Β΄ Μέρος
Ε) Οἱ
πραγματικές αἰτίες τῆς ἁλώσεως τῆς Κων/λεως
Στήν ὁμιλία
Ὑμῶν, κατά τήν ἄφιξη Ὑμῶν στό Μιλᾶνο, ἀναφερόμενος στήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως
τό 1453, εἴπατε, Παναγιώτατε Δέσποτα:
«Μετά τήν πτῶσιν, κρίμασιν οἷς οἶδεν ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα
πληρῶν Κύριος, τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας…» .
Ἐδῶ νομίζουμε
ὅτι εἰσηγεῖσθε ἀγνωστικισμό ἐπί τοῦ θέματος, ἰσχυριζόμενος ὅτι μόνον ὁ Κύριος
γνωρίζει γιατί ἔπεσε ἡ Πόλις. Διατί Ὑμεῖς, Παναγιώτατε, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Κων/λεως καί Νέας Ρώμης, δέν εἴπατε γυμνή τήν ἀλήθεια περί τῶν πραγματικῶν
αἰτιῶν τῆς πτώσεως τῆς Κων/λεως ἐνώπιον τῶν Παπικῶν;
Ἄς εἰπωθοῦν,
λοιπόν τά πράγματα μέ τό ὄνομά τους, πρός ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας.
Ὁ Παπισμός,
πειθήνιο ὄργανο τοῦ Σατανᾶ, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ , δέν ἀρκεῖται
στή διατύπωση αἱρέσεων καί πλανῶν, ἀλλά ἐπιχείρησε καί ἐπιχειρεῖ νά τίς
ἐπιβάλλει διά τῆς βίας, φθάνοντας μέχρι τέτοιου σημείου μίσους ἐναντίον ὅσων
δέν δέχονται τίς αἱρέσεις του, ὥστε
νά τούς ὁδηγεῖ στό θάνατο. «Ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς καί ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν». Ἰδιαίτερα ὅσα ἔπραξαν οἱ Παπικοί κατά τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κων/λης τό 1204, ξεπερνοῦν σέ φρίκη καί βιαιότητες ἀκόμη καί τήν συμπεριφορά ἀλλοθρήσκων καί βαρβάρων κατακτητῶν. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἱστορικούς συμφωνοῦν περί τοῦ ὅτι, ἄν δέν εἶχε ἀποδυναμωθεῖ ἡ αὐτοκρατορία ἀπό τούς σταυροφόρους τοῦ Πάπα, δέν θά ἔπεφτε μετά ἀπό διακόσια πενήντα χρόνια (1204-1453) στά χέρια τοῦ Μωάμεθ, συμπαρασύροντας στήν πτώση, ἀλλά ὄχι καί στήν ἐξαφάνιση, τό μεγαλεῖο της Ρωμηοσύνης .
νά τούς ὁδηγεῖ στό θάνατο. «Ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ’ ἀρχῆς καί ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν». Ἰδιαίτερα ὅσα ἔπραξαν οἱ Παπικοί κατά τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κων/λης τό 1204, ξεπερνοῦν σέ φρίκη καί βιαιότητες ἀκόμη καί τήν συμπεριφορά ἀλλοθρήσκων καί βαρβάρων κατακτητῶν. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἱστορικούς συμφωνοῦν περί τοῦ ὅτι, ἄν δέν εἶχε ἀποδυναμωθεῖ ἡ αὐτοκρατορία ἀπό τούς σταυροφόρους τοῦ Πάπα, δέν θά ἔπεφτε μετά ἀπό διακόσια πενήντα χρόνια (1204-1453) στά χέρια τοῦ Μωάμεθ, συμπαρασύροντας στήν πτώση, ἀλλά ὄχι καί στήν ἐξαφάνιση, τό μεγαλεῖο της Ρωμηοσύνης .
Σύμφωνα μέ
τούς ἱστορικούς, τά αἴτια τῆς δευτέρας ἁλώσεως τοῦ 1453 συνεπείᾳ τῆς πρώτης
πτώσεως τοῦ 1204, τά ὁποῖα ἐπέφεραν τήν πτώση τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας,
συνοψίζονται στά ἑξῆς: α) Ἡ οἰκονομική κρίση, ἡ ὁποία, τίς παραμονές τῆς
ἁλώσεως μάστιζε τό Ρωμαϊκό κράτος, πού δέ διέθετε πιά πόρους γιά τόν ἐξοπλισμό
ἱκανοῦ στρατοῦ καί στόλου. β) Ἡ ἔλλειψη ἐπαρκοῦς βοήθειας ἐκ μέρους τοῦ Πάπα
καί τῶν βασιλέων τῆς Δύσης, οἱ ὁποῖοι στήν ἀρχή, ὅπως συνήθως, ὑπόσχονταν τά
πάντα, καί κατόπιν ἀρκέστηκαν στήν ἀποστολή ἑνός μικροῦ στόλου πλοιαρίων καί
λίγων ἑκατοντάδων στρατιωτῶν, πού διατελοῦσαν ὑπό τίς διαταγές τοῦ γενναίου
Ἰουστινιάνη. γ) Ἡ προηγηθεῖσα ἐξασθένηση τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἀπό τίς
ἀλλεπάλληλες βαρβαρικές ἐπιδρομές καί ἰδίως ἀπό τήν ἐπιδρομή τῶν περιβόητων
Σταυροφόρων. δ) Ἡ ἀκμή, ἡ σφριγηλότητα τοῦ νεαροῦ κράτους τῶν Μωαμεθανῶν. ε) Ἡ
δυσαναλογία τῶν δικῶν μας στρατιωτικῶν δυνάμεων πρός τίς δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ,
δεδομένου ὅτι 7.000 στρατιῶτες τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ἀντιπαρατάχθηκαν σέ
τριακονταπλάσιες δυνάμεις τοῦ Μωάμεθ Β΄. στ) Ἡ διάπραξη ἀπό τούς δικούς μας
στρατηγικῶν λαθῶν κατά τή διάρκεια τῶν μαχῶν. ζ) Ὁ ἐφοδιασμός τοῦ τουρκικοῦ
στρατοῦ μέ νέο ὅπλο, τό τεράστιο τηλεβόλο, τό ὁποῖο ἔβαλε κατά τῶν τειχῶν καί
μέ τό δαιμονιώδη κρότο ἐπιδροῦσε ψυχολογικά στούς πολιορκούμενους. η) τέλος, ἡ
ἀπρονοησία τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων νά ἀφήσουν ἀνοιχτή μία ἀπό
τίς πύλες τοῦ ἀπέραντου τείχους, μέσω τῆς ὁποίας καί ἔγινε ἡ πρώτη εἴσοδος τῶν
βαρβάρων στήν Πόλη.
Ἡ μαρτυρία,
τοῦ ἁγίου Γενναδίου Σχολαρίου, τοῦ πρώτου μετά τήν ἅλωση Πατριάρχου, εἶναι
οὐσιώδης. Ὁ ἅγιος Γεννάδιος, μπροστά στίς ἰταμές παπικές ἀπαιτήσεις, καί γιά νά
προλάβει νέα ἀποστασία στήν πίστη, ἀναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα. Ἀπευθύνεται
μέ ἐπιστολές στό βασιλέα, στό μέγα δούκα Λουκᾶ Νοταρᾶ καί πρός τό λαό, γιά νά
τούς ἐξηγήσει ὅτι ἡ Πόλη μπορεῖ νά σωθεῖ, χωρίς τήν προδοσία τῆς πίστεως, ὁπότε
θά πρόκειται γιά διπλή σωτηρία, ἀπό τούς Τούρκους καί ἀπό τούς Λατίνους.
Ἀπαιτεῖται τόνωση τοῦ φρονήματος τοῦ λαοῦ καί ὄχι μοιρολατρική ἐγκαρτέρηση καί
ἡττοπάθεια• ἐάν χρειασθεῖ, πρέπει νά εἶναι ἕτοιμοι καί τή ζωή τους ἀκόμη νά
θυσιάσουν. Ὅσες φορές ἡ Πόλη ἐναπέθετε τίς ἐλπίδες στό Θεό καί ὄχι σέ δυσσεβεῖς
συμμαχίες ἀνθρώπων ἐσώζετο. Ὁ Θεός θά βοηθήσει, ἐάν καί οἱ πολίτες συνεργήσουν
στήν ἄμυνα τῆς Πόλεως, ἄν προσφέρουν χρήματα, ἄν ἀδειάσουν τά βαλάντιά τους, ἄν
προσφέρουν προσωπική ἐργασία στήν ἐνίσχυση τῶν τειχῶν. Προδότης δέν εἶναι
ἐκεῖνος, πού ἀποκρούει τήν ἀμφίβολη καί μέ ἐπαχθῆ ἀνταλλάγματα βοήθεια τῶν
ξένων, ἀλλά αὐτός πού δέν πράττει ὅ,τι μπορεῖ, γιά νά σώσει τήν πατρίδα. Κανένα
ἔθνος δέ θέλησε ποτέ νά προδώσει τήν θρησκεία του, γιά νά εὐημερεῖ• ἀντίθετα
πολλά ἔθνη ἐγκατέλειψαν τίς παλαιές θρησκευτικές δοξασίες, μέσα σέ διωγμούς καί
βασανιστήρια, γιά νά ἀσπασθοῦν τήν ἀληθινή θρησκεία. Ὄχι μόνον δέν ἀποθαρρύνει
τό λαό καί δέν συνιστᾶ μοιρολατρική ἀντιμετώπιση τοῦ κινδύνου, ἀλλά γράφει πρός
τόν Λουκᾶ Νοταρᾶ, ὅτι οἱ ἡγέτες πρέπει νά ξυπνήσουν τήν Πόλη, πού φαίνεται ὅτι
κοιμᾶται, ὅτι δέν καταλαβαίνει τόν κίνδυνο, τόν ὁποῖο μποροῦν νά ἀποφύγουν μέ
θυσίες ὑλικές, ἀκόμη καί τῆς ζωῆς τους• οἱ περισσότεροι ὅμως νομίζουν ὅτι θά
σωθοῦν χωρίς θυσίες, γιατί πιστεύουν στή σκιά καί στό παραμύθι τῆς παπικῆς
βοηθείας, ἀφοῦ προηγηθεῖ ἡ προδοσία τῆς πίστεως.
Ἡ μοναδική αὐτή προφητική φωνή δυστυχῶς δέν
εἰσακούσθηκε• στίς 12 Δεκεμβρίου τοῦ 1452, στό ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας ἐπικυρώθηκε
ἡ ἕνωση μέ τό συλλείτουργο Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, στό ὁποῖο μνημονεύθηκαν ὁ
πάπας Νικόλαος Ε΄ (ἐκπρόσωπος τοῦ πάπα ἦταν ὁ ἀποστάτης καί ἕτερος Βησσαρίων
καρδινάλιος Ἰσίδωρος, πρώην Μητροπολίτης Κιέβου) καί ὁ ἐξόριστος στή Ρώμη
λατινόφρων πατριάρχης Γρηγόριος Μάμας. Ἔτσι, δεκατρία ἔτη μετά τήν ὑπογραφή τοῦ
ἑνωτικοῦ ὅρου τῆς Φλωρεντίας ἐφαρμοζόταν στήν πράξη ἡ ἕνωση σέ λατρευτική
ἐκδήλωση τῶν Ὀρθοδόξων. Πικραμένος ἀπό τήν ἐξέλιξη αὐτή γράφει ὁ ἅγιος
Γεννάδιος ἐπιστολή στόν Δημήτριο Παλαιολόγο στίς 25 Δεκεμβρίου τοῦ 1452, ὅπου
ἐκθέτει τά γενόμενα, καί τόν Ἰανουάριο τοῦ 1453 θρηνεῖ σέ σωζόμενο ἔργο του
«ἐπί τῆ δι' ἐγκατάλειψιν τοῦ Θεοῦ ματαίᾳ καί ἀλόγῳ καί ἀσυνειδήτῳ καινοτομίᾳ
τῆς πίστεως» .
Νά, λοιπόν,
ποιά εἶναι ἡ πραγματική αἰτία τῆς πτώσεως τῆς Πόλης. Ἡ προδοσία τῆς πίστεως, ἡ
ὑποχώρηση στίς ἀπαιτήσεις τῶν Παπικῶν γιά ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου ἐξουσίας τοῦ
Πάπα καί γιά κοινό συλλείτουργο, μέ λίγα λόγια ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Καί ὁ Θεός δέν ἄργησε νά στείλει τήν τιμωρία Του. Πέντε μῆνες μετά ἐπῆλθε ἡ
πτῶσις. Τό ἴδιο ἄλλωστε ἔγινε καί σέ ἄλλες περιπτώσεις. Ἡ μικρασιατική καταστροφή
τό 1922-3 ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα τῶν οἰκουμενιστικῶν ἐγκυκλίων τοῦ 1902, 1904 καί
1920 ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μέ τόν κυρό Ἰωακείμ Γ΄. Ἡ εἰσβολή
τῶν Τούρκων στήν Κύπρο τό 1974 ἦταν ἀπότοκος της οἰκουμενιστικῆς πολιτικῆς τοῦ
κυροῦ Ἀθηναγόρα καί ἰδίως τῆς πρωτοφανοῦς καί καινοφανοῦς, ἀντικανονικῆς ἄρσεως
τῶν ἀναθεμάτων στά Ἱεροσόλυμα τό 1965 μέ τόν πάπα Παῦλο ΣΤ΄. Ἡ γιά πρώτη φορά
στήν ἱστορία τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας ἐπίσημη ὑποδοχή τοῦ παναιρετικοῦ πάπα τό
2001 καί ἡ φιλοξενία τοῦ παμπροτεσταντικοῦ λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου
Ἐκκλησιῶν» ἤ μᾶλλον αἱρέσεων, ἔφερε τήν Ἑλλάδα στήν ἐσχάτη κατάντια, πού
βρίσκεται σήμερα. Καί τέλος, ἡ ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στή Κύπρο τό 2010 ἐπί Μακ.
Ἀρχιεπισκόπου κ. Χρυσοστόμου, εἶναι ὑπαίτιος τῆς γνωστῆς σημερινῆς καταστάσεως
στή μαρτυρική Κύπρο.
Ἡ χειρότερη
ἅλωση, πέρα ἀπό τίς δύο ἁλώσεις τῆς Κων/λεως τό 1204 καί τό 1453, εἶναι ἡ ἅλωση
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, συμπεριλαμβανομένου ὡς πρώτου τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριαρχείου, ἀπό τήν παναίρεση τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ
οἰκουμενισμοῦ. Ἡ τωρινή οἰκουμενιστική αἰχμαλωσία εἶναι ἡ χειρότερη. Διότι, ἡ
αἰχμαλωσία στούς Τούρκους τότε ἦταν ἀκούσια. Τώρα ἡ αἰχμαλωσία στόν
οἰκουμενισμό εἶναι ἑκούσια. Τότε ἦταν σέ κίνδυνο μόνο τά προσωρινά ὑλικά ἀγαθά.
Τώρα βρίσκεται σέ κίνδυνο αὐτή ἡ ἴδια ἡ σωτηρία, ἀφοῦ στήν παναίρεση τοῦ
οἰκουμενισμοῦ κανένας δέ σώζεται.
