Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

«Η “Δυνητική ερμηνεία”, ως σιωπηρή παραδοχή του οικουμενισμού, διαμόρφωσε “κενό αντίστασης”»


«Ου ναυαγεί παρ’ ημίν
το της διδασκαλίας σκάφος»

(Ι. Χρυσόστομος Στο «ΕΝ ΠΟΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ ΠΡΑΤΤΕΙΣ ΤΑΥΤΑ;…»)

 Τοῦ Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ

  Ερώτημα: Εάν ορίσουμε ως αφετηρία προβληματισμού το «αποστρεφώμεθα των αιρετικών τους συλλόγους», πως θα διαμορφωθεί ως πρακτική στο σημερινό οικουμενιστικό περιβάλλον η θέση αυτή του Ι. Χρυσοστόμου, π. Θεόδωρε Ζήση και π. Νικόλαε Μανώλη;
Σήμερα, το οικονομικό και το κοινωνικό σχέδιο της παγκοσμιοποίησης επεκτείνεται και στην θρησκευτική περιοχή του κόσμου, δημιουργώντας κεντρομόλο έλξη που θα περιλάβει όλες τις θρησκείες στη ρυθμιστική τροχιά της (οικουμενισμός-πανθρησκεία). Η πολιτική–συστημική αντίληψη των ανθρώπων συναινεί στην παγκόσμια διεύθυνση της κοινωνικής λειτουργίας, διότι δεν κατανοεί τον δαιμονικό χειρισμό των ανθρώπων στα όρια της παγκοσμιοποίησης και της πανθρησκείας.
Τον διευθυντικό έλεγχο της παγκοσμιοποίησης τον έχουν αποδεχθεί (δυστυχώς) και οι Ορθόδοξες Εκκλησιαστικές ηγεσίες, όχι μόνο ως οργάνωση των οικονομικών και των κοινωνικών σχέσεων αλλά, το χειρότερο, ως διαμορφωτή και των θρησκευτικών δραστηριοτήτων. Για τους συνειδητούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, η ιδανική οπτασία του κοινωνικού μέλλοντος προβάλλεται μέσα στην αληθινή Εκκλησία.
Ο Ι. Χρυσόστομος στο λόγο του «ΕΝ ΠΟΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ ΠΡΑΤΤΕΙΣ ΤΑΥΤΑ;» (P.G. 56, 411- 428), υπογραμμίζει:
«Πέλαγος εστιν ευσεβείας η Εκκλησία, ου κυμάτων πεπληρωμένον, αλλά πίστεως γέμον. Ου ναυαγεί παρ’ ημίν το της διδασκαλίας σκάφος, ου τύπτεται, ου ταράττεται, ου χειμάζεται· αλλ’ ως εύδιον λιμένα εις τας ψυχάς των τον Κύριον αγαπώντων ορμίζεται».
Είναι όρος πνευματικής επιβίωσης–σωτηρίας η συνειδητοποίηση σε ποια Εκκλησία ανήκει ο σημερινός (εαυτός μας) πιστός–Ορθόδοξος. Ανήκει στην αληθινή Εκκλησία του Χριστού, για την οποία ομιλεί ο Ι. Χρυσόστομος ή είναι «εντός Εκκλησίας» του Οικουμενισμού;
Στη πορεία της η Εκκλησία ανέπτυξε τον Ευαγγελικό και αγιοπατερικό τρόπο ζωής, το Ορθόδοξο ήθος–δόγμα, την ορθόδοξη διδασκαλία της. Ενώ στο κτιστό σύμπαν «τα πάντα ρει», η διδασκαλία της παραμένει αναλλοίωτη στο «γιώτα» της και στην «κεραία» της.

