Δευτέρα 15 Απριλίου 2019

Η αλήθεια δεν καταλύεται, όσες απάτες κι αν χρησιμοποιήσουν οι Παλαιοημερολογίτες!



ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗΝ ΚΑΙ ΠΡΟΑΣΠΙΣΙΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΑΥΤΟΥ, ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

Τοῦ Κων. Γεωργίτση

Σχολιασμός:  Σημάτης Παναγιώτης


     Μὲ τὸν παραπάνω τίτλο δημοσίευσε τὸ «Κρυφὸ Σχολειὸ» ἄρθρο τοῦ κ. Κων. Γεωργίτση, μετὰ τοῦ ὁποίου ὑπογράψαμε τὴν Δήλωση ἀποτειχίσεως τὸ 2011, ἀλλὰ κατόπιν προσεχώρησε στὸν χῶρο τῶν Γ.Ο.Χ.  Ἐκεῖ δὲν ἀπέκτησε μόνο τὴν Γοχική ἰδιότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν Γοχικὴ νοοτροπία τοῦ διαστρέφειν, παρὰ τὶς ἀγαθές του προθέσεις, τὴν ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία καὶ νὰ πετσοκόβει τὰ κείμενα ποὺ χρησιμοποιεῖ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ κ. Μάννης στὸ «Κρυφὸ Σχολειό», ἀμείβοντας τὸν «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν ζῆλο» του (ὡς πρὸς τὴν μίμηση τῶν Γ.Ο.Χ.) δημοσιεύει τὸ ἀντεπιστημονικὸ ἄρθρο του μετὰ πολλῶν ἐπαίνων, γράφων: «ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΤΟΥ ΑΞΙΟΤΙΜΟΥ κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗ»! Καὶ ὑπάρχει καὶ σχόλιο στὸ «Κρυφὸ Σχολειό» κάποιου μὲ τὸ ψευδώνυμο «Ξένος» (ξένος μᾶλλον τῆς …ἀλήθειας!). Γράφει: «Ξένος 30 Μαρτίου 2019 - 10:47 π.μ. Συγχαρητήρια!! Το καλύτερο περί του ημερολογιακού προβλήματος τα τελευταία χρόνια»!!!
     Ἐξ ἀρχῆς τοῦ ἄρθρου του ὁ κ. Γεωργίτσης, στὴν πρώτη κιόλας περίοδο, διαπράττει τεράστιο ἐπιστημονικὸ σφάλμα, ὡς ἄμοιρος γνώσεως γιὰ τὴν κατανόηση καὶ ἐπιστημονική-ἐρευνητικὴ ἐξέταση τῶν κειμένων. Δημοσιεύουμε στὸ τέλος ὁλόκληρο τὸ ἄρθρο του, ἀφοῦ πρῶτα παρουσιάσουμε κάποιες ἑνότητες μὲ τὸν ἀνάλογο σχολιασμὸ καὶ ἐκκλησιαστικά-πατερικὰ κείμενα.
            Ἀρχίζει ὡς ἑξῆς τὸ ἄρθρο τοῦ κ. Γεωργίτση Κων. (Γ.Κ.):
    -Εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν ἱστορίαν εἶναι καταγεγραμμέναι πολλαί ἔριδες, ἀπό τούς πρώτους αἰώνας τῆς ἱδρύσεως τῆς ἀρχεγόνου Ἐκκλησίας. Κυριωτέρα ἐξ αὐτῶν ἦτο ἡ ἔρις περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ (Καινοῦ) Πάσχα, ὁ ὁποῖος ὡρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι «παρέδωκαν ταῖς ἁγίαις τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαις», νά ἑορτάζεται το Χριστιανικόν Πάσχα «μετά ἐπίβασιν (παρέλευσιν) τῆς ἡμέρας, καθ’ ἧν ἡ ἐαρινή ἰσημερία γίνεται, τουτέστιν τήν κα ́ (21ην) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός». (δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου). (Πασχ. Χρον. PG. 92, 548).
    Ὁ κ. Γ.Κ. ξεκινάει τὴν ἐργασία του μὲ ἕνα χονδροειδέστατο ψεῦδος· ὅτι τάχα ἡ ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα ὁρίσθη ὑπὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κατὰ τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ἐνῶ εἶναι παγκοίνως γνωστό, ὅτι οἱ  Ἅγιοι Ἀπόστολοι εἶχαν τὸ Μακεδονικὸ ἡμερολόγιο!  Ὡς ἐκ τούτου, ΟΛΟ τὸ οἰκοδόμημα τοῦ Γ.Κ. στηρίζεται σὲ ἕνα ψέμα καὶ καταπίπτεται ἐξ ἀρχῆς. Δὲν τὸ εἶδαν αὐτὸ οἱ πνευματικοί του σύμβουλοι; Δὲν τοὺς τὰ ἔδειξε; Δυστυχῶς, δέχονται αὐτὰ τὰ ψεύδη ὡς ἀλήθειες, γι’ αὐτὸ καταφέρονται κατὰ τῆς ὀρθόδοξης ἀποτείχισης καὶ προπαγανδίζουν τὴν Γοχική!
       Ἀλλὰ καὶ οἱ Γ.Ο.Χ. ποὺ φιλοξένησαν τὸ ἄρθρο του, γνωρίζουν τὸ ψέμα του, καὶ παρὰ ταῦτα τὸν ἐπαινοῦν μὲ τὴν σκοπιμότητα, νὰ κρατήσουν μερικὰ ἀκόμα ἀφελῆ θύματά τους, στὸ χῶρο τῶν Γ.Ο.Χ.
            Παρὰ τὰ αὐταπόδεικτα ψεύδη θὰ τὸ σχολιάσουμε, γιὰ νὰ μὴν θεωρηθοῦν οἱ ἐπὶ μέρους θέσεις του ὡς ἀλήθειες ποὺ δὲν ἀντικρούστησαν.
   Τὴν ἐποχὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων χρησιμοποιοῦσαν τὸ Μακεδονικὸ ἡμερολόγιο. Μελετητὴς τοῦ ἡμερολογιακοῦ σχίσματος παραθέτει ἀψευδῆ ἀπόδειξη κείμενο τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο, ἀκόμα καὶ τὸν 5ο αἰῶνα, χρησιμοποιοῦν τὸ Μακεδονικὸ Ἡμερολόγιο: Γράφει:
     «Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 και έληξε στις 25 Αυγούστου: “Εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας” (Μήλια Σπ. Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β΄  πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου), έληξε δε “Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Παρατηρείται εδώ, ότι η Εκκλησία μέχρι την Α΄ Σύνοδο ακολουθούσε το Μακεδονικό ημερολόγιο (των 354 ημερών) και εμμέσως πλην σαφώς απεδέχθη το Ιουλιανό ημερολόγιο (των 365.25 ημερών) ως πολύ ακριβέστερο, δηλ. έχουμε εδώ αλλαγή ημερολογίου» (ἐδῶ).
    Ἀλλὰ καὶ ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς, ἐπὶ χρόνια μελετητὴς τῶν περὶ τοῦ Παλαιοημερολογιτισμοῦ θεμάτων γράφει:
«Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατ’ ἀρχὰς ἐχρησιμοποίουν ἀποκλειστικῶς καὶ μόνο τὸ Μακεδονικὸ ἡμερολόγιο, ἐνῶ ὑπῆρχε στὴν ἐποχή των καὶ τὸ Ἰουλιανό» (ἐδῶ).
     Τὸ κυριότερο ὅμως εἶναι ὅτι τὸ τὸ «Πασχάλιον Χρονικὸ» στὸ ὁποῖο στηρίζει τὴν ἀπάτη ὁ Γεωργίτσης Κ., ὄχι μόνο δὲν λέγει ὅτι τὸ Πάσχα ὁρίσθη ὑπὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων νὰ ἑορτάζεται κατὰ τὸ Ἰουλιανό, ἀλλὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὸν κύκλο τῆς σελήνης καὶ τὴν ἰσημερία! Κι ὅμως αὐτὸ χρησιμοποιεῖ ὁ Γ.Κ. ὡς πηγή, ἀφοῦ πρῶτα ἔκανε τὰ ἀνάλογα κοψίματα καὶ ραψίματα τοῦ κειμένου τοῦ «Πασχάλιου Χρονικοῦ», ἀποδεικνύοντας στοὺς ἀγνοοῦντας αὐτὸ ποὺ θέλουν οἱ Γ.Ο.Χ: ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι χρησιμοποιοῦσαν τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, κι ἄρα οἱ Γ.Ο.Χ. στὸ χῶρο τῶν ὁποίων ἐνετάχθη ὁ Γ.Κ. ἔχουν δίκιο! Ποῦ τὰ βρῆκε αὐτὰ ὅμως ὁ Γ.Κ.; Δὲν μᾶς παραθέτει τὴν πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀρύεται αὐτὴ τὴν πληροφορία. Νὰ ὑποθέσω ὅτι τὴν πῆρε ἀνεξέλεγκτα ἀπὸ Γοχικὰ βιβλία; Γράφει:
     «Κυριωτέρα ἐξ αὐτῶν ἦτο ἡ ἔρις περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ (Καινοῦ) Πάσχα, ὁ ὁποῖος ὡρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι «παρέδωκαν ταῖς ἁγίαις τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαις», νά ἑορτάζεται το Χριστιανικόν Πάσχα «μετά ἐπίβασιν (παρέλευσιν) τῆς ἡμέρας, καθ’ ἧν ἡ ἑαρινή ἰσημερία γίνεται, τουτέστιν τήν κα ́ (21ην) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός». (δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου). (Πασχ. Χρον. PG. 92, 548)».