ΣΤ) Τά ἱερά
λείψανα
Παναγιώτατε
Δέσποτα, προσκυνήσατε τό Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀμβροσίου, τό ὁποῖο φυλάσσεται στή
Βασιλική του. Δέν γνωρίζετε, ὅμως, ὅτι ὁ Θεός ἦρε τήν Χάριν Του ἀπό τά λείψανα
πού κατέχουν οἱ Παπικοί, ἀπό τή στιγμή πού ἔγιναν αἱρετικοί καί εἰσήγαγαν
δογματικές καινοτομίες, ὅπως εἶναι ἡ κακοδοξία τους περί κτιστῆς Χάριτος,;
Ἐφ’ὅσον οἱ Παπικοί πιστεύουν σέ κτιστή Χάρι καί ὄχι σέ ἄκτιστη, ποιός καί πῶς,
λοιπόν, θά ἐξαγιάσει καί θά θεώσει τόν ἄνθρωπο, καί πῶς τά ἅγια λείψανα θά
μυροβλύζουν καί θά ἔχουν Χάρι; Ἑπομένως τά λείψανα, πού κατέχουν οἱ Παπικοί,
εἶναι ἀχαρίτωτα, ἄμοιρα ἀκτίστου θείας Χάριτος καί παραμένουν ἀνενέργητα. Πολύ
δέ περισσότερο οἱ ἅγιοι δέν ἐπαναπαύονται, ὅταν βρίσκονται σέ αἱρετικό
περιβάλλον. Τό φρικτόν θαῦμα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος τοῦ Θαυματουργοῦ τήν
12/11/1716 πού ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος εἰς τό ἔργον του «Οὐρανοῦ
κρίσις», (Λειψία Σαξωνίας, 1805), κατά τό ὁποῖο ὁ Ἅγιος μέ ἀπόλυτο τρόπο
ἀπηγόρευσε τήν πῆξι ἁλταρίου (Λατινικοῦ θυσιαστηρίου) εἰς τόν ἐν Κερκύρᾳ Ἱ.
Ναόν Αὐτοῦ, μαρτυρεῖ τοῦ λόγου τό ἀληθές.
Ζ) Ἡ Εὐρώπη
καί ὁ δυτικός κόσμος
Στήν ὁμιλία
Ὑμῶν στό οἰκουμενιστικό μοναστήρι τοῦ Bose διατείνεσθε ὅτι «ἡ χριστιανική ζωή εἰς τόν Δυτικόν κόσμον δέν
ἔχει παύσει νά βιοῦται αὐθεντικῶς» . Ἐπίσης, στό χαιρετισμό Ὑμῶν στήν ἡμερίδα
τῆς Κων/λης ἰσχυρισθήκατε ὅτι, «παρά τήν ἀπογοητευτικήν ταύτην πορείαν
τῶν ἀνθρωπείων, ἡ ὁποία εἶναι πλέον ἐμφανής εἰς τόν ἐκκοσμικευόμενον
ὁσημέραι δυτικόν λεγόμενον "κόσμον" καί πολιτισμόν, διατηρεῖται εἰς
τά ἔγκατα καί εἰς τά σπλάγχνα αὐτοῦ τοῦ δυτικοῦ κόσμου, εἰς τήν διάρθρωσιν καί
εἰς τήν δομήν του, εἰς τήν διοίκησιν καί τήν νομοθεσίαν του, εἰς τήν τέχνην καί
εἰς τάς ἀξίας του, τό ἦθος καί τό
πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τό ἦθος καί τό πνεῦμα τοῦ Ἁγίου Βασιλέως
Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου, τό ἦθος καί τό πνεῦμα τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου» .
Παναγιώτατε
Δέσποτα, ἀπό ποιούς ἀποτελεῖται ὁ δυτικός κόσμος; Τί εἶναι ἡ Εὐρώπη; Ὁ Πάπας
καί ὁ Λούθηρος. Οἱ αἱρετικές παρασυναγωγές τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ
κυριαρχοῦν στή Δύση, στό δυτικό κόσμο. Ὁ Παπισμός, μετά τήν ἀποκοπή του ἀπό τήν
Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία, ὑπέκυψε στούς τρεῖς πειρασμούς, τούς ὁποίους
ἐνίκησε ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, κατά τό Εὐαγγέλιο , τόν πειρασμό τῶν ὑλικῶν
ἀναγκῶν, τῆς ἐξουσίας καί τῆς ὑπερηφανείας, στόν πειρασμό γενικά της
ἐκκοσμικεύσεως. Γι’αὐτό καί στή συνέχεια ἔγινε πηγή ὅλων τῶν σχισμάτων καί
διαιρέσεων στό δυτικό κόσμο, πού ἀπέρρευσαν ἀπό τήν προτεσταντική μεταρρύθμιση,
ἀλλά καί ὅλων τῶν παραμορφώσεων τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος καί τῶν
ἀπογοητεύσεων τῶν ἀνθρώπων τῆς Δύσεως, πού δέν βρῆκαν, οὔτε βρίσκουν ἀνάπαυση
σ’αὐτόν τόν παραμορφωμένο, διαστρεβλωμένο καί νοθευμένο Χριστιανισμό τοῦ Πάπα,
τοῦ Λουθήρου καί τῶν ἄλλων μεταρρυθμιστῶν. Ὁ Παπισμός καί ὁ Προτεσταντισμός δέν
εἶναι μόνο αἱρέσεις, ἀλλά ἀναιρέσεις καί καθαιρέσεις τῆς ἀληθείας,
παραμορφώσεις, διαστρεβλώσεις καί νοθεύσεις τοῦ αὐθεντικοῦ βιώματος τῆς ἐν
Χριστῷ Ὀρθοδόξου πίστεως καί ζωῆς, γι’αὐτό καί εἶναι οἱ κύριοι ὑπαίτιοι τοῦ
ἀθεϊσμοῦ τῆς Εὐρώπης . Ἄλλωστε, ἡ ἀποχριστιανοποίηση τῆς Εὐρώπης φαίνεται καί
ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ἴδια ἡ Εὐρώπη, στό Εὐρωπαϊκό της Σύνταγμα ἀπαρνήθηκε τίς
χριστιανικές της ρίζες, ἐνῷ εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστόν ὅτι οἱ τρεῖς στύλοι, στούς
ὁποίους στηρίζεται ἡ Εὐρώπη, εἶναι α) τό ρωμαϊκό δίκαιο, β) ἡ κλασσική ἑλληνική
φιλοσοφία καί γ) ὁ Χριστιανισμός.
Τέλος, στήν
πρόποση Ὑμῶν, κατά τό γεῦμα στό παπικό μέγαρο τῆς Πράγας, ἰσχυρισθήκατε ὅτι
προστάτες τῆς Εὐρώπης εἶναι οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος. Εἴπατε ἐπί λέξει
: «ὁ ἀείμνηστος Πάπας Ρώμης Ἰωάννης Παῦλος ὁ Β´
ἀνεκήρυξε τούς Ἁγίους Κύριλλον καί Μεθόδιον "προστάτας τῆς Εὐρώπης"»
. Προστάτες τῆς Εὐρώπης δέν εἶναι οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος, ἀλλά ὁ
Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος. Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος εἶναι προστάτες τῶν
Σλαύων, τοῦ Σλαυϊκοῦ κόσμου. Οἱ Σλαῦοι, ὅμως, δέν ἀποτελοῦν ὁλόκληρη τήν
Εὐρώπη. Ἄλλωστε, δέ συμφέρει τόν Πάπα νά ἀνακηρύξει ὡς προστάτη τῆς Εὐρώπης τόν
Ἀπ. Παῦλο, γιατί θά χάσει τά «πρωτεῖα» του ἀπό τόν Ἀπ. Πέτρο!!!, τήν δῆθεν
διαδοχή τοῦ Ἀπ. Πέτρου τοῦ δῆθεν «πρίγκηπος τοῦ κολλεγίου τῶν Ἀποστόλων»!!!
Η) Σταύρωση
καί Ἀνάσταση.
Στήν ὁμιλία
Ὑμῶν κατά τήν ἄφιξη Ὑμῶν στό Μιλᾶνο εἴπατε :
«Ὁ Ἅγιος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀντί τοῦ κλασσικοῦ
χαιρετισμοῦ "Καλημέρα" ἤ "Καλησπέρα", ἀπηυθύνετο πρός τούς
συνανθρώπους του διά τοῦ "Χριστός Ἀνέστη, χαρά μου"»! Παναγιώτατε
Δέσποτα! Τή γνωστή φράση "Χριστός Ἀνέστη, χαρά μου" δέν τήν εἶπε ὁ
ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀλλά ὁ ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ
Αἰτωλός εἶπε κάτι ἄλλο. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε : «Τόν Πάπα νά καταρᾶσθε, διότι
αὐτός εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν (τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας)» καί ὅτι «ὁ Πάπας
εἶναι ἀντίχριστος».
Ἐκτός αὐτοῦ,
τό «Χριστός Ἀνέστη», τό «Καλημέρα» καί τό «Καλησπέρα» δέν μποροῦμε νά τό λέμε
σέ αἱρετικούς καί ἀπίστους, α) διότι ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ
μαθητής τῆς ἀγάπης, παραγγέλλει : «Εἰ τίς ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν
διδαχήν οὐ φέρει, μή λαμβάνετε αὐτόν εἰς οἰκίαν καί χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε. Ὁ
γάρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» καί β) γιά τόν πολύ ἁπλό λόγο ὅτι αὐτοί δέν
πιστεύουν στό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση, ὅπως διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Πιό
συγκεκριμένα ὑπάρχει μέγα χάσμα μεταξύ Παπισμοῦ καί Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σχετικά
μέ τό Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση. Οἱ αἱρετικοί Παπικοί ὑπερτονίζουν τή Σταύρωση
καί ὑποτονίζουν τήν Ἀνάσταση. Κέντρο τους εἶναι ὁ Σταυρός καί ὄχι ἡ Ἀνάσταση.
Τό γεγονός αὐτό, βεβαίως, ἔρχεται ὡς φυσικός ἀπότοκος καί ἀπόρροια τῆς
κακόδοξης διδασκαλίας τους περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, ἀλλά καί
τῆς ἀπογυμνώσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν Θεότητα, μέ ἀποτέλεσμα τόν οὐμανισμό,
ἀνθρωπισμό. Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως, κέντρο παραμένει, ὄχι ὁ
Ἐσταυρωμένος, ἀλλά ὁ Ἀναστημένος Θεάνθρωπος, χωρίς βεβαίως νά παραγνωρίζεται
καί νά παραγκωνίζεται ἡ σημασία τῆς Σταυρικῆς Θυσίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμα
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ὁ σταυροαναστάσιμος χαρακτήρας, ἡ χαρμολύπη. Στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπου ἀσκούμασθε σταυρικά, λαμβάνουμε τήν πείρα τῆς
Ἀναστάσεως. Ὅλα στήν Ἐκκλησία μας εἶναι ἀναστάσιμα, γιατί ὅλα εἶναι σταυρικά. Ἡ
Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως. Χωρίς Σταυρό δέν
ὑπάρχει Ἀνάσταση. Ἀλλά οὔτε καί Σταυρός ὑπάρχει, πού νά μήν ἀκολουθεῖται ἀπό
τήν Ἀνάσταση. Γι’αὐτό οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε καί τή Μ. Παρασκευή ἀναστάσιμα,
ἐνῶ οἱ Δυτικοί καί τό Πάσχα σταυρώσιμο .
Κατά τόν ἅγιο
Μελέτιο τόν Ὁμολογητή, στό λόγο του περί τῶν Ἠθῶν τῶν Ἰταλῶν, οἱ Λατῖνοι εἶχαν συνήθεια νά
χαράττουν στό ἔδαφος Σταυρό, νά τόν ἀσπάζονται καί μετά νά τόν πατοῦν .
Σύμφωνα μέ τόν
ογ΄ (73) Κανόνα τῆς ΣΤ΄ ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐπειδή μέσῳ τοῦ
Ζωοποιοῦ Σταυροῦ σωθήκαμε καί ἀπελευθερωθήκαμε ἀπό τήν δουλεία τῆς ἁμαρτίας,
γι’αὐτό πρέπει νά σπουδάζουμε νά ἀποδίδουμε σέ αὐτόν τήν πρέπουσα τιμή καί
προσκύνηση καί μέ τόν νοῦ καί μέ τό λόγο καί μέ τήν αἴσθηση. Ἐπειδή, ὅμως,
μερικοί ἁπλούστεροι σημαδεύουν παντοῦ τόν τύπο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μέχρι καί
στό ἔδαφος τῆς γῆς, τάχα γιά εὐλάβεια καί γιά νά δώσουν περισσότερη τιμή
σ’αὐτόν, γι’αὐτό ἡ Σύνοδος προστάζει, ὅπου βρεθεῖ τύπος Σταυροῦ τυπωμένος στή
γῆ, νά ἐξαλείφεται καί νά χαλᾶται, γιά νά μήν καταπατεῖται καί ἀκολούθως
ἀτιμάζεται ἀπό ὅσους πατοῦν τό νικητικό τρόπαιο τῆς σωτηρίας. Ὅσοι στό ἑξῆς
κατασκευάσουν τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ στό ἔδαφος, ἄς ἀφορίζονται.
Ἀπό τόν
διορισμό αὐτό τοῦ Κανόνος, σημειώνει ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἄς μάθει ὁ Δίκερως πάπας τῆς Ρώμης πόσο
ἀντίχριστα κάνει, ὅταν τυπώνει κάτω στό πόδι του τόν Ζωοποιό Σταυρό καί τόν
δίνει στούς προσερχομένους νά τόν ἀσπάζονται. Γιατί, μ’αὐτόν τόν τρόπο,
καταπατεῖ τό νικητικό τρόπαιο τῆς σωτηρίας μας.
Σχετικά μέ τόν
τύπο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἤδη ἡ ἐπικρατοῦσα συνήθεια τῶν Χριστιανῶν εἶναι νά
σμίγουν τά δύο δάκτυλα τοῦ χεριοῦ μαζί μέ τόν μεγάλο καί μέ τά τρία αὐτά, πού
σημαίνουν τήν Ἁγία Τριάδα, νά σχηματίζουν τό Σταυρό, βάζοντας τό χέρι, πρῶτον
στό μέτωπο, δεύτερο στόν ὀμφαλό, μέ τό ὁποῖο παριστάνεται τό ὄρθιο μέρος τοῦ
Σταυροῦ, τρίτον βάζοντας τό χέρι στόν δεξιό ὦμο καί τέταρτον βάζοντας τό στόν
ἀριστερό, μέ τό ὁποῖο παριστάνεται τό πλάγιο μέρος τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Λατῖνοι
κατηγοροῦν ἐμᾶς, ἐπειδή δέν βάζουμε τό χέρι πρῶτον στόν ἀριστερό ὦμο κι ἔπειτα
στόν δεξιό, καθώς κάνουν ἐκεῖνοι. Ἄραγε νοοῦν τί λένε; ρωτάει ὁ Ὅσιος
Νικόδημος. Ἐμεῖς τό κάνουμε αὐτό, γιατί μέ αὐτό τό σχῆμα τοῦ Σταυροῦ ζητοῦμε νά
ἐντυπώσουμε τό σταυρωθέντα Χριστό στόν ἑαυτό μας, ὁ Ὁποῖος, ἐπειδή ἔβλεπε κατά
δυσμάς, ὅταν σταυρώθηκε, ἐμεῖς δέ βλέπουμε κατά ἀνατολάς, ὅταν προσκυνοῦμε,
ἐντεῦθεν ἀκολουθεῖ ὅτι ὁ μέν ἀριστερός ὦμος τοῦ Χριστοῦ νά πίπτει στόν δικό μας
δεξιό, ὁ δέ δεξιός ἐκείνου, νά πίπτει στό δικό μας ἀριστερό. Γι’αὐτό, ὅταν
ἐμεῖς βάζουμε τό χέρι μας στό δεξί μας ὦμο, τό βάζουμε στόν ἀριστερό τοῦ
Χριστοῦ καί ὅταν τό βάζουμε στόν ἀριστερό, τό βάζουμε ἐξεναντίας στό δεξί ὦμο
τοῦ Χριστοῦ . Οἱ Παπικοί κάνουν τό «Σταυρό» τους μέ τά τέσσερα δάκτυλα (ἐκτός
του ἀντίχειρος) βάζοντάς τα, πρῶτον στό μέτωπο, δεύτερον στόν ὀμφαλό, τρίτον
στόν ἀριστερό ὠμό καί τέταρτον στόν δεξιό. Τά τέσσερα δάκτυλα συμβολίζουν τόν
Θεό Πατέρα, τόν Υἱό, τήν Θεά Παναγία, καί τόν βικάριο (ἀντιπρόσωπο) τοῦ Θεοῦ
στή γῆ, Πάπα.
