Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

OI ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ (π. Ευθυμίου Τρικαμηνά)

Ἐπειδὴ τὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς σὲ Γεροντάδες ὡς πρὸς
τὰ θέματα Πίστεως ἐπανέρχεται πάλι καὶ πάλι,
ἀναδημοσιεύουμε παλαιότερη ἀνάρτηση.


Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς

 ἔχει ὡς προϋπόθεση τὴν ὑπακοὴ

σὲ γέροντα;

Ποιά εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία;



OI ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ


τοῦ Ἱερομονάχου π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ



...Μοῦ ἀπεστάλη ἕνα ἀντίγραφο κειμένου, τό ὁποῖο θέτει ὡς ἀπαραίτητο προϋπόθεσι γιά νά ἀποτειχισθῆ κάποιος τό νά ἔχει προηγουμένως πάρει τήν εὐλογία τοῦ γέροντός του καί πνευματικοῦ του πατρός... (Γιὰ τοῦτο) ἐθεώρησα ἀναγκαῖο νά γράψω κάποιες σκέψεις χάριν τῆς ἀληθείας, ὥστε νά ἀντιληφθῆ ὁ κάθε καλοπροαίρετος ἀναγνώστης τό εὐόλισθο καί ἀντιπατερικό αὐτῆς τῆς θεωρίας καί τό ὅτι ἀποτελεῖ μία ἁπλή δικαιολογία προκειμένου νά μήν πράξωμε ἐν καιρῷ αἱρέσεως ὅσα ἐθέσπισαν ἡ ἁγ. Γραφή καί οἱ ἅγ. Πατέρες.
Τό κείμενο πού μοῦ ἀπεστάλη εἶναι ἀπό τό ἱστολόγιο «Κατάνυξις» καί σ’ αὐτό ἀναφέρεται ἡ ὑπακοή πού ἔκανε ὁ ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Κωνσταμονίτου π. Ἀγάθων, στόν γέροντά του π. Ἐφραίμ τῆς Ἀριζόνας, παρ’ ὅτι, ὅταν εἶδε κάποιες αἱρετικές πράξεις τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου πρός τόν Πάπα, ὁ ἴδιος ἠθέλησε ὡς ἐκ τούτου νά διακόψη πάραυτα τό μνημόσυνο τοῦ αἱρετικοῦ Πατριάρχου. Τότε ὁ π. Ἐφραίμ τόν συγκράτησε καί τοῦ εἶπε ὅτι ἀκόμη δέν ἦλθε ἡ ὥρα γιά τήν ἀποτείχισι κι ἔτσι ὁ π. Ἀγάθων ἔκανε ὑπακοή στόν γέροντά του.
Ὁ ὑπεύθυνος τοῦ ἱστολογίου αὐτοῦ π. Νικόλαος Μανώλης ἐδικαιολόγησε αὐτήν τήν στάσι τοῦ π. Ἀγάθωνος καί μάλιστα ἔγινε προσπάθεια καί ἀπό τούς δύο νά τήν κατοχυρώσουν ὡς ὀρθόδοξο γραμμή ἐν καιρῷ αἱρέσεως, τό νά ἀπαιτῆται, δηλαδή, ἡ εὐλογία καί συγκατάθεσις τοῦ γέροντος, προκειμένου νά ἀποτειχισθῆ κάποιος καί νά ἀπομακρυνθῆ ἐκκλησιαστικῶς ἀπό τήν αἵρεσι καί τούς φορεῖς της.
Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ἀναφέρω ὅτι ἀπό τήν ἀρχή τῆς μοναχικῆς μας ἀφιερώσεως, μᾶς ἐδίδαξαν ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ πατέρες τοῦ ἁγ. Ὄρους (καί αὐτοί ἀκόμη οἱ γέροντες π. Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης καί π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτης) ὅτι ἀπό τήν ὑπακοή ἐξαιροῦνται δύο περιπτώσεις, τά θέματα τῆς πίστεως καί τῆς ἠθικῆς. Δηλαδή ἄν μοῦ ζητηθῆ νά κάνω ὑπακοή σέ θέματα πίστεως ἤ ἠθικῆς, νά μήν ὑπακούσω, ἐφ’ ὅσον διά τῆς ὑπακοῆς αὐτῆς βλάπτομαι ὡς πρός τήν πίστι καί τήν ἠθική. Τώρα δυστυχῶς μέ αὐτά πού γράφουν καί λέγουν ὁ π. Ἀγάθων καί ὁ π. Νικόλαος Μανώλης ἐξομοιώνουν τήν πίστι καί τήν ὑποβιβάζουν στό ἐπίπεδο ὅλων τῶν ἄλλων θεμάτων, γιά τά ὁποῖα ὄντως χρειάζεται ἡ εὐλογία τοῦ γέροντος, προκειμένου νά διασφαλισθῆ ὁ μοναχός ἤ ὁ λαϊκός καί νά μήν καλλιεργῆ τόν ἐγωϊσμό διά τοῦ ἰδίου θελήματος.
Ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μᾶς μεταφέρει τήν διδασκαλία τοῦ ἁγ. Νικηφόρου τοῦ ὁμολογητοῦ, ὁ ὁποῖος διδάσκει ὅτι ὁ πρῶτος λόγος, γιά τόν ὁποῖο δύναται νά ἀποχωρήση ὁ μοναχός ἀπό τή μονή τῆς μετανοίας του, εἶναι ὅταν ὁ ἡγούμενος εἶναι αἱρετικός (Ὑποσ. εἰς ΚΑ΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουμ.). Ἀπό αὐτή τήν πατερική διδασκαλία πάλι συνάγεται ὅτι, ὅταν ὁ λόγος εἶναι περί πίστεως, παραμερίζονται τά πάντα, ἀκόμη καί ἡ ὑπακοή. Διότι τό νά φύγη ὁ μοναχός ἀπό τό μοναστήρι, σέ ἄλλες περιπτώσεις θεωρεῖται βαρύτατο ἁμάρτημα πού ἐπισύρει τόν ἀφορισμό καί τήν ἀκοινωνησία στόν μοναχό, τήν καθαίρεσι δέ σέ ὅσους τόν δεχθοῦν, Ἐπισκόπους ἤ ἡγουμένους.
Ἀλλά καί πρακτικά ἄν τό δοῦμε τό θέμα, θά ἦταν ἀνόητο καί ἄκρως ἐπικίνδυνο, τό νά χρειάζεται ἡ εὐλογία τοῦ γέροντος, προκειμένου ν’ ἀπομακρυνθῆ κάποιος ἀπό τόν λύκο καί τό φαρμακερό φίδι. Διότι ἔτσι χαρακτηρίζονται καί παρομοιάζονται οἱ αἱρετικοί ἀπό ὅλους ἀνεξαιρέτως τούς Πατέρες. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ αἱρετικοί εἶναι ἀσυγκρίτως χειρότεροι καί ἐπικινδυνότεροι ἀπό τούς μισθωτούς καί ἀλλοτρίους ποιμένες, γιά τούς ὁποίους ὁμιλεῖ ὁ Κύριος καί ἀπό τούς ὁποίους πάλι μᾶς διδάσκει νά ἀπομακρυνώμεθα καί νά φεύγωμε: «Ἀλλοτρίῳ δέ οὐ μή ἀκολουθήσωσι, ἀλλά φεύξονται ἀπ’ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τήν φωνήν» (Ἰωαν. 10,5).
Ἐδῶ ὁ Κύριος ὁμιλεῖ γιά ἀποτείχισι ἀπό ὅλους τούς μισθωτούς καί ἀλλοτρίους, οἱ ὁποῖοι, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία Του φεύγουν, ὅταν
ἰδοῦν νά ἔρχεται ὁ λύκος, καί ἀφήνουν τά πρόβατα ἀπροστάτευτα. Ἄν τώρα δέν πρόκειται περί μισθωτῶν καί ἀλλοτρίων ποιμένων, ἀλλά γιά αἱρετικούς ποιμένες, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ ἴδιοι λύκοι, σύμφωνα μέ τήν ὁμόφωνη διδασκαλία τῶν Ἁγίων, πόσο περισσότερο πρέπει τά λογικά πρόβατα νά ἀπομακρύνωνται (ἀποτειχίζωνται) ἐκκλησιαστικῶς ἀπό αὐτούς;
