Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Η αυθαίρετη μετατροπή της εννοίας της «ενότητας της Πίστεως» σε Ημερολογιακὴ ενότητα εκ μέρους των Γ.Ο.Χ.


Τοῦ Ἀδαμάντιου Τσακίρογλου


  «Στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν εἴτε χρονικά, εἴτε ὅσον ἀφορᾶ τὴν βρώση, δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ τίποτα ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ σκιὲς καὶ τὸν πειρασμὸ τῆς πλάνης» (Ἅγιος Ἱερώνυμος)


Ἄγνωστες μέχρι τώρα πηγὲς γιὰ τὸ ἡμερολογιακό ποὺ ἀποδεικνύουν ἐκ νέου τὴν πλάνη τῶν Γ.Ο.Χ.

,τι ἔχουμε γράψει μέχρι τώρα γιὰ τὸ ἡμερολόγιο καὶ τὸ ἡμερολογιακὸ ζήτημα, εἶχε ὡς σκοπὸ τὴν παρουσίαση τῆς ἀλήθειας, ἔτσι ὥστε νὰ ἐπιτυχανθεῖ ἡ ὁμόνοια ὁμόνοια καὶ ἑνότητα δίχως τὴν ἀλήθεια δὲν ὑπάρχει, οὔτε μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ποὺ θὰ ἐπέτρεπε, μέσα στὰ ἐκκλησιολογικῶς ἐπιτρεπτὰ πλαίσια καὶ ἐκτὸς παρατάξεων καὶ σχισμάτων, ἕνα ἀνεξαρτήτως ἡμερολογίου στιβαρὸ ὀρθόδοξο μέτωπο ἀπέναντι στὴν καλπάζουσα παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Γιὰ τὴν προσπάθεια αὐτὴ παρουσιάσαμε πλῆθος πηγῶν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία ποὺ ἀπεδείκνυαν ὅτι, ἡ ὅποια ἡμερολογιακὴ διαφορὰ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ὑπῆρξε ποτὲ αἰτία σχίσματος, ὅσον φυσικὰ τηροῦνταν οἱ ἀποφάσεις τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων καὶ κυρίως ἡ ἀπόφαση ὁρισμοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενική.
Δυστυχῶς ἡ προσπάθεια αὐτὴ προσέκουσε σὲ ὦτα μὴ ἀκουόντων, χωρὶς μάλιστα νὰ ὑπάρχει ἡ παραμικρὴ ἀναίρεση, ἔστω καὶ μίας πηγῆς.
    Ἀντιθέτως ἡ ἀπάντηση στὶς πηγὲς αὐτὲς συνοδευόταν ἀπὸ ὕβρεις (τοῦ τύπου: εἶστε «σέκτα»), μηνύματα (τοῦ τύπου:  θὰ καεῖτε στὴν κόλαση), ἀπὸ τραγικὰ εὐφυολογήματα (τοῦ τύπου: «ἀντιεπιστημονικὴ ἐργασία») καὶ ἀπὸ ἀνούσιες ματαιολογίες σὲ κείμενα (ὅπως τὰ ἄρθρα τοῦ ἀγνώστου μου Γ.Κ., πρὸς ἀναίρεση τοῦ βιβλίου «Οὐ βουλόμεθα…» χωρὶς ἀποδείξεις καὶ μάλιστα σὲ μία ξύλινη γλώσσα ποὺ μᾶλλον τὸ παλαιὸ γλωσσικὸ ζήτημα φιλοδοξεῖ(!) νὰ ἐπαναφέρει παρὰ τὸ παλαιὸ  ἡμερολόγιο).
Ἡ ἀλήθεια ὅμως δὲν κρύβεται, οὔτε μπορεῖ νὰ ἀγνοηθεῖ, ἐπειδὴ δὲν μᾶς συμφέρει ὅταν μάλιστα διακυβεύεται ὄχι μιὰ Παράδοση, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ Πίστη, ἀφοῦ οἱ Γ.Ο.Χ. καταργοῦν τὸ 9ο ἄρθρο τῆς Πίστεως περὶ Μιᾶς Ἐκκλησίας, καθόσον δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρχουν δύο Ἐκκλησίες (ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἐκείνη τῶν Γ.Ο.Χ. (ἡ ὁποία -κι αὐτή- ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλὲς «ἐκκλησίες», ἡ καθεμιὰ τῶν ὁποίων διεκδικεῖ γιὰ λογαριασμό της τὸ φωτοστέφανο τῆς «γνησιότητας» καὶ δὲν ἀναγνωρίζει τὶς ἄλλες!). Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ἐπανέρχομαι μὲ αὐτὸ τὸ κείμενο, παρουσιάζοντας πηγὲς τῶν πρώτων χριστιανικῶν αἰώνων, ποὺ δὲν εἶναι γνωστὲς στοὺς πιὸ πολλοὺς ἀπὸ ἐμᾶς. Τὶς πηγὲς αὐτὲς μπόρεσα νὰ ἀνακαλύψω στὴ ἔγκυρη, καὶ ἐπιστημονικῶς ἀναγνωρισμένη, ἐργασία τοῦ γερμανοῦ ἐρευνητῆ August Strobel μὲ τίτλο «Texte zur Geschichte des frühchristlichen Osterkalenders» (:Κείμενα σχετικὰ μὲ τὴν ἱστορία τοῦ πρωτοχριστιανικοῦ ὑπολογισμοῦ τοῦ Πάσχα), Liturgiewissenschaftliche Quellen und Forschungen, Bd. 64, Münster, 1984.
