Πηγή: "impantokratoros"
«Ἀποκηρύττουμε καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὶς ποικίλες αἱρέσεις,
οἱ ὁποῖες μόλυναν ἀρκετὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας…
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς παροτρύνει νὰ ἐπιπλήττουμε τοὺς ἀδελφούς μας» Οἰκουμενιστές,
ἀλλὰ νὰ μὴν
διακόπτουμε τὴν κοινωνία μαζί τους!!!
Εἶναι
πράγματι θαυμάσια ἡ Ὁμολογία Πίστεως ποὺ συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε ἡ Ρουμανικὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου
Προδρόμου στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων
κωδικοποιεῖ τὶς περισσότερες αἱρέσεις ἀπ’ ὅσες διακινοῦν οἱ Οἰκουμενιστές (24
στὸν ἀριθμό), καὶ βοηθᾶ τοὺς πιστοὺς νὰ συνειδητοποιήσουν τὸν κίνδυνο ποὺ
διατρέχουν ἀπὸ τὴν Παναίρεση.
Στὴν
συνέχεια οἱ Πατέρες ποὺ τὴν συνέταξαν ἐπισημαίνουν
τὸ γεγονός, πὼς «κάθε φορὰ ποὺ ἐμφανιζόταν μία αἵρεση συνέρχονταν Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Σύνοδοι, ποὺ ἀναθεμάτιζαν
καὶ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς». Κι ἐδῶ
προκύπτουν πολλὰ καὶ μεγάλα ἐρωτηματικά. Γιατί οἱ Πατέρες ἀποσιωποῦν (ἀφήνοντας
ἕνα μεγάλο ἱστορικὸ κενό), τὴν Κανονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας περὶ τῆς Διακοπῆς δηλ. τῆς Μνημονεύσεως τῶν
αἱρετιζόντων, ἕως ὅτου ἡ Ἐκκλησία νὰ τοὺς ἀποκόψει διὰ τῶν Συνόδων! Γιατί μᾶς
κρύβουν γιὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ (κληρικῶν μοναχῶν καὶ λαϊκῶν), τὶς
μεγάλες μορφὲς τῶν Ἁγίων ποὺ ἀνέδειξαν αὐτὰ τὰ μεσοδιαστήματα, ἕως ὅτου
συνέλθουν οἱ Σύνοδοι; Γιατί μᾶς κρύβουν ὅτι αὐτοὶ οἱ διακόπτοντες τὸ Μνημόσυνο
τῶν αἱρετικῶν, οἱ ἀποτειχισμένοι, ἐγίνοντο
συνήθως ἀφορμὴ γιὰ τὴν σύγκληση τῶν Συνόδων;
Αὐτὴ ἡ
παράλειψη, παρὰ τὴν ἀξιόλογη κατὰ τὰ ἄλλα Ὁμολογία τους, ἀποτελεῖ διαστροφὴ τῆς
Πατερικῆς μας Παραδόσεως. Εἶναι ἀνεπίτρεπτο, (καθ’ ὅσον μάλιστα τελευταῖα ἔχουν
γραφεῖ ἀξιόλογες καὶ κατοχυρωμένες ἁγιοπατερικὰ μελέτες γιὰ τὸ θέμα καὶ ἔχει
καταδειχθεῖ ἡ ἀναγκαιότητα τῆς
Διακοπῆς τοῦ Μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν), νὰ ἀγνοοῦν καὶ νὰ ἀποσιωποῦν σκανδαλωδῶς
μιὰ καίρια πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στὴν αἵρεση. Μιὰ πρακτικὴ ποὺ
λειτουργεῖ ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη ὡς Ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, διδάσκεται ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ
τοὺς Ἀποστόλους στὴν Κ. Διαθήκη καὶ ἀποτελεῖ διαχρονικὴ ποιμαντικὴ Πράξη τῆς Ἐκκλησίας!
Ἐξ ἀρχῆς
δηλώνουν: «ἀποκηρύττουμε
καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὶς ποικίλες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες μόλυναν ἀρκετὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας». Παρακάτω γράφουν: «Ὁ Σωτὴρ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς παροτρύνει νὰ ἐπιπλήττουμε τοὺς ἀδελφούς μας»!
Νὰ
λοιπόν, τὰ παράδοξα: Ὁμολογοῦν ὅτι κυκλοφορεῖ μεταδιδόμενο μικρόβιο, ποὺ ἀλλοιώνει
τὴν Πίστη τῶν χριστιανῶν καὶ τοὺς μολύνει·
ὅτι ἡ κάθε αἵρεση (καὶ ὁ Οἰκουμενισμός) «εἶναι ψέμα
καὶ βλασφημία ἐνάντιον τοῦ σεσαρκωμένου Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ». Παρὰ ταῦτα, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ κείμενο, δὲν ἔχουν διάθεση νὰ
διακόψουν τὴν κοινωνία μὲ ὅσους κυκλοφοροῦν τὸ μικρόβιο τῆς αἱρέσεως, καὶ τὸ
διαδίδουν, καὶ μολύνουν τοὺς πιστούς, καὶ βλασφημοῦν ἐναντίον τοῦ Κυρίου!
