Ο
στόχος της εικόνας είναι να αποκαλύψει στους ανθρώπους το υπερκόσμιο, αυτό που
βρίσκεται έξω από το φυσικό μας κόσμο. Η ορθόδοξη εικονογραφία δεν ενδιαφέρεται
για τον φθαρτό κόσμο αλλά μόνο για τον καινούριο κόσμο που θα έρθει με τη
βασιλεία των ουρανών. Ένα βασικό χαρακτηριστικό της εικόνας είναι η
σχηματοποίηση. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου, τα σώματα, τα βουνά, οι
πτυχώσεις των ενδυμάτων, είναι όλα σχηματοποιημένα και οι φωτισμένες επιφάνειες
έχουν καθαρά γεωμετρικά σχήματα. Η σχηματοποίηση προσδίδει στο έργο κάτι το
εξώκοσμο και υπερφυσικό.
Η
λιτότητα είναι ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό. Στην βυζαντινή εικόνα όλα
παρουσιάζονται λιτά και χρησιμοποιούνται μόνο τα απαραίτητα. Ο λόγος είναι για
να ταιριάζει με το όλο πνεύμα της ορθοδοξίας που χαρακτηρίζεται από την
ολιγάρκεια και την εγκράτεια. Ένας άλλος σημαντικός λόγος είναι για να
επικεντρώνει την προσοχή στο κεντρικό θέμα της εικόνας και στο μήνυμα που θέλει
να στείλει στον πιστό. Ένας άλλος κανόνας της βυζαντινής αγιογραφίας είναι η
διαφοροποίηση. Χωρίς η μορφή να χάσει τα βασικά της χαρακτηριστικά
παρουσιάζονται με μια αλλοιωμένα, περιβεβλημένα με δόξα και φως.
Για παράδειγμα
οι ασκητές που φορούσαν κουρέλια, παρουσιάζονται με καινούρια ρούχα. Ο λόγος
είναι γιατί οι εικόνες είναι μέρος του νέου κόσμου, όπου όλα ανακαινίζονται και
αναγεννιούνται. Υπάρχουν όμως και μερικές εικόνες που υπερβαίνουν τα όρια της
διαφοροποίησης και φτάνουν στην υπερβολή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η
εικόνα του Αγίου Χριστοφόρου ο οποίος σε μια εικόνα παρουσιάζεται με κεφάλι
σκύλου, ενώ σε άλλη εικόνα παρουσιάζεται ωραιότατος άντρας που μεταφέρει το
Χριστό σαν νήπιο στους ώμους του, ενώ διαβαίνει το ποτάμι. Διαβάζοντας το βίο
του μαθαίνουμε ότι ήταν αρκετά άσχημος και περιγράφεται από τους βιογράφους του
ως κυνοπρόσωπος (σκυλοπρόσωπος). Είχε μεγάλη σωματική δύναμη και καταγόταν από
μια χώρα ανθρωποφάγων. Μαρτύρησε για το Χριστό όταν αρνήθηκε να αλλάξει την
πίστη του. Η εξήγηση για τη διαφορά των δύο εικόνων είναι ότι στην πρώτη
παρουσιάζεται η ζωή του πριν να γνωρίσει τον Χριστό και στη δεύτερη εικονίζεται
η χριστιανική ζωή του.
Το μήνυμα που θέλει να στείλει ο αγιογράφος είναι ότι ο
λόγος του Θεού έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει και τα μεγαλύτερα τέρατα σε
αγίους και ακόμα ότι στην ορθοδοξία η ασχήμια δεν ταυτίζεται με το κακό αλλά
ούτε και η ομορφιά κατ’ ανάγκην με το καλό, όπως συμβαίνει στη δυτική
τεχνοτροπία.
Στην
βυζαντινή εικονογραφία στην έκφραση των προσώπων δεν φανερώνεται η κακία και το
πάθος. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι ληστές και οι δήμιοι, αλλά και ο
ίδιος ο Ιούδας εικονίζονται με σεβάσμια πρόσωπα και ήρεμη όψη. Αυτό δείχνει ότι
μπορεί η εικόνα ενός προσώπου να είναι αμαυρωμένη από τις πράξεις του, αλλά δεν
παύει κάθε πρόσωπο να είναι εικόνα Θεού.
Συμβολισμοί της εικόνας
Μάτια: Τα μάτια
ζωγραφίζονται μεγάλα και ζωηρά, φανερώνοντας ψυχική ένταση γιατί είδαν τα
μεγάλα και τα υπερκόσμια.
