μὲ αἱρετικούς, μνημονεύουν αἱρετικοὺς καὶ διδάσκουν κακοδοξίες, ἐνῶ οἱ αἱρετικοὶ κατὰ τοὺς Πατέρες εἶναι ἀκοινώνητοι. Κι ἀκόμη, μὴ ξεχνᾶτε τὴν ἀπόφαση τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (στοὺς ὁποίους ἀνήκετε, Ἐγκύκλιος 2913/8-4-2011) διὰ τῆς ὁποίας ἀποδέχεται τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση κατὰ τοῦ Ἀρτεμίου!
Ἀλήθεια, Σεβασμιώτατε, ἂν δὲν γνωρίζαμε τὴν ἀγαθότητα τῶν προθέσεών σας, θὰ λέγαμε πὼς μᾶς περιπαίζετε. Ὅμως ἡ τοποθέτησή σας ἀποδεικνύει τὴν τεράστια καὶ καταλυτικὴ ἐπιρροὴ ποὺ ὁ Οἰκουμενισμὸς καὶ οἱ οἰκουμενιστὲς ἀσκοῦν ὄχι μόνον στὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ (ποὺ ὁ Κύριος σᾶς ἐμπιστεύθηκε), ἀλλὰ καὶ στοὺς εὐσεβεῖς ἐπισκόπους, ὥστε νὰ σᾶς κάνει νὰ βλέπετε μὲ καλὸ λογισμό, κραυγαλέες ἀντι-εὐαγγελικὲς πρακτικές.
Δὲν ἀρκοῦν μόνον τὰ λόγια καὶ τὰ κείμενα, κι αὐτὰ μάλιστα ἄτολμα, ἀσαφῆ, ἐπαμφοτερίζοντα, διπλωματικά. Χρειάζονται κυρίως ἔργα, ὥστε νὰ ἀφυπνιστεῖ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ –ποὺ οἱ προπαγανδιστὲς τῆς πανθρησκείας καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου τὸν θέλουν πνευματικὰ νὰ καθεύδει– καὶ νὰ ἀντισταθεῖ ἐνεργὰ κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν οἰκουμενιστῶν. Χρειαζόμαστε πνευματικοὺς ταγούς, κατὰ Χριστὸν ὁδηγοὺς καὶ καθοδηγητὲς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, ὅπως ὑπῆρξαν καὶ ἔπραξαν οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ ρόλος τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, τοῦ εἰς τόπον καὶ εἰς τύπον Χριστοῦ εὑρισκομένου· διότι αὐτὸν τὸν ρόλο ἀνέλαβε ἀπαράσαλευτα νὰ ὑπηρετεῖ μὲ φοβεροὺς ὅρκους καὶ ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Κύριο.
Τὰ πράγματα εἶναι ἁπλὰ καὶ καθαρά, ὅπως τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῶν ἁγίων Του καὶ τῶν μαρτύρων Του: ἢ μὲ τὸν Χριστὸ ἢ μὲ τὸν Ἀντίχριστο!
Κι ἐπειδή, Σεβασμιώτατε, (παρὰ τὸν ἀμφίσημο λόγο ποὺ χρησιμοποιήσατε στὴν ἐν λόγῳ ἐπιστολή), πιστεύουμε πὼς εἶστε –καὶ προσευχόμαστε νὰ εἶστε– μὲ τὸν Χριστό, μιμηθεῖτε τοὺς ἁγίους Του καὶ ὁδηγεῖστε τὸ λογικὸ ποίμνιό Του στὴν ὁδὸ τῆς Σωτηρίας, ποὺ μόνον ἡ Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία διασφαλίζει κι ὄχι ἡ Οἰκουμενιστικὴ «Ἐκκλησία» ποὺ μὲ ζῆλο μᾶς ἑτοιμάζουν. Αὐτὸ ἐλπίζουμε κι αὐτό, μὲ ἐν Χριστῷ ἀγάπη, προσδοκοῦμε ἀπὸ ἐσᾶς!...

Δι’ εὐχῶν σας

«Φιλορθόδοξος Ἕνωσις “Κοσµᾶς Φλαµιᾶτος”»

Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Πανθρησκειακη Εκκλησία θέλει η Ακαδημία Βόλου;

Πανθρησκειακὴ/Ἀθρησκειακὴ κκλησία Θέλει καδημία Βόλου;

“ΟΥΚ ΕΝΙ ΕΛΛΗΝ”, ΟΥΔΕ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ (3)

Μ φορμ νακοίνωση τς καδημίας Θεολογικν Σπουδν Βόλου

Δάφνη Βαρβιτσιώτη, στορικς

Μιὰ ἐνδεικτικὴ προσπάθεια μετατροπῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ-θεολογικοῦ λόγου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ λόγο παγκοσμιοποιημένο-παγκοσμιοποιητικό, ἔγινε τὸν Ἰανουάριο τοῦ 2003, ἀπὸ τὸν (ἐν συνεχείᾳ παραιτηθέντα) Μητροπολίτη Σερβίων καὶ Κοζάνης, κ. Ἀμβρόσιο.