Καὶ
διερωτᾶται κανείς: Πρόκειται γιὰ ἄλλο ἕνα «χαρτοπολεμικὸ» κείμενο, ποὺ θὰ ἐνοχλήσει
ὀλίγον τοὺς Οἰκουμενιστές, ἴσως ἐπισύρει καὶ κάποιες τιμωρίες, ἀλλὰ δὲν θὰ ἀνακόψει
τὴν αἵρεση, ἀφοῦ ἐκεῖνο ποὺ φοβοῦνται οἱ Οἰκουμενιστὲς εἶναι ἡ «Διακοπὴ τοῦ Μνημοσύνου» τους; Πῶς εἶναι
δυνατὸν νὰ ἐπισημαίνουν
τὴν βλασφημία καὶ νὰ κοινωνοῦν μὲ τοὺς βλάσφημους; Πῶς θὰ πετύχουν αὐτὸ τὸ πρωτοφανὲς
κατόρθωμα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας: νὰ δηλώνουν ὅτι τοὺς ἀπορρίπτουν καὶ τοὺς
ἀποκηρύσσουν, καὶ ταυτόχρονα νὰ συλλειτουργοῦν καὶ νὰ κοινωνοῦν μὲ αὐτοὺς ποὺ ἀπορρίπτουν;
«Ὁ Σωτὴρ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς παροτρύνει
νὰ ἐπιπλήττουμε τοὺς ἀδελφούς μας» ποὺ αἱρετίζουν, λέγουν. Ἀλλ’ ὅμως, δὲν μᾶς παροτρύνει ἐξ ἴσου νὰ ἀπομακρυνόμαστε
ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν αἱρετικῶν ποὺ ἔχουν 24 (εἰσοσιτέσσερες) αἱρέσεις καὶ ὅσων κοινωνοῦν
μὲ αὐτούς! Πόσες ἀκόμα αἱρέσεις πρέπει νὰ
δημιουργήσουν γιὰ νὰ ἀπομακρυνθεῖ κανεὶς ἀπὸ αὐτούς; Πόσες ἀρρώστιες πρέπει
νὰ κολλήσει γιὰ νὰ ξεκόψει ἀπὸ τὴν κοινωνία μαζί τους; [Προσοχή: Ἀπομάκρυνση
ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως πονηρὰ διαδίδουν οἱ μὴ θέλοντες
θεοπρεπῶς πολιτεύεσθαι!].
Τί λοιπόν, σημαίνει αὐτὸ τὸ πρωτοφανές:
«τοὺς ἀποκηρύττουμε, τοὺς ἀπορρίπτουμε καὶ ἐπιπλήττουμε» ἀλλὰ κοινωνοῦμε μαζί τους;
Ὁμολογία πίστεως εἶναι αὐτή, ἢ διαστροφὴ Πίστεως;
Πρὸς τὸ
τέλος τῆς νέας Ὁμολογίας διαβάζουμε (τὴν ὑπογράφουν οἱ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς
καθηγητὲς Πανεπιστημίου):
«Δηλώνουμε
δημόσια ὅτι οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι κάνουν δογματικοὺς
συμβιβασμοὺς καὶ λειτουργικὲς πράξεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἐκπροσωποῦν μόνο τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι ἐμᾶς, τοὺς
πιστοὺς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τὸ πλήρωμά της».
Κρίμα
ποὺ καθηγητὲς Πανεπιστημίου! Διαγράφουν Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν
κοινωνίας μὲ ἀκοινώνητους.
Πῶς εἶναι
δυνατὸν οἱ αἱρετικοὶ Ἐπίσκοποι νὰ «ἐκπροσωποῦν μόνο τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι ἐμᾶς»
τὴν στιγμὴ ποὺ διὰ
τῆς μνημονεύσεως ἑνώνεται ὁ μνημονεύων καὶ ὅσοι τὸν ἀκολουθοῦν, μαζί τους;
Δύο ἐκκλησιολογίες
πρεσβεύετε, σεβαστοί μας Πατέρες καὶ καθηγηταί; Καταδικάζετε τὴν
κοινωνία τοῦ Πατριάρχη μὲ τὸν Πάπα, ἀποστασιοποιεῖστε καὶ ἐπιπλήττετε ὅσους «συμμετέχουν σὲ συμπροσευχές, ὅσους συμμετεῖχαν σὲ συγκρητιστικὲς
διαθρησκευτικὲς καὶ διαχριστιανικὲς συναντήσεις καὶ κοινώνησαν μαζί τους», ἀλλὰ ἐσεῖς τοὺς μνημονεύετε, εἴτε τοὺς ἴδιους,
εἴτε ὅσους κοινωνοῦν μαζί τους;
"Πατερική Παράδοση"
Ὡς
γνωστὸν ἡ «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» συνέταξε καὶ ἐκυκλοφορησε τὸ
2009 τὴν ἱστορικὴ πλέον γιὰ τὴν ἀπήχηση ποὺ εἶχε «Ὁμολογία
Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ», ἡ ὁποία
ὑπεγράφη ἀπὸ μεγάλο ἀριθμὸ ἀρχιερέων, λοιπῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν, καὶ ἀπὸ
χιλιάδες Ὀρθοδόξων πιστῶν ἀνὰ τὴν οἰκουμένη.
Ἡ ἀφύπνιση
ποὺ προεκάλεσε εἶναι ἐντυπωσιακή. Ἐνῶ σκεπτόμασταν ὅτι μετὰ παρέλευση τόσων ἐτῶν
ἐχρειάζετο μία ἀνανέωση καὶ ἐνίσχυση ἐκείνου τοῦ κειμένου, ὡς ἀπὸ Θεοῦ ἀπάντηση
καὶ δωρεὰ μᾶς ἦλθε ἐξαιρετικὸ κείμενο «Ὁμολογίας», ποὺ συνέταξε καὶ ἐκυκλοφόρησε
ἡ Ρουμανικὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἡ ὁποία ἀνήκει στὴν Ἱερὰ
Μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας. Τὸ κείμενο ὑπογεγραμμένο, ἀπὸ ὅλους τοὺς μοναχοὺς τῆς
Σκήτης, πάνω ἀπὸ τριάντα, μετὰ τῶν προεστώτων καὶ πνευματικῶν της, ἐκυκλοφορήθη
ρουμανιστὶ στὴν Ρουμανία, προκαλέσαν εὐφροσύνη στοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ καὶ ὀργὴ
καὶ καταισχύνη στοὺς Οἰκουμενιστάς.