Αυτιά: Μερικές φορές
παρουσιάζονται μεγάλα γιατί άκουσαν τις εντολές του Κυρίου.
Μύτη: Παρουσιάζεται
πολλές φορές μεγαλύτερη από το κανονικό και μακρόστενη γιατί έχει μυρίσει την
πνευματική ευωδία της Αγίας Τριάδας.
Στόμα: Σχεδιάζεται
μικρό και πολλές φορές καλύπτεται από μουστάκι για να δείξει ότι το
εικονιζόμενο πρόσωπο περιορίστηκε στην απαραίτητη τροφή. Δείχνει επίσης ότι το
σώμα δεν έχει πλέον ανάγκη της γήινης τροφής για να ζήσει γιατί έχει μετατραπεί
σε όργανο του Αγίου Πνεύματος.
Μέτωπο: Είναι πλατύ,
ψηλό, με μια ελαφριά παραμόρφωση, η οποία φανερώνει το βάθος της σκέψης και της
σοφίας του εικονιζόμενου προσώπου.
Χέρια: τα δάκτυλα των
χεριών είναι συχνά υπερβολικά μεγάλα, ενώ το χέρι που ευλογεί, πολλές φορές,
έχει τις διαστάσεις της κεφαλής. Αυτό τονίζει τη σημασία του αντικειμένου που
κρατούν ή εκείνου που δείχνουν. Για παράδειγμα τα δάκτυλα του χεριού που κρατά
το Ευαγγέλιο είναι μεγάλα για να δείξουν τη μεγάλη σημασία του βιβλίου που
κρατούν. Το χέρι του Ιωάννη του Πρόδρομου που δείχνει το Χριστό να έρχεται για
να βαπτιστεί, έχει το δείκτη του αρκετά μεγάλο.
Σώμα: Το σώμα συχνά
εξαφανίζεται κάτω από τα ενδύματα γιατί τα ενδύματα δεν στολίζουν πλέον το σώμα
αλλά τις ψυχές των εικονιζόμενων.
Ενδύματα:
Οι πτυχώσεις των ενδυμάτων δεν φανερώνουν την φυσική κίνηση αλλά τον πνευματικό
παλμό της ύπαρξης του εικονιζόμενου προσώπου.
Φυτά και κτίρια:
Δεν έχουν αξία από μόνα τους αλλά είναι σημάδια που τονίζουν τη θέση των
σωμάτων και το συμβολισμό της παράστασης.
Χρώματα:
Πολλές φορές τα χρώματα των εικόνων είναι αφύσικα. Μπορεί κανείς να δει κόκκινα
άλογα, μπλε ή μοβ βράχια που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα. Αυτό βοηθά τον
θεατή να περάσει σε μια άλλη διάσταση, υπερκόσμια και πνευματική. Έτσι το χρώμα
δεν είναι απλώς ένα διακοσμητικό στοιχείο αλλά ένα λεξικό που βοηθά το θεατή να
ανιχνεύσει τα βαθύτερα μηνύματα της εικόνας. Το λευκό είναι σύμβολο του φωτός
και της καθαρότητας. Το μαύρο συμβολίζει το μυστήριο, το μπλε την δροσερότητα
και τη διαύγεια, το πράσινο την ελπίδα, το κίτρινο τη θεία δόξα και λαμπρότητα,
το κόκκινο, τη φλόγα και τη ζεστασιά του μυστηρίου και το γαλάζιο τις ακτίνες
του θείου φωτός.
Καλυμμένα με ύφασμα χέρια:
Η κάλυψη με ύφασμα των χεριών αγίων και αγγέλων γίνεται για να τονιστεί η
ιερότητα του προσώπου που προσεγγίζεται και η ευλάβεια των εικονιζόμενων. Για
παράδειγμα, στην εικόνα της βάφτισης βλέπουμε τους αγγέλους να έχουν σκεπασμένα
τα χέρια τους με ένδυμα καθώς τα απλώνουν προς το Χριστό. Στην εικόνα της
Υπαπαντής ο Συμεών έχει καλυμμένα τα χέρια του με τα άμφια του για να δεχτεί
στην αγκαλιά του το βρέφος Χριστό.
Άγιοι που κρατούν πάπυρους:
Είναι όσιοι ασκητές ή ιεράρχες ή εκκλησιαστικοί συγγραφείς, οι οποίοι μας
άφησαν γραπτούς λόγους. Πάνω στον πάπυρο γράφεται ένα απόφθεγμα από τη
διδασκαλία τους.