Σέ βίντεο, πού
κυκλοφορήθηκε, στό διαδίκτυο, εἴδαμε πρός μεγάλη ἔκπληξή μας, τόν προκάτοχο
Ὑμῶν καί μέντορα κυρό Ἀθηναγόρα, νά
κάνει τόν Σταυρό του παπικῶ τῷ τρόπῳ . Τό γεγονός αὐτό, τό ὁποῖο ἔγινε
μάλιστα ἀπό τήν τότε κεφαλή τῆς Ὀρθοδοξίας, μόνο σύμπτωση δέν μπορεῖ νά
χαρακτηρισθεῖ.
Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι οἱ
Λατῖνοι εἶναι καί σχισματικοί, ἐπειδή ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιο καί τό
καλαντάριο.
Ἄς δοῦμε ποιά
εἶναι ἡ θέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τούς Λατίνους ὅσον ἀφορᾶ τό Πάσχα,
ὅπως μᾶς τήν παρουσιάζει ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Σχολιάζοντας τόν ζ΄
Ἀποστολικό Κανόνα «Εἴ τις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἁγίαν τοῦ
Πάσχα ἡμέρα πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω»,
ἀναφέρει ὅτι ὁ Ματθαῖος Βλάσταρις λέει πώς ἡ Α΄ ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος
συνεκρότησε καί ἐξέδωσε τό ἐξαίρετο καί τό καλύτερο Κανόνιο περί τῆς εὑρέσεως
τοῦ Πάσχα, κατά τόν α΄ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ τοπικῆς Συνόδου. Στή συνέχεια ὁ
Ὅσιος Νικόδημος ἀναφέρει ὅτι τέσσερεις εἶναι οἱ ἀναγκαῖες, ἀπαραίτητες
προϋποθέσεις γιά τόν ἑορτασμό τοῦ δικοῦ μας, τοῦ Ὀρθοδόξου Πάσχα. Πρῶτον, τό
Πάσχα πρέπει νά γίνεται πάντοτε ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία τῆς ἀνοίξεως. Δεύτερον,
τό Πάσχα δέν πρέπει νά γίνεται τήν ἴδια ἡμέρα μέ τό νομικό Φάσκα τῶν Ἰουδαίων
(αὐτά τά δύο διορίζονται ἀπό τόν παρόντα ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα). Τρίτον, τό
Πάσχα νά μήν γίνεται ἁπλῶς καί ἀορίστως ὕστερα ἀπό τήν ἰσημερία, ἀλλά ὕστερα
ἀπό τήν πρώτη πανσέληνο τοῦ Μαρτίου, πού θά τύχει μετά τήν ἰσημερία. Καί
τέταρτον, τό Πάσχα νά γίνεται τήν πρώτη Κυριακή, πού θά τύχει ὕστερα ἀπό τήν
πανσέληνο (αὐτά τά δύο τά ἔχουμε ἐκ παραδόσεως καί ὄχι ἀπό κανόνα). Γιά νά
φυλάττονται καί οἱ τέσσερις αὐτοί διορισμοί ἐξίσου σέ ὅλη τήν οἰκουμένη καί νά
ἑορτάζουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί τόν ἴδιο χρόνο καί τήν ἴδια ἡμέρα τό Ἅγιο
Πάσχα καί νά μή χρειάζονται κάθε χρόνο ἀστρονόμους καί συνόδους, συνήρμοσαν οἱ
θεόσοφοι Πατέρες τό κανόνιο περί τοῦ Πάσχα.
Στό σημεῖο
αὐτό, σημειώνει ὁ Ὅσιος ὅτι, ἐξαιτίας τῆς ἀνωμαλίας τῆς κινήσεως τῆς σελήνης,
δέν φυλάττεται πάντα ὁ τέταρτος διορισμός, ἀλλά κάποτε παραβαίνεται, ἐπειδή,
κατά τόν Βλάσταρη, μετά ἀπό τριακόσια (300) ἔτη καί δύο (2) ἡμέρες μετά τήν
πρώτη πανσέληνο, συμβαίνει νά γίνεται τό νομικό φάσκα τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς.
Αὐτές οἱ δύο ἡμέρες, πού περισσεύουν ἀπό αὐτή τήν ἀνωμαλία, προστιθέμενες,
ὑπερβαίνουν κάποτε τήν πρώτη Κυριακή, πού τυχαίνει ὕστερα ἀπό τήν πανσέληνο τοῦ
Μαρτίου, κατά τήν ὁποία Κυριακή τότε ἑορτάζουμε τά Βάϊα καί κατά τήν ἐρχομένη
κάνουμε Πάσχα. Ἀπό τή λίγη αὐτή παράβαση, δέν ἀκολουθεῖ καμμία παρατροπή τῆς
εὐσεβείας, οὔτε κάτι ἄτοπο ἤ ψυχικός κίνδυνος. Γι’αὐτό καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος,
στό λόγο του «εἰς τούς τά πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας» λέει˙ «Χρόνων ἀκρίβειαν καί
ἡμερῶν παρατήρησιν δέν ἠξεύρει ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἐπειδή ὅσαις φοραῖς
τρώγει τόν ζωοποιόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνει, καταγγέλλει τόν
θάνατον τοῦ Κυρίου καί Πάσχα ἐπιτελεῖ˙ ἀλλ’ἐπειδή εἰς τήν πρώτην σύνοδον
ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καί ἐδιώρισαν πότε νά γίνεται τό Πάσχα, τιμώσα ἡ
Ἐκκλησία πανταχοῦ τήν συμφωνίαν καί ἕνωσιν, ἐδέχθη τόν διορισμόν, ὁπού ἐκεῖνοι
ἔκαμαν» . Ἔπρεπε, λοιπόν, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο, νά προτιμήσουν καί οἱ
Λατῖνοι τή συμφωνία καί ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας, περισσότερο ἀπό τήν παρατήρηση τῶν
χρόνων (τῆς ἰσημερίας δηλαδή, πού κατέβηκε τώρα στίς 11 Μαρτίου, ἐνῶ τόν καιρό
τῆς Α΄ Συνόδου ἦταν στίς 21 Μαρτίου) καί νά ἑορτάζουν τό Πάσχα μ’ἐμᾶς καί ὄχι
νά ἀτιμάζουν τούς τριακοσίους ἐκείνους θεοφόρους καί πνευματοφόρους Πατέρες,
πού τό νομοθέτησαν, κατά θεῖο φωτισμό, νομίζοντάς τους ὡς ἀνοήτους καί
ὑβρίζοντας τήν κοινή μητέρα ὅλων μας Ἐκκλησία, διότι (λέει ἀκολούθως ὁ χρυσοῦς
ρήτωρ), ἄν καί ἡ Ἐκκλησία ἔσφαλε βέβαια δέ θά κατορθωνόταν τόσο μεγάλο κακό ἀπό
αὐτή τήν ἀκριβή φύλαξη τοῦ καιροῦ, ὅσο μεγάλο κακό θά προξενοῦνταν ἀπό αὐτή τήν
διαίρεση καί τό σχίσμα ἀπό τήν Καθολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἐπειδή λέει˙ «δέν
φροντίζει ὁ Θεός καί ἡ Ἐκκλησία διά τοιαύτην παρατήρησιν τῶν χρόνων καί ἡμερῶν,
πάρεξ διά μοναχήν τήν ὁμόνοιαν καί εἰρήνην».
Μᾶς παροτρύνει
ὁ Ὅσιος Νικόδημος νά προσέξουμε πώς ὁ θεῖος Χρυσόστομος ὀνομάζει σχισματικούς
ἐκείνους ὅπως οἱ Λατίνοι, πού ἐκαινοτόμησαν τό πασχάλιό τους καί Καλαντάριο,
ὄχι ἐπειδή αὐτό δέν εἶναι ὀρθό, κατά τήν ἰσημερία – διότι βλέπουμε ὅτι ἡ
ἰσημερία ἀληθῶς ἔμεινε πίσω 11 ἡμέρες – ἀλλά γιατί χωρίσθηκαν γι’αὐτό ἀπό μᾶς,
τό ὁποῖο εἶναι ἔγκλημα ἀσυγχώρητο, κατά τόν ἴδιο ἅγιο. Γιατί, λέει στόν ἴδιο
λόγο, ὅτι τό νά νηστεύσει κανείς καί τό νά κάνει Πάσχα σ’αὐτόν τόν καιρό ἤ
σ’ἐκεῖνον, μετά τήν 21η Μαρτίου, ὑποθετικά, ὅπως κάνουμε ἐμεῖς, ἤ μετά τήν
11η Μαρτίου, ὅπως κάνουν οἱ Λατῖνοι,
αὐτό δέν εἶναι ἔγκλημα. «Τό δέ νά σχίσῃ τινάς τήν Ἐκκλησίαν καί νά ἀντιστέκῃται
φιλονείκως καί νά κάμνῃ διχοστασίας καί διαιρέσεις καί νά χωρίζῃ τόν ἑαυτό τοῦ
πάντοτε ἀπό τήν κοινήν σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας, τοῦτο εἶναι ἁμάρτημα ἀσυγχώρητον
καί κατηγορίας ἄξιον καί πολλήν ἔχει κόλασιν καί τιμωρίαν». Γιατί, ἄς γνωρίζουν
οἱ Λατῖνοι ὅτι καί οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, πού ἔγιναν μετά τήν πρώτη, καί οἱ
ὑπόλοιποι Πατέρες, ἔβλεπαν ναί καί αὐτοί, ὡς σοφοί πού ἦταν, πώς κατέβηκε πολύ
ἡ ἰσημερία˙ ἀλλ’ὅμως δέν θέλησαν νά τήν μεταθέσουν ἀπό τήν 21η Μαρτίου, πού τήν
βρῆκε ἡ Α΄ Σύνοδος, προτιμῶντας περισσότερο τή συμφωνία καί ἕνωση τῆς
Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας, ἡ ὁποία δέν προξενεῖ, οὔτε στήν
εὕρεση τοῦ δικοῦ μας Πάσχα καμμία σύγχυση, οὔτε βλάβη στήν εὐσέβεια, μάλιστα δέ
προξενεῖ αὐτή ἡ ἀκρίβεια στούς Λατίνους δύο μεγάλες ἀτοπίες, τό νά ἑορτάζουν
δηλαδή τό Πάσχα ἤ μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, τό ὁποῖο εἶναι ἐναντίον στόν παρόντα
ζ΄ Ἀποστολικό Κανόνα, ἤ πρίν τούς Ἰουδαίους.
Τό ὅτι ὁ Θεός
περισσότερο εὐαρεστεῖται στήν τάξη τοῦ πασχαλίου καί ἁπλῶς εἰπεῖν τοῦ
καλανταρίου τοῦ δικοῦ μας, τοῦ Ὀρθοδόξου, παρά στήν ἀκρίβεια τοῦ πασχαλίου καί
καλανταρίου τῶν Λατίνων, γίνεται φανερό ἀπό τά θαύματα, πού ἔδειξε καί δείχνει
ἕως τώρα γι’αὐτό. Διότι, α) στά μέρη τῆς Ἡλιουπόλεως τῆς Αἰγύπτου, ὅπου εἶναι
οἱ δύο μεγάλες Πυραμίδες, ἐνεργεῖ ὁ Θεός κάθε χρόνο αὐτό τό παράδοξο˙ δηλαδή
κατά τό ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Πέμπτης τῆς δικῆς μας (ὄχι τῶν Λατίνων), ξερνᾶ ἡ γῆ
λείψανα καί κόκκαλα παλαιά ἀνθρώπινα, ἀπό τά ὁποία γεμίζει ἕνας εὐρύχωρος
κάμπος, τά ὁποία στέκονται ἕως τήν Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως, καί τότε κρύβονται καί
παντελῶς δέ φαίνονται, μέχρι νά ἔλθει πάλι ἡ Μεγάλη Πέμπτη. Αὐτό δέν εἶναι
κανένας μύθος, ἀλλά ἀληθινό καί βέβαιο, μαρτυρημένο ἀπό παλαιούς καί νέους
ἱστορικούς, μάλιστα δέ ἀπό τόν Γεώργιο Κορέσσιο τόν Χίο καί ἀπό τόν ἀοίδιμο
πατριάρχη Ἱεροσολύμων Νεκτάριο , ὁ ὁποῖος τό διηγεῖται στόν ἀραβικό χρονογράφο,
πού ἔγραψε, καί φαίνεται, ἀπ’ὅσα λέει παρακάτω, ὅτι τό εἶδε μέ τά μάτια του (τά
ἀνθρώπινα αὐτά κόκκαλα προμηνύουν τήν μέλλουσα ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ὅπως τά
εἶδε καί ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ). β) Ἐπίσης, ὁ ρηθείς Κορέσσιος γράφει ὅτι ὁ
Πασχασῖνος ἔγραφε πρός τό Λέοντα ὅτι, ὅταν ἑόρταζαν κάποτε τό Πάσχα οἱ μέν
ἀνατολικοί τήν 22α Ἀπριλίου, οἱ δέ δυτικοί τήν 25η Μαρτίου, μιά βρύση, ἡ ὁποία
προηγουμένως ἦταν ξηρά, γέμισε ἀπό νερό τήν 22α Ἀπριλίου, δηλαδή στό δικό μας
Πάσχα καί ὄχι τῶν Λατίνων. γ) Τέλος, ὁ Δοσίθεος Ἱεροσολύμων , στό ιβ΄ βιβλίο
τοῦ περί τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις πατριαρχευσάντων, διηγεῖται ὅτι εὑρισκόμενος
κάποτε ὁ Ἱεροσολύμων Παΐσιος στό Βελιγράδι, ἀκολούθησε ἕνα θαῦμα, βεβαιωτικό
μέν τοῦ δικοῦ μας καλανταρίου, ἀναιρετικό δέ τοῦ τῶν Λατίνων˙ δηλαδή ἡ ζύμη,
πού ζυμώθηκε ἀπό κάποια Λατίνα κατά τήν ἡμέρα τοῦ προφήτου Ἠλιού, μεταβλήθηκε
σέ πέτρα σκληρή, κίσσηρα . Ὁ αὐτός Δοσίθεος ἀναφέρει ὅτι τό Φεβρουάριο τοῦ 1593
συνεκλήθη Σύνοδος στήν Κων/λη, στόν ναό τῆς Παμμακαρίστου, στήν ὁποία
συμμετεῖχαν ὁ Κων/λεως Ἱερεμίας, ὁ Ἀλεξανδρείας Μελέτιος, ὁ ὁποῖος ἐπεῖχε καί
τόν τόπο τοῦ Ἀντιοχείας Ἰωακείμ καί ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, ἡ ὁποία καθόρισε
νά γίνεται τό Πάσχα, ὅπως τό διόρισε ἡ Α΄ Οἰκουμ. Σύνοδος, καί ἀναθεμάτισε τό
νέο καλαντάριο, πού ἐπινοήθηκε ἀπό τούς Λατίνους .