       Στὸ παραπάνω τμῆμα τοῦ ἄρθρου του παρατηροῦμε
     α) ὅτι θεωρεῖ αὐθαιρέτως ὡς κυριωτέρα ἐξ ὅλων τῶν ἐρίδων τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τὴν περὶ τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ἔριν, μὲ πονηρὸ σκοπό· θέλει δηλ. νὰ προσθέσει σοβαρότητα σ’ αὐτὴν τὴν ἔριδα, γιὰ νὰ πετύχει τὸ σκοπό του, ποὺ εἶναι ἡ κατάταξή της στὰ σοβαρὰ καὶ μάλιστα δογματικὰ θέματα, ὥστε νὰ δικαιολογήσει τὸ σχῖσμα τῶν Γ.Ο.Χ. στὸ ὁποῖο -ἰδεολογικὰ τουλάχιστον- κατέληξε.
    β) Παραθέτει μία φράση ἀπὸ «Πασχάλιο Χρονικό» (ποὺ σημειωτέον γράφτηκε τὸν 6ο περίπου αἰῶνα) καὶ κατὰ ἀντιεπιστημονικὸ τρόπο κάνει συρραφὴ φράσεων καὶ λέξεων τοῦ Χρονικοῦ αὐτοῦ, γιὰ νὰ παρουσιάσει τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ ἐπιθυμεῖ, ποὺ ὅμως, δὲν ἐξάγεται ἀπὸ τὸ «Πασχάλιο Χρονικὸ» στὸ ὁποῖο μᾶς παραπέμπει! Παίρνει λοιπόν ἀπὸ τὴν 13η σελίδα τοῦ «Πασχάλιου Χρονικοῦ» δεκαέξι (16) λέξεις καὶ προσθέτει ὡς συνέχεια σ’ αὐτές (παίρνοντάς τες ἀπὸ ἀλλοῦ) τὶς κρίσιμες καὶ ἐπιθυμητὲς γιὰ τὴν ἐπιτυχία τοῦ σκοποῦ του λέξεις, ποὺ εἶναι: «τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός», γιὰ νὰ «ἀποδείξει» ψευδέστατα ὅτι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μᾶς παρέδωσαν τὴν Ἐντολὴ νὰ γιορτάζουμε τὸ Πάσχα σύμφωνα μὲ τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ἀφοῦ ὁ μήνας Μάρτιος ποὺ αὐθαίρετα παρεμβάλλει, ἀνήκει στὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο! Οἱ τέσσερις (4)  αὐτὲς λέξεις, ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες εἶναι καὶ ἡ ἐπιθυμητὴ λέξη «Μάρτιος», δὲν ὑπάρχουν ὡς συνέχεια τῶν 16 λέξεων τῆς σελ. 13 μὲ τὶς ὁποῖες τὶς συνδέει, ἀλλὰ τὶς παίρνει ἀπό …ἑπτὰ (7) σελίδες πιὸ κάτω, ἀπὸ ἄλλη συνάφεια!
Πρόκειται γιὰ ἀπάτη λοιπόν, ποὺ χρησιμοποιεῖ γιὰ νὰ «ἀποδείξει»(!) καὶ νὰ κάνει πιστευτὴ τὴν αὐθαιρεσία του!
    Ταυτόχρονα ἀποκρύπτει ἐκεῖνες τὶς λέξεις ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ μνημονεύσει, τὴ φράση δηλαδή: «ϛ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης», τὴν ὁποία ἀναφέρει τὸ «Πασχάλιο Χρονικό»! Καὶ τὶς ἀποκρύπτει γιατὶ αὐτὲς δὲν παραπέμπουν στὸ «ἅγιο» Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο! Καὶ ἀποκρύπτει αὐτὴ τὴ φράση, γιατὶ οἱ λέξεις της θὰ ἀποκάλυπταν τὴν ἀπάτη του· ὅτι δηλ. οἱ Ἅγιοι καθόρισαν τὸ Πάσχα μὲ βάση ὄχι τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο  ἀλλὰ τὸν κύκλο τῆς σελήνης καὶ τὴν ἰσημερίαὅπως εὑρίσκετο ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, καὶ μὲ σκοπὸ νὰ μὴν ἑορτάζουν μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους τὸ Πάσχα!
      Θὰ χρησιμοποιήσουμε τὸ χρόνο μας  ἄλλη μιὰ φορά, καὶ θὰ μποῦμε στὸν ἄχαρη κόπο νὰ παρακολουθήσουμε τί γράφει τὸ «Πασχάλιο Χρονικό», γιὰ χάρη τοῦ συνοδοιπόρου, καὶ τώρα ἐναντιούμενου στὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ ποὺ μαζὶ κάποτε ὑπερασπιζόμαστε, ἀδελφοῦ Κωνσταντίνου Γεωργίτση. Πρὶν παρουσιάσουμε τὸ σχετικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ «Πασχάλιο Χρονικό», τὸ ὁποῖο ὁ Γ.Κ. χρησιμοποιεῖ καὶ παραποιεῖ, κάνουμε μιὰ πρώτη παρατήρηση· ὅτι δηλ. γιὰ τὸν προσδιορισμὸ τοῦ Πάσχα δὲν χρησιμοποιοῦνται -στὸ «Πασχάλιο Χρονικό»-  μῆνες κάποιου Ἡμερολογίου, ἀλλὰ ὁ κύκλος τῆς σελήνης καὶ ἡ ἰσημερία· κι ἀκόμα τὸ «Πασχάλιο Χρονικό», ἂν καὶ γράφτηκε τὸν 6ο αἰῶνα, χρησιμοποιεῖ καὶ τὸ Μακεδονικὸ Ἡμερολόγιο! Διαβάζουμε τὸ τμῆμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο πῆρε ὁ Γ.Κ. τὶς πληροφορίες του καὶ τὶς παραποίησε, γιὰ νὰ διαπιστώσετε (ὅσοι θὰ κάνετε τὸν κόπο νὰ τὸ διαβάσετε) τὴ διαστροφή:
      «Ὁ κύριος ἡμῶν… ὡς ἀληθὴς ἀμνὸς ἐτύθη ὑπὲρ ἡμῶν ἐν ἡμέρᾳ παρασκευῇ τῇ ιδ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης… καὶ ἀναστάντος τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφὰς τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, ἥτις ἐστὶν κυριακή, ιϛ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης» (τίποτε δὲν λέει περὶ ΜαρτίουἈπριλίου, δηλ. δὲν ἀναφέρεται σὲ κάποιο συγκεκριμένο Ἡμερολογίο! Καὶ συνεχίζει:) «Οὗπερ (πάσχα) εἰς ἀνάμνησιν καθ’ ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία τὴν ἁγίαν τοῦ πάσχα ἑορτὴν ἐπιτελεῖ, ἀπλανῶς τηροῦσα τὴν ιδ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἐν ᾗ τὸ νομικὸν ἐπιτελεῖσθαι προστέτακται πάσχα, μετὰ ἐπίβασιν τῆς ἡμέρας, ἐν ᾗ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν γίνεσθαι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐδίδαξεν· (σ.σ.: νά, ἡ πρώτη ὁμάδα λέξεων ποὺ ἀναφέρει ὁ Γ.Κ. καὶ ἡ συνέχεια, στὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει ἡ λέξη Μάρτιος)  καὶ εἰ μὲν εὑρεθείη αὕτη, λέγω δὲ ἡ ιδ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἐν ἡμέρᾳ κυριακῇ, εἰς τὴν ἑξῆς κυριακὴν τὴν ἁγίαν τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως Χριστοῦ τοῦ θεοῦ ἡμῶν ἑορτὴν ἄγειν, εἰ δὲ ἐν δευτέρᾳ ἢ τρίτῃ ἢ τετράδι ἢ πέμπτῃ ἢ παρασκευῇ ἢ σαββάτῳ, τοῦ πάσχα διαφωνίαν οὐκ ἴσχυσαν οἱ τῆς ἐκκλησίας διδάσκαλοι, ἀλλ’ ἡ θεία χάρις τοὺς πολεμίους τῆς ἐκκλησίας καταβαλοῦσα τὸν μέγαν ὡς ἀληθῶς καὶ πιστότατον βασιλέα Κωνσταντῖνον ἀνέστησεν... οὗτος εὑρὼν τὴν τοιαύτην διαφωνίαν ἐν ταῖς ἁγίαις τοῦ θεοῦ ἐκκλησίαις, …ζήλῳ κινούμενος… τὴν οἰκουμενικὴν σύνοδον τῶν τιη΄ (318) ὁσίων πατέρων ἐπὶ τῆς Νικαέων συνοίθροισεν· οἵτινες …ὅρον τε ἔθηκαν συμφώνως ἅπαντες περὶ τοῦ ἁγίου καὶ ζωοποιοῦ πάσχα· ὥστε καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς κοίλης συρίας καὶ πάντας ἁπλῶς τοὺς τὸν ἀποστολικὸν καὶ εὐαγγελικὸν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως λόγον ὑγιῆ διασώζοντας τῷ ἀρχαίῳ ἔθει τῆς τε Ῥωμαίων ἐκκλησίας καὶ τῆς Ἀλεξανδρέων καὶ τῶν πλείστων ἁγίων τοῦ θεοῦ ἐκκλησιῶν τῶν ἀνὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην κατακολουθεῖν, καὶ συμφώνως ἅπαντας ἐν μιᾷ καὶ τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἑορτάζειν τὸ πανάγιον καὶ ζωοποιὸν πάσχα» (Τ.L.G., σελ. 13-15).
      Βλέπουμε ἐδῶ ὅτι αὐτὰ ποὺ παραθέτει τὸ «Πασχάλιο Χρονικό», οὐδεμία σχέση ἔχουν μὲ ὅσα γράφει ὁ Γ.Κ., ὁ ὁποῖος τὸ διαστρέφει παντελῶς. Δὲν μπορῶ νὰ διανοηθῶ ὅτι ὁ Γ.Κ. μπορεῖ νὰ κατάντησε ἕνας τόσο μεγάλος διαστροφέας τῆς ἁγιοπατερικῆς μας Παραδόσεως καὶ τοῦ κειμένου αὐτοῦ, γιὰ νὰ δικαιώσει τοὺς Γ.Ο.Χ.! Ὄχι. Μᾶλλον κάποιοι ἄλλοι τὸν βοήθησαν νὰ τὸ γράψει, καὶ ὁ κ. Μάννης τὸ δημοσίευσε ἐπαινώντας τὶς διαστροφὲς καὶ τὰ ψεύδη τοῦ ἄρθρου, γιατὶ αὐτὸ συνέφερε τὴν κακοδοξία τῶν Γ.Ο.Χ.! Συγκεκριμένα:
      α) Τὸ «Πασχάλιο Χρονικό» (στὸ ὁποῖο στηρίζεται ὁ Γ.Κ.) καὶ στὸ τμῆμα αὐτὸ τῶν τριῶν (3) σελίδων (τὴν 13, 14, 15 στὸ Τ.L.G.,), τὸ ὁποῖο περιέχει τὶς δεκάξι (16) λέξεις ποὺ παραθέτει ὁ Γ.Κ., ἐπαναλαμβάνω ὅτι δὲν ὑπάρχουν οἱ λέξεις περὶ «τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός», οἱ κρίσιμες δηλ. λέξεις, ποὺ δηλώνουν τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ἀλλά, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ περὶ «ἐαρινῆς ἰσημερίας» χρησιμοποιεῖται ἡ «ϛ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης», σημεῖα δηλ. ἄσχετα μὲ τὸ Ἰουλιανὸ γιὰ τὸν προσδιορισμὸ τοῦ Πάσχα, ἀφοῦ μποροῦν νὰ τοποθετηθοῦν σὲ ὅλα τὰ Ἡμερολόγια!
     Δεῖτε το πάλι: «Κυριωτέρα ἐξ αὐτῶν ἦτο ἡ ἔρις περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ (Καινοῦ) Πάσχα, ὁ ὁποῖος ὡρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι «παρέδωκαν ταῖς ἁγίαις τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαις», νά ἑορτάζεται το Χριστιανικόν Πάσχα «μετά ἐπίβασιν (παρέλευσιν) τῆς ἡμέρας, καθ’ ἧν ἡ ἐαρινή ἰσημερία γίνεται, τουτέστιν τήν κα ́ (21ην) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός». (δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου). (Πασχ. Χρον. PG. 92, 548)».
     Στὴν σελίδα 16-17 τοῦ «Πασχάλιου Χρονικοῦ» ὁ συγγραφέας (ποὺ γράφει τὸν 6ο  αἰῶνα, ὅπως εἴπαμε καὶ ἀπευθύνεται σὲ ἀνθρώπους ποὺ εἶχαν σὲ χρήση τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, καὶ ἄρα τὸ χρησιμοποιεῖ παράλληλα μὲ τὸ Μακεδονικό), συνεχίζει νὰ ἐκθέτει τὰ περὶ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα· καὶ ἐκεῖ, γιὰ πρώτη φορά (μετὰ ἀπὸ 16 σελίδες) ἀναφέρει τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο καὶ τοποθετεῖ τὰ πράγματα στὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο ποὺ ἦτο τότε ἐν χρήσει· ἐκεῖ ἀναφέρει τοὺς μῆνες Μάρτιο καὶ Ἀπρίλιο, φυσικὰ κατὰ τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ὄχι γιατὶ μὲ βάση τὸ Ἰουλιανὸ ὅρισαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἢ οἱ πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς τὸ Πάσχα, ἀλλὰ γιατὶ ὁ συγγραφέας τοῦ «Χρονικοῦ», τὸ γράφει -ἐπαναλαμβάνω- σὲ τόπο ποὺ ἦταν σὲ χρήση τὸ Ἰουλιανό Ἡμερολόγιο! Διαβάζουμε στὸ «Πασχάλιο Χρονικό»:
      «Τῆς εἰρήνης δὲ καὶ ὁμονοίας μετὰ τῆς τῶν δογμάτων ὀρθότητος τῶν ἁγίων τοῦ θεοῦ ἐκκλησιῶν πολλὴν ποιούμενοι πρόνοιαν οἱ ὅσιοι καὶ θεοφόροι τῆς ἐκκλησίας φωστῆρες καὶ διδάσκαλοι (τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς), ἐπιστάμενοι ὅτι τοὺς τῆς σελήνης μῆνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες ψηφίζουσι [=ἀριθμοῦν, λογαριάζουν, ὑπολογίζουν· ἄρα, αὐτὴ ἡ λέξη «ψηφίζουσι», μᾶς ἐξηγεῖ γιατὶ ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν ὑπολόγισε μὲ ἕνα Ἡμερολόγιο: διότι οἱ Ἅγιοι Πατέρες γνώριζαν ὅτι οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοῦσαν πολλὰ Ἡμερολόγια!] καὶ λογισάμενοι μήπως καὶ ἐκ τούτου ἑτέρα τις διαφωνία καὶ ταραχὴ ἐν ταῖς τοῦ θεοῦ ἐκκλησίαις ἀναφυῇ περὶ τοῦ ἁγίου καὶ ζωοποιοῦ πάσχα, καὶ τὴν τοιαύτην διαφωνίαν προαναρτῆσαι σπουδάσαντες, τὴν θαυμαστὴν ἐκείνην καὶ ἀοίδιμον ἐννεακαιδεκαετηρίδα τῆς σελήνης θεοπνεύστως ἐξέθεντο, δηλοῦσαν ἐν ἑκάστῳ ἔτει ἐν πόστῃ τῶν δύο μηνῶν ἡμέρᾳ, μαρτίου λέγω ἢ καὶ ἀπριλίου, εὑρίσκεται καθ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἡ κατὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸν κανόνα ιδʹ τοῦ πρώτου παρ' Ἑβραίοις μηνὸς τῆς σελήνης, ἐν ᾗ τὸ νομικὸν ἐπιτελεῖσθαι προστέτακται πάσχα, τὰ πάλαι ἄνωθεν καὶ ἐξ ἀρχῆς ἀγράφως μέν, ἀπλανῶς δὲ κρατήσαντα, ἐγγράφως κυρώσαντες, ὥστε ταῦτα γινώσκοντας τοὺς τῆς εὐσεβείας τροφίμους καὶ ἀσάλευτα διατηροῦντας ἐν εἰρήνῃ ἑορτάζειν τὸ πανάγιον καὶ λυτρωτήριον ἡμῶν πάσχα τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. 
      Ἐξήρκει μὲν οὖν τοῖς εὖ φρονοῦσιν εἰς τὸν περὶ τῆς ἁγίας τοῦ πάσχα ἑορτῆς ἐκκλησιαστικὸν κανόνα ἡ ὑπὸ τῶν θεοφόρων πατέρων ἐκτεθεῖσα ἐννεακαιδεκαετηρὶς τῆς σελήνης (ὄχι τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο), εἰς ἑαυτὴν διὰ παντὸς ἀνακυκλουμένη καὶ δηλοῦσα ἐν ἑκάστῳ ἔτει ἐν πόστῃ τοῦ μαρτίου ἢ τοῦ ἀπριλίου ἡμέρᾳ εὑρίσκεται ἡ ιδ΄ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἐν ᾗ τὸ νομικὸν ἐπιτελεῖσθαι προστέτακται πάσχα· ἣν γινώσκων τις καθ’ ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἐν πόστῃ ἡμέρᾳ τῆς ἑβδομάδος εὑρίσκεται, καὶ τὸν ὅρον ἐπιστάμενος τὸν τεθέντα, ὅτι ἐὰν εὑρεθῇ αὕτη ἐν ἡμέρᾳ κυριακῇ, εἰς τὴν ἐπιοῦσαν κυριακὴν ἑορτάζειν δεῖ τὸ ἅγιον πάσχα, εἰ δὲ ἐν ἄλλῃ οἱᾳδήποτε τῶν ἓξ ἡμερῶν ἡμέρᾳ, εἰς τὴν προσιοῦσαν κυριακήν, σαφῶς καὶ ῥαδίως γινώσκειν δυνήσεται καθ’ ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἐν πόστῃ τοῦ μαρτίου ἢ τοῦ ἀπριλίου ἑορτάσει τὸ σωτήριον πάσχα ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία» (Τ.L.G., σελ. 13-15).
      Δὲν εἶναι ὁλοφάνερο, ἀδελφὲ Κωνσταντῖνε, ὅτι σοῦ πῆραν τὰ μυαλὰ οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ σὲ ἔκαναν νὰ βλέπεις τὶς κακόδοξες θέσεις τους, δηλ. τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ἐκεῖ ποὺ τὸ Πασχάλιον θέτει ὡς βάση ἄλλα, ὅπως τὸν κύκλο τῆς σελήνης; Τὸ «Πασχάλιον Χρονικὸν» ποὺ ἐπικαλεῖσαι, ἄλλα λέει· ἐξηγεῖ πῶς μὲ βάση τὸν κύκλο τῆς σελήνης καὶ τὴν ἰσημερία, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς θὰ εὑρίσκεται σὲ κάθε Ἡμερολόγιο τὸ Πάσχα, καὶ βέβαια, ζώντας σὲ τόπο ποὺ ἰσχύει τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, ἐξηγεῖ πῶς, ὅποιος τόπος ἔχει σὲ ἰσχὺ τὸ Ἰουλιανό, θὰ εὕρει τὸ Πάσχα μὲ βάση ΟΧΙ τὸ Ἰουλιανό, ἀλλὰ τὸν κύκλο τῆς σελήνης καὶ τὰ παραπάνω ἀναφερθέντα. Τὸ ἴδιο δηλ. θὰ πρέπει νὰ κάνει κι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸ Αἰγυπτιακό· μὲ βάση τὸν κύκλο τῆς σελήνης, κι ὄχι μὲ βάση τὸ Ἰουλιανὸ ἢ καὶ τὸ Αἰγυπτιακό, θὰ μπορεῖ νὰ βρεῖ στὸ Ἡμερολόγιό του τὸν μῆνα-Κυριακὴ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ποὺ στὴν συνέχεια θὰ τὸν προσαρμόσει στὸ τάδε ἢ τάδε Ἡμερολόγιο!
    Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ σήμερα· κι ἐκεῖνος ποὺ χρησιμοποιεῖ τὸ διορθωμένο Ἰουλιανό (τὸ «Νέο» δηλαδὴ «Ἡμερολόγιο»), κι ἐκεῖνος ποὺ χρησιμοποιεῖ «Παλαιό», δηλ. τὸ Ἰουλιανό, ἐφ’ ὅσον στηρίζεται καὶ χρησιμοποιεῖ τοὺς 4 ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἑορτάζει τὸ Πάσχα σωστά, δηλαδὴ τὴν ἴδια μέρα κι ἄρα ἀκολουθεῖ ὅ,τι ἐθέσπισε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος! Ἀντίθετα οἱ Παπικοί, παρέβησαν τοὺς 4 ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς, καὶ γι’ αὐτὸ ἑορτάζουν τὸ Πάσχα σὲ διαφορετικὸ χρόνο ἀπὸ μᾶς. Ἐὰν δέ, θεωρητικά (ὅπως λέγει ὁ π. Εὐθ. Τρικαμηνᾶς), οἱ Ἰουδαῖοι θὰ ἀλλάξουν τὴν Ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα τους, τότε κι ἐμεῖς ὑποχρεωτικὰ θὰ ἀναγκαστοῦμε, ὑπακούοντας στὸν ἕνα (1) ἀπὸ τοὺς τέσσερις (4) ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς, νὰ ἀλλάξουμε τὸ Πασχάλιο!
     Καὶ συνεχίζει τὸ «Πασχάλιο Χρονικό» (σελ. 18): «Τινὲς δὲ φιλοτιμότερον φερόμενοι κύκλον πέντε ἐννεακαιδεκαετηρίδων ἔταξαν, ὃν προπετῶς ἔφησαν εἰς ἑαυτὸν ἀεὶ ἀνακυκλούμενον οὐ μόνον κατὰ τὰς αὐτὰς ἡμέρας τοῦ ἡλιακοῦ μηνὸς μαρτίουἀπριλίου φέρειν τὴν ιδʹ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς αὐτὰς ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος. ὅν τινες τῶν ἁπλουστέρων εὑρηκότες, καὶ τοῦτον ἀληθῆ εἶναι ὑποπτεύσαντες, οὐ μόνον ἐν βίβλοις ἀνεγράψαντο, ἀλλὰ καὶ ἐν τάβλαις ἐν πλείσταις τῶν ἐκκλησιῶν ἀνατεθείκασιν, ὡς ὁρῶντας Ἕλληνάς τε καὶ Ἰουδαίους καὶ τοὺς τῶν αἱρέσεων προστάτας τοῦτον προκείμενον πλατὺν γέλωτα κατὰ τῆς ἐκκλησίας κινεῖν, καὶ δι' αὐτοῦ ἐπισκώπτειν τὸ μέγα τῆς εὐσεβείας μυστήριον» (Τ.L.G., σελ. 17-18). Μήπως τοῦτο ἐπιτυγχάνεις καὶ σύ, μαζὶ μὲ τοὺς Γ.Ο.Χ. ἀγαπητὲ Κωνσταντῖνε;
     «Τούτου τοίνυν γεγενημένου τινὲς τῶν τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας διεγερθέντες δι' ἀναγκαίων λόγων τὴν τοιαύτην ἀλλόκοτον καὶ ἀπαίδευτον τῶν συνταξάντων τὸν εἰρημένον κύκλον τῶν ἐνενήκοντα πέντε ἐτῶν διήλεγξαν γνώμην, ὑπέδειξαν δὲ τὸν ἀληθῆ καὶ τοῖς πράγμασι σύμφωνον κύκλον τὸν τῶν κηʹ μὲν ἐννεακαιδεκαετηρίδων, ιθʹ δὲ ὀκτωκαιεικοσαετηρίδων, αἵπερ συνάγουσιν ἐτῶν ἀριθμὸν φλβʹ. οὗτος γὰρ ὁ κύκλος, λέγω δὴ ὁ τῶν φλβʹ ἐτῶν, ἀεὶ εἰς ἑαυτὸν ἀνακυκλούμενος δείκνυσιν οὐ μόνον κατὰ τὰς αὐτὰς ἡμέρας τῶν δύο ἡλιακῶν μηνῶν, μαρτίου λέγω καὶ ἀπριλίου, ἐμπίπτουσαν τὴν ιδʹ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς αὐτὰς ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ ἔτος τῆς τετραετηρίδος τοῦ βισέξτου καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ ἔτος τῆς ἐννεακαιδεκαετηρίδος, ἀλλὰ δὴ καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ ἔτος τῆς ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος. ἀπαρτίζεται γὰρ ὁ προειρημένος κύκλος τῶν φλβʹ ἐτῶν καὶ παρὰ τὸν ιθʹ, καὶ παρὰ τὸν κηʹ καὶ παρὰ τὸν τέσσαρα καὶ παρὰ τὸν ἑπτὰ μεριζόμενος. Τούτου γνωσθέντος πολλοὶ κύκλους ἀνέγραψαν ἑορταστικοὺς ἐτῶν φλβʹ, καταμίξαντες δὲ τῇ ἀληθείᾳ τὸ ψεῦδος σκανδάλου καὶ ταραχῆς ἀφορμὰς τοῖς ἁπλουστέροις παρέσχοντο. οἱ μὲν γὰρ τὰς τεσσαρισκαιδεκαταίας τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης ἀκινήτους οὐκ ἐφύλαξαν κατὰ τὰς ἡμέρας τὰς ἀναγεγραμμένας ἐν τῇ ἐκτεθείσῃ ἐννεακαιδεκαετηρίδι ὑπὸ τῶν θεοφόρων πατέρων, ἀλλ' ἰδίας ἐννεακαιδεκαετηρίδας συνέταξαν ἐναντίας τῇ ἐκτεθείσῃ ὑπὸ τῶν θεοπνεύστων τῆς ἐκκλησίας διδασκάλων, καὶ οὕτω κύκλους φλβʹ ἐτῶν συντεθείκασιν. οἷς προσέχοντές τινες καὶ ἀγνοοῦντες τὸν ἐκκλησιαστικὸν κανόνα περὶ τοῦ σωτηρίου πάσχα μάτην πολλάκις ταράττονται, οἰόμενοι πεπλανημένως ἑορτάζεσθαι τὸ ζωοποιὸν πάσχα ἐν τῇ ἁγίᾳ τοῦ θεοῦ ἐκκλησίᾳ. Ἕτεροι δὲ τὰς μὲν τεσσαρισκαιδεκαταίας τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης ἀκινήτους ἐφύλαξαν κατὰ τὰς ἀναγεγραμμένας ἡμέρας τῶν δύο μηνῶν μαρτίου καὶ ἀπριλίου ἐν τῇ ἐκτεθείσῃ ἐννεακαιδεκαετηρίδι ὑπὸ τῶν πανευφήμων τῆς ἐκκλησίας διδασκάλων, καὶ οὕτω τὸν κύκλον τῶν φλβʹ ἐτῶν ἀνέταξαν. καὶ περὶ μὲν τὴν ἁγίαν τοῦ πάσχα ἑορτὴν σύμφωνοι ηὑρέθησαν τῷ ἐκκλησιαστικῷ κανόνι, καθ' ὃν ἐπετέλεσεν καὶ ἐπιτελεῖ καὶ ἐπιτελέσει τὸ ζωοποιὸν πάσχα ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία· χρόνους δὲ παρέθεντο ἐν τῷ κύκλῳ τῶν φλβʹ ἐτῶν τούς τε ἀπὸ κτίσεως κόσμου τούς τε ἀπὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τούς τε ἀπὸ τῆς ἐκ νεκρῶν αὐτοῦ ἀναστάσεως ἀσυμφώνους τῇ τε θεοπνεύστῳ γραφῇ καὶ τῷ ἐκκλησιαστικῷ κανόνι καὶ τῇ τῶν πραγμάτων φύσει ᾧτινες προσέχοντες περὶ μὲν τὴν ἁγίαν τοῦ πάσχα ἑορτὴν οὐ διασφάλλονται, ἀλλὰ συμφωνοῦσι τῇ καθολικῇ ἐκκλησίᾳ, περὶ δὲ τὰς ἄλλας ἑορτὰς τὰς τελουμένας ἐν αὐτῇ σφόδρα πεπλάνηνται, οἷον Χριστοῦ γενέθλιον, ὅπερ ἀπλανῶς λίαν ἑορτάζει ἡ τοῦ θεοῦ ἁγία ἐκκλησία τῇ εἰκάδι πέμπτῃ τοῦ κατὰ Ῥωμαίους δεκεμβρίου μηνός, ἔτι δὲ καὶ τὸν εὐαγγελισμὸν τῆς ἁγίας ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, ὃν καὶ αὐτὸν ἀνεπιλήπτως ἐπιτελεῖ ἡ τοῦ θεοῦ ἐκκλησία τῇ εἰκάδι πέμπτῃ τοῦ κατὰ Ῥωμαίους μαρτίου μηνός» (Τ.L.G., σελ. 18-20) (ἐδῶ)  ἢ σελ. 22 (ἐδῶ).
       (Ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ δεῖτε ἐν ὑποσημειώσει -ὑποσ. 1- ἕνα ἀκόμα τμῆμα ἀπὸ τὴν συνέχεια τοῦ «Πασχάλιου Χρονικοῦ» ποὺ θεμελιώνει περισσότερο τὶς ἀλήθειες αὐτὲς καὶ καταδεικνύει τὶς ἀτυχεῖς συγγραφὲς τοῦ Γ.Κ.).

