Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Νούσης Κ. και αιρετικές θέσεις Ζηζιούλα



Η ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ κ. ΝΟΥΣΗ


ΔΕΝ ΒΛΕΠΕΙ ΤΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ  ΖΗΖΙΟΥΛΑ

ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΤΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ


ΠΟΣΗ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΖΟΝΤΕΣ ΘΕΟΛΟΓΟΙ;


Ο κ. Νούσης επανειλημμένως στην διαμάχη του με τον μητροπολίτη Πειραιώς, ωσάν να μη έχει θεολογικές γνώσεις (παρότι θεολόγος) και ενώ κι άλλες φορές ρωτήθηκε, δεν τολμά να κρίνει τις αιρετικές τις θέσεις του μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιω. Ζηζιούλα, για να μη δυσαρεστήσει την οικουμενιστική φατρία.
Αναζητήσαμε και βρήκαμε τις αιρετικές θέσεις του Μητροπολίτη και τις παραθέτουμε. Υπόψιν, ότι δεν είναι ακαδημαϊκές θέσεις προβληματισμού, αλλά κατάθεση του επισκόπου Περγάμου στους Διαλόγους. Βέβαια, οι θέσεις αυτές δεν έχουν καταδικασθεί από Σύνοδο, αλλά για τούτο δεν παύουν να είναι αιρετικές, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, όταν μία αιρετική θέση αιρεσιάρχου (ή πολλές), δεν είχε καταδικασθεί από Σύνοδο. Ώσπου να καταδικασθεί όμως, οι κληρικοί και οι πιστοί συμπεριφέρονταν προς αυτόν που τις υποστήριζε και τις κήρυττε, όπως στους αιρετικούς, ελέγχοντάς τον γι’ αυτές. Παραδείγματα έχουμε πάμπολλα. Και απορούμε πώς, ένας θεολόγος της εμβέλειας του κ. Νούση, δεν τις επεσήμανε ακόμα. Ένα πρόχειρο παράδειγμα.
Ο Νεστόριος ανέβηκε στον Πατριαρχικό θρόνο της Κων/πόλεως, έχοντας τις δάφνες της ορθόδοξης ομολογίας, αφού αγωνίστηκε κατά του Αρειανισμού στην Αντιόχεια. Όταν όμως αντελήφθη ο κλήρος και ο λαός της Πόλης τις αιρετικές περί «Χριστοτόκου» θέσεις του, δεν σκέφτηκε (όπως ο κ. Νούσης), ότι έχει και ορθόδοξες θέσεις, γι’ αυτό τον κατήγγειλαν και απομακρύνθηκαν από αυτόν, πολύ πριν επιληφθεί Σύνοδος των κακοδοξιών του και τον καταδικάσει. Βέβαια, όταν καταδικάστηκε, τότε, έπαυσαν πλέον να ανήκει και τυπικά στην Εκκλησία. Ο δε Άγιος Κύριλλος επιδοκίμασε την  στάση αυτή, εκείνων που αντέδρασαν πριν την απόφαση της Συνόδου. Το ίδιο συνέβη π.χ., με την περίοδο της Εικονομαχίας.
Το ερώτημα λοιπόν, προς τον κ. Νούση είναι: Όπως στρέφεται με έντονο τρόπο κατά του Πειραιώς (για τον οποίο κι εμείς έχουμε τις αντιρρήσεις μας και τις γράψαμε) και επισημαίνει τα λάθη του, γιατί κατά τον ίδιο τρόπο δεν ελέγχει και τον μητροπολίτη Περγάμου, αλλά απλώνει προστατευτική ομπρέλα για τον κ. Ζηζιούλα; Ο ένας είναι επικίνδυνος για την Εκκλησία κι ο άλλος, που καταλύει με την διδασκαλία του το 9ο και 10ο άρθρο της Πίστεως, δεν είναι επικίνδυνος, αλλά επαινετέος; Τον ένα επίσκοπο επιτρέπεται να τον κρίνει, τον άλλο όχι;
Στην συνέχεια παραθέτουμε την ερώτηση του κ. Νούση προς τον Πειραιώς και μια απάντηση σ’ αυτήν περί της κακοδοξίας του κ. Ζηζιούλα, εις την οποία εμμένει.

