Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Άγ. Γρηγόριος Παλαμάς και η εν καιρώ αιρέσεως πορεία των Ορθοδόξων, π. Ευθ. Τρικαμηνά






 Αὐτή τήν ἡμέρα, κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία προβάλλοντας τόν ἅγ. Γρηγόριο μᾶς ὑπενθυμίζει τόν θρίαμβο καί τήν νίκη ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ καί τῶν αἱρέσεων τῆς Δύσεως, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά καταθέσω στό βῆμα τῆς διεθνοῦς καί παγκοσμίου ἐπικοινωνίας κάποιες σκέψεις σχετικές μέ τήν σημερινή ἐκκλησιαστική κατάστασι καί τήν διαχρονική διδασκαλία τῶν Γραφῶν καί τῶν Ἁγίων.
Ἴσως φανῆ ὅτι θέλω νά συνεχίσω μία κόντρα καί ἀντιπαράθεσι μέ κάποιους ἀδελφούς, ἀγαπητούς κατά πάντα ἤ νά ὑπερασπίσω ἐμπαθῶς τίς θέσεις τίς ὁποῖες ἀκολουθῶ, πλήν ὅμως ἡ ἀντιπαράθεσις δέν εἶναι σέ προσωπικό ἐπίπεδο ἀλλά σέ ἐκκλησιαστικό, ἐφ’ ὅσον σήμερα ἀμφισβητεῖται ἡ ἐν καιρῷ αἱρέσεως γραμμή καί πορεία τῶν Ὀρθοδόξων. Ὡς ἐκ τούτου πρέπει μετά ζήλου καί περισσῆς σπουδῆς νά διακηρύττω τήν διδασκαλία τῶν Γραφῶν καί τῶν Ἁγίων πρός περιφρούρησι τῶν Ὀρθοδόξων καί ἀποφυγή συγχύσεως κατά τίς πονηρές ἡμέρες πού διερχόμεθα.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ αἵρεσις τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία πιστεύω ὅτι εἶναι ἡ αἵρεσις τῶν ἐσχάτων, ἐπειδή προετοιμάζει τήν θρησκευτική ἑνοποίησι καί τόν ἐρχομό τοῦ Ἀντιχρίστου, βρίσκει τούς Ὀρθοδόξους διεσπασμένους καί ἀντιμαχομένους πρός μεγάλη χαρά τῶν Οἰκουμενιστῶν καί Νεοεποχιτῶν, εἰς τρόπον ὥστε κατ’ οὐσίαν νά μήν ὑπάρχη ἀντίστασις πρός τήν αἵρεσι καί ἐλπίδα ἐπιστροφῆς στήν Ὀρθοδοξία. Ἄν δηλαδή π.χ. στήν Εἰκονομαχία οἱ Ὀρθόδοξοι σύσσωμοι ἐδέχθησαν νά ὑποστοῦν κάθε εἶδους μαρτύριο χάριν τῆς πίστεως καί αὐτόν ἀκόμη τόν θάνατο καί παρ’ ὅλα αὐτά ἐχρειάσθηκε νά παραταθῆ ὁ ἀγῶνας των σέ διάστημα περισσότερο ἀπό ἑκατό ἔτη, σήμερα πού ὄχι μόνο δέν ὑπάρχει αὐτό τό μαρτυρικό φρόνημα, ἀλλά ἀπεναντίας ἐπιδεικνύουμε φανερά κι ἀπροκάλυπτα ἄγνοια γιά τό δέον γενέσθαι πρός καταστολή τῆς αἱρετικῆς πυρκαϊᾶς, καί διασφάλισι τῶν Ὀρθοδόξων καί, ἀκόμη, παρουσιάζουμε τό ὀρθόδοξο μέτωπο διεσπασμένο καί ἀλληλομαχόμενο, τί θά μπορούσαμε νά περιμένουμε καλύτερο ἀπό αὐτό πού καθημερινά καταγράφουμε, καί εἶναι ἡ προαγωγή καί ἐπικράτησι τῆς αἱρέσεως, ἤ ἀπό αὐτό πού δέν καταγράφουμε, καί εἶναι ὁ συμβιβασμός καί ἡ ἀλλαγή τοῦ φρονήματος τῶν Ὀρθοδόξων, σέ σημεῖο οἱ πλεῖστοι νά ἀδιαφοροῦν τελείως γιά τά θέματα τῆς πίστεως ἤ τό χειρότερο νά τά ἐναποθέτουν προσευχητικά στόν Θεό γιά νά τά ἐπιλύση καί βεβαίως στούς ἴδιους τούς αἱρετικούς ποιμένες;
 Ὡς ἐκ τούτου οἱ σκέψεις πού καταγράφω ἀποσκοποῦν εἰς τό νά βοηθήσουν νά ἀντιληφθοῦμε τήν ἐν καιρῷ αἱρέσεως στάσι μας καί τήν εὐθύνη ἑνός ἑκάστου γιά τήν ἐξελισσόμενη ἐκκλησιαστική κατάστασι. Ἄν δέ φανῆ ὅτι εἶναι ἐλεγκτική ἤ ἀδικεῖ κάποιους, ἄς καταθέσουν καί ἄλλοι ἀδελφοί καί πατέρες ἀνάλογες σκέψεις στηριζόμενες πάντοτε στήν ἁγ. Γραφή καί τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων, ὥστε ἐπί τέλους νά κατανοήσωμε ποῦ χωλαίνουμε ὡς Ὀρθόδοξοι καί τί πρέπει νά διορθώσωμε.
Θά ἀναφερθῶ μετά ἀπό αὐτά τά προλογικά κατ’ ἀρχάς στή διδασκαλία τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, διότι σήμερα εἶναι τό τιμώμενο πρόσωπο, ἀλλά καί ἐπί πλέον διότι ἡ διδασκαλία του ἐν προκειμένῳ εἶναι ὁ καθρέπτης δι’ ἐμᾶς εἰς τόν ὁποῖο μποροῦμε νά διακρίνωμε τήν θέσι μας. Ἀναφέρει λοιπόν ὁ ἅγιος στήν ἀναίρεσι τοῦ γράμματος τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἰγνατίου τά ἑξῆς ἀποκαλυπτικά γιά τίς ἡμέρες μας καί τήν αἵρεσι τῆς ἐποχῆς μας: «Καί γάρ οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί· καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας εἰσί, καί τοσοῦτο μᾶλλον, ὅσον ἄν και σφῶν αὐτῶν καταψεύδοιντο, ποιμένας καί ἀρχιποίμενας ἱερούς ἑαυτούς καλοῦντες καί ὑπ’ ἀλλήλων καλούμενοι· μηδέ γάρ προσώποις τόν χριστιανισμόν, ἀλλ’ ἀληθείᾳ καί ἀκριβείᾳ πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα» (ΕΠΕ 3,606).