Στὴν ἐργασία αὐτὴ παρουσιάζονται καὶ ἀναλύονται παλαιογραφικὰ πηγὲς ποὺ θεωροῦνται ὁμολογουμένως ὡς σημαντικότατες γιὰ μία πιὸ ὁλοκληρωμένη ἄποψη σχετικὰ μὲ τὸ θέμα τῆς ἱστορίας τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα καὶ τὴν ὕπαρξη τῶν διαφόρων ἡμερολογίων.
Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο θὰ παρουσιάσω ἐδῶ τὶς πιὸ ἀξιόπιστες καὶ πιὸ σχετικὲς μὲ τὸ θέμα μας πηγές (ὅλες μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενική):
   α) Ἡ γραφὴ τοῦ ἁγίου Ἱερωνύμου «De sollempnitatibus paschae», «περὶ τῶν ἑορτῶν τοῦ Πάσχα» (CPL[1]  2278)».
β) Ἡ ἐπιστολὴ 23 τοῦ ἁγίου Ἀμβροσίου (MPL[2] 16, sp. 1069-1078).
γ) Γραφὴ περὶ τοῦ Πάσχα τοῦ Ἀνανία τοῦ Σιράκyzantinische Zeitschrift 6, 1897, S. 574ff. ἀρχικὴ μετάφραση στὰ ἀγγλικὰ F. C. Conybeare).
Σημαντικὴ εἶναι ἡ ἐπισήμανση ὅτι ὅσα ἀκολουθοῦν, συμφωνοῦν μὲ τὴν ὑπόλοιπη Ὀρθόδοξη Παράδοση.


α) Ἡ γραφὴ τοῦ ἁγίου Ἱερωνύμου «De sollempnitatibus paschae», «περὶ τῶν ἑορτῶν τοῦ Πάσχα» (CPL 2278)».
«…ΙΙ) Στὴν ἀρχὴ αὐτοῦ τοῦ μικροῦ βιβλίου ἔχουμε ὡς σκοπό διδασκόμενοι ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἱερεμίου “καὶ κατασκάπτειν καὶ ἀπολλύειν καὶ ἀνοικοδομεῖν καὶ καταφυτεύειν“ (σσ. Ἱερ. 1, 10) καὶ μὲ βάση τὴν Ἁγία Γραφή, νὰ δοῦμε μὲ ποιόν τρόπο ἑορτάζονται οἱ ἑορτὲς τοῦ Κυρίου (feriae Domini), ὄχι σκιωδῶς ἀλλὰ πνευματικά… διότι λέγει ὁ Κύριος “τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ Σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι“ (σσ. Ἠσ. 1, 13/14). Ὁ Κύριος θέλει νὰ δείξει, ὅτι δὲν θέσπισε τὶς ἑορτές, παρόλο ποὺ εἶναι ξεκάθαρο, ὅτι τὶς συμπεριέλαβε στοὺς νόμους του. Διότι τί ἄλλο φανερώνεται, ἂν ὄχι ὅτι ἡ κατὰ γράμμα τήρησή τους δὲν εἶναι ἐντολή Tου, ἀφοῦ μὲ τὸν Χριστὸ ἦλθε τὸ τέλος τοῦ Νόμου. Ὡς ἐκ τούτου λέγει ὁ ἀπόστολος (σσ. Κολ. 2, 16:) “ἂς μὴ σᾶς κρίνει καὶ ἂς μὴ σᾶς κατακρίνει κανεὶς διὰ φαγητὸν ἢ ποτὸν ἢ διὰ κάτι ποὺ ἀναφέρεται εἰς Ἑβραϊκὴν ἑορτὴν ἢ εἰς τὴν πρωτομηνιὰν ἢ εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου”. Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια διευκρινίζει, ὅτι στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν εἴτε χρονικά, εἴτε ὅσον ἀφορᾶ τὴν βρώση, δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ τίποτα ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ σκιὲς καὶ τὸν πειρασμὸ τῆς πλάνης…
III) Γιὰ τὸ Πάσχα ὅμως, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὸ μεγαλύτερο μυστήριο τῆς σωτηρίας μας… ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἀγαπημένη Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, ἀναθεματίζει ἐκείνους ποὺ ἑόρταζαν στὶς 14 τοῦ μηνὸς Νισὰν μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους».
Σὲ αὐτὸ τὸ κείμενο βλέπουμε τὸν ἅγ. Ἱερώνυμο νὰ ἀκολουθεῖ τὴν συμφωνία τῶν Πατέρων, τὸ consensus patrum (καὶ ὄχι τὶς διδασκαλίες γερόντων καὶ λαϊκῶν) τονίζοντας ὅτι γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἡ μόνη ἑορτὴ ποὺ ἔχει σωτηριολογικὸ χαρακτῆρα καὶ ὡς ἐκ τούτου πρέπει νὰ τηρεῖται ἀκριβῶς, ὅπως ἀποφάσισε ἡ πρώτη Οἰκουμενική, εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα «τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ τὸ μεγαλύτερο μυστήριο τῆς σωτηρίας μας». Δὲν μιλάει γιὰ καμία ἄλλη ἑορτή, οὔτε γιὰ ἡμερολόγια, παρόλο ποὺ ὡς γνωστὸν στὴν ἐποχή του ὑπῆρχαν διάφορα ἡμερολόγια, οὔτε γιὰ ἡμέρες, οὔτε ἀκόμα καὶ γιὰ τὴν νηστεία τὴν ἴδια (σσ. σύγκρινε καὶ τὸ πασχαλινὸ κήρυγμα τοῦ ἁγ. Χρυσοστόμου). 