    Μετὰ ἀπὸ τὸν πρῶτο αὐτό (ἐν ἐκτάσει, κουραστικό,  ἀλλ’ ἀναγκαῖο) σχολιασμὸ καὶ τὸν διὰ κειμένων «ὑπομνηματισμό», ἐρχόμαστε στὴ δεύτερη παράγραφο τοῦ ἄρθρου τοῦ κ. Γεωργίτση, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιώντας ὡς βάση τὸ πρώτο ψέμα,   συνεχίζει γράφων:
    -Αὐτός ὁ ὁρισμός (ἡ ψευδὴς δηλ. θέση ὅτι ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἔγινε μὲ βάση τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο) ἐπεκράτησεν ὡς Ἀποστολική Παράδοσις τήν ὁποίαν διεφύλαξεν καί ἠκολούθει ἡ πλειονότης τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς οἰκουμένης. δηλαδή αἱ ἐκκλησίαι «τῶν ἀρκτώων (βορείων) καί μεσημβρινῶν (νοτίων) καί τῶν κατά δύοντα ἥλιον (δυτικῶν) ἐθνῶν καί τινων Ἐκκλησιῶν τῶν κατά τήν ἑώαν (ἀνατολήν) τόπων». «τῶν (τόπων) τῆς κατά Ρωμαίων πόλεως, Ἰταλίας καί Ἀφρικῆς ἁπάσης, Αἰγύπτου, Σπανίας, Γαλλίας, Βρεττανίας, Λιβύας καί τῆς ὅλης Ἑλλάδος, Ἀσιανῆς τε διοικήσεως καί Ποντικῆς καί Κιλικίας», ὅπως ἀναφέρεται ἀπό τον Εὐσέβιον Καισαρείας (Β.Ε.Π.Ε.Σ. 24, 89) καί ἀπό τόν Γελάσιον τον Κυζικηνόν (Πρακτ. Ἁγ. Συν., τ. Α ́, σ. 281 & 282).
      Ὅπως θὰ ἀποδειχθεῖ ἀπὸ τὴν παράθεση τῶν κειμένων κι ἐδῶ ὁ Γ.Κ. δὲν ἀντελήφθη ποιό ἦταν τὸ πρόβλημα. Τὸ πρόβλημα ἦταν, ὄχι ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ χρησιμοποιήσουν τὸ Ἰουλιανὸ ἢ τὸ Μακεδονικὸ Ἡμερολόγιο, ἀλλὰ ἂν θὰ ἑόρταζαν μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίουςχωριστὰ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα!  Παραπέμπει λοιπὸν ὁ Γ.Κ. σὲ κάποιους ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς, καὶ παρουσιάζει 3-4 φράσεις 10-15 λέξεων ἀποκομμένων ἀπὸ τὴν συνάφειά τους, καὶ νομίζει ὅτι ἔτσι ἀπέδειξε τὸ ἐπιδιωκόμενο: ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ «ἅγιο»(!)  Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο!
     Ἂς δοῦμε ἀρχικὰ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Μ. Κωνσταντίνου (ποὺ μᾶς διασώζει ὁ ἱστορικὸς Εὐσέβιος καὶ ἐγράφη κατὰ τὸν χρόνον ποὺ συνῆλθε ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος). Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Μ. Κων/νος (ποὺ ἀπέστειλε καὶ σὲ ὅσους δὲν ἦσαν παρόντες στὴ Σύνοδο) ἐκφράζει τὴν γνώμη του καὶ τὴν γνώμη τῶν πατέρων τῆς Συνόδου γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, ποὺ τότε δὲν ἦταν κοινός, ὄχι μὲ βάση κάποιο ἡμερολόγιο (ὅπως ἀνιστόρητα ἰσχυρίζεται ὁ Γ.Κ. γιὰ νὰ στηρίξει τὶς θέσεις του) ποὺ κάποιοι δηλ. τὸ παρέβησαν καὶ ἔπαψαν –τάχα– νὰ ἀκολουθοῦν τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, ἀλλὰ μὲ βάση τὸν μὴ κοινό ἑορτασμὸ μετὰ τῶν Ἰουδαίων!!! Τὸ πρόβλημα αὐτὸ συζητήθηκε καὶ κανονίστηκε στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, μὲ βάση -ὅπως εἴπαμε- τὸν κύκλο τῆς σελήνης, τὴν ἰσημερία· δὲν ὁμιλεῖ γιὰ ἡμερολόγιο, οὔτε κἂν γιὰ ἑορτολόγιο, ἀλλὰ μόνο γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, μὲ συνεχῆ ἀναφορά-ἔμφαση-φροντίδα νὰ μὴ συμπίπτει μὲ τὸν ἑορτασμὸ τῶν Ἰουδαίων καὶ νὰ τελεῖται ἐν ἡμέρᾳ Κυριακῇ.
       Παρουσιάζω μερικὰ ἀποσπάσματα τῆς ἐπιστολῆς αὐτῆς τοῦ Μ. Κων/νου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι κι ἐδῶ ὁ Γ.Κ. διαστρέφει τὰ πράγματα, ἀφοῦ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Μ. Κων/νος, αὐτὸ πραγματοποιεῖται σήμερα καὶ μὲ τὸ Νέο Ἡμερολόγιο καὶ μὲ τὸ Παλαιό: Δηλαδὴ ἡ Μία Ἐκκλησία τοῦ Νέου Ἡμερολογίου τηρεῖ ἀπαρεγκλήτως καὶ κατὰ γράμμα τὴν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς καὶ τὴν ἐπιθυμία-γνώμη του Μ. Κων/νου: Ἑορτάζουν ΟΛΕΣ ΜΑΖΙ οἱ Ὀρθόδοξες τοπικὲς Ἐκκλησίες, τὴν ἴδια Κυριακὴ τὸ Πάσχα, ἄσχετα μὲ τὸ ποιὰ ἡμερομηνία γράφει τὸ Ἡμερολόγιό τους!
      Ψεύδεται λοιπόν, ἀσυστόλως ὁ Γ.Κ.; Προσωπικὰ πιστεύω ὅτι αὐτὸ δὲν ἦταν στὶς προθέσεις του· μᾶλλον δὲν κατάλαβε τί λέει τὸ κείμενο ποὺ παραθέτει. Κατάλαβαν ὅμως ἐκεῖνοι οἱ ἄγνωστοι ποὺ τὸν παρέσυραν, ἀσφαλῶς δέ, κατάλαβε ὁ κ. Μάννης, ποὺ δημοσίευσε τὴν διαστροφὴ καὶ τὰ ψεύδη ποὺ περιέχει τὸ ἄρθρο τοῦ Γ.Κ.

Διαβάζουμε στὴν ἱστορία τοῦ Εὐσεβίου:
        «Κωνσταντῖνος Σεβαστὸς ταῖς ἐκκλησίαις.
       …Ἔνθα καὶ περὶ τῆς τοῦ Πάσχα ἁγιωτάτης ἡμέρας γενομένης ζητήσεως, ἔδοξε κοινῇ γνώμῃ καλῶς ἔχειν ἐπὶ μιᾶς ἡμέρας πάντας τοὺς ἁπανταχοῦ ἐπιτελεῖν… καὶ πρῶτον ἀνάξιον ἔδοξεν εἶναι τὴν ἁγιωτάτην ἐκείνην ἑορτὴν τῇ τῶν Ἰουδαίων ἑπομένους συνηθείᾳ πληροῦνμηδὲν τοίνυν ἔστω ὑμῖν κοινὸν μετὰ τοῦ ἐχθίστου τῶν Ἰουδαίων ὄχλου… τί δὲ φρονεῖν ὀρθὸν ἐκεῖνοι δυνήσονται, οἳ μετὰ τὴν κυριοκτονίαν τε καὶ πατροκτονίαν ἐκείνην ἐκστάντες τῶν φρενῶν ἄγονται οὐ λογισμῷ τινι ἀλλ’ ὁρμῇ ἀκατασχέτῳ, ὅπῃ δ’ ἂν αὐτοὺς ἡ ἔμφυτος αὐτῶν ἀγάγῃ μανία; ἐκεῖθεν τοίνυν κἀν τούτῳ τῷ μέρει τὴν ἀλήθειαν οὐχ ὁρῶσιν, ὡς ἀεὶ κατὰ τὸ πλεῖστον αὐτοὺς πλανωμένους ἀντὶ τῆς προσηκούσης ἐπανορθώσεως ἐν τῷ αὐτῷ ἔτει δεύτερον τὸ πάσχα ἐπιτελεῖν. τίνος οὖν χάριν τούτοις ἑπόμεθα, οὓς δεινὴν πλάνην νοσεῖν ὡμολόγηται; Δεύτερον γὰρ τὸ πάσχα ἐν ἑνὶ ἐνιαυτῷ οὐν ἄν ποτε ποιεῖν ἀνεξόμεθα. ἀλλ’ εἰ καὶ ταῦτα μὴ προὔκειτο, τὴν ὑμετέραν ἀγχίνοιαν ἐχρῆν καὶ διὰ σπουδῆς καὶ δι’ εὐχῆς ἔχειν πάντοτε, ἐν μηδενὸς ὁμοιότητι τὸ καθαρὸν τῆς ὑμετέρας ψυχῆς κοινωνεῖν δοκεῖν ἀνθρώπων ἔθεσι παγκάκων… Πρὸς τούτοις κἀκεῖνο πάρεστι συνορᾶν, ὡς ἐν τηλικούτῳ πράγματι καὶ τοιαύτῃ θρησκείας ἑορτῇ διαφωνίαν ὑπάρχειν ἐστὶν ἀθέμιτον… διὸ τοῦτο γοῦν τῆς προσηκούσης ἐπανορθώσεως τυχεῖν καὶ πρὸς μίαν διατύπωσιν ἄγεσθαι τοῦτο ἡ θεία πρόνοια βούλεται, ὡς ἔγωγε ἅπαντας ἡγοῦμαι συνορᾶν… ὡς μηδὲν μετὰ τοῦ τῶν πατροκτόνων τε καὶ κυριοκτόνων ἐκείνων ἔθνους εἶναι κοινόν, ἔστι δὲ τάξις εὐπρεπής, ἣν πᾶσαι αἱ τῶν δυτικῶν τε καὶ μεσημβρινῶν καὶ ἀρκτῴων τῆς οἰκουμένης μερῶν παραφυλάττουσιν ἐκκλησίαι καί τινες τῶν κατὰ τὴν ἑῴαν τόπων, οὗ ἕνεκεν ἐπὶ τοῦ παρόντος καλῶς ἔχειν ἅπαντες ἡγήσαντο, καὶ αὐτὸς δὲ τῇ ὑμετέρᾳ ἀγχινοίᾳ ἀρέσειν ὑπεσχόμην, ἵν’ ὅπερ δ’ ἂν κατὰ τὴν Ῥωμαίων πόλιν Ἰταλίαν τε καὶ Ἀφρικὴν ἅπασαν, Αἴγυπτον, Σπανίας, Γαλλίας, Βρεττανίας, Λιβύας, ὅλην Ἑλλάδα, Ἀσιανήν τε διοίκησιν καὶ Ποντικὴν καὶ Κιλικίαν μιᾷ καὶ συμφώνῳ φυλάττεται γνώμῃ, ἀσμένως τοῦτο καὶ ἡ ὑμετέρα προσδέξηται σύνεσις, λογιζομένῃ ὡς οὐ μόνον πλείων ἐστὶν ὁ τῶν κατὰ τοὺς προειρημένους τόπους ἐκκλησιῶν ἀριθμός, ἀλλὰ καὶ ὡς τοῦτο μάλιστα κοινῇ πάντας ὁσιώτατόν ἐστιν βούλεσθαι, ὅπερ καὶ ὁ ἀκριβὴς λόγος ἀπαιτεῖν δοκεῖ καὶ οὐδεμίαν μετὰ τῆς Ἰουδαίων  ἐπιορκίας  ἔχειν κοινωνίαν.
Ἵνα δὲ τὸ κεφαλαιωδέστατον συντόμως εἴπω, κοινῇ πάντων ἤρεσε κρίσει τὴν ἁγιωτάτην τοῦ πάσχα ἑορτὴν μιᾷ καὶ τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ συντελεῖσθαι» (σελ. 86-90, T.L.G., Eusebius Scr. Eccl. et Theol.: Vita Constantini: Book 3, chapter 17, section 1, line 1 - Book 3, chapter 19, section 2, line 5).
http://www.schizas.com/site3/images/stories/filoi/ioannina_against_cancer_holistic_life_may_june_2009.pdf
     Ἀλλὰ καὶ ἅγιος Ἐπιφάνιος (στὸν ὁποῖο παραπέμπει Γ.Κ.) οὐδεμία νύξη κάνει γιὰ συγκεκριμένο Ἡμερολόγιο, γιὰ τὸ «πατρῷο» τάχα Ἰουλιανό, ὅπως ἰσχυρίζεται Γ.Κ., ἀλλὰ μόνο περὶ ἡλίου καὶ σελήνης, ὡς σημείου καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα· καὶ ὡς παράδοση θεωρεῖ ὄχι τὸ Ἰουλιανό, ἀλλὰ τὸν ἑορτασμὸ τὸν μὴ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μετὰ τῶν Ἰουδαίων· καὶ καυτηριάζει αὐτοὺς ποὺ διαιροῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀρνοῦνται τὴν ὁμόνοια.  Παρουσιάζω κι ἀπὸ αὐτὸν κάποια τμήματα:
      Γράφει: «Ἔχουσι δὲ καὶ ἄλλα τινά, δι’ ἅπερ μάλιστα ἵστανται περισσότερον τὴν διαίρεσιν ποιησάμενοι τῆς Ἐκκλησίας… Μετὰ γὰρ τῶν Ἰουδαίων βούλονται τὸ Πάσχα ἐπιτελεῖν, τουτέστιν ᾧ καιρῷ οἱ Ἰουδαῖοι ποιοῦσι τὰ παρ’ αὐτῶν Ἄζυμα, τότε αὐτοὶ φιλονεικοῦσι τὸ Πάσχα ἄγειν… Τινὲς δὲ πάλιν κατὰ τὸ ἴδιον φιλόνεικον ὁρίζονται ὅτι ὅτε τὰ γενέθλια τοῦ Κωνσταντίνου, τότε μετεποιήσασθε, φησί, τὸ Πάσχα». Ὁ Μ. Κων/νος, λέγει ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος, δὲν εἶχε ἄλλη ἐπιδίωξη, παρὰ τὸ «τὸ καθαρὸν τῆς πίστεως κηρυχθῆναι πᾶσι, καὶ τὸ περὶ τοῦ Πάσχα εἰς ἕνωσιν ἡμῶν ὑπ’ αὐτῶν διορθωθῆναι. Ἔκπαλαι γὰρ καὶ ἀπὸ τῶν πρώην χρόνων διέστη ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ διαφόρως ἀγόμενον, χλεύην ἐμποιοῦν καθ’ ἕκαστον ἔτος, τῶν μὲν πρὸ ἑβδομάδος ποιούντων καὶ φιλονεικούντων πρὸς ἀλλήλους, τῶν δὲ μετὰ ἑβδομάδα, καὶ τῶν μὲν προλαμβανόντων, τῶν δὲ μεσαζόντων, ἄλλων δὲ μετέπειτα ἐπιτελούντων».
      Στὴν συνέχεια ὁμιλεῖ γιὰ «τὴν τῶν ἀποστόλων διάταξιν», ὅπου σ’ αὐτὴ «ἡ κανονικὴ τάξις ἐκφέρεται». Αὐτὴ τὴν διάταξη, λέγει ὁ ἅγ. Ἐπιφάνιος Κύπρου, κάποιοι τὴν παρερμηνεύουν (ὅπως σήμερα οἱ Γ.Ο.Χ.): «λαμβάνοντες <πρόφασιν> περὶ τοῦ Πάσχα κακῶς παρερμηνεύουσιν οἱ προειρημένοι». Διότι «ἐν τῇ αὐτῇ Διατάξει οἱ ἀπόστολοι» συμβουλεύουν «εἰς τὸ μὴ ἄλλον ποιεῖν ἄλλως καὶ ἄλλον ἄλλοτε. Τοῦτο γὰρ πᾶν συνήγαγον φρόντισμα διὰ τὴν ἕνωσιν τὴν μίαν, ἵνα μὴ ᾖ σχίσματα μηδὲ διαιρέσεις…». Καὶ ποιούς ὅρους θέτουν; Μήπως τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο; Οὐδεμία ἀναφορὰ σ’ αὐτό! Ἀλλὰ τί; Γράφει ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος: «Ἐκ τριῶν γὰρ συνέστηκεν ὁ τοῦ Πάσχα σύνδεσμος, ἔκ τε τοῦ ἡλιακοῦ δρόμου διὰ τὴν κυριακὴν καὶ τὸν μῆνα ἔκ τε τοῦ σεληνιακοῦ δρόμου διὰ τὸ κατὰ τὸν νόμον, ὅπως ἐν τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τῆς σελήνης τυθῇ τὸ Πάσχα, ὡς εἶπεν ὁ νόμος. Οὔτε οὖν δύναται ἀχθῆναι, ἐὰν μὴ ὑπερβῇ ἰσημερία, ὅπερ παρὰ τοῖς Ἰουδαίοις οὐ φυλάσσεται, οὐδὲ ἀκριβῆ θέλουσι τοιαύτην ἐπιτελεῖν πραγματείαν· διέπεσε γὰρ παρ’ αὐτοῖς καὶ ἠπάτηται τὰ πάντα. Πλὴν εἰ τοσαύτης ζητήσεως ὑπάρχει ἡ τοιαύτη ἀκρίβεια, οὐ διὰ τὴν ζήτησιν ταύτην καὶ τὴν ἀκρίβειαν τοῖς ἀποστόλοις εἴρηται, ἀλλὰ δι’ ὁμόνοιαν». Καὶ συνεχίζει, ὁμιλώντας πάλι γιὰ τὴν ὁμόνοια καὶ κατὰ αὐτῶν ποὺ τὴν διαλύουν, ἀφοῦ δὲν τοὺς φτάνουν οἱ Ὅροι ποὺ ἐθεσαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἡ Α΄ Οἰκουμενική, ἀλλὰ ἐφευρίσκουν ὡς αἰτία διαιρέσεως σήμερα ἕνα ἄλλο, νεοφανῆ Ὅρο (τὸ Ἡμερολόγιο), γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν ὁμιλοῦν ΟΥΔΕΠΟΤΕ οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Σύνοδος: «Καὶ <εἰ> μετὰ τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ ἐπιτελεῖν οἱ ἀπόστολοι προσέταξαν, ὡς οὗτοι διισχυρίζονται, πόσῳ γε μᾶλλον δι’ ὁμόνοιαν μετὰ τῆς ἐκκλησίας χρὴ ἐπιτελεῖν, ἵνα μὴ τὴν ὁμόνοιαν χαράξωμεν τῆς ἐκκλησίας;» (T.L.G., Epiphanius Scr. Eccl.: Panarion (=Adversus haereses): Volume 3, page 241–244). -Δεῖτε τὸ εὐρύτερο μέρος 5 σελίδων στὸ τέλος, ὑποσ. 2).
       Εἶναι κι ἐδῶ καὶ πάλι ὁλοφανερὸ ὅτι καὶ ἅγιος Ἐπιφάνιος δὲν ὁμιλεῖ γιὰ Ἡμερολόγια, ἀλλὰ γιὰ διαχωρισμὸ τοῦ Ὀρθόδοξου Πάσχα ἀπὸ τὸ Ἰουδαϊκό· αὐτὸ ἀρκεῖ γιὰ τὴν ὁμόνοια τῶν πιστῶν. Κι αὐτὸ σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι τοῦ Νέου τηροῦν, ὅπως καὶ οἱ Παλαιοημερολογῖτες. Ὑστεροῦν, ὅμως, οἱ Παλαιοημερολογῖτες στὴν Ὁμόνοια, γιὰ τὴν ὁποία τόσο ἔντονα καὶ ἐπίμονα ὁμιλεῖ ὁ Ἅγιος! Τὴν ὁποία ὁμόνοια, δὲν ντρέπονται νὰ τὴν διαστρέφουν οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ οἱ προσβληθέντες ὑπὸ τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ ἰοῦ θανασίμως, προβάλλοντες τὴν ἀνύπαρκτη στοὺς Ἁγίους (ὅπως λεπτομερῶς εἴδαμε) ἡμερολογιακὴ ἑνότητα, ἔναντι τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, γιὰ τὴν ὁποία φρόντιζαν οἱ Ἅγιοι! Οἱ Ἅγιοι ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου καὶ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου α) βάζουν σὲ πρώτη μοῖρα τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα καὶ β) τὸ πρόβλημα καὶ ἡ διαφωνία τους δὲν ἦταν (ὅπως ψευδέστατα λέγουν οἱ Γ.Ο.Χ.) μὲ ποιό ἡμερολόγιο θὰ ἑορτάσουν τὸ Πάσχα, ἀλλὰ ἂν θὰ τὸ ἑορτάσουν «τὴν τεσσαρεσκαιδεκάτην τοῦ μηνὸς Νισάν», ἢ τὴν Κυριακή, μαζὶ μὲ τοὺς Ἑβραίους, ἢ χώρια ἀπ’ αὐτούς! Αὐτὴν τὴν ἀλήθεια, ἂν καὶ κάπου ἐμφανίζεται μέσα ἀπὸ κείμενα ποὺ παρουσιάζει ὁ Γ.Κ., στὴν συνέχεια, σὰν νὰ μὴν ἔχει καταλάβει ΤΙΠΟΤΑ (τί δηλαδὴ παρουσίασε), τὴν λησμονεῖ, καὶ ἐπικεντρώνει τὸ πρόβλημα “ξανά-μανά” στό… Ἡμερολόγιο!!! Γράφει:
     «…δέν δύνανται νά θεωρηθοῦν πώς ἀναιροῦν τήν ἰδιότητα πού προσέδωσαν εἰς τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὡς ὑποβάθρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολογίου καί συνάμα τῆς ὑπΑὐτῶν καταστάσεώς του ὡς ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.
    Καί συνεπῶς ὄχι μόνον δέν ἀκυρώνεται ἀλλά καθίσταται αὐτονόητος συγκαταρίθμησις αὐτοῦ (τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου), μεταξύ τῶν Ἱερῶν Παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας»!!!