Ἐδῶ κατ’ ἀρχάς δύναται ἕκαστος νά διαπιστώση, ἄν καί κατά πόσο ἀνήκη στήν Ἐκκλησία, μέ μέτρο ὄχι τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία καθαιρεῖ τούς Ὀρθοδόξους καί ἀθωώνει τούς αἱρετικούς, ἀλλά μέ μέτρο ἀκριβές καί ἀλάθητο, τό ὁποῖο συνίσταται εἰς τό ἄν καί κατά πόσον ἀποδέχεται καί ὑπερασπίζεται ἔργῳ καί λόγῳ τήν ἀλήθεια. Μέ βάσι λοιπόν τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία ὅλοι οἱ Οἰκουμενιστές ποιμένες, διότι αὐτοί ἀθετοῦν δημοσίως καί συνοδικῶς τίς εὐαγγελικές ἐντολές, οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στίς σχέσεις μέ τούς αἱρετικούς, διότι τούς θεωροῦν ἀδελφές ἐκκλησίες, διότι ἀναγνωρίζουν ὡς ἔγκυρα τά μυστήρια πού τελοῦν, διότι ἀκυρώνουν τά ἀναθέματα τά ὁποῖα ἔχουν ἐπιβληθῆ εἰς αὐτούς, διότι ἀλλάζουν ἐκ θεμελίων τήν Ὀρθόδοξο Παράδοσι, προτάσσοντας τήν ἀγάπη καί ὑποτάσσοντας τήν πίστι καί τήν ἀλήθεια, διότι ἀκυρώνουν ἱερούς κανόνες Οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές καί κάθε ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ τούς αἱρετικούς διότι....., διότι..., διότι..., διότι τέλος πάντων ἀνήκουν ἐπί ἴσοις ὅροις στό Π.Σ.Ε. καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἀποδεικνύουν εὐθαρσῶς ὅτι ἀκυρώνουν ὅλη τήν Ὀρθόδοξο Παράδοσι καί, ἰδίως, ὅτι καταρρίπτουν τά ἀσφαλιστικά ὅρια τά ὁποῖα προστατεύουν τούς Ὀρθοδόξους καί τά ὁποῖα διαστέλλουν μεταξύ βεβήλου καί ὁσίου, εἰς τρόπον ὥστε τά πάντα νά γίνωνται κοινά.
Εἰς τό σημεῖο αὐτό πρέπει νά τονισθῆ ὅτι εἶναι ἄλλο πρᾶγμα ἡ τυπική παρουσία των στήν Ἐκκλησία, καί μάλιστα εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ, καί ἡ κατ’ οἰκονομία ἐγκυρότης τῶν μυστηρίων πού τελοῦν χάριν τοῦ λαοῦ, καί ἄλλο ἡ οὐσιαστική παρουσία των, ἡ ὁποία προϋποθέτει τήν Ὀρθόδοξο πίστι, ἐκδηλουμένη μέ λόγια καί ἔργα καί τήν κατά δύναμι Ὀρθόδοξο ζωή. Ἡ τυπική παρουσία των στήν Ἐκκλησία παύει καί αὐτή νά ὑπάρχη σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τοῦ ὁσ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, ὄχι ὅταν τούς καταδικάσει ἡ Σύνοδος, ἀλλά ὅταν ἀποτειχισθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό αὐτούς. Τότε ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει καί σώζεται στούς ἀποτειχισμένους καί ἐν διωγμῷ εὑρισκομένους Ὀρθοδόξους καί ὅλοι οἱ ἄλλοι, οἱ μή ἔχοντες τήν Ὀρθόδοξο πίστι εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, ἔστω δηλαδή καί ἄν ἔχουν τήν ἀποστολική διαδοχή. Ἐδῶ εἶναι ἀνάγκη νά ἀναφέρομε ὅτι ἰσχύουν καί οἱ οἰκονομίες τῶν ἐσχάτων καιρῶν, διότι σέ ἄλλες ἐποχές οἱ Οἰκουμενιστές Ἐπίσκοποι, μέ τίς αἱρέσεις πού κουβαλοῦν καί ἐνστερντίζονται καί δημοσίως καί Συνοδικῶς διακηρύττουν, δέν θά ἠδύναντο νά σταθοῦν στήν Ἐκκλησία, ὄχι ὡς Ἐπίσκοποι, ἀλλά οὔτε ὡς νεοκόροι κοιμητηρίων.
Μέ βάσι τήν διδασκαλία τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ νομίζω, ὅσο κι ἄν φαίνεται βαρύ, ὅτι δέν ἔχουν οὐσιαστική παρουσία στήν Ἐκκλησία, οὔτε οἱ ἀντιοικουμενιστές. Ἐδῶ τά πράγματα περιπλέκονται, καθ’ ὅσον αὐτά πού διδάσκουν γιά τήν αἵρεσι καί τούς αἱρετικούς οἱ ἀντιοικουμενιστές εἶναι σωστά, πλήν τῆς δυνητικῆς ἑρμηνείας τοῦ ΙΕ΄ Ἱεροῦ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί ὅσον ἀπορρέουν ἀπό αὐτή τήν διαστρέβλωσι τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Αὐτά πού πράττουν ὅμως εἰς τά θέματα τῆς πίστεως, εἶναι ὅλα σχεδόν λάθος, διότι ἀκολουθοῦν καί ἀποδέχονται, διά τῆς πλήρους ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μέ τούς Οἰκουμενιστάς, τήν αἵρεσι τήν ὁποία θεωρητικά καταδικάζουν, διότι ἀκυρώνουν καί ἀθετοῦν τόν διωγμό καί τό μαρτύριο, τά ὁποῖα πρέπει νά ὑποστοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι ὑπερασπιζόμενοι τήν Ὀρθόδοξο πίστι, διότι ἐφεῦρον ἐν καιρῷ αἱρέσεως ἄλλη ὁδό ἀπό αὐτήν πού διδάσκουν ξεκάθαρα οἱ Γραφές καί οἱ Ἅγ. Πατέρες καί διέρχονται ἀνωδύνως τό στάδιο τοῦ ἀγῶνος, διότι ἀναπαύουν τήν συνείδησί των, ὅτι ὄχι μόνον πράττουν σωστά ἐν καιρῷ αἱρέσεως, ἀλλά ἐπί πλέον φέρονται καί μέ διάκρισι καί ἀποφεύγουν τά σχίσματα κλπ., διότι δημιουργούν σύγχυσι μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων ὡς πρός τόν τρόπο ἀντιμετωπίσεως τῆς αἱρέσεως, γιά τά ὁποῖα οἱ Γραφές καί οἱ Πατέρες εἶναι ξεκάθαροι, διότι..., διότι..., διότι τέλος πάντων ἀνήκουν καί αὐτοί στό Π.Σ.Ε., τό ὁποῖο καί αὐτό θεωρητικά καταδικάζουν καί τό ὀνομάζουν μάλιστα Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων.
