Ἀπὸ συζήτηση ἀκροατῶν
μὲ τὸν
π. Κωνσταντῖνο
Στρατηγόπουλο
Ἀπάντηση σὲ ἐρωτήσεις
Ἀπομαγνητοφωνημένο
ἀπόσπασμα ὁμιλίας τῆς 12 Ὀκτωβρίου 2006, τοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στοὺς στίχους τῶν Πράξεων ιε΄ 5-7:
«Ἐξανέστησαν δέ τινες τῶν ἀπὸ τῆς αἱρέσεως τῶν Φαρισαίων πεπιστευκότες,
λέγοντες ὅτι δεῖ περιτέμνειν αὐτοὺς παραγγέλλειν τε τηρεῖν τὸν νόμον Μωϋσέως»
Δημοσιεύτηκε πρόσφατα ἀπομαγνητοφωνημένη παλαιότερη ὁμιλία τοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου μὲ τὴν ἐν συνεχείᾳ συζήτηση μὲ τοὺς ἀκροατές του. Στὸ τμῆμα τοῦ Διαλόγου ποὺ
ἔγινε μετὰ τὴν Ὁμιλία τοῦ π. Κων/νου, ἄλλη μιὰ φορὰ ἀκοῦμε τὴν φωνὴ τῶν ἀνθρώπων
ποὺ ἀνήκουν στὶς τρεῖς κατηγορίες τῶν
συμπορευομένων σιωπηλὰ μὲ τὴν Παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐνῶ κατηγορούμενοι εἶναι
αὐτοὶ πού -κακῶς ἢ καλῶς- ἐναντιώνονται στὸν Οἰκουμενισμό. Καὶ οἱ τρεῖς
κατηγορίες εἶναι:
α) ἐκεῖνοι (ἱερωμένοι καὶ λαϊκοί) ποὺ γνωρίζουν,
ἀλλὰ ἀπὸ δειλία, συμφέρον ἢ ἀδιαφορία ἀνέχονται τοὺς Οἰκουμενιστὲς καὶ ἔτσι συμπορεύονται
μὲ τὴν Παναίρεση,
β) ἐκεῖνοι (ἱερωμένοι καὶ λαϊκοί) ποὺ ἀγνοοῦν (κακῶς) ἢ γιὰ διαφόρους λόγους δὲν θεωροῦν (κάκιστα) ὡς αἱρετικοὺς τοὺς Οἰκουμενιστές, μὲ ἀποτέλεσμα κι αὐτοὶ νὰ συμπορεύονται
μὲ τὴν Παναίρεση,
γ) ἐκεῖνοι (ἱερωμένοι καὶ λαϊκοί) ποὺ ἀντιτίθενται στὴν Παναίρεση, ἀλλὰ
ἰδιογνώμως καὶ ἀρνούμενοι νὰ ἀκολουθήσουν τὴν Διαχρονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, κοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές. Δηλαδή, καταγγέλλουν
μὲν τὸν Οἰκουμενισμό, ἀλλὰ
i)
ἀρνοῦνται νὰ κατονομάσουν τοὺς Οἰκουμενιστές, ἢ ἀρνοῦνται ὅτι εἶναι αἱρετικοί,
πρὶν …συγκληθεῖ Σύνοδος!!!
ii)
ἀρνοῦνται νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ αὐτούς καὶ κοινωνοῦν ἀδιακρίτως μαζί τους, ἢ τοὺς μνημονεύουν (ὡς
ἱερωμένοι), ἐνῶ γνωρίζουν ὅτι οἱ Ἀπόστολοι
καὶ οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν
“λόγοις καὶ ἔργοις” ἀποφανθεῖ τελεσίδικα ὅτι ἡ μνημόνευση
τῶν αἱρετικῶν (ἀσχέτως ἂν εἶναι καταδικασμένοι ἀπὸ Σύνοδο) σημαίνει
ὅτι συμφωνεῖ ὁ μνημονεύων μὲ τὸν μνημονευόμενο αἱρετικό,
ταυτίζεται στὴν Πίστη μ’ αὐτόν, ἔστω κι ἂν εἶναι Ὀρθόδοξος καὶ δημόσια δηλώνει ὅτι
διαφωνεῖ. (Τὰ σχετικὰ
κείμενα τῶν Ἁγίων τὰ ἔχουμε παραθέσει δεκάδες φορές!).