       Ἔχει γραφεῖ καὶ ξαναγραφεῖ πολλὲς φορὲς ὅτι Ἐκκλησία εἶναι συνώνυμη τῆς ὁμονοίας καὶ τῆς ἑνότητας· ὅτι δὲν εὐλογεῖ τὴν διαίρεση καὶ τὸ σχῖσμα, ὄχι ἁπλῶς γιὰ χάρη ἡμερολογιακῶν διαφορῶν, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ γιαὐτὴ τὴν διαφορὰ στὸν ἑορτασμὸ τοῦ πυρίνα τῶν ἑορτῶν της, τοῦ Πάσχα. Ἀλλὰ οἱ Γ.Ο.Χ. “ἀγρὸν ἠγόρασαν”. Ἔχει γραφεῖ καὶ ξαναγραφεῖ ὅτι οἱ Χριστιανοὶ κοινωνοῦσαν μεταξύ τους, παρότι γιόρταζαν μὲ διαφορετικὰ ἡμερολόγια τὶς γιορτές τους, κι αὐτὴ ἀκόμα τὴν γιορτὴ τοῦ σωτήριου Πάσχα. Ἀλλὰ οἱ Γ.Ο.Χ. τὰ παραβλέπουν ὅλα αὐτὰ καὶ εἰσάγουν νέο «δόγμα» τους, τῆς ἑορτολογικῆς ἑνότητας», παντελῶς ἄγνωστο στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ποὺ καμιὰ Σύνοδος δὲν δογμάτισε. Τοὺς παρουσιάζονται τὰ παραδείγματα τῶν Ἁγίων πού, παρὰ τὴν ἑορτολογικὴ διαφορὰ εἶχαν κοινωνία μεταξύ τους, καὶ μὲ λογικοὺς ἀκροβατισμοὺς τὰ ἀπορρίπτουν γενόμενοι ἁγιομάχοι.
  Ἐπαναλαμβάνουμε: Πῶς ἐσεῖς ἀρνεῖσθε τὴν πρόσκληση νὰ ἑνωθεῖτε στὴν Μία Ἐκκλησία καὶ νὰ κοινωνεῖτε μὲ τοὺς ὁμόπιστους νεοημερολογῖτες, ποὺ ἀπομακρύνθηκαν κι αὐτοὶ ἀπὸ τὴν οἰκουμενιστικὴ παναίρεση, ἐνῶ ἕνας Ἅγιος, ὁ ἅγιος Πολύκαρπος Σμύρνης, παρότι δὲν συμφώνησαν στὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μὲ τὸν Ρώμης Ἀνίκητο, κοινώνησαν μεταξύ τους; «Ἐκοινώνησαν ἑαυτοῖς καὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ παρεχώρησεν ὁ Ἀνίκητος τὴν εὐχαριστίαν τῷ Πολυκάρπῳ» (Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, V 24).
    Ὁ ἱστορικὸς Εὐσέβιος, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε ἐπεξηγηματικὰ σὲ ὅσα  (μὲ τίτλο “κγ΄. Περὶ τοῦ τότε κινηθέντος ἀμφὶ τὸ Πάσχα ζητήματος”) γράφει, λέγει ὅτι ἡ διαφορὰ περὶ τὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα ποὺ ὑπῆρχε μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀσίας καὶ τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν (ποὺ δημιούργησε πρόβλημα μεταξύ τους), ὀφείλετο στὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ἐκκλησίες τῆς «Ἀσίας κατὰ παλαιοτέραν παράδοσιν ἐνόμιζαν ὅτι διὰ τὸν ἑορτασμὸν τοῦ σωτήριου Πάσχα ἔπρεπε νὰ φυλάττουν τὴν δεκάτην τετάρτην τῆς σελήνης (τεσσαρεσκαιδεκάτην)…, καὶ ὅτι ἔπρεπεν ἀπαραιτήτως κατὰ τὴν ἡμερομηνίαν αὐτήν, ὁποιανδήποτε ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος καὶ ἂν ἔπιπτε, νὰ τερματίζεται ἡ νηστεία, ἐνῶ» οἱ ὑπόλοιπες Ἐκκλησίες «ἐφύλαττον κατ’ ἀποστολικὴν παράδοσιν καὶ ἕως τώρα ἐπικρατῆσαν ἔθιμον, κατὰ τὸ ὁποῖον δὲν ἁρμόζει νὰ τερματίζεται ἄλλην ἡμέραν παρὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν, ἔγιναν σύνοδοι», καὶ «ὁμοφώνως διετύπωσαν ἐκκλησιαστικὴν ἀπόφασιν… νὰ μὴ τελῆται ποτὲ ἄλλην ἡμέραν πλὴν τῆς Κυριακῆς τὸ μυστήριον τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως» (Εὐσεβίου Καισαρείας, 2 Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Δ-ΣΤ, Πατερικαὶ Ἐκδόσεις “Γρ. Παλαμᾶς”, σελ. 197-199).
     Καὶ ποιά ἐπιχειρήματα εἶχαν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἀσίας γιὰ τὸ διαφορετικὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα; Μήπως ἐπικαλέστηκαν τὰ μετα-πατερικὰ ἐπιχειρήματα τῶν Γ.Ο.Χ.; Μήπως κατηγόρησαν τοὺς ἄλλους Χριστιανοὺς ὅτι γιορτάζουν μὲ ἄλλο Ἡμερολόγιο; (κάτι ποὺ πράγματι τότε συνέβαινε, ἀφοῦ κάθε ὁμάδα λαῶν εἶχε καὶ τὸ δικό του Ἡμερολόγιο).  Ὄχι.  Ἀλλά; Ὁ Ἐπίσκοπος Ἐφέσου Πολυκράτης (ὁ διαφωνῶν πρὸς τὸν Πάπα Βίκτωρα περὶ τοῦ ἑορτασμοῦ) τοῦ στέλνει ἐπιστολή, στὴν ὁποία τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι, ἑορτάζουν σὲ διαφορετικὸ χρόνο, διότι ἀκολουθοῦν τὸ παλαιὸ ἔθιμο, ποὺ τοὺς παρεδόθη ἀπὸ τοὺς πατέρες τους, δηλ. τὸν ἀπόστολο Φίλιππο, τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, τὸν Πολύκαρπο Σμύρνης, τὸν ἐπίσκοπο καὶ μάρτυρα  Θρασέα κ.ἄ.  Ὅλοι αὐτοὶ «ἐτήρησαν τὴν ἡμέρα τῆς τεσσαρεσκαιδεκάτη τοῦ Πάσχα κατὰ τὸ Εὐαγγέλιον, μηδὲν παρεκβαίνοντες, ἀλλὰ κατὰ τὸν κανόνα τῆς πίστεως ἀκολουθοῦντες». Κι ἐγώ, τελειώνει τὴν ἐπιστολὴ ὁ ἐπίσκοπος Πολυκράτης, ἀκολουθώντας τοὺς ἁγίους πατέρες, «ἔχω διατηρήσει κοινωνίαν μὲ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς οἰκουμένης» (ὅπ. παρ., σελ. 199-203).
       Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπάντηση ὁ Βίκτωρ Ρώμης «ἀπεπειράθη ν’ ἀποκόψη ἀπὸ τὴν κοινὴν ἑνότητα τὰς παροικίας ὅλης τῆς Ἀσίας μετὰ τῶν ὁμόρων Ἐκκλησιῶν, ὡσὰν ἑτεροδόξους, καὶ τὰς ἐστηλίτευσε μὲ ἐπιστολὰς ἀνακηρύττων ἀκοινώνητους ὅλους γενικῶς τοὺς ἐκεῖ ἀδελφούς. Ἀλλὰ τοῦτο δὲν ἤρεσε εἰς ὅλους τοὺς ἐπισκόπους… Ἐξ  αὐτῶν ὁ Εἰρηναῖος…, συμφωνεῖ μὲν ὅτι τὸ μυστήριον τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πρέπει νὰ τελῆται μόνον κατὰ τὴν Κυριακὴν ἡμέραν, προτρέπει ὅμως τὸν Βίκτορα… νὰ μὴ ἀποκόψη ὅλας τὰς Ἐκκλησίας αἱ ὁποῖαι διατηροῦν παράδοσιν κατ’ ἀρχαίαν συνήθειαν καὶ ἐκτὸς ἀπὸ ἄλλα πολλὰ λέγει ἐπὶ λέξει καὶ τὰ ἑξῆς: (ὅπ. παρ., σελ. 203)
      Οἱ τοπικὲς Ἐκκλησίες ἔψεξαν λοιπόν, τὴν αὐστηρὴ γραμμὴ τοῦ Ρώμης Βίκτωρος, ὁ ὁποῖος ἔβλεπε αἵρεση στὴν διαφωνία περὶ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα (ὄχι ὅπως ἐσεῖς, γιὰ ἡμερολόγια, ἀλλὰ γιὰ οὐσιαστικότερους λόγους), καὶ παρὰ τὸ ὅτι κι αὐτὲς οἱ Ἐκκλησίες δὲν συμφωνοῦσαν μὲ τοὺς τεσσαρεσκαιδεκατίτες, ἔψεξαν μὲ δριμύτητα τὴν αὐστηρὴ θέση τοῦ Πάπα Βίκτωρος, γιατὶ ἐναντιονόταν στὴν ἐκκλησιαστικὴ ὁμόνοια.
     Μάλιστα ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος (ὅπως μᾶς παραδίδει ὁ ἱστορικὸς Εὐσέβιος), ναὶ μὲν δὲν συμφωνοῦσε κι αὐτὸς μὲ τὴν διαφορὰ στὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς τεσσαρεσκαιδεκατίτες, ἀλλὰ πάνω ἀπὸ τὴν ἑορτολογικὴ ἑνότητα ἔθεσε τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα καὶ δὲν θεώρησε ὅτι οἱ διαφορὲς στὶς τοπικὲς παραδόσεις, ἀκόμα καὶ περὶ τοῦ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, πρέπει νὰ διαιρέσουν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
      Καὶ ἡ «τοιαύτη μὲν ποικιλία τῶν ἐπιτηρούντων οὐ νῦν ἐφ’ ἡμῶν γεγονυΐα ἀλλὰ καὶ πολὺ πρότερον ἐπὶ τῶν πρὸ ἡμῶν, τῶν παρὰ τὸ ἀκριβές, ὡς εἰκός, κρατούντων τὴν καθ’ ἁπλότητα καὶ ἰδιωτισμὸν συνήθειαν εἰς τὸ μετέπειτα πεποιηκότων, καὶ οὐδὲν ἔλαττον πάντες οὗτοι εἰρήνευσάν τε καὶ εἰρηνεύομεν πρὸς ἀλλήλους καὶ ἡ διαφωνία τῆς νηστείας τὴν ὁμόνοιαν τῆς πίστεως συνίστησιν» (Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, V 24). Ἔτσι ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος συνιστοῦσε στὸν Βίκτωρα «μὴ ἀποκόπτοι ὅλας ἐκκλησίας Θεοῦ ἀρχαίου ἔθους ἐπιτηρούσας» (Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, V 24, 11).
Τὸ ἀντίθετο κάνουν οἱ Γ.Ο.Χ., παρότι τὸ ἡμερολόγιο δὲν εἶναι «ἅγιο», ὅπως εἴδαμε καί, ἀσφαλῶς, εἶναι πολὺ ὑποδεέστερο τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα.
     Μακάρι νὰ τὸ καταλάβαιναν αὐτὸ οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ ὅσοι τοὺς ἀκολουθοῦν ἐν ταπεινώσει καὶ μετανοίᾳ: οἱ Πατέρες τότε, δὲν διαφωνοῦσαν γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο, ἀλλὰ γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς (σταυρώσιμο-ἀναστάσιμο) καὶ τὸν τρόπο νηστείας τῶν πιστῶν, ποὺ καὶ αὐτὰ οἱ Πατέρες, χάριν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, τὰ παρέβλεπαν.
       Αὐτό, ὅπως προελέχθη, εἶναι φανερὸ στὴ διαμάχη αὐτή, ἀφοῦ οἱ ἀπαντήσεις τῶν Ἐκκλησιῶν πρὸς τὸν Πάπα Βίκτωρα ἐπέμεναν στὴν ὁμόνοια καὶ τὴν εἰρήνη: «παρακελεύονται τὰ τῆς εἰρήνης», καὶ ἀπεδοκίμαζαν τὶς ἀπειλὲς τοῦ Πάπα: «πληκτικότερον καθαπτομένων τοῦ Βίκτωρος».
      Οἱ Ἅγιοι, λοιπόν, συνιστοῦσαν: ΟΧΙ διακοπὴ κοινωνίας ἕνεκα τοῦ διαφορετικοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα· πόσο μᾶλλον γιὰ τὸ Ἡμερολόγιο, ποὺ δὲν εἶναι οὔτε «ἅγιο», οὔτε «Πάτριο»! Πρὸς τοῦτο παράδειγμα εἶχαν τὸ παραπάνω περιστατικὸ τοῦ Ρώμης Ἀνίκητου καὶ τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου, κι αὐτὸ προέβαλε ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος: Οἱ πρὶν τὸν Βίκτωρα Πάπες Ρώμης «οὔτε αὐτοὶ ἐτήρησαν, οὔτε τοῖς μετ’ αὐτῶν ἐπέτρεπαν, καὶ οὐδὲν ἔλαττον αὐτοὶ μὴ τηροῦντες εἰρήνευον τοῖς ἀπὸ τῶν παροικιῶν, ἐν αἷς ἐτηρεῖτο, ἐρχόμενοι πρὸς αὐτούς, καίτοι μᾶλλον ἐναντίον ἦν τὸ τηρεῖν τοῖς μὴ τηροῦσι. Καὶ οὐδέποτε διὰ τὸ εἶδος τοῦτο ἀπεβλήθησάν τινες, ἀλλ’ αὐτοὶ μὴ τηροῦντες, οἱ πρὸ σοῦ πρεσβύτεροι, τοῖς ἀπὸ τῶν παροικιῶν τηροῦσιν ἔπεμπον τὴν εὐχαριστίαν» (Εὐσεβίου, Ἐκκλ. Ἱστορία, V 24).

Στὴν συνέχεια τὸ ἄρθρο τοῦ κ. Γεωργίτση Κωνσταντίνου.
    Κωνσταντῖνε, εὔχομαι καλὴ μετάνοια καὶ καλὴ Ἀνάσταση. Εὔχομαι νὰ καταλάβετε τὴν πλάνη τῶν Γ.Ο.Χ., ἀφοῦ ἀκόμα -εὐτυχῶς- δὲν ἐνταχθήκατε στὶς παρατάξεις τους, οἱ ὁποῖες θὰ τὸ ἤθελαν. Ἂς ἑνωθοῦμε, ὅπως μᾶς προτρέπουν οἱ Ἅγιοι, παραμερίζοντας τὰ ἡμερολόγια καὶ ἑστιάζοντες στὴν ὁμόνοια τῆς Πίστεως. Τὸ κοινὸ Πάσχα τὸ ἔχουμε, ἄρα εἴμαστε «ἐντάξει» μὲ τὴν πατρῴα ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν νὰ παραβλέπουμε καὶ νὰ μὴ μεγαλοποιοῦμε λάθη τοῦ παρελθόντος, ἀποδίδοντάς τους μὲ ἀπάτες σημασία καὶ φορτίζοντάς τα μὲ δογματικὸ περίβλημα. Πρόεχει ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα τῆς Πίστεως, ποὺ δὲν παραβλάπτεται ἀπὸ τὴν μὴ ἡμερολογιακή ἑνότητα, παρ’ ὅτι κι αὐτὴ εἶναι ἀναγκαία καὶ ἐπιθυμητή, ὅταν δὲν ἀποβαίνει εἰς βάρος τῆς ἑνότητος τῆς Πίστεως.
     Κι ἂν ἤμουν αὐστηρός, καὶ σὲ κάτι σὲ στενοχώρησα μὲ ὅσα ἔγραψα, εἶναι γιατὶ βλέπω τὴν ἀλήθεια παραβλαπτομένη καὶ τὴν διαίρεσή μας νὰ εὐνοεῖ τὴν ἐξάπλωση τῆς ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ κατὰ τῆς ὁποίας κι ἐσὺ κι ἐγὼ ἐναντιωνόμαστε.
Παναγιώτης Σημάτης


ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗΝ ΚΑΙ ΠΡΟΑΣΠΙΣΙΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΑΥΤΟΥ, ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

     -Εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν ἱστορίαν εἶναι καταγεγραμέναι πολλαί ἔριδες, ἀπό τούς πρώτους αἰώνας τῆς ἱδρύσεως τῆς ἀρχεγόνου Ἐκκλησίας.
   Κυριωτέρα ἐξ αὐτῶν ἦτο ἡ ἔρις περί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ (Καινοῦ) Πάσχα, ὁ ὁποῖος ὡρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι «παρέδωκαν ταῖς ἁγίαις τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαις», νά ἑορτάζεται το Χριστιανικόν Πάσχα «μετά ἐπίβασιν (παρέλευσιν) τῆς ἡμέρας, καθ’ ἧν ἡ ἑαρινή ἰσημερία γίνεται, τουτέστιν τήν κα ́ (21ην) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός». (δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου). (Πασχ. Χρον. PG. 92, 548).

     - Αὐτός ὁ ὁρισμός ἐπεκράτησεν ὡς Ἀποστολική Παράδοσις τήν ὁποίαν διεφύλαξεν καί ἠκολούθει ἡ πλειονότης τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς οἰκουμένης. δηλαδή αἱ ἐκκλησίαι «τῶν ἀρκτώων (βορείων) καί μεσημβρινῶν (νοτίων) καί τῶν κατά δύοντα ἥλιον (δυτικῶν) ἐθνῶν καί τινων Ἐκκλησιῶν τῶν κατά τήν ἐώαν (ἀνατολήν) τόπων». «τῶν (τόπων) τῆς κατά Ρωμαίων πόλεως, Ἰταλίας καί Ἀφρικῆς ἁπάσης, Αἰγύπτου, Σπανίας, Γαλλίας, Βρεττανίας, Λιβύας καί τῆς ὅλης Ἑλλάδος, Ἀσιανῆς τε διοικήσεως καί Ποντικῆς καί Κιλικίας», ὅπως ἀναφέρεται ἀπό τον Εὐσέβιον Καισαρείας (Β.Ε.Π.Ε.Σ. 24, 89) καί ἀπό τόν Γελάσιον τον Κυζικηνόν (Πρακτ. Ἁγ. Συν., τ. Α ́, σ. 281 & 282).
    -«Ἔκπαλαι (ἀπό πολλοῦ χρόνου) ὅμως καί ἀπό τῶν πρώην χρόνων διέστη (διεχωρίσθη) ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ (ἑορτολογικῶς τό Πάσχα) διαφόρως ἀγόμενον (ἑορταζόμενον)» ὑπό ὀλίγων ἐκκλησιῶν, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Συρίας καί τῆς Μεσοποταμίας, ὅπως διεσώθη ὑπό τοῦ Ἐπιφανίου Κύπρου, τοῦ Πολυκράτους Ἐφέσου καί ὑπό τοῦ Μ. Ἀθανασίου, παρά τό γεγονός πώς διά τοῦ –καθ’ ὑπαγόρευσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος– ὁρισμοῦ ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα, ἐπεδιώχθη πρωταρχικῶς «ἵνα ΜΙΑ τις γένηται ΣΥΜΦΩΝΙΑ και ΜΙΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ, ΜΙΑ ΕΟΡΤΗ ἐπιτελουμένη εἰς ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» καί ὄχι «ἡ ζήτησις» τῆς ἀστρονομικῆς καί φυσικῆς «ἀκριβείας, ἀλλά ἡ ΟΜΟΝΟΙΑ», ὅπως ἀποκαλύπτει ὁ ἁγιοπατερικός λόγος διά στόματος τοῦ Ἁγίου Ἐπιφανίου Κύπρου. (PG.42, 357 & 42, 360).