Στήν στάσι αὐτή τῶν ἀντιοικουμενιστῶν ἔχομε νά παρατηρήσωμε καί τό ἑξῆς πρωτοφανές γιά τήν Ὀρθόδοξο Παράδοσι. Πιστεύουν ὅτι, γιά νά ἀνήκη ἐν καιρῷ αἱρέσεως κάποιος στήν Ἐκκλησία, εἶναι ἀρκετή ἡ θεωρητική ὁμολογία καί τοποθέτησίς του ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας καί δέν χρειάζεται καί πρακτική ἀπομάκρυνσις σέ ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο ἀπό τούς αἱρετικούς. Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο συντάσσουν συνεχῶς ὁμολογίες πίστεως καί διάφορα παρόμοια κείμενα ὁμολογιακά καί πιστεύουν ὅτι, κατ’ αὐτόν τόν θεωρητικό τρόπο, διαχωρίζονται ἀπό τήν αἵρεσι καί τούς αἱρετικούς, ἐνῶ στήν πράξι εὑρίσκονται ἐνσωματωμένοι μαζί των. Εἶναι δηλαδή σάν νά κατηγοροῦσαν οἱ μάρτυρες καί ὁμολογητές τῶν πρώτων αἰώνων τά εἴδωλα καί συγχρόνως νά συντάσσωνται μέ τούς εἰδωλολάτρες στίς θυσίες πού ἐτελοῦσαν στίς τελετές κλπ. ἤ σάν οἱ Ἅγιοι τῶν μετέπειτα αἰώνων νά κατηγοροῦσαν τόν Ἀρειανισμό καί τήν εἰκονομαχία καί, συγχρόνως, νά ἦσαν ἑνωμένοι μέ τούς αἱρετικούς πρός ἀποφυγή σχίσματος. Οἱ Ἅγιοι ὅμως ἀπαιτοῦν ἐν καιρῷ αἱρέσεως μαζί μέ τήν θεωρητική ἀπομάκρυνσι ἀπό τήν αἵρεσι καί τήν πρακτική ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς αἱρετικούς.
Ὁ ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἐν προκειμένῳ, ἐνῶ διδάσκει νά μήν παραδίδωμε στούς αἱρετικούς τά μοναστήρια γιά νά τα βεβηλώσουν μέ τήν αἵρεσι καί τήν αἱρετική των λειτουργία, ὅταν πρόκειται γιά συμβιβασμό καί στήν πράξι συμπόρευσι μέ τήν αἵρεσι, διδάσκει τήν ἄμεσο ἀπομάκρυνσι καί ἀποχώρησι καί ἀπό αὐτό ἀκόμη τό μοναστήρι. Γράφει σέ ἐπιστολή του συμβουλευτικά πρός τόν ἡγούμενο Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἤθελε κατά τό δή λεγόμενο ἐν καιρῷ αἱρέσεως νά παίζη σέ διπλό ταμπλώ, μεταξύ τῶν ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Τί γάρ φήσουσιν, ὦ τιμιώτατε, ὅ τε τῶν Κωμῶν ἡγούμενος καί ὁ τοῦ Γουλαίου σύν τοῖς ὁμοίως ἄρτι διωχθεῖσιν ἐν τῇ ἐνστάσει, εἴπερ ὁρῶσιν ὑμᾶς, τούς προδοσίᾳ τῆς ἀληθείας κατέχοντας τά μοναστήρια, καί ἡμᾶς ὑμῖν συναπαγομένους; τί δέ οἱ ἐν τοῖς ὅρεσι τληπαθοῦντες κατά τό τοῦ διωγμοῦ στενοχωρητικόν; οὐ στενάξουσιν; οὐκ οἰμώξουσιν; οὐχ ἡγήσονται παιδιάν τήν ὁμολογίαν τοῦ Χριστοῦ; τί δέ οἱ ἡγουμενεύσαντες τῶν μοναστηρίων ἀπ’ ἀρχῆς καί διά Χριστόν δεδιωγμένοι σύν ἡμῖν; οὐ κατασφραγίσονται, ὡς παιγνιῶδές τι πασχόντων ἡμῶν; μή πλανᾶσθε, φησίν ὁ ἀπόστολος, θεός οὐ μυκτηρίζεται˙ ἡ ὁμολογία Χριστοῦ οὐ κεκοίνωται, κἄν τινες οἴωνται ἄλλως φρονεῖν καί λέγειν. Ὥστε, εἰ βούλει, ἀδελφέ ἠγαπημένε, μεθ’ ἡμῶν τῶν ταπεινῶν τετάχθαι, ὑποχώρησον τῆς κατοχῆς τοῦ μοναστηρίου, καθώς καί ὑπέσχου˙ τοῦτο γάρ καί παρακαλοῦμεν, εἰς τοῦτο καί προσευχόμεθα. ἵνα, ὡς τό ἐντός, οὕτως τό ἐκτός ὀρθόδοξος ὑπάρχῃς, τήν τιμίαν σου ψυχήν σῴζων, ἧς οὐδέν ἀντάξιον τῶν ὁρωμένων» (Φατ. 495, 730,30). Ἐδῶ ὁ ἅγιος μέ θαυμάσιο τρόπο, σάν νά ὁμιλεῖ διά τήν ἐποχή μας, ξεχωρίζει τόν ἐντός καί ἐκτός Ὀρθόδοξο. Ἐντός Ὀρθόδοξος εἶναι ὁ ἔχων ὀρθόδοξο φρόνημα καί διακηρύττων αὐτό καί ἐκτός Ὀρθόδοξος ὁ αποτειχιζόμενος ἀπό τούς αἱρετικούς, διακόπτων τήν μνημόνευσί των, μή ἀναγνωρίζων αὐτούς κ.λ.π.
Ἐπίσης σέ ἐπιστολή του πρός τούς μοναχούς ἀναφέρει γιά τό ἴδιο θέμα τά ἑξῆς: «Τοιαῦτα καί παρόμοια ἐχρῆν λαλῆσαι αὐτούς ἵνα ἐδοξάσθη ὁ θεός δι’ αὐτῶν, ἵνα ᾠκοδόμησαν τούς ὀρθοδόξους, ἵνα ἐστήριξαν τά μοναστήρια, ἵνα ἐνεδυνάμωσαν τούς πάσχοντας ἐν ἐξορίαις. Ἀλλά τί ὅτι προτιμώμεθα μᾶλλον Θεοῦ τά μοναστήρια· καί τῆς ὑπέρ τοῦ ἀγαθοῦ κακοπαθείας τήν ἐντεῦθεν εὐπάθειαν; ποῦ ἐστι τό, ἐλάλουν ἐναντίον βασιλέων, καί οὐκ ᾐσχυνόμην; ποῦ ἐστί τό, ἰδού τά χείλη μου οὐ μή κωλύσω· Κύριε, σύ ἔγνως; ποῦ ἐστι τό κλέος καί ἡ ἰσχύς τοῦ καθ' ἡμᾶς τάγματος; πῶς Σάβας καί Θεοδόσιος οἱ μακάριοι, τό τηνικαῦτα Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως δυσσεβεῖν ἑλομένου, διέστησαν θερμῶς προμαχοῦντες τῆς πίστεως· τοῦτο μέν, μεθ' ὧν ἀνεθεμάτισαν τούς κακοδόξους ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, τοῦτο δε, ἐν οἷς ἐπέστειλαν τῷ βασιλεῖ, διαμαρτυρόμενοι θάνατον ἑλέσθαι, ἤ τί μετακινῆσαι τῶν καθεστώτων;» (Φατ. 149,266,17).
