Β΄ Στάσις Χαιρετισμῶν
Εἶνε λοιπὸν ἔμφυτος ἡ θρησκεία. Συνεπῶς εἶνε ψευδέστατο, ἀψυχολόγητο καὶ ἀνιστόρητο, ὅτι οἱ παπᾶδες φτειάξανε τὴ θρησκεία γιὰ νὰ τὴν ἐκμεταλλεύωνται. Ὅπως δὲ᾿ φτειάξανε οἱ γιατροὶ τὴν ὑγεία γιὰ νὰ πλουτίζουν, ἀλλ᾿ εἶνε αὐτὴ ἡ φυσικὴ κατάστασι, οἱ δὲ ἀσθένειες ἦταν ἐκεῖνες ποὺ δημιούργησαν τὴν ἰατρική, ἔτσι κ᾿ ἐδῶ. Ἡ θρησκεία εἶνε ἔμφυτος. Τὸ ἀποδεικνύει ἡ ἀρχαιολογία, ποὺ σκάβει, ἀνακαλύπτει πολιτισμοὺς αἰώνων, καὶ παντοῦ, σὲ μνημεῖα καὶ τάφους, βρίσκει χνη τῆς θρησκευτικότητος. Τὸ βεβαιώνουν περιηγηταί, ποὺ πῆγαν ἐκεῖ ποὺ ζοῦν ἄγριοι καὶ ἀπολίτιστοι, μέσα σὲ σπηλιὲς καὶ δάση, καὶ εἶδαν, ὅτι κ᾿ ἐκεῖνοι ἔχουν θρησκευτικὲς ἐκδηλώσεις. Τὸ φωνάζει ἀκόμα ὁ Πλούταρχος, μεγάλος βιογράφος καὶ φιλόσοφος τῆς πατρίδος μας, ποὺ λέει· Πολλὰ παράξενα μπορεῖ νὰ δῇς στὴ γῆ, ἕνα δὲ᾿ θὰ δῇς· «Ἀνιέρου πόλεως καὶ ἀθέου …οὐδείς ἐστιν οὐδ᾿ ἔσται γεγονὼς θεατής» (ἐπιστ. πρὸς Κολώτην 31,4)· κανείς δὲ᾿ θὰ δῇ πόλι χωρὶς ναό, ποὺ νὰ μὴ λατρεύῃ θεό.
Ἔμφυτος λοιπὸν ἡ θρησκεία. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θρησκεία. Ἀλλὰ ἡ θρησκεία στὴν πρώτη μορφή της ἦταν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ· κατόπιν ἐκφυλίσθηκε καὶ κατήντησε εἰδωλολατρία. Τί θὰ πῇ εἰδωλολατρία; Ἀκούσαμε ἀπόψε· «Οὐκ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει οἱ θεόφρονες παρὰ τὸν Κτίσαντα» (εἱρμ. ζ΄ ᾠδ., βλ. Ῥωμ. 1,25). Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ἔπαυσαν νὰ λατρεύουν τὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό· ἀντὶ τοῦ Κτίστου λάτρευσαν τὰ κτίσματα. Θεοποίησαν τὴ φύσι, τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Ἔβλεπαν λ.χ. τὴ θάλασσα νὰ ὑψώνῃ τεράστια κύματα, νὰ κινδυνεύουν τὰ πλοῖα, καὶ εἶπαν· Ἡ θάλασσα εἶνε Θεός… Ἔβλεπαν τὸν ἥλιο νὰ πυρπολῇ τὴ γῆ, καὶ εἶπαν· Ὁ ἥλιος εἶνε Θεός. Ἔβλεπαν τ᾿ ἀστροπελέκια καὶ τὴ φωτιὰ νὰ καίῃ τὰ δάση, καὶ εἶπαν· Ἡ φωτιὰ εἶνε Θεός. