Οἱ πονηρὲς μεθοδεύσεις τῆς Β΄ Βατικανῆς
καὶ ἐλάχιστα γηράσαντα ἐν Οἰκουμενισμῷ
γερόντια ποὺ τὴν ἀκολουθοῦν, διαφεντεύουν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡμῶν κοιμωμένων
Πρεσβύτερος π. Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ.
Νικολάου Πατρῶν
τηλ. 6945-377621 - agotsopo@gmail.com, Πάτρα 18.2.2013
«Ἒλεος, ὄχι καὶ κομπάρσοι τοῦ Βατικανοῦ!»
Σχολιασμὸς στό ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη για τή συμπροσευχή μὲ αἱρετικοὺς
Δημοσιεύθηκε
στίς 13.2.2013 ἄρθρο τοῦ θεολόγου Ἀριστ. Πανώτη μὲ τίτλο «Ἡ Πατερικὴ παράδοση περὶ «Ἑνότητας» καὶ «Συμπροσευχῆς» τῶν Χριστιανῶν, Σκέψεις περὶ τὸν ἑορτασμὸ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στόν Ἄθωνα»[1].
Νομίζω ὅτι ὀφείλουμε χάριτας στόν κ. Πανώτη, διότι εἶναι ὁ μόνος ἐκ τῶν ὑποστηρικτῶν τῆς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων
συμπροσευχῆς πού προσπαθώντας νά τὴν θεμελιώσει στήν «πατερικὴ παράδοση» ἀπέδειξε
περίτρανα τὸ ἀντιπατερικὸν της! Ἂς μοῦ ἐπιτραποῦν κάποιες ἐπισημάνσεις:
Ὁ συντάκτης τοῦ ἄρθρου φαίνεται νά θλίβεται
βαθύτατα, διότι διαπιστώνει ὅτι
στόν «ξέφραγο ἀμπελῶνα «ἐλεύθερης βοσκῆς», δηλαδὴ στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, «ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα πολλὲς φορὲς διατάραξαν
τὴν ἁρμονία στό ἐκκλησιαστικὸ σῶμα γιά
νά φυγαδεύσουν ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα τὴν θεοφόρο ἀγάπη μεταξὺ τῶν βαπτισμένων
στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!». Συμφωνοῦμε ἐν μέρει (ἀσφαλῶς ὄχι μὲ τὸν ἀπρεπή χαρακτηρισμὸ τῆς Ἐκκλησίας μας), ἀλλὰ παράλληλα δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε πῶς συμβιβάζεται ἀπὸ τὴν ἴδια τεθλιμμένη γιά τή
φυγάδευση «τῆς θεοφόρου ἀγάπης μεταξὺ τῶν βαπτισμένων
στο ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!» καρδία, νά ἐξέρχονται καὶ νά καταγράφονται στό ἴδιο
κείμενο ἐναντίον ἀδελφῶν, ἁπλῶν πιστῶν, κληρικῶν, ἀκόμα καὶ Ἀρχιερέων «βαπτισμένων στό ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος!», οἱ κάτωθι περιφρονητικοὶ καὶ ὑβριστικοὶ χαρακτηρισμοὶ τοῦ συγγραφέως:
«ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση καὶ συγχρόνων ἀρχιερέων ἀκόμη οἰστρηλατεῖται ἀπὸ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ «ὁμολογιακοῦ νεοζηλωτισμοῦ» πού ἄτεγκτος ἐπιμένει στό ἀρχαῖο ἐριστικὸ σύνδρομο… θεωρεῖται ἀπό τούς ἀκριβολάτρες ὡς παγίδα «ἵνα μιανθῶσιν» ἀπὸ τὴν δῆθεν «παναίρεση
τοῦ οἰκουμενισμοῦ… ἀμπελῶνας «ἐλεύθερης βοσκῆς» κάθε λογῆς αὐτοκλήτων
«σωτήρων»… ἡ ἐν Ἑλλάδι «ὁμολογιακὴ» συντεχνία
πού… ἀδιόρθωτα παρελθοντολογεῖ καὶ ὑβρίζει ἐξ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δικῆς της "Ὀρθοδοξίας",
Πανορθοδόξους θεσμοὺς καὶ τὶς ἀποφάσεις τους… Ὁ κρετινισμὸς τοῦ σοφιστικοῦ λογισμοῦ τους ὑποτιμᾶ μὲ ἐμπάθεια… Ἡ στάση αὐτὴ δέν εἶναι νεοφανής, ἔχει ρίζες στήν ἐγωπάθεια καὶ στήν ἀδιακρισία ὅσων δοκησισοφοῦν… ἰδεολογοῦνται
μέ ἀναίδεια καί θρασύτητα ἀπὸ τὰ ἐν Ἑλλάδι ἀπομεινάρια τῶν ζηλωτικῶν συνασπισμῶν,… ἀκρότητες τοῦ ἀμαθοῦς ζήλου καὶ τὶς ὑπερβολὲς τοῦ ἀτομοκεντρικοῦ εὐσεβισμοῦ πού ἐξωθοῦν τούς ἀνίδεους
πιστούς σὲ διασπαστικὲς ἐνέργειες… Ἡ ἀναίδεια καὶ ἡ θρασύτητα…
στήν θρασύτητα ἐντείνουν κάποιοι
πού τεθλασμένα μὲ ἀναίδεια προκάθονται
σὲ θώκους»…
Σταματῶ τὴν ἀντιγραφή,
διότι «ἐπιλείψει γὰρ μὲ διηγούμενον» ὁ χῶρος… Τὸ λυπηρὸ εἶναι ὅτι οἱ χαρακτηρισμοὶ αὐτοὶ ἀπευθύνονται ὄχι σὲ «διαφόρους
κορύβαντες [ὅλων τῶν τάσεων πού δυστυχῶς κρύβονται] ὄπισθεν τῆς ἁμαρτωλῆς ἀνωνυμίας τῶν ἱστότοπων», ἀλλὰ σωρηδὸν καὶ συλλήβδην ἐναντίον ἁπλῶν πιστῶν,
πρεσβυτέρων, ἡγουμένων ἱστορικῶν ἀδελφοτήτων μὲ πανορθόδοξη προσφορά, ἀκόμα καὶ ἀρχιερέων, ἐπειδὴ τολμοῦν νά ἔχουν
διαφορετικὴ θεολογικὴ προσέγγιση, ἀναμφίβολα πιὸ παραδοσιακὴ ἀπὸ αὐτὴ τοῦ συντάκτη τοῦ ἄρθρου. Ἐξίσου λυπηρὸ εἶναι καὶ τὸ ὅτι δέν
προέρχονται ἀπὸ τὴν πένα ἀνωνύμου τινὸς καὶ ἀπαιδεύτου «κορύβαντος», ἀλλὰ πολιοῦ στήν ἡλικία, μὲ ἀξιοζήλευτους,
ἀπὸ κοσμικῆς ἀπόψεως, ἐκκλησιαστικοὺς τίτλους, ποὺ ἐπαγγέλλεται
καὶ διακονεῖ τὸ θεολογικὸ λόγο καὶ διάλογο. Ἀσφαλῶς στό
συγκεκριμένο σημεῖο ὁ συντάκτης δέν πρωτοτυπεῖ.
Εἶναι λυπηρὸ ὡς ἐνδεικτικὸ παρακμῆς, ὅτι οἱ περισσότεροι
θερμοὶ ὑποστηρικτὲς τῶν ἀκρίτων οἰκουμενιστικῶν τολμημάτων τῆς ἐποχῆς μας
προσπαθοῦν νά καλύψουν
τή σοβαρότατη ἀδυναμία ἀρθρώσεως ἀντιρρητικοῦ λόγου στά ἐπιχειρήματα τοῦ ἄλλου, μὲ ἀπαξίωση τοῦ προσώπου του.
τὴν πενία ἐπιχειρημάτων
νομίζουν πώς τή χορταίνουν μὲ πληθώρα ἀφοριστικοῦ λόγου! Τὰ ἀνωτέρω προδίδουν προφανῶς ἀπώλεια
ψυχραιμίας λόγῳ τῆς κατάρρευσης τοῦ οἰκουμενιστικοῦ τους οἰκοδομήματος.