Μάλιστα παραφράζοντας τὸν ἀπόστολο Παῦλο γράφει, ὅτι ὅποιος μένει στὴν ἀκριβὴ τήρηση τῶν ἡμερῶν κολλάει στὸ γράμμα καὶ ὄχι στὸ πνεῦμα καὶ κινδυνεύει νὰ πλανηθεῖ «δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ τίποτα ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ σκιὲς καὶ τὸν πειρασμὸ τῆς πλάνης».
Ἂς ἀναλογισθοῦν αὐτὴ τὴν συμβουλὴ τοῦ Ἁγίου ὅσοι ὑπερτονίζουν τὸ ἡμερολόγιο καὶ τὸ θεωροῦν σημαντικὸ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ στηρίξουν κάθε πράξη ποὺ προσπαθεῖ νὰ ὑπερασπίσει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ καταπολεμήσει τὰ σχίσματα σιγοῦν ἀπὸ ἐμπάθεια καὶ ἀλαζονία.

       β) Ἡ ἐπιστολὴ XXIII (23) τοῦ ἁγίου Ἀμβροσίου (MPL[3] 16, sp. 1069-1078).
         Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ γράφτηκε πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα τοῦ 387 (τὸ 387 μ.Χ. οἱ Ρωμαῖοι ἑόρτασαν τὸ Πάσχα στὶς 21 Μαρτίου, οἱ Ἀλεξανδρινοὶ ὅμως στὶς 25 Ἀπριλίου) καὶ ἀπευθύνεται στοὺς ἐπισκόπους τῆς ἰταλικῆς ἐπαρχίας Ἐμίλια (Aemilia). Πρέπει ἐξ ἀρχῆς νὰ τονιστεῖ, ὅτι μὲ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Ἅγιος δήλωνε στοὺς ἐπισκόπους τῆς ἐπαρχίας ξεκάθαρα, ὅτι στὴν διαμάχη γιὰ τὸν ὁρισμὸ τοῦ Πάσχα τοῦ ἔτους 387, ἐν ἀντιθέσει μὲ τὴν Ρώμη, δὲν ἀκολουθεῖ τὴν supputatio romana, (δηλ. τὸ ρωμαϊκὸ σύστημα ὑπολογισμοῦ του Πάσχα ποὺ ἀκολουθοῦσε τὸν 84ετῆ κύκλο κι ὄχι τὸν 19ετῆ) ἀλλὰ τὸ Ἀλεξανδρινό. Ἄλλη μία ἀπόδειξη δηλ. τῶν διαφορετικῶν κύκλων καὶ τρόπων ὑπολογισμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενική, χωρὶς τὸ γεγονὸς αὐτὸ νὰ ὁδηγήσει σὲ σχίσμα. Διαβάζουμε στὴν ἐπιστολή:
«1) Τόσο ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅσο καὶ ἡ Παράδοση τῶν Πατέρων μᾶς διδάσκουν, ὅτι χρειάζεται πολλὴ σοφία γιὰ νὰ προσδιορίσει κανεὶς τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα. Αὐτοὶ συνάχθησαν στὴ σύνοδο τῆς Νικαίας, στὴν ὁποία, ἀνάμεσα στὶς ἄλλες ἀληθινὲς καὶ θαυμαστὲς ἀποφάσεις, ἀνήκει καὶ αὐτὴ γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἀφοῦ συνάχθησαν καὶ οἱ καλύτεροι στὶς μετρήσεις, γιὰ νὰ συντάξουν ἕναν 19ετῆ κύκλο, ὁ ὁποῖος θὰ χρησίμευε ὡς ὑπόδειγμα καὶ γιὰ τὰ ἑπόμενα ἔτη…
8) Ἔτσι πρέπει μετὰ τοὺς ὑπολογισμοὺς τῆς ἀλεξανδρινῆς ἐκκλησίας καὶ τοὺς ὁρισμοὺς τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης νὰ περιμένουν καὶ οἱ περισσότεροι ἐπίσκοποι τῆς ρωμαϊκῆς ἐκκλησίας καὶ τὴν διὰ ἐπιστολῆς δική μου τοποθέτηση, τί δηλ. πρέπει νὰ γράψω περὶ τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα. Διότι φαίνεται πρέπον νὰ παρουσιάσουμε τοὺς κανόνες ὁρισμοῦ της ἐξ αἰτίας τῆς διαφωνίας (σσ. μεταξὺ Ρώμης καὶ Ἀλεξανδρείας) ποὺ παρουσιάστηκε…