Αὐτὸ τὸ
κείμενο, μεταφρασμένο στὰ ἑλληνικά, ἀπεδέχθη καὶ ἐπήνεσε ἡ «Σύναξις Ὀρθοδόξων
Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν», τὸ ὑπογράφει διὰ τῶν ἐκπροσώπων της καὶ ὡς ἰδικόν της
κείμενο καὶ θὰ χαρεῖ, ἂν ὑπογραφεῖ στὴν συνέχεια καὶ ἀπὸ
ἄλλους κληρικοὺς καὶ μοναχούς, τῶν ὑπογραφῶν ἀποστελλομένων εἰς:
synaxisorthkm@gmail.com
Ἀκολουθεῖ
τὸ κείμενο τῆς Ὁμολογίας:
ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
Εἰς τὸ ὄνομα
τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅλοι ὅσοι
λάβαμε τὸ Βάπτισμα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ πιστεύουμε Ὀρθόδοξα εἴμαστε πλήρη
μέλη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι μόνον ἡ Ὀρθόδοξος
Ἐκκλησία, δηλ. τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχει κεφαλὴ τὸν ἴδιο τὸν Θεάνθρωπο
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Διὰ τοῦ Μυστηρίου τοῦ Ἁγίου Χρίσματος λάβαμε τὴν Σφραγίδα
τῆς Δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ διὰ τῆς θείας Μεταλήψεως τοῦ Τιμίου Σώματος
καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γινόμαστε μέλη τοῦ Σώματός
Του.
Ὡς μέλη
τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
μόνο στὴν ὁποία ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Ἀληθινὸ Θεὸ καὶ μόνο μέσα στὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος
μπορεῖ νὰ σωθεῖ, ἀποκηρύττουμε καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὶς ποικίλες αἱρέσεις,
οἱ ὁποῖες μόλυναν ἀρκετὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ αἵρεση δὲν
βλάπτει μόνο ἐκεῖνον, ποὺ πιστεύει σ' αὐτήν, ἀλλὰ καὶ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐφόσον
ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν αἱρετικὸ φρόνημα στὴν Ἐκκλησία, διακηρύττουν τὴν αἵρεση καὶ
στὰ ὑπόλοιπα μέλη λόγῳ καὶ ἔργῳ, διασκορπίζοντας ἔτσι τὸ μικρόβιο τῆς αἱρέσεως
σ' ὁλόκληρο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ αἵρεση, ὅταν διακηρύττεται ἀπὸ ἐπίσκοπο ἡ ἱερέα,
βλάπτει καὶ τοὺς πιστούς. Ὁ ἐπίσκοπος καὶ ὁ ἱερεὺς ὀφείλει νὰ φροντίζει, ὥστε τὰ
μέλη τοῦ ποιμνίου του νὰ μὴν διδάσκουν αἱρέσεις. Ἂν οἱ ἠθικὲς ἁμαρτίες
χωρίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό, ἀκόμη περισσότερο ἢ αἵρεση. Τὸ καθῆκον τοῦ
ἐπισκοποῦ εἶναι νὰ ὀρθοτομεῖ τὸν λόγον τῆς Ἀληθείας, ἐφόσον ἡ ἁγιότης συνδέεται
ὀργανικὰ μὲ τὴν Ἀλήθεια[1]. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή. Ἡ αἵρεση εἶναι ψέμα
καὶ βλασφημία ἐνάντιον τοῦ
σεσαρκωμένου Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ αἵρεση δημιουργεῖται ὡς πνευματικὴ πλάνη καὶ διαμορφώνεται ὡς ἰδεολογία, ποὺ ἐναντιώνεται στὴν Ἀλήθεια, μηδενίζοντας τὴ δυνατότητα ἁγιότητος καὶ σωτηρίας.
σεσαρκωμένου Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ αἵρεση δημιουργεῖται ὡς πνευματικὴ πλάνη καὶ διαμορφώνεται ὡς ἰδεολογία, ποὺ ἐναντιώνεται στὴν Ἀλήθεια, μηδενίζοντας τὴ δυνατότητα ἁγιότητος καὶ σωτηρίας.
Ὅπως μιὰ
ἀρρώστια δὲν βλάπτει μόνο τὸ ἄρρωστο ὄργανο, ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸν ὀργανισμό, μὲ τὸν
ἴδιο τρόπο καὶ ἡ αἵρεση, ἐφόσον δηλητηριάζει κάποια μέλη τῆς Ἐκκλησίας, προκαλεῖ
πόνο σὲ ὁλόκληρο τὸ σῶμα της καὶ τὸ βλάπτει. Γι' αυτὸν τὸν λόγο, κάθε φορὰ ποὺ ἐμφανιζόταν
μία αἵρεση, ἡ ὁποία ἀπειλοῦσε τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, συνέρχονταν Οἰκουμενικὲς
καὶ Τοπικὲς Σύνοδοι, ποὺ ἀναθεμάτιζαν καὶ τὴν αἵρεση καὶ τοὺς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι
τὴν ὑπεράσπιζαν. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ἀπέκοπταν ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν
αἱρετικὴ διδασκαλία καὶ αὐτούς, ποὺ τὴν προωθοῦσαν.
Ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος, στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή, λέγει: «καθάπερ γὰρ ἐν ἑνὶ σώματι πολλὰ μέλη ἔχομεν, τὰ δὲ
μέλη πάντα οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει πρᾶξιν, οὕτως οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, τὸ
δὲ καθ' εἷς ἀλλήλων μέλη. ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν
διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως»2. Καὶ στὴν Α' πρὸς
Κορινθίους ἐπιστολή: «οὐ δύναται δὲ ὁ ὀφθαλμὸς εἰπεῖν τῇ χειρί· χρείαν σου οὐκ ἔχω· ἢ πάλιν ἡ
κεφαλὴ τοῖς ποσί· χρείαν ὑμῶν οὐκ ἔχω· ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὰ δοκοῦντα μέλη τοῦ
σώματος ἀσθενέστερα ὑπάρχειν ἀναγκαῖά ἐστι»3, ἐπισημαίνοντας ἀκολούθως ὅτι «εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε
δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη. Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ
μέλη ἐκ μέρους»4.