«7. Εδώ ο Σεβασμιώτατος υποπίπτει στο ίδιο αμάρτημα της απομόνωσης βαρύγδουπων φράσεων... Θα ήθελα να ρωτήσω τι σημαίνει βαπτισματική θεολογία... Επίσης, ας υπομνήσω εδώ ότι ο Σεβασμιώτατος Ι. Ζηζιούλας είναι από τους νεότερους εκείνους ορθοδόξους θεολόγους που συνεισέφεραν τα μέγιστα στην αντιδιαστολή της ημετέρας πνευματικότητας και θεολογίας με τις δυτικές αντίστοιχες διαστροφές, τις οποίες και εν πολλοίς επεσήμανε» (“Απάντηση του θεολόγου Κώστα Νούση στην πρόσφατη επιστολή του Σεβ. Πειραιώς προς την Ιδιωτική Οδό, 9/2/2013).

Δεν θα απαντησουμε στον κ. Νούση εμείς, αλλά ένας ιερέας που επέστρεψε από την αίρεση και τώρα "φρικάρει", βλέποντας πως προσπαθούν να του επιβάλλουν (ο Ζηζιούλας και ο Βαρθολομαίος), όλη την αιρετική βρώμα που αποκήρυξε. Πρόκειται για κείμενο του ορθόδοξου πλέον, π. Πέτρου Heers (Το Μυστήριο του Βαπτίσματος, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου).

«Από νωρίς, το 1975, ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μ. Βρεττανίας (του Οικουμενικού Πατριαρχείου) Αθηναγόρας Κοκκινάκης στην συνοδικά εγκεκριμένη και εξουσιοδοτημένη «Ομολογία Θυατείρων» δήλωσε ότι «όλοι οι Χριστιανοί πιστεύουν στο ίδιο βάπτισμα διά του οποίου όλοι έχουν γίνει μέλη του Σώματός Του, της Εκκλησίας» (ATHENAGORAS KOKKINAKIS, The Thyateira Confession, London, The Faith Press1975, σ. 62).
»Δέκα χρόνια αργότερα ο λαϊκός τότε θεολόγος Ιωάννης Ζηζιούλας (νυν Μητροπολίτης Περγάμου) πρότεινε "να ομιλούμε για τα όρια της Εκκλησίας επί τη βάσει… της βαπτιστικής ενότητας". Υποστήριξε ότι το βάπτισμα είναι αυτό που διαγράφει τα όρια της Εκκλησίας και ότι όλοι οι Χριστιανοί είναι βαπτισμένοι. Επομένως, έπεται ότι "εντός του βαπτίσματος, ακόμη και αν υπάρχει μία διάσπαση, μία διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία"...
»Αν και πρωτοφανής για τους Ορθοδόξους, αυτή η συμφωνία είναι σύμφωνη με τη διακήρυξη της Β΄ Συνόδου του Βατικανού, δηλαδή ότι "όσοι πιστεύουν στο Χριστό και έλαβαν έγκυρα το βάπτισμα βρίσκονται σε κάποια κοινωνία με την Καθολική Εκκλησία, έστω και αν η κοινωνία αυτή είναι ατελής…[όσοι έχουν] λάβει το βάπτισμα τη δικαίωση από την πίστη, είναι ενσωματωμένοι στο Χριστό, και επομένως δίκαια φέρουν το χριστιανικό όνομα και πολύ σωστά αναγνωρίζονται από τα παιδιά της Καθολικής Εκκλησίας, σαν αδελφοί ‘εν Κυρίω’" (Διάταγμα περί Οικουμενισμού, κεφ. 1, αριθμ. 3). "Το βάπτισμα, επομένως, είναι ο μυστηριακός δεσμός της ενότητας, η θεμελίωση της κοινωνίας μεταξύ όλων των Χριστιανών" (Οικουμενιστικός Κατάλογος (Directory on Ecumenism), κεφ. 2, αριθμ. 11). [σ.σ. Βλέπεται πώς δένει ο οικουμενιστικός αχταρμάς: Β΄ Βατικανή-Πάπας, Αθηναγόρας, Ζηζιούλας, Βαρθολομαίος].
»Ο Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, για παράδειγμα, σαφώς θεωρούσε την ορθή πίστη ως απαραίτητη για την εκπλήρωση ενός γνησίου και χαριτοδότου βαπτίσματος. Τα λόγια του περιεκτικά εκφράζουν την πατερική ομοφωνία: "Διά τούτο γούν και ο Σωτήρ ουκ απλώς ενετείλατο βαπτίζειν, αλλά πρώτον φησι, Μαθητεύσατε είθ’ ούτω. Βαπτίζετε εις όνομα Πατρός, και Υιού, και αγίου Πνεύματος, ίν΄ εκ της μαθήσεως η πίστις ορθή γένηται, και μετά πίστεως η του βαπτίσματος τελείωσις προστεθή. Πολλαί γουν και άλλαι αιρέσεις λέγουσαι τα ονόματα μόνον, μη φρονούσαι δε ορθώς, ως είρηται, μηδέ την πίστιν υγιαίνουσα έχουσαι, αλυσιτελές έχουσι και το παρ’ αυτών διδόμενον ύδωρ, λειπόμενον ευσεβεία ή λυτρούσθαι" (Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Κατά των Αρειανών 2, 42-43, PG 26, 237B)».