Ἐσεῖς ὅμως, πατέρες, ἀντιθέτως, διδάσκετε ὅτι, προκειμένου νά ἀποτειχισθοῦμε ἀπό τούς αἱρετικούς ποιμένες, χρειάζεται ὁπωσδήποτε ἡ εὐλογία τοῦ γέροντος–πνευματικοῦ καί, ὅταν αὐτή δέν δίδεται, τότε παραμένουμε στούς λύκους «ἄχρι καιροῦ», ὅπως συνέβη, σύμφωνα μέ τήν ὁμολογία του, στόν π. Ἀγάθωνα. Δηλαδή τελικῶς τήν ὑπακοή τήν ὁποία ἐθέσπισαν οἱ Πατέρες ὡς παθοκτόνο, ἐσεῖς τήν μεταβάλατε σέ ψυχοκτόνο.
Τό λυπηρότερο εἶναι ὅτι προσπαθεῖτε νά ἐμφανίσετε καί τούς Πατέρες συμφώνους μέ αὐτές τίς νεόκοπες θεωρίες σας. Δι’ αὐτόν τόν λόγο ἰσχυρίζεσθε ὅτι οἱ Νεομάρτυρες προκειμένου νά ὁδηγηθοῦν στό μαρτύριο ἔπαιρναν τήν εὐλογία καί συγκατάθεσι τοῦ γέροντος. Γράφετε συγκεκριμένα τά ἑξῆς:
Ἅγ. Κυπριανός. Μαρτύρησε παρὰ
διαφωνία Πατέρων Ἁγ. Ὄρους
«Βλέποντας  γ. φραίμ, τ γωνιστικ φρόνημα το γέροντα γάθωνος, κα τ μαρτυρικ φρόνημα, κα μολογιακ φρόνημα, κάνει ,τι καναν λοι ο γιοι γεροντάδες, πο βλεπαν τ παιδιά τους μ διάθεση ν πνε ν μαρτυρήσουν.
»Ἂν νοίξει  γαπητς δελφς τ Μαρτυρολόγια, εδικ τν Νεομαρτύρων, θ δε τι πολλο Νεομάρτυρες ποφάσιζαν ν πνε ν μολογήσουν στος ...Τούρκους τν Πίστη τους κα ν μαρτυρήσουν, λλ ατ τ καναν πάντα μ ελογία. Ατ εναι τ ρθόδοξο φρόνημα.  γέροντας, πο δν δινε τν ελογία του (γι ν μαρτυρήσουν) ταν μ ρθόδοξος; πλς, βλεπε τι πρέπει ν περάσουν τ χρόνια, βλεπε τι πρέπει ν γίνει πι ργανωμένη, νδεχομένως, ντίδραση».
Ἐδῶ κατ’ ἀρχάς διαστρεβλώνετε τόν σκοπό τῆς ἀποτειχίσεως καί ἐνῶ οἱ Πατέρες τήν ἔθεσαν σάν τήν ἐν καιρῷ αἱρέσεως αὐτοπροστασία, ἐσεῖς τήν ἐξελάβατε σάν τήν ἐν καιρῷ αἱρέσεως ὀργανωμένη ἐκστρατεία κατά τῶν αἱρετικῶν ποιμένων. Δι’ αὐτό προφανῶς θέλετε πολλούς, οἱ ὁποῖοι θά ἀκολουθήσουν αὐτήν τήν ὁδό καί, ἄν αὐτοί δέν ὑπάρχουν, τότε παραμένετε στό στόμα τοῦ λύκου «ἄχρι καιροῦ». Ἐδῶ πέραν τῶν ἄλλων διακρίνεται καί μία ἐξόφθαλμη δειλία, διότι στηρίζεσθε ἀναμφίβολα στό πλῆθος καί ὄχι στήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Ἡ δέ ἀποτείχισις θέλετε νά γίνη, κατά τό δή λεγόμενο, “ἀβρόχοις ποσί” καί δι’ αὐτό τήν θεωρεῖτε ὡς μαρτύριο, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἐθεώρησαν ὡς μαρτύριο τήν θυσία τοῦ σώματός των καί ὄχι τήν θυσία τῶν ἀξιωμάτων, τά ὁποῖα κατ’ οὐσίαν εἶναι ἐμπόδιο στήν σωτηρία μας.
Τελικῶς, τό παράδειγμα τῶν Νεομαρτύρων πού προσάγετε, εἶναι τελείως ἄστοχο καί παραπλανητικό, διότι οἱ Πατέρες καί γέροντες ἐμπόδιζαν κάποιους ἀπό τό μαρτύριο, ἐφ’ ὅσον διέκριναν μία ἀδυναμία στό φρόνημα καί τήν προαίρεσί των, προκειμένου νά δώσουν τά πάντα γιά τόν Χριστό, καί αὐτήν δηλαδή τήν ζωή των· δέν τούς ἐμπόδισαν ὅμως, οὔτε κἄν χρειάσθηκε νά ζητηθῆ ἡ εὐλογία των, προκειμένου νά ἐπιστρέψουν ἀπό τήν πλάνη τῶν ἀλλοπίστων, νά ἀποτειχισθοῦν ἀπό αὐτούς καί νά ἐπανέλθουν διά τῆς μετανοίας εἰς τήν Ἐκκλησία.