Ἔχοντας
ὑπ' ὄψιν μας ὅτι μέχρι σήμερα δὲν συνῆλθαν Τοπικὲς Σύνοδοι, γιὰ νὰ καταδικάσουν
ἐκείνους, ποὺ παραβιάζουν ἐδῶ καὶ ἕνα περίπου αἰώνα τόσο τοὺς Ἀποστολικοὺς
Κανόνες, ὅσο καὶ τὶς ἀποφάσεις τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων, ἐμεῖς,
ὡς ζωντανὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀπορρίπτουμε
καὶ ἀποστασιοποιούμαστε ἀπὸ ὅλες τὶς
πράξεις, τὶς ὁποῖες καταδικάζει ἡ Ἐκκλησία, δηλ.:
• τὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς
αἱρετικούς, ὅπως τὴν λεγομένη «ἑβδομάδα προσευχῆς ὑπὲρ τῆς ἑνότητος τῶν
χριστιανῶν», τοὺς «ἑσπερινοὺς ὑπέρ τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν» καὶ ἄλλες
παρόμοιες ἐκδήλωσεις, ποὺ λαμβάνουν χώρα σὲ ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, κατὰ τὴν «ἑβδομάδα
προσευχῆς ὑπὲρ τῆς ἑνότητος τῶν χριστιανῶν», στὶς ὁποῖες προσκαλοῦνται αἱρετικοὶ
νὰ κηρύξουν ἀπὸ τὸ Ἱερὸ καὶ Φοβερὸ Ὀρθόδοξο Βῆμα, ὅπου θυσιάζεται Χριστὸς ὁ
Θεός,
• τὴν συμμετοχὴ σὲ
συγκρητιστικὲς διαθρησκευτικὲς καὶ διαχριστιανικὲς συναντήσεις, στὶς ὁποῖες οἱ
συμμετέχοντες προβαίνουν σὲ συγκρητιστικὲς συμβολικὲς πράξεις καὶ γίνονται
συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικούς.
Ἀποκηρύττουμε
ὡς παναίρεση καὶ ἀπορρίπτουμε δημόσια τὸν Οἰκουμενισμὸ ὑπὸ ὅλες τὶς μορφές του:
α΄. Τὴν
παρουσία τῆς Ρουμανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τῶν ὑπόλοιπων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν
στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν»,
β'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτέλει μόνο ἕνα μέρος τῆς Ἐκκλησίας,
γ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ὅλες οἳ χριστιανικὲς ὁμολογίες εἶναι κλάδοι τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας,
δ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι μία Ἐκκλησία μεταξὺ πολλῶν ἄλλων
«οἰκογενειῶν Ἐκκλησιῶν», οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν μαζὶ τὴν Μία Ἐκκλησία,
ε' . Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἀπολεσθεῖ. Ἡ Ἐκκλησία,
σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, εἶναι Μία καὶ Μοναδική, ἐπειδὴ ἡ Κεφαλή της
εἶναι Μία, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται διὰ τῆς ἑνότητος
τῆς πίστεως, τῆς λατρείας καὶ τῆς διοικήσεως καὶ διὰ τῆς ὑπακοῆς τῶν πιστῶν στὴν
ἱεραρχία της, ἐφ' ὅσον ἡ ἱεραρχία διατηρεῖ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως.
στ ' .
Τὴν αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία εἶναι «διηρημένη σὲ χριστιανικὲς ὁμολογίες»,
καὶ ὅτι τώρα ἐμεῖς, ὡς δῆθεν «νέοι πατέρες», θὰ πρέπει νὰ «ἐπανεύρουμε τὴν ἑνότητά
της» διὰ τοῦ «δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ», μὲ τὸ νὰ ἀποδεχτοῦμε δηλ. ὡς βάση τῆς ἑνώσεως
τῶν ὀρθοδόξων μὲ τὶς αἱρέσεις μία μινιμαλιστικὴ πίστη, δηλ. μόνο τὴν πίστη στὴν
Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σεσαρκωμένο Θεὸ καὶ Σωτήρα, παραβλέποντας ὅλα
τὰ ὑπόλοιπα δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, συμπεριλαμβανομένης τῆς μυστηριακῆς ἱερωσύνης,
τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τῆς ἀκτίστου Χάριτος, τῆς τιμητικῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων
κλπ.
ζ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ὑπάρχει μία «ἀόρατη ἑνότητα» τῆς Ἐκκλησίας, μέσω τῆς
κοινῆς πίστεως στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Κύριο καὶ Σωτήρα, καὶ
ὅτι αὐτήν (τὴν «ἀόρατη ἑνότητα») θὰ ἀκολουθήσει μία «ὁρατὴ ἑνότητα», ἡ ὁποία θὰ
ἐκπληρωθεῖ διὰ τῆς ἑνώσεως τῶν «ὁμολογιῶν» (ἑνότης ἐν τῇ ποικιλίᾳ τῶν δογμάτων
καὶ παραδόσεων).
η'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἀρκεῖ νὰ πιστεύει κανεὶς στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ στὸν Κύριο
Ἰησοῦ, ὡς Θεὸ καὶ Σωτήρα, γιὰ νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία. Δηλ. ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖται
ὡς σύναξη ὅλων τῶν χριστιανικῶν «ὁμολογιῶν».
θ'. Τὴν
αἵρεση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ εἶναι
«ἀδελφὲς ἐκκλησίες» καὶ «οἱ δύο πνεύμονες», μὲ τοὺς ὁποίους ἀναπνέει ἡ Μία Ἐκκλησία.
ι'. Τὴν
αἵρεση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τῆς αἱρέσεως τοῦ
Παπισμοῦ δὲν ὑπάρχει καμία δογματικὴ διαφορά, ὑποστηρίζοντας ὅτι ἡ μόνη διαφορὰ
εἶναι τὸ παγκόσμιο πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ «πάπα» Ρώμης ἐπὶ ταῆς Καθόλου Ἐκκλησίας.