Οἱ δικαιολογίες ποὺ ψελλίζουν ὅλοι αὐτοί,
περὶ δυνητικῆς
ἐφαρμογῆς αὐτῆς τῆς στάσεως πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἢ ἡ δικαιολογία ὅτι ὁ Οἰκουμενισμὸς
δὲν ἔχει ἀπὸ Σύνοδο καταδικαστεῖ, εἶναι πλέον δικαιολογία γιὰ μικρὰ παιδιά, ἢ ἰσχυρογνώμονες
ἀνθρώπους, ἀφοῦ οὔτε ἀνατρέπουν αὐτά, ποὺ περὶ τῆς στάσεώς μας ἔναντι τῶν Οἰκουμενιστῶν
διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες
καὶ παρουσιάστηκαν τὶς τελευταῖες δεκαετίες (καὶ συστηματικὰ τὰ συγκέντρωσε ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς στὰ
βιβλία του), οὔτε παραδέχονται
ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ Πατερικὴ Παράδοση ὡς πρὸς τὴν στάση μας ἔναντι τῶν αἱρετικῶν.
Πρόκειται δηλαδή γιὰ μιὰ τραγικὴ ἐξέλιξη, στὴν
ὁποία μὲ εὐθύνη τῶν παραπάνω Ποιμένων -κυρίως- ἐγκλωβίζοντες χιλιάδες πιστοί (ποὺ
ἀγωνιοῦν γιὰ τὸ πρακτέο, ἀλλὰ δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἐλέγξουν τὴν ἀλήθεια ἢ
νὰ προχωρήσουν ἀπὸ μόνοι τους). Γιατὶ οἱ παραπάνω Ποιμένες γνωρίζουν
τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν παρερμηνεύουν κακόγνωμα, ἢ τὴν παραβλέπουν καὶ ἀποσιωποῦν
ἀπὸ δειλία, συμφέρον ἢ -τὸ χειρότερο- γιὰ νὰ μὴν ἀποδεχθοῦν τὸ λάθος τους καὶ
ταπεινωθοῦν ἐνώπιον τῶν ὀπαδῶν τους!
Στὶς συγκεκριμένες τώρα ἀπαντήσεις
τοῦ π. Κωνσταντίνου· μᾶς ξαφνιάζουν οἱ τοποθετήσεις του, οἱ ὁποῖες κατατέθηκαν ὄχι
πρὶν ἀπὸ κάποιες δεκαετίες, ἀλλὰ ἐν ἔτει 2006! Δηλώνει
α) ὅτι δὲν ὑπάρχει κἂν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ!
β) ὅτι γι’ αὐτὸν «ὁ μακαριστός Ἀθηναγόρας εἶναι -μεγάλη μορφή τῆς Ὀρθοδοξίας»!
γ) ὅτι ὁ ἅγιος
Παΐσιος καὶ τὸ Ἅγιο Ὄρος ἐφέρθησαν
«ἀντιεκκλησιολογικά», ὅταν ἔπαψαν τὸ
Μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ἐπειδὴ παρασύρθηκαν
ἀπὸ τοὺς Παλαιοημερολογῖτες! Εἶπε: «αὐτοί οἱ ἄνθρωποι
παρέσυραν
πολλά μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τήν Ἱερά Κοινότητα νά μή μνημονεύει τόν
Πατριάρχη»!
Δυστυχῶς ὁ π. Κωνσταντῖνος,
παρασύρθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ Φανάρι (κατάγεται ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη) καὶ πίστεψε στὶς ἐξηγήσεις καὶ στὶς ἑρμηνεῖες τῶν γεγονότων ποὺ τοῦ ἔδωσαν
οἱ Φαναριῶτες! Κι ἂν ἕνας μελετημένος, εὐφυὴς καὶ ἀγωνιστὴς Ποιμένας ἐκφέρει
τέτοιες θέσεις καὶ ἔχει στὸ θέμα αὐτὸ τέτοια σύγχυση, τί νὰ περιμένει κανεὶς ἀπὸ
ἄλλους καὶ τί ἄλλο νὰ πεῖ, παρὰ ὅτι ὁ μολυσμὸς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν
ἄλλο τρόπο ἔχει βραχυκυκλώσει τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία;
Ἀπὸ συζήτηση ἀκροατῶν μὲ τὸν
π. Κωνσταντῖνο Στρατηγόπουλο
π. Κωνσταντῖνος:
Ὁρίστε.