    Ἐὰν ἦτο παράδοση, τότε δὲν ὑπῆρξε διάσταση τῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Γ.Κ. Ἁπλῶς ἑόρταζαν σὲ διαφορετικό χρόνο, χωρὶς αὐτὸ νὰ τὸ θεωροῦν διαφορὰ εἰς τὴν πίστη.
    - Δυό παράγοντες συνέβαλλον εἰς τήν ἑορτολογικήν διάστασιν τῶν Ἐκκλησιῶν, εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τόν ἑορτασμόν τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα.
      Ὁ εἷς ἦτο κάποια τοπική παράδοσις τήν ὁποίαν ἐπεκαλοῦντο αἱ προαναφερθεῖσαι ἐκκλησίαι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τῆς Συρίας καί τῆς Μεσοποταμίας, ἡ ὁποία ὑπαγόρευεν εἰς αὐτάς τόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα «τῇ Ἰουδαίων συνηθεία, τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τοῦ (Ἰουδαϊκοῦ) μηνός Νισάν» (Εὐσ. Καισ., Β.Ε.Π.Ε.Σ. 24, 148), οἱανδήποτε ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος καί ἄν συνέπιπτεν, ἀλλά μέ χριστιανικόν περιεχόμενον ὅπως προκύπτει ἐκ τῆς «ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας» τοῦ Βασ. Στεφανίδου (σ. 111). Ἀνήγαγον δέ αὐτήν τήν παράδοσιν εἰς τήν ἐποχήν τοῦ Πολυκάρπου Σμύρνης, ἀλλά καί τῶν Ἀποστόλων Ἰωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καί Φιλίππου.
- Ὁ ἕτερος παράγων ἦτο ἡ, κατ’ ἐκείνους τούς χρόνους τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων μ. Χ., πληθυσμιακή ὑπερίσχυσις εἰς τούς προαναφερθέντας τόπους τῆς Ἀνατολῆς, τῶν ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανῶν ἀλλά καί τῶν μή πιστευσάντων εἰς τό Εὐαγγέλιον, Ἰουδαίων, ἔναντι τῶν ἐντοπίων, «ἐξ ἐθνῶν» προερχομένων, Χριστιανῶν.
- Οὗτοι (οἱ Ἰουδαῖοι) ἕνεκα τῆς ἀδυναμίας των νά ἀπαγγιστρωθοῦν ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό, κατά τόν θρησκευτικόν αὐτοῦ χαρακτῆρα, (τελετουργικές διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, ὅπως ἡ περιτομή, οἱ καθαρμοί κλπ.), -περί τούτου βλέπε εἰς τό βιβλίον τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων», (αἱ ὁποῖαι οὐσιαστικῶς ἀπεικονίζουν τήν πράξιν τῆς Ἐκκλησίας τῆς τότε γνωστῆς οἰκουμένης), (ιε ́, 5 & κα ́, 20-26) – ἐπέπιπτον κατά τῶν ἐξ Ἐθνῶν Χριστιανῶν καί κατά τῶν, ἀπαγγιστρωθέντων ἀπό τάς Ἰουδαϊκάς θρησκευτικάς συνηθείας, τηρούντων δέ τὰς εὐαγγελικάς ἐντολάς και διατάξεις, ὁμοεθνῶν των, «ὡς λύκοι βαρεῖς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου», (Πράξ. κ ́ 29 καί κά ́, 27-32), ἐξαναγκάζοντες τούτους διά τῆς βίας, εἰς τήν τήρησιν τῶν Ἰουδαϊκῶν θρησκευτικῶν ἐθίμων, συνεπῶς και εἰς τόν ἑορτασμόν (Ἰουδαϊκῶς) τοῦ Πάσχα.
- Προφανῶς διά τοῦτο τό αἴτιον, αὐτός ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, εἰς τας δύο ἀπό τάς ἑπτά ἐπιστολάς Σου, τὰς ὁποίας ἀπηύθυνεν διά τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου «πρός τούς ἀγγέλους (ἐπισκόπους) τῶν ἐκκλησιῶν» τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, χαρακτηρίζει αὐτούς (τούς Ἰουδαίους) ὡς «λέγοντας Ἰουδαίους εἶναι ἑαυτούς, καί οὐκ εἰσιν, ἀλλά (εἶναι οὗτοι) συναγωγή τοῦ σατανᾶ». (Ἀποκ. β ́, & γ ́, 9).
-Ἐξ αἰτίας τῶν δυό τούτων λόγων καί παρά τό γεγονός πώς οἱ Χριστιανοί δέν ἐφησύχαζον ἕνεκα τοῦ διαφόρου ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα καί ἡ Ἐκκλησία ἐταράσσετο μέχρι ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, - «ἐν τοις χρόνοις Πολυκάρπου (Σμύρνης) καί Βίκτωρος (Ρώμης), ἡ Ἀνατολή πρός την Δύσιν διαφερομένη (ὡς πρός τόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα), εἰρηνικά (γράμματα) παρ’ ἀλλήλων οὐκ ἐδέχετο» (Ἁγίου Ἐπιφ. Κύπρου, PG.42,356)-, ἐκρίθη ἀναγκαία καί εὔλογος ἡ ἐφαρμογή τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ἐπί τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, δηλαδή ὁ, κατά συγκατάβασιν, ἑορτασμός, τοῦ Πάσχα, ὑπό τῶν προαναφερθεισῶν ὀλίγων ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, τήν ἡμέραν «τῆς τεσσαρεσκαιδεκάτης τοῦ Ἰουδαϊκοῦ μηνός Νισᾶν», ἕως ὅτου αὗται ἐπανέλθουν εἰς τήν τάξιν τῆς ἀκριβείας τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως, τήν ὁποίαν ἠκολούθει ἡ πλειονότης τῶν Ἐκκλησιῶν.
- Ὄχι ὀλιγώτερον ὅμως, ἐκρίθη ἀναγκαιοτάτη καί ἐπιβεβλημένη ἑορτολογική ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας, διά τήν εἰρήνευσιν ἐκ τῆς διαρκοῦς καί ἀκαταπαύστου ἀναταραχῆς Αὐτῆς.
Αὐτήν τήν εἰρήνευσιν κατόρθωσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α ́ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, μέ τόν Ὅρον τοῦ Πάσχα, τόν ὁποῖον διετύπωσαν ἔχοντες ὑπὄψιν των μόνον τήν προαναφερθεῖσαν Ἀποστολικήν παράδοσιν διά τῆς ὁποίας καθωρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, θεοπνεύστως, ἑορτασμός τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα μετά τήν ἐαρινήν ἰσημερίαν «τῆς κα ́ (21ης) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός», δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου καί «ἐν Κυριακῇ μόνῃ», κατορθώσαντες παραλλήλως τήν ἔναρξιν τῆς οἰκοδομήσεως, τῆς κατοχυρώσεως καί τῆς διασφαλίσεως τῆςπρωτίστως καί κατἀποκλειστικότητα ἐπιδιωκομένηςἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἰς την Πίστιν καί εἰς τήν Θείαν Λατρείαν, ὅπως καί «τό Πασχάλιον Χρονικόν ἀναφέρει, (λέγει Μ. Φώτιος), ὅτι οἱ θεοφόροι τῆς Ἐκκλησίας φωστῆρες καί διδάσκαλοι (τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου) πολλήν πρόνοιαν ἐποιήσαντο ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑΣ μετά τῆς τῶν δογμάτων ὀρθότητος τῶν ἁγίων του Θεοῦ Ἐκκλησιῶν».
Μέ αὐτό τό πνεῦμα ἀναφέρει καί Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης πώς «διά νά ἑορτάζωσιν οἱ Χριστιανοί τόν ΑΥΤΟΝ ΧΡΟΝΟΝ καί την ΑΥΤΗΝ ΗΜΕΡΑΝ τό Ἅγιον Πάσχα, (σ.σ. καί κατἐπέκτασιν καί τας λοιπάς κινητάς καί ἀκινήτους ἑορτάς, αἱ ὁποῖαι κατά τήν προοδευτικήν ἀνάπτυξιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἑορτολογίου συνεδέθησαν ὑπό τῆς Ἐκκλησίας, θεοπνεύστως καί ἀναποσπάστως μέ τόν Κανόνα τοῦ Πάσχα), καί νά μή χρειάζονται κάθε χρόνον ἀστρονόμων καί συνόδων συνήρμοσαν οἱ θεόσοφοι Πατέρες τό περί τοῦ Πάσχα κανόνιον» (Πηδ., ὑποσ. 1, σ. 8). προσδιορίσαντες ἡμερολογιακῶς κατά θετόν καθορισμόν (σταθερῶς), - καί ὄχι κατά τόν ἀστρονομικόνἐπιστημονιστικόν χαρακτῆρα αὐτῆς -, τήν ἐαρινήν ἰσημερίαν, εἰς την «κα ́ (21ην) τοῦ ΚΑΣΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός», δηλαδή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, τό ὁποῖον καταὐτόν τόν τρόπον ἐτέθη θεοπνεύστως ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α ́ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὡς ὑπόβαθρον τοῦ Κανονίου ( Ὅρου) τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα καί ταυτοχρόνως κατεστάθη ὡς ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, μαρτυρηθεῖς ὡς τοιοῦτος ὑπό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁποῖος εἰς τόν μνημειώδη λόγον αὐτοῦ πρός «τούς τά πρῶτα Πάσχα  νηστεύοντας», ἐλέγχει δριμύτατα τούς Πρωτοπασχῖτας πώς «δεν προτιμοῦν ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΖΥ ΤΗΣ  ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑΝ» ἀλλά «ἡμέρας παρατηροῦν καί μήνας καί καιρούς καί ἐνιαυτούς» «προς ἀτίμωσιν τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Συνόδου».
[Ἀποτελεῖ δέ χαρακτηριστικόν φαινόμενον τῆς ἐποχῆς μας, πώς τοῦτοι οἱ λόγοι τοῦ Χρυσοστόμου διαστρέφονται πλήρως κατά τό ἀληθές νόημα των, ὑπό τῶν ὑπερμαχούντων μέχρι τῶν ἡμερῶν ἡμῶν ὑπέρ τῆς ἀντορθοδόξου καινοτομίας τῆς ἀνατροπῆς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίουἑορτολογίου, ἀποδιδόμενοι κατά τήν διάστροφον ἑρμηνείαν των εἰς τούς ἐνισταμένους καταὐτῆς].
- Συμπεραίνεται δέ ἐκ τῶν μέχρι τοῦδε γραφέντων, πώς τό Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον διά τῆς καταστάσεως αὐτοῦ ὡς χρόνου τῆς Ἐκκλησίας, ὑποβάθρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολογίου, φυσικῶ τῷ λόγῳ, ἐνσωματώθη εἰς τήν Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας, διότι τήν ἰδιότητα Ἱερᾶς Παραδόσεως ἔχει καί τό Ἑορτολόγιον Αὐτῆς, δίχως μάλιστα να ἀναιρεῖται καί νά ἀκυροῦται αὐτή ἰδιότης του ἐκ τοῦ γεγονότος τῆς μνημονεύσεως ὑπό μερικῶν Ἁγίων Πατέρων, (Μ. Ἀθανάσιος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας), -«ἐξ ἄνωθεν συνηθείας» ὅπως πληροφορεῖ Ἅγιος Κύριλλος περί τῶν Πασχαλίων λόγων αὐτοῦ-, κάποιων μηνῶν ἐκ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ καί ἐκ τοῦ Ἑλληνικοῦ ἡμερολογίου, ἐν σχέσει πρός το Πάσχα καί κατἀντιστοιχίαν τῶν ἡμερομηνιῶν αὐτῶν τῶν μηνῶν προς τάς περί τοῦ Πάσχα ἡμερομηνίας τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου.
- Διαφαίνεται δέ ἐν λόγῳ ἡμερολογιακή ἀντιστοιχία, εἰς την συμφωνίαν τῶν ἡμερομηνιῶν περί τοῦ Πάσχα, τῶν μηνῶν «Φαμενώθ» και «Φαρμουθί» τοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἡμερολογίου, - ὅπως αὗται καταγράφονται εἰς τάς πασχαλίους ἐπιστολάς λόγους τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου-, πρός τας περί τοῦ Πάσχα ἡμερομηνίας τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, αἱ ὁποῖαι καταγράφονται εἰς τό Κανόνιον Ὅρον τοῦ Πάσχα, (ὅπου ἐμφανέστατα καταδεικνύεται θεμελίωσις αὐτοῦ ἐπί τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου), καθώς τοῦτο συμπεραίνεται καί ἀπό τούς ὑπολογισμούς καί ἀπό τά συμπεράσματα τῶν κατεχόντων τήν ἐπιστημονικήν γνῶσιν και κατάρτισιν ἐπαὐτοῦ.
Ἄλλωστε αὐτός Ἅγιος Κύριλλος γράφων πρός τούς ἐπισκόπους τῆς Ἀφρικῆς περί τοῦ Πάσχα, πληροφορεῖ αὐτούς πώς τοῦτο τελεῖται «τῇ πρό δεκαεπτά Καλανδῶν Μαΐων». (τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου) [PG. 77, 377].
- Συνεπῶς αἱ, ἐν λόγω ἐπιστολαίὁμιλίαι αὐτοῦ, ὡς ἔχουσαι μόνον τοπικόν (διά τήν Ἀλεξάνδρειαν) χαρακτήρα, (διότι ως φαίνεται ἐκ τῶν ὡς ἄνω, δέν χρησιμοποιεῖ ἐκτός τῆς Ἀλεξανδρείας, ὀνοματολογίας τῶν περί τοῦ Πάσχα ἡμερομηνιῶν ἐκ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ ἡμερολογίου), δέν δύνανται νά θεωρηθοῦν πώς ἀναιροῦν τήν ἰδιότητα πού προσέδωσαν εἰς τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὡς ὑποβάθρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολογίου καί συνάμα τῆς ὑπΑὐτῶν καταστάσεώς του ὡς ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.
Καί συνεπῶς ὄχι μόνον δέν ἀκυρώνεται ἀλλά καθίσταται αὐτονόητος συγκαταρίθμησις αὐτοῦ (τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου), μεταξύ τῶν Ἱερῶν Παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας.
-Ὅμως παρεκτός τῶν ὅσων ἀνεφέρθησαν μέχρι τοῦδε, κρίνεται ἀξιοσημείωτον, πώς εἰς τήν κατάστασιν ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων, τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου ως Χρόνου τῆς Ἐκκλησίας, συνηγορεῖ καί το γεγονός πώς Ἐκκλησία κατά τήν κατάρτισιν τοῦ ἑορτολογίου Αὐτῆς, διέταξεν ἐν πάσῃ σοφία ἐπάνω εἰς τόν ἐτήσιον κύκλον τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου καί τάς ἀκινήτους καί τάς κινητάς ἑορτὰς Αὐτῆς, εἰς ἀπόλυτον ἐξάρτησιν ἀπό τόν Πασχάλιον Κανόνα, διά τῆς ὁποίας διαφυλάσσεται ἀπαρασάλευτος εἰς τούς αἰώνας, ἁρμονία τῆς ἑορτολογικῆς τάξεως Αὐτῆς καί κατἐπέκτασιν ἑνότης τῆς Πίστεως, ὁποία (Πίστις) αἰσθητοποιεῖται εἰς τήν Θείαν Λατρείαν, την ἐπιτελουμένην κατά τήν, - ἐν τῇ πανορθοδόξῳ ΑΡΜΟΝΙΑ και ΣΥΜΦΩΝΙΑ αὐτῆς-, ἑορτολογικήν τάξιν τῆς Ἐκκλησίας.
- Δειγματοληπτικῶς, θά ἐξετασθῆ ἐν συνεχείᾳ, μόνον Ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, διότι αὐτή «ΑΡΧΗ ΟΥΣΑ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΗ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ», ὅπως χαρακτηρίζει αὐτήν Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης εἰς τό ἑορτοδρόμιόν του, πληροῖ πᾶσας τάς προϋποθέσεις πρός τεκμηρίωσιν τῆς ὡς ἄνω θέσεως.
- Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἑορτάζεται ἀπό την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ως ἀκίνητος ἑορτή. Ὅμως αὐτή ἡ ἑορτή συνδέεται μέ τήν ἀκολουθίαν τῶν κινητῶν ἑορτῶν, ἀλλά και ἀκινήτων ἑορτῶν, ὅπως ἡ Σύλληψις τοῦ Τιμίου Προδρόμου (κγ ́ (23) Σεπτεμβρίου) καί τό Γενέθλιον τοῡ Τιμίου Προδρόμου (κδ ́ Ἰουνίου).
Αἴτιον τῆς συνδέσεως τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου μέ την ἀκολουθίαν τῶν κινητῶν ἑορτῶν, ἀποτελεῖ το γεγονός πώς καί ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἐγένετο τήν εἰκοστήν πέμπτην τοῦ μηνός Μαρτίου, (τοῦ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου), συμφώνως πρός τάς ἀδιαψεύστους μαρτυρίας πολλῶν Πατέρων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, μάλιστα δέ, κατά τόν Ἅγιον Μάξιμον τόν Ὁμολογητήν, ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου ἐγένετο ἐν ἡμέρᾳ Κυριακή. (Βίος τῆς… Θεοτόκου…, ἔκδ. κελ. Ἁγίου Νικολ. Μπουραζέρη, σ. 49).
-Εἰς τό Πασχάλιον Χρονικόν ἀναφέρεται ἡ ἡμερομηνία τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου: «Ἐν ταύτῃ τοίνυν τῇ ἡμέρᾳ λέγω δέ τῇ κε ́ (25η) τοῦ ΚΑΤΑ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Μαρτίου μηνός, παραλαβοῦσα ἀπό τῶν θεοφόρων διδασκάλων, ἑορτάζει τόν εὐαγγελισμόν τῆς Ἁγίας Δεσποίνης ἡμῶν ἐνδόξου Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας ἡ τοῦ Θεοῦ καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία». (Πασχ. Χρον. , PG. 92, 488C).
- Ἐπίσης ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ὁ θαυματουργός γράφει: «Τῷ ἕκτῳ μηνί ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριήλ πρός παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ὧ ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου καί πατριᾶς Δαβίδ καί τό ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ, καί τά λοιπά. Πρῶτος δέ μήν οὗτος πρός τήν ἁγίαν Παρθένον… ἕκτος δέ μήν πρός Ζαχαρίαν. (σ.σ. τόν πατέρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου)». (PG. 10, 1164 CD).
-Εἰς τό χρονικόν Γεωργίου τοῦ Ἁμαρτωλοῦ ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «Ἐπεί κατά τόν καιρόν τοῦτον (σ.σ. τοῦ μηνός Μαρτίου) ὁ Θεός τήν κτίσιν ἐδημιούργησεν… διά τοῦτο καί τόν Ἰσραήλ κατά τόν καιρόν τοῦτον ἠλευθέρωσε τῆς Αἰγυπτιακῆς δουλείας καί τήν Παρθένον Γαβριήλ ὁ Ἀρχάγγελος εὐηγγελίσατο: εἰκότως οὖν κατά τόν αὐτόν καιρόν καί ὁ Χριστός ὑπέμεινεν τό σωτήριον πάθος». (PG. 110, 377 AB).