Παρ’ὅλα αὐτά,
τό Σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προωθεῖ τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα μεταξύ
Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν. Τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ προωθεῖ ἀρχικῶς τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ
1960. Τὸ στόχο του, ὅμως, αὐτὸν τὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴ Σύνοδο
καὶ τὸν ἀποδέχθηκε ὁ μακαριστός Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κυρὸς Ἀθηναγόρας, ὁ
ὁποῖος ἔγινε ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Γιὰ πολλὰ ἔτη ὑπῆρχε ἄκρα
τοῦ «τάφου σιωπὴ», διότι ὅλοι φοβοῦνταν τίς ἀντιδράσεις κυρίως, τῶν Ὀρθοδόξων.
Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔτη, ὅμως, συζητοῦσαν μυστικῶς οἱ κεφαλές τοῦ Παπισμοῦ καί τῶν
Ὀρθοδόξων μὲ σκοπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα. Στή συνέχεια συγκροτήθηκε γιὰ
τὸ θέμα κοινός «ἄξονας» μεταξὺ Παπισμοῦ, Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (ἢ
Αἱρέσεων-ΠΣΕ) καὶ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου. Ὁ «ἄξονας» αὐτὸς προέβλεπε, μετὰ τὸ 2001, νὰ ἑορτάζεται ἀπὸ κοινοῦ
τὸ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ ἄλλων πλανεμένων Χριστιανῶν. Τὸ στόχο τὸν ἔθεσε
τὸ Βατικανὸ καὶ τὸν προώθησε δυναμικῶς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Τὸ τελευταῖο
μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθ. 150 πρωτ. 420/26.5.1995 ἐγκύκλιό του , ἀνεφέρθη «εἰς τὸν
καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης
ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα».
Θ)
Οἰκουμενιστικός – οὐνιτικός μοναχισμός τύπου Bose
Τά ὅσα
ἀναφέρατε, Παναγιώτατε Δέσποτα, περί μοναχισμοῦ, κατά τήν ὁμιλία Ὑμῶν στό
Μοναστήρι τοῦ Bose, ἐκτός ἀπό κάποια σημεῖα, πού θά σχολιάσουμε παρακάτω, ἦταν
ὄντως σωστά, μέ τή μεγίστη διαφορά, ὅμως, ὅτι αὐτά θά ἔπρεπε νά τά ἀπευθύνετε
σέ Ὀρθοδόξους καί ὄχι σέ παπικούς μοναχούς. Γνωρίζετε, Παναγιώτατε Δέσποτα, ὅτι
τόσο ὁ μοναχισμός, ὅσο καί ὁ ἐρημητισμός στή Δύση δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τόν
ὀρθόδοξο ἀνατολικό μοναχισμό καί ἐρημητισμό. Ὁ Παπισμός εὐνόησε τήν διαμόρφωση
τῶν μοναχικῶν ταγμάτων (Ἰησουϊτῶν, Καπουτσίνων, Δομινικανῶν, Φραγκισκανῶν
κ.ἄ.), τά ὁποῖα εἶναι διασκορπισμένα σέ διάφορες περιοχές, ἀλλά ἔχουν ἑνιαία
ὀργάνωση καί ὑπάγονται στήν κεντρική ἐξουσία τοῦ Πάπα. Ἀκόμη, χαρακτηρίζονται
συνήθως γιά τήν ἐξειδίκευσή τους σέ κάποια ἰδιαίτερη ἀποστολή (φιλανθρωπική
δράση κλπ) καί διακρίνονται ἐξωτερικά ἀπό τήν διαφορετική ἐνδυμασία τους. Τά
μοναχικά τάγματα ἦταν καί παραμένουν ἄγνωστα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιατί ἡ
ὅλη δομή τους προϋποθέτει διαφορετική θεώρηση τῆς Ἐκκλησίας. Γενικά, ὁ
μοναχισμός στή Δύση τοποθετεῖται στήν ὑπηρεσία κάποιου κοινωνικοῦ σκοποῦ, δηλ.
εἶναι κυρίως ὀργανωτικός, ἐνῷ στήν Ἀνατολή εἶναι κυρίως ἡσυχαστικός καί ἔχει ὡς
κύριο σκοπό τήν ἀένναη λατρεία τοῦ Θεοῦ, τήν ἀδιάλειπτη καρδιακή νοερά
προσευχή, τήν ὑπακοή, τήν ἀκτημοσύνη, τήν παρθενία, τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη, τό
φωτισμό καί τή θέωση. Στό ἴδιο ξένο πρός τήν Ἀνατολή πλαίσιο κινεῖται καί ὁ
ἐρημητισμός στή Δύση, ὁ ὁποῖος ἔχει μεταλλαχθεῖ σέ κάποιο εἶδος κοινωνικοῦ
ἐρημητισμοῦ. Οὐσιαστικά, ὁ ἐρημητισμός στή Δύση ἄν δέν ἔχει ἐκλείψει παντελῶς,
ἔχει σημαντικά ἐξασθενήσει .
Μέ τόν
«παντοδύναμο» πάπα του ὁ Παπισμός σκοπεύει νά κατακτήσει τόν κόσμο. Ἡ παρά τήν
Ἁγία Γραφή καί τήν Ἁγία ΣΤ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο (16ος Κανών) ὑποχρεωτική ἀγαμία
τοῦ κλήρου καί τά ποικίλα «κοινωνικά» μοναχικά τάγματα ἔρχονται νά ὑπηρετήσουν
τό σκοπό αὐτό. Ἡ Ὀρθοδοξία ἀντιθέτως, σκοπεύουσα, ὄχι στήν κατάκτηση, ἀλλά στή
μεταμόρφωση τοῦ κόσμου, οὔτε τήν ὑποχρεωτική ἀγαμία τοῦ κλήρου ἐπέβαλε, οὔτε τό
μοναχισμό ἀπό ἡσυχαστικό μετέβαλε σέ κοινωνικό καί τῆς δράσεως. Στή «θεοποιό»
ἡσυχία ὁ μοναχός μεταμορφώνεται καί μυστικῶς μεταμορφώνει τόν κόσμο καί
δι’αὐτοῦ «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔρχεται μετά παρατηρήσεως» .
Γνωρίζετε,
Παναγιώτατε Δέσποτα, τόν οἰκουμενιστικό, διαβρωτικό καί ἰσοπεδωτικό ρόλο τοῦ
Bose. Ἐργαστήρι οἰκουμενιστικῆς θεολογίας ἀποτελεῖ ἡ μοναστική κοινότητα τοῦ
Bose τῆς Βόρειας Ἰταλίας. Στό παπικό αὐτό μοναστήρι κάθε χρόνο διοργανώνονται
διαχριστιανικά συνέδρια μέ ὁμιλητές, ὄχι μόνο παπικούς, ἀλλά καί ὀρθοδόξους
κληρικούς καί θεολόγους. Ἡ κοινότητα αὐτοπροβάλλεται ὡς φιλορθόδοξος καί τά
μέλη της ὑποτίθεται ὅτι ἐντρυφοῦν στήν ὀρθόδοξη ἀσκητική παράδοση. Παρά,
ὡστόσο, τή βαθειά γνώση τῆς διδασκαλίας τῶν ὀρθοδόξων ἀσκητῶν Πατέρων,
παραμένουν ἀμετανόητοι καί σταθεροί στήν πίστη τῆς αἵρεσής τους! Ἡ συμμετοχή πολλῶν
ὀρθοδόξων στά διαχριστιανικά συνέδρια τοῦ Bose δημιουργεῖ μεγάλη σύγχυση στούς
ὀρθόδοξους πιστούς, ὄχι μόνο τῆς Ἰταλίας, ἀλλά ὁλόκληρης τῆς Εὐρώπης... Καί πῶς
νά μήν μπερδευτεῖ ἕνας πιστός βλέποντας ὀρθόδοξες βυζαντινές εἰκόνες νά κοσμοῦν
τά ἔντυπα τῆς ἀδελφότητας τοῦ Βοse ἤ εἰσηγήσεις μέ θέματα ὅπως «Κοινωνία καί
ἡσυχία κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο», «Ἡ πρόκληση τοῦ κοινοβιακοῦ βίου στή Μονή
τῆς Ὄπτινα» ἤ «Κοινωνία καί ἐρημία κατά τό Μέγα Βασίλειο»; Ὁ προσεκτικότερος
ὡστόσο μελετητής τῶν ὀνομάτων τῶν ὀρθοδόξων εἰσηγητῶν διαπιστώνει πώς οἱ
περισσότεροι ἀπό αὐτούς εἶναι πρωτεργάτες οἰκουμενιστικῶν δράσεων καί ἐντός τῶν
Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀπό τίς ὁποῖες προέρχονται. Ἀποκαλυπτική τοῦ
οἰκουμενιστικοῦ χαρακτήρα τῆς ἀδελφότητας τοῦ Bose εἶναι καί ἡ ἐπίσημη ἱστοσελίδα
της. Σέ αὐτή ρητά ἀναφέρεται ὅτι στή μονή Bose ἐγκαταβιώνουν «μοναχοί καί
μοναχές» ἀπό ὅλες τίς χριστιανικές ὁμολογίες (παπικοί, προτεστάντες, μεθοδιστές
κ.ἄ.), ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ παπικοῦ Enzo Bianchi. Δέν πρόκειται,
παρά γιά ἐφαρμογή τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὄχι μόνο στή θεολογία, ἀλλά καί στή
λειτουργική πράξη καί τή μοναχική ζωή, ὅπου συμπροσευχόμενοι παρίστανται ἀπό
κοινοῦ κληρικοί καί πιστοί ὀρθόδοξοι, παπικοί καί ἀπό κάθε χριστιανική
ὁμολογία. Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι ἡ κοινότητα τοῦ Bose ἀποτελεῖ ἕνα ἰσχυρό προπύργιο
τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Ἡ συμμετοχή στά συνέδρια τῆς ὀρθοδόξων κληρικῶν καί θεολόγων
ἀποτελεῖ πράξη θεολογικῆς καί ποιμαντικῆς ἀνευθυνότητας, ἀφοῦ, ἀφ’ἑνός ὁδηγεῖ
σέ σύγχυση τούς ὀρθόδοξους πιστούς, ἀφ’ἑτέρου δέ κανέναν ἑτερόδοξο δέν ὁδήγησε
σέ ἐπιστροφή στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία .
Εἶναι ἐπαινετά
ὄντως, Παναγιώτατε Δέσποτα, τά ὅσα ἐν συνεχείᾳ καταθέσατε στήν ὁμιλία Ὑμῶν στό
μοναστήρι τοῦ Bose: «Ὀφείλομεν δέ νά
ὁμολογήσωμεν ὅτι συγκινούμεθα ἐκ τῆς πολυετοῦς πνευματικῆς προσπαθείας τοῦ π.
Enzo καί τῆς Ἀδελφότητός σας, ἐκ τῆς ἀγάπης, τοῦ ἐνδιαφέροντος καί τοῦ σεβασμοῦ
σας διά τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί διά τήν ὀρθόδοξον πνευματικότητα,
ποικιλοτρόπως ἐκδηλούμενα μέσῳ τῆς ὀργανώσεως τῆς μοναστικῆς ζωῆς μέ πρότυπον
τόν ἀνατολικόν μοναστικόν βίον, τῆς διοργανώσεως συνεδρίων ἐμβαθύνσεως εἰς τήν
ὀρθόδοξον πνευματικότητα μέ τήν συμμετοχήν ἐκπροσώπων τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας
καί διανοήσεως, τῆς ἀναδείξεως καί μελέτης τοῦ βίου καί τῆς διδασκαλίας
κορυφαίων συγχρόνων μορφῶν καί γερόντων τῆς Ὀρθοδοξίας, ὡς τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ,
τοῦ γέροντος Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ, τοῦ γέροντος Πορφυρίου, τοῦ γέροντος Παϊσίου,
καί ἀσφαλῶς μέσῳ τοῦ ἀξιολόγου ἐκδοτικοῦ ἔργου τῆς Κοινότητός σας.
Κυρίως ὅμως
πρέπει νά ἐξάρωμεν τήν μεγάλην ὠφέλειαν ἐκ τῆς μελέτης ἔργων τῆς μακραίωνος
ἀνατολικῆς πατερικῆς γραμματείας, τά ὁποῖα ἦσαν ἄχρι τοῦδε ἄγνωστα ἤ καί μή
κατανοητά εἰς τήν Δύσιν, ὡς τά ἔργα τοῦ κήρυκος τῆς χάριτος καί τοῦ φωτός ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.
Μεθ’
ἱκανοποίησεως μάλιστα ἐπληροφορήθημεν πρό ἐτῶν τήν μετάφρασιν αὐτῶν ὑπό
Ἰταλοφώνων ὀρθοδόξων εἰς τήν ἰταλικήν γλῶσσαν, προκειμένου ὁ παρεξηγημένος ὑπό
τοῦ Δυτικοῦ κόσμου αὐτός ἅγιος νά εὕρῃ καί εἰς τήν Δύσιν μίαν θέσιν ἀνταξίαν
τοῦ πλούτου καί τοῦ βάθους τῆς πνευματικότητος τῶν ἔργων αὐτοῦ.
Εἶναι ἀξία,
λοιπόν, εἰλικρινοῦς ἐπαίνου ἡ προσπάθεια τῆς καθ’ ὑμᾶς μοναστικῆς Κοινότητος
διά μίαν βαθυτέραν προσέγγισιν καί μελέτην τῆς κοινῆς μοναχικῆς παραδόσεως
Ἀνατολῆς καί Δύσεως τῆς πρό τοῦ σχίσματος περιόδου, ἀλλά καί ἀξιοποιήσεως τῆς
μετά τό Σχίσμα πολυτίμου πνευματικῆς ἐμπειρίας καί παράδοσεως τοῦ ἀνατολικοῦ
ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, μάλιστα δέ ὅπως αὕτη ἔχει ἀποκρυσταλλωθῆ ἐπί χίλια καί
πλέον ἔτη εἰς τόν κατ’ ἐξοχήν τόπον ἀσκήσεως καί λατρείας τοῦ Κυρίου καί τῆς
Θεοτόκου, ἐντός τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τό Ἅγιον Ὄρος »
καί εἶναι ἐπαινετά διότι τούς παρωτρύνατε νά μελετήσουν τόν ἅγιο Σιλουανό, τούς
μακαριστούς γέροντες Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ, Παΐσιο καί Πορφύριο, γιά νά ἐμβαθύνουν
στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τήν Ὀρθόδοξη Μοναχική ζωή. Ἀλλά, ἐάν δέν τούς ὑποδείξετε
τήν αἵρεσή τους καί τήν τραγική τους πλάνη, πῶς θά σωθοῦν καί εἰς τί θά τούς
ὠφελήσει ἡ ἀνάγνωση ;
Ι) Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας
Στήν ἴδια
ὁμιλία Ὑμῶν στό Bose χρησιμοποιήσατε τόν ἅγ. Ἀπόστολο Παῦλο πολλούς
ἀντιαιρετικούς ἁγίους Πατέρες, ὅπως τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ὅσιο
Μακάριο τόν Αἰγύπτιο, τόν ὅσιο Σάββα τόν Χιλανδαρινό, τόν ἅγιο Κασσιανό τόν
Ρωμαῖο, τόν ἅγιο Πάπα Γρηγόριο τόν Διάλογο, τόν ἅγιο Ἱερώνυμο, τόν ὅσιο Νεῖλο
τόν Καλαβρό, τόν ὅσιο Βενέδικτο, τόν ὅσιο Παχώμιο, τό Μέγα Ἀντώνιο καί τόν ὅσιο
Ἰουστῖνο Πόποβιτς τοῦ Τσέλιε, χωρίς ὅμως νά ἀναφερθεῖτε στούς ἀντιαιρετικούς
καί συγκεκριμένως στούς ἀντιπαπικούς καί στούς ἀντιοικουμενιστικούς ἀγῶνες,
ὅσων ἐξ αὐτῶν εἶναι μετά τό Σχίσμα. Εὐλαβῶς ὑπενθυμίζουμε:
Ἔλεγε ὁ
μακαριστός ἅγιος Γέρων Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης : «Ὁ διάβολος ἅπλωσε τρία πλοκάμια
νά πιάσει ὅλο τόν κόσμο. Τούς πλουσίους νά τούς πιάσει μέ τή Μασονία, τούς
πτωχούς μέ τόν κομμουνισμό καί τούς θρησκευόμενους μέ τόν οἰκουμενισμό». Ὁ
ἴδιος ἄλλοτε σέ συνάξεις μοναζουσῶν ἐπεσήμανε : «Οἰκουμενισμός καί Κοινή Ἀγορά,
ἕνα κράτος μεγάλο, μία θρησκεία στά μέτρα τους. Αὐτά εἶναι σχέδια διαβόλων» .