Οκ Ἔνι λλάς: Σὲ Εἰσήγησή του πρὸς τὴν Ἔκτακτη Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑλλάδος, ὁ κ. Ἀμβρόσιος ἔγραφε: «Κάθε ννοια “πατρίδας”, ποὺ νήκει ποκλειστικ σ “πατριῶτες”, δν συμβιβάζεται μ τν οσία το χριστιανικο κηρύγματος περ σότητος λων τν νθρώπων...», διότι, «Ἡ ννοια το γεωγραφικο χώρου, ποὺ νήκει ποκλειστικ σ μι μάδα ς “χώρα” “πατρίδα” εναι παράδεκτη π χριστιανικς πόψεως».
Οκ Ἔνι λλάς, Οδ λλην: Καὶ ἐπειδὴ –σύμφωνα μὲ τὸν κ. Ἀμβρόσιο– « μετατροπ τς χώρας μας σ πολυπολιτισμικ κα πολυγλωσσικ κρίνει δέκαστα τν Χριστιανισμό μας», καὶ δεδομένου ὅτι, «Χριστιανός… εναι κενος ποὺ μ τ χάρη το Χριστο χει περβε κάθε κουλτούρα κα κάθε γλσσα», «Θ ποτελοσε γι’ ατ γκληματικ πράξη τ ν τολμήσει κανες ν περαμυνθε συγκεκριμένου πολιτισμο γλώσσας, νάντια σ λλους πολιτισμος γλσσες, κόμα χειρότερο– τ ν διανοηθε κάποιος κληρικς λαϊκς τν πιβολ συγκεκριμένης γλώσσας πολιτισμο θρησκείας, σ’ ατος ποὺ προσφεύγουν σ’ ατν κα ναζητον συλο, τροφ ργασία στ χώρα μας»(1) (σ.σ. τὰ ἔντονα στοιχεῖα, δικά μας).
«Λειτουργικ ναγέννηση»: Ὅμως, ἡ πλέον ἀναπάντεχη προσπάθεια μετατροπῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ-θεολογικοῦ λόγου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, σὲ λόγο παγκοσμιοποιημένο-παγκοσμιοποιητικό, ἔγινε λίγους μῆνες ἀργότερα –καὶ δύο χρόνια μετὰ τὸν (ἐξ ἴσου ἀναπάντεχο) ἐρχομὸ τοῦ Πάπα στὴν Ἀθήνα–, ἐπὶ ἀρχιεπισκοπείας τοῦ μακαριστοῦ κυροῦ Χριστοδούλου, τοῦ ἀγαπηθέντος ἀπὸ τὸν Ἑλληνικὸ Λαὸ γιὰ τὸν ἐθνικὸ ἐκκλησιαστικό του λόγο.
Ἡ προσπάθεια αὐτὴ συνοψίσθηκε σὲ κείμενο πέντε σελίδων, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ πλέον ἐπίσημο βῆμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δηλαδή, στὸ περιοδικὸ EKKΛHΣIA, καὶ δή, στὰ “Συνοδικ νάλεκτα”. Ὑπογραφόμενο ἀπὸ μέλος τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, τὸ κείμενο αὐτὸ εἶχε ὡς τίτλο «Τ Θεολογικ πόβαθρο τς Λειτουργικς ναγεννήσεως»(2).
Μετανεωτερικότης κα κκλησία: Τὸ κείμενο ἀξίωνε τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἀρχῶν τῆς μετανεωτερικότητος «στ σύνολο το θεολογικο πιστητο σ λους τος τομες τς θεολογικς πιστήμης, π τος καθαρ πρακτικούς, ς τος αστηρ θεολογικούς».
Σαρωτικ Λαίλαπα: Ἀναλύοντας ἀπὸ θεολογικῆς πλευρᾶς τὸ περιεχόμενο τοῦ κειμένου τῆς «Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης», ὁ καθηγητὴς κ. Ἰω. Κορναράκης ἀναγνώρισε σ’ αὐτὸ τὴν παγκοσμιοποιημένη-παγκοσμιοποιητικὴ   ποιότητα τῶν ἀρχῶν τῆς μετανεωτερικότητος. Ὡς ἐκ τούτου, ἀπηύθηνε ἐμπεριστατωμένο Ὑπόμνημα πρὸς τὴν Δ.Ι.Σ καὶ τὸν τότε Προεδρό της, μακαριστὸ Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Σὲ αὐτὸ προειδοποιοῦσε ὅτι –διὰ τῶν ἀρχῶν μετανεωτερικότητος ποὺ ὅριζαν τὰ τῆς «Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης»– «δοποιετε τρβον, ντς το χώρου τς γιωτάτης ρθοδόξου κκλησίας, στν σαρωτικ τν ξιν λαίλαπα τς Νέας ποχς, τς Νέας Τάξεως Πραγμάτων στν ζω το κόσμου!»(3).