14) Διότι λιγό καιρὸ πρίν, ὅταν ἡ 14η μέρα τῆς σελήνης συνέπεσε μὲ τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου (σσ. Κυριακή), ἑορτάστηκε τὸ Πάσχα τὴν ἀμέσως ἑπόμενη (σσ. Κυριακή). Τὸ 89ο ἔτος ἀπὸ τὴν βασιλεία τοῦ Διοκλητιανοῦ (σσ. τὸ 373, ἄλλοι κώδικες ἀναφέρουν το 80ο ἔτος δηλ. τὸ 364 καὶ ἄλλοι τὸ 93ο δηλ. τὸ 377) ὅταν ἡ 14η μέρα τῆς σελήνης συνέπεσε μὲ τὴν 9η πρὸ τῶν Καλενδῶν τοῦ Ἀπριλίου (24 Μαρτίου) ἑορτάσαμε τὸ Πάσχα, ὄχι τότε, ἀλλὰ τὴν προηγουμένη τῶν Καλενδῶν (31 Μαρτίου). Ἐπίσης οἱ Ἀλεξανδρινοὶ καὶ οἱ Αἰγύπτιοι ἑόρτασαν τὸ Πάσχα, ὅταν ἡ 14η μέρα τῆς σελήνης συνέπεσε μὲ τὴν 28η τοῦ μηνὸς Φαμενώθ (24 Μαρτίου σσ. ἄλλοι κώδικες ἀναφέρουν τὶς 28 τοῦ μηνὸς Φαρμουθὶ δηλ. 23 Ἀπριλίου) ἑόρτασαν στὶς 5 τοῦ μηνὸς Φαρμουθὶ δηλ. στὴν προηγουμένη τῶν Καλενδῶν Ἀπριλίου (31 Μαρτίου) καὶ συμφώνησαν μαζί μας.  Καὶ πάλι τὸ 93ο ἔτος ἀπὸ τὴν βασιλεία τοῦ Διοκλητιανοῦ (377), ὅταν συνέπεσε ἡ 14η μέρα τῆς σελήνης μὲ τὴν 14η τοῦ μηνὸς Φαρμουθί (9 Ἀπριλίου), ἡ ὁποία εἶναι ἡ 5η τῶν Εἰδῶν τοῦ Ἀπριλίου καὶ ἡμέρα Κυριακή, ἑορτάσθηκε τὸ Πάσχα στὶς 21 Φαρμουθί (16 Ἀπριλίου) μὲ τὸ δικό μας ἡμερολόγιο στὶς 15 πρὸ τῶν Καλενδῶν Μαΐου. Ἀφοῦ, λοιπόν, ὑπάρχουν καὶ οἱ ὑπολογισμοὶ καὶ τὰ ἀνάλογα παραδείγματα, δὲν πρέπει νὰ ἀλλάξουμε τίποτα... Στοὺς Αἰγύπτιους ὁ πρῶτος μῆνας ὀνομάζεται Φαρμουθὶ καὶ ἀρχίζει στὴν 6η πρὸ τῶν Καλενδῶν Μαΐου (25 Ἀπριλίου). Ἑπομένως θὰ ἑορτάσουμε τὸ Πάσχα τὸν πρῶτο μῆνα δηλ. τὴν 7η πρὸ τῶν Καλενδῶν Μαΐου (25 Ἀπριλίου) ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὶς 30 τοῦ μηνὸς Φαρμουθί… Γι’ αὐτὸ οἱ Πατέρες στὴ Νίκαια θέσπισαν αὐτὴ τὴν 19ετηρίδα καὶ καθόρισαν σωστὰ τὸν ἀνοιξιάτικο μῆνα, γιατὶ στὴν Αἴγυπτο σὲ αὐτὸ τὸν πρῶτο μῆνα (σσ. μὲ τὸ αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο) θερίζεται ὁ ὥριμος σῖτος».
Διαβάζοντας τὶς παραπάνω ἀναφορὲς τοῦ ἁγ. Ἀμβροσίου μένει κανεὶς ἄφωνος μὲ τὴν πόρωση τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν ποὺ συνεχίζουν παρὰ τὶς τόσες ἀποδείξεις νὰ μιλοῦν γιὰ θέσπιση τοῦ Ἰουλιανοῦ στὴν Α΄ Οἰκουμενική, γιὰ ἡμερολόγιο ὡς Ἱ. Παράδοση παραδοθεῖσα ἀπὸ τοὺς Πατέρες, γιὰ μὴ δυνατότητα συμπόρευσης λόγῳ ἡμερολογίου, ἂν καὶ ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα εἶναι κοινός, γιὰ δικαιολογία σχίσματος χωρὶς ἁγιοπατερικὴ κατοχύρωση καί παράλληλα μᾶς κατηγοροῦν ὡς αἱρετικοὺς καὶ ὡς σέκτα. Ὁ ἅγ. Ἀμβρόσιος δείχνει ξεκάθαρα καὶ σὲ συμφωνία μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Νικαίας ὅτι δὲν τὸν ἐνοχλοῦν τὰ διαφορετικὰ ἡμερολόγια (ρωμαϊκό, αἰγυπτιακό), ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ τὸν ἐνδιαφέρει εἶναι ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα. Μάλιστα, ἐνῶ εἶναι ἐπίσκοπος Μιλάνου, δείχνει νὰ γνωρίζει ἀρκετὰ τὸ αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο καὶ νὰ τὸ ὑπερασπίζει, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἀκολουθεῖ τὸ ρωμαϊκὸ «καὶ καθόρισαν σωστὰ τὸν ἀνοιξιάτικο μῆνα, γιατὶ στὴν Αἴγυπτο σὲ αὐτὸ τὸν πρῶτο μῆνα (σσ. μὲ τὸ αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο) θερίζεται ὁ ὥριμος σῖτος».