Ανοικτή Παλάμη:
Στους άγιους μάρτυρες συμβολίζει την άρνηση της ειδωλολατρίας, ενώ στην Παναγία
και τον Τίμιο Πρόδρομο εκφράζει δέηση.
Ύφασμα που συνδέει οικοδομήματα μεταξύ
τους: Δείχνει ότι ο χώρος όπου έγινε το γεγονός που
εικονίζεται ήταν κλειστός. Επειδή όμως στη βυζαντινή αγιογραφία επικρατεί η
διαφάνεια, ακόμα και τα γεγονότα που έγιναν σε κλειστούς χώρους, πάντα
εικονίζονται έξω.
Το γυμνό σώμα φαίνεται σαν ντυμένο:
Στη βυζαντινή τέχνη το ντυμένο σώμα δεν φαίνεται πιο σεμνό από το γυμνό. Αυτό
το πετυχαίνει ο αγιογράφος με τη σχηματοποίηση, γιατί παριστάνει τα διάφορα
μέλη του σώματος σαν να είναι σκαλισμένα πάνω σε ξύλο χωρίς σάρκα.
Οι Αρχάγγελοι και οι Άγγελοι μοιάζουν με
τους ανθρώπους: Οι αρχάγγελοι και οι άγγελοι μοιάζουν με
τους ανθρώπους γιατί όσες φορές εμφανίστηκαν σε ανθρώπους, παρουσιάστηκαν με
ανθρώπινη μορφή. Οι αρχάγγελοι φορούν ιερατικά άμφια διακόνου, κρατούν στο ένα
χέρι κοντάρι και στο άλλο ένα δίσκο με το ιερό μονόγραμμα. Οι άγγελοι φορούν
αρχαιοελληνικά ρούχα με χιτώνα.
Τα Χερουβείμ:
ζωγραφίζονται με παράξενα σχήματα σαν πύρινοι τροχοί, περασμένοι ο ένας μέσα
στον άλλο και έχουν τέσσερις φτερούγες όπως εμφανίστηκαν στο όραμα του προφήτη
Ιεζεκιήλ.
Τα Σεραφείμ:
εικονίζονται με έξι φτερούγες και νεανικό πρόσωπο όπως εμφανίστηκαν στο όραμα
του προφήτη Ησαΐα.
Οι άγγελοι:
έχουν συνήθως σγουρά μαλλιά δεμένα με μια κορδέλα. Η κορδέλα συμβολίζει το
καθαρό τους μυαλό , την τέλεια τους αγνότητα και τη συγκέντρωση τους γύρω από
τα θεία.
Όλες οι εικόνες ζωγραφίζονται κατά μέτωπο (enface) ή σε στροφή κατά τρία τέταρτα. Η κατά
μέτωπο στάση βυθίζει το βλέμμα στα μάτια του θεατή και του μεταδίδει την
εσωτερική κατάσταση του εικονιζόμενου. Το ίδιο γίνεται και με τη στροφή κατά
τρία τέταρτα γιατί στόχος της βυζαντινής εικονογραφίας είναι η επικοινωνία με
το θεατή. Μας βλέπουν και μας καλούν με το βλέμμα τους σε δημιουργία αγαπητικής
σχέσης και κοινωνίας. Αντίθετα οι δαίμονες και οι αμαρτωλοί εμφανίζονται σε
κατατομή (profil). Σε κάποιες εξαιρετικές περιπτώσεις εικονίζονται και άγιοι σε
κατατομή (profil), όπως π.χ. ο απόστολος Θωμάς που ψηλαφίζει τα χέρια του
Χριστού. Σ’ αυτή την περίπτωση δείχνει ότι οι άγιοι είναι απασχολημένοι με κάτι
εξαιρετικά ενδιαφέρον που τους απορροφά πλήρως την προσοχή.
Τα πρόσωπα των Αγίων:
Καθένα έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το κάνουν να διαφέρει από
τα άλλα. Αυτό δίνει στον πιστό την αίσθηση ότι απέναντι του έχει μια ζωντανή
παρουσία, ένα πρόσωπο μοναδικό και ανεπανάληπτο.