Προσπαθοῦν μὲ κάθε τρόπο νά πείσουν ὅτι καὶ οἱ ἴδιοι
πιστεύουν ἀκόμα στίς οἰκουμενιστικὲς ἰδεοληψίες, περὶ δῆθεν «παγχριστιανικῆς οἰκογενείας [πού] ὑψώνει τίς
καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες
τή τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιά
νά ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ»! Αὐτὰ τὰ λίγα γιά τὸ ὕφος τοῦ ἄρθρου.
Ἂς ἔλθουμε ὅμως στήν οὐσία τῆς «ἐπιχειρηματολογίας»
τοῦ κ. Πανώτη :
1. Μὲ ποιά ἐπιχειρήματα, λοιπόν, ἀντιμετωπίζει ὁ συντάκτης τίς 16 ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων (ἱεροὺς κανόνες), οἱ ὁποῖες ὁμοφώνως καί κατηγορηματικῶς ἀπαγορεύουν τίς μετὰ τῶν αἱρετικῶν συμπροσευχές; Πολὺ ἁπλά. χωρὶς ἐπιχειρήματα, ἀλλὰ ἀφοριστικῷ τῷ λόγῳ! Γράφει: «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη
τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους
εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»!
Ἒλεος… Ἐντελῶς αὐθαίρετος καί ἀνακριβής ὁ ἰσχυρισμός τοῦ ἀρθρογράφου! Οὐδεὶς καί ποτέ σοβαρός ὀρθόδοξος κανονολόγος ἀμφισβήτησε ὅτι «ἡ σύνταξή τους
εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»! Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι, κανονολόγοι καὶ μή, ἀποδεχόμαστε τὰ ὑπὸ τῆς Στ΄ Οἰκουμενικῆς ὁρισθέντα «ὥστε μένειν καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν βεβαίους καὶ ἀσφαλεῖς, πρὸς ψυχῶν θεραπείαν καὶ ἰατρείαν παθῶν, τοὺς ὑπὸ τῶν πρὸ ἡμῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων δεχθέντας
καὶ κυρωθέντας, … κανόνας» καὶ ὅσα ἡ Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος θεοπνεύστως ἀπεφάνθη: «ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν ἁγίων σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος… Ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα».
Αὐτὴ τὴν ὁμόφωνη πατερικὴ παράδοση ἀκολούθησαν ὅλες οἱ «γενεὲς κανονολόγων», πάλαι τε καὶ νῦν. Ἐνδεικτικὰ (ἀπὸ τὸν 6ο–20ο
αἰ.): Διονύσιος Μικρός, Ἰωάννης Σχολαστικός, Μ.
Φώτιος, Βαλσαμών, Ζωναράς, Ἀριστηνός,
Βλάσταρης, Ἅγ.
Νικόδημος Ἁγιορείτης, Ἅγ. Ἰουστίνος Πόποβιτς, οἱ συνοδικῶς καὶ Πανορθοδόξως ἀποφανθέντες Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων-1848)!
Ἀκόμα καὶ αὐτὴ ἡ ἐπὶ Ἀθηναγόρα Πατριαρχικὴ Σύνοδος συνοδικῶς ὅρισε (1952): «Δέον
ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ (=διστακτικοὶ) ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς ἱεροὺς κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων»[2]. Καὶ αὐτὴ τὴν Πατριαρχική καί Συνοδική
κατεύθυνση ἐπαναλαμβάνει καὶ ἀξιοποιεῖ ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος στὴν ἀπὸ 3.7.1999 ἐπιστολὴ του πρὸς τὴν Ἱ. Κοινότητα τοῦ Ἁγ. Ὅρους στήν ὁποία μεταξὺ ἄλλων ἐπισημαίνει τὰ ἑξῆς ἐπὶ λέξει:
«Περὶ τῶν συμπροσευχῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων ὑπενθυμίζομεν ὑμῖν ὅτι ἤδη ἀπὸ τοῦ ἔτους 1952 τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον… φρονεῖ ὅτι “ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὴν παγχριστιανικὴν κίνησιν δέον ἵνα γίγνηται ὑπὸ τοὺς ἀκολούθους ὅρους: α)…β)… γ)Δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ [διστακτικοὶ] ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας καὶ τελετάς, πρὸς ἐμφάνισιν οὕτω τῆς αἴγλης καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς ὀρθοδόξου λατρείας πρὸ τῶν ὀμμάτων τῶν ἑτεροδόξων”. Συνεπῶς, συνεχίζει ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, εἶναι ἄδικον νὰ ἀποδίδονται εὐθύναι εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον διά, τυχόν, παραβιάσεις
τῆς συστάσεως αὐτοῦ ὑπὸ διαφόρων κληρικῶν καὶ δὴ κατὰ τὸ πλεῖστον ἀνηκόντων εἰς ἄλλας Ἐκκλησίας. Σημειωτέον ὅτι, ὡς γνωστὸν κατὰ τὴν Διορθόδοξον Συνάντησιν τῆς Θεσ/νίκης (29/4-2/5/1998)
ἀπεφασίσθη, κατόπιν
πρωτοβουλίας τῆς
ἀντιπροσωπείας τοῦ Πατριαρχείου, …ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι Σύνεδροι, οἱ μέλλοντες νὰ συμμετάσχουν εἰς τὴν ἐν Χαράρε Η΄ Γενικὴν Συνέλευσιν τοῦ Π.Σ.Ε., μὴ συμμετάσχουν εἰς οἰκουμενικὰς λατρευτικὰς συνάξεις, κοινὰς προσευχάς, λατρείας καὶ ἄλλας θρησκευτικὰς τελετὰς διαρκούσης τῆς Συνελεύσεως, τοῦτο δὲ ἀποτελεῖ ἐκδήλωσιν τῆς ἰσχῦος τῆς σταθερᾶς γραμμῆς τῆς ὡς ἄνω Ἐγκυκλίου τοῦ 1952, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἀνεκλήθη, ἔστω καὶ ἄν, ἄνευ συναινέσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, παρεβιάσθη ἐνίοτε, ἢ ἡρμηνεύθη ἄλλοτε συσταλτικῶς ὡς ἀφορῶσα μόνον εἰς τὴν μὴ συμμετοχὴν εἰς τὴν ἐν στενῇ ἐννοίᾳ λατρείαν (Θείαν
Λειτουργίαν). Ὅσον
ἀφορᾶ εἰς τὴν συμπροσευχὴν μετὰ τῶν ἑτεροθρήσκων, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον θεωρεῖ αὐτονόητον τὴν κανονικὴν ἀπαγόρευσιν αὐτῆς καὶ τὴν ἀποχὴν ἀπ’ αὐτῆς, χωρὶς τοῦτο νὰ σημαίνη ὅτι ἡ ἀπαγόρευσις τῆς συμπροσευχῆς συμπαρασύρει εἰς ἀπαγόρευσιν καὶ τὸν διαθρησκειακὸν διάλογον»[3].
Αὐτὰ τὰ σαφῆ γράφει ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος καὶ θὰ ἤμασταν ἰδιαίτερα εὐτυχεῖς ἂν ἐφαρμόζονταν μὲ συνέπεια ἀπὸ τὰ στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου σὲ ὁλόκληρη τὴ
δικαιοδοσία Του.
Βέβαια πάντα ὑπάρχουν καί ὅσοι μέ περισσή «ἀναίδεια» καί «θρασύτητα» -ὅπως γράφει ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Ναζιανζηνός- αὐθαιρετοῦν καί ἀρνοῦνται ὅτι οἱ Πατέρες συντάσσοντας τούς
κανόνες «ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα».
Γι’ αὐτούς προστάζει ἡ Στ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος: «μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας
παραχαράττειν κανόνας, ἢ ἀθετεῖν... Εἰ δέ τις ἁλῶ κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων
καινοτομῶν, ἢ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον κανόνα». Συνεπῶς, πῶς τολμᾶ νά ἰσχυρίζεται ὁ ὁποιοσδήποτε ὃτι «γιά νά κατανοηθεῖ τὸ ἀκριβὲς πνεῦμα τους ἀσχολοῦνται μὲ τή μελέτη
τους γενεὲς κανονολόγων, ἂν ἡ συντάξή τους
εὐαγγελίζεται Λόγο Κυρίου»!
