Τπάθη ἐμφανίζονται μέσα μας κάθε τόσο. Ἡ ἐμφάνισή τους πιστοποιεῖ τὴν ἀκαθαρσία μας, ἀλλὰ δὲν μᾶς ἐνοχοποιεῖ. Ἔνοχοι εἴμαστε ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ κλίνουμε εὐνοϊκὰ πρὸς ὁποιοδήποτε πάθος, ἀπὸ τὴ στιγμή, δηλαδή, ποὺ ὄχι μόνο δὲν τὸ θεωροῦμε ὡς ἐχθρὸ καὶ δὲν τὸ πολεμᾶμε μὲ τὸ θυμό, ἀλλὰ καὶ τὸ καλοδεχόμαστε, ὅποτε ἐμφανίζεται, βρίσκοντας ἀπόλαυση στὸν ἐρεθισμὸ ποὺ μᾶς προξενεῖ. Αὐτὴ ἡ στάση δείχνει διάθεση συμφιλιώσεως μὲ τὸ πάθος καί, συνεπῶς, ἐναντιώσεως στὸν Θεό· «γιατί ὅποιος ἔχει σαρκικὸ φρόνημα, ἐχθρεύεται τὸν Θεὸ» (Ρωμ. η´ 7).


   Μόλις ἀρχίζει ἡ εὐνοϊκὴ κλίση πρὸς τὸ πάθος, ὅσο ἀνεπαίσθητη κι ἂν εἶναι αὐτή, ἀρχίζει καὶ ἡ ἐνοχή. Καὶ ὅσο αὐξάνεται ἡ πρώτη, τόσο αὐξάνεται καὶ ἡ δεύτερη. Στὴ συνέχεια θὰ σοὺ περιγράψω τὴν σχετικὴ διαδικασία: Ὅλη μέρα οἱ λογισμοὶ κινοῦνται. Κινοῦνται καὶ περιπλανιοῦνται πέρα-δῶθε. Οἱ περισσότεροι εἶναι λογισμοὶ μάταιοι, καθὼς ἀναφέρονται σὲ κοινὲς καθημερινὲς ὑποθέσεις καὶ ἐργασίες ρουτίνας. Ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ξεφυτρώνουν κάπου-κάπου καὶ ἄλλοι, ποὺ ἀποτελοῦν κενὰ ὀνειροπολήματα. Ὅλοι τους συνωστίζονται ἄτακτα στὴν ἐπιφάνεια τῆς ψυχῆς, δημιουργώντας ἐκεῖ σύγχυση καὶ ἀναστάτωση. Σοὺ ἔχω πεῖ ἄλλοτε, πῶς ν’ ἀντιμετωπίζεις ἀποτελεσματικὰ αὐτὴ τὴ σύγχυση, ποὺ σοῦ ἀφαιρεῖ τὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ, καὶ πῶς ν’ ἀποκαθιστᾶς μέσα σου τὴν τάξη καὶ τὴν ἠρεμία.
 
  Ἐκεῖ, λοιπόν, ποὺ κάθεσαι καὶ συλλογίζεσαι, ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους λογισμούς σου παρουσιάζεται κι ἕνας ἀλλόκοτος “ἐπισκέπτης”. Παρουσιάζεται καὶ ἀπαιτεῖ τὴν προσοχή σου. Τὸ ὑπογραμμίζω: Ἀπαιτεῖ τὴν προσοχή σου. Μὴν τὸν ἀφήσεις ποτὲ νὰ περάσει ἀπαρατήρητος. Δίχως τὴν παραμικρὴ χρονοτριβή, σταμάτα τον καὶ ἀνάκρινέ τον: Ποιός εἶναι; Ἀπὸ ποῦ ἔρχεται; Τί θέλει; Τὶς ἀπαντήσεις δὲν θὰ σοῦ τὶς δώσει ἐκεῖνος. Θὰ τὶς βρεῖς ἐσύ, ἀφοῦ τὸν παρατηρήσεις προσεκτικά.
  Ἂς ὑποθέσουμε πὼς εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ποὺ κάποτε σὲ προσέβαλε καὶ ποὺ τώρα, εἴτε αὐτόματα εἴτε συνειρμικά, ἔρχεται στὸν νοῦ σου. Εἶναι βέβαιο πὼς ἡ θύμηση αὐτοῦ τοῦ προσώπου καὶ τῆς προσβλητικῆς του συμπεριφορᾶς θὰ γεννήσει μέσα σου ἀγανάκτηση, ὀργή, ἀκόμα καὶ τὴν ἐπιθυμία τῆς ἐκδικήσεως, θὰ σὲ φέρει δηλαδὴ σὲ μιὰ κακὴ ψυχικὴ κατάσταση. Πρόκειται, ἑπομένως, γιὰ λογισμὸ ἐχθρικό. Καὶ ἀφοῦ πρόκειται γιὰ λογισμὸ ἐχθρικό, πρέπει νὰ τὸν ἀντιμετωπίσεις ἐχθρικά: Νὰ τὸν ἀποκρούσεις καὶ νὰ τὸν διώξεις μακριὰ μὲ περιφρόνηση καὶ θυμό. 

   Ἔτσι θὰ ἐξουδετερώσεις τὸ τέχνασμα τοῦ πονηροῦ, ποὺ σοῦ ἔβαλε τὸν λογισμό, καὶ θ’ ἀποφύγεις τὴν παγίδα του. Ἄν, ἀπεναντίας, δεχθεῖς τὸν λογισμὸ καὶ συγκρατήσεις στὸν νοῦ σου τὴν εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ σὲ προσέβαλε, θ’ ἀκολουθήσουν κι ἄλλοι λογισμοί, κι ἄλλες εἰκόνες, ποὺ θὰ ἀναπαραστήσουν πολὺ ζωντανὰ καὶ μὲ κάθε λεπτομέρεια στὴν φαντασία σου τὸ ἐπεισόδιο τῆς προσβολῆς. Ἡ νοερὴ ἀναπαράσταση τοῦ ἐπεισοδίου θὰ ξεσηκώσει στὴν καρδιὰ τὴν ὀργή, δηλαδὴ ἕνα συναίσθημα ἐμπαθές. Καὶ πρέπει νὰ ξέρεις, ὅτι κάθε φορὰ ποὺ ἐπιτρέπεις σὲ ἐμπαθῆ συναισθήματα νὰ ἐκδηλωθοῦν, συντελεῖς στὴν ἑδραίωση τῶν ἀντίστοιχων παθῶν στὴν ψυχή σου.
   Ἂν συνέλθεις ἔγκαιρα, ἂν θυμηθεῖς καὶ συναισθανθεῖς πόσο κακὸ