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὰ διάφορα στοιχεῖα θεοποίησαν τὰ ζῷα. Τέλος θεοποίησαν τὸν ἄνθρωπο, καὶ μάλιστα ὑπὸ τὴν ἀγενῆ του μορφή, ὅπως παρουσιάζεται μὲ τὰ πάθη του. Θεοποίησαν τὰ πάθη τους. Ἀπόδειξις οἱ 12 θεοὶ τοῦ Ὀλύμπου. Ὁ Ζεύς, ὁ πατέρας τῶν θεῶν, εἶνε ὁ κῆρυξ τῆς μοιχείας καὶ προστάτης τῶν μοιχῶν· ἀναρίθμητες εἶνε οἱ γυναῖκες ποὺ ἐξηπάτησε μεταμορφούμενος ποικιλοτρόπως, ὅπως λέει ἡ μυθολογία. Ὁ Βάκχος εἶνε κῆρυξ τῆς μέθης καὶ προστάτης τῶν μεθύσων. Ἡ Ἀφροδίτη κῆρυξ τῆς ἀκολασίας καὶ προστάτις τῶν ἀκολάστων. Ὁ κερδῷος Ἑρμῆς κῆρυξ τοῦ κέρδους καὶ τῆς κλοπῆς καὶ προστάτης τῶν κλεπτῶν καὶ ἀπατεώνων. Τέτοιοι ἦταν οἱ θεοὶ ἐκεῖνοι. Ὠργίαζαν στὴν κορυφὴ τοῦ Ὀλύμπου, ὅπου ὑποτίθετο ὅτι εἶνε ἡ κατοικία τους. Ὀρθῶς εἶπε ἕνας ἱστορικὸς ὅτι, ἐὰν ἐπρόκειτο ἀπὸ σημερινὰ δικαστήρια νὰ δικασθοῦν γιὰ τὰ ἔργα τους, θὰ κατεδικάζοντο ὅλοι μὲ μεγάλες ποινές. Γιὰ τὰ ἔργα αὐτὰ ἡ θρησκεία ἐκείνη χαρακτηρίζεται βάρβαρος.
Ἀλλὰ ἦταν βάρβαρος καὶ γιὰ κάποιο ἄλλο λόγο, ποὺ προκαλεῖ φρίκη. Εἶχε θυσίες· καὶ τί θυσίες, αἱματηρές. Κ᾿ ἐμεῖς στὴν Ἐκκλησία προσφέρουμε θυσία· κερί, λάδι, λιβάνι, ἄρτο-πρόσφορο, οἶνο· ὅλα αὐτὰ εἶνε θυσίες, ἀναίμακτες ὅμως, ὅπως καὶ ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν θυσία μας, ἡ θεία εὐχαριστία. Ἐκεῖνοι ὅμως ἔκαναν θυσίες αἱματηρές. Γιὰ νὰ ἐξευμενισθοῦν οἱ θεοί τους, ἔπρεπε νὰ χυθῇ ἀνθρώπινο αἷμα. Διαβάζουμε στὴν Ἰλιάδα, ὅτι προτοῦ νὰ ξεκινήσουν γιὰ τὴν Τροία, γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τοὺς θεοὺς καὶ νά ᾿χουν τὰ πλοῖα τους οὔριο ἄνεμο, θυσίασαν στὴν Αὐλίδα τὴν ὑπέροχη ἐκείνη κόρη, τὴν Ἰφιγένεια· τὴν ἔσφαξαν. Βλέπουμε ἀκόμη, ὅτι στὴν Ἀσία εἶχαν ὡς θεοὺς ἕνα Βάαλ καὶ μία Ἀστάρτη, μὲ τεράστια χάλκινα ἀγάλματα, καὶ πάνω στὶς πυρακτωμένες παλάμες τους ἀπέθεταν οἱ μητέρες τὰ νήπιά τους, ποὺ ἐκαίγοντο σὰν τὸ λιβάνι…· καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀκούγωνται θρῆνοι μητέρων καὶ φωνὲς παιδιῶν, χτυποῦσαν δαιμονιωδῶς τὰ τύμπανά τους! Φρικώδη πράγματα… Ἀλλὰ μήπως καὶ οἱ Ἀθηναῖοι δὲν ἔστελναν τοὺς καλύτερους νέους των θυσία στὸ Μινώταυρο;…
Ἀνθρωποθυσίες· τέτοια ἦταν ἡ θρησκεία ἐκείνη. Αὐτὴν ἐννοεῖ ὁ στίχος «Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας».