Ἂς ἀναλογιστοῦμε πόσο ἀπομακρύνθηκαν πιὰ οἱ Γ.Ο.Χ. ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων: Ὁ ἅγ. Ἀμβρόσιος ἀναφέρει χωρὶς ἀμφισβήτηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας τὴν διαφορὰ ἡμερῶν: «ἑόρτασαν στὶς 5 τοῦ μηνὸς Φαρμουθὶ δηλ. στὴν προηγουμένη τῶν Καλενδῶν Ἀπριλίου (31 Μαρτίου)… ἑορτάσθηκε τὸ Πάσχα στὶς 21 Φαρμουθί (16 Ἀπριλίου) μὲ τὸ δικό μας ἡμερολόγιο στὶς 15 πρὸ τῶν Καλενδῶν Μαΐου». Παρόλο δηλ. ποὺ διέφεραν τὰ ἡμερολόγια μεταξύ τους 16  καὶ  5 ἡμέρες ἀντίστοιχα, τὸ σημαντικὸ ἦταν ὅτι ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα παρέμενε κοινός.
Αὐτὰ δίδασκε ὁ Ἅγιος σὲ συμφωνία μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Ὡς ἀπόδειξη παραθέτω τὴν σχετικὴ μὲ τὸ θέμα μας ἀναφορὰ τοῦ Ἀνατολίου, ἐπισκόπου Λαοδικείας: «Ὡς ἐκ τούτου τὸ πρῶτο ἔτος, ἡ ἀρχὴ τοῦ χρόνου, ἡ ἀρχὴ τοῦ πρώτου μῆνα, ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχὴ τοῦ 19ετοὺς κύκλου, εἶναι ἡ 26η τοῦ αἰγυπτιακοῦ μηνὸς Φαμενώθ, ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὴν 22η τοῦ μακεδονικοῦ μηνὸς Δυστροῦ καὶ σύμφωνα μὲ τοὺς Ρωμαίους στὴν 11η πρὸ τῶν Καλενδῶν Ἀπριλίου»[4]. Ὁ Ἀνατόλιος θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς εἰδικούς, ὡς ὁ πρῶτος ποὺ ἐφάρμοσε τὸν 19ετῆ κύκλο στὸν ὑπολογισμὸ τοῦ Πάσχα. Ὡς ἀρχὴ τοῦ κύκλου ποὺ ὑπολόγισε, πρέπει νὰ ἰσχύει τὸ ἔτος 258 μ.Χ. Αὐτὴ ἡ ἄποψη ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Βικτώριος στὸ ἔργο του «Cursus Paschalis» ἀναφέρει τὸ ἔτος 353 ὡς τὸ τὸ τέλος ἑνὸς 95ετοὺς κύκλου, λαμβάνοντας ὑπόψη τὴν ἀρχή (δηλ. τὸ ἔτος 258 τοῦ Ἀνατολίου) ὅπως τὴν ὑπολόγισαν οἱ  Ἕλληνες ἢ οἱ Μακεδόνες «initium pashalis Graecorum post annos XCV seu Macedonum»[5]. Ὁ 95ετῆς κύκλος, ποὺ ὑπολογίσθηκε πρὶν ἀπὸ τὴν Α΄ Οίκουμενική, ἀποτέλεσε τὴν βάση γιὰ τὸν 95ετῆ κύκλο τῶν Ἀλεξανδρινῶν μετὰ ἀπὸ αὐτήν.
Φυσικὰ ὅπως διαφαίνεται ἀπὸ τὶς πηγὲς καὶ ἀπ’ ὅτι διαβάσαμε παραπάνω, ὁ κύκλος δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὰ διάφορα ἡμερολόγια, οὔτε μὲ τὴν διαφορὰ ἡμερῶν μεταξὺ τῶν ἡμερολογίων αὐτῶν, ἀφοῦ προσαρμοζόταν στὸ ἑκάστοτε ἡμερολόγιο.  Μάλιστα 4 αἰῶνες μετὰ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ ἀναφέρονται ὡς συνυπάρχοντες 3 κύκλοι. Στὸ ἰρλανδικὸ ἀνώνυμο ἀλλὰ ἐπιστημονικὰ σήμερα ὡς ἔγκυρο ἀποδεδειγμένο κείμενο «Tractatus de ratione conputandi secundum solem et lunam» (718/19) ἀναφέρονται τρεῖς ἐν ἰσχύι κύκλοι γιὰ τὸν ὑπολογισμὸ τοῦ Πάσχα (χωρὶς νὰ ὑπάρχει γι’ αὐτὸ τὸν λόγο σχίσμα), ὁ 28ετὴς κύκλος ποὺ ἀκολουθεῖ τὸν ἥλιο, ὁ 19ετὴς ποὺ ἀκολουθεῖ τὴν σελήνη, καὶ ὁ 532ετὴς κύκλος ποὺ ἀκολουθεῖ καὶ τὸν ἥλιο καὶ τὴν σελήνη[6].
Σήμερα ὅμως οἱ 13 ἡμέρες θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς Γ.Ο.Χ. καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ οἰκειοποιοῦνται τὴν ἐπιχειρηματολογία τους αἰτία διάσπασης, ἐνῶ ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα παραμένει, ὅπως καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου, κοινός.