Γιά νά φανεῖ,
πόσο εὐαίσθητος καί προσεκτικός ἦταν ὁ Γέροντας Παΐσιος σέ θέματα ἐπικοινωνίας
καί συμπροσευχῆς μέ αἱρετικούς, μεταφέρουμε ἐδῶ τό ἑξῆς χαρακτηριστικό
περιστατικό :
«Κάποτε,
διηγήθηκε ὁ Γέροντας, μοῦ ἦρθαν δύο παπικοί, λατίνοι... Μοῦ λέει λοιπόν ὁ ἕνας
– Ἔλα νά ποῦμε τό ‘Πάτερ ἠμῶν...’ – Γιά νά τό ποῦμε μαζί, τοῦ εἶπα, πρέπει νά
συμφωνοῦμε στό Δόγμα. Ὅμως μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστι. Ὕστερα μοῦ
λέει : - Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι εἶναι κοντά στό Θεό καί μόνο αὐτοί θά σωθοῦνε; Ὁ
Θεός εἶναι μέ ὅλο τόν κόσμο. – Ναί, τοῦ εἶπα. Ἐσύ μπορεῖς νά μοῦ πῆς καί πόσος
κόσμος εἶναι κοντά στό Θεό; Ἔχουμε λοιπόν διαφορές. Εἴμαστε φυσικά παιδιά τοῦ
ἑνός Πατέρα, ἀλλά μερικά μένουν στό σπίτι καί μερικά γυρίζουν ἔξω. – Νά
δείξουμε ἀγάπη, μοῦ λένε μετά. – Καί ἡ ἁμαρτία ἔγινε μόδα, τούς λέω. – Καί αὐτό
μέσα στήν ἀγάπη εἶναι, μοῦ λένε.
–Ὅλοι μιλᾶνε
γιά ἀγάπη, εἰρήνη καί ὁμόνοια, τούς εἶπα στό τέλος, ἀλλά ὅλοι αὐτοί εἶναι
διχασμένοι καί μέ τόν ἑαυτό τους καί μέ τούς ἄλλους. Γι’ αὐτό καί ἑτοιμάζουν
ὅλο καί μεγαλύτερες βόμβες.
Πολλοί πού
μιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τό Θεό, γιατί δέν
τόν ἔχουν ἀγαπήσει οὔτε ἔχουν ἀληθινή ἀγάπη. Ἀγάπη ἀληθινή ἔχει ἐκεῖνος πού
ἔχει ὀρθή πίστη, ζῆ κοντά στό Θεό, καί τότε ὁ Θεός ζωγραφίζεται στό πρόσωπό του
καί οἱ ἄλλοι βλέπουν στό πρόσωπό του τόν Θεό.
Χαρακτηριστικό
εἶναι καί τό ἑξῆς περιστατικό : Ὁ τότε Πάπας, ἔχοντας ἀκούσει γιά τήν φήμη τοῦ
Γέροντος Παϊσίου, ἔστειλε μερικούς καρδιναλίους στό καλύβι τοῦ γέροντος, γιά νά
τοῦ ἀνακοινώσουν ὅτι ὁ Πάπας τόν προσκαλεῖ στή Ρώμη γιά νά συζητήσουν περί
δογματικῶν καί ἐκκλησιατικῶν θεμάτων. Ἡ ἀπάντηση τοῦ γέροντα ἦταν ἀποστομωτική:
«Ὁ πάπας δέν εἶναι ἕτοιμος ἀκόμη γιά μία τέτοια συζήτηση. Πρέπει νά ἀποβάλλει
τόν ἐγωϊσμό του».
Τέλος, ὁ Γέροντας Παΐσιος ἐφήρμοσε τή διακοπή
τοῦ πατριαρχικοῦ «μνημοσύνου» τοῦ κυροῦ Ἀθηναγόρα γιά τά οἰκουμενιστικά
ἀνοίγματά του.
Ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει
: «αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» , «ἀλλά καί
ἐάν ἡμεῖς ἤ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ’ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν,
ἀνάθεμα ἔστω» , «εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἦτο ἀνάθεμα» , «ἐγώ
γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι ἐλεύσονται μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μή
φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες
διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητᾶς ὀπίσω αὐτῶν» .
Ὁ Ἀββᾶς
Μακάριος χτυπάει μέ τό μπαστούνι του, καθώς βαδίζει στήν ἔρημο, τό πεταμένο
κρανίο ἑνός αἱρεσιάρχη. Καί ἀμέσως ἡ ψυχή του στήν κόλαση ἀναγαλλιάζει καί
αἰσθανομένη τήν ἐπαφή τοῦ ἁγίου, τόν παρακαλεῖ γιά ἀνακούφιση. Στήν ἐρώτηση τοῦ
ἀββᾶ ποιά εἶναι ἡ κατάστασή τους ἐκεῖ στήν κόλαση, ὁ κολασμένος τοῦ λέει πώς τό
πρόσωπο τοῦ καθενός εἶναι κολλημένο στή ράχη τοῦ ἄλλου καί δέν μπορεῖ κανένας
νά ἀντικρύσει τά πρόσωπα τῶν ἄλλων. Τόν παρακαλεῖ τελικά νά προσευχηθεῖ, γιά νά
μπορέσουν νά δοῦν λιγάκι τό πρόσωπο τοῦ διπλανοῦ τους .
Ὁ ἅγιος
Ἱερώνυμος, ἐλέγχει τόν Πάπα γιά τό δῆθεν πέτρειο πρωτεῖο ἐξουσίας, λέγοντας ὅτι
«Ὁ Θεός ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία Του πάνω σ’ αὐτή τήν πέτρα (τήν ὁμολογία τῆς
θεότητος τοῦ Κυρίου), κι ἀπ’ αὐτή τήν πέτρα ὁ Ἀπ. Πέτρος πῆρε τήν ὀνομασία του»
.
Ὁ σύγχρονος
ἅγιος γέρων τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας καί καθηγητής τῆς Δογματικῆς ὅσιος Ἰουστῖνος
Πόποβιτς σημειώνει : «Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς
ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του
εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμό.
Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἵ ψευδοεκκλησίαι δέν εἶναι τίποτε
ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν
ὄνομά τους εἶναι ἡ παναίρεσις» .
Ὅσον ἀφορᾶ
στόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, τόν ὁποῖο ἀναφέρατε στήν ὁμιλία Ὑμῶν, Παναγιώτατε
Δέσποτα, ἀσφαλῶς γνωρίζετε ὅτι μέ τίς ἡσυχαστικές συνόδους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου
τοῦ Παλαμᾶ τόν 14ο αἰῶ., οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν τήν Θ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο,
ἀποφεύχθηκε ὁ ἐκδυτικισμός, ὁ ἐκλατινισμός, ἡ φραγκοποίηση τῆς Ὀρθοδοξίας, τόν
ὁποῖο ἐκλατινισμό ὑπηρετοῦσε ὁ ἐκ τῆς Δύσεως ἐρχόμενος, ἐπηρμένος, ὑπερήφανος,
αἱρετικός καί ἀναθεματισμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία μας, διά τοῦ Συνοδικοῦ της
Ὀρθοδοξίας, Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός.
Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ὁποῖος μαζί μέ τό Μ. Φώτιο Κων/λεως καί τόν ἅγιο Μᾶρκο
Ἐφέσου τόν Εὐγενικό ἀποτελοῦν τούς νέους τρεῖς Ἱεράρχες, τούς ὀνομαζομένους
ἀντιπάπες καί παπομάστιγες, ἤλεγξε σφοδρότατα καί αὐστηρότατα στό πρόσωπο τοῦ
Βαρλαάμ τήν παναίρεση τοῦ Παπισμοῦ καί ὅλες τίς καινοτομίες, τούς νεωτερισμούς,
τίς παραχαράξεις, τίς διαστρεβλώσεις καί αἱρέσεις τῆς Δύσεως ἐπί τῆς ἅπαξ
παραδοθείσης πίστεως. Γι’αὐτό καί μέχρι τίς ἡμέρες μας οἱ αἱρετικοί Λατίνοι
ἀποστρέφονται καί μισοῦν τόν ἅγιο Γρηγόριο. Δέν τόν θεωροῦν ἅγιο, ἀλλά
ἀντιθέτως «αἱρετικό»!!! Φρίττουν καί τρέμουν μόνο στό ἄκουσμα τοῦ ἁγίου
ὀνόματός του!
Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος, οὔτε καινοτόμησε, οὔτε δικό του σύστημα θεολογίας οἰκοδόμησε, ἀλλά
ἁπλῶς κωδικοποίησε καί συνήρμοσε σέ ἑνότητα ὅσα οἱ προηγούμενοι Πατέρες δίδαξαν
γύρω ἀπό τά ζητήματα, πού προκάλεσε ὁ οὐμανιστής μοναχός Βαρλαάμ Καλαβρός,
μεταφέροντας στήν Κωνσταντινούπολη καί στήν Θεσσαλονίκη δυτική νοοτροπία καί
προβληματική. Γι' αὐτό δέν δικαιολογεῖται ἡ χρήση ἀπό τούς Ὀρθοδόξους τοῦ ὅρου
«Παλαμισμός» ἤ «Παλαμική Θεολογία», ὅπως πράττουν οἱ Δυτικοί, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν
ὡς αἱρετικές τίς ἀπόψεις του, γι' αὐτό μαζί μέ τόν Ἀρειανισμό, τόν
Νεστοριανισμό καί ἄλλες αἱρέσεις τοποθετοῦν καί τόν Παλαμισμό, ὡς προσωπική
καινοτομία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἄς μνημονεύσουμε ἁπλῶς ἐδῶ, διά τοῦ
λόγου τό ἀληθές, ὅτι στούς Indices τοῦ Cavallera, τή γνωστή κλείδα, πού
χρησιμοποιοῦμε γιά τήν Patrologia Graeca τοῦ Ἀββᾶ Migne, ὁ Ἡσυχασμός
τοποθετεῖται μεταξύ τῶν αἱρέσεων .
Στό ἔργο του
«Λόγος ἀποδεικτικός περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» λέει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς : «Πάλιν ὁ δεινός καί ἀρχέκακος ὄφις τήν ἑαυτοῦ κεφαλήν
καθ’ἡμῶν διαίρων, ὑποψιθυρίζει τά τῆς ἀληθείας ἀντίθετα» . «Πάλι ὁ πρωταίτιος
τοῦ κακοῦ ὄφις, ὁ διάβολος, σηκώνοντας
τήν κεφαλή του ἐναντίον μας, ὑποψιθυρίζει τά ἀντίθετα πρός τήν ἀλήθεια». Καί
παρακάτω, ἀφοῦ λέει ὅτι αὐτός ὁ διάβολος εἶναι, πού παρεκίνησε τούς Ἀρείους,
τούς Ἀπολλιναρίους, τούς Εὐνομοίους καί Μακεδονίους καί πολλούς ἑτέρους
αἱρετικούς, «οὗτος τοίνυν ὁ νοητός καί διά τοῦτο μᾶλλον ἐπάρατος ὄφις, τό
πρῶτον καί μέσον καί τελευταῖον κακόν», «αὐτός, λοιπόν, ὁ νοερός καί γι’αὐτό
περισσότερο καταραμένος διάβολος, πού εἶναι τό πρῶτο καί μεσαῖο καί τό
τελευταῖο κακό», «μηδαμῶς ἐπιλελησμένος τῆς οἰκείας κακοτεχνίας», «δέν ξέχασε
καθόλου τήν κακοτεχνία του, τό κακό ἔργο του», «διά τῶν αὐτῷ πειθηνίων Λατίνων,
περί Θεοῦ καινάς εἰσφέρει φωνάς» , «μέ τούς λατίνους, πού εἶναι πειθήνια ὄργανά
του, εἰσάγει καινούργιες φωνές σχετικά μέ τό Θεό». Ἤδη ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Παλαμᾶς λέει αὐτό, πού ἀργότερα θά πεῖ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅτι ὁ πάπας
εἶναι ἀντίχριστος. «Τόν πάπα νά καταρᾶσθε, γιατί αὐτός θά εἶναι ἡ αἰτία ὅλων
τῶν κακῶν (τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως)».
Στή συνέχεια ὁ
ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναφερόμενος στή βλάσφημη διδασκαλία τοῦ Παπισμοῦ
περί τῆς καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Filioque, λέει:
«Ἦν οὖν ἄρα τῶν δικαιοτάτων μηδέ λόγου ἀξιοῦν ὑμᾶς, εἰ μή τοῦ προστιθέναι τῷ
ἱερῷ συμβόλῳ παύσησθε˙ τῆς δέ παρ’ἡμῶν προσθήκης παρ’ ὑμῶν ἐκβεβλημένης
πρότερον, ἔπειτα ζητεῖν, εἰ καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἤ οὐχί καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα τό
Ἅγιον, καί τό ἀναφανέν τοῖς θεοφόροις συνδοκοῦν κυροῦν» . (Μέχρις ὅτου
ἐξακολουθεῖτε νά ἔχετε τό Filioque, νά λέτε δηλ. ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα
ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, καί νά ἔχετε ἀλλοιώσει τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ
καί τῶν ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, δέν θά σᾶς δεχθοῦμε σέ ἐκκλησιαστική
κοινωνία). Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, λοιπόν, προϋπόθεση τοῦ διαλόγου
μέ τούς λατίνους εἶναι ἡ ἀφαίρεση ἐκ μέρους τους τῆς παράνομης προσθήκης τοῦ
Filioque ἀπό τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Σέ ἄλλο σημεῖο ξεκαθαρίζει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὅτι πίσω ἀπό τήν προσθήκη Filioque, κρύβεται μία καινή ἐκκλησιολογική
ἀρχή, δηλ. «ἡ τοῦ περιόντος πάπα περιωπή» , δηλ. τό ἑωσφορικό πρωτεῖο καί τό
ἀλάθητο, τό νά νομοθετεῖ αὐτός μόνος, σάν ἄλλος θεός ἐπί γῆς, ὅ,τι αὐτός κρίνει
σωστό, διαστρεβλώνοντας, διαστρέφοντας, παραμελῶντας καί περιθωριοποιῶντας
ἀκόμη καί τά ἴδια τά λόγια του Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καταδίκασε, μέ τήν Θ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο , τίς παπικές
αἱρέσεις περί κτιστῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καί περί κτιστοῦ Θαβωρίου Φωτός,
διδάσκοντας ὅτι ὁ Θεός ἔχει οὐσία καί ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες εἶναι καί οἱ δύο
ἄκτιστες. Ἡ ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμέθεκτη, ἐνῶ οἱ ἄκτιστες ἐνέργειές
Του εἶναι μεθεκτές. Παραλλήλως, τό Θαβώριον Φῶς, τό Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως εἶναι
Φῶς τῆς Θεότητος καί συνεπῶς ἄκτιστο.