Θά ἦτο ἐπιτυχημένο τό παράδειγμά σας, πατέρες, ἄν ἐζήτουν οἱ Νεομάρτυρες τήν εὐλογία τῶν γερόντων, προκειμένου νά ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τούς ἀπίστους. Στήν περίπτωσί μας δέ, οἱ αἱρετικοί ποιμένες εἶναι πολύ ὑπουλώτεροι καί ἐπικινδυνότεροι ἀπό τούς ἀπίστους, διότι αὐτοί κινοῦνται μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι οἱ λύκοι μέσα στό μαντρί, οἱ ἐχθροί ἐντός τῶν τειχῶν, ἡ ἀλεποῦ μέσα στό κοτέτσι. Καί σεῖς διδάσκετε τήν παραμονή μας πλησίον των, ἔστω καί «ἄχρι καιροῦ», τήν εὐλογία τῶν γερόντων προκειμένου ν’ ἀποτειχισθοῦμε καί ἰσχυρίζεσθε ἐπί πλέον ὅτι καί οἱ Νεομάρτυρες ἔπραξαν τό ἴδιο.
Κάτι τελευταῖο, ἐπίσης, θέλω νά προσθέσω. Ἀναφέρετε κατωτέρω τά ἑξῆς:
«Καὶ νὰ σᾶς πῶ καὶ τὸ ἑξῆς. Κι ἐγώ, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἀντιδροῦμε ἀπέναντι στὰ Οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τοῦ Πατριάρχου, κινδυνεύουμε. Κινδυνεύουμε ἀνὰ πᾶσα στιγμή. Τὸ κεφάλι μας τὸ ἔχουμε στὸ ντορβά. Δὲν εἶναι ὁμολογία αὐτό; Περισσότερο κινδυνεύουνε οἱ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουνε ἀποτειχιστεῖ ἢ ἔχουν ἐπιλέξει ἕναν ἄλλο δρόμο;
»Τὸ κάνουμε ἠθελημένα, τὸ κάνουμε ἑκουσίως, ἐπιλέγουμε ἀντι-Οἰκουμενιστικὴ γραμμή, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ γεροντάδες. Οἱ γεροντάδες μας φωτίζονται ἀπὸ τὸ Θεό. Ὅταν λέει ὁ γέροντας Ἐφραὶμ ἀπὸ τὴν Ἀμερική, ποὺ γνωρίζουμε τί ἁγιότητα ἔχει αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅτι δὲν ἦρθε ἀκόμα καιρός, ἐγὼ δὲν μένω σ’ αὐτό, ἐγὼ μένω στὴν ὑποταγὴ τοῦ γέροντα. Κι αὐτὸ εἶναι Ὀρθόδοξο φρόνημα».
Ἐδῶ θά πρέπει, χάριν τῆς ἀληθείας, νά ἐπισημάνωμε ὅτι δέν κινδυνεύετε ἐσεῖς, οὔτε ἔχετε τό κεφάλι σας στόν ντορβά, ἀλλά κινδυνεύουν τά ἀξιώματά σας κι αὐτά ἔχετε στόν ντορβά. Μᾶλλον ὅμως, ὅπως φαίνεται, οὔτε αὐτά κινδυνεύουν, ἐπειδή οἱ Οἰκουμενιστές ἀνέχονται τήν μέχρι αὐτοῦ τοῦ σημείου ἀντίδρασί σας καί νομίζω ὅτι τούς βοηθᾶτε ἀθέλητα, διότι σᾶς χρησιμοποιοῦν σάν ἕνα νεοεποχίτικο μοντέλο ἀντιδράσεως πρός ἐκτόνωσι καί ἀποπροσανατολισμό τῶν ἀνησυχούντων Ὀρθοδόξων. Ὁπότε πρέπει νά σᾶς καθησυχάσουμε ὅτι δέν κινδυνεύουν τά ἀξιώματά σας, διότι αὐτά θά ἐκινδύνευαν μόνον ἄν ἐπράττατε, ὅσα ἐν καιρῷ αἱρέσεως ἐθέσπισαν οἱ Πατέρες. Καί πάλι ὅμως αὐτό, οὔτε στό ἐλάχιστο θά ἠδύνατο νά συγκριθῆ μέ τό μαρτύριο τῶν Ἁγίων καί τῶν Νεομαρτύρων καί τῶν αὐτοκλήτων μαρτύρων.