Καί ἀκόμη ἐπιγραμματικά διδάσκει ὅτι «οὐδεμία γάρ κοινωνία, ὦ φιλότης, δεδιωγμένοις καί ἀδιώκτοις (καί οὐ μόνον ἀδιώκτοις, ἀλλά καί ὑποτελοῦσι τοῖς διώκταις, καθηγεμονιώντων ὧνπερ ἐξουσιάζουσι μοναστηρίων), εἰ μή ἄρα τις κοινωνία ὡμολόγηται φωτί πρός σκότος. ἀλλ’ οὐκ ἐνδέχεται, ὡς ὁ ἱερός λόγος ἀπεφήνατο» (Φατ. 495,729,4).
Βλέπουμε λοιπόν ὅτι οἱ Ἅγιοι ἐν καιρῷ αἱρέσεως δέν δέχονται ὡς Ὀρθόδοξο τόν θεωρητικά μόνο τοποθετημένο στά ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλά καί τόν πρακτικά συγχρόνως ἀπομακρυνόμενο ἀπό τούς αἱρετικούς, σέ σημεῖο μάλιστα ὄχι μόνον διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως τῶν αἱρετικῶν, ἀλλά καί τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τήν μονή, ἐφ’ ὅσον τήν κατεῖχον μέ συμβιβασμό εἰς τά τῆς πίστεως.
Ἐπίσης ὁ ἅγιος διδάσκει ὅτι ἐν καιρῷ αἱρέσεως δέν πρέπει νά ἔχωμε οἱαδήποτε δοσοληψία μέ τούς αἱρετικούς σέ ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο: «Ἐγώ δέ οὐκ οἴομαι, φίλτατε, ὅπερ ἐσήμανας πρόσωπον οὕτω καί λέγειν καί πράττειν. Καί πῶς γάρ ὁ ἐν βαθμῷ ἱεραρχίας ἀνηγμένος χαμαιζήλως ἄγοιτο; πῶς δέ καί ὁ ἠθληκώς δι' ὁμολογίας συνυποφέρεται τοῖς ἀζηλώτοις καί ἀνιέροις; φής γάρ λέγειν αὐτόν, ὅτι τό καθέζεσθαι εἰς ἐπισκοπεῖον, ἐν ᾧπερ ἠσέβησεν ὁ κατέχων, τό κωλύον οὐδέν· καί τό παρά συγκαταβατῶν ἀνεπισκόπων σιτίζεσθαι, οὐδέν μάχεται τῷ κανόνι τῆς εὐσεβείας. Καί πῶς τοῦτο οὐ μάχεται τῇ ἀληθείᾳ; τοῦ ἁγίου Δαυΐδ ψάλλοντος· Ἔλαιον ἁμαρτωλοῦ μή λιπανάτω τήν κεφαλήν μου. Τοῦ τε ἁγίου Ἀθανασίου προστάσσοντος, μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρός τούς αἱρετικούς, ἀλλά μήν μηδέ πρός τούς κοινωνοῦντας μετά τῶν ἀσεβῶν. Πῶς δέ οὐ κοινωνία, εἴπερ δεῖ καθέζεσθαι ἐν τόπῳ τοιούτῳ, κἀκ τῶν τοιούτων σιτίζεσθαι; οὐκ ἔχει φύσιν κἄν μή ἐκεῖσε κάθηταί τις, ἐκεῖθεν δέ τρέφοιτο, αὐτή ἡ δόσις καί λῆψις κοινωνίαν ἐργάζοιτο· φησί γάρ ὁ Ἀπόστολος· Οἴδατε καί ὑμεῖς Φιλιππήσιοι ὅτι ὅτε ἐξῆλθον ἀπό Μακεδονίας, οὐδεμία μοι Ἐκκλησία ἐκοινώνησε χάριν δόσεώς τε καί λήψεως, εἰ μή ὑμεῖς μόνον· ὅτι καί ἐν Θεσσαλονίκῃ ἅπαξ καί δίς εἰς τήν χρείαν μοι ἐπέμψατε. Εἰ οὖν τό ἅπαξ, καί δίς λαβεῖν, κοινωνίαν ἀπέφηνε τό φῶς τοῦ κόσμου· τό ἀεί λαμβάνειν τίς ἄν εὖ φρονῶν οὐ φεύξοιτο ὡς ἀντίθετον φωτός;»     (PG 99, 1392, Φατ. 466,668,9).
Ἐδῶ θά λέγαμε ὅτι ὁ ἅγιος ἀπευθύνεται διαχρονικά πρός τούς ἀντιοικουμενιστάς, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον ἔχουν πλήρη ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, ὄχι μόνο τούς μνημονεύουν εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ, ἀλλά καί ἔχουν μέ αὐτούς αὐτήν τήν ἁμαρτωλή δοσοληψία, ἡ ὁποία συνίσταται σέ μισθούς, ὀφφίκια, τίτλους, τιμές, προστασία, συνεργασία κλπ.
Ἐν κατακλεῖδι εἰς τό σημεῖο αὐτό οἱ Ἅγιοι διδάσκουν ὅτι ἐν καιρῷ αἱρέσεως ὁ πραγματικά Ὀρθόδοξος ἀπομακρύνεται καί θεωρητικά ἀπό τήν αἵρεσι μέ τήν Ὀρθόδοξο ὁμολογία καί πρακτικά ἀπό κάθε ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ αὐτούς, μέχρι τοῦ σημείου τῆς δόσεως καί λήψεως.
Οἱ ἀντιπατερικές θεωρίες τῶν ἀντιοικουμενιστῶν εἶναι καί ἄλλες καί ἔχουν ὅλες σχέσι μέ τήν δυνητική ἑρμηνεία τοῦ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί δέν εἶναι ἐπί τοῦ παρόντος ὁ σκοπός μας νά τίς ἀναλύσωμε, ἀλλά ἁπλῶς καί μόνο νά τίς κατονομάσωμε. Εἶναι δηλαδή ἡ θεωρία τῆς ἄχρι καιροῦ μνημονεύσεως, τῆς ἀποτειχίσεως ὅταν φθάσωμε στό λεγόμενο «κοινό ποτήριο», ὅτι διά τῆς ἀποτειχίσεως ἐξερχόμεθα ἀπό τήν Ἐκκλησία, δημιουργοῦμε σχίσμα, ὅτι δέν μολυνόμεθα ἀπό τήν συμπόρευσί μας μέ τήν αἵρεσι, ἐφ’ ὅσον ἔχομε Ὀρθόδοξο φρόνημα καί βεβαίως ὅτι οἱ Γραφές καί οἱ Ἅγιοι ὡμίλησαν γιά τούς καταδικασμένους ἀπό Σύνοδο αἱρετικούς καί ὄχι δι’ αὐτούς, πού εἶναι μέν αἱρετικοί καί τό διακηρύσσουν μέ λόγια καί ἔργα καί κυρίως συνοδικῶς, ἀλλά δέν ἔχουν καταδικασθῆ ἀπό Σύνοδο.