Βεβαίως στὸ διάστημα ἐκεῖνο τοῦ σκότους ὑπῆρχαν καὶ φωτεινὰ πνεύματα, ποὺ ἔῤῥιχναν κάποιες ἀκτῖνες φωτός· ἀλλ᾿ αὐτὲς ἐπνίγοντο μέσα στὴν ἄβυσσο τῶν παθῶν.
Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Ποιός γκρέμισε τὰ εἴδωλα; Μία εἶνε ἡ ἀπάντησις τῆς ἱστορίας, τὸ λέει δὲ καὶ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος στὸ στοιχεῖο «λάμβδα» «Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ κ.λπ.». Τὰ εἴδωλα δὲν τὰ γκρέμισε ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων, ἄλλοι φιλόσοφοι ἢ ποιηταὶ ἢ δορυκτήτορες τῆς γῆς. Ἡ βάρβαρος θρησκεία τῶν εἰδώλων, μὲ τὶς προλήψεις καὶ δεισιδαιμονίες της, εἶχε βαθειὲς ῥίζες. Τὰ εδωλα τὰ γκρέμισε ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὸ πρῶτο χτύπημα ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας τὸ ἔδωσε στὸν περίφημο διάλογο μὲ τὴ Σαμαρείτιδα (βλ. Ἰωάν. 4,7-26), ὅπου εἶπε, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶνε κάτι τι ὑλικὸ καὶ δὲ᾿ μποροῦμε νὰ τὸν παραστήσουμε μὲ μαρμάρινα ἢ χάλκινα ἀγάλματα. Ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα· «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (ἔ.ἀ. 4,24). Ἔγραψαν ὅτι, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός, γκρεμίστηκαν πλέον τὰ εδωλα σ᾿ ὅλη τὴ γῆ.
Λυτρωμενοι απο τη βαρβαροτητα
«Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας»
(Ἀκάθ. ὕμν. Ι 4 α΄)
Ο
Ἀκάθιστος ὕμνος εἶνε ἕνα ἀριστούργημα, μὲ τὸ ὁποῖο ὑμνεῖται ἡ ὑπεραγία
Θεοτόκος ἢ μᾶλλον τὸ μέγα μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὰ
«χαῖρε» ποὺ ἀκούσαμε θὰ προσπαθήσω νὰ ἑρμηνεύσω ἐκεῖνο ποὺ λέει· «Χαῖρε,
ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας» (Ἀκάθ. ὕμν. Ι 4α΄). Τί σημαίνει
αὐτό; Μὲ ἁπλᾶ λόγια· Χαῖρε, ὑπεραγία Θεοτόκε· σὲ εὐγνωμονοῦμε, διότι διὰ
τοῦ Υἱοῦ σου μᾶς λυτρώνεις ἀπὸ τὴν «βάρβαρο θρησκεία». Ποιά νὰ εἶνε
αὐτὴ ἡ θρησκεία;
* * *
―Ἡ θρησκεία εἶνε τὸ ὄπιο τῶν λαῶν, λένε τὰ στόματα τῶν ἀθέων. Τὴ φτειάξανε οἱ παπᾶδες γιὰ νὰ κερδίζουν, λένε οἱ μαρξισταί.