Τελικῶς πιστεύω ὅτι ὅλα στήν ἐποχή μας τά ἐκάναμε δύσκολα καί μαρτυρικά, ἐπειδή προφανῶς ἐλαττώθηκε στό ἐλάχιστο ἡ προαίρεσίς μας, ἡ ὁποία, ἄν ὑπῆρχε, δέν θά ἐθεωροῦσε τά μικρά δύσκολα, ἀλλά τά μεγάλα εὔκολα.
Τελειώνοντας θέλω νά σᾶς ἀναφέρω τήν ἐν καιρῷ αἱρέσεως διδασκαλία τῶν ἁγ. Ἀποστόλων γιά νά κατανοήσετε τήν προσωπική εὐθύνη τήν ὁποία ἔχει ἕκαστος ὅταν ἐξουσιάζεται ἀπό αἱρετικούς ποιμένες καί, βεβαίως, τό ὅτι δέν χρειάζεται καμμία εὐλογία γιά νά ἀπομακρυνθῆ ἀπό αὐτούς, ἀλλά μόνον ἀγαθή προαίρεσις καί εὐθυγράμμισις μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων:
«Ἀκούσατε οἱ Ἐπίσκοποι καί ἀκούσατε οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ θεός∙ Κρινῶ κριόν πρός κριόν καί πρόβατον πρός πρόβατον, καί τούς ποιμένας λέγει∙ Κριθήσεσθε ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὐτῶν καί τῆς εἰς τά πρόβατα διαφθορᾶς, τοῦτ’ ἔστιν ἐπίσκοπον πρός ἐπίσκοπον κρινῶ καί λαϊκόν πρός λαϊκόν καί ἄρχοντα πρός ἄρχοντα. Λογικά γάρ τά πρόβατα καί οἱ κριοί οὗτοι, ἀλλ’ οὐκ ἄλογα, ἵνα μήποτε εἴπῃ ὁ λαϊκός, ὅτι ἐγώ πρόβατόν εἰμι καί οὐ ποιμήν. Ὥσπερ δέ τῷ καλῷ ποιμένι τό μή ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτως τῷ πονηρῷ ποιμένι τό ἀκολουθοῦν πρόδηλον ἔχει τόν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτό. Διό φευκτέον ἀπό τῶν φθορέων ποιμένων» (Ἀποστ. Διατ.Β,19 –ΒΕΠΕΣ 2,25,20).
Καί ὀλίγο κατωτέρω οἱ ἅγ. Ἀπόστολοι διδάσκουν τά ἑξῆς:
«εἰσί γάρ πολλοί ἐπιχαιρεσίκακοι, πρόγλωσσοι, “τριττήν γλῶσσαν” ἔχοντες, μισάδελφοι, ἔργον τιθέμενοι σκορπίζειν τά Χριστοῦ πρόβατα, ὧν εἰ παραδέχεσθαι θέλεις τούς λόγους ἀκρίτως, διασπερεῖς σου τό ποίμνιον καί παραδώσεις λύκοις εἰς κατάβρωμα, τοῦτ’ ἔστι δαίμοσιν καί πονηροῖς ἀνθρώποις, μᾶλλον δέ οὐκ ἀνθρώποις, ἀλλά θηρίοις ἀνθρωποειδέσιν, ἐθνικοῖς καί Ἰουδαϊσταῖς καί αἱρεσιώταις ἀθέοις» (ΒΕΠΕΣ 2,27,27).
Πιστεύω τελικά ὅτι οἱ ἡγούμενοι μέ τήν στάσι των δέν κάνουν τίποτε ἄλλο, ἀπό τό νά παραδίδουν στούς αἱρετικούς τό ἐμπιστευθέν εἰς αὐτούς ποίμνιο. Ἄν πάλι, πατέρες, βρῆτε κάποια διδασκαλία τῆς ἁγ. Γραφῆς ἤ τῶν ἁγίων Πατέρων, ἡ ὁποία νά διδάσκη τήν παραμονή στούς αἱρετικούς ποιμένες ἤ τήν εὐλογία τῶν γερόντων γιά νά ἀπομακρυνθῆ κάποιος ἐκκλησιαστικά ἀπό αὐτούς, σᾶς παρακαλοῦμε νά μᾶς τήν ὑποδείξετε, διότι ἐμεῖς μέχρι τώρα συναντήσαμε στούς Ἁγίους τά ἐντελῶς ἀντίθετα.

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.