ια'. Τὶς
ἀνορθόδοξες συμφωνίες, τὶς ὁποῖες ὑπέγραψαν οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν
στὸ πλαίσιο τοῦ διαχριστιανικοῦ διαλόγου. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θέλουμε νὰ τονίσουμε ὅτι
δὲν εἴμαστε ἐναντίον τοῦ διαλόγου, μὲ τὴν προϋπόθεση, ὅμως, ὅτι αὐτὸς
διεξάγεται μὲ ὀρθόδοξες βάσεις καὶ ἔχει ὡς σκοπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία διὰ τῆς κατηχήσεως, τῆς
ἀποκηρύξεως τῆς αἱρέσεώς τους καὶ τῶν ἱερῶν μυστηρίων τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος
καὶ τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
ιβ'. Τὴν
συγκατάθεση τῆς Ρουμανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὸν διάλογο τοῦ Chambesy, βάσει
τοῦ ὁποίου οἱ ἀντιχαλκηδόνιοι αἱρετικοί, οἱ μονοφυσίτες, οἱ λεγόμενοι
μιαφυσίτες, διάδοχοι ταῆς αἱρέσεως τοῦ Σεβήρου Ἀντιοχείας ἀναγνωρίζονται ὡς ὀρθόδοξοι.
Οἱ μονοφυσίτες/μιαφυσίτες διδάσκουν ὅτι ὁ Χριστός, μετὰ τὴν ἕνωση, ἔχει μόνο
μία σύνθετη φύση, καὶ ἀπορρίπτουν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ δύο φύσεις στὸν Χριστὸ εἶναι
ἑνωμένες ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καὶ ἀχωρίστως στὸ ἕνα Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ
Λόγου, διατηρώντας ἡ κάθε φύση τὴν δική της θέληση καὶ ἐνέργεια. Οἱ ἐν λόγῳ αἱρετικοὶ
δὲν ἀποδέχονται τὴν διδασκαλία τῶν Δ', Ε', ΣΤ' καὶ Ζ' Ἁγίων καὶ Οἰκουμενικῶν
Συνόδων καὶ παραμένουν σὲ πλάνη καὶ ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης, τὸ κείμενο τοῦ
Chambesy ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ ἀνάθεματισμός τους ὀφείλεται ἁπλῶς σὲ μία παρεξήγηση
ὅρων καὶ ὅτι, ἀκολούθως, δὲν ὑπάρχει καμία δογματικὴ διαφορὰ μεταξὺ τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας καὶ τῶν μονοφυσιτικῶν αἱρετικῶν κοινοτήτων (Κοπτῶν, Ἀρμενίων, Συροϊακωβιτῶν,
Μαλαμπαριῶν καὶ Αἰθιόπων), πράγμα ἐντελῶς ἀπαράδεκτο.
ιγ'. Τὴν
συμφωνία τοῦ Μπαλαμάντ, βάσει τῆς ὁποίας οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν
ἀποδέχτηκαν ἕνα νέο εἶδος Οὐνίας καὶ ἀναγνώρισαν τὰ ψευδῆ Μυστήρια τῶν αἱρετικῶν
Παπικῶν. Ἡ ἐν λόγῳ συμφωνία ἀπορρίφθηκε ἀπό τοὺς ἐκπροσώπους τῶν Τοπικῶν Ὀρθοδόξων
Ἐκκλησιῶν, ποὺ συνῆλθαν στὴ Baltimore τὸ 2000.
ιδ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ἡ αἵρεση τοῦ Filioque (ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
«καὶ ἀπὸ τὸν Υἱό») εἶναι μόνο μία ἁπλὴ παρεξήγηση ὅρων, καὶ ὄχι μία ἀλλοίωση τοῦ
δόγματος τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ ὁποῖο μᾶς ἀπεκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διὰ τοῦ
σεσαρκωμένου Υἱοῦ του, τοῦ Ἰησοῦ Χριστού5.
ιε'. Τὴν
λεγομένη «ἄρση τῶν ἀναθεμάτων» μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν
μονοφυσιτῶν, μονοθελητῶν καὶ μονοενεργητῶν, τὰ ὁποῖα ἀπήγγειλαν οἱ Ἅγιες καὶ Οἰκουμενικὲς
Σύνοδοι. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἕνα δογματικὸ ἀνάθεμα δὲν ἀκυρώνεται
κατὰ μαγικὸ τρόπο, ἂν δὲν ἐκλείψουν πρῶτα οἱ λόγοι τοῦ ἀναθεματισμοῦ.
ιστ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία ὐπάρχει σωτήρια Χάρις καὶ ἐκτὸς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς
καὶ Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ὅτι ὑπάρχει ἔγκυρο βάπτισμα καὶ ἐνεργοῦσα
Χάρις τῆς ἱερωσύνης καὶ ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅμως, καθὼς εἶναι
γνωστόν, ἡ ἁπλὴ ἱστορικὴ καὶ τυπικὴ ὕπαρξη μιᾶς διαδοχῆς ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἕως
σήμερα καὶ ἡ ἁπλὴ ἐκφώνηση μιᾶς φόρμουλας τῆς Ἁγίας Τριάδος δὲν ἐπικυρώνει τὰ
«μυστήρια» τῶν αἱρετικῶν.
ιζ'. Τὴν
αἵρεση, κατὰ τὴν ὁποία δὲν εἶναι δυνατὸν οἱ Ἅγιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες νὰ εἶναι
ἐπίκαιροι στὶς ἡμέρες μας, ἡ ὁποία (αἵρεση) ἀρνεῖται στὴν οὐσία τὴν παρουσία τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἁγίους καὶ Θεοφόρους Πατέρες τῶν Ἁγίων καὶ Οἰκουμενικῶν
Συνόδων καί, ἀκολούθως, τὴν ἴδια τὴν συνέχεια τῆς ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας ὡς
Θεανθρωπίνου θεσμοῦ.
ιη'. Τὴν
αἵρεση, ἡ ὁποία ἰσχυρίζεται ὅτι δὲν γνωρίζουμε ποιά εἶναι τὰ ὅρια μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας καὶ τῆς αἱρέσεως, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὅλη ἡ ἀνθρωπότης εἶναι ἐνσωματωμένη
σὲ μία «ἀόρατη Ἐκκλησία». Κατὰ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἱστορική,
ὁρατὴ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία κατέχει τὴν ἀποστολικὴ διαδοχὴ καὶ διατηρεῖ τὴν Ὀρθὴ
Πίστη, δηλ. τὰ δόγματα, τὰ ὁποῖα διατυπώθηκαν στὶς Ἅγιες καὶ Οἰκουμενικὲς
Συνόδους, καὶ τὰ ἀναθέματα, ποὺ ὁριοθετοῦν τὴν δογματικὴ Ἀλήθεια ἀπὸ τὸ αἱρετικὸ
ψέμα, καὶ τὴν μεταδίδει ἕως συντελείας τῶν αἰώνων. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη.