Ὄχι, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε ἔτσι. Ἂν θέλετε νὰ μιλήσουμε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ψυχολογίας, ―παρακαλῶ προσέξτε― ἡ θρησκεία δὲν εἶνε ἐπίκτητος, εἶνε ἔμφυτος. Ὑπάρχει τεραστία διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν ἐννοιῶν. Ἐπίκτητο εἶνε κάτι ποὺ ἀποκτᾶται ἀργότερα, ἐνῷ ἔμφυτο εἶνε κάτι ποὺ ὑπάρχει ἐξ ἀρχῆς μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Παράδειγμα ἡ ἀγάπη τῆς μάνας. Ὁπουδήποτε
νὰ πᾶμε, ἡ μάνα ἀγαπάει τὸ παιδί της· καὶ ὁσεσδήποτε
ἀντίθετες διαταγὲς νὰ τῆς δοθοῦν, δὲν πειθαρχεῖ. Ἡ ἀγάπη στὸ παιδί της
δὲν ξερριζώνεται· εἶνε μέσα στὴ φύσι της. Μόνο ἂν ἄλλαζε ἡ φύσι της θὰ
ἄλλαζε κι αὐτό. Μὰ δὲν ἀλλάζει. Μιὰ ἄλλη εἰκόνα εἶνε τὸ ἄνθος ποὺ
λέγεται ἡλιοτρόπιο· ὁ δίσκος του στρέφεται πάντα πρὸς τὸν ἥλιο. Ἔτσι καὶ
ἡ ψυχὴ στρέφεται ἐμφύτως πρὸς τὸ Θεό. Τὸ εἶπε καὶ ὁ Ὅμηρος· ὅτι «Θεὸν
χατέουσιν ἄνθρωποι», οἱ ἄνθρωποι ποθοῦν τὸ Θεό.Ὄχι, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε ἔτσι. Ἂν θέλετε νὰ μιλήσουμε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ψυχολογίας, ―παρακαλῶ προσέξτε― ἡ θρησκεία δὲν εἶνε ἐπίκτητος, εἶνε ἔμφυτος. Ὑπάρχει τεραστία διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν ἐννοιῶν. Ἐπίκτητο εἶνε κάτι ποὺ ἀποκτᾶται ἀργότερα, ἐνῷ ἔμφυτο εἶνε κάτι ποὺ ὑπάρχει ἐξ ἀρχῆς μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Παράδειγμα ἡ ἀγάπη τῆς μάνας. Ὁπουδήποτε
Εἶνε λοιπὸν ἔμφυτος ἡ θρησκεία. Συνεπῶς εἶνε ψευδέστατο, ἀψυχολόγητο καὶ ἀνιστόρητο, ὅτι οἱ παπᾶδες φτειάξανε τὴ θρησκεία γιὰ νὰ τὴν ἐκμεταλλεύωνται. Ὅπως δὲ᾿ φτειάξανε οἱ γιατροὶ τὴν ὑγεία γιὰ νὰ πλουτίζουν, ἀλλ᾿ εἶνε αὐτὴ ἡ φυσικὴ κατάστασι, οἱ δὲ ἀσθένειες ἦταν ἐκεῖνες ποὺ δημιούργησαν τὴν ἰατρική, ἔτσι κ᾿ ἐδῶ. Ἡ θρησκεία εἶνε ἔμφυτος. Τὸ ἀποδεικνύει ἡ ἀρχαιολογία, ποὺ σκάβει, ἀνακαλύπτει πολιτισμοὺς αἰώνων, καὶ παντοῦ, σὲ μνημεῖα καὶ τάφους, βρίσκει χνη τῆς θρησκευτικότητος. Τὸ βεβαιώνουν περιηγηταί, ποὺ πῆγαν ἐκεῖ ποὺ ζοῦν ἄγριοι καὶ ἀπολίτιστοι, μέσα σὲ σπηλιὲς καὶ δάση, καὶ εἶδαν, ὅτι κ᾿ ἐκεῖνοι ἔχουν θρησκευτικὲς ἐκδηλώσεις. Τὸ φωνάζει ἀκόμα ὁ Πλούταρχος, μεγάλος βιογράφος καὶ φιλόσοφος τῆς πατρίδος μας, ποὺ λέει· Πολλὰ παράξενα μπορεῖ νὰ δῇς στὴ γῆ, ἕνα δὲ᾿ θὰ δῇς· «Ἀνιέρου πόλεως καὶ ἀθέου …οὐδείς ἐστιν οὐδ᾿ ἔσται γεγονὼς θεατής» (ἐπιστ. πρὸς Κολώτην 31,4)· κανείς δὲ᾿ θὰ δῇ πόλι χωρὶς ναό, ποὺ νὰ μὴ λατρεύῃ θεό.