2. Στό
ἄρθρο γίνεται
χρήση δύο χωρίων τοῦ Μ. Βασιλείου, ἀλλὰ ἀποκομμένα ἀπὸ τὰ
συμφραζόμενα, ἔτσι πού μπορεῖ νά βγάλει ἕκαστος τὰ συμπεράσματα
πού τὸν βολεύουν. Ὁ συγγραφέας τὰ χρησιμοποιεῖ γιά να ἀποδείξει «τὴν εὑρύτητα τῶν θέσεων τῶν Πατέρων γιά τὴν «ἑνότητα» καὶ τὴν «συμπροσευχὴ» τῶν χριστιανῶν». Λέει ὅμως κάτι
τέτοιο ὁ Οὐρανοφάντωρ; Μᾶλλον… ὄχι !
α)
Στο πρῶτο χωρίο ὁ Μ. Βασίλειος ὁμιλεῖ γιά «τὸ ἐπαναγαγεῖν πρὸς ἕνωσιν τάς Ἐκκλησίας, τάς
πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως ἀπ' ἀλλήλων διατμηθείσας». Ὁ κ. Πανώτης ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι ἀναφέρεται σὲ αἱρετικὲς Ἐκκλησίες, τὶς ὁποῖες ὁ Ἅγιος κάλεσε
διὰ τῆς «εὑρύτητας τοῦ πνεύματός
του» σὲ «ἑνότητα καὶ συμπροσευχή»! Ὅμως τὸ χωρίο δέν ἀναφέρεται οὔτε σὲ συμπροσευχή,
οὔτε σὲ αἱρετικούς! Ἂς τὸ δοῦμε στή
συνάφειά του: Εἶναι ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἁγίου «τοῖς ἐν Ταρσῷ περὶ Κυριακόν»[4],
στήν ὁποία ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σέ μία ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς συγχύσεως
ποὺ ἐπικρατοῦσε τότε, δέν ἦταν σὲ κοινωνία μὲ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες. Ὁ Μ. Βασίλειος
πλέκει ἐγκώμια γιὰ τὴν πίστη καὶ τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, ἐγγυᾶται προσωπικὰ ὁ ἴδιος γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη
της καὶ παρακαλεῖ τοὺς ἐν Ταρσῷ νὰ τοὺς δεχθοῦν σὲ πλήρη κοινωνία «ἠνωμένους
γνησίως, καὶ πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος
κοινωνούς[5]. Ἀλήθεια, μπορεῖ νά ὑπονοήσει
κάποιος ὅτι ὁ Ἅγιος ἀναφέρεται σὲ αἱρετικοὺς καί σέ
συμπροσευχὴ μαζί τους; ἢ ποία σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ περίπτωση ποὺ ἀναφέρει ὁ Μ.
Βασίλειος, μὲ τὴ σημερινὴ πραγματικότητα τῶν ἑτεροδόξων;
β)
Τὸ δεύτερο
χωρίο, σύμφωνα μὲ τὸν κ. Πανώτη, ἀναφέρει ὅτι «μὲ τὴν
«χρονικώτερη συνδιαγωγὴ καὶ τὴν ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» καὶ μὲ ὅτι ἄλλο ἐπὶ πλέον δώσει ὁ Κύριος θὰ προέλθει ἡ πολυπόθητη ἑνότητα (Migne
P.G. 32,528,525)». Ἂς τὸ δοῦμε ὅμως μὲ τή δέουσα προσοχή: ὁ Ἅγιος σὲ ἐπιστολὴ του «τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις»[6]
ἀναφέρεται στὴ
φοβερὴ σύγχυση ποὺ ὑπῆρχε καὶ στὴ διάσπαση τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία λόγῳ τῶν αἱρέσεων (Ἀρειανῶν ποὺ ἀρνοῦνταν τὴ
θεότητα τοῦ Κυρίου καὶ Πνευματομάχων ποὺ κήρυτταν ὅτι τὸ Ἅγ. Πνεῦμα εἶναι κτίσμα). Ἔλεγε, λοιπόν,
ὅτι αὐτὸ τὸν καιρὸ μεγάλη εὐεργεσία γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τῶν
πεπλανημένων στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα[7].
Ἀκολούθως ἐξηγεῖ ὅτι θέλει οἱ ἀποκομμένοι ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα λόγῳ τῆς αἱρέσεως, ἂν ἔχουν ἀρνηθεῖ τὴν τότε πλάνη,
νὰ γίνουν δεκτοὶ εἰς κοινωνίαν, νά ἑνωθοῦν πάλι
στήν Ἐκκλησία. «Ἀξιοῦμεν ὑμᾶς», γράφει, «τοὺς μὴ λέγοντας
κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον
δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν». Καθορίζει
μάλιστα τὴ διαδικασία θέτοντας δύο προϋποθέσεις πίστεως καὶ μία κανονικῆς τάξεως σὲ ὅσους θέλουν
νὰ εἶναι σὲ κοινωνία μαζί του καὶ μὲ τὴν ἐκκλησία: Ἀπαιτεῖ α) νά ὁμολογοῦν τὴν πίστη τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
(Νικαίας), β) νὰ ὁμολογοῦν τὴν πίστη ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δ][εν εἶναι κτίσμα καὶ γ) νὰ μὴ δέχονται σὲ κοινωνία ὅσους τὸ θεωροῦν κτίσμα[8].
Μὲ αὐτές τὶς προϋποθέσεις πίστεως καὶ τάξεως ἐπιτυγχάνεται ἡ πλήρης
κοινωνία: «ἀξιοῦμεν ὑμᾶς… δέχεσθαι εἰς κοινωνίαν» καὶ τότε, ἀφοῦ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἑνότητα-κοινωνία
πίστεως, τότε «τῇ χρονιωτέρᾳ συνδιαγωγῇ καὶ τῇ ἀφιλονείκω
συγγυμνασία, καὶ εἴ τι δέοι πλέον προστεθῆναι εἰς τράνωσιν,
δώσει Κύριος ὁ πάντα συνεργῶν εἰς ἀγαθὸν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Δηλαδή, ἡ «χρονικώτερη
συνδιαγωγὴ καὶ ἡ ἀφιλόνεικη
συγγυμνασία» ὑφίστανται ἐφ’ ὅσον ἔχει ἤδη ὁμολογηθεῖ ἡ ὀρθόδοξη πίστη
καὶ ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία.
δέν εἶναι προϋπόθεση, ἀλλὰ ἕπεται τῆς ὁμολογίας τῆς κοινῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Βοηθᾶ ὅμως «εἰς τὴν τράνωσιν», στὴν ἐνίσχυση, τῆς ἤδη ὑφισταμένης ἑνότητος, τῆς ὀρθοδόξου
πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας πιστῶν[9]!
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Ἅγιος στὰ ἀνωτέρω χωρία
του δὲν ἀναφέρεται σὲ συμπροσευχὴ μὲ αἱρετικούς. καὶ ἂν ἀκόμα στή «χρονικώτερη
συνδιαγωγὴ καὶ ἀφιλόνεικη συγγυμνασία» ἐντάξουμε τὴ
συμπροσευχή, αὐτὴ δὲν ἀφορᾷ σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ σὲ κανονικὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ
ἔχουν ἤδη ὁμολογήσει τὴν κοινὴ πίστη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχουν διακόψει
κάθε ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ποὺ ἔλεγαν κτίσμα τὸ Ἅγ. Πνεῦμα!