Κατόπιν τούτων, ἔντονες ἀνησυχίες προκαλοῦν οἱ συγκλονιστικὲς ὁμοιότητες ποὺ παρατηροῦνται μεταξὺ τοῦ ἀνωτέρω κειμένου, ποὺ εἰσάγει τὶς ἀρχὲς τῆς μετανεωτερικότητος  στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ αὐτοῦ τῆς Ἀνακοινώσεως τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Δημητριάδος(4), τὸ ὁποῖο θέτει τὶς βάσεις τοῦ ―ἐπειγόντως συγκληθέντος― διεθνοῦς διορθοδόξου συνεδρίου, μὲ θέμα «κκλησιολογία κα θνικισμς στὴ Μεταμοντέρνα ποχή»(5).
Μετανεωτερικότης κα Παγκοσμιοποίηση: Οἱ ἀνησυχίες προκαλοῦνται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι, ἡ μετανεωτερικότης, ὄχι μόνον «δν χει καμμία σχέση μ τν μεθοδολογία τς ληθείας», ἀλλὰ –σύμφωνα μὲ τὸν φερόμενο ὡς γεννήτορά της, Ἀμερικανὸ ὁλιστή, Ρίτσαρντ Ρόρτυ– ἀποτελεῖ ἐξειδικευμένο ἐργαλεῖο πραγματοποιήσεως γεωπολιτικῶν σχεδιασμῶν, μὲ βάση τὸ –πλανητικῆς ἐμβέλειας, ὁλιστικὸ– «ραμα νς ριζικ νέου κόσμου»(6).
Μετανεωτερικότης κα Δυτικς Πολιτισμός: Ἔχοντας διεισδύσει σὲ ὅλες τὶς ἐπιστῆμες –τῆς Ἱστορίας καὶ τῆς Θεολογίας μὴ ἐξαιρουμένων– ἡ μετανεωτερικότης τὶς μεταλλάσσει σὲ ἐργαλεῖα ἀποδομήσεως τοῦ συνόλου τῆς εὐρωπαϊκῆς σκέψεως –ἤτοι τῆς Λογικῆς, τοῦ ἀνθρωπισμοῦ (ἀρχαιοελληνικοῦ καὶ δυτικογενοῦς) καὶ τῆς γνησίας ἐκφάνσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἤτοι τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Πατέρων.
Σκοπός της: νὰ ἀποκόψει τὶς δυτικὲς κοινωνίες (καὶ μόνον αὐτὲς) ἀπὸ τὶς ψυχοπνευματικές τους ρίζες καὶ ἀπὸ ὅλα ὅσα τὶς καθιστοῦσαν διαχρονικὰ ἀπρόσβλητες ἀπὸ τὸν πάσης φύσεως καὶ προελεύσεως ὁλοκληρωτισμό.
ργαλεο Χειραγωγήσεως, Μετανεωτερικότης: Ἐνσταλάζοντας στοὺς ὀπαδούς της τὴν νεοπραγματιστικὴ (νεο)φιλελεύθερη πολιτική της συγκρότηση, ἡ μετανεωτερικότης ἀπορρίπτει ἐνεργῶς κάθε φιλοσοφικὴ σκέψη καὶ κάθε «ἀφηρημένη» ἔννοια (δηλαδή, τὸ σύνολο τῆς δυτικῆς σκέψεως) ὡς «αὐταπάτη». Μάλιστα, ὁ ἐκπρόσωπος τῆς μετανεωτερικότητος στὴν Εὐρώπη, Ἐνγτκὰρ Μορέν, εἶναι πιὸ σαφής: ἀποκαλεῖ «Homo Sapiens-Demens», δηλαδή, «Σοφὸ Παράφρονα», τὸν δυτικὸ ἄνθρωπο ποὺ ὁρίζεται ἀπὸ τὶς «ἀφηρημένες» ἔννοιες –ἤτοι τὴν Λογική, τὸν ἀνθρωπισμὸ (ἀρχαιοελληνικὸ καὶ δυτικογενὴ) καὶ τὸν Χριστιανισμό, γνήσια ἔκφανση τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία τῶν Πατέρων.