- Συμφώνως πρός τό περί τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα Κανόνιον τό ὁποῖον ἐκληροδότησαν εἰς ἡμᾶς οἱ Ἅγιοι καί Θεοφόροι Πατέρες τῆς Α ́ Οἰκουμενικῆς Ἁγίας Συνόδου, κατά χρονικά διαστήματα πεντακοσίων τριάκοντα δύο (532) ἐτῶν, δώδεκα φοράς ἑορτάζεται τό Κύριον Πάσχα, δηλαδή ἡ σύμπτωσις τῆς ἡμέρας τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μέ τήν ἡμέραν τῆς Ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἐπειδή τό παπικόν-Γρηγοριανόν ἡμερολόγιον εὑρίσκεται εἰς πλήρη ἀντινομίαν μέ τὰς θεοπνεύστους θεσμοθεσίας τῶν Ἁγίων Πατέρων πασῶν τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὐδέποτε θά συμβῆ μέ αὐτό, αὕτη ἡ σύμπτωσις τῶν δυό κορυφαίων Ἑορτῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
- Ζωηράν ἐντύπωσιν προκαλεῖ ἡ κάτωθι ἀναφορά τοῦ Γεωργίου τοῦ Κεδρηνοῦ, διά τό Κύριον Πάσχα, διά τῆς ὁποίας ἀποδεικνύεται, ἀφ’ ἑνός μέν, ἡ στενή σχέσις –σύνδεσμος– τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου μέ τήν ἑορτήν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀφ’ ἑτέρου δέ, ἀποδεικνύεται τό γεγονός, πώς ἡ ΣΥΖΕΥΞΙΣ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΕ ΣΟ ΙΟΥΛΙΑΝΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ (τόν ΧΡΟΝΟΝ τῆς ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ) ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΙΕΡΑΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΝ ΑΥΤΗΣ.
Γεγονός τό ὁποῖον ἐμφαίνεται καί εἰς τήν ἀνωτέρω ἀναφοράν τοῦ «Πασχαλίου Χρονικοῦ».
Λέγει, λοιπόν, ὁ Γεώργιος Κεδρηνός:
-«Τῷ δέ ἴθ ́ (19ω) ἔτει Τιβερίου Καίσαρος ὁ Κύριος ἐπί τό πάθος παρῆν, ἔτος τοῦτο εφλθ ́, μηνί Μαρτίῳ κγ ́ (23) τοῦ αὐτοῦ Μαρτίου μηνός, ἐν ᾧ χρόνω ἐτελέσθη ἡμέρα α ́. (σ.σ. προφανῶς ἐδῶ ἐννοεῖται ἡ ἀναφερομένη εἰς τά ἱερά Εὐαγγέλια καί εἰς τήν Ὑμνολογίαν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, «ἡ μία τῶν Σαββάτων», ἡ Κυριακή). Ὅθεν και τό ΚΥΡΙΟΝ ΠΑΣΧΑ ΕΟΡΤΑΖΕΙΝ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΑΡΕΙΛΗΦΕ (σ.σ. δηλαδή παρέλαβεν, ἄρα πρόκειται περί Παραδόσεως) ΤΗ ΚΕ ́ (25η) τοῦ Μαρτίου μηνός». (PG.121, 343).
- Εἰς τοῦτο τό πνεῦμα εὐθυγραμμίζεται καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ὁ ὁποῖος γράφει: «Καί κατά τήν εἰκοστήν Πέμπτην τοῦ ἰδίου τούτου Μαρτίου, ἀνέστη ὁ Κύριος ἐκ τοῦ μνήματος ὅτε και Κύριον Πάσχα λέγεται». (Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιααυτοῦ, τόμος Β ́, σελίς 174).
- Ἅπαντα δέ τά ἀνωτέρω συνοψίζονται εἰς τήν ΙΑ ́ ἐρώτησιν τοῦ ἑορτοδρομίου τοῦ ΢εβαστοῦ του Σραπεζουντίου, ὡς ἑξῆς:
«Διά τοῦτο εἰς τήν αὐτήν ἡμέραν ὅπου ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμός (τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου), ἔγινε καί ἡ Ἀνάστασις (τοῦ Κυρίου) κε ́ (25ην) Μαρτίου μηνός, διά νά φανερώση ὁ λόγος διά τῆς εἰς ταυτόν συνδρομῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί τῆς Ἀναστάσεως, πώς ὁ νοητός Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης Χριστός… τελειώνοντας… τήν ἔνσαρκόν Σου πάσαν οἰκονομίαν… ἀνέβηκε πάλιν ἀναληφθείς ἀφ’ ἡμῶν… ὅπου ἧν τό πρότερον, τελειώνοντας τόν πνευματικόν τοῦτον κύκλον τῆς Θείας Σου Οἰκονομίας…».
-Ἐν κατακλεῖδι, λοιπόν, τῶν ὅσων ἀνεφέρθησαν ἕως ἐδῶ, καί πρός ὁλοκλήρωσιν τοῦ κεφαλαίου τούτου, συμπεραίνομεν:
- Ἡ ἀντορθόδοξος, κατά ἀθέτησιν (περιφρόνησιν) τῶν θεοπνεύστων θεσμοθεσιῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων καί κατά οἰκουμενιστικήν ἐπιδίωξιν, εἰσαγωγή τοῦ Γρηγοριανοῦ–παπικοῦ ἡμερολογίου, (κατά τόν ἀστρονομικόν–ἐπιστημονιστικόν χαρακτήρα αὐτοῦ καί ψευδῶς χαρακτηρισθέντος ὡς «διορθωμένου Ἰουλιανοῦ» [!!!], καί ἡ τοποθέτησις αὐτοῦ εἰς ὅλας τάς ἡμερομηνίας τοῦ ἐνιαυσίου ἐκκλησιαστικοῦ (Ὀρθοδόξου) ἑορτολογίου, ἐπιφέρει ἀνακατατάξεις, ἀναταράξεις και ἑορτολογικήν σύγχυσιν εἰς αὐτό (τό ἑορτολόγιο).
Ἐπιλείψει γάρ διηγούμενον ὁ χρόνος», ἐάν ἐπεκταθεῖ ὁ γράφων εἰς ἀναφοράν περί τῆς διασπάσεως τοῦ συνδέσμου τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καί τῆς χρονικῆς συνδέσεως και ἑορτολογικῆς ἀλληλοεξαρτίσεως αὐτῆς μέ ἀκινήτους ἑορτάς, (π.χ. τῆς Συλλήψεως καί τοῦ Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου, [23 Σεπτεμβρίου και 24 Ἰουνίου]), ἤ εἰς ἀναφοράν περί τῆς χρονικῆς μειώσεως ἕως και παντελοῦς καταργήσεως τῆς Ἀποστολοπαραδότου καί Πατροπαραδότου νηστείας «τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων», ἤ εἰς ἀναφοράν εἰς τήν κατάργησιν τοῦ ὁμοιομόρφου καί τοῦ ταυτοχρόνου χαρακτῆρος τῶν περιόδων τῶν Ἁγίων νηστειῶν, ὁ ὁποῖος κατοχυρώνεται ἐμμέσως, ἀπό τόν ΝΣΤ (56ον) Ἱερόν Κανόνα τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἐντέλεται «...μιᾷ κατακολουθοῦσαν τάξιν τήν νηστείαν ἐπιτελεῖν…» (καί τοῦ ὁποίου το Πνεῦμα «στοχοποιεῖ» τήν ἐποχήν πού διανύουμε), καί ἀμέσως, ἀπό την ἐπιστολήν τοῦ Ἁγίου καί Μεγάλου Κωνσταντίνου πρός «…τοῖς ἀπολειφθεῖσι τῇ (Α’ Οἰκουμενικῇ) Συνόδῳ ἐπισκόποις» (Γελασίου Κυζικηνού, Πρακτ. Τῶν Ἁγ. καί Οικ. Συν., τόμος Α ́, σ. 281).
- Διά τοῦτο ἡ ἀναφορά μας ἐν προκειμένῳ περικλείει μόνον τήν Ἑορτήν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ὁποίας ἡ προσάρτησις εἰς τό Γρηγοριανόν–παπικόν ἡμερολόγιον ἐπιφέρει ἀναστάτωσιν και σύγχυσιν εἰς ὅλον τό Ὀρθόδοξον Ἐκκλησιαστικόν Ἑορτολόγιον. Αὐτή ἡ ἀδιάψευστος ἀλήθεια θεμελιώνεται εἰς τήν ἀκαταμάχητον θέσιν τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὁ ὁποῖος γράφει τά κάτωθι, εἰς τά ὑπ’ αὐτοῦ Προλεγόμενα τοῦ Κανόνος τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου:
- «Καί τοῦτο δέ προσημειοῦμεν, ὅτι ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ (τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου) οὐδέποτε μετατίθεται εἰς ἄλλην ἡμέραν. ἀλλά εἰς ὁποίαν ἡμέραν τύχη, εἰς ἐκείνην καί ἑορτάζεται καθώς ἅπαντα τά Τυπικά συμφώνως περί τούτου διορίζουσιἘάν γάρ αὐτή Η ΑΡΧΗ ΟΥΣΑ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΗ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ, μετατεθ, εἶναι ἀνάγκη νά συμμετατεθοῦν καί ὅλαι αἱ ἄλλαι Δεσποτικαί ἑορταί, και οὕτω νά γίνη μία μεγάλη σύγχισις εἰς ὅλον τόν κύκλον τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν». (Ἑορτοδρόμιον, τόμος Α ́, σελ. 381).
- Ἡ μετάθεσις, λοιπόν, τῆς Ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπό τόν –ἡμερολογιακῶς μόνον– καθορισθέντα ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων Χρόνον τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ἀπό τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, εἰς τό ἀστρονομικόν Γρηγοριανόν–παπικόν ἡμερολόγιον, δίχως (κατ’ εὐτυχίαν) νά κατορθωθῆ καί ἡ μετάθεσις τοῦ Πασχαλίου, ἐπιφέρει τήν ἀναστάτωσιν καί τήν σύγχυσιν εἰς τό Ὀρθόδοξον Ἑορτολόγιον κατά δυό τρόπους:
-Α ́) Μέ αὐτήν τήν ἀλλόκοτον σύζευξιν, (τοῦ Ὀρθοδόξου Πασχαλίου μέ το Γρηγοριανόν–παπικόν ἡμερολόγιον οὐδέποτε θά συμβῆ νά ἑορτασθῆ τό Κύριον Πάσχα, (οἱ δύο Πασχαλιές, κατά τόν Ἅγιον Κοσμᾶν τον Αἰτωλόν) μέ συνδρομήν τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, παρά τό γεγονός πώς τό Κύριον Πάσχα ἔχει διά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς ἰδιαιτέρως ἐξαιρετικήν σημασίαν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Θείαν Λατρείαν ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων.
-Β ́) Ἐνῶ ἡ Ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, καθωρίσθη ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων νά ἑορτάζεται ἀπό τήν Πέμπτην της Γ΄ ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν μέχρι τήν Τετάρτην της Διακαινησίμου ἑβδομάδος, μέ τήν ἑτερόζυγον προσάρτησιν αὐτῆς εἰς τό Γρηγοριανόν–παπικόν ἡμερολόγιον, ἐνδέχεται, (κατά τούς ὑπολογισμούς καί τά συμπεράσματα τῶν κατεχόντων τήν ἐπιστημονικήν γνῶσιν καί κατάρτισιν ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ ζητήματος), νά ἑορτάζεται καί κατά τήν Α ́ ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν, ἤ, εἰς βάθος χρόνου καί πρό τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς.
- Ἄραγε ἕως πότε θά διαιροῦνται καί θά διχάζονται οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἐμπαιζόμενοι μέ τό, ἤθους καί δομῆς «πέμπτης φάλαγγος», ψεῦδος, περί δῆθεν «διορθωμένου» Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου;
Καί ἕως πότε θά ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, (καί ὄχι σχισματικοί ἤ αἱρετικοί ὅπως κακῶς καί λανθασμένως κατενόησαν πώς τους ἐχαρακτηρίσαμε, ἀναρμόδιοι ὄντες πρός τοῦτο), οἱ ὁποῖοι, ἐνσυνειδήτως ἤ ἀσυνειδήτως, θά ἐκφράζουν ἐπιθυμίαν ἐπιστροφῆς εἰς τάς ἐποχάς τῶν ἐρίδων, τῶν διαιρέσων καί τῶν διαφωνιῶν τῆς ἀρχεγόνου Ἐκκλησίας, ἀφ’ ἑνός μέν ἀκολουθοῦντες οἰκουμενιστικῆς δομῆς και ἐπιδιώξεων καινοτομίας, αἱ ὁποῖαι ἀπεδόμησαν τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ, ὑπερμαχοῦντες ὑπέρ αὐτῶν, προβάλλουν κατ’ αὑτόν τόν τρόπον ἰσχυράν καί πείσμονα ἀντίστασιν εἰς τό γεγονός πώς οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων μέσῳ τῶν θεοπνεύστων θεσμοθεσιῶν Αὐτῶν, τάς ὁποίας διετύπωσαν εἰς τά ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΤΩΝ, ἐπέτυχον τήν προοδευτικήν διοργάνωσιν τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐπικράτησιν τῆς πρός πολλοῦ χρόνου ἐπιδιωκομένης, κατ’ ἀποκλειστικήν προτεραιότητα ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑΣ εἰς Αὐτήν; «Ἀτιμάζοντες Αὐτούς» (κατά τόν ἱερόν Χρυσόστομον), οἱ ὁποῖοι κατόρθωσαν τήν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν Πίστιν καί εἰς τήν Θείαν Λατρείαν, εἰς το πλαίσιον μίας ὁλοκληρωμένης Ὀρθοδόξου Ἑνότητος ἀνταποκρινομένης εἰς τό ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ τό ὁποῖον ἐκφράζεται εἰς τό Σύμβολον τῆς Πίστεως, διά τοῦ ἄρθρου «Πιστεύω …εἰς ΜΙΑΝ… Ἐκκλησίαν»; Ἄς ἀναλογισθοῦν οἱ ἀδελφοί πώς ἐνδεχομένη τοιαύτη ἀσυναίσθητος (εὐχόμεθα) «ἐπιθυμία» αὐτῶν, εἶναι δυνατόν να λογισθῆ, -κατά ὑποθετικόν καί οὐχί οὐσιώδη παραλληλισμόν-, ὡς ὁμοιάζουσα πρός τάς δοξασίας κάποιων προτεσταντικῶν παραφυάδων, «περί ἐπιστροφῆς εἰς τό βίον καί τήν ἀλήθειαν (κατ’ αὐτούς) τῆς ἀρχεγόνου ἐκκλησίας» ὑπερπηδῶντες, (ἐννοεῖται πρός τά ὀπίσω), την δισχιλιετή Ἱεράν Παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν, ἄλλωστε, οὗτοι παραβλέπουν καί ἀποστρέφονται περιφρονητικῶς).
Καί, τέλος, ἕως πότε θά ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι θα μέμφονται βλασφήμως τήν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ὡς πορευομένην καί λειτουργοῦσαν ἐν μέσῳ μονίμου ἀκαταστασίας, διαιρέσεως καί ἐρίδων –παρότι οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἐτακτοποίησαν και προοδευτικῶς ἀποκατέστησαν τήν τάξιν καί τήν ὁμόνοιαν ἐντός Αὐτῆς– ἀντιλέγοντες ἀπαξιωτικῶς εἰς τόν Ἅγιον Ἰωάννην τον Χρυσόστομον, ὁ ὁποῖος διδάσκει πῶς «τό τῆς Ἐκκλησίας ὄνομα, ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑ ΕΣΤΙ»; (Ε.Π.Ε. 20. σ.176)
-Εἶναι ἀξιοσημείωτον πώς ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, διά τοῦ ὁποίου ἐλέγχει δριμύτατα «τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας» Πρωτοπασχίτας καί τοῦ ὁποίου διεστραμμένη ἡ ἑρμηνεία τμήματος αὐτοῦ, ἀποδίδεται κατά τό ἀντίθετον νόημα, εἰς τους ἐνισταμένους κατά τῆς (οἰκουμενιστικῆς προπαρασκευαστικῆς) καινοτομίας δηλαδή τῆς ἀνατροπῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἱερᾶς Παραδόσεως: ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολογίου–Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ἐν τοῖς πράγμασιν καί κατά ἀκρίβειαν ἑρμηνευόμενος, ἀπευθύνεται καί προς τούς πρωτοστατήσαντας εἰς τήν βιαίαν καί πραξικοπηματικήν ἐπιβολήν αὐτῆς, κατ’ ἀκολουθίαν δέ και πρός τούς υἱοθετήσαντας καί διαρκῶς ἀκολουθοῦντας αὐτήν, μάλιστα δέ ὑπερμαχούντας πεισμόνως ὑπέρ αὐτῆς. (Εἶναι δέ ἄγνωστον, ἄν τοῦτο συμβαίνει ἐκ λανθασμένης κατανοήσεως ἤ ἐκ λόγου ἀδυναμίας ἐμβαθύνσεως εἰς τό, διαχρονικῆς διαστάσεως καί χαρακτῆρος, πνεῦμα αὐτοῦ τοῦ λόγου, ἤ ἐκ λόγων σκοπιμότητος. Καί θά παραμείνη μέχρι συντελείας αἰώνων ἄγνωστον, διότι μόνον ὁ καρδιογνώστης Ἅγιος Τριαδικός Θεός γνωρίζει την προαίρεσιν ἑκάστου, καθώς «ὁ λόγος αὐτοῦ (εἶναι) τομώτερος ὑπέρ πάσαν μάχαιραν ὀξείαν καί δίστομον, διικνούμενος (διεισδύων) ἄχρι μερισμοῦ ὀστέων καί ἀποκαλυπτικός ἐνθυμήσεων» κατά τον κορυφαῖον Ἀπόστολον Παῦλον.
-Πρός ἀπόδειξιν τῶν ως ἄνω, ἐπιβάλλεται ἡ κατάθεσις τούτου τοῦ πολυσήμαντου τμήματος τοῦ λόγου τοῦ Ἁγίου ἐν συναρτήσει πρός τας ἐννοίας αἱ ὁποῖαι ὑποδηλοῦνται ὑπ’ αὐτοῦ.
-Λέγει ὁ Ἅγιος εἰς τοῦτο τό τμῆμα τοῦ λόγου αὐτοῦ: «Τριακόσιοι πατέρες ἤ καί πλείους, εἰς τήν Βιθυνῶν χώραν συνελθόντες ταῦτα ἐνομοθέτησαν. (σ.σ. δηλαδή, ὅσα ἐν ἐκτάσει προαναφέρθησαν περί τοῦ Πάσχα καί κατά προέκτασιν, περί τῆς ἀρρήκτου συνδέσεως τοῦ ὅλου ἑορτολογίου τῆς Ἐκκλησίας μέ αὐτό). καί πάντας ἀτιμάζεις ἐκείνους; Δυοῖν γάρ θάτερον, ἤ ἄνοιαν αὐτῶν, ὡς οὐκ ἀκριβῶς εἰδότων, καταγινώσκεις, ἤ δειλίαν, ὡς εἰδότων μέν, ὑποκριναμένων δέ και προδόντων τήν ἀλήθειαν. Ὅταν γάρ ΜΗ ΜΕΝΗΣ ΕΦ’ ΟΙΣ ΕΝΟΜΟΘΕΣΗΣΑΝ ΕΚΕΙΝΟΙ, ταῦτα ἕπεται πάντως». λέγει δέ ἐν συνέχειᾳ: «…Σύ δέ οὐ προτιμᾶς ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑΝ, ἄλλ ́ ΙΝΑ ΔΟΞΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΝ, εἰς την κοινήν ἁπάντων ἡμῶν ἐμπαροινεῖς μητέρα» (σ.σ. δηλαδή κακοποιεῖς ὡς μεθυσθείς ὑπό οἴνου τήν κοινήν μητέραν ὅλων ἡμῶν, ἤτοι την Ἐκκλησίαν), ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΔΙΑΤΕΜΝΕΙΣ ΣΥΝΟΔΟΝ»;
-Μία στοιχειώδης διείσδυσις καί εἰς τό γράμμα καί εἰς τό πνεῦμα τούτου τοῦ λόγου, ἀποκαλύπτει μετ’ ἀπολύτου σαφηνείας τόν πολυσήμαντον χαρακτήρα αὐτοῦ.
-Α ́) Διά τῶν ἐκφράσεων «τριακόσιοι πατέρες ἤ καί πλείους εἰς την Βιθυνῶν χώραν συνελθόντες ταῦτα ἐνομοθέτησαν… σύ δέ οὐ προτιμᾶς τοῦ χρόνου ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ τήν συμφωνίαν, ἀλλά… την ἁγίαν διατέμνεις Σύνοδον», νοουμένων εἰς μίαν συνάφειαν, ἀποδεικνύεται πώς εἰς τόν διορατικόν ὀπτικόν πνευματικόν ὁρίζοντα τοῦ Ἁγίου, ὡς διαχρονική ἐκκλησία καθορίζεται ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Ἁγίας Συνόδου καί κατά τήν νοουμένην φυσικήν διαδοχικήν ἀκολουθίαν, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Πατέρων ΟΛΩΝ τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, καί ὄχι ἡ, (κατά σύγχρονον της ἐποχῆς μας ἔκφρασιν), «κρατοῦσα» Ἐκκλησία τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου, εἰς τήν ὁποίαν ἀναμφιβόλως περιλαμβάνοντο καί πολλοί Ἅγιοι. Εἶναι δέ γνωστόν πώς ἡ ὁρισθεῖσα ὑπό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ως διαχρονική Ἐκκλησία, Α ́ Οἰκουμενική Σύνοδος, συνεκλήθη ἕναν αἰῶνα περίπου πρό τῆς ἐποχῆς αὐτοῦ.