3. Ἡ παντελὴς ἔλλειψη πατερικῶν μαρτυριῶν ὑπὲρ τῶν συμπροσευχῶν μὲ αἱρετικούς, εἶναι ἐμφανέστατη στό ἄρθρο. Ἡ ἀδυναμία δικαιολογήσεως τῶν συμπροσευχῶν μὲ βάση τὴν «πατερικὴ παράδοση», ἀνάγκασε τὸν κ. Πανώτη μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ νὰ ἐπικαλεσθεῖ κείμενο ἀπὸ τὸν πραγματικὰ ἔχοντα «ἀναμφισβήτητο
κῦρος ὀρθόδοξο
κληρικὸ καὶ θεολόγο» καὶ «ἀκραιφνῆ τῆς ὀρθοδοξίας
μύστην»
μακαριστόν Κων. Οἰκονόμου
ἐξ Οἰκονόμων! Ἀλλά, μᾶλλον, … ἄνθρακες ὁ θησαυρός:
α)
Ἐν πρώτοις, ἀγαπητὲ κ. Πανώτη,
δηλώνω κατηγορηματικὰ ὅτι συμφωνῶ καὶ προσυπογράφω πλήρως καὶ ὁλόκληρο τὸ κείμενο τοῦ ἀοιδίμου πρωθιερέως Κων. Οἰκονόμου -καὶ νομίζω ὅτι καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν
διαφωνούντων μὲ τὰ οἰκουμενιστικὰ δρώμενα- διότι πράγματι ὁ μακαριστός «συνόψισε
παραστατικὰ τὴν πατερικὴ παράδοση»! Ἐσεῖς, κ. Πανώτη,
μπορεῖτε νὰ πεῖτε τὸ ἴδιο; Μπορεῖτε π.χ. νά προσυπογράψετε μὲ ἄνεση ὅτι οἱ Ἀρμένιοι, οἱ Κόπτες καὶ οἱ Δυτικοὶ εἶναι «αἱρετικοί», καὶ μάλιστα ὅτι «μὴ μεθ' ὑγιοῦς φρονήματος» προσκυνοῦν καὶ «κηρύττουσι… μὴ ὑγιῶς» τὸν Χριστό, ὅπως ρητὰ γράφει ὁ «ἀναμφισβήτητου
κύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος» πρωθιερεὺς Κων.
Οἰκονόμου;
Ἂν ἡ ἀπάντησή σας εἶναι
καταφατική, εἰλικρινὰ χαίρομαι! Ἀλλὰ τότε δέν εἶναι δυνατὸν νά γράφετε
«μέσα
στήν Μία Ἐκκλησία πού κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα», ἀναφερόμενος
στούς «αἱρετικούς», κατὰ Κωνσταντίνο
Οἰκονόμου,
Δυτικούς! Αἵρεση καὶ Ἐκκλησία εἶναι μεγέθη
παντελῶς ἀσυμβίβαστα καὶ ἀλληλοαναιρούμενα!
β)
Στό κείμενο πού παρατίθεται, ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου δέν μιλᾶ πουθενὰ γιὰ
«συμπροσευχή», τὴν ὁποία μάλιστα καὶ δικαιολογεῖ! Ἀναφέρεται στὸ καθεστὼς λατρείας στὰ
Πανάγια Προσκυνήματα τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τὴ χρήση τους ἀπὸ τοὺς «αἱρετικοὺς» Ἀρμενίους,
Κόπτες καὶ Δυτικοὺς ὅτι «τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ καὶ τάξῃ» «προσευχέσθωσαν, ἕκαστοι καθ' ἑαυτοὺς και
κατ' ἰδίαν, ἐν τοῖς ὡρισμένοις αὐτῶν τόποις καὶ καιροῖς»! Ὁ καθένας
προσεύχεται, λέει ὁ μακαριστός Οἰκονόμου, «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», «καθ’ ἑαυτόν», «κατ’ ἰδίαν», σὲ δικό του
«ὁρισμένο τόπο» καὶ σὲ δικό του «ὁρισμένο χρόνο»! Διερωτῶμαι, ποῦ ἡ συμπροσευχή; ποῦ βρίσκεται τὸ «κοινὸν» γιά νά ἔχουμε
συμπροσευχή; Ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς συμπροσευχῆς εἶναι ὁ κοινὸς τόπος, ἡ χρονικὴ σύμπτωση, τὸ κοινὸ τελετουργικὸ τυπικό, τὸ κοινὸ περιεχόμενο
προσευχῆς καὶ προπαντὸς ἡ βούληση γιὰ κοινὴ προσευχή. ὄχι «καθ’ ἑαυτὸν» καὶ «κατ’ ἰδίαν» καὶ «τῇ ἰδίᾳ τάξῃ», ἀλλὰ μαζί,
σὲ κοινὸ πρόγραμμα καὶ περιεχόμενο
λατρείας! Ὑπάρχουν τέτοια στοιχεῖα στόν Πανάγιο Τάφο; Ἀσφαλῶς ὄχι! οὔτε ὁ μακαριστός Κων. Οἰκονόμου ἀναφέρει, οὔτε ὅποιος ἔχει βρεθεῖ ἐκεῖ ἔχει ζήσει
κάτι τέτοιο!
Τελικά,
οὔτε καὶ «ὁ ἀκραιφνής τῆς ὀρθοδοξίας
μύστης» ἀοίδιμος Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου
δικαιολογεῖ τὶς κανονικὲς ἀσχήμιες τῶν συμπροσευχῶν! Ὅμως, ὅταν ἀναφερόμαστε
γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ στὰ Ἱεροσόλυμα, δὲν πρέπει νά ξεχνᾶμε καὶ τὴν παρέμβαση
τοῦ οὐρανοῦ: τὸ ὅτι στὰ
Πανάγια Προσκυνήματα δὲ συντελεῖται συμπροσευχὴ μὲ τοὺς «αἱρετικοὺς» τὸ διαλαλεῖ στοὺς αἰῶνες ἡ σχισμένη
κολώνα, ὁ βουβὸς καὶ ταυτόχρονα διαπρύσιος κήρυκας καὶ μάρτυρας στὴν
ἀριστερὴ εἴσοδο τοῦ Πανιέρου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως!
Ἄλλωστε, μὴ λησμονοῦμε σὲ ποιούς
δύστηνους καιροὺς καὶ μὲ ποιούς δολίους καὶ ἀπαραδέκτους τρόπους ἀπέκτησαν καὶ κατέχουν
μέχρι σήμερα οἱ «αἱρετικοὶ» Ἀρμένιοι,
Κόπτες καὶ Δυτικοὶ «δικαιώματα» στὸ κανονικὸ ἔδαφος τῆς μητρὸς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας. Ἂν ὑπῆρχε
στοιχειώδης ἔστω σεβασμὸς στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐκ μέρους τους θὰ ἔπρεπε νὰ ζητήσουν συγγνώμη καὶ νὰ παραιτηθοῦν ἄμεσα ἀπὸ τὰ «δικαιώματα»
αὐτά…
4. Στο ἄρθρο γίνεται
παραπομπὴ σὲ διδακτικὸ κείμενο τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ. Πραγματικὰ ὠφέλιμο κυρίως
γιὰ ἐμᾶς τοὺς κληρικοὺς ποὺ εἴμαστε ἀναγκασμένοι –ὡς
πνευματικοί, κήρυκες κλπ.– νὰ ἀσχολούμαστε καὶ μὲ τὰ κακῶς κείμενα, τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Γιατί,
δυστυχῶς, στὰ πνευματικά, λίγο ἂν δὲν προσέξουμε ὁ ἐκτροχιασμὸς εἶναι
δεδομένος. Ἰδιαίτερα μάλιστα ὅσοι καθ’ οἱονδήποτε
τρόπο ἀσχολούμαστε μὲ τὶς διαχριστιανικὲς σχέσεις, δὲν ὑπάρχει ἀσφαλέστερος
τρόπος γιὰ νὰ μὴν καταντήσουμε ὡς ὁ «πρῶτος τυχών [ποὺ]
νομίζει ὃτι κατέχει τήν γνώσιν καἰ τὰ βάθη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος τοῦ Θεοῦ» καί
ξεπέσουμε στὴν «ἀναίδεια» καὶ τὴ «θρασύτητα», ποὺ ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, ἀπὸ τὸ νὰ μὴν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη
στὸ δικό μας λογισμό, ἢ στὶς δικές μας ἑρμηνεῖες, ἀλλὰ νὰ βρισκόμαστε πάντοτε «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι». Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως μία ἐρώτηση στὸν
κ. Πανώτη: διαβάζοντας τὸ ἄρθρο του
μήπως διαβλέπει ὅτι ὁ συντάκτης του ἐπιβεβαιώνει ἐπακριβῶς τὸν τοῦ Καππαδόκου
λόγον;
5. Θὰ ἤθελα νὰ τελειώσω τὸ σχολιασμὸ μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἄρθρου, ὅπου ὁ κ. Πανώτης ἀναφέρεται στὴν
«ἑβδομάδα γιὰ
τὴ Χριστιανικὴ Ἑνότητα». Γράφει μὲ ἐμφανῆ τὸν ἐνθουσιασμό του: «Ἡ
παγχριστιανικὴ οἰκογένεια ὑψώνει τὶς
καρδιὲς ἑκατομμυρίων ψυχῶν ἀπὸ πολλὲς δεκαετίες
τη τρίτη ἑβδομάδα τοῦ Ἰανουαρίου γιὰ
νὰ ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο
αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἓν» μέσα στὴν Μία
Ἐκκλησία ποὺ κληθήκαμε μὲ τὸ Ἓν βάπτισμα»!