Ἔμφυτος λοιπὸν ἡ θρησκεία. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θρησκεία. Ἀλλὰ ἡ θρησκεία στὴν πρώτη μορφή της ἦταν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ· κατόπιν ἐκφυλίσθηκε καὶ κατήντησε εἰδωλολατρία. Τί θὰ πῇ εἰδωλολατρία; Ἀκούσαμε ἀπόψε· «Οὐκ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει οἱ θεόφρονες παρὰ τὸν Κτίσαντα» (εἱρμ. ζ΄ ᾠδ., βλ. Ῥωμ. 1,25). Οἱ εἰδωλολάτρες ὅμως ἔπαυσαν νὰ λατρεύουν τὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό· ἀντὶ τοῦ Κτίστου λάτρευσαν τὰ κτίσματα. Θεοποίησαν τὴ φύσι, τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Ἔβλεπαν λ.χ. τὴ θάλασσα νὰ ὑψώνῃ τεράστια κύματα, νὰ κινδυνεύουν τὰ πλοῖα, καὶ εἶπαν· Ἡ θάλασσα εἶνε Θεός… Ἔβλεπαν τὸν ἥλιο νὰ πυρπολῇ τὴ γῆ, καὶ εἶπαν· Ὁ ἥλιος εἶνε Θεός. Ἔβλεπαν τ᾿ ἀστροπελέκια καὶ τὴ φωτιὰ νὰ καίῃ τὰ δάση, καὶ εἶπαν· Ἡ φωτιὰ εἶνε Θεός. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὰ διάφορα στοιχεῖα θεοποίησαν τὰ ζῷα. Τέλος θεοποίησαν τὸν ἄνθρωπο, καὶ μάλιστα ὑπὸ τὴν ἀγενῆ του μορφή, ὅπως παρουσιάζεται μὲ τὰ πάθη του. Θεοποίησαν τὰ πάθη τους. Ἀπόδειξις οἱ 12 θεοὶ τοῦ Ὀλύμπου. Ὁ Ζεύς, ὁ πατέρας τῶν θεῶν, εἶνε ὁ κῆρυξ τῆς μοιχείας καὶ προστάτης τῶν μοιχῶν· ἀναρίθμητες εἶνε οἱ γυναῖκες ποὺ ἐξηπάτησε μεταμορφούμενος ποικιλοτρόπως, ὅπως λέει ἡ μυθολογία. Ὁ Βάκχος εἶνε κῆρυξ τῆς μέθης καὶ προστάτης τῶν μεθύσων. Ἡ Ἀφροδίτη κῆρυξ τῆς ἀκολασίας καὶ προστάτις τῶν ἀκολάστων. Ὁ κερδῷος Ἑρμῆς κῆρυξ τοῦ κέρδους καὶ τῆς κλοπῆς καὶ προστάτης τῶν κλεπτῶν καὶ ἀπατεώνων. Τέτοιοι ἦταν οἱ θεοὶ ἐκεῖνοι. Ὠργίαζαν στὴν κορυφὴ τοῦ Ὀλύμπου, ὅπου ὑποτίθετο ὅτι εἶνε ἡ κατοικία τους. Ὀρθῶς εἶπε ἕνας ἱστορικὸς ὅτι, ἐὰν ἐπρόκειτο ἀπὸ σημερινὰ δικαστήρια νὰ δικασθοῦν γιὰ τὰ ἔργα τους, θὰ κατεδικάζοντο ὅλοι μὲ μεγάλες ποινές. Γιὰ τὰ ἔργα αὐτὰ ἡ θρησκεία ἐκείνη χαρακτηρίζεται βάρβαρος.