Ὅπως ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ρόρτυ, ἡ μετανεωτερικότης εἶναι ἄκρως ἀποτελεσματική, διότι χρησιμοποιεῖ ἀθέατες μεθοδεύσεις χειρισμοῦ τῆς συνειδήσεως καὶ ἐξειδικευμένες μεθοδεῖες πολιτιστικῆς ἀποδομήσεως. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐξηγεῖ ὁ Ρόρτυ, «μς πιτρέπει τσι ν ποστασιοποιηθομε π τν παράδοση» (σ.σ. ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν Πατερική).
Μετα-Πατερικ Θεολογία: Νὰ εἶναι, ἄραγε τυχαῖο ὅτι, ἡ πρόσφατη Ἀνακοίνωση τῆς Ἀκαδημίας Βόλου ἀποκαλεῖ «ψευδαίσθηση κα φενακισμ» τὸν σημερινὸ Πατερικὸ λόγο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μὲ τὸ πρόσχημα ὅτι αὐτὸς δὲν εἶναι «νανεωμένος» ἀπὸ τὰ “νάματα” τῆς μετανεωτερικότητος;
Ἐξ ἄλλου, τὰ θεολογικὰ πορίσματα τοῦ προηγούμενου διεθνοῦς συνεδρίου της, μὲ θέμα «Πατερικὴ σύνθεση ἢ Μετα-πατερικὴ θεολογία»(7), ἦσαν ἐξ ἴσου παγκοσμιοποιημένα-παγκοσμιοποιητικά, ἀφοῦ προέβαλλαν –ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀποστασιοποίηση ἀπὸ τὸ σύνολο τοῦ θεολογικοῦ ἐπιστητοῦ (πρακτικοῦ καὶ θεωρητικοῦ) τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας– τὴν «νάγκη σχυρῆς γονοποιητικῆς παρουσίας τς ρθόδοξης θεολογίας στς διάφορες θεολογικές, κα χι μόνον, ζυμώσεις στ παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, καθς κα τν νάγκη διαλόγου μὲ τὶς φυσικς κα κοινωνικς πιστμες» (σ.σ. τὰ ἔντονα στοιχεῖα, δικά μας).
Θεομαχία, Πατρομαχία: Οἱ θέσεις αὐτὲς προκάλεσαν τεράστιο σάλο καὶ σκανδαλισμὸ στὸ ὀρθόδοξο ποίμνιο. Μάλιστα, σὲ εἰδικὴ Ἡμερίδα, μὲ θέμα «Πατερικ Θεολογία κα Μεταπατερικ Αρεση»(8), διαπρεπεῖς ὀρθόδοξοι ἐπιστήμονες –κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ– ταυτοποίησαν τὴν μεταπατερικὴ θεολογία ὡς «μέρος τς παναιρέσεως το οκουμενισμοῦ». Ἐνῶ, στὴν δική του Εἰσήγηση, ὁ καθηγητὴς κ. Δημ. Τσελεγγίδης ἐπεσήμανε χαρακτηριστικὰ ὅτι, ἡ ἐν λόγῳ θεολογία δὲν ἔχει ἁπλῶς χαρακτῆρα «πατρομαχίας, λλ κυρίως συνιστ μία θεομαχία»!(9).
Οκ Ἔνι ρθοδοξία: Τὸ κείμενο περὶ «Λειτουργικς ναγέννησης» προβάλλει τὴν Λειτουργικὴ Ἀναγέννηση ὡς μία «ντίληψη (κα βεβαίως λατρευτικ πρακτική)», ποὺ –σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ὑφισταμένη («ποὺ συμβάλλει στν δημιουργία διαχωριστικῶν γραμμν, πιτείνοντας τσι τ φαινόμενα τς μισαλλοδοξίας, ξενοφοβίας κα φανατισμο»)– «δν ψώνει χθρικ τείχη μεταξ τν μελν τν διαφόρων θρησκευτικν κοινοτήτων, ντιθέτως, προωθε τν ερήνη κα τὴ θρησκευτικ νεκτικότητα».
Τὸ γεγονὸς ὅτι, ἀναφέρεται καθαρὰ σὲ ξενοφοβία καὶ σὲ διάφορες θρησκευτικς κοινότητες, ἐχθρικὲς μεταξύ τους, καὶ ὅτι –ἐπικαλουμένη συνεχῶς τὴν «Βασιλεία το Θεο» καὶ τὸ «σχατολογικ ραμα τς προσδοκωμένης Βασιλείας το Θεο»– προτείνει τὴν Λειτουργικὴ Ἀναγέννηση ὡς μέσον εἰρηνεύσεως τῶν μεταξύ τους σχέσεων, ἀποδεικνύει ὅτι: ὁ ἐσχατολογικός της λόγος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι οὔτε ἐθνικός, οὔτε ὀρθόδοξος, οὔτε χριστιανικὸς-διαδογματικός, οὔτε διαθρησκευτικός, ἀλλὰ μόνον πανθρησκειακός.