-Β ́) Ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται εἰς «ΧΡΟΝΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ», ὁ ὁποῖος, ὅπως ἐν εὐρείᾳ ἐκτάσει προαπεδείχθη, εἶναι τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, μόνον κατά τόν ἡμερολογιακόν χαρακτήρα αὐτοῦ καί οὐχί κατά τον ἀστρονομικόν–ἐπιστημονιστικόν, σέ σύζευξιν μέ τό ἑορτολόγιον.
-Γ ́) Ἡ ἔκφρασις «…σύ δέ οὐ προτιμᾶς τοῦ χρόνου τῆς Ἐκκλησίας ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΝ» ἀποδεικνύει τήν κατόρθωσιν ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς ἀρχικῆς θεμελιώσεως τοῦ οἰκοδομήματος τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν Πίστιν καί εἰς την Θείαν Λατρείαν, ἡ ὁποία ἐπεδιώκετο κατ’ ἀποκλειστικήν προτεραιότητα, ἀπό τήν ἐποχήν ἀκόμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί προοδευτικῶς ἐπετεύχθη καί ἐπεκράτησεν ἐπί δέκα τέσσαρας περίπου αἰώνας, ὄχι ὡς ἀνεκπλήρωτος ἐπιθυμία, ὅπως διατείνονται κάποιοι, ἀλλά ως ἀπαρασάλευτος πραγματικότης. Ὑπό τήν αἴσθησιν αὐτῆς τῆς πραγματικότητος ἐξεφράζετο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διακηρύσσων πώς «τό τῆς Ἐκκλησίας ὄνομα, ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΟΜΟΝΟΙΑΣ ΕΣΤΙ». (Ε.Π.Ε. 20, σ.176).
Δι ́ αὐτήν τήν πραγματικότητα, τοῦ ὁλοκληρωμένου οἰκοδομήματος τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν Πίστιν καί εἰς τήν Θείαν Λατρείαν, πανηγυρίζοντες ἀγαλλιώμενοι οἱ Ἅγιοι πατέρες τῆς (Ζ ́) Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐκήρυξαν μεγάλη φωνή πώς: «ἀσπασίως τους θείους Κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καί ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ ΤΗΝ ΑΥΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΗΝ ΚΑΙ ΑΣΑΛΕΥΣΟΝ ΚΡΑΣΥΝΩΜΕΝ, τῶν ἐκτεθέντων ὑπό τῶν σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος, πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν τε ἕξ ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν τοπικῶς συναθροισθεισῶν ἐπί ἐκδόσει τοιούτων διαταγμάτων, καί τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν: ἐξ ἑνός γάρ ἅπαντες καί τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες ὥρισαν τά συμφέροντα». (Πηδ., σ. 322).
-Δ ́) Μέ τήν αὐτήν ἔκφρασιν, ἀποδεικνύει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πώς διά τήν κατόρθωσιν τῆς Ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν Πίστιν καί εἰς την Θείαν Λατρείαν, ἐτοποθετήθη ὡς ὑπόβαθρον αὐτῆς, ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων, τό χαρακτηρισθέν ὑπ’ αὐτοῦ ὡς ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον, τό ὁποῖον εἰς ἀδιάσπαστον σύζευξιν μέ το Ἑορτολόγιον, ἀπετέλεσεν ἕναν ἐκ τῶν παραγόντων, οἱ ὁποῖοι συνέβαλλον
-Ε) Ἐλέγχων ὁ ἱερός Χρυσόστομος τούς Πρωτοπασχίτας τῆς ἐποχῆς του, διά τῆς ἐκφράσεως «…σύ δέ οὐ προτιμᾶς τοῦ χρόνου τῆς Ἐκκλησίας τήν συμφωνίαν ἀλλ’ ἵνα δόξης ἡμέρας παρατηρεῖν… τήν ΑΓΙΑΝ ΔΙΑΤΕΜΝΕΙΣ ΣΥΝΟΔΟΝ», ἐγκαλεῖ αὐτούς ὡς προκαλέσαντες σχίσμα εἰς τήν Ἐκκλησίαν ἡ ὁποία περικλείεται εἰς τόν διορατικόν, πνευματικόν ὀπτικόν ὁρίζοντα αὐτοῦ ὡς ἡ διαχρονική Ἐκκλησία. δηλαδή εἰς τήν πρό ἑνός περίπου αἰῶνος συγκληθεῖσαν Α ́ Οἰκουμενικήν Σύνοδον. Εἰς τας θεοπνεύστους θεσμοθεσίας αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος ἀπαιτεῖ ὑπακοήν.
- Ἐπί τῇ βάσει μίας νοητῆς προεκτάσεως τοῦ πνευματικοῦ ὀπτικοῦ ὁρίζοντος τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἀναμαρτήτως ἐξάγεται το συμπέρασμα, πώς, ἀφ’ ἑνός μέν, τήν διαχρονικήν Ἐκκλησίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Ἁγίων Συνόδων, «διέτεμον» (ἔσχισαν) οἱ ἀνατρέψαντες τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἱεράν Παράδοσιν: ὀρθοδόξου ἑορτολογίου–Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ἀφ’ ἑτέρου δέ, πώς την «διατομήν» Αὐτῆς διαιωνίζουν εἰς ἑαυτούς, (ἐν ἐπιγνώσει ἤ ἀνεπιγνώστως), οἱ υἱοθετήσαντες καί ἀκολουθοῦντες τό αἴτιον διά τοῦ ὁποίου ἔσχισαν τήν Ἐκκλησίαν οἱ πρωτεργᾶται τοῦ σχίσματος, μάλιστα δέ ὑπερμαχοῦντες ὑπέρ αὐτοῦ δυναμικῶς καί πεισμόνως, κατά τά πρότυπα φιλοκαινοτόμων κληρικῶν, ὅπως ὁ π. Ἰωήλ Γιαννακόπουλος, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος κ.ἄ. εἰς τούς ὁποίους, ἕνεκα τούτου, ἁρμόζει εἰς τόν αὐτόν βαθμόν πού ἁρμόζει καί εἰς τούς καινοτόμους, ἡ ἔκφρασις τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «…ἀλλ’ ἵνα δόξης ἡμέρας παρατηρεῖν… την ἁγίαν διατέμνεις σύνοδον», δηλαδή τήν Ἐκκλησίαν.
- Ὡς ἄχρηστος περιττολογία κρίνεται ἡ ἐπέκτασις εἰς ἀναφοράς πρός ἀπόδειξιν τοῦ γεγονότος, πώς ἡ ἀντορθόδοξος καινοτομία τῆς ἀνατροπῆς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως: Ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου–Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ὑπηγορεύθη ὑπό ἑνός ἀντιεκκλησιαστικοῦ ἐπιστημονισμοῦ δυτικῆς (παπικῆς) προελεύσεως, διά τοῦ ὁποίου ἐπεδιώκετο ἡ ἀστρονομική ἡμερολογιακή ἀκρίβεια, (ἡ ὁποία οὐδέποτε ὑφίσταται, ἕνεκα τῶν διαρκῶν μεταβολῶν τῶν ἀστρονομικῶν δεδομένων), ἐν συναρτήσει πρός τόν οἰκουμενιστικόν προσανατολισμόν αὐτῆς.
Καί τοῦτο διότι: Α ́) Εἰς πολλά προπαρασκευαστικά τῆς καινοτομίας συγγράμματά των, ὁμολογεῖται ὑπ’ αὐτῶν τῶν καινοτόμων ἡ ἐπιδίωξις (προφασιστικῶς) τῆς ἀστρονομικῆς ἡμερολογιακῆς ἀκριβείας. Καί Β ́)
Διότι αὐτοί οἱ ἴδιοι ἀποκαλύπτουν ἐν ἐπιγνώσει καί ἀναισχύντως πώς κίνητρον καί ὑπόβαθρον αὐτῆς ἀπετέλεσεν «ἡ μεγάλη ἠθική σημασία (κατά τήν ἄποψιν των) καί ἐντύπωσις, ἣν θά παρήγαγεν εἰς ὅλον τον πεπολιτισμένον κόσμον, (σ.σ. τόν ἠθικῶς καί θρησκευτικῶς παρηκμασμένον καί διεφθαρμένον δυτικόν κόσμον), ἡ διά τῆς ἀβιάστου πρωτοβουλίας ταύτης προσέγγισης τῶν δυό Χριστιανικῶν κόσμων τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως ἐν τῷ ἑορτασμῷ τῶν μεγάλων Χριστιανικῶν ἑορτῶν». Αὐτήν δέ τήν οἰκουμενιστικοῡ προσανατολισμοῦ καί χροιᾶς «προσέγγισιν», ἐθεμελίωσαν ἐπισήμως διά τοῦ ὁρισμοῦ περί «ἀποδοχῆς κοινοῦ ἡμερολογίου…» τῆς οἰκουμενιστικῆς ἐγκυκλίου τοῦ 1920, ἡ ὁποία, ὅπως ἀπεφάνθη συμπερασματικῶς, εἰς ὁμιλίαν του ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τό διαδίκτυον, ὁ λόγιος κληρικός π. Γεώργιος Μεταλληνός, ἀποτελεῖ καθ’ ἑαυτήν, αἴτιον διακοπῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας.
-Ἐκ τῶν ὡς ἄνω, λοιπόν, καθίσταται αὐτονόητο πώς εἰς αὐτούς (τους καινοτόμους) ἁρμόζει ἡ ἔκφρασις τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου «ἵνα δόξῃς ἡμέρας παρατηρεῖν (σ.σ., δηλαδή ἀστρονομικήν ἡμερολογιακήν ἀκρίβειαν καί ἀστρονομικάς μεταβολάς), τήν ἁγίαν διατέμνεις (σχίζεις) Σύνοδον» (δηλαδή τήν ἐκκλησίαν) «καί πάντας ἀτιμάζεις ἐκείνους» (τούς Ἁγίους Πατέρας Αὐτῆς)... Τήν ὁποίαν (ἔκφρασιν), ὡς προεγράφη, κατά διάστροφον ἑρμηνείαν, ἀποδίδουν εἰς τους ἐνιστάμενους κατά τῆς καινοτομίας, οἱ ὑπερμαχοῦντες ὑπέρ αὐτῆς μέχρι τῆς σήμερον, τούς ὁποίους μάλιστα ἐκ δολίας οἰκουμενιστικῆς ἐπιδράσεως χαρακτηρίζουν μέ τόν ἀκατανόητον -καί ἄνευ θεολογικοῦ καί νοηματικοῦ ἀκόμη ἐρείσματος- ὅρον «παλαιοημερολογῖται» (!!!), τον ὁποῖον αὐτοί ἀκρίτως καί κακῶς ἀπεδέχθησαν καί υἱοθέτησαν εἰς ἑαυτούς, παραλλήλως μέ τήν ἀποδοχήν τοῦ, ἐπίσης ἄνευ ἐρείσματος, ὅρου «παλαιόν ἡμερολόγιον» (!!!)
- Ἐκ τῶν μέχρι τοῡδε γεγραμμένων, ἀπεδείχθη πώς ἡ κατορθωθεῖσα ὑπό τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν Μεγάλων Συνόδων ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν καθοριστικῆς σημασίας συμβολήν πρός τοῦτο, τῆς ΑΔΙΑΡΡΗΚΤΟΥ ΣΥΖΕΥΞΕΩΣ τοῦ ὀρθόδοξου ἑορτολογίου μέ τό Ἰουλιανόν Ἡμερολόγιον ἀποτελεῖ ἱεράν Παράδοσιν Αὐτῆς ἡ ὁποία διατυπωθεῖσα εἰς τά ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΑ Αὐτῶν, ἀνταποκρίνεται εἰς τό ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ τό ὁποῖον ἐκφράζεται διά τοῦ ἄρθρου τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Πιστεύω… εἰς ΜΙΑΝ… Ἐκκλησίαν». Συνεπῶς ἡ ἀνατροπή τοῦ ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου –Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου συνιστᾶ ἀνατροπήν ἱερᾶς Παραδόσεως, προκαλούσης συθέμελον κλονισμόν εἰς αὐτό το οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας, πρός ζημίαν τοῦ Εὐαγγελίου. Τήν θέσιν αὐτήν κατοχυρώνει ὡς ἀληθῆ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ὡς ἑξῆς:
Τῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πεφυλαγμένων δογμάτων καί κηρυγμάτων, ἅ μέν ἐκ ΤΗΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΕΧΟΜΕΝ, τά δέ ἐκ ΤΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΔΙΑΔΟΘΕΝΣΑ ΗΜΙΝ ἐν μυστηρίῳ παρεδεξάμεθα, ἅπερ ἀμφότερα τήν αὐτήν ἰσχύν ἔχει πρός τήν εὐσέβειαν. Καί τούτοις οὐδείς ἀντερεῖ οὐκοῡν, ὅστις γε κἄν μικρόν γοῦν θεσμῶν Ἐκκλησίας πεπείραται εἰ γάρ ἐπιχειρήσαιμεν τά ἄγραφα τῶν ἐθῶν ὡς μή μεγάλην ἔχοντα τήν δύναμιν παραιτεῖσθαι, λάθοιμεν ἄν εἰς αὐτά τά καίρια ζημιοῦντες τό Εὐαγγέλιον» (Ε.Π.Ε. 3, σελ. 62).
-Σχόλιον τοῦ συντάκτου: «Ἄν διά τῆς ἀπαξιώσεως τῶν «ἀγράφων ἐθῶν» λαθεύομεν, «εἰς τά καίρια ζημιοῦντες τό εὐαγγέλιον», ἄραγε πόσην, μεγαλυτέραν ζημίαν, προκαλουμεν εἰς Αὐτό διά τῆς ἀπαξιωτικῆς ἀνατροπῆς ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΠΑΡΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας;
-Καταδεικνύει δέ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός τήν βαρύτητα τῶν παραβάσεων τῶν Ἱερῶν Παραδόσεων καί τῶν ὀλεθρίων ἀποτελεσμάτων αὐτῶν, (τῶν παραβάσεων), λέγων:
«Οὐ γάρ μικρόν τό μικρόν, ὅταν εἰς μέγα ἐκφέρη, ὅπου γε οὐδέ σμικρόν τό παρεγχάραγμα, ἄνωθεν κεκρατηκυῖαν Ἐκκλησίας ἀνατραπῆναι παράδοσιν, οἷα κατεγνωσμένων τῶν προκαθηγησαμένων ἡμᾶς, ὧν ἐχρῆν ἀναθεωροῦντας την ἀναστροφήν μιμεῖσθαι τήν πίστιν» (Ε.Π.Ε. 3 σελ. 22).
Δηλαδή: «Διότι τό μικρόν δέν εἶναι μικρόν, ὅταν προξενεῖ μέγα κακόν, ὅπως δέν εἶναι μικρόν πράγμα (παρωνυχίς) τό νά ἀνατραπῆ ἡ θεόπνευστος καί θεοδιδακτος παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας, γεγονός τό ὁποῖον κατεδικάσθη ὑπό τῶν προγενεστέρων ἡμῶν… (σ.σ. βλέπε Συνοδικόν της Ὀρθοδοξίας {Τριώδιον β ́ἔκδοσις 1993 σ. 145 καί ἐγκύκλιον τῶν Πατριαρχῶν τοῦ ἔτους 1848}
Διά τῶν ὡς ἄνω δέ καθίσταται αὐτονόητον πώς ἡ οἱαδήποτε παράβασις ἤ ἀπαξίωσις τῶν θεοπνεύστων καί θεοδίδακτων θεσπισμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἡ χαρακτηρισθεῖσα ὑπό τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὡς «ἀτίμωσις αὐτῶν», διά τῆς ἀναγωγικῆς μεθόδου, διαβαίνει εἰς αὐτόν τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, κατά τόν λόγον τόν ὁποῖον ἀπηύθυνε πρός τούς Ἁγίους Ἀποστόλους: «ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς, ἐμέ ἀθετεῖ, (περιφρονεῖ), ὁ δέ ἐμέ ἀθετῶν ἀθετεῖ τόν ἀποστείλαντά με» (Λούκ. Κ ́ι16) κατά διαδοχήν δέ καί πρός τούς Ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας , λέγων: «ἅ δέ λέγω ὑμῖν (τούς Ἀποστόλους ἐμοῦ) πᾶσι λέγω».
-Κρίνεται ἀναγκαῖον, διά τήν ὁλοκλήρωσιν τοῦ παρόντος πονηματίου, να κατατεθῆ ὡς κίνητρον γονίμου, ἐν ταπεινώσει, ἐπωφελοῦς προβληματισμοῦ, τό κάτωθι σχόλιον:
- Ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων καί σεπτῶν εἰκόνων καί τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων, ἀποτελεῖ ἀρχαῖον ἐκκλησιαστικόν ἔθος διά τοῦ ὁποίου καθίσταται ἔκδηλος ἡ εὐλάβεια τοῦ χριστεπώνυμου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή δέ κατ΄ ἐκκλησιαστικήν ἐπιταγήν «τό ἔθος ὡς ἄγραφος νόμος ἰσχύει», ὁ ὁποῖος, ἐπιστηριζόμενος καί ἐπί τοῦ Θείου θελήματος, καθίσταται ἱερά παράδοσις ἀμετάβλητος, οὕτω καί ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων εἰκόνων καί τῶν ἱερῶν λειψάνων τῶν Ἁγίων, κατέστη ἄγραφος ἱερά παράδοσις τῆς ἐκκλησίας, οὐδεμίαν μεταβολήν ἐπιδεχομένη μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Καί παρά τό γεγονός πώς Ἅγιοι Πατέρες ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀνέδειξαν την θεολογικήν σημασίαν αὐτῆς τῆς προσκυνήσεως, αὐτή οὐδέποτε συγκαταριθμήθη μεταξύ τῶν Δογμάτων τῆς πίστεως.
Ὅμως παρά ταῦτα ἡ –χαρακτηρισθεῖσα ὑπό τινων ὡς «ἐκκλησιαστική μεταρρύθμισις»- εἰκονομαχία, διά μέσου τῆς ὁποίας ἐπλήγη αὐτή ἡ ἄγραφος ἱερά παράδοσις, τῆς ὁποίας ἡ προσβολή δέν ἐνεῖχε παραλλήλους πρός αὐτήν προεκτάσεις, ὅπως π.χ. ἡ ἄμεσος ἡ ἔμμεσος πρόσκρουσις εἰς οἱονδήποτε ἐκκλησιαστικόν δόγμα, ἐχαρακτηρίσθη ὑπό τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μεγάλη αἵρεσις καί ὡς τοιαύτη κατεδικάσθη ὑπ’ Αὐτῆς ἐνῶ ἀποτελεῖ «κοινόν τόπον» πώς ὡς αἱρέσεις ἐχαρακτηρίσθησαν καί καταδικάσθησαν αἱ κακοδοξίαι αἱ ὁποῖαι ἔπληξαν Δόγματα Πίστεως, ἐπιφέρουσαι ἀλλοίωσιν εἰς αὐτά.
-Ἄραγε, συμφωνως πρός τοῦτο τό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ –ὑπό πολλῶν χαρακτηρισθεῖσα καί αὐτή, ὡς «ἐκκλησιαστική μεταρρύθμισις»-, ἀνατροπή τοῦ ὀρθοδόξου Ἑορτολογίου-Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ἡ ὁποία ἔπληξεν βαναύσως ἐκκλησιαστικάς θεοδιδάκτους θεσμοθεσίας, καθότι, δι’ αὐτῆς ἀνετράπησαν καί περιφρονήθησαν ἔγγραφα παραγγέλματα καί ὁρισμοί τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἐπλήγη τό περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἑνότητος Δόγμα, ἀνετράπησαν μέχρι ἐκμηδενίσεως αὐτῶν, Ἀποστολοπαράδοτοι καί Πατροπαράδοτοι νηστεῖαι, ἐπισυνέβη συγχυσις εἰς τήν ἀρχαῖαν θεοδίδακτον ἑορτολογικήν Τάξιν τῆς Ἐκκλησίας, μέ παράλληλον, πρός αὐτήν, ἀναστάτωσιν τῶν ἐκκλησιαστικῶν Τυπικῶν Διατάξεων, αἱ ὁποῖαι συμβάλλουν  οὐσιαστικῶς εἰς τήν εὐσχημόνως καί ἁρμονικῶς τελούμενην Θείαν Λατρείαν, ἐπεβλήθη ὁ, μετά τῶν αἱρετικῶν τῆς Δύσεως, συνεορτασμός μεγάλων ἑορτῶν κ.λ.π., ἄραγε, ἐπαναλαμβάνομεν, πόσον ἀπέχει αὐτή ἡ καινοτομία ἀπό τοῦ νά ἀποτελεῖ μίαν μεγάλη αἵρεσιν, λαμβανομένου ταυτοχρόνως ὑπ ́ ὄψιν, καί τοῦ γεγονότος τῆς συμβολῆς αὐτῆς εἰς τήν εἰσαγωγήν τῆς Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας εἰς την χειροτεραν αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, τήν παναίρεσιν-πανθρησκειαν τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ;
Ὁ Κύριος νά γίνει ἴλεως!
ΚΩΝ/ΝΟΣ Λ. ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ
ΜΩΛΟΣ ΛΟΚΡΙΔΑ