Ἀλλὰ ἦταν βάρβαρος καὶ γιὰ κάποιο ἄλλο λόγο, ποὺ προκαλεῖ φρίκη. Εἶχε θυσίες· καὶ τί θυσίες, αἱματηρές. Κ᾿ ἐμεῖς στὴν Ἐκκλησία προσφέρουμε θυσία· κερί, λάδι, λιβάνι, ἄρτο-πρόσφορο, οἶνο· ὅλα αὐτὰ εἶνε θυσίες, ἀναίμακτες ὅμως, ὅπως καὶ ἡ κατ᾿ ἐξοχὴν θυσία μας, ἡ θεία εὐχαριστία. Ἐκεῖνοι ὅμως ἔκαναν θυσίες αἱματηρές. Γιὰ νὰ ἐξευμενισθοῦν οἱ θεοί τους, ἔπρεπε νὰ χυθῇ ἀνθρώπινο αἷμα. Διαβάζουμε στὴν Ἰλιάδα, ὅτι προτοῦ νὰ ξεκινήσουν γιὰ τὴν Τροία, γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τοὺς θεοὺς καὶ νά ᾿χουν τὰ πλοῖα τους οὔριο ἄνεμο, θυσίασαν στὴν Αὐλίδα τὴν ὑπέροχη ἐκείνη κόρη, τὴν Ἰφιγένεια· τὴν ἔσφαξαν. Βλέπουμε ἀκόμη, ὅτι στὴν Ἀσία εἶχαν ὡς θεοὺς ἕνα Βάαλ καὶ μία Ἀστάρτη, μὲ τεράστια χάλκινα ἀγάλματα, καὶ πάνω στὶς πυρακτωμένες παλάμες τους ἀπέθεταν οἱ μητέρες τὰ νήπιά τους, ποὺ ἐκαίγοντο σὰν τὸ λιβάνι…· καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀκούγωνται θρῆνοι μητέρων καὶ φωνὲς παιδιῶν, χτυποῦσαν δαιμονιωδῶς τὰ τύμπανά τους! Φρικώδη πράγματα… Ἀλλὰ μήπως καὶ οἱ Ἀθηναῖοι δὲν ἔστελναν τοὺς καλύτερους νέους των θυσία στὸ Μινώταυρο;…
Ἀνθρωποθυσίες· τέτοια ἦταν ἡ θρησκεία ἐκείνη. Αὐτὴν ἐννοεῖ ὁ στίχος «Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας».
Βεβαίως στὸ διάστημα ἐκεῖνο τοῦ σκότους ὑπῆρχαν καὶ φωτεινὰ πνεύματα, ποὺ ἔῤῥιχναν κάποιες ἀκτῖνες φωτός· ἀλλ᾿ αὐτὲς ἐπνίγοντο μέσα στὴν ἄβυσσο τῶν παθῶν.
Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Ποιός γκρέμισε τὰ εἴδωλα; Μία εἶνε ἡ ἀπάντησις τῆς ἱστορίας, τὸ λέει δὲ καὶ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος στὸ στοιχεῖο «λάμβδα» «Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ κ.λπ.». Τὰ εἴδωλα δὲν τὰ γκρέμισε ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων, ἄλλοι φιλόσοφοι ἢ ποιηταὶ ἢ δορυκτήτορες τῆς γῆς. Ἡ βάρβαρος θρησκεία τῶν εἰδώλων, μὲ τὶς προλήψεις καὶ δεισιδαιμονίες της, εἶχε βαθειὲς ῥίζες. Τὰ εδωλα τὰ γκρέμισε ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὸ πρῶτο χτύπημα ἐναντίον τῆς εἰδωλολατρίας τὸ ἔδωσε στὸν περίφημο διάλογο μὲ τὴ Σαμαρείτιδα (βλ. Ἰωάν. 4,7-26), ὅπου εἶπε, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶνε κάτι τι ὑλικὸ καὶ δὲ᾿ μποροῦμε νὰ τὸν παραστήσουμε μὲ μαρμάρινα ἢ χάλκινα ἀγάλματα. Ὁ Θεὸς εἶνε πνεῦμα· «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (ἔ.ἀ. 4,24). Ἔγραψαν ὅτι, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός, γκρεμίστηκαν πλέον τὰ εδωλα σ᾿ ὅλη τὴ γῆ.
* * *
«Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου
λυτρουμένη θρησκείας». Πόσο πρέπει νὰ εμεθα εὐγνώμονες, ποὺ δὲ᾿
γεννηθήκαμε τὸ 500 π.Χ., τὸ 1.000 π.Χ., 2.000 π.Χ., 3.000 π.Χ.! Δὲν
ἀποκλείεται νὰ ἤμεθα κ᾿ ἐμεῖς σφάγια στοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων. Νὰ
εὐχαριστοῦμε τὸ Θεό.