Ἀπὸ τὴν πλευρά της, ἡ συγκεκριμένη Ἀνακοίνωση τῆς Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου δὲν ἀναφέρεται καθόλου στὴν πολυθρησκευτικότητα· ἐνῶ οὐδεὶς ἐκ τῶν ἐπιφανῶν Εἰσηγητῶν της ἀναφέρεται στὴν καταλυτικὴ παρουσία ἑκατομμυρίων πιστῶν τοῦ Ἰσλὰμ μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα.
Τὸ γεγονός, ὅμως, ὅτι –ἐπικαλουμένη (καὶ αὐτὴ) διαρκῶς τὴν «Βασιλεία το Θεο» καὶ ἐπισείοντας ἐσχατολογικοὺς κεραυνούς– δαιμονοποιεῖ, τόσο τὸν «ἐθνοφυλετισμό», ὅσο καὶ τὸν «θρησκευτικὸ φυλετισμό», ἀποκαλύπτει ὅτι: ὁ «νανεωμένος κκλησιαστικς λόγος» καὶ «νέα πολιτικ πρόταση» τῆς Ἐκκλησίας, τὸν ὁποῖον εὐαγγελίζεται, δὲν εἶναι ἁπλῶς “ἀποεθνικοποιημένος” καὶ “ἀπο-Ὀρθοδοξοποιημένος”: εἶναι πανθρησκειακός.
σχατολογία κα Χειραγώγηση: Τὸ κείμενο περὶ «Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης» ἐπικαλεῖται  τὶς ἀρχὲς τῆς μετανεωτερικότητος γιὰ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ἐσχατολογικὴ προοπτικὴ τῆς Ἐκκλησίας. Συγχρόνως, ἀπορρίπτει τὴν «συναισθηματικ δυναμικ τς λειτουργικς πράξεως τς κκλησίας [σ.σ. ποὺ τὴν μεταβάλλει] σέ (…) σανατόρια κα νοσοκομεα “θεραπείας τν ψυχών”».
Ἀπὸ τὴν πλευρά της, ἡ Ἀνακοίνωση τῆς Ἀκαδημίας Βόλου ἐπανειλημμένως ἀναφέρεται στὴν ἐσχατολογικὴ διάσταση τῆς Ἐκκλησίας· ἐνῶ, τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία, ἀναφέρει μόνον ὡς «πορεία πρς τ σχατα», οὐδέποτε ὡς “ἰατρεῖο ψυχών”: «Ἐὰν κκλησία πιθυμε ν μιλήσει στ σύγχρονο κόσμο κα στος σημερινος νθρώπους» καὶ νὰ ἀντιμετωπίσει «τν δίψα το σύγχρονου νθρώπου γι ζωή, ρθόδοξη κκλησία μπορε κα πρέπει ν παντήσει μὲ τὶς δικές της προτάσεις, μ τ δικά της “ρήματα ζως αωνίου” (πρβλ. ω. 6.68)».
σχατολογία κα λευθέρα Βούληση: Τὸ γεγονὸς ὅτι, τόσο ἡ «Λειτουργικὴ Ἀναγέννηση», ὅσο καὶ ἡ Ἀκαδημία Βόλου, προγραμματίζουν καὶ προσχεδιάζουν τὸν ἐσχατολογικὸ λόγο τῆς Ἐκκλησίας, καί, μάλιστα, μὲ μόνον γνώμονα τὴν ἐπίδρασή του ἐπὶ τοῦ πολυεθνικοῦ, πολυφυλετικοῦ καὶ πολυθρησκευτικοῦ “ποιμνίου” τους, ἀποτελεῖ τὴν πιὸ περίτρανη ἀπόδειξη ὅτι, ἡ ἐσχατολογία τους εἶναι ἐκκοσμικευμένη.
Καί, ὡς τέτοια, αὐτὴ ἐλέγχεται ὡς ἀφισταμένη τῆς ἐσχατολογίας ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἐξ Ἀποκαλύψεως Ἀλήθεια, καὶ ἑπομένως, ὡς ἄκρως ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν ἐλευθερία βουλήσεως τῶν “πιστῶν”· ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι, «ρμηνεύοντας τ θεία θέληση, νάλογα μ τς περιστάσεις», ἔχει τὴν δυναμικὴ νὰ τοὺς μεταλλάξει σὲ  “πιστούς”-ὑποτελεῖς, μὲ συνείδηση ἀγέλης καὶ πλήρως ὑποταγμένους  στὰ κελεύσματά της.