Η ζωή της, όπως την βίωσαν τα Θεούμενα μέλη της δια μέσου των αιώνων, ως ποταμός ρέει ασταμάτητα με Αποστολική εγκυρότητα και αγιοπατερική γνησιότητα.
Υπήρξαν στην πορεία της άγιοι, καθαρού και υψηλού βίου, που εξέκλιναν (ως διάθλαση) της αλήθειας. Η διαχρονική, όμως, Εκκλησία, χωρίς να τους στερήσει την τιμή του αγίου, δεν ακολούθησε την απόκλισή τους. Εύστοχα γράφει–θεολογεί ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης (εις εκ των Κολλυβάδων Πατέρων): «Ους τη μεν των Πατέρων τιμή σεμνύνομεν, εν οις δε της αληθείας παρηνέχθησαν (εξετράπησαν) ου μιμούμεθα».
Η Αγιογραφική λειτουργία–θεολογία της Εκκλησίας, τα δογματικά στοιχεία συνοχής της και το αγιοπνευματικό βίωμα, δεν επέτρεψαν δομικές θεολογικές αλλαγές (αιρέσεις). Η κυματώδης αιρετική νοοτροπία, δεν έγινε κεντρικός άξονας της Εκκλησίας.
«Ου ναυαγεί παρ’ ημίν το της διδασκαλίας σκάφος…», τονίζει κατηγορηματικά ο Ι. Χρυσόστομος. Αιώνες αργότερα ο Άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς επαναδιατυπώνει τη χρυσοστομική αλήθεια–θέση. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος: «Οι της του Χριστού Εκκλησίας της αληθείας εισί· και οι μη της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εισίν».
Ποια είναι η κοινή βάση των δύο Πατέρων, η οποία σε θέτει πράγματι εντός της Εκκλησίας;
Και οι δύο Πατέρες τονίζουν, ότι η βαθειά και ισχυρή επίδραση–υποβολή της αιρέσεως στη συνείδηση του φορέα της δεν είναι η έγκυρη και ολοκληρωμένη αντίληψη της σύνολης διαχρονικής Εκκλησίας. Επίσης, ότι η αλήθεια της Ορθοδοξίας δεσπόζει πάντα μέσα στην Εκκλησία και κανένας πνευματικός, κανένας θεσμός (Σύνοδος) δεν θα έχει μία πνευματική (διαρκή) εξουσία αν δεν συμμορφώνεται με την ορθόδοξη διδασκαλία.
Γι’ αυτό ο Ι. Χρυσόστομος τονίζει: «Ακολουθήσωμεν διδασκάλω πνευματικώ, δυναμένω ημάς στοιχήσαι προς ευσέβειαν. Μη τοίνυν άκουε παρ’ εμού, αλλ’ άκουε μετ’ εμού. Εγώ των Εκκλησιαστικών δογμάτων τον Παύλον οίδα διδάσκαλον. Όταν Παύλον είπω, Χριστώ κηρρύττω· αυτός γαρ ην ο εν Παύλω φθεγγόμενος, κατά το ειρημένον: Ει δοκιμήν ζητείτε τον εν εμοί λαλούντος Χριστού;».
Οι άγιοι με την διακοπή του μνημοσύνου και της εκκλησιαστικής κοινωνίας από τους αιρετικούς επισκόπους, δεν είχαν φόβο μήπως χαρακτηρισθούν ως σχισματικοί.
Ο Άγ. Θεόδωρος Στουδίτης γράφει στον αδελφό του και συναγωνιστή Ιωσήφ (Θεσσαλονίκης):
«Ασφαλώς εξ αιτίας ενός ανθρώπου δεν αποσχιζόμαστε από την Καθολική Εκκλησία, πλην όμως αποσχιζόμαστε από όσους επεκύρωσαν την πράξιν της μοιχείας. Γιατί αυτή δεν είναι Εκκλησία του Κυρίου».