Στὶς ἡμέρες μας ὅμως παρατηρεῖται δυστυχῶς μία κίνησις νεοειδωλολατρίας. Πρώτη ἀπόπειρα ἔκανε ὁ Χίτλερ. Διέταξε νὰ ἐξαφανιστοῦν τὰ Εὐαγγέλια ἀπ᾿ ὅλη τὴ Γερμανία καὶ νὰ βάλουν στοὺς ναοὺς τὸ βιβλίο του «Ὁ ἀγών μου». Κατεδίωξε τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ· ἤθελε ν᾿ ἀναστήσῃ τὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων θεοτήτων, ποὺ λάτρευαν στοὺς δρυμῶνες τους οἱ Γερμανοί. Ἡ προσπάθειά του ἀπέτυχε. Καὶ στὴν Ἑλλάδα μερικοὶ Ἕλληνες, νοσταλγοὶ τοῦ ἀρχαίου μεγαλείου, καταβάλλουν προσπάθειες μὲ ποικίλους τρόπους νὰ ἐπαναφέρουν τὴν εἰδωλολατρία. Δὲν τοὺς ἀρέσει ἡ θρησκεία τοῦ Ναζωραίου. ―Εἶνε Ἑβραῖος, λένε· ἐμεῖς δὲν ἔχουμε καμμία σχέσι μὲ τοὺς Ἑβραίους. Καὶ πολεμοῦν τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Ἐκδίδουν περιοδικὰ καὶ βιβλία, καὶ τὸ δηλητήριο εἰσχωρεῖ. Θέλουν ν᾿ ἀναστήσουν τοὺς 12 θεούς. Ματαιοπονοῦν ὅμως ὅπως ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, ποὺ πεθαίνοντας εἶπε· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», μὲ νίκησες, Χριστέ. Ἔτσι θὰ ἀποτύχουν κι αὐτοί.
Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία του θὰ εἶνε ὁ νικητὴς καὶ θριαμβευτής. Θὰ περνοῦν αἰῶνες καὶ στοὺς ναοὺς τὰ παιδιά σας, τὰ ἐγγόνια σας, τὰ δισέγγονά σας, «πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. 1,48), θὰ ὑμνοῦν τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ θὰ λένε· «Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας»· ἀμήν.
Στὶς ἡμέρες μας ὅμως παρατηρεῖται δυστυχῶς μία κίνησις νεοειδωλολατρίας. Πρώτη ἀπόπειρα ἔκανε ὁ Χίτλερ. Διέταξε νὰ ἐξαφανιστοῦν τὰ Εὐαγγέλια ἀπ᾿ ὅλη τὴ Γερμανία καὶ νὰ βάλουν στοὺς ναοὺς τὸ βιβλίο του «Ὁ ἀγών μου». Κατεδίωξε τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ· ἤθελε ν᾿ ἀναστήσῃ τὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων θεοτήτων, ποὺ λάτρευαν στοὺς δρυμῶνες τους οἱ Γερμανοί. Ἡ προσπάθειά του ἀπέτυχε. Καὶ στὴν Ἑλλάδα μερικοὶ Ἕλληνες, νοσταλγοὶ τοῦ ἀρχαίου μεγαλείου, καταβάλλουν προσπάθειες μὲ ποικίλους τρόπους νὰ ἐπαναφέρουν τὴν εἰδωλολατρία. Δὲν τοὺς ἀρέσει ἡ θρησκεία τοῦ Ναζωραίου. ―Εἶνε Ἑβραῖος, λένε· ἐμεῖς δὲν ἔχουμε καμμία σχέσι μὲ τοὺς Ἑβραίους. Καὶ πολεμοῦν τὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Ἐκδίδουν περιοδικὰ καὶ βιβλία, καὶ τὸ δηλητήριο εἰσχωρεῖ. Θέλουν ν᾿ ἀναστήσουν τοὺς 12 θεούς. Ματαιοπονοῦν ὅμως ὅπως ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, ποὺ πεθαίνοντας εἶπε· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», μὲ νίκησες, Χριστέ. Ἔτσι θὰ ἀποτύχουν κι αὐτοί.
Ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία του θὰ εἶνε ὁ νικητὴς καὶ θριαμβευτής. Θὰ περνοῦν αἰῶνες καὶ στοὺς ναοὺς τὰ παιδιά σας, τὰ ἐγγόνια σας, τὰ δισέγγονά σας, «πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λουκ. 1,48), θὰ ὑμνοῦν τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ θὰ λένε· «Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας»· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης Παρασκευὴ 16-3-1984)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.