ιθ'. Τὴν
αἵρεση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἐνσωματώνονται κατὰ κάποιο τρόπο
στὴν Ἐκκλησία.
κ'. Τὴν
ἀντίληψη, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν ἀποτέλει τὸ κριτήριο τῆς Ἀληθοῦς Ἐκκλησίας.
Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, τὸ κριτήριο τῆς Ἀληθοῦς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀναλλοίωτη
διατήρηση τῆς ἀποκαλυπτικῆς Ἀληθείας.
κα'. Τὴν
μετατροπὴ τῆς οἰκονομίας σὲ δόγμα καὶ κανόνα. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη
διδασκαλία, ἡ οἰκονομία εἶναι ἡ πρὸς καιρὸν παρέκκλιση ἀπὸ τὴν ἀκρίβεια, τὸν
κανόνα τῆς πίστεως, λόγω τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν σὲ ἐξαιρετικὲς περιστάσεις, ἔχοντας
ὡς σκοπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀνθρώπων στὴν ὀρθὴ πίστη, παρὰ τὰ ἀντικειμενικὰ ἐμπόδια.
Ἡ οἰκονομία ἐφαρμόζεται μόνο σὲ ἐξαιρετικὲς περιπτώσεις, προκειμένου νὰ ἐκπληρωθεῖ
ἕνας καλὸς σκοπὸς σὲ δυσμενεῖς καταστάσεις. Ἐφόσον, ὅμως, ἐκλείψουν οἱ ἐξαιρετικὲς
περιστάσεις, ἡ συνέχιση τῆς ἐφαρμογῆς τῆς οἰκονομίας διασαλεύει καὶ
καταστρατηγεῖ τὴν κανονικὴ τάξη, καὶ μ' αὐτὸν τὸν τρόπο δὲν συνιστᾶ σοφὴ
προσαρμογή, ἀλλὰ περιφρόνηση τῶν ἱερῶν θεσμῶν, καὶ ἑπομένως ὁδηγεῖ στὴν
περιφρόνηση τῆς Ὀρθοδοξίας.
κβ'. Τοὺς
λεγομένους «μικτοὺς γάμους» μεταξὺ ὀρθοδόξων καὶ ἑτεροδόξων, ἐπειδὴ δὲν
δύνανται νὰ ἑνωθοῦν τὰ ἀντίθετα, δεδομένου ὅτι ἡ βασικὴ προϋπόθεση τοῦ
μυστηρίου τοῦ Γάμου εἶναι ἡ κοινὴ ὀρθόδοξη πίστη τῶν ὑποψήφιων νεονύμφων, οἱ ὁποῖοι
ὀφείλουν νὰ εἶναι βαπτισμένοι κλπ. Τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου εἶναι τὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης
καὶ τῆς ἑνώσεως βάσει τῆς ὀρθῆς πίστεως. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἰσχύσει τὸ
μυστήριο μόνο γιὰ ἕνα μέλος τοῦ ζευγαριοῦ, δηλ. γιὰ τὸ ὀρθόδοξο. Γι' αὐτὸν τὸν
λόγο, ὁ μικτὸς γάμος καθίσταται ἄκυρος καὶ ἀνυπόστατος καὶ συνάμα συνιστᾶ
συμπροσευχὴ μὲ τοὺς ἑτεροδόξους.
κγ'. Τὴν
ἀπάρνηση τῆς ἰσότητος τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη
διδασκαλία, τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα, δηλ. τὸ ὅτι ὁ Πατὴρ εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱὸς
γενητὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορευτό, ἀποδεικνύει τὸν τρόπο ὑπάρξεως κάθε
Προσώπου. Ταυτοχρόνως τὰ Πρόσωπα εἶναι ἰσοδύναμα σὲ δόξα καὶ λατρεία, ἔχοντας τὴν
ἴδια οὐσία.
κδ'. Τὴν
αἵρεση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ ἑκάστοτε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι πρῶτος ἄνευ
ἴσου. Αὐτὴ ἡ αἵρεση ἔχει ὡς βάση τὴν αἵρεση, ποὺ ἀρνεῖται τὴν ἰσότητα τῶν
Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία εἶναι Οἰκουμενική, καὶ ὄχι οἰκουμενιστική, καὶ γι' αὐτὸν τὸν λόγο
περιμένουμε ἀπὸ τὰ μέλη της νὰ ἐφαρμόζουν καὶ νὰ κηρύττουν τὴν Ὀρθοδοξία σὲ ὅλη
τὴν κτίση, φέρνοντας πολλοὺς ἀνθρώπους στὴν Κιβωτὸ τῆς Σωτηρίας, ποὺ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία, ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, καθὼς ὁμολογοῦμε στὸ
Σύμβολο τῆς Πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἀποστασιοποιούμαστε ἀπὸ τὶς θέσεις ὅλων
ἐκείνων, ποὺ διδάσκουν καὶ ἐφαρμόζουν τὶς προαναφερθεῖσες αἱρέσεις, εἴτε
διατυπωμένες σὲ πανορθόδοξες καὶ τοπικὲς συνόδους, εἴτε διακηρυγμένες ἀπὸ
πατριάρχες, ἱεράρχες, ἱερεῖς, διακόνους, ὑποδιακόνους, ἀναγνῶστες, μοναχούς,
μοναχὲς ἡ ἁπλοὺς πιστούς.