Συνεργο τν Παγκοσμιοποιητῶν: Ἀλλά, ἡ μετανεωτερικότης χειραγωγεῖ καὶ τοὺς ἰδίους τοὺς ὀπαδούς της. Ἀφοῦ ἐνσταλάζει ἐντός τους ἀπέχθεια ἔναντι τοῦ ἰδίου τοῦ πολιτισμοῦ τους, ἐπιβραβεύει –μέσῳ τῶν παγκοσμιοποιητῶν– τὶς ἔμπρακτες ἀποδείξεις τῆς ἀπεχθείας αὐτῆς. Κατ’ αὐτὸν τὸ τρόπο, μεταλλάσσει τοὺς ὀπαδούς της σὲ ἐνθουσιώδεις καταστροφεῖς τοῦ ἰδίου τοῦ πολιτισμοῦ τους –καὶ δή, ἐκ τῶν ἔνδον, ἐν καιρῷ εἰρήνης καὶ δι’ εἰρηνικῶν μέσων– πραγματοποιώντας τὸ μετανεωτερικὸ «ραμα νς ριζικ νέου κόσμου» τοῦ ὁλιστὴ Ρ. Ρόρτυ.
Μετανεωτερικ Μορφ Κοινωνικς Ζως: Τὴν κατάσταση ποὺ θὰ διαμορφωθεῖ στὶς δυτικὲς κοινωνίες, ὅταν πραγματοποιηθεῖ τὸ μετανεωτερικὸ «ραμα νς ριζικ νέου κόσμου», ὁ Ρ. Ρόρτυ περιγράφει ὡς «μι μετανεωτερικ μορφ κοινωνικς ζως, στν ποία κοινωνία ς λο, πιβεβαιώνεται δίχως ν νδιαφέρεται γι τν ατοθεμελίωσή της».
Αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ ἐννοεῖ εἶναι ὅτι: μὲ τὴν πλήρη κατάρρευση ὅλων τῶν δημοκρατικῶν δομῶν καὶ θεσμῶν τους καὶ τοῦ συνόλου τῶν προνοιακῶν καὶ ἀμυντικῶν μηχανισμῶν τους, μὲ τὴν πλήρη οἰκονομική τους ἐξαθλίωση, καὶ μὲ ὅλα τὰ ἐπίχειρα τῆς πολυπολιτισμικότητος, πολυεθνικότητος, πολυφυλετικότητος καὶ πολυθρησκευτικότητος, οἱ δυτικὲς κοινωνίες θὰ ζοῦν ὑπὸ συνθῆκες διαρκοῦς ρευστότητος, χάους, αὐθαιρεσίας, ἀνομίας, ὅπου θὰ ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο τοῦ βιαιότερου ἢ/καὶ τοῦ πλέον ἀδίστακτου.
Διαρκς Ρευστότης: Μετακυλιόμενη σχατολογία: Οἱ ὑπέρμαχοι τῆς μετανεωτερικότητας γνωρίζουν ὅτι, στὴν ἀκρατική, ἀταξική, ἄναρχη, ἀνομοιογενῆ καὶ χαοτικὴ μετανεωτερικὴ κοινωνία ποὺ οἰκοδομοῦν, ἡ διαπάλη –οἰκονομική, πολιτική, στρατιωτική, ψυχοπνευματικὴ κ.λπ.– μεταξὺ τῶν βιαιοτέρων ἢ/καὶ τῶν πλέον ἀδιστάκτων θὰ εἶναι διαρκής, καὶ ἑπομένως, κάθε ἐξουσία θὰ εἶναι πρόσκαιρη. Γιὰ νὰ διατηρηθεῖ, συνεπῶς, ἡ Πανθρησκεία, ὡς σύστημα χειραγώγησης πληθυσμῶν, σὲ παγκόσμιο καὶ τοπικὸ ἐπίπεδο, τὴν ἔχουν διαμορφώσει ὥστε νὰ πληροῖ τὶς ἑξῆς προϋποθέσεις:
Νὰ προσαρμόζει τὸ ἐσχατολογικό της «ὅραμα», συνεχῶς καὶ ἀδιαλείπτως, κατὰ βούλησιν, ἀνάλογα μὲ τὶς τοπικὲς συνθῆκες καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις· δηλαδή, νὰ μπορεῖ νὰ ἐνσωματώσει σ’ αὐτὸ –ὡς νεώτερα καὶ δυναμικώτερα μέσα χειραγωγήσεως τῆς ἀνθρωπόμαζας– τὶς μεταφυσικὲς ἑρμηνεῖες ποὺ θὰ μπορεῖ νὰ ἐξαγάγει διαρκῶς, ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις, ἤτοι:
–Εἴτε ἀπὸ τὶς νέες ἀνακαλύψεις τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν (ὅπως ἤδη ἔγινε π.χ. μὲ τὴν θεωρία τῆς ἐξελίξεως τοῦ Δαρβίνου, ἢ πιὸ πρόσφατα, μὲ τὴν μεταφυσικὴ ἑρμηνεία τῆς θεωρίας τῶν κβάντων)·
―εἴτε ἀπὸ φυσικὲς ἢ ἀνθρωπογενεῖς καταστροφές·
―εἴτε ἀπὸ “ἀπρόσμενα” ἐνδεχόμενα (ὅπως λ.χ. ἡ ἐμφάνιση “μεσσιῶν”, ἢ “ἐξωγήινων” ἢ ἄλλων “ἀποκαλυψιακῶν σημείων” στοὺς οὐρανοὺς κ.ο.κ.).