Φωτογραφία Πάπα Φραγκίσκου μὲ καρδινάλιο
νὰ κάνουν διαβολικὸ σῆμα

Ἰδού οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ «πεπολιτισμένου κόσμου» τῆς Εὐρωπαϊκῆς -και ὄχι μόνον- Δύσεως, ἐκ τοῦ ὁποίου ἐπηγασεν ἡ ὀλέθριος διά τήν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καινοτομία τοῦ 1924, τοῦ ὁποίου «πεπολιτισμένου κόσμου»(!!!) ἐπεδιώκετο «ὁ ἐντυπωσιασμός», (κατά τήν ἀναίσχυντον ὁμολογίαν αὐτῶν τῶν πρωτεργατῶν τῆς καινοτομίας), ἀπό τήν, πρός αὐτόν προσέγγισην τῆς ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας, διά μέσου τῆς προδοσίας τῆς Πίστεως, εἰς τήν ὁποίαν (προδοσίαν), ὡς εἷς ἐκ τῶν ἀρχικῶν θεμελίων λίθων, ἐτέθη «ἡ παραδοχή κοινοῦ ἡμερολογίου…» (Οἰκουμενιστική ἐγκύκλιος τοῦ 1920).

Κατόπιν αὐτῆς τῆς «ἀποκαλύψεως» (τῆς καλῆς καί ἐγκρίτου ἐκκλησιαστικῆς ἐφημερίδος «Στύλος ὀρθοδοξίας», ἡ ὁποία δεν πρόσκειται εἰς τούς «ΓΟΧ»!!!), εὐελπιστεῖ ὁ γράφων πώς αἱ προσευχαί αὐτοῦ διά τήν ἐπάνοδον τῶν ἀδελφῶν εἰς τήν ἀνακαινοτόμητον ὁδόν τῆς διαχρονικῆς ὀρθοδοξίας, θά τύχουν καλῆς καρποφορίας. ΓΕΝΟΙΤΟ!


______________________
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) (Συνέχεια τοῦ «Πασχάλιου Χρονικοῦ): Προτάξομεν δὲ τοῦ ἑορταστικοῦ κύκλου τῶν φλβʹ ἐτῶν τὴν κατὰ φύσιν ὀκτωκαιεικοσαετηρίδα τοῦ ἡλίου, ἥτις συναρξαμένη τῇ γενέσει τῶνφωστήρων, εἰς ἑαυτὴν διὰ παντὸς ἀνακυκλουμένη δηλοῖ τὰς ἐν ἑκάστῳ ἔτει ἐπακτὰς τοῦ ἡλίου, ἀποκαταστατικὴ τυγχάνουσα ἡμέρας μηνὸς ἡλιακοῦ καὶ ἡμέρας ἑβδομάδος καὶ ἔτους τετραετηρίδος βισέξτου. ἔτι δὲ καὶ τὴν ἔκθεσιν τῆς κατὰ φύσιν ἐννεακαιδεκαετηρίδος τῆς σελήνης δηλώσομεν, ἥτις καὶ αὐτὴ συναρξαμένη τῇ γενέσει τῶν φωστήρων, εἰς ἑαυτὴν διὰ παντὸς ἀνακυκλουμένη δηλοῖ ἐν ἑκάστῳ ἔτει τὴν κατὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸν κανόνα τεσσαρισκαιδεκάτην τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης, ἐν ᾗ τὸ νομικὸν ἐπιτελεῖσθαι προστέτακται πάσχα, καὶ πόσαι εἰσὶν ἐν ἑκάστῳ ἔτει ἐπακταὶ τῆς σελήνης, ἥτις ἐννεακαιδεκαετηρίδος ἀποκαταστατικὴ τυγχάνει ἡμέρας μηνὸς ἡλιακοῦ καὶ ἡμέρας σελήνης μηνός. ἐπιδρομήν τε τῶν χρόνων τῶν ἀπὸ ἀρχῆς κτίσεως κόσμου ποιησόμεθα. μέθοδόν τε παραδώσομεν τὰ ἔτη τοῦ κόσμου παραλαμβάνοντες, δι' ἧς γινώσκειν δυνήσεταί τις καθ' ἕκαστον ἐπιζητούμενον ἐνιαυτὸν πόστον ἔτος ἐστὶν τῆς ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος τοῦ ἡλίου. μέθοδόν τε ἑτέραν δηλώσομεν τὰ ἔτη τοῦ κόσμου παραλαμβάνοντες, δι' ἧς δυνήσεταί τις γινώσκειν καθ' ἕκαστον ἐπιζητούμενον ἐνιαυτὸν πόσαι εἰσὶν αἱ τοῦ ἡλίου ἐπακταί. μέθοδόν τε αὖθις ἄλλην γνωρίσομεν, δι' ἧς δυνήσεταί τις γινώσκειν ἐν πόστῃ ἡμέρᾳ τῆς ἑβδομάδος εὑρίσκεται ἑκάστη ἐπιζητουμένη οἱουδήποτε μηνὸς ἡμέρα. πάλιν ἄλλην μέθοδον γράψομεν τὰ ἔτη τοῦ κόσμου παραλαμβάνοντες, δι' ἧς δυνήσεταί τις γινώσκειν καθ' ἕκαστον ἐπιζητούμενον ἐνιαυτὸν πόσαι εἰσὶν αἱ τῆς σελήνης ἐπακταί. ἔτι μέθοδον ἄλλην δηλώσομεν, δι' ἧς δυνήσεταί τις γινώσκειν καθ' ἕκαστον ἐπιζητούμενον ἐνιαυτὸν ἐν πόστῃ ἡμέρᾳ τοῦ μαρτίου ἢ τοῦ ἀπριλίου εὑρίσκεται ἡ κατὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸν κανόνα ιδʹ τοῦ πρώτου μηνὸς τῆς σελήνης. τούτων γὰρ πάντων προδηλουμένων, οὕτω σαφῶς ἀποδείξομεν ἐν πόστῳ μὲν ἔτει τοῦ κόσμου, ἐν πόστῳ δὲ ἔτει τῆς ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος τοῦ ἡλίου καὶ ἐν πόστῳ ἔτει τῆς ἐννεακαιδεκαετηρίδος τῆς σελήνης τὸ πρῶτον ἐν Αἰγύπτῳ ἐπετελέσθη πάσχα, ἐν πόστῳ δὲ ἔτει τοῦ κόσμου καὶ τῆς ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος καὶ τῆς ἐννεακαιδεκαετηρίδος γέγονεν ὁ εὐαγγελισμὸς ὁ πρὸς τὸν ἅγιον Ζαχαρίαν περὶ τῆς συλλήψεως τοῦ προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου, ἔτι μὴν καὶ ὁ εὐαγγελισμὸς ὁ πρὸς τὴν ἁγίαν ἔνδοξον ἀειπαρθένον καὶ θεοτόκον Μαρίαν γενόμενος καὶ ἡ κατὰ σάρκα σύλληψις τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀσπόρως καὶ ἀφθάρτως γεγένηται· ἐνπόστῳ τε ἔτει τοῦ κόσμου καὶ τῆς ὀκτωκαεικοσαετηρίδος ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην ἐλθὼν ἐβαπτίσθη ὁ κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ὁ Χριστός· ἐν πόστῳ τε ἔτει τοῦ κόσμου καὶ τῆς ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος καὶ τῆς ἐννεακαιδεκαετηρίδος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ἡμῶν καὶ σκυλεύσας τὸν ᾅδην ἀνέστη ἐκ νεκρῶν… Ἐνταῦθα δὲ σημειωτέον καὶ τοῦτο, ὅτι ἕκαστον ἔτος τῆς κατὰ φύσιν ὀκτωκαιεικοσαετηρίδος τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔχει τὴν καʹ τοῦ κατὰ Ῥωμαίους μαρτίου μηνός, ἐν ᾗ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν  γίνεσθαι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον διὰ τῶν θεοφόρων ἐδίδαξε πατέρων. ἐκκείσθω λοιπὸν καὶ ἡ ἔκθεσις τῆς κατὰ φύσιν ἐννεακαιδεκαετηρίδος τῆς σελήνης.
Περὶ τοῦ κατὰ τὸν θεῖον νόμον γιγνομένου κατ' ἐνιαυτὸν ἁγίου καὶ σωτηριώδους πάσχα καὶ τῶν τούτου ζητημάτων σύντομος μετὰ ἀποδείξεως ἀπόλυσις.
Τὸ μὲν ἅγιον καὶ μακάριον πάσχα τοῦ θεοῦ διαῤῥήδην ὑπογράφει ὁ νόμος, ὁμοῦ καὶ τὸν μῆνα δηλῶν καθ' ὃν δεῖ τοῦτο ποιεῖν, καὶ τὴν ἡμέραν κελεύων διατηρεῖσθαι μετὰ πολλῆς τῆς ἀκριβείας. θεοῦ γάρ ἐστιν ἐν αὐτῷ φωνὴ φερομένη τῷ νόμῳ, φυλάξαι τὸν μῆνα τῶν νέων, "καὶ ποιήσεις τὸ πάσχα κυρίῳ τῷ θεῷ σου τῇ τεσσαρισκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ πρώτου μηνός." μῆνα δὲ νέον λέγει ὃν καὶ πρῶτον καλεῖ ἐν ᾧ τεθηλότες οἱ καρποὶ τὴν γενομένην τῶν παλαιῶν προσημαίνουσι κατάπαυσιν. ἐν δὲ τῇ τεσσαρισκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου ἐπιτηρεῖσθαι τὸ πάσχα συνέταξεν, οὐκ ἄλλου τοῦτο χάριν ἢ ἵνα κατὰ μίμησιν τοῦτ τῆς σελήνης φωτὸς πλήρη τὸν ἴδιον κύκλον ἐχούσης, τὸν μὲν τῆς διανοίας φωστῆρα ἡμεῖς τέλειον ἔχοντες ἐν σκότῳ τῆς ἁμαρτίας μὴ διατρίβωμεν, θάλλοντες δέπου παντοδαπέσιν ἀρεταῖς καὶ τοῖς τούτων πετάλοις οἷα τερπνὰ φυτὰ σκεπόμενοι ληίων δίκην φαιδροὶ διαμείνωμεν. τεσσαρισκαιδεκάτην δὲ τοῦ μηνὸς λέγει οὐ κατὰ τὸν ἡλιακὸν κύκλον, ἀλλὰ κατὰ τὴν σελήνην. Ἑβραίων   γὰρ παῖδες οὐκ ἐκ τοῦ ἡλιακοῦ δρόμου, ἀλλ' ἐκ τοῦ τῆς σελήνης κύκλου τὸν μῆνα ποιεῖν ἐπαιδεύθησαν, ἐπειδὴ καὶ ὁ μὴν κατὰ τὸ ὄνομα τῆς σελήνης λέγεται· μήνη γὰρ αὕτη ὀνομάζεται ἑλλάδι τῇ φωνῇ. Αἰγύπτιοι γοῦν πρῶτοι διὰ τὸ τὸν τῆς σελήνης δρόμον ἐξώτατον εἶναι, καὶ ἐκ τούτου συμβαίνειν πλάνην τῶν ἡμερῶν παρά τισι γίνεσθαι, ἐξ ἡλίου τὰς τοῦ μηνὸς ἡμέρας ἐπενόησαν ψηφίζεσθαι, βραχύτερον τοῦ τῆς σελήνης κατὰ τὸν ἑαυτοῦ δρόμον κινουμένου, ὡς καὶ δυναμένου τούτου ῥᾷον καταλαμβάνεσθαι. τούτων τοίνυν οὕτως ὄντων, πολλοὶ καὶ τὸν πρῶτον μῆνα τοῦ ἐνιαυτοῦ, συντέλειαν ὄντα τῆς χειμερινῆς τροπῆς, ὡς πρῶτον διόλου τάττουσι. τοῦτο δὲ ποιοῦσιν ἀγνοοῦντες ὅτι τῆς ἐαρινῆς τροπῆς ἀρχομένης ἀπὸ τῆς πρὸ ιβʹ καλανδῶν ἀπριλίων τυγχάνει, ὅ ἐστι φαμενὼθ κεʹ, κατὰ δὲ Σύρους Ἀντιοχέας καὶ Μακεδόνας δύστρου μιᾷ καὶ εἰκάδι κατὰ τὸν ἡλιακὸν δρόμον, ἣν ἐπιτηρεῖν προσήκει μάλιστα, μήπως ταύτης κατωτέρω πεπλανημένως τις τὴν τεσσαρισκαιδεκαταίαν κατὰ σελήνην τάξας διαμάρτῃ τοῦ πάσχα, ὡς τοῦ πρώτου μηνὸς νομίζων εἶναι ταύτην. οὐ γὰρ ἐν τῷ δωδεκάτῳ μηνὶ χειμερινῆς τροπῆς, ὡς προεῖπον, οὔσης, ὁ τῶν νέων τάττεται μήν, οὔπω τὸν καρπὸν τῶν νέων πεπονημένων οὐδὲ δυναμένου δρεπάνου ἐν ἀμητῷ πέμπεσθαι· τοῦτο γὰρ μάλιστα σημεῖον τοῦ πρώτου μηνὸς ὁ θεῖος ἔταξεν νόμος. ἀλλ' ἐπεὶ συμβαίνει προφάσει τῆς τεσσαρισκαιδεκαταίας κατὰ σελήνην τοῦ αὐτοῦ πρώτου μηνὸς εἰς πλάνην ἐμπίπτοντάς  τινας, ἀπαντώσης αὐτῆς ἐν κυριακῇ ἢ ἐν σαββάτῳ, περιλύειν τὰς νηστείας, τρεισκαιδεκάτης εὑρισκομένης τότε κατὰ σελήνην, ὡς ξένα τοῦ νόμου πράττειν, τοῦτο σκοπεῖν προσήκει, ὅτι περ εἰ συμβῇ τὴν αὐτὴν τεσσαρισκαιδεκαταίαν τῆς σελήνης ἐν κυριακῇ εὑρίσκεσθαι, εἰς τὴν ἑξῆς ἑβδομάδα ἄμεινον ὑπερτίθεσθαι δύο τούτων ἕνεκα, πρῶτον μέν, ἵνα μὴ τρεισκαιδεκαταίας κατὰ σελήνην σαββάτου τότε εὑρισκομένου περιλύσωμεν τὰς νηστείας· ὅπερ οὐκ ἀκόλουθον, τοῦ νόμου τοῦτο μὴ προστάξαντος, ἀλλὰ καὶ τοῖ φωστῆρος τῆς σελήνης ἔτιπερ ἀτελοῦς περὶ τὸν κύκλον τὸν ἑαυτοῦ ὄντος.

Ὑποσ. 2:
      Τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου:


Συμπληρωματικὴ ἀπάντηση στὸ 2ο  ἄρθρο τοῦ  κ. Κ. Γεωργίτση  (ἐδῶ):
     
    Ἡ Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος –ὅπως φαίνεται ξεκάθαρα στὴν πιὸ πάνω ἐκτενῆ ἀπάντησή μου– καθόρισε τοὺς τέσσερις (4)  Ὅρους τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ ὄχι μὲ τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο. Τοὺς καθόρισε ἐν ἀναφορᾷ μὲ ἡμερολογιακοὺς καὶ ἀστρονομικοὺς προσδιορισμοὺς ποὺ εἶχαν σχέση μὲ τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα, τὴν σελήνη, τὴν ἰσημερία τῆς ἄνοιξης τῶν περιοχῶν τῆς Μεσογείου κ.λπ., ἀφοῦ καὶ ὁ Χριστὸς ἔζησε καὶ ἀναστήθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα, κι αὐτοὶ ποὺ τὰ καθόρισαν στὸν ἴδιο χῶρο ἔζησαν. Τί προσφέρουν στὴν συζήτηση οἱ παραδοξολογίες περὶ ἰσημερίας ὅσων ζοῦν στὸ …Βόρειο ἡμισφαίριο! Τὴν ἀνάγκη καθορισμοῦ τοῦ Πάσχα, ὥστε νὰ τὴν ἑορτάζουν ἀπὸ κοινοῦ οἱ πιστοί, ὅποιο Ἡμερολόγιο κι ἂν ἀκολουθοῦν, τὴν καθόριζε ἀρχικὰ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας, ὅπου εἶχαν τὸ Αἰγυπτιακὸ Ἡμερολόγιο. Καὶ ἐπειδὴ ἐσεῖς παρουσιάζετε ψευδῶς ὡς Πάτριο Ἡμερολόγιο τὸ Ἰουλιανό, «παραδοξολογοῦντες καὶ αὐθαιρετοῦντες», ἔγραψα πὼς (μὲ τὴν δική σας λογική) πάτριο εἶναι τὸ Αἰγυπτιακό. Τί λοιπόν, δὲν κατάλαβες, ἀγαπητέ Κωνσταντῖνε;
    Καὶ δὲν σκέπτεσαι τὴν εὐθύνη τῆς ἀσεβείας σου ἀπέναντι στὸ Θεό, ὅταν προσθέτεις αὐθαίρετα καὶ  παραπλανητικά, χωρὶς κἂν εἰσαγωγικά, στὴν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς τὴν δική σου κακόδοξη ἑρμηνευτική (ὅπως φαίνεται στὸ παρακάτω κείμενό σου), καὶ ἀκόμα χειρότερα, ὅταν παρουσιάζεις (πάλι αὐθαίρετα) τὴν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς, ὡς Ἀποστολικὴ διατύπωση;
      Ὡς πρὸς αὐτὰ ποὺ γράφει ὁ ἅγ. Νικόδημος, τί ἤθελες νὰ κάνει ὁ Ἅγιος; Ἀφοῦ ζοῦσε σὲ τόπο ποὺ ἐχρησιμοποιεῖτο τὸ Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο κι ὄχι τὸ Αἰγυπτιακό, καὶ ἐπίσης δὲν ὑπῆρχε τὸ διορθωμένο  Ἰουλιανό, μὲ βάση αὐτό (τὸ Ἰουλιανό) δὲν θὰ μιλοῦσε ὁ Ἅγιος; Καὶ ἐπὶ πλέον: Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος καὶ ἅγιος Νικόδημος, περὶ κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα λέγουν, κι ὄχι περὶ Ἰουλιανοῦ Ἡμερολογίου.
       Ὅσον ἀφορᾶ τὴν εὐφυολογία σου, ὅτι μέσω τῆς "ἀναίρεσης" τῆς δικῆς μου εἰσηγήσεως ἀναιρέθηκαν καὶ οἱ …ὑπόλοιπες(!) ποὺ διαβάστηκαν, ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ ἀδαὴς ἀναγνώστης μένει ἄφωνος μὴ διαπιστώνοντας ὄχι μόνο κάποια ἀναίρεση ἀλλὰ οὔτε κἂν ἀναφορὰ τῶν στοιχείων ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ τὶς ἀναιρέσουν. Τελικὰ ἀπεδείχθης πιὸ Γ.Ο.Χ. καὶ ἀπὸ τοὺς Γ.Ο.Χ. Κρίμα, Κωνσταντῖνε!

Φωτογραφία τοῦ ἐν λόγῳ τμήματος τοῦ σημερινοῦ ἄρθρου σου:


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.