Μετά το 1920 αρχίζει μια προσπάθεια μεταβολής στη δομή της Ορθοδόξου διδασκαλίας. Οι αιρετικές αντιλήψεις των Πατριαρχών Αθηναγόρα, Δημητρίου και Βαρθολομαίου, δεν αποτελούν συνέχεια της Ορθοδόξου διδασκαλίας, που υπογραμμίζει–χαρακτηρίζει ο Ι. Χρυσόστομος ως «σκάφος» μη δεχόμενο (οντολογικά) ναυάγιο.
Η «Δυνητική ερμηνεία», ως σιωπηρή παραδοχή του οικουμενισμού, διαμόρφωσε «κενό αντίστασης» και το ναυάγιο του οικουμενισμού βρήκε νομικιστική, φορμαλιστική και διακηρυκτική αντίληψη στην Κρήτη. Μια τέτοια αιρετική αντίληψη είναι, για παράδειγμα, και η «Βαπτισματική θεολογία».
Τονίζει ο Ι. Χρυσόστομος: «Μη απατάτω σε των αιρετικών τα συστήματα· βάπτισμα γαρ έχουσιν, ου φώτισμα· και βαπτίζονται μεν σώματι, ψυχή δε ου φωτίζονται. Ώσπερ γαρ και Σίμων εβαπτίσθη, αλλ’ ουκ εφωτίσθη· ούτω και αυτοί ακολούθως ευρίσκονται» (Στο «ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΤΟ Ο ΛΟΓΟΣ, P.G. 63, 543 - 550).
Mπορεί, άραγε, η «Βαπτισματική θεολογία» να επιμείνει και να αμυνθεί στη θεολογική τοποθέτηση–θεώρηση του Ι. Χρυσοστόμου; Ασφαλώς, όχι!
Στην ίδια ομιλία ο Ι. Πατήρ αναφέρει: «νεκρούσι γαρ την θεολογίαν οι πίστιν αναιρούντες και ζήτησιν εισάγοντες».
Σήμερα, τα οικουμενιστικά συμφέροντα, εφαρμόζουν κατά άριστο τρόπο την στρατηγική παγιδεύσεως συνειδήσεων με τις συνηθισμένες (φοβικές) παραδοχές, όπως: «ζηλωτισμός», «εκτός Εκκλησίας», «σχισματικός».
Ο ανασφαλής «ευθυγραμμισμένος» πιστός μη γνωρίζων την Πατερική Ορθόδοξη διδασκαλία, εύκολα πέφτει στην παγίδα του «τριπτύχου», του νέου θρησκευτικού «Μεσσία», που είναι ο οικουμενισμός. Οποία πλάνη!
Για την απελευθέρωση, ο Ι. Χρυσόστομος προτρέπει: «ταύτα ουν α πάντα ειδότες και αποσυλλέξαντες τα ειρημένα, αποστρεφώμεθα των αιρετικών τους συλλόγους, εχώμεθα δε διηνεκώς της ορθής πίστεως και βίον ακριβή και πολιτείαν τοις δόγμασιν ισην επιδειξώμεθα, ίνα των μελλόντων επιτύχωμεν αγαθών, χάριτι και οικτιρμοίς του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ώ η δόξα και το κράτος, άμα τω Πατρί και τω αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». (P.G. 56, 247 - 256).
Eρώτημα: Εάν ορίσουμε ως αφετηρία προβληματισμού το «αποστρεφώμεθα των αιρετικών τους συλλόγους», πως θα διαμορφωθεί ως πρακτική στο σημερινό οικουμενιστικό περιβάλλον η θέση αυτή του Ι. Χρυσοστόμου, π. Θεόδωρε Ζήση και π. Νικόλαε Μανώλη;
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος24/8/18, 6:30 π.μ.

    Να λοιπόν που κι ένας μαθηματικός θεολόγοι, θέτει ευλογους προβληματισμους και μας ωθεί να αναφωνησουμε: πες τα Χρυσόστομος! Εσείς αλήθεια οι έγκριτοι θεολόγοι και καθηγηταδες της Θεσσαλονίκης δεν αναρωτιεστε μήπως κάνατε λάθος ώστε να επανορθώσετε; Το κακό που δημιουργήσατε στην αποτειχιση μεγάλο!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.