Ρευστ Θρησκεία, Ρευστ σχατολογία: Γιὰ αὐτοὺς ἀκριβῶς τοὺς λόγους, ἡ μὲν “Ἐκκλησία” ποὺ ἔχουν κατὰ νοῦ οἱ ὑπέρμαχοι τῆς μετανεωτερικότητος –καὶ τὴν ὁποίαν εἰσάγουν, στὴν Ἑλλάδα, εἴτε μέσῳ τῆς «Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης», εἴτε μέσῳ ἐμπράκτων ἐφαρμογῶν τῶν ἀρχῶν της– εἶναι «ἀποκαθαρμένη» ἀπὸ τὴν γνήσια Ὀρθόδοξη Πατερικὴ Παράδοση· ἐνῶ διατηρεῖ μόνον τὸ “ὀργανωτικὸ κέλυφος” τῆς σημερινῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέσῳ τοῦ ὁποίου διοχετεύει καὶ “λειτουργεῖ” τὴν Πανθρησκεία.
Ἀπὸ τὴν πλευρά της, ὅπως προαναφέραμε, ἡ Πανθρησκεία δὲν εἶναι οὔτε συγκεκριμένη, οὔτε στατική. Ὡς ἐκ τούτου, ἀξιώνει –μέσῳ τῶν ἀρχῶν τῆς μετανεωτερικότητος– τὸν διαρκῆ ἐπαναπροσδιορισμὸ τοῦ συνόλου τοῦ θεολογικοῦ ἐπιστητοῦ τῆς Ἐκκλησίας, «σ λους τος τομες τς θεολογικς πιστήμης, π τος καθαρ πρακτικούς, ς τος αστηρ θεολογικούς».
Ρευστς Θεός! Αὐτὸ δὲν σημαίνει μόνον τὸν διαρκῆ ἐπαναπροσδιορισμὸ τῆς Θεολογίας, τῆς Ἐσχατολογίας της καὶ τῆς Θείας Λατρείας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τὸ –μέχρι πρότινος– ἀνήκουστο, καὶ γιὰ τοὺς πολλούς, ἀπολύτως ἀδιανόητο: τὸν διαρκ παναπροσδιορισμ τς Θείας Εχαριστίας!
Μὲ ἄλλα λόγια, τὸν διαρκ παναπροσδιορισμ το δίου το Χριστο
Ἀ-θεοκρατία: Στὸ δεύτερο ἄρθρο τῆς “τριλογίας” μας(10) παραθέσαμε τὸν ὁρισμὸ τῆς θεοκρατίας ὡς «πολίτευμα κατ τ ποο ργάνωση κα λειτουργία το κράτους καθορίζονται π τν θεϊκ νόμο», καὶ ὅπου «διάκριση τς πολιτικς π τν θρησκευτικ ξουσία δν φίσταται, ν προβάλλεται τ ποκλειστικ δικαίωμα το ερατείου ν ρμηνεύει τ θεία θέληση νάλογα μ τς περιστάσεις»(11).
Ὑπὸ τὴν ἔννοιαν ὅτι, ὅλα τὰ προαναφερθέντα θεμελιώνουν ἕνα σύστημα παγκοσμίας διακυβερνήσεως «κατ τ ποο ργάνωση κα λειτουργία το πλανήτη καθορίζονται π τν θεϊκ νόμο», καὶ ὅπου «διάκριση τς πολιτικς π τν θρησκευτικ ξουσία δν φίσταται, ν προβάλλεται τ ποκλειστικ δικαίωμα το ερατείου ν ρμηνεύει, χι μόνον τὴ θεία θέληση, λλ κα τ διο τ Θεον, νάλογα μ τς περιστάσεις», νομιμοποιούμεθα νὰ ὁρίσουμε τὸ σύστημα αὐτὸ ὡς -θεοκρατία.