Γιὰ
νὰ θεολογοῦμε ὅσον τὸ καθ’ ἡμᾶς καὶ νὰ μὴ «θολολογοῦμε» -ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος
κατηχητής μου Γεώργιος Οἰκονόμου (αἰωνία του ἡ μνήμη!) -ἂς ὑπενθυμίσουμε μερικὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιὰ νὰ
μπορέσουμε νὰ προσδώσουμε τὶς πραγματικὲς διαστάσεις στὰ σήμερον συμβαίνοντα,
νὰ τὰ ἑρμηνεύσουμε καὶ νὰ τὰ ἐντάξουμε στὸ ἀκριβὲς πνευματικό τους
περιβάλλον. Ἔτσι θὰ εἴμαστε προσγειωμένοι στὴν πραγματικότητα καὶ δὲν θὰ περπατᾶμε στὶς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ» μὲ τὸν κίνδυνο «νὰ ἀνοίξουν»…
Τὸ «Ὀκταήμερο
Χριστιανικῆς ἑνότητος,
18-25 Ἰανουαρίου», ἦταν ἀρχικὰ ἰδέα τοῦ ἀγγλικανο-παπικοῦ Paul
Watson τὸ 1908 καὶ σημαντικὴ ὢθηση τοῦ ἔδωσε ὁ Γάλλος παπικὸς ἀββᾶς Paul Couturier. Ἀργότερα ἔγινε ἀποδεκτὸ καὶ ἀπὸ τὸ ΠΣΕ καὶ ἀπὸ τὸ 1968
διοργανώνεται ἀπὸ κοινοῦ ἀπὸ τὸ Ποντιφικὸ Συμβούλιο γιὰ τὴ Χριστιανική Ἑνότητα
(Βατικανὸ) σὲ συνεργασία μὲ τὴ Γραμματεία Πίστης καὶ Τάξης
(ΠΣΕ-Γενεύη).
Σταθμὸς γιὰ τὴν ἑδραίωση τῆς ἑβδομάδος ἦταν ἡ B΄ Βατικανὴ Σύνοδος («οἰκουμενικὴ» κατὰ τοὺς παπικούς), ὅπου στὸ «Διάταγμα
περὶ Οἰκουμενισμοῦ» (Unitatis Redintegratio, κεφ. ΙΙ – Πρακτικὴ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,
§ 8) γίνεται ρητὴ ἀναφορὰ στὴν προσευχὴ γιὰ τὴν ἑνότητα.
Παρόμοια ἀναφορὰ ἔχουμε καὶ στὴν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Ἰωάννη–Παύλου Β΄, «Ut unum sint» (25.5.1995) στὶς §§ 23-24.
Τὰ δύο αὐτὰ παπικὰ κείμενα
νοηματοδότησαν θεολογικὰ καὶ δικαιολόγησαν ἀπὸ κανονικῆς ἀπόψεως ἀπὸ πλευρᾶς τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν τὸ θέμα τῶν συμπροσευχῶν καὶ τῆς ἑβδομάδος
προσευχῆς. Στὰ παπικὰ αὐτὰ κείμενα γίνεται μία -ἀδιανόητη γιὰ
τὴν ἀρχαία Ἐκκλησία καὶ τὴν Ὀρθοδοξία- διάκριση
μεταξὺ τῆς «communication in spiritualibus» καὶ τῆς «communicatio
in sacris» (κυρίως Θ. Εὐχαριστία). Στὴν «communication in spiritualibus» ἐντάσσεται καὶ ἡ προσευχὴ μὲ τοὺς «διισταμένους»[10] καὶ βέβαια «ἡ ἑβδομάδα κοινῆς προσευχῆς γιὰ τὴ
χριστιανικὴ ἑνότητα». Γιὰ τοὺς Ρωμαιοκαθολικοὺς ἡ προσευχὴ γιὰ τὴν ἑνότητα στὰ
πλαίσια τῆς σχετικῆς ἑβδομάδος ὑλοποιεῖ καὶ καθιστᾶ ἐμφανὲς τὸ πῶς ἐννοεῖ ἡ Ρώμη τὸν «πνευματικὸ οἰκουμενισμό», ἤ τὴν
πνευματικότητα ἐν τῷ οἰκουμενισμῷ.
Εἶναι προφανὲς ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ
συμμετέχοντες ὄχι μόνο δέν ἔχουν κανένα πρόβλημα, ἀλλὰ ἀντιθέτως εἶναι ἀπολύτως
συνεπεῖς μὲ τὴν πίστη τους, διότι ἡ «οἰκουμενικὴ» -γι’αὐτοὺς- Β΄ Βατικανὴ Σύνοδος καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς καινοφανὴς ἐκκλησιολογία
(«subsistit in») τοὺς προτρέπει καὶ ὑποχρεώνει στὴν οἰκουμενιστικὴ συμπροσευχή.
Ποῦ
ὅμως βρίσκεται ἡ
στοιχειώδης συνέπεια γιὰ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους,
ποὺ
καὶ ἡ Θεολογία μας
καὶ οἱ Οἰκουμενικές
μας Σύνοδοι τὶς ἀπαγορεύουν ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς; Ἐκτὸς καὶ ἂν κάποιοι «Ὀρθόδοξοι» ἔχουν ἀναγνωρίσει
σιωπηλὰ «οἰκουμενικότητα» στήν Β΄ Βατικανὴ καὶ ὑπακούουν μὲ
συνέπεια καὶ προθυμία στὰ κελεύσματά της. ἀλλὰ τότε ἂς μᾶς τὸ ποῦν καὶ ρητῶς!
Ἂς ἀφήσουμε ὅμως καλύτερα
νὰ μᾶς σχολιάσει τὰ περὶ τῆς «ἑβδομάδος προσευχῆς γιὰ τὴν χριστιανικὴ ἑνότητα» ὁ Ἅγ. Ἰουστίνος (Πόποβιτς), ὁ ἐπίσης «ἀναμφισβήτητου
κύρους ὀρθόδοξος κληρικὸς καὶ θεολόγος», «ἀκραιφνὴς τῆς ὀρθοδοξίας
μύστης»
καί πάνω ἀπό ὅλα Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας (ἐλπίζω πὼς συμφωνεῖ μὲ τοὺς χαρακτηρισμοὺς γιὰ
τὸν Ἅγιο
καὶ ὁ
κ. Πανώτης) ἀπαντώντας σὲ σχετικὸ ἐρώτημα τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας
(1975) γιὰ τὸ ἂν μπορεῖ καὶ πρέπει ἡ Ἐκκλησία νά συμμετέχει.