Φυσικὰ ὅλοι μας θέλουμε καὶ ἐπιθυμοῦμε τὸν κοινὸ ἑορτασμό. Εἴπαμε ὅμως, ὅτι τώρα, μιὰ τέτοια ἀλλαγή, ἀντὶ νὰ ὠφελήσει θὰ βλάψει. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τὸν θεωροῦμε αἰτία σχίσματος καὶ διχόνοιας. Διότι ἀκόμα καὶ τὸ 387 ποὺ ἡ Ρώμη δὲν συμβάδισε μὲ τὴν Ἀλεξάνδρεια, ὁ Ἅγιος ἀκολούθησε μὲν ὡς πρὸς τὸν καθορισμὸ τοῦ Πάσχα τὸ Ἀλεξανδρινὸ Ἡμερολόγιο, δὲν διέκοψε ὅμως κοινωνία μὲ τὴν Ρώμη. Ἂν εἶχαν ἀντιδράσει ἀναλόγως καὶ οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ αὐτοὶ ποὺ οἰκειοποιοῦνται τὴν ἐπιχειρηματολογία τους, πόσο διαφορετικὰ θὰ ἦταν τὰ πράγματα στὸν ἀντιαιρετικὸ ἀγῶνα.! Δυστυχῶς ὅμως «οὐ βούλονται» συνιέναι.
Ἀκόμα μία σημαντικὴ πληροφορία ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἐπιστολὴ τοῦ ἁγ. Ἀμβροσίου εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι στὴν Νίκαια ὑπῆρχαν εἰδικοὶ ἐπιστήμονες περὶ τοῦ χρονικοῦ/ἡμερολογιακοῦ ὑπολογισμοῦ «ἀφοῦ συνάχθησαν καὶ οἱ καλύτεροι στὶς μετρήσεις» (κάτι ποὺ ἀρνιοῦνται οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ αὐτοὶ ποὺ οἰκειοποῦνται τὴν ἐπιχειρηματολογία τους) καὶ ὅτι στὴν Νίκαια ἀνατέθηκε ὁ ὑπολογισμὸς τοῦ Πάσχα στὴν Ἀλεξάνδρεια μὲ τὸ Αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο καὶ ὄχι μὲ τὸ Ἰουλιανό «καὶ καθόρισαν σωστὰ τὸν ἀνοιξιάτικο μῆνα, γιατὶ στὴν Αἴγυπτο σὲ αὐτὸ τὸν πρῶτο μῆνα (σσ. μὲ τὸ αἰγυπτιακὸ ἡμερολόγιο) θερίζεται ὁ ὥριμος σῖτος». Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ ἀρνοῦνται οἱ Γ.Ο.Χ.

Θὰ ἀκολουθήσει μία ἀκόμα πηγὴ ἀπὸ ἕναν ἀναγνωρισμένο πνευματικὸ ἀνάστημα τῆς «βυζαντινῆς ἐποχῆς», τὸν Ἀνανία ἐκ Σιράκ (7ος αἰ., βλ. καὶ Στῆβεν Ράνσιμαν, «ὁ βυζαντινὸς πολιτισμός» σελ. 225).
γ) Γραφὴ περὶ τοῦ Πάσχα τοῦ Ἀνανία τοῦ Σιράκ (Βyzantinische Zeitschrift 6, 1897, S. 574ff. ἀρχικὴ μετάφραση στὰ ἀγγλικὰ F. C. Conybeare)
Ὁ Ἀνανίας ἐκ Σιράκ[7] (Ανανία Σιρακατσί) ἔζησε στὶς ἀρχὲς μέχρι τὰ μέσα τοῦ 7ου αἰῶνος καὶ ἦταν ἀρμένιος φιλόσοφος, μαθηματικός, γεωγράφος καὶ ἀστρονόμος. Δάσκαλος του ἦταν ὁ ξακουστὸς τὴν ἐποχὴ ἐκείνη σοφός, Τυχικὸς ὁ Τραπεζούντιος. Δίδαξε 8 περίπου αἰῶνες πρὶν ἀπὸ τὸν Κοπέρνικο καὶ τὸν Γαλιλαῖο, ὅτι ἡ γῆ εἶναι σφαιρική, ὅτι γυρίζει σὲ τροχιὰ γύρω ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ὅτι τὸ φεγγάρι εἶναι ἀπὸ τὴν φύση του σκοτεινὸ καὶ ὅτι τὸ φῶς του ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τοῦ φωτὸς τοῦ ἡλίου. Ὁ Ἀνανίας εἶναι αὐτὸς ποὺ μεταφύτευσε στὴν Ἀρμενία τὸ ἐκπαιδευ­τι­κὸ σύ­στημα τοῦ «Βυζαντίου». Ἀπὸ τὰ παραπάνω γίνεται σαφές, ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ μία πολύπλευρη προσωπικότητα, τὰ ἔργα τῆς ὁποίας χαίρουν μεγάλης ἐκτίμησης γιὰ τὴν ἐγκυρότητά τους. Διαβάζουμε στὴ γραφή του περὶ τοῦ Πάσχα, ποὺ θεωρεῖται ἀπὸ ἱστορικῆς ἀλλὰ καὶ ἡμερολογιακῆς πλευρᾶς σημαντικὴ πηγὴ γιὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας (Σύνοδο ποὺ ὁ Ἀνανίας ὄχι μόνο ἀναγνωρίζει ἀλλὰ καὶ τιμάει ὡς Ἁγία) σχετικὰ μὲ τὸ Πάσχα:
«Μετά (σσ. τὸν θάνατο τῶν Ἀποστόλων) ὑπολόγισε ὁ φιλόσοφος Ἀριστείδης, ὁ Ἀθηναῖος, ὁ σύντροφος καὶ μαθητὴς τῶν Ἀποστόλων, τὸν 19ετῆ κύκλο γιὰ τοὺς Ρωμαίους (σσ. μὲ βάση τὸ ρωμαϊκὸ ἡμερολόγιο). Μετὰ ὁ Λεωνίδης, ὁ πατέρας τοῦ Ὠριγένη, ὑπολόγισε τὸν 19ετῆ κύκλο γιὰ τοὺς Αἰγύπτιους καὶ τοὺς Αἰθίοπες. Μετὰ ὑπολόγισε ὁ Ὠριγένης ὁ ἴδιος τὸν 19ετῆ κύκλο γιὰ τοὺς Ἄραβες καὶ τοὺς Μακεδόνες, παίρνοντας μάλιστα ὡς βάση τὸ ἑβραϊκὸ ἡμερολόγιο. Μετὰ ὑπολόγισε ὁ Ἀνατόλιος, ἐπίσκοπος Λαοδικείας, τὸν 19ετῆ κύκλο γιὰ τοὺς Ἕλληνες καὶ τοὺς Σύρους μὲ βάση τὸ ρωμαϊκὸ ἡμερολόγιο. Καὶ παρότι ὑπῆρχε ἑνιαία ἀπόφαση γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα, δὲν ἐφαρμόστηκε παντοῦ λόγῳ τῆς σκληρότητας τῶν διωγμῶν ἐνάντια στοὺς Χριστιανούς. Μάλιστα πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἑόρταζαν τὸ Πάσχα τὴν ἴδια ἡμερομηνία μὲ τοὺς Ἰουδαίους, μία κηλιδωμένη καὶ ἀνίερη ἑορτή, μέχρι τὶς ἡμέρες τοῦ ὁσίου Κωνσταντίνου καὶ τῆς ἁγίας Συνόδου τῆς Νικαίας. Τότε ἀπαγορεύθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα νὰ συνεορτάζεται τὸ Πάσχα μὲ τὴν ἀνίερη ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ἀποφασίστηκε ἡ Ἀλεξάνδρεια, ὡς μητρόπολη τῶν ἐπιστημῶν, νὰ ὁρίσει ἕνα πασχάλιο κύκλο 523 ἐτῶν (σσ. 27,5 x 19), ὁ ὁποῖος θὰ δηλώνει ἀκριβῶς τὴν ἡμερομηνία τῆς 14ης τοῦ μηνὸς Νισὰν καὶ τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Αὐτὸς ποὺ ἀνέλαβε τὸν ὁρισμὸ ἦταν ἡ κεφαλὴ τῶν εἰδικῶν, ὁ ἀλεξανδρινὸς Αἴας (σσ. ἐννοεῖ ἐδῶ τὸν Ἀνιανό;) καὶ ὡς βοηθούς του εἶχε τὸν ἰουδαῖο Φενεχὲς ἀπὸ τὴν Τιβεριάδα, τὸν Γαβριὴν ἀπὸ τὴν Συρία, τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, τὸν Ἀβδιὰχ ἀπὸ τοὺς Αἰθίοπες, τὸν Σέργιο ἀπὸ τοὺς Μακεδόνες, τὸν Εὐλόγιο ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες καὶ τὸν Γίγα ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους (σσ. ἄλλοι κώδικες ἀναφέρουν καὶ τὸν Ἄδδα ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ ἀντὶ τοῦ Ἀβδιὰχ τὸν Ἰωῆλ ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία)Ἡ Παράδοση λέει ὅτι συνάχθησαν 36 εἰδικοί… Οἱ Ἅγιοι Πατέρες φρόντισαν νὰ χωρίσουν τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα καὶ ἀναθεμάτισαν ὅποιον δὲν τηροῦσε τὸν χωρισμὸ αὐτὸν ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων…
 Αὐτὸ ποὺ παραμένει εἶναι ἡ παρουσίαση καὶ προσαρμογὴ τοῦ ἡμερολογίου τοῦ κάθε λαοῦ (σσ. ὡς πρὸς τὸν προσδιορισμὸ τῆς ἡμερομηνίας τῆς ἑορτῆς)».
Νά, λοιπόν, ἡ πραγματικὴ διάσταση τῶν γεγονότων ὡς πρὸς τὴν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς καὶ τὴν ἐφαρμογή της, ἀπὸ ἕναν ἀναγνωρισμένο εἰδικό:
         Πρὶν τὴν Νίκαια οἱ εἰδικοὶ ὅριζαν τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα ἀνάλογα μὲ τὸ κάθε ἡμερολόγιο καὶ πολλὲς φορὲς σὲ διαφορετικὴ ἡμερομηνία. Ἡ Νίκαια δὲν θέσπισε τίποτα ἄλλο παρὰ μόνο τὸν ὁρισμὸ τῆς ἡμερομηνίας τοῦ Πάσχα. Δὲν ὅρισε οὔτε δογματοποίησε ἡμερολόγια. Ὁ ὑπολογισμὸς τῆς ἡμερομηνίας ἀνατέθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια ὄχι γιατὶ ἦταν ἁγιότερη τῶν ἄλλων, ἀλλὰ γιατὶ ἦταν ἡ «μητρόπολη τῶν ἐπιστημῶν». Ἐκεῖ μαζεύτηκαν ἀντιπρόσωποι ἀπὸ τὸ κάθε ἡμερολόγιο, εἰδικοὶ στὰ θέματα ἀστρονομίας καὶ χρόνου καὶ φυσικὰ ὑπερασπιστὲς τοῦ 19ετῆ κύκλου.