* * *
Καί, ἐνῶ τὸ διακύβευμα εἶναι τόσο φοβερό, καὶ ἡ “μεγάλη θλίψη” ἐξαπλώνεται παντοῦ στὴν Ἑλλάδα –μαζὺ μὲ τὴν ἐξαθλίωση, τοὺς φόνους καὶ τὶς αὐτοκτονίες, ποὺ σπαράζουν τὶς καρδιὲς ὅλων ἡμῶν, Ὀρθοδόξων καὶ μὴ– οἱ συντελεστὲς τῆς Ἀκαδημίας Βόλου καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς θεωροῦν ὅτι, «τ σοβαρότερο μλλον πρόβλημα, ποὺ ντιμετωπίζει ρθόδοξη κκλησία μετ τν πτώση το Βυζαντίου (1453)» εἶναι ἡ πολιτικὴ πρόταση ποὺ θεωροῦν ὅτι ἀπορρέει ἀπὸ τὸν «θνικ κκλησιαστικ λόγο τς κκλησίας». Καὶ γι’ αὐτό, προχωροῦν σὲ ἕναν ἀκόμα ἐπαναπροσδιορισμό του.
Ὅμως, γιὰ τὴν Εὐρώπη, ὁ μόνος «νέος ἀνανεωμένος θεολογικὸς λόγος», ποὺ ἀποτελεῖ δυναμικὴ «νέα γεωπολιτικὴ πρόταση» –καὶ δὴ πρόταση παγκοσμιοποιημένη-παγκοσμιοποιητικὴ– εἶναι τὸ Ἰσλάμ. Καὶ αὐτό, δὲν ἐπαναπροσδιορίζεται μὲ διεθνῆ συνέδρια «μετα-μωαμεθανικῆς» θεολογίας, ἀλλὰ μόνον μὲ τὶς ἄλλες διεξόδους ἐφαρμογῆς τῆς Πανθρησκείας.


______________________________
(1) μβρόσιος, Μητροπολίτης Σερβίων κα Κοζάνης, Εσήγησις ες τν κτακτο Σύνοδο τς εραρχίας τς λλάδος τν 10.1.2003, μ τίτλο Ποιμαντικ ντιμετώπισις το φαινομένου τς προοδευτικῆς μετατροπς τς χώρας μν ες πολυπολιτισμικήν, πολυφυλετικν κα πολυγλωσσικήν, βδομαδιαία φημερίδα «ρθόδοξος Τύπος» (7.2.2003 κα συν. 14.2.2003).
(2) Βασιλειάδης Πέτρος, καθηγητς πανεπιστημίου, Τ Θεολογικ πόβαθρο τς Λειτουργικς ναγεννήσεως, πέρτιτλος: IEPA ΣYNOΔOΣ THΣ EKKΛHΣIAΣ THΣ EΛΛAΔOΣ, EIΔIKH EΠITPOΠH ΛEITOYPΓIKHΣ ANAΓENNHΣEΩΣ, Περιοδικ EKKΛHΣIA, Στήλη: Συνοδικ ναλεκτά, τ. ουνίου 2003, σ. 413-8.
(3) Βλ. ω. Κορναράκης, καθηγητς πανεπιστημίου, «ναγέννησις Νέα ποχή;» (κα σχόλιο τς Συντάξεως: «Α νησύχιαι νς Καθηγητοδοποιεῖται τρίβος πρς τν Νέαν ποχν κα τν Νέαν Τάξην»), βδομαδιαία φημερίδα «ρθόδοξος Τύπος», 26.9. 2003, σ. 1.
(4) Βλ. βδομαδιαία φημερίδα «ρθόδοξος Τύπος», τς 27.4.2012 (σ. 7).
(5) Τ Συνέδριο πραγματοποιεῖται στ Συνεδριακ Κέντρο Θεσσαλίας (Μελισσάτικα), π 24 ως 27 Μαΐου 2012.
(6) Δάφνη Βαρβιτσιώτη, «Ο Συγκλίνουσες τραπο το “Νέου”. Μετανεωτερικότητα κα “Λειτουργικ ναγεννησις”», περιοδ. ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ, 2003.
(7) Τ συνέδριο πραγματοποιήθηκε στν Βόλο, π 3 ως 6 ουνίου 2010.
(8) ς νω μερς πραγματοποιήθηκε στὸν Πειραι, στ Στάδιο Ερήνης κα Φιλίας, τν 15.2.2012.
(9) Τ θέμα τς Εσηγήσεως ἦταν: «Νεοπατερικ νεο-βαρλααμιτικ θεολογία; γνοια ρνηση τς γιότητας; Κριτήρια το ρθοδόξως κα πλανς θεολογεν» κα πότιτλο: « περοψία κα θεολογικ κτροπ τν πιδόξων μεταπατερικν θεολόγων».
(10) Τ πρτο ρθρο εχε τίτλο «Οκ Ἔνιλλην;», τ δ δεύτερο, «Οκ Ἔνι λλην».
(11) Πρβλ. κπαιδευτικ λληνικ γκυκλοπαίδεια, τόμος «Ο Θρησκεες» (κδοτικ θηνν).