 Το ευρύτερο κείμενο του κ. Ιωάννη Ζηζιούλα είναι από το “Orthodox Ecclesiology and the Ecumenical Movement”, Sourozh Diocesan Magazine [Αγγλία] 21 (1985) 16. Εκεί ο Μητροπολίτης Ιωάννης δηλώνει:
«Εάν λάβουμε υπ’ όψιν μας τους κανόνες της αρχαίας Εκκλησίας, τότε μπορούμε να ομιλούμε για τα όρια της Εκκλησίας επί τη βάσει, θα πρότεινα, της βαπτιστικής ενότητας. Με αυτό εννοώ ότι το βάπτισμα είναι ένα τόσο καθοριστικό σημείο της ζωής μας, ώστε αυτομάτως δημιουργεί διαχωριστική γραμμή ανάμεσα της προ-βαπτιστικής και μετα-βαπτιστικής κατάστασης: αν βαπτίζεσαι, αμέσως παύεις να είσαι αυτό που ήσουν. Πεθαίνεις, όπως λέει ο Άγιος Παύλος, όσον αφορά το παρελθόν, και επομένως υπάρχει μια καινούργια κατάσταση. Το βάπτισμα δημιουργεί ένα όριο στην Εκκλησία. Τώρα με αυτό το βαπτιστικό όριο είναι κατανοητό να υπάρξει διαίρεση, αλλά οποιαδήποτε διαίρεση μέσα σε αυτά τα όρια δεν είναι το ίδιο με την διαίρεση που υπάρχει μεταξύ της Εκκλησίας και αυτών που βρίσκονται έξω από αυτό το βαπτιστικό όριο… Νομίζω ότι πρέπει να λάβουμε σοβαρά τα βαπτιστικά όρια της Εκκλησίας και να αποδεχτούμε ότι έξω από την βάπτιση δεν υπάρχει Εκκλησία. Εντός του βαπτίσματος, ακόμη και αν υπάρχει μία διάσπαση, μία διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία. Ακόμα και αν πάρετε το μοντέλο της Ευχαριστίας ως βάση σας, θα δείτε ότι αυτό αφορά όλους τους Χριστιανούς. Αν πάρουμε την Λειτουργία της αρχαίας Εκκλησίας ως ένα παράδειγμα: μέχρι το σημείο της ανάγνωσης των Γραφών ή, όπως έχουμε ακόμα σήμερα στην Λειτουργία, μέχρι το φιλί της ειρήνης, που είναι το σημείο της ενότητας εν αγάπη, και του Συμβόλου της Πίστεως, το οποίο είναι σημάδι ενότητας εν πίστει, μέχρι αυτό το σημείο ήταν κατανοητό ότι κάποιος μπορούσε να πάρει μέρος στην Λειτουργία και μετά δεν του επιτρεπόταν για διάφορους λόγους να συνεχίζει (όπως μία εκκλησιαστική ποινή για παράδειγμα ή εάν ήταν κατηχούμενος). Έφευγε λοιπόν προτού το Μυστήριο. Αυτό τώρα υποδηλώνει ότι μπορούμε να κατανοήσουμε τις διαιρέσεις με την Εκκλησία ως λαμβάνουσες χώρα ακριβώς σ’ αυτά τα σημεία, είτε στο φιλί της ειρήνης, ή στο Σύμβολο. Εάν δεν είμαστε σε θέση να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλον και να ομολογήσουμε την ίδια πίστη, τότε υπάρχει ένα ρήγμα στην κοινωνία. Αλλά αυτό το ρήγμα δεν σημαίνει ότι κάποιος έπεσε έξω από το βασίλειο της Εκκλησίας. Οι Ορθόδοξοι, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, συμμετέχουν στην οικουμενική κίνηση ως μία κίνηση βαπτισμένων Χριστιανών, που βρίσκονται σε κατάσταση διαίρεσης, διότι δεν μπορούν να εκφράσουν την ίδια πίστη μαζί. Στο παρελθόν αυτό συνέβαινε λόγω της έλλειψης αγάπης, η οποία τώρα, δόξα τω Θεώ, εξαφανίζεται».
Κ.Ε., εκπαιδευτικός