Πολύ
χαρακτηριστικός εἶναι ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ὁ ὁποῖος, στήν «πρός τόν
εὐλαβέστατον μοναχόν κύρ Διονύσιον»
ἐπιστολή του γράφει ὅτι τό τρίτο εἶδος τῆς ἀθεΐας εἶναι ἡ σιωπή περί τῶν
δογμάτων, ἀπορρίπτοντας ἔτσι κάθε εἶδος ἐφησυχασμοῦ καί σιωπῆς ἐν καιρῷ
κινδυνευούσης πίστεως.
ΙΑ) Ἀγάπη καί
ἀλήθεια
Στά κείμενά
Ὑμῶν, Παναγιώτατε Δέσποτα, εἶναι διάχυτες οἱ ἀναφορές Ὑμῶν στήν ἀγάπη, τόν
οἰκουμενιστικό ἀγαπισμό, πού πρέπει νά ἔχουμε πρός τούς ἄλλους, τούς αἱρετικούς
καί τούς ἀπίστους, ἡ ὁποία ὅμως ἀγάπη χωρίζεται ἀπό τήν ἀλήθεια. Ἡ ἀπάντηση,
ὅμως, τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ἡ στάση τῶν ἁγίων Πατέρων εἶναι ὁμόφωνη. Ἀσφαλῶς, ὁ
Θεός εἶναι ἀγάπη, πού τή δείχνει πρός ὅλους, δικαίους καί ἁμαρτωλούς, καί
ἀσφαλῶς καί ἐμεῖς πρέπει νά χαρακτηριζόμαστε ἀπό αὐτήν τήν καθολική, τήν
συνολική ἀγάπη, γιατί αὐτή εἶναι τό κατ' ἐξοχήν γνώρισμα τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Θεός
εἶναι ἀγάπη, ἀλλά ἡ ἀγάπη δέν εἶναι Θεός, δέν πρέπει νά θεοποιοῦμε τήν ἀγάπη. Ἡ
ἀγάπη, ἐπίσης, δέν πρέπει νά ἀναιρεῖ τήν ἀλήθεια καί τήν εὐσέβεια, πρέπει νά εἶναι
συνδεδεμένη μέ τήν ἀλήθεια, γιατί διαφορετικά εἶναι ψεύτικη καί ὑποκριτική.
«Ἀληθεύοντες ἐν ἀγάπῃ καί ἀγαπῶντες ἐν ἀληθείᾳ» . Πρέπει νά ἀγκαλιάζει τόν
πλησίον, ὄχι μόνο ὡς σωματική, βιολογική παρουσία, ἀλλά ὡς πνευματική ὕπαρξη,
μέ αἰώνια προοπτική, καί νά ἐνδιαφέρεται πρό παντός, ὄχι γιά τά κοσμικά καί τά
πρόσκαιρα, ἀλλά γιά τά αἰώνια, γιά τήν σωτηρία του. Ἡ σωτηρία τοῦ πλησίον δέν
μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ, ὅταν βρίσκεται στήν πλάνη καί στήν αἵρεση, στήν ὁποία
μάλιστα ἐγωϊστικά ἐπιμένει. Χάνεται καί ὁ ἴδιος καί παρασύρει καί ἄλλους στήν
ἀπώλεια. Ἀπό ἀγάπη, λοιπόν, καί ὄχι ἀπό μῖσος κινουμένη ἡ Ἐκκλησία καί
ἀκολουθῶντας τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων ἀπαγορεύει τήν μετά
τῶν αἱρετικῶν καί ἀπίστων κοινωνία καί συναναστροφή, ὥστε καί τούς ἰδίους παιδαγωγικῶς
νά ὁδηγήσει σέ συναίσθηση τῆς πλάνης, ἀλλά καί τούς ἄλλους νά προφυλάξει. Ἀπό
ἀγάπη πρός τά πρόσωπα τῶν αἱρετικῶν καί ἀπίστων, ἀποστρεφόμαστε τήν πλάνη καί
τήν αἵρεση. Τήν ἀποστροφή αὐτή τήν δείχνουμε μέ πόνο ψυχῆς πρός τούς ἰδίους,
γιατί ἡ αἵρεση καί ἡ πλάνη εἶναι ἀπρόσωπες. Μόνο μ’αὐτόν τόν τρόπο μποροῦμε νά
μάθουμε πῶς νά προσεγγίζουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέ ἀξιοπρέπεια καί σεβασμό.
ΙΒ) Τό ἀληθές
νόημα τοῦ χωρίου «ἵνα ἕν ὦσιν»
Στήν ὁμιλία
Ὑμῶν, Παναγιώτατε Δέσποτα, στή βασιλική τοῦ ἁγίου Ἀμβροσίου, εἴπατε :
«Λησμονοῦμεν οἱ χριστιανοί ὅτι ὁ Κύριος καί Σωτήρ ἡμῶν μᾶς "ἐνέδυσε τό
πήλινον σῶμα καί μᾶς ἔπνευσε ζωήν καί εἴδομεν τό φῶς Του", ἵνα ἀγάπην
ἔχωμεν ἐν ἀλλήλοις καί ἵνα ὦμεν ἕν, καθώς αὐτός ἕν ἐστι πρός τόν Πατέρα καί τό
Πανάγιον Πνεῦμα, τήν μίαν Θεότητα καί Βασιλείαν καί Κυριότητα καί Δύναμιν καί
Ἐξουσίαν, ἡ ὁποία κατισχύει τῶν νόμων καί ἐν τῇ ὁποίᾳ Θεότητι φῶς καί
δικαιοσύνη καί ἀγάπη καί ἑνότης ἐπικρατεῖ».
Ἐπίσης, στήν
ὁμιλία Ὑμῶν πρός τούς Ἀντιπροσώπους τοῦ Παπικοῦ Ἐπισκοπικοῦ Συμβουλίου καί τά
μέλη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Συμβουλίου τῆς Σλοβακίας, παρουσία Παπικῶν, Λουθηρανῶν
καί Μεταρρυθμισμένων, εἴπατε : «παρ’ὅλον
ὅτι ἀποτελούμεθα ἐκ πολλῶν μελῶν, ἕν μόνον τυγχάνει τό σῶμα», «ἵνα ὦσιν ἕν
καθώς ἡμεῖς», «ὁ Ὁποῖος (Κύριός) μᾶς ζητεῖ νά εἴμεθα ἕν, ὡς Αὐτός καί ὁ Πατήρ
ἕν εἰσιν», «εἴθε νά ὑπερβῶμεν τάς διαιρέσεις καί τά χάσματα τά ἐμποδίζοντα ἡμᾶς
νά ἴδωμεν καθαρῶς τό Φῶς, καί νά εἴμεθα ἕν, καθώς καί ὁ Χριστός ἕν ἐστι μέ τόν
Πατέρα καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἐν τρισίν ὑποστάσεσιν, ἐν μιᾷ τῇ οὐσίᾳ, μία Θεότης καί Βασιλεία, τῆς
κοινωνίας τῆς Ὁποίας εἴθε νά γίνωμεν ἅπαντες μέτοχοι καί ὁμοτράπεζοι εἰς τό
ἐπουράνιον καί νοερόν Θυσιαστήριον τῆς Ἄνω Ἱερουσαλήμ μετά πάντων τῶν Ἁγίων» .
Τό πασίγνωστο
χωρίο «ἵνα ἕν ὦσιν» ἀπό τήν ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου ἐπιστρατεύεται
γι’ἀκόμη μία φορά ἀπό τήν Ὑμετέρα Σεπτήν Παναγιότητα γιά νά στηρίξει τὴν ἐγγενῆ
στὴν Ἐκκλησία ἀνάγκη ἐπιδείξεως φιλενωτικοῦ πνεύματος.
Ἡ τῆς
ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου αἴτηση πρὸς τὸ Θεὸ Πατέρα «ἵνα πάντες ἓν
ὦσιν» ἐκπληρώνεται ἤδη ἐντὸς τῆς Μιᾶς Ἐκ¬κλησίας, διότι τὸ αἴτημα τοῦτο τοῦ
Χριστοῦ ἐκπληρώνεται διὰ τῆς ταυ¬τότητος τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως πάντων· δὲν ὑφίσταται, λοιπὸν, ἐκκρε¬μότητα ὡς πρὸς
τοῦτο, ἀλλ’ ἐκκρεμεῖ ἡ ὑπὸ τῶν ἑτεροδόξων ἀ¬ποδοχὴ τῆς μόνης ἀληθοῦς Πίστεως· ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστο¬μος, ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο τοῦτο παρατηρεῖ : «Ἵνα ὦσιν
ἕν, καθὼς σύ, Πά¬τερ, ἐν ἐμοί, καὶ ἐγὼ ἐν σοί [...] Τί εἶναι, λοιπόν, τὸ “ Ἐν
ἡμῖν”; Στὴν πί¬στη πρὸς ἐμᾶς. Ἐπειδὴ βέβαια τίποτε δὲν σκανδαλίζει ὅλους, ὅσο ἡ
διά¬σπαση, αὐτὸ κατασκευάζει, ὥστε νὰ γίνουν ἕνα. Τί, λοιπόν; Τὸ κα¬τόρ¬θωσε
αὐτό, λέγουν; Καὶ πάρα πολύ τὸ κατόρθωσε. Διότι ὅλοι ὅσοι πί¬στευσαν μέσῳ τῶν
Ἀποστόλων εἶναι ἕνα, μολονότι κάποιοι ἀπὸ αὐ¬τοὺς ἀποσπάστηκαν [...] Εἴτε γιὰ
τὰ σημεῖα, εἴτε γιὰ τὴν ὁμόνοια, εἴτε γιὰ τὴν εἰρήνη ὁμιλεῖ, φαίνεται ὅτι εἶναι
ὁ Ἴδιος ποὺ τοὺς τὰ ἔχει δώσει. Ἔτσι, ἦταν φανερὸ ὅτι [μόνο] γιὰ παρηγοριὰ δική
τους γίνεται ἡ προσ¬ευχὴ αὐτή» . Ἡ δογματικὴ Πίστη τῆς Ἐκκλησίας, χάρη στοὺς
Ἁγίους, δὲν εἶναι κάτι τό ζητούμενον, ἀλλὰ κάτι τὸ δεδομένον. Οἱ Ἅγιοι, οἱ θεούμενοι,
ἔχουν τὴν μεταξύ τους ἑνότητα τῆς δογματικῆς Πίστεως, χάρη στὴ θεωτική, ἄκτιστη
ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ δὲ ὑπό¬λοιποι πιστοὶ κατέχουν ἀλαθήτως τὴν
ἑνιαία δογματικὴ Πίστη τῆς Ἐκ¬κλη¬σίας μέσῳ τῆς ὑπακοῆς στοὺς Ἁγίους Πατέρες,
«ἑπόμενοι τοῖς θεί¬οις Πατράσι». Ἀντιθέτως πρὸς τὴν ἑνιαία δογματικὴ Πίστη, τὴ
δο¬γματικὴ ὁμοφωνία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ πίστη ὡς ἀρετή, ὡς πεποίθηση στὸ Θεό,
ποικίλλει μεταξὺ τῶν πιστῶν, ἀκόμα καὶ τῶν Ἁγίων, κατὰ τὰ μέτρα τῆς προόδου
ἑκάστου. Χάρη στὸ γεγονὸς αὐτό, ἐπειδὴ δηλαδὴ ἡ δογματικὴ ἑνότητα εἶναι κάτι
δεδομένον καὶ ὄχι ζητούμενον, ἡ Ἐκκλη¬σία δὲν εὔχεται ὑπὲρ τῆς θεραπείας μιᾶς
ἀνυπάρκτου διαιρέσεως τῆς Ἐκ¬κλη¬σίας, ἀλλ’ εὔχεται ὑπὲρ ἐπιστροφῆς τῶν
πεπλανημένων, ὅπως εἶναι μαρτυρημένο στὰ λειτουργικὰ κείμενά της . Ἀντιθέτως, ἡ
πρα¬κτικὴ τῶν Οἰκουμενιστῶν εἶναι προφάσει τῆς φράσεως αὐτῆς, νὰ προβοῦν σὲ
συγκόλληση ἑτεροπίστων ὁμολογιῶν.
Τὴν
πα¬ρα¬πλα¬νη¬τι¬κὴ αὐ¬τὴ τα¬κτι¬κὴ τῶν Οἰ¬κου¬με¬νι¬στῶν στιγ¬μα¬τί¬ζει καὶ ὁ
ἀγωνιστής καί ἔξοχος θεολογικός νοῦς Σεβ. Μη¬τρο¬πο¬λί¬της Ναυ¬πά¬κτου καὶ
Ἁ¬γί¬ου Βλα¬σί¬ου κ. Ἱ¬ε¬ρό¬θε¬ος, ὁ ὁ¬ποῖ¬ος ἀνα¬φέ¬ρει χα¬ρα¬κτη¬ρι¬στι¬κά :
«Με¬ρι¬κοὶ
θε¬ο¬λό¬γοι ἑρ¬μη¬νεύ¬ουν τὴ φρά¬ση τοῦ Χρι¬στοῦ «ἵνα πάν¬τες ἓν ὦ¬σι» (Ἰ¬ω.