    Τὸ βιβλίο «Οὐ βουλόμεθα ζῆν ψευδολογοῦντες» κατηγορήθηκε, ὅταν ὑπεράσπισε αὐτὴ τὴν πληροφορία. Οἱ πηγὲς ὅμως διαψεύδουν τοὺς κατήγορους. Διότι ἐδῶ μαθαίνουμε ὄχι μόνο τὰ ὀνόματα τῶν εἰδικῶν καὶ τὸ ἡμερολόγιο ποὺ ἐκπροσωποῦσαν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι, ὅλες αὐτὲς τὶς πληροφορίες, τὶς παρέδωσε ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Τί θα ποῦν τώρα οἱ Γ.Ο.Χ. καὶ αὐτοὶ ποὺ οἰκειοποιοῦνται τὴν ἐπιχειρηματολογία τους; Δυστυχῶς μᾶλλον ὅτι εἴμαστε πλανεμένοι! Καὶ θὰ προσπαθήσουν νὰ ἀναιρέσουν πετώντας πάλι τὴν μπάλα στὴν ἐξέδρα. Θὰ ποῦν καὶ πάλι ὅτι δὲν δογματοποιοῦν τὸ Ἡμερολόγιο, ἐνῶ θεωροῦν ...ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ὅσους δὲν ἀκολουθοῦν τοὺς Γ.Ο.Χ.! Θὰ ποῦν, θὰ ποῦν, θὰ ποῦν πολλά, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ δεχθοῦν τὸ ἕνα: πὼς εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη συνένωσης ὅσων ἀντιτίθενται στὴν Παναίρεση. Κι αὐτὸ δὲν θὰ τὸ ποῦν γιατὶ εἶναι ἀμετανόητοι στὴν δογματοποίση τοῦ Ἡμερολογίου, δηλαδὴ στὴν δημιουργία καὶ ἐπιμονὴ τῆς νέας ἐκκλησιολογικῆς τους αἱρέσεως!
Ὅ,τι γράφεται ὅμως ἐδῶ, γράφεται χάριν τῆς Ἀληθείας. Ἐλπίζω ὅσοι διαβάσουν τὸ κείμενο νὰ καταλάβουν τὴν πραγματικὴ διάσταση τῶν πραγμάτων, νὰ καταλάβουν, ὅτι ἐδῶ δὲν πολεμεῖται τὸ Ἰουλιανό, ἀλλὰ τὸ σχίσμα γιὰ μὴ δογματικοὺς λόγους· νὰ καταλάβουν ὅτι ἐπιζητεῖται ἡ ἑνότητα μὲ βάση ὅμως τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἁγιοπατερικὴ παράδοση· νὰ καταλάβουν, ὅτι ποτὲ δὲν εἶναι ἀργά.
             Γιὰ τὴν μετάφραση καὶ τὸν σχολιασμό
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου





[1] CPL= Codices Palatini Latini
[2] MPL= Migne Patrologia Latina
[3] Migne Patrologia Latina
[4] «Περὶ τοῦ Πάσχα κεφ. 2» βλ. καὶ Ch. W. Jones, Bedae Opera S. 319ff.; Faith Wallis, Bede The Reckoning of Time, Liverpool University Press, 1999, s. 51.
[5] Α. Strobel, Ursprung und Geschichte des fruhchristlichen Osterkalenders (T.U. 121). Βερολίνο 1977, S.. 134 -137. V. Grumel, La date de Γ epuinoxe vernal dans le canon pascal d Anatole de Laodicee, εν Melanges E. Tisserant, I) (Studi e Testi, 232), Citta del Vaticano, 1964, S. 217 - 240. C. Η. Turner, The Pascal Canor of Anatolius of Laodicea,  English Historica! Review, London, 10 (1895), S. 699-710.
[6] Βλ. καὶ Immo Warntjes, Proceedings of the Royal Irish Academy: Archaeology, Culture, History, Literature Vol. 107C (2007), pp. 31-85. 
[7] Γιὰ τὸν Ἀνανία βλ. F. Co­ny­be­are, (με­­τάφρ.), «Ananias of Shirak (A.D. 600-650). Auto­biography», BZ 6 (1897) 572-574 - R. H. Hewsen, «Science in Seventh-Century Armenia: Ana­ni­as of Sirak», Isis 59 (1968) 32-35 - M. Roueché, «Byzantine Philosophical Texts of the Seventh Cen­tu­ry», JÖB 23 (1974) 61-76 - Στῆβεν Ράνσιμαν, « βυζαντινὸς πολιτισμός» σελ. 225).

1 σχόλιο:

  1. Άψογη έρευνα που αποτελεί ταφόπλακα στις ΓΟΧικες αιτιάσεις περί ..νηστευτικής ενότητας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.