Τό παράδοξο εἶναι ὅτι γιά ὅλα αὐτά τά αἱρετικά φρονήματα δέν προσκομίζουν οὔτε ἕνα ἁγιογραφικό χωρίο, οὔτε ἕναν ἱερό Κανόνα καί βεβαίως οὐδεμία πατερική διδασκαλία. Προσκομίζουν ὅμως τήν στάσι τῶν συγχρόνων γερόντων, τούς ὁποίους οἱ Οἰκουμενιστές ἄρχισαν ἤδη νά ἁγιοποιοῦν καί οἱ ὁποῖοι ὄντως δέν ἐτήρησαν εἴτε ἐξ ἀγνοίας, εἴτε ἐξ ἀφελείας, εἴτε ἐξ ἄκρας ἁπλότητος τήν δέουσα πατερική στάσι στήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ἐκθέτουν καί τούς ἑαυτούς των καί τούς συγχρόνους γέροντες. Τούς ἑαυτούς των μέν διότι εὑρῆκαν μία σανίδα σωτηρίας διά νά διέλθουν ἀβρόχοις ποσί τήν αἵρεσι καί τόν διωγμό τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως· καί τούς συγχρόνους γέροντες διότι ἀποδεικνύουν ὅτι ἐν καιρῷ αἱρέσεως αὐτοί δέν ἐτήρησαν τήν διαχρονική διδασκαλία τῶν Γραφῶν καί τῶν Ἁγίων, καί ἔτσι παρουσιάζονται καί αὐτοί συμβιβασμένοι μέ τήν αἵρεσι καί τή Ν. Ἐποχή.
Θά ἦταν ἴσως ὠφέλιμο νά ἀσχολοῦντο οἱ ἀντιοικουμενιστές πατέρες σέ κάποια σύναξι μέ αὐτό τό βασικό θέμα, ποιά δηλαδή εἶναι ἡ ἐν καιρῷ αἱρέσεως στάσις τῶν Ὀρθοδόξων, μιά καί ἀσχολοῦνται μέ τόσα ἄλλα δευτερεύοντα καί ἥσσονος σημασίας θέματα. Καί ἄν διεπίστωναν ὅτι ἐν καιρῷ αἱρέσεως καί διωγμοῦ τῆς πίστεως οἱ Γραφές καί οἱ Πατέρες διδάσκουν τήν παραμονή εἰς τούς αἱρετικούς Ἐπισκόπους μέχρις ἀποφάσεως τῆς Συνόδου, τήν συνοδοιπορία μέ τήν αἵρεσι, τήν ἀναγνώρισι διά τῆς μνημονεύσεως καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας μετά τῶν αἱρετικῶν Ἐπισκόπων, τήν δυνητική ἑρμηνεία τοῦ περί ἀποτειχίσεως ἱεροῦ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί κυρίως τήν θεωρητική μόνον ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί τήν συμπόρευσι στήν πράξι μέ τήν αἵρεσι, ἄν λέγω διεπίστωναν ὅτι ἔτσι ἐπιτάσσουν οἱ Γραφές καί οἱ Πατέρες νά τό διακηρύξουν εὐθέως καί εὐθαρσῶς πρός πᾶσαν κατεύθυνσι, γιά νά ἀποφευχθῆ ἡ πλάνη τῶν πιστῶν ἐκ μέρους τῶν ἀποτειχισμένων, δηλαδή νά μήν πλανηθῆ κάποιος καί διά τῆς ἀποτειχίσεως ἐξέλθει ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δημιουργήσει σχίσμα.
Τό ὅτι δέν ἀσχολοῦνται οἱ ἀντιοικουμενιστές πατέρες μέ αὐτό τό θέμα εἶναι ἄκρως λυπηρό καί ὁμοιάζει μέ τήν παρεμφερῆ στάσι τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς, ἡ ὁποία πιεζομένη νά ἀπαντήση σέ σχετικά ἐρωτήματα ὑπεσχέθη τήν διοργάνωσι ἡμερίδος ἐπί τοῦ θέματος τοῦ δυνητικοῦ ἤ ὑποχρεωτικοῦ τοῦ ἐν λόγῳ Κανόνος καί κατόπιν ἐτήρησε τήν στάσι καί γραμμή τῶν πολιτικῶν, οἱ ὁποῖοι πάντοτε ὑπόσχονται καί ποτέ δέν ἐκπληρώνουν τίς ὑποσχέσεις των.
Τέλος μέ τήν δυνητική ἐπιλογή των οἱ ἀντιοικουμενιστές στήν ἐφαρμογή τοῦ ἐν λόγῳ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου ἀναγκάζονται ἐκ τῶν πραγμάτων νά τοποθετήσουν καί νά ὁριοθετήσουν τήν Ἐκκλησία μέσα στήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, πρᾶγμα τό ὁποῖο ἀκριβῶς πράττουν καί οἱ Οἰκουμενιστές καί ἔτσι ἡ Ἐκκλησία δι΄ αὐτούς παύει νά εἶναι στύλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο ἀλλά γίνεται στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς αἱρέσεως.
Λίαν προσεχῶς θά δημοσιεύσουμε τά κείμενα τῆς Ἁγ. Γραφῆς, τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῶν Ἁγ. Πατέρων τή διδασκαλία, τά ὁποῖα ὁμιλοῦν καί διακελεύουν τήν ἄμεσο ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς αἱρετικούς ποιμένες καί Ἐπισκόπους ὥστε νά εἶναι προσβάσιμα σέ πρώτη ζήτησι ἀπό τόν καθένα. Αὐτό θά τό κάνουμε ἀφ’ ἑνός μέν πρός ἐνημέρωσι καί κατοχύρωσι σχετικά μέ τήν ἐν καιρῷ αἱρέσεως Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά νά προκαλέσουμε καί τούς ἀντιφρονοῦντας νά καταθέσουν καί αὐτοί ἀνάλογα χωρία καί κείμενα ἀπό τήν διδασκαλία τῶν Γραφῶν καί τῶν Πατέρων, τά ὁποῖα νά συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς θεωρίας τοῦ ἐφησυχασμοῦ καί τοῦ βολέματος.
                                  Ἱερομόναχος Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς

8 σχόλια:

  1. Ανώνυμος22/3/14, 3:58 μ.μ.

    Οταν ο π. Ευθύμιος δημοσιεύσει τα κείμενα της Αγίας Γραφής, των ιερών κανόνων, κλπ, ας δημοσιεύσει, αν θυμηθεί, και τον κανόνα που αναφέρει ότι ο καθηρημένος κληρικός μπορεί να χρησιμοποιεί τον τίτλο του "ιερέως", μετά την καθαίρεση του, και να υπογράφει με αυτόν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος22/3/14, 9:28 μ.μ.

      Επειδή ο π. Ευθύμιος δεν χρησιμοποιεί το Κομπιούτερ σου παραθέτω Ανώνυμε, για να ικανοποιήσω την περιέργειά σου, κάποια κείμενα από το βιβλίο του Σημάτη, "Καταστρατήγηση τῶν Ἱ. κανόνων ἀπὸ Ἐπισκόπους". Μετά από αυτά πιστεύω, ότι σαν καλόπιστος που είσαι, θα πάψεις να αμφιβάλλεις για την κανονικότητα των ενεργειών του π. Ευθύμιου. Αν είσαι όμως κακόπιστος, ασφαλώς και θα επανέλθεις με άλλες απορίες και ερωτήματα, στρέφοντας αλλού την συζήτηση σαν Μάρτυρας του Ιεχωβά.