17/ιζ΄, 21), ποὺ εἶ¬ναι τμῆ¬μα τῆς ἀρ¬χι¬ε¬ρα¬τι¬κῆς προ¬σευ¬χῆς Του, μὲ τὸ
ὅ¬τι δῆ¬θεν ἀναφέ¬ρε¬ται στὴν μελ¬λον¬τι¬κὴ ἑ¬νό¬τη¬τα τῶν ἐκ¬κλη¬σι¬ῶν καὶ τὴν
χρη¬σι¬μο¬ποι¬οῦν κα¬τὰ κό¬ρον γιὰ νὰ δη¬λώ¬σουν ὅ¬τι ὁ Χρι¬στὸς
προ¬α¬νήγ¬γει¬λε ὅ¬τι ὅ¬λες οἱ χρι¬στι¬α¬νι¬κὲς ὁμολογί¬ες θὰ ἀ¬πο¬κτή¬σουν στὸ
μέλ¬λον ἑ¬νό¬τη¬τα με¬τα¬ξύ τους καὶ θὰ ἀ¬πο¬τε¬λέ¬σουν τὴ “μί¬α” ἐκ¬κλη¬σί¬α,
ὑ¬πο¬νο¬ών¬τας ὅ¬τι ἡ Ἐκ¬κλη¬σί¬α τώ¬ρα εἶ¬ναι δι¬α¬σπα¬σμέ¬νη. Ἡ ὀρ¬θό¬δο¬ξη
ἑρ¬μη¬νεί¬α τῆς φρά¬σε¬ως εἶ¬ναι δι¬α¬φο¬ρε¬τι¬κή. Τὸ “ἵνα πάν¬τες ἓν ὦ¬σι”,
ἐ¬ὰν δι¬α¬βά¬σει κανεὶς πο¬λὺ προ¬σε¬κτι¬κὰ ὅ¬λο τὸ κεί¬με¬νο τῆς
ἀρ¬χι¬ε¬ρα¬τι¬κῆς προ¬σευ¬χῆς, θὰ δεῖ ὅ¬τι συν¬δέ¬ε¬ται ἀ¬να¬πό¬σπα¬στα μὲ
ἄλ¬λες φρά¬σεις, ὅ¬πως “κα¬θὼς σύ, πά¬τερ, ἐν ἐ¬μοὶ κἀ¬γὼ ἐν σοί” (Ἰ¬ω. 17/ιζ΄,
21) καὶ τὴ φρά¬ση “ἐ¬γὼ ἐν αὐ¬τοῖς καὶ σὺ ἐν ἐ¬μοὶ ἵ¬να ὦ¬σι τετελειωμέ¬νοι εἰς
ἓν” (Ἰ¬ω. 17/ιζ΄, 23) καὶ ἐ¬πί¬σης τὴν ἄλ¬λη φρά¬ση “ἵνα θε¬ω¬ρῶ¬σι τὴν δό¬ξαν
τὴν ἐ¬μὴν ἣν ἔδωκάς μοι” (Ἰ¬ω. 17/ιζ΄, 24). Καὶ σα¬φῶς, ἐ¬δῶ, ὁ Χρι¬στὸς
ἀναφέρεται στὴν ἑ¬νό¬τη¬τα τῶν Ἀ¬πο¬στό¬λων κα¬τὰ θε¬ω¬ρί¬αν τῆς δό¬ξης τοῦ
Θε¬οῦ, τὴν θέ¬α τοῦ ἀ¬κτί¬στου Φω¬τός, ποὺ ἔ¬γι¬νε τὴν ἡ¬μέ¬ρα τῆς
Πεν¬τη¬κο¬στῆς, για¬τὶ ἀ¬κρι¬βῶς τότε οἱ Ἀ¬πό¬στο¬λοι ἀ¬πέ¬κτη¬σαν καὶ
ἑ¬νό¬τη¬τα οὐ¬σι¬α¬στι¬κὴ με¬τα¬ξύ τους. Ἑ¬πο¬μέ¬νως ὅ¬σοι ἐκ τῶν Ἁ¬γί¬ων μέ¬σα
στὴν ἱ¬στο¬ρί¬α φθά¬νουν στὴ θέ¬ω¬ση καὶ στὴ θε¬ω¬ρί¬α τοῦ ἀ¬κτί¬στου Φω¬τός,
ἀ¬πο¬κτοῦν ἑ¬νό¬τη¬τα μὲ τοὺς Ἀ¬πο¬στό¬λους, ἔ¬χουν τὴν ἴ¬δια πί¬στη μὲ αὐ¬τοὺς
καὶ ἐ¬φαρ¬μό¬ζε¬ται τὸ χω¬ρί¬ο αὐ¬τό, τοῦ Χρι¬στοῦ, “ἵ¬να ὦ¬σιν ἕν”» .
ΙΓ) Οἱ
σύγχρονοι διωγμοί κατά τῶν Χριστιανῶν καί οἱ διαθρησκειακές συναντήσεις
Τόσο στήν
ὁμιλία Ὑμῶν στή βασιλική τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου ὅσο καί στήν Πατριαρχική καί
Συνοδική ἐγκύκλιο γιά τά 1700 ἀπό τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων κάνετε λόγο,
Παναγιώτατε Δέσποτα, γιά τούς σημερινούς διωγμούς τῶν Χριστιανῶν. Στήν μέν
πρώτη λέτε: «Σήμερον, παρά τάς σημειουμένας φαινομενικάς ἔν τισι προόδους ἐν τῷ
κόσμῳ εἰς θέματα σεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, οἱ διωγμοί κατά τῶν
χριστιανῶν δέν ἔχουν παύσει. Μετά πολλῆς θλίψεως βλέπομεν καί σήμερον τούς χριστιανούς,
παντός δόγματος, νά διώκωνται εἰς πολλά μέρη, νά θεωρῶνται ἐχθροί τῆς κοινωνίας
καί τοῦ κράτους, τήν χριστιανικήν πίστιν νά μή εἶναι ἀνεκτή εἰς πλείστας χώρας
καί νομοθεσίας, καί πολλούς ἀδελφούς μας χριστιανούς, ἄνδρας καί γυναῖκας,
κληρικούς καί λαϊκούς, γέροντας καί νέους, νά πίνουν τό ποτήριον τῆς πικρίας
καί πολλάκις καί τοῦ μαρτυρίου, ἐπί μόνῳ τῷ λόγῳ τῆς "ἀντιπαθείας"» .
Στή δέ δεύτερη : «ἐκφράζομεν τόν μόνιμον ἔντονον π ρ ο β λ η μ α τ ι σ μ ό ν, τήν ἀγωνίαν καί
τήν διαμαρτυρίαν αὐτοῦ διά τάς συνεχιζομένας διώξεις ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, ἰδίᾳ
ἐσχάτως πρός τούς χριστιανικούς πληθυσμούς τῆς γεωγραφικῆς περιοχῆς τῆς Μέσης
Ἀνατολῆς, αἱ ὁποῖαι ἐκφράζονται μέ συχνάς δολοφονίας, ἀπαγωγάς, διώξεις καί
ἀπειλάς ἐναντίον των, μέ ἀποκορύφωμα τήν ἀπαγωγήν τῶν δύο ἀγνοουμένων εἰσέτι
ἀδελφῶν Ἱεραρχῶν, τοῦ ἐκλεκτοῦ καί γνωστοῦ διά τήν πνευματικότητα καί τό
σημαντικόν ἐκκλησιαστικόν, κοινωνικόν καί ἐκπαιδευτικόν ἔργον τοῦ Ἱερωτάτου
Μητροπολίτου Χαλεπίου καί Ἀλεξανδρέττας κυρίου Παύλου καί τοῦ Συροϊακωβίτου
Μητροπολίτου Χαλεπίου Ἰωάννου-Ἰμπραχίμ» .
Λησμονήσατε,
ὅμως, Παναγιώτατε, νά ἀναφέρετε ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὑπὸ τὴν
καθοδήγησιν τῶν «ὑπογείων ρευμάτων» τῆς Ἀμερικῆς, διοργανώνει κατὰ περιόδους
διαθρησκειακές διασκέψεις μὲ θέματα τὴν εἰρήνη, τὴν ἐξάλειψη τῆς βίας, τῆς
πενίας καὶ τὴν εἰρηνικὴ συνύπαρξη λαῶν μὲ διαφορετικὸ θρήσκευμα. Ἀντετάχθημεν
μέ κείμενά μας σ’αὐτές τίς διαθρησκειακές, οἱ ὁποῖες ἔφθασαν ἕως τοῦ σημείου νὰ
ζητοῦν τὴν ἐξάλειψη (διαγραφὴ) ὅλων τῶν στοιχείων βίας ἀπὸ τήν Ἁγία Γραφή τῶν Χριστιανῶν
καί τά θεολογικά κείμενα, τῶν Ἰουδαίων καὶ τοῦ Ἰσλάμ. Ἐπεσημάναμε μὲ στοιχεῖα
ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ἔχει τοιαῦτα στοιχεῖα καὶ εἶναι βλασφημία ἐναντίον τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος νὰ ἰσχυρίζεται κάποιος ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη περιλαμβάνει
πολεμικὰ στοιχεῖα μίσους καὶ βίας. Ὑπογραμμίσαμε ἐπίσης ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν
ἀναγνωρίζουμε τὰ «ἱερὰ» βιβλία τῶν Μουσουλμάνων καὶ τῶν Ἰουδαίων διότι
ἀποτελοῦν βλάσφημα ἀντιτριαδικά κείμενα καί μέ τήν ἴδια λογική θά ἔπρεπε νά
δεχθοῦμε τήν «Θάλεια» τοῦ Ἀρείου ἤ τήν «Σκοπιά» καί τό «Ξύπνα» τῶν
ψευδομαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ ἤ τά κείμενα τῆς Χριστιανικῆς Ἐπιστήμης!!! ἤ τῶν
Μορμόνων τῶν αὐτοαποκαλουμένων «Ἁγίων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τῆς Ὑστέρας Ἡμέρας»!!!
Ἕως σήμερα, οἱ διαθρησκειακές δὲν ἔχουν βοηθήσει τὴν ἀνθρωπότητα. Διότι καὶ
τρομοκρατικές πράξεις ἔχουμε ἀπὸ τοὺς μὴ Χριστιανοὺς σέ ὅλα τὰ σημεῖα τοῦ
κόσμου, καὶ ἐμφυλίους ἔχουμε, καὶ πολεμικές ἐνέργειες ἔχουμε καὶ πρωτοφανεῖς
διώξεις ὀρθοδόξων καὶ πλανεμένων Χριστιανῶν ἔχομεν κ.λπ. Παρ’ὅλ’αὐτά, Ὑμεῖς,
Παναγιώτατε, ἐμμένετε στή συνέχιση τῆς διεξαγωγῆς τῶν διαθρησκειακῶν
συναντήσεων καί διαλόγων. Γράφετε στήν Πατριαρχική καί Συνοδική ἐγκύκλιο: «Τό
Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον οὐδέποτε θά παύσῃ διά τῶν εἰς τήν διάθεσιν αὐτοῦ
πνευματικῶν μέσων καί τῆς ἀληθείας νά στηρίζῃ τάς προσπαθείας δι᾿ εἰρηνικόν διάλογον
μεταξύ τῶν διαφόρων θρησκειῶν, τήν εἰρηνικήν ἐπίλυσιν κάθε διαφορᾶς καί τήν
ἐπικράτησιν κλίματος ἀνοχῆς, καταλλαγῆς καί συνεργασίας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων
κάθε θρησκεύματος καί ἐθνικῆς καταγωγῆς». Στήν ὁμιλία Ὑμῶν κατά τήν δοξολογία
στήν Τσεχία εἴπατε: «Χαιρόμεθα, λοιπόν, ὅτι ἔχομεν πάντας ὑμᾶς τούς ἐν Τσεχίᾳ
ἀδελφούς συνοδοιπόρους εἰς τόν ἀγώνα διά
τήν ἐπικράτησιν τῆς εἰρήνης εἰς τόν ταλαίπωρον κόσμον μας, διά τόν διάλογον
μεταξύ τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά καί μεταξύ ἐκπροσώπων τῶν διαφόρων θρησκειῶν,
διά τήν συνδιαλλαγήν, τήν ἀνοχήν καί τήν ἐμπιστοσύνην μεταξύ τῶν λαῶν, καί ἡ
ὠφέλεια ἡ ὁποία προκύπτει ἐκ τῆς συνοδοιπορίας ταύτης ἀσφαλῶς καί εἶναι
κοινός κ α ρ π ό ς δι᾿ ὁλόκληρον τήν οἰκουμένην». Τέλος, στήν
πρόποσή Ὑμῶν κατά τό γεῦμα μέ τούς ἐκπροσώπους τοῦ Παπισμοῦ στό Παπικό
Ἀρχιεπισκοπικό Μέγαρο τῆς Πράγας ἐπισημάνατε: «Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ὡς
γνωστόν ὑμῖν, Σεβασμιώτατε κύριε Καρδινάλιε, πιστεύει, εὐνοεῖ καί προωθεῖ τήν
καλλιέργειαν κλίματος ἀγάπης, διαλόγου, ἀλληλεγγύης καί κατανοήσεως μεταξύ τῶν
χριστιανῶν ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν, καί πρός τήν κατεύθυνσιν ταύτην
ἐργάζεται πάντοτε καί προσεύχεται πρός τόν Κύριον, ἵνα οἰκονομήσῃ διά τοῦ Λόγου
Αὐτοῦ τήν ἥν ἐπεζήτησεν ὀλίγον πρός τοῦ ἑκουσίου Σταυροῦ Αὐτοῦ ἑνότητα πάντων τῶν
εἰς τό Ὄνομα Αὐτοῦ πιστευόντων» . Παναγιώτατε Δέσποτα, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι ἡ ἄποψη, πού κυριαρχεῖ,
περί εἰρηνικῆς συνυπάρξεως τῶν θρησκειῶν εἶναι ἐσφαλμένη. Εἰρηνική συνύπαρξη
τῶν θρησκειῶν σημαίνει παύση τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου καί κατάργηση τοῦ Χριστιανισμοῦ
ὡς τῆς μόνης ἀληθινῆς Ἐκκλησίας. Εἰρηνική συνύπαρξη τῶν θρησκειῶν σημαίνει
συνεργασία τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας πρός ἀποφυγή ἰδεολογικῶν
συγκρούσεων μέ τά ὄργανα τοῦ σκότους, πού ἀπομειώνουν τό Θεανθρώπινο πρόσωπο
τοῦ ἐνσαρκωθέντος μόνου Σωτῆρος. Εἰρηνική συνύπαρξη τῶν θρησκειῶν σημαίνει
ἁρμονική συνύπαρξη τῆς ἀληθείας μέ τήν πλάνη, τήν ἀπάτη καί τό ψεῦδος, τοῦ
φωτός μέ τό σκότος, τό ζόφο καί τό ἔρεβος˙ τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι τό Φῶς τό
ἀληθινό, μέ τόν Διάβολο, πού εἶναι τοῦ σκότους ὁ προστάτης. Τέτοια, ὅμως,
συνύπαρξη δέν εἶναι νοητή, ἀλλά ἀποτελεῖ ἑωσφορική εἰσήγηση.
Ὁ Χριστός
ἔδωσε ἐντολή νά κηρυχθεῖ στόν κόσμο ἡ Ἐκκλησία Του ὡς ἡ μόνη ἀληθινή καί τέλεια
Ἐκκλησία. Ἐπίσης, εἶπε καί τό ἑξῆς: «Μή νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπί
τήν γῆν˙ οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλά μάχαιραν» . Μ’αὐτόν τό λόγο ὁ Χριστός
δέν τάσσεται, βέβαια, ἐναντίον τῆς εἰρήνης καί ὑπέρ τοῦ πολέμου, ἀλλά ἐννοεῖ
ὅτι ἡ Ἐκκλησία Του θά διχάσει τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ ἄλλοι θά πιστεύσουν καί
ἄλλοι δέν θά πιστεύσουν καί οἱ ἄπιστοι θά πολεμοῦν τούς πιστούς. Τό κήρυγμα τοῦ
Εὐαγγελίου ἀναγκαίως ἐπιφέρει σύγκρουση μεταξύ τῶν θρησκειῶν, τῆς ἀληθινῆς ἀπό
τή μιά καί τῶν ψευδῶν ἀπό τήν ἄλλη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: «Εἰ δυνατόν τό ἐξ
ὑμῶν μετά πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες» . Γιατί λέει «εἰ δυνατόν»; Γιατί
ὑπάρχουν περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες εἶναι ἀδύνατο τό εἰρηνεύειν. Τέτοια εἶναι
ἡ περίπτωση τῆς κηρύξεως τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Σέ
τέτοιες περιπτώσεις ἰσχύει αὐτό, πού εἶπε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅτι
εἶναι προτιμότερος ἀπό τήν εἰρήνη ὁ πόλεμος. Γιατί μιά τέτοια εἰρήνη χωρίζει
ἀπό τόν Θεό.
Τελευταίως,
κατά τάς ἐπιταγάς τοῦ Κορανίου πού ἀκολουθοῦν οἱ δύστυχοι ἰσλαμοφασῖσται τῆς
λεγομένης ἀντιπολιτεύσεως στή Συρία, πού στηρίζουν ἡ ἀνόητη Δύση (Ε.Ε., Η.Π.Α.)