Προλογίζοντας
τὴ δημοσίευση τῆς γνωμοδοτήσεως στὴν ἑλληνικὴ ἔγραφε ὁ τότε ἀρχιμανδρίτης,
καὶ νῦν Ἐπίσκοπος
Μπάτσκας, Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς): «Τονίζει ὁ π. Ἰουστίνος τὸ παρά τισιν ὀρθοδόξοις
τόσον παραθεωρούμενον γεγονός, ὅτι ἡ Δύσις
συνηθίζει νὰ ἐπιβάλῃ ἐντέχνως καὶ ἐπιδεξίως ἓν ἴδιον αὐτῆς
«πρόγραμμα», ἓν «ἰδιάζον
πλαίσιον», τὸ ὁποῖον ἐπιβάλλεται διὰ τῆς νοοτροπίας
αὐτοῦ καὶ ἐκ τῶν προτέρων προσδιορίζει τοὺς ὅρους διὰ τὴν συμμετοχὴν ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ συνεργασίᾳ» καὶ ἐν τῇ «οἰκουμενικῇ κοινῇ προσευχῇ». Τυπικὸν παράδειγμα
τούτου εἶναι τὸ προαναφερθὲν πρόγραμμα
συμπροσευχῶν καὶ «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας». Εἶναι ἐξώφθαλμον, ὅτι τὸ ὑπόβαθρον αὐτοῦ ἀποτελεῖ ἡ δυτικὴ ἐκκλησιολογία
μετὰ τῆς ἐξ αὐτῆς προκυπτούσης θεωρίας περὶ τῶν «κλάδων», ἤτοι περὶ «διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας»,
μετὰ τοῦ δογματικοῦ minimum καὶ τῶν δογματικῶν ὑποχωρήσεων
μεταξὺ Ρώμης καὶ Γενεύης. Ὅτι δὲ ταῦτα πάντα εἶναι ἀπαράδεκτα διὰ τὸν π. Ἰουστίνον, [γράφει ὁ Ἐπίσκοπος
Μπάτσκας Εἰρηναῖος (Μπούλοβιτς)], ὡς καὶ διὰ πάντα ὀρθόδοξον, εἶναι περιττὸν καὶ νὰ λεχθεῖ. Διὰ τοῦτο σχολιάζει ὁ π. Ἰουστίνος ἕκαστον σημεῖον τοῦ προγράμματος
τῆς «οἰκουμενικῆς ἀκολουθίας»,
χαριτολογῶν μέν, ἀλλὰ μετὰ λύπης, ὅπως φανερώση τὸ ἀσυμβίβαστον
τοῦ ἐν λόγῳ προγράμματος
καὶ τῶν στοιχειωδῶν ὀρθοδόξων
προϋποθέσεων… καὶ συνελόντ’
εἰπεῖν, διὰ τὸν π. Ἰουστίνον,
τυγχάνει ἀδύνατος πᾶσα συμπροσευχὴ ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων, ἐφ’ ὅσον οὖτοι
διαφοροτρόπως πιστεύουν εἰς τὸν Θεόν»[11].
Ὅποιος
παρακολουθεῖ τὰ συμβαίνοντα κατ’ ἔτος στήν ἐν λόγῳ «ἑβδομάδα
προσευχῆς» δὲν ἔχει παρὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει τὰ ὑπὸ τοῦ Ἁγ. Ἰουστίνου
λεγχθέντα καὶ ἔτι πλέον. Πραγματικὰ τὸν πρῶτο καὶ βασικὸ ρόλο τὸν ἔχουν οἱ παπικοί. σὲ δεύτερο ρόλο
εἶναι κάποιες
προτεσταντικὲς ὁμάδες. καὶ ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι;
ὁ ρόλος μας εἶναι καθαρὰ
διακοσμητικός, ἢ καλύτερα ρόλος πρώτου κομπάρσου!
Ναί,
δυστυχῶς ὁ οἰκουμενισμὸς κατόρθωσε νὰ μᾶς
καταντήσει κομπάρσους τοῦ Βατικανοῦ! Καί, τὸ πλέον τραγικό, ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι ποὺ
χαίρονται μὲ αὐτὸ τὸ κατάντημα… Ἂς σκεφτοῦν ὅμως γιατί, ἄραγε, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲ συμμετέχει
προσωπικὰ στὶς φαιδρότητες τῆς «ἑβδομάδος»;
Διότι προφανῶς ἀρνεῖται τὸ ρόλο τοῦ κομπάρσου στὶς ρωμαϊκὲς φιέστες, κηδόμενος τῆς ἀξιοπρέπειας τῆς Ἀρχιερωσύνης Του
καὶ τοῦ κύρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου!
Εἶναι μήπως τυχαῖο –γιὰ νὰ μείνουμε στὸν εὐρωπαϊκό, ἑτερόδοξο χῶρο– ὅτι σὲ αὐτές τὶς
γελοιότητες δὲ συμμετέχει ἡ Ἱ. Μητρόπολη Σουηδίας καὶ Νορβηγίας; ὁ ἐκεῖ Μητροπολίτης
Παῦλος
(Μενεβίσογλου) εἶναι ἐγκρατὴς περὶ τοὺς Ἱ. Κανόνες, μὲ σπουδαῖες μελέτες
πάνω στὴν κανονική ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ γνωρίζει καλὰ τί αὐτὴ ἐπιτρέπει καὶ
τί ἀπαγορεύει!
Καὶ -δόξα τῷ Θεῷ- καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος,
σεβόμενη τὸν ἑαυτὸ της ἀπέχει παντελῶς!
Ἡ παρουσία στὴ
φιέστα τῆς Θεσσαλονίκης δύο Ὀρθοδόξων λαϊκῶν καθηγητῶν, ὅταν ἡ οἰκεία ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχὴ ἀρνεῖται γιὰ
θεολογικοὺς-ἐκκλησιολογικοὺς λόγους νὰ συμμετάσχει, φανερώνει ἀσφαλῶς τὸ βαθμὸ ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης
καὶ συνέπειας τῶν ἰδίων. Τί καὶ ἂν εἶναι καθηγητὲς Θεολογικῆς Σχολῆς; «μέγας»
καθηγητὴς Θεολογικῆς καὶ δάσκαλός τους, δὲν ἦταν καὶ ὁ ἐκ τῶν συντακτῶν τοῦ “εὐαγγελίου” τοῦ ψευτομεσσία
Σὰν Μύουνγκ
Μούν;
Ἂς ἐπανέλθουμε στόν Ἅγ. Ἰουστίνο.
σκεφτεῖτε τί θὰ ἔγραφε σήμερα ἂν ζοῦσε καὶ ἔβλεπε σὲ πλήρη ἀναπτυξη τὸ τσίρκο τῶν συμπροσευχῶν γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἑνότητα ποὺ συντελεῖται μὲ σκοπὸ «νὰ ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ «εἰσακουστεῖ» ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς Ἐκκλησίας τὸ ὁμόθυμο αἴτημα τὸ «ἵνα ὧμεν ἕν», ὅπως γράφει ὁ κ. Πανώτης!
Καὶ μὴ μὲ καταδικάσετε,
ἀγαπητοί μου, ὡς ἀσεβὴ καὶ
φονταμενταλιστή, ἐπειδὴ χαρακτήρισα τὰ συμβαίνοντα στὴν «ἑβδομάδα
προσευχῆς» ὡς «τσίρκο»! Δὲν εἶναι ρητορικὸ σχῆμα λόγου, οὔτε ἀποκύημα τῆς φαντασίας
μου! Εἶναι τὸ φαιδρὸ καὶ συνάμα τραγικὸ κατάντημα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει
κάθε ποιητικὴ φαντασία. Ναί! τὰ τελευταῖα 12 χρόνια
στὸ Μονακὸ ἡ «κοινὴ προσευχὴ στὴν ἑβδομάδα γιὰ τὴ χριστιανικὴ ἑνότητα» ἔχει καθιερωθεῖ νὰ
διεξάγεται –ο! tempora o! mores– στά πλαίσια
τοῦ Διεθνοὺς Φεστιβὰλ Τσίρκου!
Παρακαλῶ ἀφιερῶστε λίγο
χρόνο καὶ ἐξαντλεῖστε τὴν ὑπομονὴ σας βλέποντας τὸ σχετικὸ video[12] ἀπὸ τὸ τσίρκο.
Θαυμάστε τὴν “ἐντυπωσιακὴ” εἴσοδο τοῦ Ἱ. Εὐαγγελίου μὲ τοὺς παπικοὺς δύο φορὲς νὰ τὸ εἰσοδεύουν φορώντας πάνω ἀπὸ τὰ λευκὰ ἀμφιά τους “ὀράρια” ἢ “πετραχήλια”
μὲ παραστάσεις κλόουν καὶ ἀστείων
σκίτσων[13]! Θὰ ἀπολαύσετε,
διαρκούσης τῆς «κοινῆς προσευχῆς», ἐνδιαφέρουσες παραστάσεις μὲ ἀκροβατικὰ νούμερα,
κλόουν καὶ μουσικὰ σύνολα ποὺ μᾶς μεταφέρουν στὶς «νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», σὲ μία… ἀξιοζήλευτη οἰκουμενικὴ ἀτμόσφαιρα ὑψηλῆς
πνευματικότητος– πραγματικὰ «communication in spiritualibus»!