      "Θὰ ἐπαναλάβω ἐδῶ, θέσεις ἁγίων ποὺ καὶ σὲ προηγούμενο κεφάλαιο παρέθεσα, ἀφοῦ δίνουν σαφῆ ἀπάντηση στὸ παραπάνω ἐρώτημα: ὁ ἅγ. Νικόδημος εἰς τὸ “Πηδάλιον”, ἐπικαλούμενος “τὸ νομικὸν τοῦ Φωτίου” καὶ τὸν “σχολιαστὴν Βαλσαμῶνα” γράφει, πὼς «ἀνίσως Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος, ἤθελεν ἀφορίσῃ τινὰ ἀπὸ τὴν κοινωνίαν (εἴτε τὴν τῶν μυστηρίων, κατὰ τὸν Βαλσαμῶνα καὶ Βλάσταριν, εἴτε καὶ τὴν μετὰ τῶν πιστῶν σύστασιν, καὶ προσευχὴν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ) χωρὶς καμμίαν κανονικὴν καὶ εὔλογον αἰτίαν, ὁ μὲν ἀφορισμὸς αὐτὸς νὰ λύηται ἀπὸ μεγαλύτερον ἱερέα∙ ὁ δὲ ἀφορίσας Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος, νὰ ἀφορίζηται ἀπὸ τὸν ἀνώτερόν του».
      Αὐτὴ τὴν ἄποψη «ἐνισχύει καὶ ὁ ε' καν. τῆς ἐν Νικαίᾳ Α' Οἰκουμ. Συνόδου, ἔνθα οἱ πατέρες, ὁμιλοῦντες περὶ τῆς ἐπιβληθείσης εἴς τινα πιστόν (κληρικὸν ἢ λαϊκόν) ἀκοινωνησίας ὑπό τινος ἐπισκόπου, λέγουν μεταξὺ ἄλλων: “Ἐξεταζέσθω δέ, μὴ μικροψυχίᾳ, ἢ φιλονεικίᾳ, ἤ τινι τοιαύτη ἀηδία τοῦ ἐπισκόπου, ἀποσυνάγωγοι γεγένηνται... Αἱ δὲ σύνοδοι γινέσθωσαν, μία μὲν πρὸ τῆς Τεσσαρακοστῆς, ἵνα πάσης μικροψυχίας ἀναιρουμένης, τὸ δῶρον καθαρὸν προ-σφέρηται τῷ Θεῷ...” (Ράλλη-Ποτλῆ, τόμ. Β΄, σελ. 125 ἑξ.» .
      Ὁ δ΄ κανὼν τῆς Ζ΄ Οἰκουμ. Συνόδου, λέγει: «Εἴ τις οὖν διά τινα ἰδίαν ἐμπάθειαν εὑρεθείη…ἀφορίζων τινὰ τῶν ὑπ’ αὐτὸν κληρικῶν… ἀναίσθητος ὄντως ἐστί, καὶ τῇ ταυτοπαθείᾳ ὑποκείσεται, καὶ ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ… Ὅποιος καθαιρεθῇ διὰ φθόνον ἢ ἄλλην ἄδικον αἰτίαν, αὐτὸς εἰς μὲν τὸν ἑαυτόν του προξενεῖ μισθόν, μεγαλύτερον ἀπὸ τὸν τῆς ἱερωσύνης, ὅθεν καὶ πρέπει νὰ χαίρῃ καὶ ὄχι νὰ λυπῆται, εἰς δὲ τοὺς ἀδίκως αὐτὸν καθήραντας προξενεῖ κόλασιν» .
      Λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος (λόγος γ΄περὶ ἱερωσύνης) ὅτι ὅποιος «ἀδίκως ἀφορισθεῖ διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἤτοι, ἢ διὰ τὴν πίστιν, ἢ διὰ τὰς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἢ καὶ διὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Χριστοῦ, οὗτοι πρέπει νὰ χαίρουν, ἐπειδὴ καὶ εἶναι μακαρισμοῦ ἄξιοι, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, ὅστις εἶπε· "Μακάριοί ἐστε, ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς, καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρόν, ἕνεκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου"» .
      Ἂς προσέξουμε δὲ καὶ τὸ ἑξῆς: πώς, ἐνῶ ἡ Ὀρθ. Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι τὰ μυστήρια ποὺ τελοῦνται ἀπὸ ἱερεῖς χειροτονημένους κανονικὰ εἶναι ἔγκυρα, ἐφ’ ὅσον δι’ αὐτῶν μεταδίδεται ἡ Θ. Χάρις, ἔστω κι ἂν εἶναι ἀνάξιος ὁ ἱερέας ποὺ τὰ τελεῖ, στὴν περίπτωση τοῦ ἄδικου ἀφορισμοῦ -ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας- θεωροῦν, ὅτι «οὐχ ἕπεται τῷ ἀφορισθέντι τῷ θείῳ κρίματι» (Μάξιμος), δὲν αἴρει δηλ. ὁ Θεὸς τὴν προστατευτικὴ θεία Χάρη του ἀπὸ τὸν ἀδίκως ἀφορισθέντα, δὲν «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶ» (Χρυσόστομος), ἐφ’ ὅσον δὲν ἔχει διαπράξει κάτι ποὺ νὰ τὸν κωλύει στὸ νὰ μετέχει τῶν μυστηρίων καὶ νὰ παραμένει ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντίθετα ὁ «παρὰ τὸν σκοπὸν τοῦ Θεοῦ ἀφορίσας Ἱεράρχης» (ἅγ. Μάξιμος) ἐπειδὴ παραβαίνει τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ καταχρᾶται τὴν εἰς αὐτὸν ἐμπεμπιστευμένη ἐξουσίαν χάνει τὴν θείαν Χάρη καὶ «παραδίδεται οὗτος εἰς τὸν σατανᾶν».

      Αυτά. Και τούτο, για να μη ξεχνιώμαστε. Όπως ξέρεις ο π. Ευθύμιος παραπέμφθηκε παράνομα από τον Ιγνάτιο Λαρίσης στο Συνοδικό Δικαστήριο, και καταδικάστηκε παράνομα από Επισκόπους που καταπάτησαν κάθε ανθρώπινο και θείο νόμο.

      Διαγραφή
    2. Ανώνυμος23/3/14, 12:36 π.μ.