Ὁ Σωτὴρ
Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς παροτρύνει νὰ ἐπιπλήττουμε
τοὺς ἀδελφούς μας, μὲ στόχο τὴν ἐπανόρθωσή τους, καὶ ὑποδεικνύει τὸ καθῆκον τῆς
ἐκκλησιαστικῆς συνάξεως νὰ συνεχίσει τὶς ἐπιπλήξεις, ὅταν χρειαστεῖ: «Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός
σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου- ἐὰν σοῦ ἀκούσῃ, ἐκέρδησας
τὸν ἀδελφόν σου· ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσῃ, παράλαβε μετὰ σοῦ ἔτι ἕνα ἢ δύο, ἵνα ἐπὶ
στόματος δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθήσεται πᾶν ρῆμα»6. Ὁ οε' (75ος) Ἀποστολικὸς Κανὼν δὲν κάνει καμιὰ διαφοροποίηση μεταξὺ
λαϊκῶν καὶ κληρικῶν, ὅταν πρόκειται γιὰ μάρτυρες τῶν ἐκτροπῶν τοῦ ἐπισκόπου: «Εἰς μαρτυρίαν τὴν κατὰ Ἐπισκόπου,
αἱρετικὸν μὴ προσδέχεσθαι, ἀλλὰ μηδὲ πιστὸν ἕνα μόνον· ἐπὶ στόματος γὰρ δύω ἢ
τριῶν μαρτύρων σταθήσεται πᾶν ρῆμα»7. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος
τονίζει ὅτι ὑπάρχει ὑποχρέωση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐπιπλήττουν τὸν κλῆρο,
ποὺ διδάσκει ἀνορθόδοξα: «Πρέπει νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στοὺς διδασκάλους καὶ ἱερεῖς καὶ νὰ μὴν τοὺς
κατακρίνουμε, ἀκόμα κὶ ἂν ἔχουν ἀσεβῆ ζωή· ἂν ὅμως ἡ πίστη τους εἶναι
λανθασμένη, τότε ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ τοὺς ὑπακούσουμε, ἀλλὰ καὶ νὰ φύγουμε ἀπ'
αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς κατακρίνουμε»8.
Γι’ αὐτὸ
ἀποστασιοποιούμαστε ἀπὸ τὶς θέσεις
τους καί, προσευχόμενοι στὸν Ἀγαθὸ Θεὸ μὲ πόνο καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα ἐπανορθώσεώς
τους, ἐπιπλήττουμε:
•
τοὺς ἐκπροσώπους τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖοι κάνουν δογματικοὺς συμβιβασμοὺς
καὶ ὑποστηρίζουν ἐκκλησιολογικὲς αἱρέσεις στὸν διαχριστιανικὸ καὶ διαθρησκευτικὸ
διάλογο,
• τὸν
Παναγιώτατο Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο Α', ὁ ὁποῖος συμπροσευχήθηκε μὲ
τὸν αἱρεσιάρχη «πάπα» Φραγκίσκο Α' στὸν Πανάγιο Τάφο, στὴ Ρώμη καὶ στὸ Φανάρι,
ποδοπατώντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ ὁποιῖοι ἀπαγορεύουν μὲ
τὸ ἐπιτίμιο τῆς καθαιρέσεως τὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους,
• τοὺς
Ἱεράρχες διαφόρων τοπικῶν συνόδων, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοὺς ἱεράρχες, ποὺ ἐστάλησαν
ὡς ἐκπρόσωποι τῆς Ρουμανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ συγχαροῦν τὸν αἱρεσιάρχη
«πάπα» Φραγκίσκο Α' στὴν ἐνθρόνισή του ὡς ἡγέτου τοῦ κράτους τοῦ Βατικανοῦ καὶ
τῆς παπικῆς αἱρέσεως.
Ἐπιπλήττουμε,
ἐπίσης, καὶ
• τὶς
ἐκκλησιαστικὲς συνόδους, ποὺ στάλθηκαν νὰ συμμετάσχουν σὲ μιὰ τέτοια ἐπαίσχυντη
ἐκδήλωση.
• τοὺς
ἱεράρχες, ἱερεῖς, διακόνους, ὑποδιακόνους, ἀναγνῶστες, μοναχούς, μοναχὲς καὶ
πιστούς της Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν σὲ συγκρητιστικὲς
διαθρησκευτικὲς καὶ διαχριστιανικὲς συναντήσεις καὶ ἔκαναν συγκρητιστικὲς
συμβολικὲς πράξεις καὶ συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ κοινώνησαν μαζί
τους.
• ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν ὅτι στὴν Ρουμανικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει
πλέον ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπειδὴ κάποια μέλη της ἔπεσαν στὴν οἰκουμενιστικὴ
πλάνη, σὰ νὰ ἀποσύρθηκε αὐτομάτως ἡ Χάρις ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἴμαστε
ἐμεῖς οἱ σωτῆρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία σώζει ἐμᾶς.
Ἀποστασιοποιούμαστε ἀπὸ τὴν ἐπαίσχυντη ἐνέργεια
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου νὰ προσκαλέσει στὸ Φανάρι τὸν ψευδεπίσκοπο τῆς
Ρώμης, Βενέδικτο ΙΣΤ', τὸ 2006, ἀλλὰ καὶ τὸν ψευδεπίσκοπο Φραγκίσκο Α', τὸ
2014.
Ἀποστασιοποιούμαστε, ἐπίσης, καὶ ἀπὸ τὴν
μνημόνευση τοῦ «πάπα» Βενεδίκτου ΙΣΤ' στὴν αἴτηση «Ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπίσκοπου...» τῶν
εἰρηνικῶν.
Ἀποστασιοποιούμαστε, παραλλήλως, ἀπὸ τὶς
ψευδευλογίες, τὶς ὁποῖες ἔδωσε ὁ «πάπας» Βενέδικτος ΙΣΤ' στὴν Ἐκκλησία τοῦ ἅγίου
ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στὸ Φανάρι καὶ ἀπὸ τὴν ἐκφώνηση τῆς Κυριακῆς
Προσευχῆς ἀπ' τὸν ἴδιο.