Τέλος, θὰ συγκινηθεῖτε ἀπὸ τὴν ἐντονότατη “ὀρθόδοξη μαρτυρία” στὸ χῶρο τῶν ἑτεροδόξων, ὅταν δεῖτε στὰ τελευταῖα λεπτὰ τῆς παραστάσεως τὸν ἀξιολύπητο Ἕλληνα κληρικό, ἐκπρόσωπο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γαλλίας (Οἰκουμ. Πατριαρχεῖο), τὸ Ρουμάνο Ὀρθόδοξο κληρικὸ καὶ τὸν Ἀρμένιο, οἱ ὁποῖοι ἐπί μία ὥρα ὑπομονετικά στέκονταν σὲ ρόλο “χειροκροτητὴ”
καὶ “γλάστρας” γύρω-γύρω στὸ τηλεοπτικὸ πλάνο, λίγο πρὶν τὸ τέλος τῆς φιέστας, μετὰ ἀπὸ μία καταπληκτικὴ
παρουσίαση δύο κλόουν[14], τῇ ὑποδείξει τοῦ παπικοῦ τυπικάρη, νὰ μπαίνουν σὲ πρῶτο πλάνο καὶ …νὰ εὐλογοῦν τὴν ὁμήγυρη[15]! Ὅλοι οἱ παπικοὶ φοροῦν λευκὰ ἄμφια καὶ ἔτσι τὸ contrast μὲ τὰ μαῦρα ράσα τῶν Ἀνατολικῶν εἶναι ἔντονο καὶ σκηνοθετικὰ λίαν ἐπιτυχές!
Ἀγαπητοί, τί θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε; Ὅταν συστηματικὰ περιφρονοῦμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση
φυγαδεύουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τότε, δυστυχῶς, ἡ φαντασία ἀδυνατεῖ νὰ περιγράψει τὸν ξεπεσμὸ καὶ τὴν κατάντια! Εἶμαι ὅμως βέβαιος ὅτι ἐλλείψει μετανοίας καὶ «μείζων τούτων ὀψόμεθα»! Καὶ μάλιστα θὰ βρεθοῦν «θολολόγοι» νὰ τὰ
δικαιολογήσουν “θεολογικά”[16], γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὸ λεχθὲν γιὰ ἂλλη περίπτωση ὑπὸ τοῦ Κυρίου «ἀλλ’ ἒρχεται ὥρα ἵνα πᾶς [ἀσεβὴς καὶ θρασύς, στὴν
περίπτωσή μας,] δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ»! Πραγματικὰ μόνο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν ἀφήνει «νὰ ἀνοίξουν οἱ νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ», διότι, ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει, ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀναιδεῖς ποῦ φύγωμεν !
Ἂς τελειώσουμε ἀφήνοντας τὸν Ἅγ. Ἰουστίνο νὰ ἐρωτήσει καὶ γιὰ λογαριασμό μας: «ἕως πότε θὰ ἐξευτελίζωμεν δουλικῶς τὴν Ἁγίαν μας Ὀρθόδοξον Ἁγιοπατερικὴν καὶ Ἁγιοσαββιτικὴν Ἐκκλησίαν διὰ τῆς οἰκτρῶς καὶ φρικωδῶς ἀντιαγιοπαραδοσιακῆς στάσεως μας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; … ἐντροπὴ καταλαμβάνει πάντα εἰλικρινῆ ὀρθόδοξον, ἀνατραφέντα ὑπὸ τὴν καθοδήγησιν τῶν ἁγίων Πατέρων… εἶναι κατὰ τὴν ἀνορθοδοξία καὶ ἀντιορθοδοξία της ἀποκαλυπτικῶς φρικαλέα. Ἦτο ἄραγε ἀπαραίτητον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, αὐτὸ τὸ πανάχραντον Θεανθρώπινον σῶμα καὶ ὀργανισμὸς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, νά ταπεινωθεῖ τόσον τερατωδῶς;»
π. Ἀναστάσιος Κ.
Γκοτσόπουλος
Πρεσβύτερος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
[1] Στή διαδικτυακή
τοποθεσία : www.amen.gr/article12448
[2] «Ἐγκύκλιος πρὸς τοὺς Προκαθημένους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν» (31.1.1952), Ἱ. Καρμίρη, Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα, ἐν Ἀθῆναις 1952, σ.
962-963.
[3] Ὀρθόδοξος Τύπος, φ.
1334/24.9.99.
[4] Ἐπιστολή 114, «τοῖς ἐν Ταρσῷ περί Κυριακόν», PG 32, 528-529.
[5] Γράφει ἐπὶ λέξει ὁ Μ. Βασίλειος
: «Συντυχῶν τοίνυν τοῖς ἀδελφοῖς, καὶ θεασάμενος αὐτῶν πολὺ μὲν τὸ φιλάδελφον
καὶ τὸ περὶ ὑμᾶς ἀγαπητόν, πολλῷ δὲ ἔτι
πλέον τὸ φιλόχριστον καὶ τὸ περὶ τὴν πίστιν ἀκριβές τε καὶ εὔτονον .
καὶ ὅτι πολλὴν ἀμφοτέρων ποιοῦνται σπουδήν,
τῆς τε ὑμετέρας ἀγάπης μὴ χωρίζεσθαι, καὶ τὴν ὑγιαίνουσαν
πίστιν μὴ καταπροδοῦναι .
ἀποδεξάμενος αὐτῶν τὴν ἀγαθὴν προαίρεσιν ἐπιστέλλω τῇ σεμνότητι ὑμῶν, παρακαλῶν πάσῃ ἀγάπῃ ἔχειν αὐτοὺς ἠνωμένους
γνησίως, καὶ πάσης ἐκκλησιαστικῆς φροντίδος
κοινωνοὺς … αὐτὸς γὰρ ἐγγυῶμαι τὸ μέρος τῶν ἀδελφῶν, ὡς εἰς οὐδὲν ἀντεροῦσιν, ἀλλὰ πᾶσαν ὑμῖν ἐπιδείξονται εὐταξίας ὑπερβολήν», αὐτόθι.
[6] Ἐπιστολή 113, «τοῖς ἐν Ταρσῷ πρεσβυτέροις», PG 32, 525-528.
[7] Ἐπί λέξει γράφει ο Ἅγιος : «ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ, μεγάλης
χρεία τῆς σπουδῆς καὶ πολλῆς τῆς ἐπιμελείας εὐεργετηθῆναι τι τάς Ἐκκλησίας. Εὐεργεσία δέ ἐστιν ἑνωθῆναι τὰ τέως
διεσπασμένα» μέλη της, αὐτόθι.
[8] «προτεινώμεθα τοῖς βουλομένοις ἡμῖν συνάπτεσθαι ἀδελφοῖς τὴν ἐν Νικαία πίστιν .
κἀν ἐκείνη συνθῶνται, ἐπερωτῶμεν καὶ τὸ μὴ δεῖν λέγεσθαι κτίσμα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, μηδὲ κοινωνικοὺς αὐτῶν εἶναι τοὺς λέγοντας», αὐτόθι.
[9] Ἀναλυτικότερα στό ἄρθρο Π. Χρήστου, «Αἱ προσπάθειαι τοῦ Μεγάλου Βασιλείου περὶ τῆς κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν», Κληρονομία, 13 (1981)
σσ. 183-194, καὶ στη
διαδυκτιακὴ τοποθεσία : http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/
catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=patr&NF=1&contents=contents
Texts.asp&main= texts&file=5.htm.
[10] θεολογικός
νεολογισμός . ἀνύπαρκτος ὅρος στήν
πατερικὴ-ἐκκλησιαστικὴ γραμματολογία. Στούς «διισταμένους» ἐντάσσονται οἱ Ὀρθόδοξοι, οἱ
Μονοφυσίτες καὶ ὁρισμένοι Διαμαρτυρόμενοι.