Το φως στην εικόνα:
Το φως στην εικόνα δεν είναι το φυσικό φως του ήλιου αλλά ένα ουράνιο, θείο
φως. Γι αυτό το πρόσωπο φωτίζεται κεντρικά και σκιάζεται περιφερειακά,
γύρω-γύρω, κοντά στο έντονο περίγραμμα του προσώπου. Αντίθετα στην δυτική
ζωγραφική το φυσικό φως πέφτει λοξά και δημιουργεί σκιές. Το φως στη βυζαντινή
εικόνα δεν έρχεται από κάποια εξωτερική πηγή αλλά πηγάζει από τα πρόσωπα που
λάμπουν και φωτίζουν και τη φύση. Ο αγιογράφος προχωρεί από τα πιο σκοτεινά στα
πιο φωτεινά χρώματα τόσο στα ρούχα και το δέρμα όσο και στα αντικείμενα της
εικόνας προσθέτοντας έτσι διαδοχικά στρώματα φωτισμού. Έτσι η εικόνα η
βυζαντινή είναι σαν να πλάθεται με το φως, σε αντίθεση με τη δυτική ζωγραφική
όπου η εικόνα πλάθεται με τη σκιά. Ο βυζαντινός αγιογράφος δεν σκιάζει, δεν
προσθέτει δηλαδή σκοτάδι στο έργο του αλλά μόνο φως.
Οι δαίμονες:
Στη δυτική τέχνη ο διάβολος εμφανίζεται φοβερός, δυνατός, απαίσιος και
αποκρουστικός. Στην βυζαντινή τέχνη ο διάβολος δεν εμφανίζεται αποκρουστικός
για να μην προκαλεί ταραχή στη ψυχή την ώρα της προσευχής. Δεν παρουσιάζεται
δυνατός και φοβερός αλλά μικρόσωμος και συρρικνωμένος γιατί ο Χριστός τον
νίκησε και τον έκανε μηδαμινό και ασήμαντο. Επίσης είναι μαυριδερός γιατί
ταυτίζεται με το σκοτάδι.
Το χρυσό φόντο της εικόνας:
Το χρυσό φόντο της εικόνας εξαφανίζει τις τρεις διαστάσεις του χώρου και κάνει
τα σώματα πνεύμα. Ο άνθρωπος γίνεται ανάλαφρος και τα σώματα είναι σαν
βυθισμένα στο αιθέριο χρυσάφι του θείου φωτός.
Το φωτοστέφανο:
Συμβολίζει την ακτινοβολούσα δόξα του εικονιζόμενου προσώπου και την
ανεξάντλητη ροή του θείου φωτός σ’ εκείνον που ζει σε στενή σχέση με το θεό.
Η προοπτική:
Η προοπτική είναι ελεύθερη και δεν υπακούει σε φυσικούς νόμους. Το μέγεθος των
προσώπων και των πραγμάτων δεν εξαρτάται αν βρίσκονται κοντά μας η μακριά μας
αλλά από το πόσο σπουδαία είναι. Ο χώρος είναι συμβολικός και διαφορετικός από
τον φυσικό. Δεν υπάρχουν πράγματα ή πρόσωπα που κρύβονται πίσω από άλλα όπως
γίνεται στους δυτικούς πίνακες. Για παράδειγμα στην εικόνα της βάπτισης τα
βουνά φαίνονται σαν να είναι κοιταγμένα από πάνω και οι κορυφές τους είναι
στραμμένες προς το θεατή. Οι άγγελοι που βρίσκονται στη δεύτερη σειρά πίσω από
την πρώτη σειρά αγγέλων ζωγραφίζονται πιο πάνω για να μην κρύβονται από τους
μπροστινούς. Ο ποταμός φαίνεται σαν να είναι όρθιος και δεν χάνεται στο βάθος.
Επειδή, δεν ισχύει ο νόμος της ευθύγραμμης διάδοσης του φωτός τα εικονιζόμενα
δεν αφήνουν πίσω τους σκιές. Επίσης με την έλλειψη βαρύτητας τα εικονιζόμενα
παρουσιάζονται χωρίς βάρος και όγκο.
Η έννοια του χρόνου:
Ο χρόνος στη βυζαντινή τέχνη διαφοροποιείται και αλλοιώνεται. Το παρελθόν, το
παρόν και το μέλλον ενώνονται και όλα τα γεγονότα είναι διαχρονικά. Για
παράδειγμα στην εικόνα της Πεντηκοστής ο Παύλος παρουσιάζεται να κάθεται σε μια
από τις πρώτες θέσεις παρόλο που ιστορικά δεν ήταν παρόν. Η εξήγηση είναι ότι η
Πεντηκοστή δεν είναι μια χρονική στιγμή για την εκκλησία. Άρχισε εκείνη τη μέρα
αλλά συνεχίζεται γιατί Πεντηκοστή είναι η συνεχής παρουσία του Αγίου Πνεύματος
στην εκκλησία.
Πηγή:
http://www.orthodoxosnaos.org/simvolismosei.html