Ἀποστασιοποιούμαστε, ταυτοχρόνως, καὶ ἀπὸ τὴν
ἐνέργεια τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου Α' νὰ
προσκαλέσει στὰ Ἱεροσόλυμα τὸν ψευδεπίσκοπο τῆς Ρώμης, Φραγκίσκο Α', γιὰ νὰ ἑορτάσουν
μαζὶ τὴν ψευδὴ ἄρση τῶν ἀναθεμάτων, ποὺ ἀπαγγέλθηκαν τὸ 1054, καθὼς καὶ ἀπὸ ὅλες
τὶς ἐνέργειες ὑπὲρ τῆς ψευδοενώσεως μὲ τὴν αἱρετικὴ παπωσύνη.
Δηλώνουμε
δημόσια ὅτι οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι κάνουν δογματικοὺς
συμβιβασμοὺς καὶ λειτουργικὲς πράξεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἐκπροσωποῦν μόνο τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι ἐμᾶς, τοὺς πιστοὺς
τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, τὸ πλήρωμά της.
Δηλώνουμε,
ἐπίσης, ὅτι ἀποστασιοποιούμαστε ἀπὸ ὅλες τὶς οἰκουμενιστικὲς καὶ συγκρητιστικὲς
ἐνέργειές τους καὶ περιμένουμε νὰ δηλώσουν δημόσια μετάνοια, ἐπειδὴ καὶ ἡ αἱρετικὴ
καὶ ἑτερόδοξή τους ἐνέργεια ἔγινε δημόσια.
Σὲ μία
ζῶσα Ἐκκλησία, ὅταν ἕνας ἐπίσκοπος διδάσκει μιὰ διδασκαλία ἀλλότρια ὡς πρὸς τὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, οἱ ἱερεῖς ἐκείμης τῆς ἐπαρχίας ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ διακόψουν τὴν μνημόνευση τοῦ ἐπισκοποῦ, ὁ ὁποῖος
διδάσκει δημόσια καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ τὴν αἵρεση, ἕως ὅτου θὰ κριθεῖ ἀπὸ τὴν
Σύνοδο, σύμφωνα μὲ τὸν ιε' Κανόνα τῆς ΑΒ' Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως9.
Γι' αὐτό, ἐμεῖς, κλῆρος καὶ λαός, διὰ τῆς παρούσης ὁμολογίας, ἐπιπλήττουμε τοὺς πατριάρχες, τοὺς ἐπισκόπους
καὶ τοὺς πιστούς, ποὺ διδάσκουν τὴν αἵρεση, μὲ πόνο καὶ μὲ ἐλπίδα ἐπανορθώσεώς
τους, γιὰ τὴν ὁποία προσευχόμαστε στὸν Ἀγαθὸ Θεό. Ἐπίσης, ἐπιπλήττουμε καὶ ἐκείνους, ποὺ δὲν
προσπαθοῦν νὰ διορθώσουν τοὺς ἀδελφούς τους, οἱ ὁποῖοι ἔπεσαν στὴν οἰκουμενιστικὴ
πλάνη, υἱοθετώντας μιὰ παθητική, ἐφησυχαστικὴ καὶ σιωπηλὴ στάση, τὴν ὁποία ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς βλέπει ὡς τὸ τρίτο εἶδος ἀθεΐας, μετὰ τὸν ἀθεϊσμὸ καὶ τὴν αἵρεση.
Εὐχόμαστε
ὑπὲρ ταῆς παρὰ τοῦ ἐν Τριάδι δοξαζομένου καὶ προσκυνουμένου Θεοῦ βοηθείας! Ἀμήν.
Ἐὰν
συμφωνεῖτε μὲ τὶς θέσεις τοῦ κειμένου τῆς ὁμολογίας, ἀποστείλατε τὸ ἐπώνυμο, τὸ
ὄνομα, τὴν περιοχὴ καὶ τὸ λειτούργημα/ἐπάγγελμά σας στὸ e-mail:
synaxisorthkm@gmail.com
Κάθε
κληρικὸς καὶ λαϊκός, ποὺ ὑπογράφει τὴν παροῦσα ὁμολογία, τὴν ἀναλαμβάνει καὶ ὡς
προσωπική του ὁμολογία.
Γιὰ τὴν
«Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος
Ἀναστασίου
Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μέγ. Μετεώρου
Ἀρχιμ.
Σαράντης Σαράντος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρουσιον Ἀττικῆς
Ἀρχιμ.
Γρηγόριος Χατζηνικολάου
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου
Γέρων Εὐστράτιος
Ἱερομόναχος
Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους
Πρωτοπρ.
Γεώργιος Μεταλληνὸς
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Πρωτοπρ.
Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης
Δημήτριος
Τσελεγγίδης
Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης (Σύμβουλος)
(1) Ἰω. 17, 17 «Ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ
σου· ὁ λόγος ὁ σὸς ἀλήθειά ἐστι».
(2) Ρωμμ. 12, 4-6.
(3) Α΄ Κορ. 12, 21-22.
(4) Α΄
Κορ. 12, 26-27.
(5) Ἰω. 15, 26.
(6)
Ματθ. 18, 15-17.
(7)
ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΓΑΠΙΟΣ – ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Α. ΣΤ. Γεωργίου, Ἀθήνα
1886, σ. 91
(8) Β΄
ὁμιλία στήν Β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολή.
(9) Τὰ ὁρισθέντα ἐπὶ
πρεσβυτέρων καὶ ἐπισκόπων καὶ μητροπολιτῶν, πολλῷ μᾶλλον καὶ ἐπὶ πατριαρχῶν ἁρμόζει.
Ὥστε, εἴ τις πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ἢ μητροπολίτης τολμήσειεν ἀποστῆναι τῆς πρὸς
τὸν οἰκεῖον πατριάρχην κοινωνίας καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον
καὶ τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ μυσταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας
αὐτοῦ κατακρίσεως σχίσμα ποιήσει, τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία σύνοδος, πάσης ἱερατείας
παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ὥρισται
καὶ ἐσφράγισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων
προέδρων καὶ σχίσμα ποιούντων καὶ τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ
δι᾿ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν
πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ
κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾿ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον
τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς
πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης
τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ
ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον,
ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.