[11] Ἰ. Πόποβιτς, «Ὀρθοδοξία καί “Οἰκουμενισμός”, Μία ὀρθόδοξη γνωμάτευση»,
πρόλογος ὑπό ἀρχιμ. Εἰρηναίου Μπούλοβιτς
Κοινωνία, ΙΗ΄(1975), σσ. 95-101, καί π. Θ. Ζήση, «Γνωμάτευση
τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου (Πόποβιτς)
ἀπαγορευτική τῶν
συμπροσευχῶν», Θεοδρομία, ΙΔ΄(2012), σσ.
325-337, 425-433.
[12] Ὁλόκληρη ἡ «οἰκουμενικὴ προσευχὴ» στό video: http://www.monacochannel.mc/Chaines/Chretiens-a-Monaco/Videos/CIRQUE-ET-AECUMENISME
[13] χρονική στιγμή
3:07 καί 33:55 στό video : http://www.monacochannel.mc/Chaines/Chretiens-a-Monaco/Videos/CIRQUE-ET-AECUMENISME
[14] μεταξύ τῶν χρονικῶν στιγμῶν 48:00 -
53:23 ἡ παράσταση τῶν δύο κλόουν.
[15] στή χρονική στιγμή 53:57 εὐλογεῖ ὁ ἑλληνορθόδοξος
κληρικός τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου!
[16] Ἴσως πεῖ κάποιος ὅτι καὶ ὁ Ἅγ. Ἀβράμιος ταπεινώθηκε
καὶ πῆγε ἀκόμα καὶ στό πορνεῖο γιά νά σώσει μία ψυχή. Ἡ διαφορά ὃμως εἶναι ἀβυσσαλέα, διότι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Ἁγίου δέν ἔχει καμία σχέση μὲ τό οἰκουμενιστικὸ ἦθος: δέν ἔγινε ὁ Ἅγιος μέρος τῆς πορνικῆς διαδικασίας, οὔτε ἔριξε νερὸ στο μύλο τῶν δημοσίων σχέσεων τοῦ πορνείου, οὔτε τὸ ἔπαιξε φίλος τοῦ νταβατζή, οὔτε συμμετεῖχε στίς ἑορταστικὲς του ἐκδηλώσεις! Ἀντίθετα, μίλησε στήν κοπέλα
μὲ ἀγάπη καὶ ἀλήθεια καὶ εἰλικρίνεια καὶ τὴν πῆρε σηκωτὴ καὶ τὴν ἔβγαλε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δέν χάιδεψε τὴν ἁμαρτία της, οὔτε τὴν παρότρυνε νά μείνει ἐκεῖ μέσα ! Συναντᾶμε παρόμοιο ἦθος στόν οἰκουμενισμὸ;
Αναρτήθηκε
από Αναστάσιος στις 4:50 μ.μ.
http://anastasiosk.blogspot.gr/2013/02/blog-post_3429.html#more
Λαμπρή και εμπεριστατωμένη η απάντηση του π. Αναστασίου στον κ. Πανώτη. Αλλ΄ αυτό ακριβώς είναι που ταυτόχρονα δημιουργεί θλίψη. Είναι λυπηρό ότι ο σεβαστός π. Αναστάσιος, που γνωρίζει τόσο καλά την Πατερική-Κανονική διδασκαλία, να πέφτει στο ίδιο λάθος, για το οποίο κατηγορεί τον κ. Πανώτη. Θα επαναλάβουμε λοιπόν, τα δικά του λόγια. Γράφει:
ΑπάντησηΔιαγραφή«Πού όμως βρίσκεται η στοιχειώδης συνέπεια για μας τους ορθόδοξους»;
Πράγματι, π. Αναστάσιε, «ο οικουμενισμός κατόρθωσε να μας καταντήσει κομπάρσους του Βατικανού!» εκμεταλλευόμενος την κοντόφθαλμη και αντιπατερική ανοχή μας, και την αχαρακτήριστη και αθέλητη, πιστεύω, ανέντιμότητά μας, δείγμα τρανό ότι ο Οικουμενισμός έχει προσβάλει και τα δικά μας ορθόδοξα αισθητήρια.
Πώς αλήθεια, π. Αναστάσιε, καταφέρεσθε κατὰ του κ. Πανώτη για ανεντιμότητα, τη στιγμή που κάνετε περίπου το ίδιο; Όπως ο κ. Πανώτης παραβλέπει τους Ι. κανόνες
(κατά πώς τον συμφέρει, για να δικαιολογήσει την οικουμενιστική Αθηναγόρεια τακτική, μέσα στην οποία εγήρασε)
και εσείς παραβλέπετε ολόκληρη την Παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία απαιτεί την απομάκρυνση από τους αιρετίζοντες Επισκόπους, πριν την απόφαση Συνόδου, όπως αποδεικνύει ο π. Ευθύμιος Τρικαμηνάς (το βιβλίο του μάθαμε πως σας εστάλη από συναγωνιστές Βολιώτες).
Αν αρνείσθε τους Αγίους Πατέρες, για να υπακούσετε στα κελεύσματα του κάθε πατρός, (Ζήση ή Μεταλληνού), γιατί είναι ανέντιμο, και ο κ. Πανώτης να υπακούει στα κελεύσματα Πατριαρχών, του Αθηναγόρα και του Βαρθολομαίου; Υπάρχει διαφορά στο ποιός αθετεί τους Αγίους; Ο κ. Πανώτης μάλιστα, είναι και πιό συνεπής, γιατί υπακούει σε Πατριάρχες!
Αρνείσθε π. Αναστάσιε, ότι ο Οικουμενισμός είναι αίρεση; Αρνείσθε ότι μόλις εμφανιζόταν μιά αίρεση, οι Πατέρες μας, δεν έβαζαν πάνω από την Πίστη τις σχέσεις τους με Επίσκοπο και οικογένεια, αλλά ἀπομακρύνονταν από αυτούς;
Βέβαια, έχετε δικαίωμα να μην το κάνετε, γιατί δεν το αντέχετε. Τουλάχιστον, όμως, μη χρησιμοποιείτε δύο μέτρα. Ελέγχετετον κ. Πανώτη με κριτήριο τους Πατέρες, ενώ τον εαυτό σας δεν τον βλέπετε με το ίδιο κριτήριο.
Αυτά που γράφω, τα γράφω από αγάπη και με στενοχώρια. Έχουμε συναντηθεί και θεωρούσα ότι δεν θα είσαστε μονόπλευρα ορθόδοξος.
Συγχωρείστε για την αυστηρότητά μου και εύχεσθε για μένα.
Ένας εν Χριστώ αδελφός σας
Αδελφοί μου θα πω κάτι που είπε ο Μωάμεθ (δείχνοντας τις παλάμες του) λίγο πριν την άλωση της Πόλης. Αν υπήρχαν δέκα (10) παπάδες σαν τον π. Αναστάσιο, που αν και έγγαμος κληρικός δεν διστάζει να ελέγχει τους υψηλά ισταμένους οικουμενιστές με σκληρή αλλά αληθινή γλώσσα, δεν θα φθάναμε στα χάλια που είμαστε σήμερα. Ναι είμαστε κομπάρσοι του Βατικανού και όχι μόνον αυτού αλλά και όλης της πανσπερμίας των αιρετικών του ΠΣΕ. Ναι προδώσαμε τήν πίστη μας και ιδιαίτερα οι παπάδες μας την παρακαταθήκη που τους εμπιστεύθηκε ο ίδιος ο Θεός. Τόσα χρόνια μέσα στον Οικουμενισμός δεν άκουσα κάποιον μεγαλόσχημο αγιορείτη να ελέγξει για τις προδοσίες του τον οικουμενικό Πατριάρχη και την παρέα του και να καταγγείλει επώνυμα τους Οικουμενιστές. Μπράβο στον π. Αναστάσιο. Ζητώ την ευχή του κι εύχομαι να ομολογήσει την πίστη του αυτή χωρίς να δειλιάσει, επόμενος τοις αγίοις Πατράσι.
ΑπάντησηΔιαγραφή