καί τό σουνιτικό μπλόκ Σαουδικῆς Ἀραβίας, Κατάρ καί Τουρκίας, ἔγινε ἡ ἀπαγωγὴ
τοῦ Ὀρθοδόξου Μητροπολίτου Χαλεπίου καὶ τοῦ Μονοφυσίτου «Μητροπολίτου» τῆς
περιοχῆς. Παναγιώτατε, δέν μποροῦμε νά ἀποκαλοῦμε τό δοκιμαζόμενο αἱρετικό
Μονοφυσίτη, Συροϊακωβίτη «Ἐπίσκοπο» Χαλεπίου κ. Ἰωάννη-Ἰμπραχήμ «ἀδελφό
Ἱεράρχη» καί «ἐκκλησιαστικό λειτουργό
καί μάλιστα ἀνώτατο ἱεραρχικῶς» , ἀναγνωρίζοντάς του ἐκκλησιαστικότητα,
ἐξισώνοντας τούς Ὀρθοδόξους Ἱεράρχες μέ τούς αἱρετικούς Μονοφυσῖτες. Οἱ
Μονοφυσῖτες, ὡς πολύ καλά γνωρίζετε, ἔχουν καταδικασθεῖ ἀπό τήν Δ΄ Ἁγία καί
Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος (451), εἶναι αἱρετικοί καί, ὡς ἐκ τούτου, δέν
ἔχουν ἱερωσύνη. Βεβαίως, γνωρίζουμε ὅτι Ὑμεῖς εἶσθε πιστός τηρητής τῶν
ἀποφάσεων τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Θεολογικοῦ διαλόγου μεταξύ Ὀρθοδόξων καί
Μονοφυσιτῶν, οἱ ὁποῖες, ὅμως, ἔρχονται σέ πλήρη, ἄμεση καί σφοδρή ἀντίθεση μέ
τίς ἀποφάσεις τῆς Δ΄ ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καί ἄρα εἷναι ἀνυπόστατες.
Ἐπιπροσθέτως, ἐρωτῶμεν Ὑμᾶς, Παναγιώτατε Δέσποτα: Ποιά ἡ ἐπιρροὴ τῶν ἐκπροσώπων
τῶν διαθρησκειακῶν διασκέψεων γιὰ τὴν ἀπελευθέρωσή τους; Ποιές οἱ ἐνέργειές
τους πρὸς τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτή; Πῶς αὔριο τὸ Φανάρι
θὰ αἰτιολογήσει τίς νέες διαθρησκειακές μὲ τὸ περιεχόμενο, τὸ ὁποῖο
προανεφέραμε;
ΙΔ) Οἱ διώξεις
τῶν οἰκουμενιστῶν κατά τῶν ἀντιοικουμενιστῶν
Στόν
χαιρετισμό Ὑμῶν γιά τά 1700 χρόνια ἀπό τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων στήν Κων/λη
στίς 17-5-2013, σέ μία στιγμή εἰλικρινείας καί ἀληθείας ἀναρωτιέστε,
Παναγιώτατε Δέσποτα: «Μήπως καί ἡμεῖς
μέχρι τῆς σήμερον δέν "καταδιώκομεν" τούς ἀντίθετα ἁπλῶς φρονοῦντας
ἡμῖν καί ὑπομένοντας καρτερικῶς καί θέλομεν νά τούς ἴδωμεν
"δεδεμένους" ἐπί τοῦ Σταυροῦ οὐχί τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, -ὅπερ
ἀσφαλῶς τό εὐκταῖον καί ἐπιδιωκτέον διά τήν σωτηρίαν αὐτῶν καί ἡμῶν τῶν
ἰδίων-, ἀλλά τῆς ἡμετέρας ἀνθρωπίνης
ἀδυναμίας καί μοχθηρίας»; Ἀληθῶς λέγετε, Παναγιώτατε Δέσποτα! Ὄντως οἱ
Οἰκουμενιστές καταδιώκουν τούς ἀντιοικουμενιστές. Ὑπενθυμίζουμε μερικές τέτοιες
περιπτώσεις διώξεων. α) Ἡ παύση ὡς ἐκπροσώπου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στούς
Θεολογικούς διαλόγους μέ τούς Παπικούς καί ἡ ἀπόλυση ἐκ τῆς δικαιοδοσίας τοῦ
Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τοῦ ὁμοτίμου καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ
Α.Π.Θ., αἰδεσιμολογιωτάτου πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση, β) Ὁ ἄδικος
ἀφορισμός τοῦ ἐγκρίτου καί μεγάλου ἀντιαιρετικοῦ καί ἀντιοικουμενιστοῦ θεολόγου
τοῦ ἐν παρθενίᾳ καί πτωχείᾳ διελθόντος τόν βίον του κ. Νικολάου Σωτηροπούλου,
γ) Ἡ ἀπαίτηση ἀντικαταστάσεως ἀπό τόν διεξαγόμενο διάλογο μέ τούς Παπικούς τοῦ
ἐγκρατοῦς Σεβ. Μητροπολίτου Περιστερίου κ. Χρυσοστόμου ἐπειδή ἐζήτει τό
αὐτονόητο, τήν ὑποβολή δύο κειμένων ἐξ ἑκάστης πλευρᾶς ὡς ἀπεκάλυψε στήν
Ἱεραρχία τοῦ 2010 ὁ σοφός Μητροπολίτης Καισαριανῆς κ. Δανιήλ, δ) Ἡ ἀντικανονική
ἔκπτωση ἐκ τοῦ θρόνου καί καθαίρεση τοῦ Σεβ. Ἐπισκόπου Ράσκας καί Πριζρένης κ.κ.
Ἀρτεμίου ἀπό τήν Σερβική Ἐκκλησία καί ἡ ἀπαγόρευση εἰσόδου του στό Ἅγιον Ὄρος
ἐκ μέρους Ὑμῶν, ε) Ἡ ἀντίδραση στήν
κυκλοφόρηση καί ὑπογραφή τοῦ κειμένου «Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ», ς) Ἡ ἀντίδραση ἐναντίον τῶν διοργανωσάντων καί μετεχόντων στήν
ἐπιστημονική καί θεολογική ἡμερίδα, πού διοργάνωσε ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Μ. Πειραιῶς,
μέ θέμα «Πατερική Θεολογία καί μεταπατερική αἵρεση» καί ζ) Ἡ ἀντίδρασή στήν
ἐκφώνηση τῶν ἀναθεμάτων ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ συγκρητιστικοῦ
διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ οἰκουμενισμοῦ τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ
2012 ὑπό τῆς ἐλαχιστότητός μας.
ΙΕ) Ἡ φοβερή
ἐκκοσμίκευση
Στόν
χαιρετισμό Ὑμῶν γιά τά 1700 χρόνια ἀπό τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων στήν Κων/λη
στίς 17-5-2013, παραδεχθήκατε ὅτι «εἶναι ἀληθές, ὅτι αἱ σύγχρονοι κοινωνικαί
δομαί συμπαρασύρουν ἐνίοτε, ὡς μή ὤφελε, καί ἡμᾶς τούς ποιμένας τῆς ποίμνης
Χριστοῦ, ὅσους εὑρισκόμεθα "ἐσώτερον" τῆς θείας Αὐτοῦ
"παρεμβολῆς", εἰς ἀπογοήτευσιν ἕνεκα τῆς καταστάσεως, εἰς τήν ὁποίαν
εὑρίσκεται ὁ κόσμος, λόγῳ τῆς ἀπομακρύνσεως αὐτοῦ ἐκ τῶν "πηγῶν τοῦ
σωτηρίου" τῆς ζωῆς. Μετριάζεται ἡ ἀγαπητική δύναμις τῶν ψυχῶν μας καί
ἀδυνατίζεται ἡ ὅλῃ ψυχῇ καί διανοίᾳ ἀφιέρωσίς μας εἰς τήν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ».
Ἀληθῶς λέγετε, Παναγιώτατε Δέσποτα!
ΙΣΤ) Φοβερή
ὀπτασία τοῦ ἀγίου Ἀντωνίου γιά τους αἱρετικούς˙ ἄλογα κτήνη γύρω ἀπό την Ἁγία
Τράπεζα
Στόν
χαιρετισμό Ὑμῶν γιά τά 1700 χρόνια ἀπό τό Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων στήν Κων/λη
στίς 17-5-2013,. χρησιμοποιήσατε τή λέξη «ἀναμηρυκάζοντες». Εἴπατε ἐπί λέξει :
«Ἡ ἑορταζομένη καί τιμωμένη ἐπέτειος ἀποτελεῖ ἀφορμήν, ὥστε
"ἀναμηρυκάζοντες" τά γεγονότα, νά ἀναλογισθῶμεν καί νά
προβληματισθῶμεν ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν πορείαν τοῦ συγχρόνου κόσμου…» . Ἐπ’αὐτοῦ
θά θέλαμε νά κάνουμε μία φιλολογική παρατήρηση. Τό ρῆμα «ἀναμηρυκάζω» ἤ
«ἀναμηρυκῶμαι», πού σημαίνει ἀναμασῶ τήν τροφή, χρησιμοποιεῖται γιά τά ἄλογα
καί ὄχι γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀντί τοῦ "ἀναμηρυκάζοντες" θά ἔπρεπε νά
γραφεῖ «ἀναμιμνησκόμενοι». Ὅμως αὐτό ὑπενθυμίζει τό βίωμα τοῦ ὁσίου καί
θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου, τόν ὁποῖο
χρησιμοποιήσατε στίς ὀμιλίες Ὑμῶν, ὁ ὁποῖος σέ φοβερή ὀπτασία, πού εἶχε, εἶδε
τούς αἱρετικούς Ἀρειανούς καί κατ’ἐπέκταση ὅλους τούς αἱρετικούς, ἄρα καί τούς
σημερινούς Οἰκουμενιστές, ὡς ἄλογα ζῶα καί κτήνη γύρω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα νά
κλωτσοῦν καί νά λακτίζουν τήν Ἁγία Τράπεζα.
Εἶναι ὄντως
φοβερό τό ὅραμα, πού εἶδε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, σχετικά μέ τήν παρουσία αἱρετικῶν
μέσα σέ ὀρθόδοξους ναούς. Τό ὅραμα αὐτό αἰτιολογεῖ καί ἐξηγεῖ παραστατικά γιά
ποιό λόγο οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀπαγορεύουν μέ συνοδικούς κανόνες τήν εἴσοδο
αἱρετικῶν σέ καθαγιασμένους χώρους, τή συμμετοχή τους σέ ἀκολουθίες καί
λειτουργίες, τίς συμπροσευχές καί τά συλλείτουργα. Οἱ αἱρετικοί μή δεχόμενοι τή
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Ἁγίων, ἐπηρεάζονται ἀπό τούς
δαίμονες καί τόν πατέρα τους τό διάβολο, στήν προβολή πλανεμένων ἀπόψεων. Γι'
αὐτό καί ἡ διδασκαλία τους «μᾶλλον ἄγονος καί ἄλογος καί διανοίας ἐστίν οὐκ
ὀρθῆς, ὡς ἡ τῶν ἡμιόνων ἀλογία».
Συγκλονίσθηκε
λοιπόν, καί τρόμαξε ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, ὅταν ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά δεῖ στό ὅραμά του
τούς Ἀρειανούς νά περικυκλώνουν τό Ἅγιο Θυσιαστήριο ὡς ἡμίονοι, νά τό λακτίζουν
καί νά τό μιαίνουν. Τόση ἦταν ἡ λύπη καί ἡ στεναχώρια του, ὥστε ἔβαλε τά
κλάμματα. Κατά τήν διήγηση τοῦ Μ. Ἀθανασίου στό «Βίο», ἐνῷ ἠσχολεῖτο μέ τό
ἐργόχειρό του καθιστός ὁ Μ. Ἀντώνιος, περιῆλθε σέ ἕνα εἶδος ἐκστάσεως καί
ἀναστέναζε πολύ, βλέποντας τήν ὀπτασία. Μετά ἀπό ἀρκετή ὥρα, στράφηκε πρός τούς
παρισταμένους μοναχούς. Ἐξακολούθησε νά στενάζει και νά τρέμει. Ἔπεσε στά
γόνατα, γιά νά προσευχηθεῖ, καί ἔμεινε γονατιστός ἐπί πολύ ὥρα. Ὅταν σηκώθηκε,
ἔκλαιγε ὁ Γέροντας. Τρόμαξαν οἱ παριστάμενοι καί φοβήθηκαν πολύ, γι' αὐτό τόν
παρακάλεσαν νά τούς ἐξηγήσει. Καί ἀφοῦ τόν πίεσαν πολύ καί τόν ἐκβίασαν,
ἀναστέναξε πάλι καί εἶπε: «Παιδιά μου εἶναι καλύτερα νά πεθάνω, πρίν νά συμβοῦν
ὅσα εἶδα στήν ὀπτασία. Θά πέσει στήν Ἐκκλησία ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, καί θά παραδοθεῖ
σέ ἀνθρώπους, πού εἶναι ἄλογα κτήνη. Εἶδα τήν Ἁγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ, στό
Κυριακό της σκήτης νά περικυκλώνεται σ' ὅλες της πλευρές ἀπό μουλάρια, τά ὁποῖα
κλωτσοῦσαν καί χοροπηδοῦσαν, ὅπως συνηθίζουν νά κάνουν αὐτά τά ἄλογα κτήνη.
Εἴδατε καί ἀντιληφθήκατε πῶς ἐστέναζα προηγουμένως; Τό ἔκανα γιατί ἄκουσα φωνή
πού ἔλεγε: «Θά μιανθεῖ τό θυσιαστήριό μου». Αὐτά εἶδε ὁ Γέροντας. Καί μετά ἀπό
δύο ἀκριβῶς ἔτη ἔγινε ἡ ἐπίθεση τῶν Ἀρειανῶν καί ἡ ἁρπαγή τῶν Ἐκκλησιῶν.
Ἅρπαξαν τά ἱερά σκεύη μέ τή βία, τά ἔδωσαν σέ εἰδωλολάτρες νά τά κρατοῦν, τούς
ἐξανάγκασαν νά μετέχουν στίς συνάξεις τους καί παρόντων αὐτῶν ἔκαναν στήν Ἁγία
Τράπεζα ὅ,τι ἤθελαν. Τότε καταλάβαμε ὅλοι μας, λέγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος, ὅτι τά
λακτίσματα ἐκεῖνα τῶν ἡμιόνων προεμήνυαν στόν Ἀντώνιο ὅσα πράττουν τώρα οἱ
Ἀρειανοί ὡς κτήνη. Μετά τήν ὀπτασία ἔνιωσε τήν ἀνάγκη ὁ Γέροντας νά ἐνθαρρύνει
καί νά παρηγορήσει τούς γύρω του λέγοντας : «Μή λυπᾶσθε, παιδιά μου, γιατί ὅπως
ὀργίσθηκε ὁ Κύριος, ἔτσι πάλι καί θά θεραπεύσει τό κακό. Σύντομα ἡ Ἐκκλησία θά
ἐπαναποκτήσει τήν ὀμορφιά της καί θά λάμψει. Θά δεῖτε αὐτούς, πού ἐξορίστηκαν,
νά ἐπιστρέφουν, τήν ἀσέβεια νά ὑποχωρεῖ καί νά κρύβεται, καί τήν εὐσεβῆ πίστη
νά ἐμφανίζεται καί νά κυριαρχεῖ παντοῦ, ἀρκεῖ σεῖς νά μήν μιανθῆτε ἀπό τήν
αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν, γιατί δέν εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά τῶν
δαιμόνων καί τοῦ πατρός αὐτῶν τοῦ διαβόλου, ἄλογη καί ἄκαρπη, σάν τήν ἀλογία
τῶν ἡμιόνων» .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.