      Συμφωνώ με αυτά που γράφεις, εκτός από δύο λέξεις που υπάρχουν στις τρεις τελευταίες γραμμές : "παράνομα" και "παράνομα".
      Είναι φυσικό ο καθένας να θεωρεί παράνομο ότι θέλει, δημοκρατία έχουμε εξ άλλου. Ειδικά στην περίπτωση που αφαιρείται η Ιερωσύνη, είναι ανθρώπινο και κατανοητό ο καθηρημένος να στενοχωρείται και να τείνη να βγάλη από το μυαλό του αυτό που τού συνέβη. Γι αυτό και εφευρίσκει χίλιες δικαιολογίες, και προσπαθεί να απωθήση από τη σκέψη του το συμβάν.
      Εμείς όμως οι υπόλοιποι, οφείλουμε να διατηρούμε τη λογική μας, και να μην λέμε ανυπόστατες δικαιολογίες.

      Διαγραφή
    3. Ανώνυμος23/3/14, 12:46 π.μ.

      Σαν να τόξερα, φίλε. Απάντησες σαν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Συμφωνείς χωρίς ...να συμφωνείς!
      Το παράνομο, φίλε, είναι αυτό που δεν συμφωνεί με το Νόμο, με τους Ιερούς Κανόνες. Και ο Ιγνάτιος Λαρίσης έκανε καραμπινάτη παρανομία. Το ίδιο και το Συνοδικό Δικαστήριο. Κάτι που παραδέχτηκε ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας επίσημα επ' ακροατηρίῳ, όταν συζητήθηκε εκεί το θέμα. Οπότε για ποιόν ισχύει το "ο καθένας θεωρεί παράνομο ότι θέλει, ...εφευρίσκει χίλιες δικαιολογίες" που αυτός θέλει; Δεν ταιριάζει στην αφεντιά σου που δεν θέλεις να παραδεχθείς τα αυτονόητα;
      Αλλά πού να το καταλάβεις. Έχεις πάρει διαζύγιο από τη λογική.

      Διαγραφή
    4. Κατά την άποψη μου εάν είναι Χριστιανοί Επίσκοποι, η απόφαση ,και άδικη να είναι, ισχύει για κάθε χριστιανό .
      Σε τι διαφέρουν αυτοί απο τους ουνίτες ?
      Και ο επίσκοπος των ουνιτών Πάπα μνημονεύει και ο δικός τους ο Βαρθολομαίος Πάπα μνημονεύει .
      Αρά ? Ληστρική η σύνοδος , σατανική συναγωγή !
      Κάθε χριστιανός οφείλει να περιφρονεί τις αποφάσεις τους και να τιμά όσους Χριστιανούς διώκουν ένεκα οτι είναι Χριστιανοί και ομολογούν Ιησού . Και ο π Τρικαμηνάς Ιησού Χριστό ομολογούσε οταν πετούσε με αεροπλάνο φυλλάδια
      Ο Θεός να ευλογεί τον ομολογητή ! Ανάθεμα σε όποιον Αννα και Καϊάφα τον καταδίκασε και σε όποιον Πόντιο Πιλάτο και καλά νίπτει τας χείρας του και συνκαταδικάζει τον δεδιωγμένο ἕνεκεν δικαιοσύνης εργάτη του Θεού .

      "Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ρῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ.
      Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν.

      Διαγραφή
    5. Ανώνυμος23/3/14, 11:36 μ.μ.

      Όσο και να επιμένετε ο π. Ευθύμιος ΕΙΝΑΙ και θα συνεχίσει να ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ, όσο και να θέλετε να τον φιμώσετε και να του ρίξετε λάσπη, διότι είναι κανονικός λειτουργός των άνω και φρικτών μυστηρίων και όχι σαν τους χλιαροπαπάδες της Νέας Εποχής σας κε Ανώνυμε....., οι οποίοι έχουν κάμψει όχι μόνο το γόνυ αλλά και την οσφύν είς τους οικουμενιστάς ταγούς της διοικούσας εκκλησίας σας..... Δια τούτο γαρ σας συμβουλεύω, να συμβιβαστείτε με τούτο και μην προσπαθείτε ματαίως να λασπολογείτε εναντίον του πατρός Ευθυμίου Τρικαμηνά, του μόνο -τολμώ να πω- γνησίου και καθαρού ράσου της σήμερον.... Άντε γεια.....
      ένα αμαρτωλό πρόβατον της ποίμνης του Κυρίου......

      Διαγραφή
  2. Η λέξη «δικαιοσύνη» διαγράφτηκε από το λεξιλόγιο της ανθρωπότητας όταν έκρινε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό «ένοχο θανάτου σταυρικού» και όταν καταδίκασε μυριάδες αγίους που Τον ομολόγησαν, σε εξορίες, σε διωγμούς, σε φυλακίσεις, σε φρικτά μαρτύρια, σε θάνατο δια πολλών βασάνων.
    Και σήμερα άλλωστε το ίδιο γίνεται στην Εκκλησία μας!

    Από κοντά έρχεται και η λέξη «αλήθεια».
    «Τι εστί αλήθεια;» ρώτησε ο Πιλάτος, ο ανακριτής του Ιησού, αλλά ουδέποτε την ανακάλυψε γι’ αυτό και την καταδίκασε.
    Από τότε, όσοι καταδικάζουν αθώους, δυστυχώς είναι οι ίδιοι καταδικασμένοι να μένουν μακρυά από την Αλήθεια…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Απ ολα αυτα που διαβασες κ. ανωνυμε απο τον υπεροχο αυτο λογο και τοσο διαφωτιστικο για την αιρεση που μας μαστιζει τον οικουμενισμο δεν σου εκανε εντυπωση τιποτα;Κακως καθομαστε και ασχολουμαστε μαζι σου γιατι αυτο ακριβως θελεις.Ξαναδιαβασε παλι το κειμενο και αναλογισου που βρισκεσαι και αν εχεις ορεξη για μαθηση ,διαβασε τι γραφει και ο Αγιος Κυριλλος για τις παρανομες καθαιρεσεις.Ο Αγιος Τριαδικος Θεος μας να μας φωτιζει για να ξεστραβωθουμε επιτελους!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.