Ἐρώτηση:
Ἐπειδή σήμερα (12-10-2006) ἀναφερθήκατε
σέ ζηλωτές στήν ὁμιλία σας, ἤθελα νά σᾶς μεταφέρω λίγο μιά εἰκόνα. Πλησιάζω διά
θαλάσσης στή Μονή Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί βλέπω ἕνα πανό τό ὁποῖο μοῦ
κάνει κατ᾽ ἀρχάς ἄσχημη ἐντύπωση: «Ὀρθοδοξία ἤ θάνατος». Μπαίνοντας στή Μονή
συζητάω μέ μοναχούς. Δέν μέ πείσανε. Τό γράψανε γιατί ὁ Πάπας μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπό
μας συνέφαγε καί συμπροσευχήθηκε καί ἤθελαν νά ἀφορίσουν τόν Ἀρχιεπίσκοπό μας,
οἱ δέ Καρυές τούς ἔχουν ἀπομονώσει. Οὔτε ἐκπρόσωπο ἔχουν στίς Καρυές, οὔτε ἐπιδοτήσεις
παίρνουν. Ἡ ἐρώτησή μου εἶναι: Μήπως εἶναι ἀκραῖος φανατισμός αὐτό τό πανό, «Ὀρθοδοξία
ἤ θάνατος»;
π.Κ.: Κοιτάξτε, ἀφήνω αὐτά πού εἴπατε. Εἶναι λάθος
προσδιορισμός τῶν αἰτιῶν. Αὐτά πού εἴπατε νά τά ξεχάσω ἐγώ κι ἐσεῖς, γιατί δέν
εἶναι αὐτή ἡ αἰτία πού αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ πέρα ἀγωνίζονται ἔτσι. Δέν εἶναι
αὐτή ἡ αἰτία, αὐτό πού φαίνεται τώρα. Ὑπάρχει μιά προεργασία πολυετής, δεκαετιῶν,
γι᾽ αὐτό τό πράγμα. Δέν εἶναι τοῦ παρόντος βέβαια, ἀλλά δέν θέλω ὁ λαός νά
μπλεχτεῖ. Εἶναι παλαιό γεγονός. Αὐτός ὁ ζηλωτισμός αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, πού ἔχουν
ἕνα ζῆλο Ὀρθοδοξίας, προέρχεται ἀκριβῶς γιατί
δέν καταλαβαίνουν τήν ἐκκλησιολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ἐλλιπής
κατανόηση τῆς ἐκκλησιολογίας. Οὔτε ἐγώ δέχομαι μιά
αἵρεση. Δηλαδή, ἄν μοῦ ποῦν ἀπό τήν Ἐκκλησία νά κάνω κάτι αἱρετικό,
δέν θά τό κάνω. Οὔτε ὑπακοή θά κάνω. Ὑπακοή
δέν θά κάνω σέ μιά αἵρεση. Αὐτοί, λοιπόν, φαντάζονται ὅτι κάπου ὑπάρχει αἵρεση χωρίς νά ὑπάρχει.
Ἐδῶ εἶναι τό πρόβλημα.
Ἕναν
προσδιορισμό θά σᾶς δώσω, ἀπό ποῦ ξεκινάει ἡ ἱστορία. Πάντα ὑπῆρχαν οἱ
παλαιοημερολογίτες κ.λπ., ἀλλά φούντωσε τό θέμα τοῦ ζηλωτισμοῦ στό Ἅγιον Ὄρος ὅταν
ὁ μακαριστός Πατριάρχης Ἀθηναγόρας (1961-62 ἦταν, ἄν δέν κάνω λάθος)
συναντήθηκε γιά πρώτη φορά μέ τόν Πάπα στά Ἱεροσόλυμα. Γιά πρώτη φορά μετά ἀπό
αἰῶνες συναντήθηκαν καί φιλήθηκαν καί ἔγιναν κάποιες συναντήσεις. Εἶναι τότε
πού ὁ μακαριστός Ἀθηναγόρας -μεγάλη μορφή τῆς Ὀρθοδοξίας,
κατακρεουργημένη θεολογικά- εἶπε: «Βρέ παιδιά, ἐγώ δέν θέλω διάλογο